EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32014R0037

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2014 , για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων

OJ L 18, 21.1.2014, p. 1–51 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2014/37(1)/oj

21.1.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 18/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 37/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Ιανουαρίου 2014

για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ορισμένοι βασικοί κανονισμοί που αφορούν την κοινή εμπορική πολιτική ορίζουν ότι οι πράξεις που αποσκοπούν στην εφαρμογή της κοινής εμπορικής πολιτικής εκδίδονται από το Συμβούλιο με τις διαδικασίες που καθορίζονται στις διάφορες σχετικές πράξεις, ή από την Επιτροπή βάσει ειδικών διαδικασιών και υπό τον έλεγχο του Συμβουλίου. Οι εν λόγω διαδικασίες δεν υπάγονται στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου (2).

(2)

Ενδείκνυται να τροποποιηθούν οι ανωτέρω βασικοί κανονισμοί, ώστε να εναρμονισθούν με τις διατάξεις που εισήγαγε η Συνθήκη της Λισαβόνας. Αυτό θα πρέπει να γίνει, όπου απαιτείται, μέσω ανάθεσης κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή και με την εφαρμογή ορισμένων διαδικασιών που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(3)

Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθούν οι ακόλουθοι κανονισμοί:

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 του Συμβουλίου (4),

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72 του Συμβουλίου (5),

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73 του Συμβουλίου (6),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου (7),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96 του Συμβουλίου (8),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου (9),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 του Συμβουλίου (10),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2002 του Συμβουλίου (11),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 του Συμβουλίου (12),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003 του Συμβουλίου (13),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 του Συμβουλίου (14),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου (15),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006 του Συμβουλίου (16),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου (17),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008 του Συμβουλίου (18),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου (19),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008 του Συμβουλίου (20),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου (21),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (22),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου (23),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου (24),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (25).

(4)

Χάριν ασφαλείας δικαίου, είναι αναγκαίο να μην θιγούν από τον παρόντα κανονισμό οι διαδικασίες θέσπισης μέτρων οι οποίες έχουν μεν αρχίσει αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν την έναρξη ισχύος του,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κανονισμοί που απαριθμούνται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα.

Άρθρο 2

Οι παραπομπές στις διατάξεις των κανονισμών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού νοούνται ως παραπομπές στις εν λόγω διατάξεις όπως αυτές τροποποιούνται με τον παρόντα κανονισμό.

Οι αναφορές στις προηγούμενες ονομασίες των επιτροπών νοούνται ως αναφορές στις νέες ονομασίες που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

Σε ολόκληρο το κείμενο των κανονισμών που απαριθμούνται στο παράρτημα:

α)

κάθε αναφορά σε «Ευρωπαϊκή Κοινότητα», «Κοινότητα», «Ευρωπαϊκές Κοινότητες» ή «Κοινότητες» νοείται ως αναφορά στην «Ευρωπαϊκή Ένωση» ή «Ένωση»·

β)

κάθε αναφορά στον όρο «κοινή αγορά» νοείται ως αναφορά στην «εσωτερική αγορά»·

γ)

κάθε αναφορά στους όρους «επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 113», «επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 133», «επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 113» ή «επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 133» νοείται ως αναφορά στην «επιτροπή του άρθρου 207»·

δ)

κάθε αναφορά στους όρους «άρθρο 113 της Συνθήκης» ή «άρθρο 133 της Συνθήκης» νοείται ως αναφορά στο «άρθρο 207 της Συνθήκης».

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τις διαδικασίες θέσπισης μέτρων που προβλέπονται στους κανονισμούς που απαριθμούνται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού και οι οποίες έχουν αρχίσει, αν, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού ή πριν απ’ αυτήν:

α)

η Επιτροπή έχει εκδώσει πράξη· ή

β)

απαιτείται διαβούλευση βάσει κάποιου από τους εν λόγω κανονισμούς του παραρτήματος και η διαβούλευση αυτή έχει αρχίσει· ή,

γ)

απαιτείται πρόταση βάσει κάποιου από τους εν λόγω κανονισμούς του παραρτήματος και η Επιτροπή έχει εγκρίνει την πρόταση αυτή.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 30ή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 15 Ιανουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 (ΕΕ C 251 E της 31.8.2013, σ. 126) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 15ης Νοεμβρίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Απόφαση του Συμβουλίου 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999, περί καθορισμού των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2011 για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(4)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας (ΕΕ L 300 της 31.12.1972, σ. 284).

(5)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1972, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας (ΕΕ L 301 της 31.12.1972, σ. 162).

(6)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1973, περί των μέτρων διασφαλίσεως που προβλέπονται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου της Νορβηγίας (ΕΕ L 171 της 27.6.1973, σ. 103).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, που καθορίζει κοινοτικές διαδικασίες στον τομέα της κοινής εμπορικής πολιτικής για να διασφαλιστεί η άσκηση των δικαιωμάτων της Κοινότητας στο πλαίσιο των κανόνων του διεθνούς εμπορίου, ιδίως αυτών που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΕΕ L 349 της 31.12.1994, σ. 71).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96 του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 1996, για την άμυνα κατά της ζημιογόνου τιμολόγησης των πλοίων (ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 21).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σε αυτούς ή απορρέουν από αυτούς (ΕΕ L 309 της 29.11.1996, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για τα μέτρα που μπορεί να λάβει η Κοινότητα μετά από έκθεση που εγκρίνει το Όργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων (ΕΕ L 201 της 26.7.2001, σ. 10).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2002 του Συμβουλίου της 21ης Ιανουαρίου 2002 σχετικά με ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, αφετέρου, και εφαρμογής της Ενδιάμεσης Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΕΕ L 25 της 29.1.2002, σ. 16).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 του Συμβουλίου, της 3ης Μαρτίου 2003, σχετικά με έναν μεταβατικό μηχανισμό διασφάλισης ανά προϊόν όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 519/94 για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (ΕΕ L 65 της 8.3.2003, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003 του Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 2003, για τα μέτρα που μπορούν να θεσπιστούν από την Κοινότητα σε σχέση με τις συνδυασμένες επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ ή κατά των επιδοτήσεων και των μέτρων διασφάλισης (ΕΕ L 69 της 13.3.2003, σ. 8).

(14)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2005, για την επιβολή πρόσθετων δασμών στις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΕΕ L 110 της 30.4.2005, σ. 1).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2005 για το εμπόριο ορισμένων αντικειμένων δυναμένων να χρησιμοποιηθούν για τη θανατική ποινή, για βασανιστήρια ή άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία (EE L 200 της 30.7.2005, σ. 1).

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006 του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2006, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, αφετέρου, και για την εφαρμογή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας (ΕΕ L 300 της 31.10.2006, σ. 1).

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου, της 20ης Δεκεμβρίου 2007, περί εφαρμογής στα προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ) των ρυθμίσεων που προβλέπονται στις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης ή στις συμφωνίες που οδηγούν στην σύναψη τέτοιων συμφωνιών (ΕΕ L 348 της 31.12.2007, σ. 1).

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2007, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου, και για την εφαρμογή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου αφετέρου (ΕΕ L 43 της 19.2.2008, σ. 1).

(19)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2008, για τη χορήγηση αυτόνομων εμπορικών προτιμήσεων στη Μολδαβία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 980/2005 και της απόφασης 2005/924/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 20 της 24.1.2008, σ. 1).

(20)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2008, για ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου, και για την εφαρμογή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αφενός, και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης αφετέρου (ΕΕ L 169 της 30.6.2008, σ. 1).

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93).

(22)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(23)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (ΕΕ L 185 της 17.7.2009, σ. 1).

(24)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2009, για θέσπιση κοινού καθεστώτος εξαγωγών (ΕΕ L 291 της 7.11.2009, σ. 1).

(25)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΟΥ ΕΜΠΙΠΤΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΥ ΠΡΟΣΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 290 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Ή ΣΤΙΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 182/2011

1.   Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72, η εφαρμογή των διμερών ρητρών διασφάλισης της συμφωνίας απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων διασφάλισης. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η η Επιτροπή οφείλει να θεσπίσει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής, εφόσον, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σχετικές με τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 24, 24α και 26 της Συμφωνίας ή στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, επιτακτικοί λόγοι επείγοντος το απαιτούν.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2841/72 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Η Επιτροπή δύναται να αποφασίζει την προσφυγή στη μικτή επιτροπή η οποία συστάθηκε με τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας —που καλείται εφεξής «συμφωνία»— για τη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 22, 24, 24α και 26 της συμφωνίας. Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα αυτά σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σε περίπτωση που αποφασίσει να παραπέμψει ένα ζήτημα στη μικτή επιτροπή.».

(2)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα διασφάλισης σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.».

(3)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Αν εξαιρετικές περιστάσεις καθιστούν αναγκαία άμεση παρέμβαση, στις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 24, 24α και 26 της συμφωνίας, καθώς και στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, τα συντηρητικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της συμφωνίας μπορούν να θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 1α του παρόντος κανονισμού ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3.

2.   Αν ένα κράτος μέλος καλέσει την Επιτροπή να αναλάβει δράση, η Επιτροπή αποφασίζει εντός μέγιστης προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.».

(4)

Το άρθρο 5 διαγράφεται.

(5)

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 7

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (1). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 8

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (3), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

2.   Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72, η εφαρμογή των διμερών ρητρών διασφάλισης της συμφωνίας απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων διασφάλισης. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η Επιτροπή οφείλει να θεσπίζει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής, εφόσον, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σχετικές με τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 25, 25α και 27 της Συμφωνίας ή στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, επιτακτικοί λόγοι επείγοντος το απαιτούν.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2843/72 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να προσφύγει στη μικτή επιτροπή η οποία συστάθηκε με τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας —που καλείται εφεξής «συμφωνία»— για τη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 23, 25, 25α και 27 της συμφωνίας. Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα αυτά σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σε περίπτωση που αποφασίσει να παραπέμψει ένα ζήτημα στη μικτή Επιτροπή.».

(2)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα διασφάλισης σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.».

(3)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Αν εξαιρετικές περιστάσεις καθιστούν αναγκαία άμεση παρέμβαση, στις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 25, 25α και 27 της συμφωνίας, καθώς και στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της συμφωνίας μπορούν να θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 1α του παρόντος κανονισμού ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3.

2.   Αν ένα κράτος μέλος καλέσει την Επιτροπή να αναλάβει δράση, η Επιτροπή αποφασίζει εντός μέγιστης προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.».

(4)

Το άρθρο 5 διαγράφεται.

(5)

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 7

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (4). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 8

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (6), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

3.   Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73, η εφαρμογή των διμερών ρητρών διασφάλισης της συμφωνίας απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων διασφάλισης. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η Επιτροπή οφείλει να θεσπίζει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής, εφόσον, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σχετικές με τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 24, 24α και 26 της Συμφωνίας ή στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, επιτακτικοί λόγοι επείγοντος το απαιτούν.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1692/73 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει την προσφυγή στη μικτή επιτροπή η οποία συστάθηκε με τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου της Νορβηγίας —που καλείται εφεξής «συμφωνία»— για τη λήψη των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 22, 24, 24α και 26 της συμφωνίας. Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα αυτά σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σε περίπτωση που αποφασίσει να παραπέμψει ένα ζήτημα στη μικτή Επιτροπή.».

(2)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν χρειαστεί, η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα διασφάλισης σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.».

(3)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Αν εξαιρετικές περιστάσεις καθιστούν αναγκαία άμεση παρέμβαση, στις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 24, 24α και 26 της συμφωνίας, καθώς και στην περίπτωση εξαγωγικών ενισχύσεων που έχουν άμεσο αντίκτυπο στις συναλλαγές, τα συντηρητικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 στοιχείο ε) της συμφωνίας μπορούν να θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3.

2.   Αν ένα κράτος μέλος καλέσει την Επιτροπή να αναλάβει δράση, η Επιτροπή αποφασίζει εντός μέγιστης προθεσμίας πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.».

(4)

Το άρθρο 5 διαγράφεται.

(5)

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 7

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (7). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (8).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 8

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (9), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

4.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3286/94, η εφαρμογή των διαδικασιών εξέτασης που προβλέπει απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη διεξαγωγή των διαδικασιών εξέτασης και μέτρων που προκύπτουν εξ αυτών. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την αναστολή τρεχουσών εξετάσεων, με δεδομένες τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων και τη λογική τους συνάφεια προς την έγκριση μέτρων.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρέπει να τηρούνται ενήμερα για τις εξελίξεις όσον αφορά τον παρόντα κανονισμό, ώστε να είναι σε θέση να εξετάζουν τις συνέπειές τους επί της γενικότερης πολιτικής τους.

Επιπλέον, εφόσον κάποια συμφωνία με τρίτη χώρα φαίνεται να αποτελεί το καταλληλότερο μέσο για την επίλυση διαφοράς που προκύπτει από κάποιο φραγμό στο εμπόριο, θα πρέπει να διενεργούνται διαπραγματεύσεις για το σκοπό αυτό σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο άρθρο 207 της Συνθήκης.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3286/94 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Αν καταστεί σαφές ότι η καταγγελία δεν συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σε περίπτωση που κρίνει ότι η καταγγελία δεν συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.».

(2)

Στο άρθρο 6, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Αν καταστεί σαφές ότι η αίτηση δεν συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας, το οικείο κράτος μέλος ενημερώνεται σχετικά.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σε περίπτωση που κρίνει ότι η καταγγελία δεν συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.».

(3)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το εξής:

«Άρθρο 7

Διαδικασία επιτροπής

1.

α)

Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Εμπορικών Εμποδίων, η οποία καλείται εφεξής «επιτροπή». Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

β)

Όποτε γίνεται παραπομπή στο παρόν σημείο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

γ)

Όποτε γίνεται παραπομπή στο παρόν σημείο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Η Επιτροπή διαβιβάζει επίσης πληροφορίες που παρέχονται βάσει του παρόντος κανονισμού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο, ώστε να μπορούν να εξετάζουν τυχόν περαιτέρω συνέπειες για την κοινή εμπορική πολιτική.

(4)

Το άρθρο 8 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αν καταστεί σαφές στην Επιτροπή ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη εξεταστικής διαδικασίας και ότι αυτή επιβάλλεται από το συμφέρον της Ένωσης, η Επιτροπή ενεργεί ως εξής:

α)

αναγγέλλει την έναρξη διαδικασίας έρευνας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης· η αναγγελία αυτή αναφέρει για ποιο προϊόν ή ποια υπηρεσία και για ποιες χώρες πρόκειται, εκθέτει περιληπτικά ποιες πληροφορίες ελήφθησαν και διευκρινίζει ότι κάθε συναφής πληροφορία πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή· ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 5·

β)

ειδοποιεί επίσημα τους εκπροσώπους της χώρας ή των χωρών τις οποίες αφορά η διαδικασία με τις οποίες είναι δυνατό, όταν συντρέχει λόγος, να διεξάγονται διαβουλεύσεις·

γ)

διεξάγει την εξέταση σε επίπεδο Ένωσης, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σε περίπτωση που κρίνει ότι η καταγγελία συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας.».

(5)

Στο άρθρο 9 παράγραφος 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«2.

α)

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους οφείλουν να μην αποκαλύπτουν τα εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφοριακά στοιχεία που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ούτε τα πληροφοριακά στοιχεία που έχουν παρασχεθεί ως εμπιστευτικά από τα μέρη που μετέχουν σε εξεταστική διαδικασία, χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του μέρους που έχει υποβάλει το εκάστοτε πληροφοριακό στοιχείο.».

(6)

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Λήξη και αναστολή της διαδικασίας

1.   Αν από την εξεταστική διαδικασία που διεξήχθη δυνάμει του άρθρου 8 προκύψει ότι τα συμφέροντα της Ένωσης δεν επιβάλλουν τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου, η Επιτροπή περατώνει τη διαδικασία, ενεργώντας με την εξεταστική διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

2.

α)

Αν, έπειτα από εξεταστική διαδικασία που διεξήχθη δυνάμει του άρθρου 8, η οικεία τρίτη χώρα ή χώρες προβαίνουν στη λήψη μέτρων τα οποία κρίνονται ικανοποιητικά, με αποτέλεσμα να μην είναι αναγκαία η λήψη μέτρων από την Ένωση, η Επιτροπή μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία, ενεργώντας με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο β).

β)

Η Επιτροπή επιβλέπει την εφαρμογή των προαναφερθέντων μέτρων, ενδεχομένως βάσει στοιχείων που της παρέχονται περιοδικά, τα οποία δύναται να ζητά από τις οικείες τρίτες χώρες και να ελέγχει, εάν είναι απαραίτητο.

γ)

Σε περίπτωση ανάκλησης, αναστολής ή μη προσήκουσας εφαρμογής των μέτρων που έχει λάβει η οικεία τρίτη χώρα ή τρίτες χώρες ή αν η Επιτροπή έχει λόγους να πιστεύει ότι συντρέχει κάτι τέτοιο ή, τέλος, αν η Επιτροπή έχει ζητήσει ορισμένα πληροφοριακά στοιχεία κατά τα προβλεπόμενα στο στοιχείο β) και το αίτημά της αυτό δεν έχει ικανοποιηθεί, τότε η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη, και λαμβάνονται μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2, εφόσον αυτό επιβάλλεται και δικαιολογείται με βάση τα πορίσματα της έρευνας και τα νέα διαθέσιμα πραγματικά περιστατικά.

3.   Αν, είτε έπειτα από εξεταστική διαδικασία που διεξήχθη δυνάμει του άρθρου 8 είτε οποιαδήποτε στιγμή πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας διαδικασίας επίλυσης διαφοράς διεθνούς χαρακτήρα, κριθεί ότι το καταλληλότερο μέσο για την επίλυση διαφοράς που προκύπτει από εμπόδιο στο εμπόριο είναι η σύναψη συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα ή τρίτες χώρες η οποία είναι δυνατόν να μεταβάλει τα ουσιαστικά δικαιώματα της Ένωσης και της οικείας τρίτης χώρας ή τρίτων χωρών, η Επιτροπή αναστέλλει τη διαδικασία, ενεργώντας με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, και διεξάγονται διαπραγματεύσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 207 της Συνθήκης.».

(7)

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Διαδικασίες λήψης αποφάσεων

1.   Όταν η Ένωση, έπειτα από καταγγελία σύμφωνα με το άρθρο 3 ή το άρθρο 4 ή προσφυγή βάσει του άρθρου 6, εφαρμόζει τις επίσημες διεθνείς διαδικασίες διαβουλεύσεων ή επίλυσης διαφορών, οι αποφάσεις οι σχετικές με την κίνηση, τη διεξαγωγή και την περάτωση των εν λόγω διαδικασιών λαμβάνονται από την Επιτροπή.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σε περίπτωση που αποφασίσει να ξεκινήσει, να διεξαγάγει ή να περατώσει επίσημες διεθνείς διαδικασίες διαβουλεύσεων ή επίλυσης διαφορών.

2.   Αν η Ένωση, αφού προηγουμένως έχει ενεργήσει σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2, είναι υποχρεωμένη να λάβει απόφαση για τα μέτρα εμπορικής πολιτικής που πρέπει να θεσπιστούν δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή δυνάμει του άρθρου 12, του παρόντος κανονισμού αποφασίζει, χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με το άρθρο 207 της Συνθήκης και τις κατά περίπτωση εφαρμοστέες διαδικασίες.».

(8)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 13α

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (11), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

(9)

Το άρθρο 14 διαγράφεται.

5.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 385/96, η εφαρμογή των διαδικασιών εξέτασης που προβλέπει ο κανονισμός απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για τη λήψη μέτρων που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 385/96 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 15 παράγραφος 2, αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δικαιολογούν την έναρξη διαδικασίας, η Επιτροπή κινεί τη σχετική διαδικασία εντός 45 ημερών από την υποβολή της καταγγελίας, ή, σε περίπτωση έναρξης δυνάμει της παραγράφου 8, το αργότερο εντός έξι μηνών από τη στιγμή που ήταν γνωστό ή έπρεπε να είναι γνωστό ότι πωλήθηκε το πλοίο, και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι επαρκή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη αφού διαπιστώσει την ανάγκη έναρξης τέτοιας διαδικασίας.».

(2)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Αν δεν είναι αναγκαία η λήψη μέτρων, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με την του άρθρου 10 παράγραφος 2.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Αν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ζημιογόνος τιμολόγηση και ότι εξ αυτής προκαλείται ζημία, η Επιτροπή επιβάλλει στη ναυπηγική εταιρεία τέλος ζημιογόνου τιμολόγησης σύμφωνα με την του άρθρου 10 παράγραφος 2. Το τέλος ζημιογόνου τιμολόγησης ισούται με το καθορισμένο περιθώριο ζημιογόνου τιμολόγησης. Η Επιτροπή, αφού ενημερώσει τα κράτη μέλη, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της απόφασής της, και ιδίως για την είσπραξη του τέλους ζημιογόνου τιμολόγησης.».

(3)

Στο άρθρο 8, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η έρευνα μπορεί να περατωθεί χωρίς την επιβολή τέλους ζημιογόνου τιμολόγησης, αν η ναυπηγική εταιρεία ακυρώσει οριστικά και άνευ όρων την πώληση που πλοίου που αποτέλεσε αντικείμενο ζημιογόνου τιμολόγησης ή αν συμμορφωθεί με ισοδύναμο εναλλακτικό μέτρο επανόρθωσης που αποδέχεται η Επιτροπή.».

(4)

Το άρθρο 9 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αν η οικεία ναυπηγική εταιρεία δεν καταβάλει το τέλος ζημιογόνου τιμολόγησης που επιβάλλεται δυνάμει του άρθρου 7, η Επιτροπή επιβάλλει αντίμετρα στα πλοία που κατασκευάζονται από την εν λόγω ναυπηγική εταιρεία με τη μορφή άρνησης των δικαιωμάτων φόρτωσης και εκφόρτωσης.

Η Επιτροπή παρέχει πληροφορίες στα κράτη μέλη μόλις προκύψουν οι λόγοι για αντίμετρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.».

(5)

Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 10

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που συστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (12). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(6)

Το άρθρο 13 παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν πληροφορίες που έλαβαν δυνάμει του παρόντος κανονισμού για τις οποίες ο πάροχός τους ζήτησε εμπιστευτική μεταχείριση, χωρίς τη ρητή άδεια του παρόχου. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, καθώς και όλα τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης που συντάσσουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν αποκαλύπτονται, εκτός αν αυτό προβλέπεται ρητά στον παρόντα κανονισμό.».

(7)

Το άρθρο 14 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η αποκάλυψη στοιχείων γίνεται γραπτώς. Λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, η αποκάλυψη στοιχείων πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατό και, καταρχήν, το αργότερο ένα μήνα πριν από την οριστική απόφαση. Αν η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να αποκαλύψει ορισμένα πραγματικά περιστατικά ή το σκεπτικό τη δεδομένη στιγμή, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατό σε μεταγενέστερο στάδιο. Η αποκάλυψη αυτή δεν θίγει μεταγενέστερες αποφάσεις που τυχόν λαμβάνει η Επιτροπή, αλλά αν η απόφαση στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατό.».

(8)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 14α

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου ***, περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.».

6.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2271/96, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) για τον σκοπό της τροποποίησης του παραρτήματος του εν λόγω κανονισμού.

Για την έγκριση των διατάξεων που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ ως προς την προσθήκη νόμων στο παράρτημα του εν λόγω κανονισμού ή τη διαγραφή τους από αυτό. Ιδιαιτέρως σημαντικό είναι να διενεργεί η Επιτροπή τις δέουσες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία και κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2271/96 απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για τον καθορισμό κριτηρίων εξουσιοδότησης προσώπων να συμμορφωθούν εν όλω ή εν μέρει προς τυχόν απαιτήσεις ή απαγορεύσεις, περιλαμβανομένων των αιτήσεων αλλοδαπών δικαστηρίων, στο βαθμό που η μη συμμόρφωση θα έβλαπτε σοβαρά τα συμφέροντα των ιδίων ή της Ένωσης. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2271/96 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 11α για να προσθέτει νόμους, κανονισμούς ή άλλες νομοθετικές πράξεις τρίτων χωρών που έχουν εξωεδαφική εφαρμογή και προκαλούν δυσμενείς επιπτώσεις στο συμφέρον της Ένωσης και το συμφέρον φυσικών και νομικών προσώπων που ασκούν τα δικαιώματά τους δυνάμει της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού και να διαγράφει νόμους, κανονισμούς ή άλλες νομοθετικές πράξεις όταν δεν έχουν πλέον τέτοιες επιπτώσεις.».

(2)

Στο άρθρο 7, το στοιχείο γ) διαγράφεται.

(3)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

1.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 7 στοιχείο β), η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Εξωεδαφικής Νομοθεσίας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η επιτροπή αυτή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(4)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 11α

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 1 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 1 τίθενται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τέσσερις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

7.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1515/2001, η εφαρμογή του κανονισμού αυτού απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για τη λήψη μέτρων μετά από έκθεση που ενέκρινε το Όργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την αναστολή μέτρων για περιορισμένο χρονικό διάστημα, με δεδομένες τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

1.   Όποτε το DSB εγκρίνει έκθεση σχετικά με ενωσιακό μέτρο που έχει θεσπιστεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (15), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου (16) ή του παρόντος κανονισμού («αμφισβητούμενο μέτρο»), η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα, όποιο κρίνει σκόπιμο, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 3α παράγραφος 3:

α)

κατάργηση ή τροποποίηση του αμφισβητούμενου μέτρου, ή

β)

θέσπιση κάθε άλλου ειδικού εκτελεστικού μέτρου που κρίνεται κατάλληλο υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις για να επιτύχει τη συμμόρφωση της Ένωσης προς τις συστάσεις και τις αποφάσεις που περιλαμβάνονται στην έκθεση.

2.   Προκειμένου να λάβει μέτρα δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή μπορεί να ζητά από τα ενδιαφερόμενα μέρη να παράσχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να συμπληρώσουν όσες συγκεντρώθηκαν κατά την έρευνα που οδήγησε στη λήψη του αμφισβητημένου μέτρου.

3.   Αν κριθεί σκόπιμο να διενεργηθεί επανεξέταση, πριν ή κατά τη λήψη οποιουδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, την επανεξέταση αυτή την ξεκινά η Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εφόσον αποφασίσει να αρχίσει έρευνα.

4.   Αν κριθεί σκόπιμο να ανασταλεί το αμφισβητούμενο ή τροποποιούμενο μέτρο, η αναστολή χορηγείται για περιορισμένο χρονικό διάστημα από την Επιτροπή με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 3α παράγραφος 2.

(2)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

1.   Η Επιτροπή, αν το κρίνει σκόπιμο, μπορεί επίσης να λάβει οποιαδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι νομικές ερμηνείες που διατυπώνονται σε έκθεση που έχει εγκριθεί από το DSB όσον αφορά ένα μη αμφισβητούμενο μέτρο.

2.   Προκειμένου να λάβει μέτρα βάσει της παραγράφου 1, η Επιτροπή μπορεί να ζητά από τους ενδιαφερομένους να παράσχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να συμπληρώσουν όσες συγκεντρώθηκαν κατά την έρευνα που οδήγησε στη λήψη του μη αμφισβητούμενου μέτρου.

3.   Αν κριθεί σκόπιμο να διενεργηθεί επανεξέταση, πριν ή κατά τη λήψη οποιουδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, την επανεξέταση αυτή την ξεκινά η Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εφόσον αποφασίσει να αρχίσει έρευνα.

4.   Αν κριθεί σκόπιμο να ανασταλεί το αμφισβητούμενο ή τροποποιούμενο μέτρο, η αναστολή χορηγείται για περιορισμένο χρονικό διάστημα από την Επιτροπή σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 3α παράγραφος 2.».

(3)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 3α

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που δημιουργήθηκε με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(4)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 3β

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009, περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.».

8.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2002

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 153/2002, η εφαρμογή των διμερών ρητρών διασφάλισης της ενδιάμεσης συμφωνίας της Συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων διασφάλισης και άλλων μέτρων. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Όταν το επιβάλλουν επιτακτικοί και επείγοντες λόγοι, η Επιτροπή οφείλει να θεσπίζει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που συνδέονται με έκτακτες και κρίσιμες καταστάσεις, κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 25 παράγραφος 4 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και, εν συνεχεία, του άρθρου 37 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 38 παράγραφος 4 της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2002 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Παραχωρήσεις για το baby-beef

Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 2 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και στη συνέχεια για την εφαρμογή του άρθρου 27 παράγραφος 2 της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης, σχετικά με την δασμολογική ποσόστωση για τα προϊόντα «baby-beef», θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 7στα παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.».

(2)

Το άρθρο 3 διαγράφεται.

(3)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Περαιτέρω παραχωρήσεις

Εάν χορηγηθούν περαιτέρω παραχωρήσεις για τα προϊόντα αλιείας εντός των δασμολογικών ποσοστώσεων, σε εφαρμογή του άρθρου 29 της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης και του άρθρου 16 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή των δασμολογικών ποσοστώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7στα παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.».

(4)

Το άρθρο 5 διαγράφεται.

(5)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

Τεχνικές προσαρμογές

Οι τροπολογίες και τεχνικές προσαρμογές στους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής που θεσπίστηκαν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι οποίες είναι απαραίτητες λόγω τροποποίησης των κωδικών της συνδυασμένης ονοματολογίας και των υποδιαιρέσεων του TARIC, ή οι οποίες προκύπτουν από τη σύναψη νέων συμφωνιών, πρωτοκόλλων, ανταλλαγών επιστολών ή άλλων πράξεων μεταξύ της Κοινότητας και της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7στα παράγραφος 4.».

(6)

Το άρθρο 7α τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 2, 3 κα 4 διαγράφονται·

β)

στην παράγραφο 6, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων, και αν δεν καταστεί δυνατός άλλος διακανονισμός, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7στα παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού, είτε να μην ενεργήσει είτε να λάβει τα κατάλληλα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 25 και 26 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και, στη συνέχεια, στα άρθρα 37 και 38 της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης.»·

γ)

Οι παράγραφοι 7, 8 και 9 διαγράφονται·

δ)

η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Οι διαβουλεύσεις στα πλαίσια του Συμβουλίου Συνεργασίας και, στη συνέχεια, της Επιτροπής Σταθεροποίησης και Σύνδεσης, τεκμαίρεται ότι έχουν περατωθεί 30 ημέρες μετά την κοινοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 5.».

(7)

Το άρθρο 7β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7β

Εξαιρετικές και κρίσιμες περιστάσεις

Σε εξαιρετικές και κρίσιμες περιστάσεις, κατά την έννοια του άρθρου 25 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 26 παράγραφος 4 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και, στη συνέχεια, του άρθρου 38 παράγραφος 4 στοιχείο β) και του άρθρου 39 παράγραφος 4 της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης, η Επιτροπή δύναται να λάβει αμέσως τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 25 και 26 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και, στη συνέχεια, στα άρθρα 38 και 39 της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7στα παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, βάσει του άρθρου 7στα παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού.

Αν η Επιτροπή λάβει αίτηση κράτους μέλους, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.».

(8)

Στο άρθρο 7ε, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Σε περίπτωση μιας πρακτικής που μπορεί να δικαιολογήσει την εκ μέρους της Ένωσης εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 33 της Ενδιάμεσης συμφωνίας, και εν συνεχεία στο άρθρο 69 της Συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης, η Επιτροπή, αφού εξετάσει την περίπτωση αυτεπαγγέλτως ή αιτήσει κράτους μέλους, αποφασίζει αν η πρακτική αυτή συμβιβάζεται με τη συμφωνία. Αν χρειαστεί, λαμβάνει μέτρα διασφάλισης με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7στα παράγραφος 4, εκτός από τις περιπτώσεις ενισχύσεων στις οποίες εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου (18), οπότε τα μέτρα αυτά λαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται σε εκείνο τον κανονισμό. Μέτρα λαμβάνονται μόνο υπό τους όρους του άρθρου 33 παράγραφος 5 της Ενδιάμεσης συμφωνίας, και εν συνεχεία του άρθρου 69 παράγραφος 5 της Συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης.

(9)

Το άρθρο 7στ τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Μέχρις ότου εξευρεθεί αμοιβαία ικανοποιητική λύση, η οποία θα έχει επιτευχθεί κατά τις διαβουλεύσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει τη λήψη άλλων κατάλληλων μέτρων που κρίνει αναγκαία, σύμφωνα με το άρθρο 30 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και, στη συνέχεια, το άρθρο 43 της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης, καθώς και σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 7στα παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.».

β)

Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 διαγράφονται.

(10)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 7στα

Διαδικασία επιτροπής

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 2, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 195 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (19). Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20).

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 4, η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Τελωνειακού Κώδικα που έχει συσταθεί με το άρθρο 184 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21). Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Για τους σκοπούς των άρθρων 7α, 7β, 7ε και 7στ η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Διασφαλίσεων που συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (22). Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5.

9.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 427/2003, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) για τον σκοπό της τροποποίησης του παραρτήματος Ι του εν λόγω κανονισμού.

Για την έγκριση των διατάξεων που είναι απαραίτητες για την υλοποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 427/2003, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία για την έγκριση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά τις τροποποιήσεις του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 625/2009, προκειμένου να διαγράφει χώρες από τον κατάλογο τρίτων χωρών που περιέχεται στο εν λόγω παράρτημα όταν αυτές γίνουν μέλη του ΠΟΕ. Ιδιαιτέρως σημαντικό είναι να διενεργεί η Επιτροπή τις δέουσες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και καταρτίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Επιπλέον, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έγκριση εποπτικών και προσωρινών μέτρων, με δεδομένες τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων και τη λογική τους συνάφεια προς την έγκριση οριστικών μέτρων διασφάλισης. Όταν η καθυστέρηση στην επιβολή μέτρων θα προκαλούσε ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 5 παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις που δικαιολογούν την έναρξη διαδικασίας και οι διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 δεν έχουν οδηγήσει σε αμοιβαίως ικανοποιητική λύση, η Επιτροπή δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη αφού διαπιστώσει την ανάγκη έναρξης τέτοιας διαδικασίας.».

(2)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Προσωρινά μέτρα διασφάλισης επιβάλλονται σε κρίσιμες περιπτώσεις όπου μια καθυστέρηση μπορεί να προκαλέσει ζημία που θα ήταν δύσκολο να αποκατασταθεί, ύστερα από μια προκαταρκτική διαπίστωση ότι εισαγωγές έχουν προκαλέσει ή απειλούν να προκαλέσουν διαταραχή της αγοράς στην ενωσιακή βιομηχανία και εφόσον το ενωσιακό συμφέρον απαιτεί παρέμβαση. Η Επιτροπή λαμβάνει τα προσωρινά αυτά μέτρα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 4.»·

β)

Η παράγραφος 3 διαγράφεται.

(3)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Περάτωση χωρίς τη λήψη μέτρων

Αν δεν κριθεί απαραίτητη η λήψη διμερών μέτρων διασφάλισης, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 15 παράγραφος 3.».

(4)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 και η παράγραφος 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Όταν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως καθορίζονται οριστικά, καταδεικνύεται ότι πληρούνται οι όροι των άρθρων 1, 2 και 3, κατά περίπτωση, και το ενωσιακό συμφέρον απαιτεί παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 19, η Επιτροπή ζητεί την πραγματοποίηση διαβουλεύσεων με την κυβέρνηση της Κίνας με στόχο την επίτευξη αμοιβαία ικανοποιητικής λύσης.

2.   Αν οι διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν οδηγήσουν σε αμοιβαίως ικανοποιητική λύση εντός 60 ημερών από την παραλαβή της αίτησης για διαβουλεύσεις, επιβάλλεται οριστικό μέτρο διασφάλισης ή μέτρο κατά της εκτροπής του εμπορίου με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 15 παράγραφος 3. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 5.»·

β)

Οι παράγραφοι 3 έως 6 διαγράφονται.

(5)

Στο άρθρο 12, οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το εξής:

«3.   Κατά τη διάρκεια ισχύος ενός μέτρου διασφάλισης, η Επιτροπή, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους, είτε με δική της πρωτοβουλία, μπορεί να εξετάσει τις επιπτώσεις του μέτρου και να εξακριβώσει εάν η εφαρμογή του εξακολουθεί να είναι αναγκαία.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία, ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη.

4.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η ανάκληση ή η τροποποίηση μέτρου διασφάλισης, ανακαλεί ή τροποποιεί το εν λόγω μέτρο σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 15 παράγραφος 3.».

(6)

Το άρθρο 14 παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Για την προστασία του συμφέροντος της Ένωσης, τα μέτρα που επιβάλλονται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατόν να ανασταλούν με απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2 για χρονικό διάστημα εννέα μηνών. Η Επιτροπή, ενεργώντας κατά τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2, μπορεί να παρατείνει την αναστολή για επιπλέον χρονικό διάστημα μέχρις ενός έτους.».

(7)

Παρεμβάλλονται τα εξής άρθρα:

«Άρθρο 14α

Ανάθεση εξουσιών

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14β του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την έγκριση των τροποποιήσεων του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου (23), προκειμένου να διαγράφει χώρες από τον κατάλογο τρίτων χωρών που περιέχεται στο εν λόγω παράρτημα, όταν αυτές γίνουν μέλη του ΠΟΕ.

Άρθρο 14β

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 22 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο [X] ετών από την 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 22 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

(8)

Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 15

Διαδικασία Επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων που συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (24). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού.

5.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

(9)

Το άρθρο 17 παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν πληροφορίες που έλαβαν δυνάμει του παρόντος κανονισμού για τις οποίες ο πάροχός τους ζήτησε εμπιστευτική μεταχείριση, χωρίς τη ρητή άδεια του παρόχου. Πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών ή πληροφορίες για διαβουλεύσεις που πραγματοποιούνται δυνάμει του άρθρου 12 ή για διαβουλεύσεις που περιγράφονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 και στο άρθρο 9 παράγραφος 1, καθώς και κάθε εσωτερικό έγγραφο που καταρτίζουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν αποκαλύπτονται στο κοινό ή σε οποιοδήποτε μέρος της διαδικασίας παρά μόνο βάσει διάταξης του παρόντος κανονισμού.».

(10)

Στο άρθρο 18 παράγραφος 4, η τελευταία περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η αποκάλυψη αυτή δεν θίγει καμία μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδεχομένως λαμβάνει η Επιτροπή, αλλά αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατό.».

(11)

Στο άρθρο 19, οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή εξετάζει όλες τις πληροφορίες που της έχουν προσηκόντως υποβληθεί, καθώς και τον βαθμό αντιπροσωπευτικότητάς τους, ενώ τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής, μαζί με γνωμοδότηση για το βάσιμο των πληροφοριών αυτών, διαβιβάζονται στην επιτροπή ως τμήμα του σχεδίου μέτρου που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 9 του παρόντος κανονισμού. Οι απόψεις που εκφράζονται στην επιτροπή λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

6.   Τα μέρη τα οποία έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2 δύνανται να ζητήσουν να πληροφορηθούν τα πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό επί των οποίων είναι πιθανό να στηρίζονται οι τελικές αποφάσεις. Τα στοιχεία αυτά γνωστοποιούνται στο μέτρο του δυνατού και με την επιφύλαξη τυχόν μεταγενέστερης απόφασης της Επιτροπής.».

(12)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 19α

Έκθεση

1.   Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (26), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

(13)

Στο άρθρο 22, η παράγραφος 3 διαγράφεται.

10.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 452/2003, προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω εκτελεστικές αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 452/2003 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι ο συνδυασμός των μέτρων αντιντάμπινγκ ή κατά των επιδοτήσεων και των δασμολογικών μέτρων διασφάλισης επί των ιδίων εισαγωγών θα μπορούσε να έχει σοβαρότερες επιπτώσεις από εκείνες που επιδιώκονται στο πλαίσιο της ενωσιακής πολιτικής εμπορικής άμυνας, μπορεί να θεσπίσει όποιο από τα ακόλουθα μέτρα θεωρεί κατάλληλο, με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 2α παράγραφος 2:».

(2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 2α

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή η οποία συστάθηκε με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (27). Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

11.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 673/2005, η αρμοδιότητα κατάργησής του παρέχεται στο Συμβούλιο. Η εν λόγω αρμοδιότητα πρέπει να αφαιρεθεί, και το άρθρο 207 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να εφαρμοσθεί στην κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 673/2005.

Συνεπώς, το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 673/2005 διαγράφεται

12.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1236/2005

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1236/2005, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) για τον σκοπό της τροποποίησης των παραρτημάτων του εν λόγω κανονισμού.

Για την έγκριση των διατάξεων που απαιτούνται για την εφαρμογή (ΕΚ) αριθ. 1236/2005, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά την τροποποίηση των παραρτημάτων I, ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV και V του κανονισμού. Ιδιαιτέρως σημαντικό είναι να διενεργεί η Επιτροπή τις δέουσες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και καταρτίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από:

«Άρθρο 12

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 15α όσον αφορά την τροποποίηση των παραρτημάτων I, ΙΙ, III, IV και V. Τα δεδομένα στο παράρτημα Ι που αφορούν τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών τροποποιούνται βάσει πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη.».

(2)

Το άρθρο 15 διαγράφεται.

(3)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 15α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 12 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 12 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 12 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

(4)

Το άρθρο 16 διαγράφεται.

13.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1616/2006, η εφαρμογή των διμερών ρητρών διασφάλισης της ενδιάμεσης συμφωνίας της Συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων διασφάλισης και άλλων μέτρων. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Όταν συντρέχουν επιτακτικοί και επείγοντες λόγοι, η Επιτροπή δύναται να θεσπίζει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που συνδέονται με εξαιρετικές και κρίσιμες περιστάσεις κατά την έννοια του άρθρου 26 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, του άρθρου 39 παράγραφος 4 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1616/2006 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Παραχωρήσεις για τα ψάρια και τα προϊόντα της αλιείας

Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που καθορίζεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 1 της ενδιάμεσης συμφωνίας καθώς και του άρθρου 28 παράγραφος 1 της ΣΣΣ σχετικά με τις δασμολογικές ποσοστώσεις για τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα.».

(2)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Τεχνικές προσαρμογές

Οι τυχόν τροποποιήσεις και οι τεχνικές προσαρμογές των διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι οποίες, ενδεχομένως, θα καταστούν αναγκαίες λόγω τροποποιήσεων των κωδικών της συνδυασμένης ονοματολογίας και των διακρίσεων του TARIC ή λόγω της σύναψης νέων συμφωνιών, πρωτοκόλλων, ανταλλαγών επιστολών ή άλλων πράξεων μεταξύ της Ένωσης και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που καθορίζεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.».

(3)

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Γενική ρήτρα διασφάλισης

Όταν η Ένωση πρέπει να λάβει μέτρο από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 25 της ενδιάμεσης συμφωνίας, και, εν συνεχεία, στο άρθρο 38 της ΣΣΣ, το εν λόγω μέτρο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο άρθρο 25 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, εν συνεχεία, στο άρθρο 38 της ΣΣΣ.».

(4)

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

Ρήτρα ανεπάρκειας

Όταν η Ένωση πρέπει να λάβει ένα μέτρο που προβλέπεται στο άρθρο 26 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, εν συνεχεία, στο άρθρο 39 της ΣΣΣ, το εν λόγω μέτρο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.».

(5)

Στο άρθρο 7, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει τα προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 8α παράγραφος 3 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, του άρθρου 8α παράγραφος 4.».

(6)

Στο άρθρο 8 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή λαμβάνει τα προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 8α παράγραφος 3 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, του άρθρου 8α παράγραφος 4.».

(7)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8α

Διαδικασία επιτροπής

1.   Για τους σκοπούς των άρθρων 2, 4 και 11, η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Τελωνειακού Κώδικα που έχει συσταθεί με το άρθρο 184 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (30).

2.   Για τους σκοπούς των άρθρων 5, 6, 7 και 8 η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή η οποία συστάθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (31). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

(8)

Στο άρθρο 11, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, να αναστείλει προσωρινά τη σχετική προτιμησιακή μεταχείριση των προϊόντων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 30 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, στο άρθρο 43 παράγραφος 4 της ΣΣΣ.».

(9)

Το άρθρο 12 διαγράφεται.

14.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1528/2007, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την αναστολή της μεταχείρισης δεδομένης της φύσης των αναστολών αυτών. Πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για την έγκριση εποπτικών και προσωρινών μέτρων διασφάλισης λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων αυτών των μέτρων. Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή των μέτρων ενδέχεται να προκαλέσει ζημία δυσχερώς επανορθώσιμη, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 3 το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«3.   Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, βάσει πληροφοριών που της παρέσχε ένα κράτος μέλος ή με δική της πρωτοβουλία, ότι πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, η σχετική μεταχείριση μπορεί να ανασταλεί με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 4, εφόσον η Επιτροπή έχει προηγουμένως:»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η περίοδος αναστολής δυνάμει του παρόντος άρθρου περιορίζεται στο βαθμό που είναι αναγκαίος για να εξασφαλιστεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Η περίοδος αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 6 μήνες, με δυνατότητα ανανέωσης. Κατά τη λήξη της περιόδου αυτής, η Επιτροπή αποφασίζει είτε να τερματίσει την αναστολή είτε να παρατείνει την περίοδο αναστολής σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 4.»·

γ)

στην παράγραφο 6, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η απόφαση περί αναστολής της σχετικής μεταχείρισης θα εγκριθεί με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 21 παράγραφος 4.».

(2)

Στο άρθρο 6, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή των δασμολογικών ποσοστώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 21 παράγραφος 5.».

(3)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Οι λεπτομερείς κανόνες για την κατανομή ανά περιφέρεια και την εφαρμογή των δασμολογικών ποσοστώσεων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 21 παράγραφος 5.».

(4)

Στο άρθρο 9, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για την υποδιαίρεση των ποσοτήτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για τη διαχείριση του συστήματος που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 3 και 4 του παρόντος άρθρου και για τις αποφάσεις ανάκλησης σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 21 παράγραφος 5.».

(5)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για τη διαχείριση αυτού του συστήματος και για τις αποφάσεις ανάκλησης σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 21 παράγραφος 5.»

(6)

Στο άρθρο 14, οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να δικαιολογούν την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή δημοσιεύει ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η διαδικασία κινείται εντός ενός μηνός από τη λήψη των πληροφοριών από ένα κράτος μέλος.

Η Επιτροπή ενημερώνει, κανονικά, τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάλυση των πληροφοριών εντός 21 ημερών από την ημερομηνία παροχής των πληροφοριών στην Επιτροπή.

4.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 12, ενημερώνει αμέσως την οικεία περιφέρεια ή το οικείο κράτος του παραρτήματος I σχετικά με την πρόθεσή της να διεξαγάγει έρευνα. Η ενημέρωση μπορεί να συνοδεύεται από πρόσκληση διενεργείας διαβουλεύσεων για να διευκρινισθεί η κατάσταση και να επιτευχθεί μια αμοιβαίως ικανοποιητική λύση.».

(7)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Λαμβάνονται προσωρινά μέτρα διασφάλισης σε κρίσιμες περιστάσεις όταν μια καθυστέρηση θα προκαλούσε πιθανώς ανήκεστο βλάβη, μετά από μια προκαταρκτική απόφαση ότι οι περιστάσεις του άρθρου 12 όντως υφίστανται. Τα προσωρινά μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 21 παράγραφος 4, ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 6.

2.   Δεδομένης της ιδιαίτερης κατάστασης των εξόχως απόκεντρων περιοχών και του ευάλωτου χαρακτήρα τους σε οποιαδήποτε απότομη αύξηση των εισαγωγών, εφαρμόζονται προσωρινά μέτρα διασφάλισης στις διαδικασίες που τις αφορούν, εάν η προκαταρκτική διερεύνηση απέδειξε ότι οι εισαγωγές έχουν αυξηθεί. Τα προσωρινά μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 21 παράγραφος 4, ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 6.»·

β)

η παράγραφος 4 διαγράφεται.

(8)

Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Περάτωση της έρευνας και της διαδικασίας χωρίς λήψη μέτρων

Όταν η λήψη διμερών μέτρων διασφάλισης κρίνεται περιττή, η έρευνα και η διαδικασία περατώνονται με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 21 παράγραφος 5.».

(9)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Αν οι διαβουλεύσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν οδηγήσουν σε λύση που να ικανοποιεί και τα δύο μέρη εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση του ζητήματος στην οικεία περιφέρεια ή στο οικείο κράτος, η Επιτροπή, εντός 20 εργάσιμων ημερών από τη λήξη της περιόδου διαβούλευσης, λαμβάνει απόφαση για την επιβολή οριστικών διμερών μέτρων διασφάλισης με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 21 παράγραφος 5.».

β)

οι παράγραφοι 3 και 4 διαγράφονται.

(10)

Στο άρθρο 20, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η απόφαση για την επιβολή εποπτείας λαμβάνεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 21 παράγραφος 4.».

(11)

Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 21

Διαδικασία επιτροπής

1.   Για τους σκοπούς των άρθρων 16, 17, 18 και 20 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή μέτρων διασφάλισης που έχει συσταθεί με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (32). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (33).

2.   Για τους σκοπούς των άρθρων 4 και 5, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή τελωνειακού κώδικα η οποία συστάθηκε με το άρθρο 184 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (34). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Για τους σκοπούς των άρθρων 6, 7 και 9, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή η οποία συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (35). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

6.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού.

(12)

Το άρθρο 24 διαγράφεται.

(13)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 24β

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (36), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

15.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 140/2008, η εφαρμογή των διμερών ρητρών διασφάλισης της Ενδιάμεσης συμφωνίας και της Συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων διασφάλισης και άλλων μέτρων. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Όταν συντρέχουν επιτακτικοί και επείγοντες λόγοι, η Επιτροπή οφείλει να θεσπίζει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που συνδέονται με έκτακτες και κρίσιμες καταστάσεις, κατά την έννοια του άρθρου 26 παράγραφος 5 στοιχείο β) και του άρθρου 27 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, εν συνεχεία, του άρθρου 41 παράγραφος 5 στοιχείο β) και του άρθρου 42 παράγραφος 4 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 140/2008 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Παραχωρήσεις για τα ψάρια και τα προϊόντα της αλιείας

Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 8α παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του άρθρου 14 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, εν συνεχεία, του άρθρου 29 της ΣΣΣ σχετικά με τις δασμολογικές ποσοστώσεις για τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα.».

(2)

Τα άρθρα 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Τεχνικές προσαρμογές

Οι τυχόν τροποποιήσεις και οι τεχνικές προσαρμογές των διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι οποίες, ενδεχομένως, θα καταστούν αναγκαίες λόγω τροποποιήσεων των κωδικών της συνδυασμένης ονοματολογίας και των διακρίσεων του TARIC ή λόγω της σύναψης νέων συμφωνιών, πρωτοκόλλων, ανταλλαγών επιστολών ή άλλων πράξεων μεταξύ της Ένωσης και της Δημοκρατίας του Μαυροβουνίου, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5

Γενική ρήτρα διασφάλισης

Όταν είναι αναγκαίο να ληφθεί από την Ένωση ένα μέτρο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26 της ενδιάμεσης συμφωνίας και εν συνεχεία στο άρθρο 41 της ΣΣΣ, το μέτρο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο άρθρο 26 της ενδιάμεσης συμφωνίας και εν συνεχεία στο άρθρο 41 της ΣΣΣ.

Άρθρο 6

Ρήτρα ανεπάρκειας

Όταν είναι αναγκαίο να ληφθεί ένα μέτρο από την Ένωση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 27 της ενδιάμεσης συμφωνίας και εν συνεχεία στο άρθρο 42 της ΣΣΣ, το εν λόγω μέτρο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.».

(3)

Στο άρθρο 7, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 8α παράγραφος 3. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 4.».

(4)

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή λαμβάνει τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 8α παράγραφος 3. Σε επείγουσες περιπτώσεις εφαρμόζεται το άρθρο 8α παράγραφος 4.».

(5)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8α

Διαδικασία επιτροπής

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Τελωνειακού Κώδικα που έχει συσταθεί με το άρθρο 184 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (37). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (38).

2.   Για τους σκοπούς των άρθρων 5, 6, 7 και 8 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή η οποία συστάθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (39). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

(6)

Στο άρθρο 11, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης η οποία προβλέπεται στο άρθρο 8α παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, να αναστείλει προσωρινά τη σχετική προτιμησιακή μεταχείριση των προϊόντων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 31 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, στο άρθρο 46 παράγραφος 4 της ΣΣΣ.».

(7)

Το άρθρο 12 διαγράφεται.

16.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 55/2008, προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εξουσίες αυτές πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την έγκριση εποπτικών και προσωρινών μέτρων και για την προσωρινή αναστολή της προτιμησιακής μεταχείρισης λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων αυτών των μέτρων και του γεγονότος ότι η έγκριση των οριστικών μέτρων διασφάλισης αποτελεί τη λογική τους συνέχεια. Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή των μέτρων ενδέχεται να προκαλέσει ζημία δυσχερώς επανορθώσιμη, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Παρά τις άλλες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, ιδίως το άρθρο 10, εάν οι εισαγωγές γεωργικών προϊόντων προκαλέσουν σοβαρή διαταραχή στις αγορές της Ένωσης και στους ρυθμιστικούς μηχανισμούς τους, η Επιτροπή μπορεί να λάβει τα κατάλληλα μέτρα μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 11α παράγραφος 5.».

(2)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Εφαρμογή των δασμολογικών ποσοστώσεων για τα γαλακτοκομικά προϊόντα

Οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής των δασμολογικών ποσοστώσεων για τις κλάσεις 0401 έως 0406 θεσπίζονται από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 11α παράγραφος 5.».

(3)

Το άρθρο 8 διαγράφεται.

(4)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για απάτη, παρατυπίες ή συστηματική παράλειψη της Μολδαβίας να συμμορφωθεί ή να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την καταγωγή των προϊόντων και τις σχετικές διαδικασίες ή να παράσχει διοικητική συνεργασία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, ή για παράλειψη συμμόρφωσης με οποιονδήποτε από τους άλλους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, δύναται να λάβει μέτρα, με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 11α παράγραφος 5, για να αναστείλει το σύνολο ή μέρος του προτιμησιακού καθεστώτος που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, υπό τον όρο ότι έχει προηγουμένως:»·

β)

η παράγραφος 2 απαλείφεται·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, η Επιτροπή αποφασίζει είτε να περατώσει το προσωρινό μέτρο αναστολής ή να παρατείνει το μέτρο αναστολής σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11α παράγραφος 5.».

(5)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αν κάποιο προϊόν καταγωγής Μολδαβίας εισάγεται υπό συνθήκες που προκαλούν ή απειλούν να προκαλέσουν σοβαρές δυσχέρειες σε ενωσιακό παραγωγό παρόμοιων ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να επαναφέρει τους δασμούς του κοινού δασμολογίου για το εν λόγω προϊόν με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11α παράγραφος 5.».

β)

οι παράγραφοι 5, 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η έρευνα περατώνεται εντός έξι μηνών μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Σε έκτακτες περιστάσεις η Επιτροπή δύναται να παρατείνει την περίοδο αυτή με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11α παράγραφος 4.

6.   Η Επιτροπή αποφασίζει εντός τριών μηνών σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11α παράγραφος 5. Η απόφαση αυτή αρχίζει να ισχύει εντός ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσής της.

7.   Όταν εξαιρετικές συνθήκες που απαιτούν άμεση δράση καθιστούν αδύνατη την έρευνα, η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει κάθε προληπτικό μέτρο που κρίνεται απολύτως αναγκαίο, σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11α παράγραφος 6.».

(6)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 11α

Διαδικασία επιτροπής

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 3 και των άρθρων 11 και 12 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (40). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (41).

2.   Για τον σκοπό του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 195 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (42). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Για τον σκοπό του άρθρου 10 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 184 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (43). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

6.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού.

(7)

Στο άρθρο 12, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν η Μολδαβία δεν τηρήσει τους κανόνες καταγωγής ή δεν παράσχει τη διοικητική συνεργασία που απαιτεί το άρθρο 2 για τα ανωτέρω κεφάλαια 17, 18, 19, και 21, ή αν οι εισαγωγές προϊόντων υπό τα κεφάλαια αυτά, υπό τις προτιμησιακές ρυθμίσεις που παραχωρεί ο παρών κανονισμός, υπερβούν σημαντικά τα συνήθη επίπεδα εξαγωγών της Μολδαβίας, λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 11α παράγραφος 5.».

17.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 594/2008, η εφαρμογή των διμερών ρητρών διασφάλισης της ενδιάμεσης συμφωνίας της Συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων διασφάλισης και άλλων μέτρων. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Όταν συντρέχουν επιτακτικοί και επείγοντες λόγοι, η Επιτροπή οφείλει να θεσπίζει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που συνδέονται με έκτακτες και κρίσιμες καταστάσεις, κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 5 στοιχείο β) και του άρθρου 25 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, εν συνεχεία, του άρθρου 39 παράγραφος 5 στοιχείο β) και του άρθρου 40 παράγραφος 4 της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 594/2008 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Παραχωρήσεις για τα ψάρια και τα προϊόντα της αλιείας

Η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του άρθρου 13 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, εν συνεχεία, του άρθρου 28 της ΣΣΣ σχετικά με τις δασμολογικές ποσοστώσεις για τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα.».

(2)

Τα άρθρα 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Τεχνικές προσαρμογές

Οι τυχόν τροποποιήσεις και οι τεχνικές προσαρμογές των διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, οι οποίες, ενδεχομένως, θα καταστούν αναγκαίες λόγω τροποποιήσεων των κωδικών της συνδυασμένης ονοματολογίας και των διακρίσεων του TARIC ή λόγω της σύναψης νέων συμφωνιών, πρωτοκόλλων, ανταλλαγών επιστολών ή άλλων πράξεων μεταξύ της Ένωσης και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5

Γενική ρήτρα διασφάλισης

Όταν είναι αναγκαίο να ληφθεί από την Ένωση ένα μέτρο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 24 της ενδιάμεσης συμφωνίας και εν συνεχεία στο άρθρο 39 της ΣΣΣ, το μέτρο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο άρθρο 24 της ενδιάμεσης συμφωνίας και εν συνεχεία στο άρθρο 39 της ΣΣΣ.

Άρθρο 6

Ρήτρα ανεπάρκειας

Όταν είναι αναγκαίο να ληφθεί ένα μέτρο από την Ένωση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 25 της ενδιάμεσης συμφωνίας και εν συνεχεία στο άρθρο 40 της ΣΣΣ, το εν λόγω μέτρο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.».

(3)

Στο άρθρο 7, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή λαμβάνει τα προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 8α παράγραφος 3 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, του άρθρου 8α παράγραφος 4.».

(4)

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή λαμβάνει τα προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 8α παράγραφος 3 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, του άρθρου 8α παράγραφος 4.».

(5)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8α

Διαδικασία επιτροπής

1.   Για τους σκοπούς των άρθρων 2, 4 και 11 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή τελωνειακού κώδικα η οποία συστάθηκε με το άρθρο 184 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (44). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (45).

2.   Για τους σκοπούς των άρθρων 5, 6, 7 και 8 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή μέτρων διασφάλισης που έχει συσταθεί με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (46). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

(6)

Στο άρθρο 11, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 8α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, να αναστείλει προσωρινά τη σχετική προτιμησιακή μεταχείριση των προϊόντων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4 της ενδιάμεσης συμφωνίας και, στη συνέχεια, στο άρθρο 44 παράγραφος 4 της ΣΣΣ.».

(7)

Το άρθρο 12 διαγράφεται.

18.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 597/2009, η εφαρμογή του απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την έγκριση προσωρινών και οριστικών δασμών και για την περάτωση της έρευνας χωρίς λήψη μέτρων. Τα εν λόγω μέτρα πρέπει να εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έγκριση προσωρινών μέτρων λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων αυτών των μέτρων και του γεγονότος ότι η έγκριση οριστικών μέτρων αποτελεί τη λογική τους συνέχεια. Πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων, την έναρξη ή μη επανεξετάσεων ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, την παράταση της αναστολής των μέτρων και την αποκατάσταση των μέτρων λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων αυτών των μέτρων σε σύγκριση με οριστικά μέτρα. Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή των μέτρων ενδέχεται να προκαλέσει ζημία δυσχερώς επανορθώσιμη, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Αν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Επιτροπή αποφασίσει να αρχίσει έρευνα χωρίς να έχει λάβει γραπτή καταγγελία προς τούτο εκ μέρους ή για λογαριασμό του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, οφείλει να στηρίζεται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, κατά την έννοια της παραγράφου 2, τα οποία δικαιολογούν την έναρξη έρευνας. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη αφού διαπιστώσει την ανάγκη έναρξης τέτοιας έρευνας.».

(2)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11.   Αν είναι προφανές ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία εντός 45 ημερών από την υποβολή της καταγγελίας και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι επαρκή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει, κανονικά, τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάλυση της καταγγελίας εντός 21 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή.».

(3)

Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 το στοιχείο β) αντικαθίστανται ως εξής:

«β)

έχει δημοσιευθεί ανακοίνωση για το σκοπό αυτό και έχουν παρασχεθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλη δυνατότητα για να υποβάλουν τυχόν στοιχεία και να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 10 παράγραφος 12·»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή θεσπίζει τα προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 4.»·

γ)

η παράγραφος 5 διαγράφεται.

(4)

Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Υπό την προϋπόθεση ότι έχει διατυπωθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη επιδοτήσεων και την εξ αυτών πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2, να αποδεχθεί οικειοθελώς προτεινόμενες ικανοποιητικές αναλήψεις υποχρεώσεων, βάσει των οποίων:

α)

η χώρα καταγωγής και/ή εξαγωγής συμφωνεί να καταργήσει ή να μειώσει την επιδότηση ή να λάβει άλλου είδους μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της· ή

β)

ο εξαγωγέας αναλαμβάνει την υποχρέωση να αναθεωρήσει τις τιμές που εφαρμόζει ή να διακόψει τις εξαγωγές προϊόντων που τυγχάνουν αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων προς την εκάστοτε περιοχή, ούτως ώστε να πειστεί η Επιτροπή ότι εξαλείφθηκαν οι ζημιογόνες συνέπειες των επιδοτήσεων.

Στην περίπτωση αυτή και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 και οι οριστικοί δασμοί που έχουν επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων και σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίηση της εν λόγω απόφασης.

Οι αυξήσεις τιμών βάσει αυτών των αναλήψεων υποχρεώσεων δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες απ’ αυτές που χρειάζονται για την αντιστάθμιση του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, πρέπει δε να υπολείπονται του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων αν αυτές οι αυξήσεις επαρκούν για την εξάλειψη της ζημίας που έχει προκληθεί στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Αν μια ανάληψη υποχρέωσης γίνει αποδεκτή, η έρευνα περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 3.»·

γ)

Στην παράγραφο 9, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης των αναλήψεων υποχρεώσεων από οποιοδήποτε μέρος ανέλαβε υποχρεώσεις ή σε περίπτωση ανάκλησης της αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης από την Επιτροπή, η αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης ανακαλείται από την Επιτροπή, κατά περίπτωση, και εφαρμόζεται ο προσωρινός δασμός που έχει επιβληθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 12 ή ο οριστικός δασμός που έχει επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1, υπό τον όρο ότι ο οικείος εξαγωγέας ή η χώρα καταγωγής και/ή εξαγωγής έλαβαν την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, εκτός αν η ανάληψη υποχρέωσης ανακληθεί από τον εξαγωγέα ή από την εν λόγω χώρα. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη όταν αποφασίσει να ανακαλέσει ανάληψη υποχρέωσης.»·

δ)

Η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Επιτρέπεται η επιβολή προσωρινού δασμού δυνάμει του άρθρου 12 με βάση τα καλύτερα διαθέσιμα στοιχεία, όταν υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι δεδομένη ανάληψη υποχρέωσης έχει παραβιαστεί ή, σε περιπτώσεις παραβίασης ή ανάκλησης μιας ανάληψης υποχρέωσης, όταν δεν έχει ολοκληρωθεί η έρευνα που οδήγησε στην ανάληψη υποχρέωσης.».

(5)

Στο άρθρο 14, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Αν δεν είναι αναγκαία η λήψη προστατευτικών μέτρων, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με την διαδικασία εξέτασης του άρθρου 25 παράγραφος 3.».

(6)

Το άρθρο 15 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Όταν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει η ύπαρξη αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων και ζημίας, καθώς και ότι το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 31, η Επιτροπή επιβάλλει οριστικό αντισταθμιστικό δασμό σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 3. Αν ισχύουν προσωρινοί δασμοί, η Επιτροπή κινεί αυτή τη διαδικασία το αργότερο έναν μήνα πριν από τη λήξη τους.»·

β)

το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο διαγράφονται.

(7)

Στο άρθρο 16 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«2.   Όταν έχει επιβληθεί προσωρινός δασμός και από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχουν αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις και ζημία, η Επιτροπή αποφασίζει, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται να επιβληθεί οριστικός αντισταθμιστικός δασμός, ποιο ποσοστό του προσωρινού δασμού πρέπει να εισπραχθεί οριστικά.».

(8)

Στο άρθρο 20, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η επανεξέταση αυτή αρχίζει αφού προηγουμένως δοθεί η δυνατότητα στους ενωσιακούς παραγωγούς να διατυπώσουν τυχόν παρατηρήσεις τους.».

(9)

Στο άρθρο 21 παράγραφος 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή αποφασίζει αν και σε ποιο βαθμό πρέπει να κάνει δεκτή την αίτηση ή δύναται, ανά πάσα στιγμή, να αποφασίσει την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης, οπότε τα στοιχεία και τα πορίσματα που προκύπτουν από την επανεξέταση αυτή, η οποία διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις επανεξετάσεις αυτού του είδους, χρησιμοποιούνται προκειμένου να κριθεί αν και σε ποιο βαθμό δικαιολογείται η επιστροφή.».

(10)

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το πέμπτο εδάφιο διαγράφεται·

β)

οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Κάθε επανεξέταση βάσει των άρθρων 18, 19 και 20 κινείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή αποφασίζει κατά πόσον να αρχίσει επανεξετάσεις δυνάμει του άρθρου 18 σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2. Η Επιτροπή ενημερώνει επίσης τα κράτη μέλη εφόσον ένας φορέας ή ένα κράτος μέλος έχει υποβάλει αίτηση που δικαιολογεί την έναρξη επανεξέτασης δυνάμει των άρθρων 19 και 20 και η Επιτροπή έχει ολοκληρώσει τη σχετική ανάλυσή της ή εφόσον αυτή καθαυτή η Επιτροπή έχει αποφασίσει ότι πρέπει να επανεξεταστεί κατά πόσον η επιβολή μέτρων πρέπει να συνεχισθεί.

3.   Όταν κρίνεται δικαιολογημένο, μετά από σχετική επανεξέταση, τα μέτρα, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 25 παράγραφος 3, καταργούνται ή διατηρούνται δυνάμει του άρθρου 18, ή καταργούνται, διατηρούνται ή τροποποιούνται δυνάμει των άρθρων 19 και 20.».

(11)

Το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 4, το πρώτο δεύτερο και τρίτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Οι έρευνες κινούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή με αίτηση κράτους μέλους ή οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους με βάση επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στις παραγράφους 1, 2 και 3. Η έρευνα κινείται με κανονισμό της Επιτροπής, με τον οποίον μπορεί επιπλέον να καλούνται οι τελωνειακές αρχές να υποβάλουν τις επίμαχες εισαγωγές σε καταγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5, ή να ζητήσουν τη σύσταση εγγύησης. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εφόσον ένας ενδιαφερόμενος ή ένα κράτος μέλος έχει υποβάλει αίτηση που δικαιολογεί την έναρξη έρευνας και η Επιτροπή έχει ολοκληρώσει τη σχετική ανάλυσή της ή εφόσον αυτή καθαυτή η Επιτροπή έχει αποφασίσει ότι πρέπει να κινηθεί έρευνα.

Οι έρευνες διεξάγονται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από τελωνειακές αρχές, οι δε έρευνες ολοκληρώνονται εντός εννέα μηνών.

Αν τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν εξακριβωθεί τελικώς, δικαιολογούν την επέκταση της ισχύος των μέτρων, αυτή αποφασίζεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 25 παράγραφος 3.»·

β)

Στην παράγραφο 6, το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αυτές οι απαλλαγές χορηγούνται με απόφαση της Επιτροπής και ισχύουν κατά την περίοδο και υπό τους όρους που προβλέπει αυτή η απόφαση. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εφόσον ολοκληρώσει την ανάλυσή της.».

(12)

Το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Για την προστασία του συμφέροντος της Ένωσης, τα μέτρα που επιβάλλονται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατόν να ανασταλούν με απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2 για χρονικό διάστημα εννέα μηνών. Η Επιτροπή, ενεργώντας κατά τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2, μπορεί να παρατείνει την αναστολή για επιπλέον χρονικό διάστημα μέχρις ενός έτους.

Τα μέτρα μπορούν να ανασταλούν μόνο αν οι συνθήκες της αγοράς αλλάξουν προσωρινά σε βαθμό που καθιστά απίθανη την επανάληψη της ζημίας συνεπεία της αναστολής και υπό την προϋπόθεση ότι έχει παρασχεθεί στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής η δυνατότητα να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις, οι οποίες και συνεκτιμώνται. Τα μέτρα δύνανται ανά πάσα στιγμή να τεθούν εκ νέου σε ισχύ κατά τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 2 εάν ο λόγος αναστολής δεν ισχύει πλέον.»·

β)

το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, αφού ενημερώσει τα κράτη μέλη σε εύθετο χρόνο, να ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες για την καταγραφή των εισαγωγών, έτσι ώστε να είναι δυνατή η μεταγενέστερη επιβολή μέτρων έναντι των εισαγωγών αυτών με ισχύ από την ημερομηνία καταγραφής τους.».

(13)

Το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που συστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (47). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (48).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού.

5.   Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία για την έγκριση οριστικών μέτρων δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου ή τη λήψη απόφασης σχετικά με την έναρξη ή μη επανεξετάσεων ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων δυνάμει του άρθρου 18 του παρόντος κανονισμού, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας την οποία καθορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσουν τα μέλη της επιτροπής με απλή πλειοψηφία. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου δεν έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας την οποία καθορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τέταρτο των μελών της επιτροπής.

6.   Η επιτροπή μπορεί να εξετάζει κάθε ζήτημα που αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής ή αίτησης κράτους μέλους. Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν πληροφορίες και να ανταλλάσσουν απόψεις εντός της επιτροπής ή άμεσα με την Επιτροπή.

(14)

Το άρθρο 29, παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν καμία από τις πληροφορίες που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού χωρίς τη ρητή άδεια του προσώπου που έχει παράσχει την πληροφορία, αν το εν λόγω πρόσωπο έχει ζητήσει την εμπιστευτική της μεταχείριση. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, καθώς και όλα τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης που συντάσσουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν αποκαλύπτονται, εκτός αν η αποκάλυψή τους προβλέπεται ρητά στον παρόντα κανονισμό.».

(15)

Στο άρθρο 30, οι παράγραφοι 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η τελική αποκάλυψη στοιχείων γίνεται γραπτώς. Πραγματοποιείται, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, το συντομότερο δυνατόν και, υπό κανονικές συνθήκες, το αργότερο έναν μήνα πριν από την έναρξη των διαδικασιών που ορίζονται στο άρθρο 14 ή στο άρθρο 15. Αν η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να γνωστοποιήσει ορισμένα πραγματικά περιστατικά ή εκτιμήσεις τη δεδομένη στιγμή, οφείλει να το πραγματοποιήσει το συντομότερο δυνατόν στη συνέχεια.

Η αποκάλυψη αυτή δεν θίγει καμία μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδεχομένως λαμβάνει η Επιτροπή, αλλά αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατόν.

5.   Τυχόν παραστάσεις των ενδιαφερομένων μετά την τελική αποκάλυψη στοιχείων λαμβάνονται υπόψη εφόσον παραληφθούν εντός προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή κατά περίπτωση, η οποία δεν μπορεί να είναι βραχύτερη των δέκα ημερών, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του επείγοντος του θέματος. Μπορεί να οριστεί μικρότερη προθεσμία αν πρέπει να γίνει πρόσθετη τελική αποκάλυψη στοιχείων.».

(16)

Το άρθρο 31 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα μέρη τα οποία έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2 δύνανται να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή τυχόν προσωρινών δασμών. Οι εν λόγω παρατηρήσεις, για να ληφθούν υπόψη, πρέπει να παραληφθούν εντός 25 ημερών από την ημερομηνία εφαρμογής των εν λόγω μέτρων και πρέπει, ενδεχομένως με κατάλληλη περιληπτική μορφή, να ανακοινωθούν στα άλλα μέρη, τα οποία έχουν το δικαίωμα να διατυπώσουν παρατηρήσεις επ’ αυτών.

5.   Η Επιτροπή εξετάζει όλες τις πληροφορίες που της έχουν προσηκόντως υποβληθεί, καθώς και τον βαθμό αντιπροσωπευτικότητάς τους, ενώ τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής, μαζί με γνωμοδότηση για το βάσιμο των πληροφοριών αυτών, διαβιβάζονται στην επιτροπή ως τμήμα του σχεδίου μέτρου που υποβάλλεται βάσει των άρθρων 14 και 15. Οι απόψεις που εκφράζονται στην επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011.»·

β)

στην παράγραφο 6, η δεύτερη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα στοιχεία αυτά γνωστοποιούνται στο μέτρο του δυνατού και με την επιφύλαξη τυχόν μεταγενέστερης απόφασης της Επιτροπής.».

(17)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 33α

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009, περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.».

19.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 260/2009, η εφαρμογή του απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την έγκριση προσωρινών και οριστικών μέτρων διασφάλισης και για την επιβολή μέτρων προηγούμενης εποπτείας. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω μέτρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έγκριση εποπτικών και προσωρινών μέτρων, με δεδομένες τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων και τη λογική τους συνάφεια προς την έγκριση οριστικών μέτρων διασφάλισης. Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή μέτρων θα προκαλούσε ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 3 διαγράφεται.

(2)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (49).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

5.   Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία για την έγκριση οριστικών μέτρων δυνάμει του άρθρου 17 του παρόντος κανονισμού, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, μέσα στην προθεσμία που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας την οποία καθορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσουν τα μέλη της επιτροπής με απλή πλειοψηφία. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου δεν έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας την οποία καθορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τέταρτο των μελών της επιτροπής.

(3)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή, αν κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν έρευνα, κινεί έρευνα εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από το κράτος μέλος και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανακοίνωση αυτή:»·

β)

το ακόλουθο εδάφιο προστίθεται στο τέλος της παραγράφου 1:

«Η Επιτροπή ενημερώνει, κανονικά, τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάλυση των πληροφοριών εντός 21 ημερών από την ημερομηνία παροχής των πληροφοριών στην Επιτροπή.»·

γ)

στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή ζητά κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, αν το κρίνει σκόπιμο, αφού ενημερώσει τα κράτη μέλη, προβαίνει σε επαλήθευση των πληροφοριών αυτών απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους διαμεσολαβητές, τους παραγωγούς και τις εμπορικές ενώσεις και οργανώσεις.»·

δ)

Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έρευνα, ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την απόφασή της εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από τα κράτη μέλη.».

(4)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Αν, εντός εννέα μηνών από την έναρξη της έρευνας, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν χρειάζεται κανένα μέτρο ενωσιακής επιτήρησης ή διασφάλισης, η έρευνα περατώνεται εντός ενός μηνός. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2.».

(5)

Στο άρθρο 9, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οι οποίες παρασχέθηκαν εμπιστευτικά, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση εκείνου που τις παρείχε.».

(6)

Στο άρθρο 11, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η απόφαση για την επιβολή επιτήρησης λαμβάνεται από την Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 4 παράγραφος 2.».

(7)

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Αν οι εισαγωγές ενός προϊόντος δεν έχουν τεθεί υπό προηγούμενη ενωσιακή επιτήρηση, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 18, επιτήρηση περιοριζόμενη στις εισαγωγές σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εφόσον αποφασίσει να προβεί σε επιτήρηση.».

(8)

Οι παράγραφοι 6 και 7 του άρθρου 16 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Αν ένα κράτος μέλος ζητήσει την παρέμβασή της, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 3 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.».

(9)

Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Αν το απαιτούν τα συμφέροντα της Ένωσης, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 3 και τις διατάξεις του κεφαλαίου III, μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα για να εμποδιστεί η εισαγωγή στην Ένωση προϊόντος σε τόσο αυξημένες ποσότητες και/ή υπό τέτοιους όρους, ώστε να προκαλείται ή να απειλείται να προκληθεί σοβαρή ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ομοειδών ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων.

Στην προκειμένη περίπτωση εφαρμόζεται το άρθρο 16 παράγραφοι 2 έως 5.».

(10)

Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Άρθρο 21

1.   Κατά την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που επεβλήθη σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, η Επιτροπή μπορεί, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους, είτε με δική της πρωτοβουλία, το αργότερο στο μέσον της περιόδου εφαρμογής των μέτρων των οποίων η διάρκεια υπερβαίνει τα τρία έτη:

α)

να εξετάζει τις επιπτώσεις του μέτρου αυτού·

β)

να εξετάζει αν και σε ποιο βαθμό ενδείκνυται η επιτάχυνση του ρυθμού απελευθέρωσης·

γ)

να διαπιστώνει εάν η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία, ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη.

2.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η κατάργηση ή η τροποποίηση οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που αναφέρεται στα άρθρα 11, 13, 16, 17 και 18, ανακαλεί ή τροποποιεί τα μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 3.

Όταν η απόφαση αυτή αφορά περιφερειακά μέτρα επιτήρησης, εφαρμόζεται από την έκτη ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.».

(11)

Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

Αν το απαιτούν τα συμφέροντα της Ένωσης, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 3, μπορεί να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή νομοθετικών πράξεων ώστε να επιτρέψει την άσκηση των δικαιωμάτων ή την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Ένωσης ή όλων των κρατών μελών της σε διεθνές επίπεδο, ιδίως όσον αφορά το εμπόριο βασικών προϊόντων.».

(12)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 23α

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (50), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

20.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 625/2009, η εφαρμογή του απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την έγκριση προσωρινών και οριστικών μέτρων διασφάλισης και για την επιβολή μέτρων προηγούμενης εποπτείας. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω μέτρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έγκριση εποπτικών και προσωρινών μέτρων, με δεδομένες τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων και τη λογική τους συνάφεια προς την έγκριση οριστικών μέτρων διασφάλισης. Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή μέτρων θα προκαλούσε ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 3 διαγράφεται.

(2)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων που συστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (51). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (52).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

(3)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από τα εξής:

«1.   Η Επιτροπή, αν κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν έρευνα, κινεί έρευνα εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από το κράτος μέλος και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανακοίνωση αυτή:»·

β)

το ακόλουθο εδάφιο προστίθεται στο τέλος της παραγράφου 1:

«Η Επιτροπή ενημερώνει, κανονικά, τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάλυση των πληροφοριών εντός 21 ημερών από την ημερομηνία παροχής των πληροφοριών στην Επιτροπή.»·

γ)

στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή ζητά κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, αν το κρίνει σκόπιμο, προβαίνει σε επαλήθευση των πληροφοριών αυτών απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους διαμεσολαβητές, τους παραγωγούς και τις εμπορικές ενώσεις και οργανώσεις.»·

δ)

Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έρευνα, ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την απόφασή της εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από τα κράτη μέλη.».

(4)

Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Αν, εντός εννέα μηνών από την έναρξη της έρευνας, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν χρειάζεται κανένα μέτρο ενωσιακής επιτήρησης ή διασφάλισης, η έρευνα περατώνεται εντός ενός μηνός. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2.».

(5)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οι οποίες παρασχέθηκαν εμπιστευτικά, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση εκείνου που τις παρείχε.».

(6)

Στο άρθρο 9, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Οι αποφάσεις που εγκρίνονται δυνάμει της παραγράφου 1 λαμβάνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.».

(7)

Στο άρθρο 11, η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

να ζητήσει η έκδοση του εγγράφου αυτού να εξαρτάται από ορισμένες προϋποθέσεις και, κατ’ εξαίρεση, από την ενσωμάτωση ρήτρας ανάκλησης.».

(8)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Αν οι εισαγωγές ενός προϊόντος δεν έχουν τεθεί υπό προηγούμενη ενωσιακή επιτήρηση, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει, μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 2 και σύμφωνα με το άρθρο 17 επιτήρηση περιοριζόμενη στις εισαγωγές σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης.».

(9)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα μέτρα που λαμβάνονται κοινοποιούνται χωρίς καθυστέρηση στα κράτη μέλη και είναι άμεσης εφαρμογής.»·

β)

Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Αν ένα κράτος μέλος ζητήσει την παρέμβασή της, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 3 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4, λαμβάνει απόφαση εντός πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.».

(10)

Στο άρθρο 16, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή, εφαρμόζοντας τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 3, δύναται να θεσπίσει κατάλληλα μέτρα διασφαλίσεων, ιδίως αν συντρέχουν οι περιστάσεις του άρθρου 15 παράγραφος 1.».

(11)

Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

1.   Κατά την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που επεβλήθη σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, η Επιτροπή μπορεί, είτε κατόπιν αίτησης κράτους μέλους ή με ίδια πρωτοβουλία:

α)

να εξετάζει τις επιπτώσεις του μέτρου αυτού·

β)

να διαπιστώνει εάν η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία, ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη.

2.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η κατάργηση ή η τροποποίηση οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που αναφέρεται στα Κεφάλαια IV και V, ανακαλεί ή τροποποιεί τα μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 3.».

(12)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 19α

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (53), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

21.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1061/2009, η εφαρμογή του απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την έγκριση προσωρινών και οριστικών μέτρων διασφάλισης, και για την επιβολή μέτρων προηγούμενης εποπτείας. Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω μέτρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή μέτρων θα προκαλούσε ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1061/2009 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 3 διαγράφεται.

(2)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διασφαλίσεων, η οποία συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου (54). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (55).

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5.

(3)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για να προλάβει μια κρίσιμη κατάσταση που οφείλεται στην έλλειψη βασικών προϊόντων ή για να την επανορθώσει, και όταν τα συμφέροντα της Ένωσης απαιτούν άμεση ενέργεια, η Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία και αφού λάβει υπόψη τη φύση των προϊόντων και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των σχετικών συναλλαγών, δύναται να θέσει ως προϋπόθεση της εξαγωγής ενός προϊόντος την προσκόμιση άδειας εξαγωγής που χορηγείται κατά τον τρόπο και εντός των ορίων που ορίζει η Επιτροπή με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 4 παράγραφος 2 ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3.

2.   Τα ληφθέντα μέτρα γνωστοποιούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη και εφαρμόζονται αμέσως.»·

β)

οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή, στην περίπτωση που η ενέργειά της έχει ζητηθεί από κράτος μέλος, αποφασίζει δυνάμει της παραγράφου 1, εντός πέντε εργασίμων ημερών το αργότερο από την ημερομηνία λήψης της αίτησης.

5.   Αν η Επιτροπή εφαρμόσει την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αποφασίζει, το πολύ εντός 12 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του μέτρου που έλαβε, αν θα θεσπίσει κατάλληλα μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 7. Αν δεν θεσπιστούν μέτρα εντός 6 εβδομάδων από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του μέτρου, το εν λόγω μέτρο θεωρείται ότι έχει ανακληθεί.».

(4)

Στο άρθρο 7 παράγραφος 1 το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«1.   Όταν το απαιτεί το συμφέρον της Ένωσης, η Επιτροπή δύναται να θεσπίζει κατάλληλα μέτρα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 4 παράγραφος 2.».

(5)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

1.   Κατά την περίοδο εφαρμογής των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7, η Επιτροπή μπορεί, κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους ή με ίδια πρωτοβουλία:

α)

να εξετάζει τις επιπτώσεις του μέτρου αυτού·

β)

να διαπιστώνει εάν η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η εφαρμογή του μέτρου εξακολουθεί να είναι αναγκαία, ενημερώνει σχετικά τα κράτη μέλη.

2.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η ανάκληση ή η τροποποίηση των μέτρων που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 7, εφαρμόζει τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 4 παράγραφος 2.».

(6)

Στο άρθρο 9, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα Ι μέχρι τη θέσπιση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατάλληλων μέτρων σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η Ένωση ή όλα τα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούνται να εφαρμόζουν, υπό την επιφύλαξη των κανόνων που έχει θεσπίσει η Ένωση για το θέμα αυτό, τους μηχανισμούς κρίσης με τους οποίους καθιερώνεται υποχρέωση χορήγησης έναντι των τρίτων χωρών, που προβλέπουν οι διεθνείς υποχρεώσεις που είχαν αναλάβει πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.».

(7)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 9α

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (56), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

22.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009, η εφαρμογή του απαιτεί ενιαίες προϋποθέσεις για την έγκριση προσωρινών και οριστικών δασμών και για την περάτωση της έρευνας χωρίς λήψη μέτρων. Τα εν λόγω μέτρα πρέπει να εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έγκριση προσωρινών μέτρων λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων αυτών των μέτρων και του γεγονότος ότι η έγκριση οριστικών μέτρων αποτελεί τη λογική τους συνέχεια. Πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων, την έναρξη ή μη επανεξετάσεων ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, την παράταση της αναστολής των μέτρων και την αποκατάσταση των μέτρων λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων αυτών των μέτρων σε σύγκριση με οριστικά μέτρα. Όταν μια καθυστέρηση στην επιβολή μέτρων θα προκαλούσε ζημία που θα ήταν δύσκολο να επανορθωθεί, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέα προσωρινά μέτρα.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) τροποποιείται ως εξής:

α)

οι λέξεις «αφού ζητηθεί συγκεκριμένα η γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής και αφού δοθεί στην κοινοτική βιομηχανία» αντικαθίστανται από «αφού δοθεί στην ενωσιακή βιομηχανία»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη τελική φράση:

«Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάλυση των ισχυρισμών κατά το στοιχείο β) κανονικά εντός 28 εβδομάδων από την έναρξη της έρευνας.».

(2)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Αν, υπό ειδικές περιστάσεις, αποφασίζεται από την Επιτροπή η έναρξη έρευνας χωρίς να έχει ληφθεί γραπτή καταγγελία εκ μέρους ή για λογαριασμό της ενωσιακής βιομηχανίας με αίτημα την έναρξη τέτοιας έρευνας, η απόφαση αυτή πρέπει να στηρίζεται στην ύπαρξη επαρκών αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το ντάμπινγκ, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, τα οποία να δικαιολογούν την έναρξη έρευνας. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη αφού διαπιστώσει την ανάγκη έναρξης τέτοιας έρευνας.»·

β)

η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Αν καταστεί εμφανές ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία αυτή εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι επαρκή, ο καταγγέλλων ενημερώνεται σχετικά εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει, κανονικά, τα κράτη μέλη σχετικά με την ανάλυση της καταγγελίας εντός 21 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας στην Επιτροπή.».

(3)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, οι λέξεις «κατάλληλες δυνατότητες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κατάλληλη δυνατότητα»·

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή θεσπίζει προσωρινά μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 4.»·

γ)

Η παράγραφος 6 διαγράφεται.

(4)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Υπό την προϋπόθεση ότι έχει εξαχθεί προσωρινό συμπέρασμα το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη ντάμπινγκ και την εξ αυτού πρόκληση ζημίας, η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2, να αποδεχθεί ικανοποιητική οικειοθελή ανάληψη υποχρεώσεων που προσφέρει εξαγωγέας για να αναθεωρήσει τις τιμές του ή να παύσει τις εξαγωγές του σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, αν διαπιστωθεί ότι αυτή η ανάληψη υποχρεώσεων εξουδετερώνει τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Στην περίπτωση αυτή και στο βαθμό που ισχύουν οι αναλήψεις υποχρεώσεων, οι προσωρινοί δασμοί που έχει επιβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 ή οι οριστικοί δασμοί που έχουν επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4, κατά περίπτωση, δεν εφαρμόζονται στις αντίστοιχες εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις εταιρείες οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων, όπως αυτή έχει τροποποιηθεί στη συνέχεια. Οι αυξήσεις τιμών βάσει αναλήψεων υποχρεώσεων αυτού του είδους δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερες απ’ αυτές που χρειάζονται για την εξουδετέρωση του περιθωρίου ντάμπινγκ, θα πρέπει δε να υπολείπονται του περιθωρίου ντάμπινγκ, αν οι αυξήσεις αυτής της κλίμακας είναι αρκετές για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.»·

β)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Αν μια ανάληψη υποχρέωσης γίνει αποδεκτή, η έρευνα περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 3.»·

γ)

Στην παράγραφο 9, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης μιας ανάληψης υποχρέωσης από οποιοδήποτε μέρος έχει αναλάβει υποχρεώσεις ή σε περίπτωση ανάκλησης της αποδοχής της ανάληψης υποχρέωσης από την Επιτροπή, η αποδοχή της ανάληψης υποχρέωσης ανακαλείται με απόφαση της Επιτροπής ή με κανονισμό της Επιτροπής, κατά περίπτωση, και ο προσωρινός δασμός που έχει επιβληθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 ή ο οριστικός δασμός που έχει επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 εφαρμόζονται αυτομάτως, υπό τον όρο ότι ο οικείος εξαγωγέας είχε την ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, εκτός αν ο ίδιος ανακάλεσε την ανάληψη υποχρέωσης. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη όταν αποφασίσει να ανακαλέσει ανάληψη υποχρέωσης.»·

δ)

Η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Επιτρέπεται η επιβολή προσωρινού δασμού δυνάμει του άρθρου 7 με βάση τα καλύτερα διαθέσιμα στοιχεία, όταν υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι δεδομένη ανάληψη υποχρέωσης έχει παραβιαστεί ή, σε περιπτώσεις παραβίασης ή ανάκλησης μιας ανάληψης υποχρέωσης, όταν δεν έχει ολοκληρωθεί η έρευνα που οδήγησε στην ανάληψη υποχρέωσης.».

(5)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Αν δεν χρειάζεται να ληφθούν προστατευτικά μέτρα, η έρευνα ή η διαδικασία περατώνεται. Η Επιτροπή περατώνει την έρευνα σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 3.»·

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Αν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ και ότι εξ αυτού προκαλείται ζημία, καθώς και ότι το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 21, η Επιτροπή επιβάλλει οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 3. Αν ισχύουν προσωρινοί δασμοί, η Επιτροπή κινεί αυτή τη διαδικασία το αργότερο έναν μήνα πριν από τη λήξη τους. Το ύψος του δασμού αντιντάμπινγκ δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ που έχει διαπιστωθεί, αλλά θα πρέπει να είναι κατώτερο του εν λόγω περιθωρίου, αν η επιβολή δασμού χαμηλότερου ύψους κρίνεται επαρκής για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.».

(6)

Στο άρθρο 10 παράγραφος 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Αν έχει επιβληθεί προσωρινός δασμός, και από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ και ζημία, η Επιτροπή αποφασίζει, ανεξάρτητα από το αν πρέπει να επιβληθεί οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ, ποιο ποσοστό του προσωρινού δασμού πρέπει να εισπραχθεί οριστικά.».

(7)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 4, η πρώτη περίοδος του τρίτου εδαφίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Επανεξέταση για κάποιον νέο εξαγωγέα κινείται και διεξάγεται με ταχεία διαδικασία, αφού παρασχεθεί στους ενωσιακούς παραγωγούς η δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις.»·

β)

στην παράγραφο 5, το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται·

γ)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Κάθε επανεξέταση βάσει του παρόντος άρθρου κινείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή αποφασίζει αν θα αρχίσει επανεξετάσεις δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2. Η Επιτροπή ενημερώνει επίσης τα κράτη μέλη εφόσον ένας φορέας ή ένα κράτος μέλος έχει υποβάλει αίτηση που δικαιολογεί την έναρξη επανεξέτασης δυνάμει των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου και η Επιτροπή έχει ολοκληρώσει τη σχετική ανάλυσή της ή εφόσον η ίδια η Επιτροπή έχει αποφασίσει ότι πρέπει να επανεξεταστεί κατά πόσον η επιβολή μέτρων πρέπει να συνεχισθεί. Όταν κρίνεται δικαιολογημένο μετά από σχετική επανεξέταση, τα μέτρα, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 15 παράγραφος 3, καταργούνται ή διατηρούνται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ή καταργούνται, διατηρούνται ή τροποποιούνται δυνάμει των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση κατάργησης ενός μέτρου για μεμονωμένους εξαγωγείς αλλά όχι για τη χώρα στο σύνολό της, οι εξαγωγείς αυτοί εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο της διαδικασίας, και είναι δυνατόν να διεξαχθεί αυτοδικαίως ως προς αυτούς νέα έρευνα στο πλαίσιο επανεξέτασης που θα διενεργηθεί ενδεχομένως μεταγενέστερα για τη συγκεκριμένη χώρα βάσει του παρόντος άρθρου.»·

δ)

στην παράγραφο 8, η πρώτη περίοδος του τέταρτου εδαφίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή αποφασίζει αν και σε ποιο βαθμό πρέπει να κάνει δεκτή την αίτηση ή δύναται, ανά πάσα στιγμή, να αποφασίσει την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης, οπότε τα στοιχεία και τα πορίσματα που προκύπτουν από την επανεξέταση αυτή, η οποία διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις επανεξετάσεις αυτού του είδους, χρησιμοποιούνται για να κριθεί αν και σε ποιο βαθμό δικαιολογείται η Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής: επιστροφή. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη μόλις ολοκληρώσει την ανάλυση της αίτησης.».

(8)

Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αν ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής ή άλλο ενδιαφερόμενο μέρος υποβάλει, κανονικά εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος των μέτρων, επαρκείς πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι, μετά την αρχική περίοδο έρευνας και πριν από ή μετά την επιβολή των μέτρων, μειώθηκαν οι τιμές εξαγωγής ή ότι δεν υπήρξε μεταβολή των τιμών ή επαρκής μεταβολή των τιμών μεταπώλησης ή των τιμών πώλησης του εισαγόμενου προϊόντος στην Ένωση, η Επιτροπή μπορεί να κινήσει εκ νέου την έρευνα, για να εξεταστεί αν τα μέτρα επηρέασαν τις προαναφερθείσες τιμές. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη μόλις ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποβάλει επαρκή στοιχεία που αιτιολογούν την επανέναρξη έρευνας και η Επιτροπή ολοκληρώσει τη σχετική της ανάλυση.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Αν από τη διεξαχθείσα, βάσει του παρόντος άρθρου, νέα έρευνα προκύψει αύξηση του ντάμπινγκ, η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει τα ισχύοντα μέτρα σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 3, ώστε αυτά να εκφράζουν τα νέα πορίσματα για τις τιμές εξαγωγής. Το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του ποσού του δασμού που είχε επιβληθεί αρχικά.»·

γ)

στην παράγραφο 4, το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται.

(9)

Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι έρευνες κινούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή με αίτηση κράτους μέλους ή οιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους με βάση επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα θέματα για τα οποία γίνεται λόγος στην παράγραφο 1. Η έρευνα κινείται με κανονισμό της Επιτροπής, με τον οποίον μπορεί επιπλέον να καλούνται οι τελωνειακές αρχές να υποβάλουν τις επίμαχες εισαγωγές σε καταγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5, ή να ζητήσουν τη σύσταση εγγύησης. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη εφόσον ένα ενδιαφερόμενο μέρος ή ένα κράτος μέλος έχει υποβάλει αίτηση που δικαιολογεί την έναρξη έρευνας και η Επιτροπή έχει ολοκληρώσει τη σχετική ανάλυσή της ή εφόσον η ίδια η Επιτροπή έχει αποφασίσει ότι πρέπει να κινηθεί έρευνα.

Οι έρευνες διεξάγονται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή μπορεί να επικουρείται από τελωνειακές αρχές, η δε έρευνα ολοκληρώνεται εντός εννέα μηνών.

Όταν τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν εξακριβωθεί τελικώς, δικαιολογούν την επέκταση της ισχύος των μέτρων, αυτή αποφασίζεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 3. Η επέκταση τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία κατά την οποία επιβλήθηκε η υποχρέωση καταγραφής δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 5 ή από την ημερομηνία που απαιτήθηκε η παροχή εγγύησης. Οι σχετικές διαδικαστικές διατάξεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό για την έναρξη και τη διεξαγωγή ερευνών εφαρμόζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.»·

β)

στην παράγραφο 4, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αυτές οι απαλλαγές χορηγούνται με απόφαση της Επιτροπής και ισχύουν για την περίοδο και υπό τους όρους που προβλέπει η εν λόγω απόφαση. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη μόλις ολοκληρώσει την ανάλυσή της.».

(10)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Για την προστασία των συμφερόντων της Ένωσης, τα μέτρα που επιβάλλονται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι δυνατόν να ανασταλούν με απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2 για χρονικό διάστημα εννέα μηνών. Η Επιτροπή, ενεργώντας κατά τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2, μπορεί να παρατείνει την αναστολή για επιπλέον χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος. Τα μέτρα μπορούν να ανασταλούν μόνο αν οι συνθήκες της αγοράς αλλάξουν προσωρινά σε βαθμό που καθίσταται απίθανη η επανάληψη της ζημίας συνεπεία της αναστολής και υπό την προϋπόθεση ότι έχει παρασχεθεί στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής η δυνατότητα να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις, οι οποίες και συνεκτιμώνται. Τα μέτρα δύνανται ανά πάσα στιγμή να τεθούν εκ νέου σε ισχύ κατά τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2 εάν ο λόγος αναστολής δεν ισχύει πλέον.»·

β)

στην παράγραφο 5, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα, αφού ενημερώσει τα κράτη μέλη σε εύθετο χρόνο, να ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες για την καταγραφή των εισαγωγών, έτσι ώστε να είναι δυνατή η μεταγενέστερη επιβολή μέτρων έναντι των εισαγωγών αυτών με ισχύ από την ημερομηνία καταγραφής τους.».

(11)

Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 15

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (57).

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού.

5.   Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία για την έγκριση οριστικών μέτρων δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου ή για να ληφθεί απόφαση σχετικά με την έναρξη ή μη επανεξετάσεων ενόψει της λήξεως ισχύος των μέτρων δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού, η διαδικασία αυτή περατώνεται χωρίς αποτέλεσμα αν, εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρος, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος ή το ζητήσουν τα μέλη της επιτροπής με απλή πλειοψηφία. Όταν εφαρμόζεται η γραπτή διαδικασία σε άλλες περιπτώσεις όπου το σχέδιο μέτρου δεν έχει συζητηθεί στο πλαίσιο της επιτροπής, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρος της επιτροπής, το αποφασίσει ο πρόεδρος της ή το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τέταρτο των μελών της επιτροπής.

6.   Η επιτροπή μπορεί να εξετάζει κάθε ζήτημα που αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής ή αιτήσεως κράτους μέλους. Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν πληροφορίες και να ανταλλάσσουν απόψεις εντός της επιτροπής ή άμεσα με την Επιτροπή.

(12)

Το άρθρο 19, παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν αποκαλύπτουν καμία από τις πληροφορίες που λαμβάνουν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού χωρίς τη ρητή άδεια του προσώπου που έχει παράσχει την πληροφορία, αν το εν λόγω πρόσωπο έχει ζητήσει την εμπιστευτική της μεταχείριση. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, καθώς και όλα τα έγγραφα εσωτερικής χρήσης που συντάσσουν οι αρχές της Ένωσης ή των κρατών μελών της, δεν αποκαλύπτονται, εκτός αν η αποκάλυψή τους προβλέπεται ρητά στον παρόντα κανονισμό.».

(13)

Στο άρθρο 20 οι παράγραφοι 4 και 5 αντικαθίστανται ως ακολούθως:

«4.   Η τελική αποκάλυψη στοιχείων γίνεται γραπτώς. Λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ανάγκης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, η τελική αποκάλυψη στοιχείων πρέπει να πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατόν και, καταρχήν, το αργότερο έναν μήνα πριν από την έναρξη των διαδικασιών που ορίζονται στο άρθρο 9. Αν η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να γνωστοποιήσει ορισμένα πραγματικά περιστατικά ή εκτιμήσεις τη δεδομένη στιγμή, οφείλει να το πραγματοποιήσει το συντομότερο δυνατόν στη συνέχεια. Η αποκάλυψη αυτή δεν θίγει καμία μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδεχομένως λαμβάνει η Επιτροπή, αλλά αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται το συντομότερο δυνατόν.

5.   Τυχόν παρατηρήσεις των ενδιαφερομένων μετά την τελική αποκάλυψη στοιχείων λαμβάνονται υπόψη εφόσον παραληφθούν εντός προθεσμίας που ορίζει η Επιτροπή κατά περίπτωση, η οποία δεν μπορεί να είναι βραχύτερη των δέκα ημερών, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του επείγοντος χαρακτήρα του θέματος. Μπορεί να οριστεί μικρότερη προθεσμία αν πρέπει να γίνει πρόσθετη τελική αποκάλυψη στοιχείων.».

(14)

Στο άρθρο 21 οι παράγραφοι 4, 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα μέρη τα οποία έχουν ενεργήσει σύμφωνα με την παράγραφο 2 δύνανται να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή τυχόν προσωρινών δασμών. Οι εν λόγω παρατηρήσεις, για να ληφθούν υπόψη, πρέπει να παραληφθούν εντός 25 ημερών από την ημερομηνία εφαρμογής των εν λόγω μέτρων και πρέπει, ενδεχομένως με κατάλληλη περιληπτική μορφή, να ανακοινωθούν στα άλλα μέρη, τα οποία έχουν το δικαίωμα να απαντήσουν επ’ αυτών.

5.   Η Επιτροπή εξετάζει όλες τις πληροφορίες που της έχουν προσηκόντως υποβληθεί, καθώς και τον βαθμό αντιπροσωπευτικότητάς τους, ενώ τα αποτελέσματα της ανάλυσης αυτής, μαζί με γνωμοδότηση για το βάσιμο των πληροφοριών αυτών, διαβιβάζονται στην επιτροπή ως τμήμα του σχεδίου μέτρου που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 9. Οι απόψεις που εκφράζονται στην επιτροπή λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

6.   Τα, μέρη τα οποία ενήργησαν σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορούν να ζητήσουν να τους δοθούν τα στοιχεία και την αιτιολογία επί των οποίων ενδέχεται να βασισθούν οι τελικές αποφάσεις. Τα στοιχεία αυτά γνωστοποιούνται στο μέτρο του δυνατού και με την επιφύλαξη τυχόν μεταγενέστερης απόφασης της Επιτροπής.».

(15)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 22α

Έκθεση

1.   Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης προστασίας των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 19, η Επιτροπή υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή και την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση περιέχει πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή προσωρινών και οριστικών μέτρων, την περάτωση ερευνών χωρίς λήψη μέτρων, τις επανεξετάσεις και τους επιτόπιους ελέγχους και τις δραστηριότητες των διαφόρων οργάνων τα οποία είναι υπεύθυνα για την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και την τήρηση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από αυτόν.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί, εντός ενός μηνός από την υποβολή της έκθεσης της Επιτροπής, να καλέσει την Επιτροπή σε ειδική συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής του προκειμένου να παρουσιάσει και να διευκρινίσει τα οιαδήποτε θέματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

3.   Το αργότερο έξι μήνες μετά την υποβολή της έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δημοσιοποιεί την έκθεση αυτή.».


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1)

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13)

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 139.

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.».

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).».

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51)

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).».

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).».

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93).».

(17)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).».

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 597/2009 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 188 της 18.7.2009, σ. 93).».

(19)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (ΕΕ L 145 της 4.6.2008, σ. 1).

(22)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (Κωδικοποιημένη έκδοση) (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).».

(23)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (ΕΕ L 185 της 17.7.2009, σ. 1).».

(24)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(25)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).».

(26)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(27)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητα (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

(28)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).».

(29)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (ΕΕ L 145 της 4.6.2008, σ. 1).

(30)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(31)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).».

(32)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(33)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(34)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (ΕΕ L 145 της 4.6.2008, σ. 1).

(35)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1).».

(36)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(37)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (ΕΕ L 145, 4.6.2008, σ. 1).

(38)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).».

(40)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(41)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).

(42)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1).».

(43)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (ΕΕ L 145 της 4.6.2008, σ. 1).»

(44)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (ΕΕ L 145, 4.6.2008, σ. 1).

(45)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).

(46)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).».

(47)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343, 22.12.2009, σ. 51).

(48)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).».

(49)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).».

(50)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(51)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(52)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).».

(53)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(54)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 260/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών (ΕΕ L 84 της 31.3.2009, σ. 1).

(55)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).».

(56)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).».

(57)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).».


Κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 15 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εκτιμούν ότι η ενσωμάτωση του άρθρου 15 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009 είναι αιτιολογημένη βάσει αποκλειστικά των ειδικών χαρακτηριστικών αυτών των κανονισμών πριν την τροποποίησή τους από τον παρόντα κανονισμό. Συνεπώς, η ενσωμάτωση διατάξεων, όπως των εν λόγω άρθρων, αποτελεί εξαίρεση για τους δύο αυτούς κανονισμούς και δεν αποτελεί προηγούμενο για τη σύνταξη μελλοντικής νομοθεσίας.

Για λόγους σαφήνειας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θεωρούν ότι το άρθρο 15 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 597/2009 δεν εισάγουν διαφορετικές ή πρόσθετες διαδικασίες λήψεως αποφάσεων από εκείνες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.


Δήλωση του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 4 και του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 σε συνάρτηση με διαδικασίες για δασμούς αντιντάμπιγκ και αντισταθμιστικούς δασμούς σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και (ΕΚ) αριθ. 597/2009

Όταν ένα κράτος μέλος προτείνει τροποποίηση που αφορά τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και (ΕΚ) αριθ. 597/2009 (τους «βασικούς κανονισμούς»), για σχέδια μέτρων που αφορούν είτε δασμούς αντιντάμπιγκ, είτε αντισταθμιστικούς δασμούς σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 ή το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, τότε:

α)

εξασφαλίζει ότι η τροποποίηση προτείνεται εγκαίρως, κατά τρόπον ώστε να τηρούνται οι προθεσμίες του βασικού κανονισμού και να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη της Επιτροπής να έχει επαρκή χρόνο στη διάθεσή της, για να θέσει σε κίνηση κάθε αναγκαία διαδικασία αποκάλυψης, να εξετάζει προσηκόντως την πρόταση και η επιτροπή να εξετάζει κάθε προτεινόμενο τροποποιημένο σχέδιο μέτρου,

β)

εξασφαλίζει ότι η προτεινόμενη τροποποίηση συνάδει με το βασικό κανονισμό όπως, αυτός έχει ερμηνευτεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και με τις σχετικές διεθνείς υποχρεώσεις,

γ)

παρέχει γραπτή αιτιολόγηση, στην οποία θα επισημαίνεται κατ' ελάχιστον η σχέση της προτεινόμενης τροποποίησης με το βασικό κανονισμό και με τα περιστατικά που διαπιστώθηκαν κατά την έρευνα, και η οποία όμως θα μπορεί να περιέχει κάθε άλλο επιχείρημα προς στήριξη της τροποποίησης, το οποίο το κράτος μέλος που προτείνει την τροποποίηση θεωρεί ενδεδειγμένο.


Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τη διαδικασία για τους δασμούς αντιντάμπιγκ και τους αντισταθμιστικούς δασμούς που προβλέπεται από τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και (ΕΚ) αριθ. 597/2009

Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι είναι σημαντικό να ενημερώνονται τα κράτη μέλη, όπως προβλέπεται από τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και (ΕΚ) αριθ. 597/2009, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να συμβάλλουν στη λήψη απόλυτα τεκμηριωμένων αποφάσεων, και ότι θα ενεργεί προς επίτευξη αυτού του στόχου.

* * *

Προς αποφυγή αμφιβολιών η Επιτροπή κατανοεί την παραπομπή στις διαβουλεύσεις του άρθρου 8 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 ως απαίτηση προς την Επιτροπή, εκτός από εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, να ζητεί τις απόψεις των κρατών μελών προτού εγκρίνει προσωρινούς δασμούς αντιντάμπιγκ ή αντισταθμιστικούς δασμούς.

* * *

Η Επιτροπή θα εξασφαλίσει ότι διαχειρίζεται ουσιαστικά όλες τις πτυχές των διαδικασιών για τους δασμούς αντιντάμπιγκ και τους αντισταθμιστικούς δασμούς οι οποίες προβλέπονται από τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και (ΕΚ) αριθ. 597/2009, μεταξύ άλλων τη δυνατότητα των κρατών μελών να προτείνουν τροποποιήσεις, ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται και των υποχρεώσεων έναντι ενδιαφερομένων μερών που καθορίζονται στους βασικούς κανονισμούς, και ότι οιαδήποτε μέτρα επιβληθούν τελικώς θα συνάδουν με τα στοιχεία που διαπιστώθηκαν κατά την έρευνα και με το βασικό κανονισμό, όπως αυτός έχει ερμηνευτεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης.


Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την κωδικοποίηση

Η έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 38/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων θα έχει ως συνέπεια έναν σημαντικό αριθμό τροποποιήσεων στις εν λόγω πράξεις. Για να βελτιωθεί η σαφήνεια των σχετικών πράξεων, η Επιτροπή θα προτείνει την κωδικοποίηση αυτών των πράξεων το ταχύτερο δυνατό, μόλις εγκριθούν αυτοί οι δύο κανονισμοί, το αργότερο δε μέχρι την 1η Ιουνίου 2014.


Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 38/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων, η Επιτροπή υπενθυμίζει τη δέσμευση που ανέλαβε στην παράγραφο 15 της συμφωνίας πλαισίου για τις σχέσεις Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής να παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πλήρη ενημέρωση και τεκμηρίωση για τις συναντήσεις που πραγματοποιεί με εθνικούς εμπειρογνώμονες στο πλαίσιο των εργασιών της για την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.


Top