EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014PC0180

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους] και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου

/* COM/2014/0180 final - 2014/0100 (COD) */

52014PC0180

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους] και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου /* COM/2014/0180 final - 2014/0100 (COD) */


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

1.1.        Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Κατά την τελευταία δεκαετία, η αγορά βιολογικών προϊόντων χαρακτηρίζεται από δυναμική ανάπτυξη, η οποία οφείλεται στην έντονη αύξηση της ζήτησης. Από το 1999 μέχρι σήμερα, η συνολική παγκόσμια αγορά βιολογικών τροφίμων έχει τετραπλασιαστεί σε μέγεθος, ενώ οι γεωργικές εκτάσεις βιολογικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση («η Ένωση») έχουν διπλασιαστεί. Κάθε χρόνο μετατρέπεται η χρήση 5.000.000 εκταρίων γης, τα οποία στρέφονται προς τη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία. Ωστόσο, ούτε η εσωτερική προσφορά ούτε το νομοθετικό πλαίσιο έχουν συντονιστεί με αυτή τη διεύρυνση της αγοράς. Στους κανόνες παραγωγής δεν λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα διαρκώς εξελισσόμενα προβλήματα και οι προσδοκίες των καταναλωτών και των πολιτών, οι κανόνες επισήμανσης είναι δαιδαλώδεις, ενώ εντοπίζονται αδυναμίες στο σύστημα ελέγχου και στο καθεστώς εμπορικών συναλλαγών. Η νομοθεσία είναι σύνθετη και συνεπάγεται υψηλό διοικητικό φόρτο, ο οποίος αποτρέπει τους γεωργούς μικρών εκμεταλλεύσεων από την προσχώρησή τους στο σύστημα βιολογικής γεωργίας της Ένωσης. Ορισμένες από τις εξαιρέσεις που είχαν κριθεί αναγκαίες για την ανάπτυξη του κλάδου φαίνεται ότι δεν δικαιολογούνται πλέον.

Η πρόταση αποσκοπεί στη βελτίωση της νομοθεσίας σχετικά με τη βιολογική παραγωγή επιδιώκοντας τους ακόλουθους στόχους:

(1) άρση των φραγμών στη βιώσιμη ανάπτυξη της βιολογικής παραγωγής στην Ένωση,

(2) διασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού για τους γεωργούς και τις επιχειρήσεις και διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών για την αποδοτικότερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς,

(3) διατήρηση ή βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα βιολογικά προϊόντα.

1.2.        Γενικό πλαίσιο

Με την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων[1], το Συμβούλιο επεσήμανε μια σειρά ζητημάτων για τα οποία ζητήθηκε από την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αφού εκτιμήσει την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007.

Το Συμβούλιο «Γεωργία και Αλιεία» εξέδωσε συμπεράσματα σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής[2] κατά τη σύνοδό του της 13ης-14ης Μαΐου 2013[3] και κάλεσε τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να μεριμνήσουν για τη φιλόδοξη ανάπτυξη του κλάδου βιολογικής παραγωγής μέσω της επανεξέτασης του ισχύοντος νομικού πλαισίου, με σκοπό τη βελτίωση της χρηστικότητάς του εξασφαλίζοντας παράλληλα σταθερότητα και ασφάλεια δικαίου, την περαιτέρω αποσαφήνιση και απλούστευσή του, και την εξέταση των ζητημάτων που βρίσκονται επί του παρόντος σε εκκρεμότητα και απαιτείται να προχωρήσουν.

Η επανεξέταση της νομοθεσίας σχετικά με τη βιολογική παραγωγή αποτελεί μέρος του προγράμματος που εφαρμόζει η Επιτροπή για τη βελτίωση της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου[4].

Με την επανεξέταση παρέχεται η δυνατότητα να ευθυγραμμιστούν οι εκτελεστικές εξουσίες της Επιτροπής που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου με τον διαχωρισμό των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών εξουσιών της Επιτροπής ο οποίος θεσπίστηκε βάσει των άρθρων 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

1.3.        Ισχύουσες διατάξεις στον εν λόγω τομέα

Η πρώτη νομοθετική πράξη της Ένωσης σχετικά με τη βιολογική παραγωγή εκδόθηκε το 1991. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 του Συμβουλίου περιελάμβανε νομικό ορισμό της βιολογικής παραγωγής μέσω των κανόνων παραγωγής και προέβλεπε απαιτήσεις ελέγχου και επισήμανσης καθώς και κανόνες για τις εισαγωγές βιολογικών προϊόντων. Με τις διατάξεις αυτές διαμορφώθηκε μια βάση για την προστασία των καταναλωτών και των παραγωγών βιολογικών προϊόντων από ψευδείς και παραπλανητικούς ισχυρισμούς περί βιολογικών προϊόντων.

Η συγκεκριμένη νομοθεσία αναθεωρήθηκε με την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου τον Ιούνιο 2007, όπου προβλέπονταν τα ακόλουθα:

– αναλυτικότερος ορισμός της βιολογικής παραγωγής με την περιγραφή των στόχων και των αρχών της,

– καλύτερη εναρμόνιση των κανόνων βιολογικής παραγωγής στο εσωτερικό της Ένωσης, με την κατάργηση των εθνικών κανόνων για τα ζωικά προϊόντα,

– καθιέρωση της δυνατότητας εξαιρέσεων από τους κανόνες υπό την ευθύνη των κρατών μελών, αλλά με την επιβολή αυστηρών περιορισμών και για περιορισμένο χρονικό διάστημα,

– σύνδεση του συστήματος ελέγχου βιολογικών προϊόντων με το σύστημα επίσημων ελέγχων ζωοτροφών και τροφίμων που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004[5] και υποχρέωση διαπίστευσης των ιδιωτικών φορέων ελέγχου,

– αναδιάρθρωση του καθεστώτος εισαγωγών: επιπλέον της αναγνώρισης τρίτων χωρών για σκοπούς ισοδυναμίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει φορείς ελέγχου οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε τρίτες χώρες και ελέγχουν την ισοδυναμία ή τη συμμόρφωση. Το προηγούμενο σύστημα έκδοσης ατομικών αδειών που χορηγούσαν τα κράτη μέλη ανά φορτίο είχε διαγραφεί από τις διατάξεις του βασικού κανονισμού και τελεί πλέον υπό καθεστώς σταδιακής κατάργησης.

1.4.        Συνοχή με άλλες πολιτικές

Η παρούσα πρωτοβουλία επιδιώκει την επίτευξη των στόχων της ανακοίνωσης με τίτλο «Έξυπνη νομοθεσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Ένας από τους στόχους της επανεξέτασης είναι η απλούστευση του νομοθετικού φόρτου.

Επίσης, εναρμονίζεται με το γενικό πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», ιδίως όσον αφορά την προτεραιότητα της διατηρήσιμης ανάπτυξης και την προώθηση μιας οικονομίας πιο αποδοτικής στη χρήση των πόρων, πιο πράσινης και πιο ανταγωνιστικής.

Συνάδει, δε, με τη μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), η οποία διαμορφώνει το γενικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της γεωργίας στην Ένωση κατά την περίοδο 2014-2020[6]. Οι νέες διατάξεις αποσκοπούν στη βιώσιμη ανταγωνιστικότητα για την εδραίωση ενός οικονομικά βιώσιμου κλάδου παραγωγής τροφίμων, σε συνδυασμό με τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών χερσαίων πηγών της Ένωσης: στον τομέα αυτό, η βιολογική παραγωγή έχει αναγνωριστεί ως σημαντικό στοιχείο.

Στην πρόταση λαμβάνεται υπόψη η νέα κοινή αλιευτική πολιτική όσον αφορά την υδατοκαλλιέργεια, η οποία διαδραματίζει καίριο ρόλο στην εξασφάλιση βιώσιμης επισιτιστικής ασφάλειας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς και στην ανάπτυξη και την απασχόληση, μειώνοντας παράλληλα τις ασκούμενες πιέσεις στα αποθέματα μη εκτρεφόμενων ιχθύων, στο πλαίσιο της αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης σε προϊόντα διατροφής που προέρχονται από το υδάτινο περιβάλλον.

Συνάδει επίσης με την πρόταση νέου κανονισμού του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους επίσημους ελέγχους, την οποία υπέβαλε η Επιτροπή[7] και αποβλέπει στην ενοποίηση της ολοκληρωμένης προσέγγισης σε όλους τους τομείς που συνδέονται με την τροφική αλυσίδα, μέσω του εξορθολογισμού και της απλούστευσης του γενικότερου νομοθετικού πλαισίου, με επίτευξη παράλληλα του στόχου για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Ειδικότερα, οι ορισμοί ευθυγραμμίζονται ή/και αποσαφηνίζονται κατά περίπτωση και προτείνεται η ενσωμάτωση των αναγκαίων ειδικών διατάξεων ελέγχου στο ενιαίο νομοθετικό πλαίσιο για τους επίσημους ελέγχους.

Τέλος, το σύστημα βιολογικής παραγωγής αποτελεί μέρος των συστημάτων ποιότητας των γεωργικών προϊόντων της Ένωσης, σε συνδυασμό με τις γεωγραφικές ενδείξεις, τα εγγυημένα παραδοσιακά ιδότυπα προϊόντα και τα προϊόντα των εξόχως απόκεντρων και ορεινών περιοχών της ΕΕ, όπως υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την πολιτική ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας[8].

2.           ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

2.1.        Διαβουλεύσεις

Η υφιστάμενη κατάσταση υποβλήθηκε σε διεξοδική ανάλυση με βάση τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια μιας σειράς ακροάσεων ενδιαφερόμενων φορέων, στις οποίες η Επιτροπή κάλεσε περισσότερους από 70 εμπειρογνώμονες και πανεπιστημιακούς, με σκοπό την εμπεριστατωμένη εξέταση των υφιστάμενων και των μελλοντικών προκλήσεων για τον κλάδο των βιολογικών προϊόντων.

Στις αρχές του 2013, η Επιτροπή ξεκίνησε ηλεκτρονική διαβούλευση, στο πλαίσιο της οποίας διαβιβάσθηκαν περίπου 45.000 απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο και παρελήφθησαν σχεδόν 1400 παρατηρήσεις. Η πλειονότητα (96%) των απαντήσεων υποβλήθηκαν από πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ το υπόλοιπο 4% των απαντήσεων απεστάλησαν από ενδιαφερόμενους φορείς.

Επιπλέον, στο πλαίσιο αρκετών συνεδριάσεων της συμβουλευτικής ομάδας βιολογικής γεωργίας, οι ενδιαφερόμενοι φορείς του κλάδου έλαβαν ενημέρωση σχετικά με την επανεξέταση και ζητήθηκε η γνώμη τους επί του θέματος.

Τα κράτη μέλη, ως αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή της νομοθεσίας, τηρούνταν ενήμερα και διατύπωναν τη γνώμη τους σχετικά με τις τεχνικές πτυχές της επανεξέτασης.

2.2.        Κύρια αποτελέσματα των διαβουλεύσεων

Οι συμμετέχοντες στη δημόσια διαβούλευση εξέφρασαν τις ανησυχίες τους σχετικά με ζητήματα που αφορούν κατά κύριο λόγο το περιβάλλον και την ποιότητα. Διατύπωσαν την επιθυμία για ενίσχυση των ευρωπαϊκών κανόνων σχετικά με τα βιολογικά προϊόντα, καθώς και για την εξασφάλιση ενιαίων κανόνων σχετικά με τα βιολογικά προϊόντα για τους γεωργούς και άλλες επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ένωση. Κατά συνέπεια, στην πλειονότητά τους τάσσονται υπέρ του τερματισμού των εξαιρέσεων από τους κανόνες. Υψηλές προσδοκίες εκφράστηκαν σε σχέση με τα υπολείμματα προϊόντων και ουσιών που δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή. Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης χαρακτηρίστηκε εξίσου σημαντικό με τα εθνικά λογότυπα ως μέσο αναγνώρισης των βιολογικών προϊόντων. Στην πλειονότητά τους, οι πολίτες και οι ενδιαφερόμενοι φορείς εμπιστεύονται το σύστημα ελέγχου των βιολογικών προϊόντων, ενώ εκτιμούν παράλληλα ότι επιδέχεται βελτιώσεις, κυρίως με την καθιέρωση ηλεκτρονικής πιστοποίησης. Τάσσονται επίσης υπέρ της ομαδικής πιστοποίησης για τους γεωργούς μικρών εκμεταλλεύσεων.

Η ανάγκη βελτίωσης της νομοθεσίας σχετικά με τη βιολογική παραγωγή αναγνωρίζεται ευρέως στον κλάδο των βιολογικών προϊόντων. Επικρατεί επίσης η αντίληψη ότι η βιολογική παραγωγή δεν πρέπει να αποκλίνει από τις αρχές και τους στόχους της και ότι είναι σκόπιμο να καταργηθούν οι εξαιρέσεις από τους κανόνες.

2.3.        Εκτίμηση επιπτώσεων

Στην εκτίμηση επιπτώσεων συγκρίθηκαν τα ακόλουθα τρία εναλλακτικά σενάρια πολιτικής:

– η βελτίωση της ισχύουσας κατάστασης, βάσει βελτιώσεων και καλύτερης επιβολής της κείμενης νομοθεσίας·

– η επιλογή με γνώμονα την αγορά, η οποία αποσκοπεί στη διαμόρφωση των αναγκαίων συνθηκών για τη δυναμική ανταπόκριση στις περαιτέρω εξελίξεις της αγοράς με την εφαρμογή περισσότερο ευέλικτων κανόνων. Στην περίπτωση αυτή, οι από μακρού εφαρμοζόμενοι έκτακτοι κανόνες θα ενσωματωθούν στους κανόνες παραγωγής·

– η επιλογή με γνώμονα τις αρχές, που στοχεύει στην αναδιάρθρωση της βιολογικής παραγωγής γύρω από τις αρχές της, οι οποίες αναμένεται ότι θα αντικατοπτρίζονται καλύτερα στους κανόνες παραγωγής. Βάσει της επιλογής αυτής καταργούνται οι έκτακτοι κανόνες.

Οι τρεις επιλογές πολιτικής υποβλήθηκαν σε εκτίμηση με βάση τις δυνατότητες που παρουσιάζουν για την υλοποίηση των στόχων της ΚΓΠ 2020, την υλοποίηση ειδικών στόχων πολιτικής και επιχειρησιακών στόχων στο πλαίσιο της επανεξέτασης, καθώς και από πλευράς αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας. Σύμφωνα με το σύνολο των κριτηρίων που αξιολογήθηκαν, η επιλογή με γνώμονα τις αρχές αποδίδει καλύτερα, ενώ έπεται η επιλογή με γνώμονα την αγορά και τελευταία ακολουθεί η βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης.

Η επιλογή με γνώμονα τις αρχές αναμένεται να αποφέρει τα ακόλουθα αποτελέσματα:

– θετική προοπτική για την αγορά, χάρη στην αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, με πιθανή συνέπεια τη στήριξη των τιμών των βιολογικών προϊόντων και την προσέλκυση νέων φορέων στην αγορά,

– συμβολή της άρσης των εξαιρέσεων από τους κανόνες στην ανάπτυξη βιολογικών πρώτων υλών, ιδίως σπόρων,

– ενίσχυση της ελκυστικότητας του κλάδου λόγω της εφαρμογής σαφέστερων και απλούστερων κανόνων παραγωγής,

– εξασφάλιση περισσότερο ισότιμων όρων ανταγωνισμού ανταγωνισμού ως αποτέλεσμα της ισχυρότερης εναρμόνισης, των απλούστερων και σαφέστερων κανόνων και της μεταστροφής από την απαίτηση για ισοδυναμία στην απαίτηση για συμμόρφωση όσον αφορά την αναγνώριση των φορέων ελέγχου σε τρίτες χώρες,

– τόνωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών με την εφαρμογή βελτιωμένου συστήματος ελέγχου και εναρμονισμένων κανόνων παραγωγής, στους οποίους λαμβάνονται υπόψη οι διαμορφούμενες κοινωνιακές ανησυχίες (σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης για τους μεταποιητές και τους εμπόρους, καλή μεταχείριση των ζώων),

– προσδοκώμενη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των ελέγχων μέσω προσέγγισης που βασίζεται στους κινδύνους, η οποία αναμένεται επίσης να συμβάλει στην καταπολέμηση της απάτης εάν συνδυαστεί με την εφαρμογή ενός πιο αξιόπιστου καθεστώτος εισαγωγών,

– ανάδειξη των θετικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που συνδέονται με τη βιολογική παραγωγή μέσω της κατάργησης των έκτακτων κανόνων,

– καλύτερη μεταχείριση των ζώων μέσω της κατάργησης των εξαιρέσεων.

Από την εκτίμηση των επιπτώσεων προέκυψε ως προτιμώμενη η επιλογή με γνώμονα τις αρχές, σε συνδυασμό με προτεινόμενες βελτιώσεις της ισχύουσας κατάστασης και με ορισμένες επιμέρους επιλογές.

Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην απλούστευση καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Η προτιμώμενη επιλογή:

– θα αποσαφηνίσει τις διατάξεις που αφορούν το πεδίο εφαρμογής, τους κανόνες παραγωγής, την επισήμανση και τους ελέγχους,

– θα άρει αναποτελεσματικές διατάξεις,

– θα περιορίσει την ευχέρεια των κρατών μελών να εγκρίνουν παρεκκλίσεις από τους κανόνες,

– θα απλουστεύσει το καθεστώς εισαγωγών,

– θα απλουστεύσει τις απαιτήσεις για τους γεωργούς μικρών εκμεταλλεύσεων, ιδίως με την καθιέρωση της ομαδικής πιστοποίησης.

Όσον αφορά τις διοικητικές δαπάνες, η παρούσα πρόταση θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση των 37 από τις 135 ισχύουσες υποχρεώσεις παροχής πληροφοριών που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις βιολογικής παραγωγής και στις αρμόδιες διοικητικές αρχές του κλάδου.

3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

3.1.        Συνοπτική περιγραφή της προτεινόμενης δράσης

Στη βιολογική παραγωγή πρέπει να συνεχίσει να τηρείται ένα σύνολο αρχών που αντικατοπτρίζουν πιστά τις προσδοκίες των καταναλωτών.

Συγκεκριμένοι κανόνες παραγωγής παρουσιάζονται συγκεντρωμένοι σε παράρτημα της πρότασης κανονισμού, και με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της αναγνωσιμότητας.

Οι κανόνες παραγωγής ενισχύονται και εναρμονίζονται καθώς αίρονται οι εξαιρέσεις, εκτός από τις περιπτώσεις καταστροφών, όπου απαιτούνται προσωρινά μέτρα για να συνεχιστεί ή να ξαναρχίσει η βιολογική παραγωγή. Η συνολική διαχείριση των βιολογικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις που διέπουν τη βιολογική παραγωγή, και δεν είναι πλέον, κατ’ αρχήν, δυνατή η αναδρομική αναγνώριση της περιόδου μετατροπής. Τα γεωργικά συστατικά που χρησιμοποιούνται στη σύνθεση των βιολογικών μεταποιημένων προϊόντων πρέπει να είναι αποκλειστικά και μόνον βιολογικής προέλευσης. Εξαιρουμένων των πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι επιχειρήσεις βιολογικής παραγωγής, πλην των γεωργών ή των επιχειρήσεων που παράγουν φύκια ή ζώα υδατοκαλλιέργειας, υποχρεούνται να αναπτύξουν κατάλληλο σύστημα για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών τους επιδόσεων.

Η βελτίωση του συστήματος ελέγχου επιτυγχάνεται με την ενοποίηση όλων των σχετικών διατάξεων σε ενιαίο νομοθετικό κείμενο στο πλαίσιο της πρότασης της Επιτροπής για κανονισμό σχετικά με τους επίσημους ελέγχους καθώς και με άλλες επίσημες δραστηριότητες στον κλάδο των τροφίμων και των ζωοτροφών. Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις, οι αρμόδιες αρχές, οι αρχές και οι φορείς ελέγχου δεν θα χρειαστεί πλέον να βασίζονται σε δύο διαφορετικά νομοθετικά κείμενα για τις διατάξεις που αφορούν τους ελέγχους.

Η ελεγξιμότητα ενισχύεται με την αποσαφήνιση, την απλούστευση και την εναρμόνιση των κανόνων παραγωγής και την κατάργηση μιας σειράς επιτρεπτών εξαιρέσεων από τους εν λόγω κανόνες.

Με την πρόταση επιδιώκεται να αρθεί η δυνατότητα απαλλαγής που ισχύει για ορισμένους τύπους επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και η οποία οδήγησε σε διαφορετικές ερμηνείες και πρακτικές μεταξύ των κρατών μελών, ενώ κατέστησε δυσχερέστερα τα καθήκοντα διαχείρισης, εποπτείας και ελέγχου.

Η προσέγγιση των επίσημων ελέγχων με βάση τους κινδύνους ενισχύεται, καθώς καταργείται η απαίτηση υποχρεωτικής ετήσιας εξακρίβωσης της συμμόρφωσης όλων των επιχειρήσεων που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007. Η διάταξη αυτή θα καταστήσει δυνατή την προσαρμογή της συχνότητας των ελέγχων, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που θα εκδοθούν δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XX/XXX (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους), ούτως ώστε οι επιχειρήσεις με προφίλ χαμηλού κινδύνου να υποβάλλονται σε φυσικούς ελέγχους λιγότερο από μία φορά ετησίως ή/και να υπόκεινται σε μειωμένο ετήσιο αριθμό φυσικών ελέγχων, ενώ οι έλεγχοι θα εστιάζονται περισσότερο σε επιχειρήσεις με προφίλ υψηλότερου κινδύνου. Με τον τρόπο αυτό θα επιτευχθεί καλύτερη εξισορρόπηση των ελεγκτικών πιέσεων που ασκούνται στις επιχειρήσεις, καθώς θα επέλθει μείωση του φόρτου που επωμίζονται οι επιχειρήσεις με αποδεδειγμένο ιστορικό επιδόσεων συμμόρφωσης προς τους κανόνες, και θα επιτευχθεί αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη χρήση των πόρων από τις αρμόδιες αρχές, τις αρχές και τους φορείς ελέγχου.

Θεσπίζονται ειδικές διατάξεις για την αύξηση της διαφάνειας όσον αφορά τα τέλη που εισπράττονται για τους ελέγχους, και ενισχύονται οι διατάξεις που συνδέονται με τη δημοσίευση των επιχειρήσεων και με την παροχή πληροφοριών για την κατάσταση πιστοποίησής τους.

Καθιερώνεται σύστημα ομαδικής πιστοποίησης για τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην Ένωση, με σκοπό τη μείωση των δαπανών ελέγχου και πιστοποίησης και του συναφούς διοικητικού φόρτου, την ενίσχυση των τοπικών δικτύων, τη συμβολή στην εξασφάλιση βελτιωμένων δυνατοτήτων εμπορικής διάθεσης και τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού με επιχειρήσεις τρίτων χωρών.

Εισάγονται διατάξεις ειδικά για τους σκοπούς της ενισχυμένης ιχνηλασιμότητας και της καταπολέμησης της απάτης: δεν επιτρέπεται ο έλεγχος των επιχειρήσεων από διαφορετικές αρχές ελέγχου ή φορείς ελέγχου για την ίδια ομάδα προϊόντων στα διάφορα στάδια της αλυσίδας βιολογικής παραγωγής.

Θεσπίζονται επίσης συγκεκριμένες διατάξεις για την εναρμόνιση των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση ανίχνευσης μη επιτρεπόμενων προϊόντων ή ουσιών. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχουν ενδεχομένως περιπτώσεις στις οποίες οι γεωργοί δεν μπορούν να διαθέσουν τα προϊόντα τους στην αγορά ως βιολογικά, λόγω της ακούσιας παρουσίας μη επιτρεπόμενων προϊόντων ή ουσιών. Η Επιτροπή μπορεί να επιτρέπει στα κράτη μέλη να χορηγούν εθνικές ενισχύσεις για την αντιστάθμιση των ζημιών στις περιπτώσεις αυτές. Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τα μέσα της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής για την κάλυψη μέρους ή του συνόλου των ζημιών αυτών.

Τέλος, στην πρόταση καθορίζονται τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε ολόκληρη την Ένωση για τις ίδιες ευρείες κατηγορίες μη συμμόρφωσης, με στόχους τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού στη μεταχείριση των επιχειρήσεων, την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, χωρίς ωστόσο να προδικάζεται ο καθορισμός των κυρώσεων που εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων των κρατών μελών.

Το καθεστώς εμπορικών συναλλαγών προσαρμόζεται αναλόγως με σκοπό τη βελτίωση των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των τρίτων χωρών και την καλύτερη εξασφάλιση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Η δυνατότητα σύναψης συμφωνιών ισοδυναμίας με τρίτες χώρες διατηρείται, ενώ το σύστημα μονομερούς ισοδυναμίας καταργείται σταδιακά. Προτείνεται η προοδευτική μετάβαση από το καθεστώς που απαιτεί την αναγνώριση των φορέων ελέγχου στο καθεστώς που απαιτεί τη συμμόρφωσή τους.

3.2.        Νομική βάση

Άρθρο 42 πρώτο εδάφιο και άρθρο 43 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.3.        Αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας

Αντικείμενο της πρότασης είναι η επανεξέταση του υφιστάμενου συστήματος ποιότητας που θεσπίστηκε στο πλαίσιο της ΚΓΠ. Η παραγωγή και η εμπορική διάθεση γεωργικών προϊόντων και τροφίμων στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και η εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς βιολογικών προϊόντων, αποτελούν ζητήματα συντρέχουσας αρμοδιότητας της Ένωσης και των κρατών μελών.

Ως μέρος της συνολικής ΚΓΠ, για τη διασφάλιση της ομαλής ανάπτυξης της ενιαίας αγοράς, η λειτουργία ενός συστήματος βιολογικών προϊόντων που θα καλύπτει ολόκληρη την Ένωση είναι αποδοτικότερη από ό,τι 28 διαφορετικά συστήματα. Επιπλέον, καθιστά δυνατή την άσκηση ισχυρότερης και πιο συνεκτικής εμπορικής πολιτικής έναντι παγκόσμιων εμπορικών εταίρων, ιδίως με την ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος της Ένωσης.

Η πρόταση συνεπάγεται την περαιτέρω εναρμόνιση στους ακόλουθους τομείς:

–          μειώνεται η ευχέρεια που διαθέτουν επί του παρόντος τα κράτη μέλη για την εκχώρηση εξαιρέσεων από τους κανόνες, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων, τον κίνδυνο απώλειας της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, την πολύπλοκη νομοθεσία και τη δημιουργία διαφόρων εμπορικών προβλημάτων (δυσκολίες στην επιβολή συμμόρφωσης)·

–          το γεγονός ότι η αντιμετώπιση του ίδιου προβλήματος μη συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία της ΕΕ για τα βιολογικά προϊόντα διαφοροποιείται μεταξύ των κρατών μελών αποτελεί πρόβλημα που συνεπάγεται τον αθέμιτο ανταγωνισμό και την αναποτελεσματική λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

3.4.        Επιλογή νομικών μέσων

Το προτεινόμενο μέσο είναι ο κανονισμός, διότι έχει αποδειχθεί ότι οι ισχύουσες διατάξεις παρέχουν το κατάλληλο πλαίσιο για τα κράτη μέλη· η χρήση άλλου είδους μέτρου δεν θα ήταν σκόπιμη. Με την οδηγία θα προβλέπονταν πιο ευέλικτοι κανόνες, με πιθανή συνέπεια τον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων και παράλληλα τη σύγχυση και παραπλάνηση των καταναλωτών. Ο κανονισμός παρέχει συνεκτική προσέγγιση για τα κράτη μέλη και μειώνει τον διοικητικό φόρτο, διότι οι επιχειρήσεις οφείλουν να συμμορφωθούν προς μια ενιαία δέσμη κανόνων. Τα «ήπια» νομοθετικά μέσα, όπως οι κατευθυντήριες γραμμές, δεν κρίνονται επαρκή για την αντιμετώπιση των διαφορών που προκύπτουν από την ερμηνεία και την εφαρμογή των κανόνων, δεδομένου και του διεθνούς πλαισίου.

4.           ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Βάσει της πρότασης διατίθεται προϋπολογισμός για τη λήψη μέτρων τεχνικής βοήθειας. Αναλυτικά στοιχεία σχετικά με τις δημοσιονομικές επιπτώσεις είναι διαθέσιμα στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο.

5.           ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗ

Στην πρόταση προβλέπονται απλουστεύσεις και αποσαφηνίσεις, ενώ καλύπτονται επίσης αρκετά κενά στη νομοθεσία. Πρόκειται συγκεκριμένα για την κατάργηση των 37 από τις 135 ισχύουσες υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στη νομοθεσία σχετικά με τη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία. Η πρόταση συνεπάγεται σημαντική μείωση του διοικητικού φόρτου. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που απορρέουν από την πρόταση θα καταρτιστούν σύμφωνα με τις ίδιες αρχές.

Όσον αφορά τους κανόνες παραγωγής, η πρόταση επιφέρει σε μεγάλο βαθμό απλουστεύσεις για τις επιχειρήσεις και τις εθνικές διοικητικές αρχές, με περιορισμό της ευχέρειας των κρατών μελών να εκχωρούν εξαιρέσεις. Καταργούνται αρκετές αναποτελεσματικές διατάξεις και συγκεκριμένα ενισχύεται η προσέγγιση των ελέγχων βάσει των κινδύνων. Από πλευράς εισαγωγών, το καθεστώς συμμόρφωσης που απαιτείται για τους φορείς ελέγχου θα διευκολύνει τη διαχείριση για τους παραγωγούς, τους φορείς ελέγχου και την Επιτροπή.

Απλούστευση σε σημαντικό βαθμό εξασφαλίζεται για τους γεωργούς μικρών εκμεταλλεύσεων με την ομαδική πιστοποίηση, η οποία συνεπάγεται περισσότερο αναλογικές απαιτήσεις ελέγχου και τήρησης μητρώων.

Με την πρόταση επιδιώκεται να καταστεί η νομοθεσία περισσότερο εύχρηστη. Ειδικότερα, οι γενικοί κανόνες παραγωγής διατηρούνται στο κείμενο του κανονισμού, ενώ οι ειδικοί κανόνες βιολογικής παραγωγής περιλαμβάνονται σε παράρτημα του κανονισμού.

6.           ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ

Το 2010, η Επιτροπή εξέδωσε την πρόταση κανονισμού COM(2010) 759 για την εναρμόνιση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Η διεξοδική συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των τριμερών διαλόγων το 2011 και 2012 οδήγησε ουσιαστικά σε πάγωμα της πρότασης εναρμόνισης. Στην παρούσα πρόταση ενσωματώνονται τα απαραίτητα στοιχεία της πρότασης εναρμόνισης, συμπεριλαμβανομένης της αρχιτεκτονικής των νομικών διατάξεων υπό τη μορφή βασικής πράξης, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και εκτελεστικών πράξεων. Ως εκ τούτου, η πρόταση κανονισμού COM(2010) 759 θα αποσυρθεί ως άνευ αντικειμένου.

2014/0100 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους] και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 42 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 43 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[9],

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών[10],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)       Η βιολογική παραγωγή είναι ένα συνολικό σύστημα διαχείρισης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και της παραγωγής τροφίμων, το οποίο συνδυάζει βέλτιστες πρακτικές για το περιβάλλον και την αλλαγή του κλίματος, υψηλό βαθμό βιοποικιλότητας, τη διατήρηση των φυσικών πόρων, την εφαρμογή υψηλού επιπέδου προτύπων στη μεταχείριση των ζώων και προτύπων παραγωγής που ανταποκρίνονται στη ζήτηση, από αυξανόμενο αριθμό καταναλωτών, προϊόντων που παράγονται με φυσικές ουσίες και διεργασίες. Ως εκ τούτου, η βιολογική παραγωγή επιτελεί διττό κοινωνιακό ρόλο, αφενός τροφοδοτώντας μια συγκεκριμένη αγορά που καλύπτει την καταναλωτική ζήτηση βιολογικών προϊόντων και, αφετέρου, προσφέροντας δημόσια διαθέσιμα αγαθά που συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος, στην καλή μεταχείριση των ζώων και στην αγροτική ανάπτυξη.

(2)       Η τήρηση υψηλών προτύπων στους τομείς της υγείας, του περιβάλλοντος και της καλής μεταχείρισης των ζώων στο πλαίσιο της παραγωγής βιολογικών προϊόντων είναι συνυφασμένη με την υψηλή ποιότητα των εν λόγω προϊόντων. Όπως υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την πολιτική ποιότητας των γεωργικών προϊόντων[11], η βιολογική παραγωγή αποτελεί μέρος των συστημάτων ποιότητας των γεωργικών προϊόντων της Ένωσης, σε συνδυασμό με τις γεωγραφικές ενδείξεις, τα εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα και τα προϊόντα των εξόχως απόκεντρων και περιοχών της Ένωσης, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[12] και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[13], αντίστοιχα. Υπό την έννοια αυτή, η βιολογική παραγωγή επιδιώκει τους ίδιους στόχους στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής («ΚΓΠ»), οι οποίοι ενέχονται στο σύνολο των συστημάτων ποιότητας των γεωργικών προϊόντων της Ένωσης.

(3)       Συγκεκριμένα, οι στόχοι της πολιτικής για τη βιολογική παραγωγή είναι ενσωματωμένοι στους στόχους της ΚΓΠ, εξασφαλίζοντας στους γεωργούς ικανοποιητική απόδοση για τη συμμόρφωσή τους με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής. Επιπλέον, η αυξανόμενη ζήτηση βιολογικών προϊόντων από τους καταναλωτές δημιουργεί τις συνθήκες για την περαιτέρω ανάπτυξη και διεύρυνση της αγοράς των εν λόγω προϊόντων και, επομένως, για την αύξηση των εσόδων των γεωργών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της βιολογικής παραγωγής.

(4)       Επιπροσθέτως, η βιολογική παραγωγή είναι ένα σύστημα το οποίο συμβάλλει στην ενσωμάτωση απαιτήσεων προστασίας του περιβάλλοντος στην ΚΓΠ και προωθεί την αειφόρο γεωργική παραγωγή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θεσπίστηκαν μέτρα χρηματοδοτικής στήριξης της βιολογικής παραγωγής στο πλαίσιο της ΚΓΠ, πιο πρόσφατα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[14], και ενισχύθηκαν ιδίως στην πρόσφατη μεταρρύθμιση του νομικού πλαισίου για την πολιτική αγροτικής ανάπτυξης, όπως καθιερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[15].

(5)       Η βιολογική παραγωγή συμβάλλει επίσης στην επίτευξη των στόχων περιβαλλοντικής πολιτικής της Ένωσης, ιδίως των στόχων της στρατηγικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020[16], των στόχων της ανακοίνωσης σχετικά με την πράσινη υποδομή[17], των στόχων της θεματικής στρατηγικής για την προστασία του εδάφους[18] και της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, όπως οι οδηγίες για τα πτηνά[19] και τους οικοτόπους[20], των στόχων της οδηγίας για τη νιτρορύπανση[21], της οδηγίας πλαισίου για τα ύδατα[22], της οδηγίας για τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών[23] και της οδηγίας για την ορθολογική χρήση των γεωργικών φαρμάκων[24].

(6)       Ενόψει της επίτευξης των στόχων της πολιτικής της Ένωσης για τη βιολογική παραγωγή, το νομικό πλαίσιο που θεσπίστηκε για την εφαρμογή της εν λόγω πολιτικής πρέπει να αποσκοπεί στη διασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού και της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς βιολογικών προϊόντων, καθώς και στη διατήρηση και τη δικαίωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα προϊόντα με ετικέτα που δηλώνει ότι είναι βιολογικά. Θα πρέπει επιπλέον να έχει ως στόχο τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που θα επιτρέψουν στη συγκεκριμένη πολιτική να προοδεύσει ανάλογα με την εξέλιξη της παραγωγής και της αγοράς.

(7)       Στις προτεραιότητες πολιτικής της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» που καθορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ευρώπη 2020: στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη»[25] συγκαταλέγονται οι στόχοι της ανάπτυξης μιας ανταγωνιστικής οικονομίας που βασίζεται στη γνώση και την καινοτομία, της ενίσχυσης μιας οικονομίας με υψηλό ποσοστό απασχόλησης που εξασφαλίζει κοινωνική και εδαφική συνοχή και της στήριξης της μετάβασης προς μια οικονομία αποδοτικής χρησιμοποίησης των πόρων και χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Κατά συνέπεια, η πολιτική για τη βιολογική παραγωγή πρέπει να παρέχει στις επιχειρήσεις τα κατάλληλα εργαλεία για την καλύτερη ταυτοποίηση και προώθηση των προϊόντων τους, προστατεύοντας ταυτοχρόνως τις εν λόγω επιχειρήσεις από αθέμιτες πρακτικές.

(8)       Δεδομένης της δυναμικής εξέλιξης του τομέα των βιολογικών προϊόντων, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007[26] του Συμβουλίου αναγνωρίστηκε η ανάγκη μελλοντικής επανεξέτασης των ενωσιακών κανόνων για τη βιολογική παραγωγή, με συνεκτίμηση της πείρας που θα έχει αποκτηθεί από την εφαρμογή αυτών των κανόνων. Τα αποτελέσματα της εν λόγω επανεξέτασης που διενήργησε η Επιτροπή καταδεικνύουν ότι το νομικό πλαίσιο της Ένωσης που διέπει τη βιολογική παραγωγή θα πρέπει να βελτιωθεί ώστε να προβλεφθούν κανόνες οι οποίοι να ανταποκρίνονται στις υψηλές προσδοκίες των καταναλωτών και να εγγυώνται επαρκή σαφήνεια για τους αποδέκτες τους. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμη η κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και η αντικατάστασή του με νέο κανονισμό.

(9)       Η πείρα που έχει αποκτηθεί μέχρι στιγμής από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 αναδεικνύει την ανάγκη να καθοριστούν με σαφήνεια τα προϊόντα στα οποία εφαρμόζεται ο συγκεκριμένος κανονισμός. Πρωτίστως, θα πρέπει να καλύπτει τα γεωργικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας, τα οποία παρατίθενται στο παράρτημα I της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («η Συνθήκη»). Επιπλέον, θα πρέπει να καλύπτει μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα για χρήση ως τρόφιμα ή ζωοτροφές, δεδομένου ότι η διάθεση των εν λόγω προϊόντων στην αγορά ως βιολογικών παρέχει μείζονες δυνατότητες εμπορικής διάθεσης των γεωργικών προϊόντων και διασφαλίζει την προβολή στους καταναλωτές της βιολογικής προέλευσης των γεωργικών προϊόντων από τα οποία μεταποιούνται. Ομοίως, ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει να καλύπτει και ορισμένα άλλα προϊόντα που συνδέονται με τα γεωργικά προϊόντα κατά τρόπο παρεμφερή με τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα, διότι τα άλλα αυτά προϊόντα είτε προσφέρουν μείζονα δυνατότητα εμπορικής διάθεσης των γεωργικών προϊόντων είτε συνιστούν αναπόσπαστο μέρος της παραγωγικής διαδικασίας. Τέλος, στο πεδίο εφαρμογής του ίδιου κανονισμού πρέπει να εμπίπτει και το θαλάσσιο άλας, διότι παράγεται με την εφαρμογή τεχνικών φυσικής παραγωγής και η παραγωγή του συμβάλλει στην ανάπτυξη αγροτικών περιοχών: συνεπώς εντάσσεται στους στόχους του εν λόγω κανονισμού. Για λόγους σαφήνειας, τα προαναφερόμενα «άλλα προϊόντα» τα οποία δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα I της Συνθήκης ενδείκνυται να παρατίθενται σε παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

(10)     Για τη συμπλήρωση ή την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει πράξεις κατά το άρθρο 290 της Συνθήκης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια των προπαρασκευαστικών εργασιών, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(11)     Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη νέες μέθοδοι παραγωγής, νέα υλικά ή διεθνείς δεσμεύσεις, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις για την τροποποίηση του καταλόγου «άλλων προϊόντων» που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Μόνο τα προϊόντα που είναι στενά συνδεδεμένα με γεωργικά προϊόντα θα πρέπει να είναι επιλέξιμα να συμπεριληφθούν στον συγκεκριμένο κατάλογο.

(12)     Λόγω του τοπικού χαρακτήρα των επιχειρήσεων ομαδικής εστίασης, τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη και τα ιδιωτικά συστήματα στον εν λόγω κλάδο θεωρούνται επαρκή για τη διασφάλιση της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς. Συνεπώς, τα τρόφιμα που παρασκευάζονται σε εγκαταστάσεις ομαδικής εστίασης δεν θα πρέπει να υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Ομοίως, οι μη εκτρεφόμενοι ιχθύες και τα θηράματα δεν θα πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί πλήρως η παραγωγική διαδικασία.

(13)     Ερευνητικά έργα έχουν καταδείξει ότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών είναι καίριας σημασίας για την αγορά των βιολογικών τροφίμων. Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, κανόνες που δεν είναι αξιόπιστοι ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εμπιστοσύνη του κοινού και να οδηγήσουν σε αδυναμία της αγοράς. Για τον λόγο αυτό, η βιώσιμη ανάπτυξη της βιολογικής παραγωγής στην Ένωση είναι σκόπιμο να βασίζεται σε ορθούς κανόνες παραγωγής, εναρμονισμένους σε επίπεδο Ένωσης. Επιπροσθέτως, οι εν λόγω κανόνες παραγωγής θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των επιχειρήσεων και των καταναλωτών όσον αφορά την ποιότητα των βιολογικών προϊόντων και τη συμμόρφωση με τις αρχές και τους κανόνες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

(14)     Ο παρών κανονισμός είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της συναφούς νομοθεσίας, για παράδειγμα στους τομείς της ασφάλειας της τροφικής αλυσίδας, της υγείας και της καλής μεταχείρισης των ζώων, της υγείας των φυτών, του φυτικού αναπαραγωγικού υλικού, της επισήμανσης και του περιβάλλοντος. Ειδικότερα, όσον αφορά την έγκριση προϊόντων και ουσιών που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιολογικών προϊόντων, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι τα εν λόγω προϊόντα και ουσίες πρέπει να εγκρίνονται πρωτίστως σε ενωσιακό επίπεδο. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη άλλων ειδικών διατάξεων της Ένωσης σχετικά με την έγκριση και τη διάθεση στην αγορά των συγκεκριμένων προϊόντων και ουσιών.

(15)     Καταρχήν, οι γενικοί κανόνες παραγωγής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να περιλαμβάνουν απαγόρευση της χρήσης ιονίζουσας ακτινοβολίας και γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (ΓΤΟ) και προϊόντων που παράγονται από ή με τη χρήση ΓΤΟ. Δεδομένων των εντεινόμενων ανησυχιών των καταναλωτών σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της μεταποίησης και μεταφοράς τροφίμων, οι επιχειρήσεις βιολογικής παραγωγής, πλην των γεωργών και των επιχειρήσεων που παράγουν φύκια ή ζώα υδατοκαλλιέργειας θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση διαχείρισης των περιβαλλοντικών τους επιδόσεων βάσει εναρμονισμένου συστήματος. Προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της ελαχιστοποίησης της κανονιστικής επιβάρυνσης για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, κατά τον ορισμό της σύστασης 2003/361/ΕΚ[27] της Επιτροπής, που συμμετέχουν στη βιολογική παραγωγή, κρίνεται αναγκαία η εξαίρεση των επιχειρήσεων αυτών από την παρούσα απαίτηση. Για την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής των γενικών κανόνων παραγωγής, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τον καθορισμό των κριτηρίων τα οποία πρέπει να πληροί το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης.

(16)     Ο κίνδυνος μη συμμόρφωσης με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής θεωρείται υψηλότερος σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις που περιλαμβάνουν μονάδες των οποίων η διαχείριση δεν διέπεται από κανόνες βιολογικής παραγωγής. Ως εκ τούτου, μετά την παρέλευση της δέουσας περιόδου μετατροπής, η διαχείριση όλων των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ένωση που στρέφονται στη βιολογική παραγωγή θα πρέπει να συνάδει πλήρως με τις απαιτήσεις που εφαρμόζονται στη βιολογική παραγωγή. Ενδείκνυται οι βιολογικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις να υπόκεινται στην ίδια περίοδο μετατροπής σε όλα τα κράτη μέλη, ανεξαρτήτως εάν έχουν υπαχθεί κατά το παρελθόν σε γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα με τη στήριξη ενωσιακών πόρων. Ωστόσο, δεν απαιτείται περίοδος μετατροπής στην περίπτωση γαιών σε αγρανάπαυση. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για τη συμπλήρωση των γενικών κανόνων μετατροπής ή για τη συμπλήρωση και τροποποίηση των ειδικών κανόνων μετατροπής.

(17)     Θα πρέπει να καθοριστούν ειδικοί κανόνες παραγωγής τόσο για τη φυτική και ζωική παραγωγή όσο και για την παραγωγή από υδατοκαλλιέργειες, στους οποίους θα συμπεριλαμβάνονται κανόνες για τη συλλογή άγριων φυτών και φυκιών, καθώς και κανόνες για την παραγωγή μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών, συμπεριλαμβανομένων του οίνου και της μαγιάς, ώστε να εξασφαλιστούν η εναρμόνιση και η τήρηση των στόχων και των αρχών της βιολογικής παραγωγής.

(18)     Λαμβανομένου υπόψη ότι η βιολογική φυτική παραγωγή βασίζεται στη θρέψη των φυτών κατ’ εξοχήν μέσω του εδαφικού οικοσυστήματος, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η υδροπονική παραγωγή. Επιπλέον, η βιολογική φυτική παραγωγή θα πρέπει να συνεπάγεται την εφαρμογή τεχνικών παραγωγής που αποτρέπουν ή ελαχιστοποιούν τη συμβολή στη μόλυνση του περιβάλλοντος.

(19)     Όσον αφορά τη διαχείριση και τη λίπανση του εδάφους, είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι προϋποθέσεις για τη χρήση επιτρεπόμενων καλλιεργητικών πρακτικών στο πλαίσιο της βιολογικής φυτικής παραγωγής, καθώς και για τη χρήση λιπασμάτων και βελτιωτικών εδάφους.

(20)     Η χρήση γεωργικών φαρμάκων θα πρέπει να περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό. Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στην εφαρμογή μέτρων πρόληψης των ζημιών που προκαλούνται από βλαβερούς οργανισμούς και ζιζάνια μέσω τεχνικών που δεν συνεπάγονται τη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, όπως η αμειψισπορά. Η παρουσία βλαβερών οργανισμών και ζιζανίων θα πρέπει να παρακολουθείται ώστε να διαπιστώνεται εάν η πιθανή παρέμβαση είναι οικονομικά και οικολογικά δικαιολογημένη. Η χρήση ορισμένων φυτοπροστατευτικών προϊόντων θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον εάν οι λόγω τεχνικές δεν παρέχουν επαρκή προστασία και εφόσον τα συγκεκριμένα φυτοπροστατευτικά προϊόντα έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[28], αφού στοιχειοθετηθεί ότι συνάδουν με τους στόχους και τις αρχές της βιολογικής παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των περιοριστικών όρων χρήσης και της συνακόλουθης έγκρισής τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(21)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων φυτικής παραγωγής σχετικά με τις καλλιεργητικές πρακτικές, τη διαχείριση και τη λίπανση του εδάφους, την υγεία των φυτών και τη διαχείριση των βλαβερών οργανισμών και των ζιζανίων, τη διαχείριση παραγωγής μανιταριών και άλλων ειδικών συστημάτων φυτικής παραγωγής, την προέλευση παραγωγής του φυτικού αναπαραγωγικού υλικού και τη συλλογή άγριων φυτών.

(22)     Δεδομένου ότι η ζωική παραγωγή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη διαχείριση της γεωργικής γης, όπου η κόπρος χρησιμοποιείται ως λίπασμα για την καλλιέργεια των φυτών, θα πρέπει να απαγορεύεται η ζωική παραγωγή εκτός εδάφους. Κατά την επιλογή φυλών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η ικανότητα προσαρμογής τους στις τοπικές συνθήκες, η ζωτικότητά τους και η αντοχή τους σε ασθένειες, και θα πρέπει να ενθαρρύνεται η ευρεία βιοποικιλότητα.

(23)     Οι εγκαταστάσεις βιολογικής κτηνοτροφίας και υδατοκαλλιέργειας, συμπεριλαμβανομένου κατά περίπτωση του υδάτινου μέσου, θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ζώων. Θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικές συνθήκες σταβλισμού και μέθοδοι εκτροφής για ορισμένα είδη ζώων, περιλαμβανομένων των μελισσών. Οι εν λόγω συνθήκες και πρακτικές θα πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο καλής μεταχείρισης των ζώων, το οποίο θα πρέπει σε ορισμένες περιπτώσεις να υπερβαίνει τα ενωσιακά πρότυπα καλής μεταχείρισης των ζώων που εφαρμόζονται στη ζωική παραγωγή γενικότερα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα ζώα θα πρέπει να έχουν μόνιμη πρόσβαση σε υπαίθριες εκτάσεις βοσκής, και αυτές οι υπαίθριες εκτάσεις θα πρέπει κατά βάση να οργανώνονται στο πλαίσιο κατάλληλου συστήματος εναλλαγής.

(24)     Για να αποτραπεί η περιβαλλοντική ρύπανση των φυσικών πόρων, ιδίως του εδάφους και των υδάτων, από θρεπτικές ουσίες, θα πρέπει να καθοριστεί ένα ανώτατο όριο χρησιμοποιούμενης κόπρου ανά εκτάριο και πυκνότητας ζώων ανά εκτάριο. Το όριο αυτό θα πρέπει να σχετίζεται με την περιεκτικότητα της κοπριάς σε άζωτο.

(25)     Θα πρέπει να απαγορευθούν οι ακρωτηριασμοί που επιφέρουν άγχος, βλάβη, ασθένεια ή ταλαιπωρία στα ζώα.

(26)     Τα ζώα θα πρέπει να τρέφονται με υλικά ζωοτροφών που παράγονται σύμφωνα με τους κανόνες της βιολογικής παραγωγής και προέρχονται κατά προτίμηση από την ίδια εκμετάλλευση, με βάση τις φυσιολογικές ανάγκες τους. Επιπλέον, για να ικανοποιηθούν οι βασικές διατροφικές ανάγκες των ζώων, ενδέχεται να απαιτηθεί η χρησιμοποίηση ορισμένων ανόργανων ουσιών, ιχνοστοιχείων και βιταμινών με σαφώς προσδιορισμένους όρους.

(27)     Η μέριμνα για την υγεία των ζώων θα πρέπει να βασίζεται κυρίως στην πρόληψη των ασθενειών. Θα πρέπει ακόμη να λαμβάνονται ειδικά μέτρα καθαρισμού και απολύμανσης. Εξαιρούμενων των περιπτώσεων ασθένειας ή τραύματος ενός ζώου που απαιτούν άμεση θεραπευτική αγωγή, στη βιολογική παραγωγή δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η προληπτική χρήση χημικών συνθετικών αλλοπαθητικών φαρμακευτικών σκευασμάτων και θα πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για την αποκατάσταση της καλής διαβίωσης του ζώου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, για να διασφαλιστεί η πληρότητα της βιολογικής παραγωγής προς όφελος των καταναλωτών, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα λήψης περιοριστικών μέτρων, όπως ο διπλασιασμός της περιόδου απόσυρσης μετά τη χρησιμοποίηση των εν λόγω αλλοπαθητικών φαρμακευτικών σκευασμάτων, όπως προβλέπεται στη συναφή νομοθεσία της Ένωσης. Όσον αφορά τη μελισσοκομία, κρίνεται αναγκαία η θέσπιση ειδικών κανόνων πρόληψης ασθενειών και κτηνιατρικής αγωγής.

(28)     Προκειμένου να διασφαλιστούν η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων ζωικής παραγωγής σχετικά με την προέλευση των ζώων, τις συνθήκες σταβλισμού τους –συμπεριλαμβανομένης της ελάχιστης επιφάνειας εσωτερικών και εξωτερικών εγκαταστάσεων και του μέγιστου αριθμού ζώων ανά εκτάριο– τις πρακτικές εκτροφής, την αναπαραγωγή, την τροφή και την τροφοδοσία, την πρόληψη ασθενειών και την κτηνιατρική αγωγή.

(29)     Στον παρόντα κανονισμό αποτυπώνονται οι στόχοι της νέας κοινής αλιευτικής πολιτικής όσον αφορά την υδατοκαλλιέργεια, η οποία διαδραματίζει καίριο ρόλο στην εξασφάλιση βιώσιμης επισιτιστικής ασφάλειας σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς και στην ανάπτυξη και την απασχόληση, μειώνοντας παράλληλα τις ασκούμενες πιέσεις στα αποθέματα μη εκτρεφόμενων ιχθύων, στο πλαίσιο της αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης σε θαλάσσια προϊόντα διατροφής. Στην ανακοίνωση του 2013 της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής υδατοκαλλιέργειας[29] επισημαίνονται οι κυριότερες προκλήσεις που εγείρονται για την υδατοκαλλιέργεια της Ένωσης, καθώς και οι δυνατότητες ανάπτυξής της. Η βιολογική υδατοκαλλιέργεια χαρακτηρίζεται ως πολλά υποσχόμενος τομέας και υπογραμμίζονται τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που προκύπτουν από τη βιολογική πιστοποίηση.

(30)     Η βιολογική υδατοκαλλιέργεια είναι σχετικά νέος τομέας της βιολογικής παραγωγής σε σύγκριση με τη βιολογική γεωργία, όπου υπάρχει μακρά πείρα σε επίπεδο εκμετάλλευσης. Δεδομένου του αυξανόμενου ενδιαφέροντος των καταναλωτών για τα προϊόντα βιολογικής υδατοκαλλιέργειας, ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω η στροφή των μονάδων υδατοκαλλιέργειας προς τη βιολογική παραγωγή. Αυτό συνεπάγεται αύξηση της πείρας, των τεχνικών γνώσεων και της ανάπτυξης, που επιφέρουν βελτιώσεις στη βιολογική παραγωγή οι οποίες πρέπει να αντικατοπτρίζονται στους κανόνες παραγωγής.

(31)     Προκειμένου να εξασφαλιστεί κοινή ερμηνεία, να αποφευχθούν αμφιβολίες και να διασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή των κανόνων βιολογικής παραγωγής στα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας και στα φύκια, οι εν λόγω κανόνες παραγωγής θα πρέπει να συμπληρώνονται από συγκεκριμένους ορισμούς σχετικά με την υδατοκαλλιέργεια.

(32)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις, αφενός όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων παραγωγής φυκιών σε σχέση με την καταλληλότητα του υδάτινου μέσου και το σχέδιο βιώσιμης διαχείρισης, με τη συγκομιδή άγριων φυκιών, την καλλιέργεια φυκιών, τη λήψη αντιρρυπαντικών μέτρων και τον καθαρισμό του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων παραγωγής, και αφετέρου όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων που θα συμπληρώνουν τους ειδικούς κανόνες παραγωγής για τα ζώα υδατοκαλλιέργειας ως προς την καταλληλότητα του υδάτινου μέσου και του σχεδίου βιώσιμης διαχείρισης, την προέλευση των ζώων υδατοκαλλιέργειας, τις ζωοτεχνικές πρακτικές υδατοκαλλιέργειας –συμπεριλαμβανομένων των υδάτινων συστημάτων συγκράτησης, των συστημάτων παραγωγής και της μέγιστης ιχθυοφόρτισης– την αναπαραγωγή, τη διαχείριση ζώων υδατοκαλλιέργειας, την τροφή και την τροφοδοσία, καθώς και την πρόληψη ασθενειών και την κτηνιατρική αγωγή.

(33)     Οι επιχειρήσεις παραγωγής βιολογικών τροφίμων ή ζωοτροφών θα πρέπει να ακολουθούν τις ενδεδειγμένες διαδικασίες με βάση τον συστηματικό προσδιορισμό των κρίσιμων σταδίων μεταποίησης, για να εξασφαλιστεί ότι τα παραγόμενα μεταποιημένα προϊόντα είναι σύμφωνα με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής. Τα βιολογικά μεταποιημένα προϊόντα θα πρέπει να παράγονται με μεθόδους μεταποίησης που εγγυώνται τη διατήρηση της βιολογικής ακεραιότητας και των ζωτικής σημασίας χαρακτηριστικών των προϊόντων σε όλα τα στάδια της αλυσίδας βιολογικής παραγωγής.

(34)     Είναι σκόπιμο να προβλεφθούν διατάξεις σχετικά με τη σύνθεση των βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων. Ειδικότερα, τα εν λόγω τρόφιμα θα πρέπει να παράγονται κατά κύριο λόγο από γεωργικά συστατικά βιολογικής προέλευσης, με περιορισμένη δυνατότητα χρήσης ορισμένων μη βιολογικών συστατικών γεωργικής προέλευσης που προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, στην παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων προϊόντων θα πρέπει να επιτρέπεται η χρήση μόνον ορισμένων ουσιών που εγκρίνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(35)     Τα μεταποιημένα τρόφιμα θα πρέπει να επισημαίνονται ως βιολογικά μόνον στις περιπτώσεις στις οποίες είναι βιολογικά όλα ή σχεδόν όλα τα συστατικά γεωργικής προέλευσης. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλέπονται ειδικές διατάξεις περί επισήμανσης για τα μεταποιημένα τρόφιμα που περιέχουν γεωργικά συστατικά μη βιολογικής προέλευσης, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των μη εκτρεφόμενων ιχθύων και θηραμάτων. Επιπλέον, για τους σκοπούς της ενημέρωσης των καταναλωτών, της διαφάνειας στην αγορά και της ενθάρρυνσης της χρήσης βιολογικής παραγωγής, θα πρέπει επίσης να καθίσταται δυνατή, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η αναφορά, στον κατάλογο συστατικών, του βιολογικού τρόπου παραγωγής.

(36)     Θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις σχετικά με τη σύνθεση των βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων και τη χρήση ορισμένων ουσιών και τεχνικών στην παραγωγή των εν λόγω τροφίμων.

(37)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις στις οποίες θεσπίζονται κανόνες για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων παραγωγής για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές σε σχέση με: τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται· τα προληπτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται· τη σύνθεση των μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών· τα μέτρα καθαρισμού· τη διάθεση των μεταποιημένων προϊόντων στην αγορά συμπεριλαμβανομένης της επισήμανσης και της ταυτοποίησής τους· τον διαχωρισμό των προϊόντων, γεωργικών συστατικών και υλικών ζωοτροφών βιολογικής προέλευσης από τα προϊόντα, γεωργικά συστατικά και υλικά ζωοτροφών μη βιολογικής προέλευσης· τον κατάλογο των γεωργικών συστατικών μη βιολογικής προέλευσης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατ’ εξαίρεση στην παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων προϊόντων· τον υπολογισμό του ποσοστού των συστατικών γεωργικής προέλευσης· και τις εφαρμοζόμενες τεχνικές στην επεξεργασία τροφίμων και ζωοτροφών.

(38)     Ο βιολογικός οίνος θα πρέπει να παράγεται εξ ολοκλήρου από βιολογικές πρώτες ύλες και θα πρέπει να επιτρέπεται η προσθήκη μόνον ορισμένων ουσιών που εγκρίνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ορισμένες οινολογικές πρακτικές, επεξεργασίες και μέθοδοι θα πρέπει να απαγορεύονται στην παραγωγή βιολογικού οίνου, ενώ κάποιες άλλες πρακτικές, επεξεργασίες και μέθοδοι θα πρέπει να επιτρέπονται υπό σαφώς προσδιορισμένες συνθήκες.

(39)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων οινοπαραγωγής ως προς τις οινολογικές πρακτικές και τους περιορισμούς.

(40)     Αρχικά, η μαγιά δεν χαρακτηριζόταν ως συστατικό γεωργικής προέλευσης βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και, ως εκ τούτου, δεν συνυπολογιζόταν στη γεωργική σύνθεση των βιολογικών προϊόντων. Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 889/2008[30] της Επιτροπής εισήγαγε τον υποχρεωτικό υπολογισμό της μαγιάς και των προϊόντων μαγιάς ως συστατικών γεωργικής προέλευσης για τους σκοπούς της βιολογικής παραγωγής από την 31η Δεκεμβρίου 2013, ημερομηνία που επέτρεψε στον κλάδο να έχει επαρκή χρόνο στη διάθεσή του ώστε να συμμορφωθεί προς τον συγκεκριμένο κανόνα. Κατά συνέπεια, μόνον υποστρώματα βιολογικής παραγωγής θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στην παραγωγή βιολογικής μαγιάς και θα πρέπει να είναι συγκεκριμένες οι ουσίες που μπορούν να χρησιμοποιούνται στην παραγωγή, παρασκευή και μορφοποίηση της μαγιάς. Επιπλέον, σε βιολογικά τρόφιμα ή ζωοτροφές, δεν θα πρέπει να συνυπάρχουν βιολογική και μη βιολογική μαγιά.

(41)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τη θέσπιση κανόνων για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων για τη βιολογική μαγιά ως προς την επεξεργασία και τα υποστρώματα που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή της.

(42)     Προκειμένου να ληφθούν υπόψη τυχόν μελλοντικές ανάγκες πρόβλεψης ειδικών κανόνων παραγωγής για προϊόντα των οποίων η παραγωγή δεν εμπίπτει σε καμία από τις κατηγορίες ειδικών κανόνων παραγωγής που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, αλλά και προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και, συνακολούθως, η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τη θέσπιση ειδικών κανόνων για τα εν λόγω προϊόντα, συμπεριλαμβανομένης τυχόν τροποποίησης ή συμπλήρωσής τους.

(43)     Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 προβλέπονταν διάφορες εξαιρέσεις από τους κανόνες βιολογικής παραγωγής. Η πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων κατέδειξε ότι οι εξαιρέσεις αυτές έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη βιολογική παραγωγή. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι η ύπαρξη αυτή καθαυτή των εν λόγω διατάξεων εγείρει φραγμούς στην παραγωγή πρώτων υλών βιολογικής μορφής και ότι δεν διασφαλίζεται το υψηλό επίπεδο καλής μεταχείρισης των ζώων που συνδέεται με τη βιολογική παραγωγή. Επιπλέον, η διαχείριση και ο έλεγχος των εξαιρέσεων συνεπάγεται σημαντικό διοικητικό φόρτο, τόσο για τις εθνικές διοικητικές αρχές όσο και για τις επιχειρήσεις. Τέλος, η ύπαρξη εξαιρέσεων έχει δημιουργήσει συνθήκες που ευνοούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και αποτελεί κίνδυνο υπονόμευσης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Κατά συνέπεια, η ευχέρεια εκχώρησης εξαιρέσεων από τους κανόνες βιολογικής παραγωγής θα πρέπει να περιοριστεί περαιτέρω και να αφορά μόνον περιπτώσεις καταστροφών.

(44)     Προκειμένου να μπορεί να συνεχιστεί ή να ξαναρχίσει η βιολογική παραγωγή σε περιπτώσεις καταστροφικών συνθηκών, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τον καθορισμό κριτηρίων για τον χαρακτηρισμό περιπτώσεων ως περιπτώσεων καταστροφών και για τη θέσπιση ειδικών κανόνων με σκοπό την αντιμετώπιση των εν λόγω περιπτώσεων και τον καθορισμό των αναγκαίων απαιτήσεων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων.

(45)     Υπό ορισμένους όρους, επιτρέπεται η ταυτόχρονη συλλογή και μεταφορά βιολογικών και μη βιολογικών προϊόντων. Θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις για τον σωστό διαχωρισμό των βιολογικών και των μη βιολογικών προϊόντων κατά τον χειρισμό τους και για να αποτραπεί κάθε ανάμειξή τους.

(46)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα της βιολογικής παραγωγής και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την τροποποίηση και συμπλήρωση των ειδικών κανόνων για τη συλλογή, τη συσκευασία, τη μεταφορά και την αποθήκευση των βιολογικών προϊόντων.

(47)     Η χρήση στο πλαίσιο της βιολογικής παραγωγής προϊόντων και ουσιών, όπως φυτοπροστατευτικά προϊόντα, λιπάσματα, βελτιωτικά εδάφους, θρεπτικές ουσίες, συστατικά που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων, πρόσθετες ύλες ζωοτροφών ή τροφίμων, βοηθητικά μέσα επεξεργασίας και προϊόντα καθαρισμού και απολύμανσης, θα πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο και υπό τους συγκεκριμένους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Η ίδια προσέγγιση θα πρέπει να ακολουθείται όσον αφορά τη χρήση προϊόντων και ουσιών ως πρόσθετων υλών τροφίμων και βοηθητικών μέσων επεξεργασίας στην παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν διατάξεις για τον προσδιορισμό οποιασδήποτε χρήσης ανάλογων προϊόντων και ουσιών στη βιολογική παραγωγή γενικότερα και στην παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων ειδικότερα, με την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στον παρόντα κανονισμό αρχών και ορισμένων κριτηρίων.

(48)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή γενικότερα και την παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων ειδικότερα, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τον καθορισμό συμπληρωματικών κριτηρίων για την έγκριση ή την ανάκληση της έγκρισης προϊόντων και ουσιών για χρήση στη βιολογική παραγωγή γενικότερα και στην παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων ειδικότερα, καθώς και τον καθορισμό άλλων απαιτήσεων για τη χρήση των εν λόγω εγκεκριμένων προϊόντων και ουσιών.

(49)     Ελλείψει ειδικών ενωσιακών κανόνων σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται όταν ανιχνεύονται σε βιολογικά προϊόντα ουσίες ή προϊόντα που δεν έχουν λάβει έγκριση, έχουν διαμορφωθεί διάφορες προσεγγίσεις, οι οποίες εφαρμόζονται σε ολόκληρη την Ένωση. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί αβεβαιότητες στις επιχειρήσεις, καθώς και στις αρχές και τους φορείς ελέγχου. Μπορεί επίσης να συνεπάγεται διαφορετική αντιμετώπιση των επιχειρήσεων στην Ένωση και να έχει αντίκτυπο στην εμπιστοσύνη των καταναλωτών στα βιολογικά προϊόντα. Κατά συνέπεια, κρίνεται σκόπιμη η θέσπιση σαφών και ενιαίων διατάξεων για την απαγόρευση της εμπορίας ως βιολογικών προϊόντων των προϊόντων εκείνων, στη σύνθεση των οποίων ενυπάρχουν προϊόντα ή ουσίες που δεν έχουν λάβει έγκριση, σε ποσοστά που υπερβαίνουν τα καθορισμένα επίπεδα. Τα εν λόγω επίπεδα θα πρέπει να καθορίζονται συνεκτιμώντας ειδικότερα την οδηγία 2006/125/ΕΚ[31] της Επιτροπής για τις μεταποιημένες τροφές με βάση τα δημητριακά και τις παιδικές τροφές για βρέφη και παιδιά μικρής ηλικίας.

(50)     Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, η αποδοτικότητα και η διαφάνεια του συστήματος βιολογικής παραγωγής και επισήμανσης, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τα ειδικά κριτήρια και τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό και την εφαρμογή των επιπέδων συγκέντρωσης μη εγκεκριμένων προϊόντων και ουσιών πέραν των οποίων δεν επιτρέπεται η εμπορία των αντίστοιχων προϊόντων ως βιολογικών, καθώς και όσον αφορά την καθιέρωση των εν λόγω επιπέδων και την προσαρμογή τους βάσει των τεχνικών εξελίξεων.

(51)     Η βιολογική παραγωγή βασίζεται στη γενική αρχή του περιορισμού της χρήσης εξωτερικών εισροών. Οι γεωργοί οφείλουν να λαμβάνουν μέτρα για την πρόληψη του κινδύνου μόλυνσης από προϊόντα ή ουσίες που δεν έχουν λάβει έγκριση. Παρά τα μέτρα αυτά, υπάρχουν ενδεχομένως περιπτώσεις στις οποίες οι γεωργοί δεν μπορούν να διαθέσουν τα προϊόντα τους στην αγορά ως βιολογικά, λόγω της ακούσιας παρουσίας μη επιτρεπόμενων προϊόντων ή ουσιών. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η δυνατότητα να επιτρέπει η Επιτροπή στα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 42 της Συνθήκης, να χορηγούν εθνικές ενισχύσεις για την αντιστάθμιση των ζημιών στις περιπτώσεις αυτές. Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τα μέσα της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής για την κάλυψη μέρους ή του συνόλου των ζημιών αυτών.

(52)     Τα γεωργικά προϊόντα και τα τρόφιμα πρέπει να υπόκεινται, όσον αφορά την επισήμανσή τους, στους γενικούς κανόνες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[32], και ιδίως στις διατάξεις που αποσκοπούν στην πρόληψη της επισήμανσης η οποία ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση στους καταναλωτές ή να τους παραπλανήσει. Επιπλέον, είναι σκόπιμο να καθοριστούν στον παρόντα κανονισμό ειδικές διατάξεις σχετικά με την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων. Οι εν λόγω διατάξεις θα πρέπει να προστατεύουν τόσο τα συμφέροντα των επιχειρήσεων όσον αφορά την ορθή ταυτοποίηση των προϊόντων τους στην αγορά και την εξασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού όσο και τα συμφέροντα των καταναλωτών ώστε να μπορούν να επιλέγουν ενήμεροι τα προϊόντα που καταναλώνουν.

(53)     Συνεπώς, οι όροι που χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν τα βιολογικά προϊόντα θα πρέπει να προστατεύονται, σε όλη την έκταση της Ένωσης και ανεξαρτήτως γλώσσας, έναντι της χρήσης στην επισήμανση μη βιολογικών προϊόντων. Η προστασία αυτή θα πρέπει επίσης να καλύπτει τα συνήθη παράγωγα ή σμικρυντικά των όρων αυτών, ανεξαρτήτως του εάν χρησιμοποιούνται μόνα ή σε συνδυασμό.

(54)     Για να υπάρξει σαφήνεια για τους καταναλωτές στο σύνολο της ενωσιακής αγοράς θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτικό το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για όλα τα προσυσκευασμένα βιολογικά τρόφιμα που παράγονται στην Ένωση. Άλλως, θα πρέπει να είναι δυνατή η χρήση του λογότυπου σε εθελοντική βάση στην περίπτωση μη προσυσκευασμένων βιολογικών προϊόντων που παράγονται εντός της Ένωσης ή τυχόν βιολογικών προϊόντων που εισάγονται από τρίτες χώρες. Το υπόδειγμα του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να προσδιοριστεί στον παρόντα κανονισμό.

(55)     Ωστόσο, θεωρείται σκόπιμο να περιοριστεί η χρήση του συγκεκριμένου λογότυπου σε προϊόντα που περιέχουν μόνον ή σχεδόν μόνον βιολογικά συστατικά, ώστε να μην παραπλανούνται οι καταναλωτές ως προς τη βιολογική προέλευση του όλου προϊόντος. Κατά συνέπεια, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η χρήση του στην επισήμανση για προϊόντα μετατροπής ή μεταποιημένα προϊόντα στα οποία το βιολογικό ποσοστό είναι μικρότερο του 95% των συστατικών γεωργικής προέλευσης.

(56)     Για να αποφεύγεται οιαδήποτε πιθανή σύγχυση μεταξύ των καταναλωτών όσον αφορά την ενωσιακή ή τη μη ενωσιακή προέλευση του προϊόντος, οποτεδήποτε χρησιμοποιείται το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι καταναλωτές θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τον τόπο προέλευσης των γεωργικών πρώτων υλών από τις οποίες αποτελείται το προϊόν. Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να επιτρέπεται στην ετικέτα των προϊόντων βιολογικής υδατοκαλλιέργειας η χρήση της ένδειξης «υδατοκαλλιέργεια» αντί της ένδειξης «γεωργία».

(57)     Για να εξασφαλιστεί σαφήνεια για τους καταναλωτές και να διασφαλιστεί ότι λαμβάνουν τις δέουσες πληροφορίες, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά την προσαρμογή του καταλόγου με τους όρους που αφορούν τη βιολογική παραγωγή κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, τον καθορισμό των ειδικών απαιτήσεων επισήμανσης και σύνθεσης που εφαρμόζονται στις ζωοτροφές και τα συστατικά τους, τη θέσπιση περαιτέρω κανόνων και τη χρήση των ενδείξεων, εκτός του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, και την τροποποίηση του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των συναφών κανόνων.

(58)     Η βιολογική παραγωγή είναι αξιόπιστη μόνο αν πλαισιώνεται από αποτελεσματική εξακρίβωση και ελέγχους σε όλα τα στάδια παραγωγής, μεταποίησης και διανομής. Η βιολογική παραγωγή θα πρέπει να υπόκειται σε επίσημους ελέγχους ή άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. (XXX/XXXX) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[33] με σκοπό τη εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής και επισήμανσης των βιολογικών προϊόντων.

(59)     Θα πρέπει να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις που θα διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τους ειδικούς κανόνες που διέπουν τη βιολογική παραγωγή. Συγκεκριμένα, ενδείκνυται να προβλεφθούν διατάξεις για την κοινοποίηση των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων και για την καθιέρωση συστήματος πιστοποίησης με σκοπό την ταυτοποίηση των επιχειρήσεων που συμμορφώνονται με τους κανόνες οι οποίοι διέπουν τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων. Οι εν λόγω διατάξεις θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης σε τυχόν υπεργολάβους των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων. Η διαφάνεια του συστήματος πιστοποίησης θα πρέπει να εξασφαλίζεται με την επιβολή της υποχρέωσης στα κράτη μέλη να δημοσιοποιούν τον κατάλογο των επιχειρήσεων που έχουν κοινοποιήσει τις δραστηριότητές τους και τυχόν τέλη που ενδέχεται να εισπράττονται σε σχέση με τους ελέγχους για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής.

(60)     Οι γεωργοί μικρών εκμεταλλεύσεων της Ένωσης βρίσκονται, ο καθένας χωριστά, αντιμέτωποι με σχετικά υψηλά τέλη ελέγχου και επαχθή διοικητικό φόρτο που συνδέεται με την πιστοποίηση των βιολογικών προϊόντων. Ενδείκνυται η καθιέρωση συστήματος ομαδικής πιστοποίησης με στόχο τη μείωση των δαπανών ελέγχου και πιστοποίησης και του συναφούς διοικητικού φόρτου, την ενίσχυση των τοπικών δικτύων, τη συμβολή στην εξασφάλιση βελτιωμένων δυνατοτήτων εμπορικής διάθεσης και τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού με επιχειρήσεις τρίτων χωρών. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να εισαχθεί και να προσδιοριστεί η έννοια της «ομάδας επιχειρήσεων».

(61)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, η αποδοτικότητα και η διαφάνεια της βιολογικής παραγωγής και του συστήματος επισήμανσης, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά: τις απαιτήσεις τήρησης μητρώων από τις επιχειρήσεις ή τις ομάδες επιχειρήσεων· τις απαιτήσεις δημοσιοποίησης του καταλόγου των επιχειρήσεων· τις εφαρμοστέες απαιτήσεις και διαδικασίες αφενός για τη δημοσίευση των τελών που εισπράττονται στο πλαίσιο των ελέγχων εξακρίβωσης της συμμόρφωσης με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής και αφετέρου για την εποπτεία των αρμόδιων αρχών σχετικά με την επιβολή των εν λόγω τελών· τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ομάδων προϊόντων για τις οποίες οι επιχειρήσεις δικαιούνται να έχουν στην κατοχή τους ένα μόνον πιστοποιητικό βιολογικής προέλευσης, το οποίο εκδίδεται από την αντίστοιχη αρχή ή τον αντίστοιχο φορέα ελέγχου.

(62)     Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική πιστοποίηση μιας ομάδας επιχειρήσεων, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τις ευθύνες των επιμέρους μελών των ομάδων επιχειρήσεων, τη σύνθεση και το μέγεθος της εν λόγω ομάδας, κατηγορίες προϊόντων που παράγει μια ομάδα επιχειρήσεων, τις προϋποθέσεις συμμετοχής στην ομάδα, και τη δημιουργία και λειτουργία του συστήματος εσωτερικών ελέγχων της ομάδας, συμπεριλαμβανομένων του πεδίου εφαρμογής, του περιεχομένου και της συχνότητας των ελέγχων που θα διενεργούνται.

(63)     Η πείρα που αποκτήθηκε από τις ρυθμίσεις σχετικά με τις εισαγωγές βιολογικών προϊόντων στην Ένωση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 καταδεικνύει την ανάγκη επανεξέτασης των εν λόγω ρυθμίσεων, με στόχο την ανταπόκριση στις προσδοκίες των καταναλωτών ότι τα εισαγόμενα βιολογικά προϊόντα συμμορφώνονται προς κανόνες που είναι εξίσου υψηλού επιπέδου σε σύγκριση με τους κανόνες της Ένωσης, καθώς και την ανάγκη καλύτερης πρόσβασης των βιολογικών προϊόντων της Ένωσης στη διεθνή αγορά. Επιπλέον, απαιτείται να εξασφαλιστεί σαφήνεια ως προς τους κανόνες που εφαρμόζονται στις εξαγωγές βιολογικών προϊόντων, συγκεκριμένα με την καθιέρωση της έκδοσης πιστοποιητικού εξαγωγών και τη θέσπιση διατάξεων σχετικά με τις εξαγωγές προς τρίτες χώρες που αναγνωρίζονται ως ισοδύναμες βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007.

(64)     Είναι σκόπιμο να ενισχυθούν περαιτέρω οι διατάξεις οι οποίες διέπουν τις εισαγωγές προϊόντων που είναι σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες παραγωγής και επισήμανσης, και στις οποίες βασίζεται ο έλεγχος των επιχειρήσεων από τις αρχές και τους φορείς ελέγχου που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή ως αρμόδια όργανα για τη διενέργεια ελέγχων και πιστοποίησης στον τομέα της βιολογικής παραγωγής σε τρίτες χώρες. Ειδικότερα, θα πρέπει να καθοριστούν απαιτήσεις σχετικά με τους φορείς διαπίστευσης οι οποίοι προβαίνουν σε διαπίστευση φορέων ελέγχου για τους σκοπούς των εισαγωγών συμμορφούμενων προϊόντων στην Ένωση, με σκοπό την εξασφάλιση ισότιμων όρων εποπτείας των φορέων ελέγχου από την Επιτροπή. Περαιτέρω, κρίνεται αναγκαίο να προβλεφθεί για την Επιτροπή η δυνατότητα απευθείας επικοινωνίας με τους φορείς διαπίστευσης και τις αρμόδιες αρχές σε τρίτες χώρες, για την αποδοτικότερη εποπτεία των αρχών και των φορέων ελέγχου αντιστοίχως.

(65)     Θα πρέπει να διατηρηθεί η δυνατότητα πρόσβασης βιολογικών προϊόντων στην αγορά της Ένωσης σε περιπτώσεις που τα εν λόγω προϊόντα δεν είναι σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες βιολογικής παραγωγής, αλλά προέρχονται από τρίτες χώρες των οποίων τα συστήματα βιολογικής παραγωγής και ελέγχου αναγνωρίζονται ως ισοδύναμα των αντίστοιχων συστημάτων της Ένωσης. Ωστόσο, η αναγνώριση της ισοδυναμίας τρίτων χωρών, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007, θα πρέπει να χορηγείται μόνον μέσω διεθνούς συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των αντίστοιχων τρίτων χωρών, ενώ η Ένωση πρέπει επίσης να επιδιώκει την αμοιβαία αναγνώριση ισοδυναμίας.

(66)     Οι τρίτες χώρες που αναγνωρίζονται ως ισοδύναμες βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 θα πρέπει να συνεχίσουν να αναγνωρίζονται ως τέτοιες δυνάμει του παρόντος κανονισμού, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, το οποίο κρίνεται αναγκαίο για την εξασφάλιση της ομαλής μετάβασης προς το σύστημα αναγνώρισης μέσω διεθνούς συμφωνίας, υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να διασφαλίζουν την ισοδυναμία της βιολογικής τους παραγωγής και την εφαρμογή κανόνων ελέγχου που αντιστοιχούν στους ισχύοντες κανόνες της Ένωσης και ότι πληρούν όλες τις απαιτήσεις σχετικά με την εποπτεία της αναγνώρισής τους από την Επιτροπή. Η εποπτεία αυτή θα πρέπει να βασίζεται ειδικότερα στις ετήσιες εκθέσεις που υποβάλλουν οι τρίτες χώρες στην Επιτροπή.

(67)     Η πείρα που αποκτήθηκε υπό το καθεστώς των αρχών και των φορέων ελέγχου που αναγνωρίζονται ως αρμόδιοι να διενεργούν ελέγχους και να εκδίδουν πιστοποιητικά σε τρίτες χώρες για τους σκοπούς της εισαγωγής προϊόντων ισοδύναμων εγγυήσεων καταδεικνύει ότι οι κανόνες που εφαρμόζουν οι εν λόγω αρχές και φορείς ελέγχου είναι διαφορετικοί, και θα μπορούσαν δύσκολα να χαρακτηριστούν ως ισοδύναμοι των αντίστοιχων κανόνων της Ένωσης. Επιπλέον, ο πολλαπλασιασμός των προτύπων που διέπουν τις αρχές και τους φορείς ελέγχου παρακωλύει τη δέουσα εποπτεία τους εκ μέρους της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να καταργηθεί το συγκεκριμένο καθεστώς αναγνώρισης ισοδυναμίας. Πλην όμως, πρέπει να εκχωρηθεί στις εν λόγω αρχές και τους φορείς ελέγχου επαρκής χρόνος ώστε να είναι σε θέση να προετοιμαστούν για τη χορήγηση αναγνώρισης για τους σκοπούς της εισαγωγής προϊόντων που συνάδουν με τους κανόνες της Ένωσης.

(68)     Η διάθεση στην αγορά ως βιολογικών των βιολογικών προϊόντων που εισάγονται στην Ένωση βάσει ρυθμίσεων εισαγωγής που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να πραγματοποιείται με την επιφύλαξη της διαθεσιμότητας των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξασφάλιση της ιχνηλασιμότητας του προϊόντος στην τροφική αλυσίδα.

(69)     Για να διασφαλιστεί ο υγιής ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων, η ιχνηλασιμότητα των εισαγόμενων προϊόντων που προορίζονται για διάθεση στην αγορά της Ένωσης ως βιολογικά και η διαφάνεια στη διαδικασία αναγνώρισης και εποπτείας για τις αρχές και τους φορείς ελέγχου στο πλαίσιο των εισαγωγών συμμορφούμενων προϊόντων, καθώς και για να εξασφαλίζεται η διαχείριση του καταλόγου των αναγνωρισμένων ως ισοδυνάμων αρχών και φορέων ελέγχου βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά: τα έγγραφα που προορίζονται για τις τελωνειακές αρχές σε τρίτες χώρες, ιδίως το πιστοποιητικό εξαγωγής βιολογικών προϊόντων, σε ηλεκτρονική μορφή εφόσον είναι εφικτό· τα απαιτούμενα έγγραφα για τους σκοπούς της εισαγωγής, εξίσου σε ηλεκτρονική μορφή εφόσον είναι εφικτό· τα κριτήρια αναγνώρισης ή ανάκλησης της αναγνώρισης των αρχών και των φορέων ελέγχου στο πλαίσιο των εισαγωγών συμμορφούμενων προϊόντων· τις πληροφορίες που πρέπει να διαβιβάζουν οι τρίτες χώρες που αναγνωρίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και είναι απαραίτητες για την εποπτεία της αναγνώρισής τους και την άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων εποπτείας από την Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένης της επιτόπιας εξέτασης.

(70)     Θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να διασφαλιστεί ότι η κυκλοφορία βιολογικών προϊόντων που έχουν υποβληθεί σε έλεγχο σε ένα κράτος μέλος και συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί να περιοριστεί σε άλλο κράτος μέλος. Προκειμένου να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς και των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των βιολογικών προϊόντων.

(71)     Για τους σκοπούς της λήψης των αξιόπιστων πληροφοριών που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις απαραίτητες πληροφορίες σε ετήσια βάση. Για λόγους σαφήνειας και διαφάνειας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν ενημερωμένους καταλόγους των αρμόδιων αρχών, καθώς και των αρχών και των φορέων ελέγχου. Οι κατάλογοι των αρχών και των φορέων ελέγχου θα πρέπει να καθίστανται διαθέσιμοι στο κοινό από τα κράτη μέλη και να δημοσιεύονται ετησίως από την Επιτροπή.

(72)     Κρίνεται αναγκαία η θέσπιση μέτρων για τη διασφάλιση της ομαλής μετάβασης σε ορισμένες τροποποιήσεις του νομικού πλαισίου που διέπει τις εισαγωγές βιολογικών προϊόντων στην Ένωση, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση από το παλαιό στο νέο νομικό πλαίσιο, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις σχετικά με τους κανόνες που αφορούν τις περιόδους μετατροπής οι οποίες ξεκινούν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, κατά παρέκκλιση από τον γενικό κανόνα σύμφωνα με τον οποίο δεν είναι δυνατή η αναδρομική αναγνώριση προγενέστερων περιόδων ως μερών της περιόδου μετατροπής.

(73)     Επιπλέον, θα πρέπει να οριστεί ημερομηνία για τη λήξη ισχύος της αναγνώρισης των αρχών και των φορέων ελέγχου ως ισοδυνάμων, ενώ θα πρέπει επίσης να προβλεφθούν διατάξεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης έως τη λήξη ισχύος της αναγνώρισής τους. Ακόμα, θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις σχετικά με τις αιτήσεις τρίτων χωρών για την αναγνώριση ισοδυναμίας οι οποίες έχουν υποβληθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και οι οποίες βρίσκονται σε εκκρεμότητα κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(74)     Για την εξασφάλιση της διαχείρισης του καταλόγου των αναγνωρισμένων αρχών και φορέων ελέγχου ως ισοδυνάμων βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, καθώς και για την ευχερέστερη περάτωση της εξέτασης των αιτήσεων αναγνώρισης που υποβάλλουν τρίτες χώρες και βρίσκονται σε εκκρεμότητα κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά τις πληροφορίες που διαβιβάζουν οι εν λόγω αρχές και φορείς ελέγχου και είναι απαραίτητες για την εποπτεία της αναγνώρισής τους, όσον αφορά την άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων εποπτείας από την Επιτροπή, καθώς και όσον αφορά τους διαδικαστικούς κανόνες που κρίνονται αναγκαίοι για την εξέταση των εκκρεμών αιτήσεων από τρίτες χώρες.

(75)     Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες συνθήκες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, είναι σκόπιμο να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές εξουσίες όσον αφορά: τις τεχνικές λεπτομέρειες για τη δημιουργία της βάσης δεδομένων καταχώρισης των ποικιλιών για τις οποίες είναι διαθέσιμο φυτικό πολλαπλασιαστικό υλικό που παράγεται με τη μέθοδο της βιολογικής παραγωγής· την έγκριση ή την ανάκληση της έγκρισης των προϊόντων και των ουσιών που μπορεί να χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή εν γένει και στην παραγωγή μεταποιημένων βιολογικών τροφίμων ειδικότερα, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών για την έγκριση των καταλόγων αυτών των προϊόντων και ουσιών και, κατά περίπτωση, την περιγραφή τους, τις απαιτήσεις σύνθεσης και τους όρους χρήσης τους· τις ειδικές και πρακτικές λεπτομέρειες σχετικά με την παρουσίαση, τη σύνθεση και τις διαστάσεις των ενδείξεων που αναφέρονται στους κωδικούς αριθμούς των αρχών και των φορέων ελέγχου, καθώς και σχετικά με την ένδειξη του τόπου προέλευσης των γεωργικών πρώτων υλών από τις οποίες αποτελείται το προϊόν, τον καθορισμό κωδικών αριθμών για τις αρχές και τους φορείς ελέγχου και την ένδειξη του τόπου προέλευσης των γεωργικών πρώτων υλών από τις οποίες αποτελείται το προϊόν· τις λεπτομέρειες και τις προδιαγραφές σχετικά με το περιεχόμενο, τη μορφή και τον τρόπο κοινοποίησης προς τις αρμόδιες αρχές των κοινοποιήσεων εκ μέρους των επιχειρήσεων και των ομάδων επιχειρήσεων ως προς τη δραστηριότητά τους και τη μορφή δημοσίευσης των τελών που εισπράττονται για τους ελέγχους· την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ομάδων επιχειρήσεων και των αρμόδιων αρχών, των αρχών και των φορέων ελέγχου και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής· την αναγνώριση ή την ανάκληση της αναγνώρισης των αρμόδιων αρχών και φορέων ελέγχου για τη διεξαγωγή ελέγχων σε τρίτες χώρες και την κατάρτιση του καταλόγου των εν λόγω αρχών και φορέων ελέγχου, καθώς και των κανόνων για την εξασφάλιση της εφαρμογής κατάλληλων μέτρων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, ή σε περιπτώσεις υπόνοιας μη συμμόρφωσης, που επηρεάζουν την ακεραιότητα των εισαγόμενων βιολογικών προϊόντων· την κατάρτιση καταλόγου τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και την τροποποίηση του εν λόγω καταλόγου, αλλά και τους κανόνες για την εξασφάλιση της εφαρμογής κατάλληλων μέτρων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, ή σε περιπτώσεις υπόνοιας μη συμμόρφωσης, που επηρεάζουν την ακεραιότητα των εισαγόμενων βιολογικών προϊόντων από τις εν λόγω χώρες· το σύστημα που πρέπει να εφαρμόζεται για τη διαβίβαση των πληροφοριών που κρίνονται αναγκαίες για την εφαρμογή και την παρακολούθηση του παρόντος κανονισμού· την κατάρτιση του καταλόγου των αναγνωρισμένων αρχών και των φορέων ελέγχου δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και την τροποποίηση του εν λόγω καταλόγου. Οι εν λόγω αρμοδιότητες πρέπει να ασκούνται κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[34].

(76)     Θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει άμεσα εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις εφόσον, σε δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις που αφορούν την προστασία από αθέμιτες πρακτικές ή πρακτικές οι οποίες δεν συνάδουν με τις αρχές και τους κανόνες βιολογικής παραγωγής, την προστασία της εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή την προστασία του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης για την εξασφάλιση της εφαρμογής μέτρων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, ή υποψίας μη συμμόρφωσης, κατά τις οποίες επηρεάζεται η ακεραιότητα των εισαγόμενων βιολογικών προϊόντων που τελούν υπό τον έλεγχο αναγνωρισμένων αρχών ή φορέων ελέγχου.

(77)     Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι, από τους κανόνες σχετικά με τη βιολογική προέλευση του φυτικού αναπαραγωγικού υλικού και με τα ζώα αναπαραγωγής που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και σχετικά με την εξαίρεση από τους κανόνες παραγωγής που έχουν εγκριθεί δυνάμει του άρθρου 22 του ίδιου κανονισμού, γίνεται ομαλή μετάβαση προς τους νέους κανόνες φυτικής και ζωικής παραγωγής που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, είναι σκόπιμο να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει ορισμένες πράξεις όσον αφορά την έγκριση εξαιρέσεων σε περιπτώσεις στις οποίες οι εξαιρέσεις κρίνονται αναγκαίες προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόσβαση σε φυτικό αναπαραγωγικό υλικό και ζωντανά ζώα για αναπαραγωγή που ενδέχεται να χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή. Δεδομένου ότι οι εν λόγω πράξεις είναι μεταβατικού χαρακτήρα, θα πρέπει να εφαρμόζονται για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

(78)     Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει την κατάσταση της διαθεσιμότητας βιολογικού φυτικού αναπαραγωγικού υλικού και ζώων αναπαραγωγής και να υποβάλει το 2021 σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(79)     Είναι σκόπιμο να ληφθεί μέριμνα ώστε να καταστεί δυνατή η εξάντληση των αποθεμάτων προϊόντων που παράχθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και έχουν διατεθεί στην αγορά πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(80)     Από την επανεξέταση του νομοθετικού πλαισίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων προέκυψε ότι οι ειδικές ανάγκες σχετικά με τους επίσημους ελέγχους και άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) προϋποθέτουν τη θέσπιση διατάξεων με στόχο την καλύτερη αντιμετώπιση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης. Επιπλέον, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους] σχετικά με τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις των αρμόδιων αρχών, την έγκριση και εποπτεία των εξουσιοδοτημένων φορέων, την επίσημη πιστοποίηση, τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και τη διοικητική συνδρομή θα πρέπει να προσαρμοστούν στις ειδικές ανάγκες του κλάδου της βιολογικής παραγωγής. Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους] θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(81)     Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τον υγιή ανταγωνισμό και την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς βιολογικών προϊόντων, καθώς και την εξασφάλιση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα εν λόγω προϊόντα και στο λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της απαιτούμενης εναρμόνισης των κανόνων βιολογικής παραγωγής, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα κατ’ εφαρμογή της αρχής της επικουρικότητας που προβλέπεται στη άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(82)     Συνιστάται η πρόβλεψη κατάλληλης ημερομηνίας εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ώστε να παρασχεθεί στις επιχειρήσεις η δυνατότητα προσαρμογής τους στις νέες απαιτήσεις που θεσπίζονται.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Κεφάλαιο Ι

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις αρχές της βιολογικής παραγωγής και θεσπίζει τους κανόνες σχετικά με τη βιολογική παραγωγή και τη χρήση σχετικών ενδείξεων στην επισήμανση και στη διαφήμιση.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.           Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα γεωργικά προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («η Συνθήκη») και σε ορισμένα άλλα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού, εφόσον τα εν λόγω γεωργικά προϊόντα και τα εν λόγω άλλα προϊόντα προορίζονται για παραγωγή, παρασκευή, διανομή, διάθεση στην αγορά, εισαγωγή ή εξαγωγή ως βιολογικά προϊόντα.

Οι μη εκτρεφόμενοι ιχθύες και τα θηράματα δεν θεωρούνται βιολογικά προϊόντα.

2.           Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται για κάθε επιχείρηση που συμμετέχει στις δραστηριότητες οιουδήποτε σταδίου παραγωγής, παρασκευής και διανομής των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Οι δραστηριότητες ομαδικής εστίασης που ασκούνται από μονάδα ομαδικής εστίασης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[35] δεν υπόκεινται στον παρόντα κανονισμό.

Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν εθνικούς κανόνες ή, ελλείψει αυτών, ιδιωτικά πρότυπα, όσον αφορά την επισήμανση και τον έλεγχο των προϊόντων που προέρχονται από επιχειρήσεις ομαδικής εστίασης.

3.           Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας στους τομείς της ασφάλειας της τροφικής αλυσίδας, της υγείας και της καλής μεταχείρισης των ζώων, της υγείας των φυτών, και του φυτικού αναπαραγωγικού υλικού, και ιδίως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XX/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[36] (φυτικό αναπαραγωγικό υλικό) και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XX/XXXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[37] (προστατευτικά μέτρα κατά των επιβλαβών για τα φυτά οργανισμών).

4.           Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη άλλων ειδικών ενωσιακών διατάξεων σχετικά με τη διάθεση προϊόντων στην αγορά και, ειδικότερα, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[38], και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011.

5.           Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη νέες πληροφορίες σχετικά με μεθόδους παραγωγής ή νέα υλικά ή διεθνείς δεσμεύσεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 36, οι οποίες τροποποιούν τον κατάλογο προϊόντων που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι. Μόνο τα προϊόντα που είναι στενά συνδεδεμένα με γεωργικά προϊόντα πληρούν τα κριτήρια ώστε να συμπεριληφθούν στον συγκεκριμένο κατάλογο.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

(1) «βιολογική παραγωγή»: η χρήση μεθόδων παραγωγής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό σε όλα τα στάδια παραγωγής, παρασκευής και διανομής·

(2) «βιολογικό»: προερχόμενο από τη βιολογική παραγωγή ή σχετιζόμενο με αυτή·

(3) «γεωργική πρώτη ύλη»: γεωργικό προϊόν το οποίο δεν έχει υποβληθεί σε καμία εργασία διατήρησης ή μεταποίησης·

(4) «προληπτικά μέτρα»: τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται προκειμένου να διασφαλίζεται η ποιότητα του εδάφους καθώς και η πρόληψη και ο έλεγχος παρασίτων και ζιζανίων, και να αποτρέπεται η μόλυνση με προϊόντα ή ουσίες που δεν είναι εγκεκριμένες δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

(5) «μετατροπή»: η μετάβαση από μη βιολογική σε βιολογική παραγωγή εντός ορισμένης χρονικής περιόδου·

(6) «επιχείρηση»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει ευθύνη να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό σε όλα τα στάδια παραγωγής, παρασκευής και διανομής που ελέγχει·

(7) «ομάδα επιχειρήσεων»: η ομάδα στο πλαίσιο της οποίας κάθε επιχείρηση είναι γεωργός που διαθέτει γεωργική εκμετάλλευση έως 5 εκταρίων χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης και που μπορεί, επιπλέον της παραγωγής τροφίμων ή ζωοτροφών, να δραστηριοποιείται και στη μεταποίηση τροφίμων ή ζωοτροφών·

(8) «γεωργός»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ομάδα φυσικών ή νομικών προσώπων, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος που προσδίδει το εθνικό δίκαιο στην ομάδα και τα μέλη της, που ασκεί γεωργική δραστηριότητα.

(9) «γεωργική έκταση»: η γεωργική έκταση όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013·

(10) «φυτά»: τα φυτά όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009·

(11) «φυτική παραγωγή»: η παραγωγή προϊόντων γεωργικών καλλιεργειών, συμπεριλαμβανομένης της συγκομιδής προϊόντων άγριων φυτών για εμπορικούς σκοπούς·

(12) «φυτικά προϊόντα»: τα φυτικά προϊόντα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009·

(13) «επιβλαβής για τα φυτά οργανισμός»: ο επιβλαβής για τα φυτά οργανισμός όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XX/XXXX (προστατευτικά μέτρα κατά των επιβλαβών για τα φυτά οργανισμών)·

(14) «φυτοπροστατευτικά προϊόντα»: τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009·

(15) «ζωική παραγωγή»: η παραγωγή οικόσιτων ή εξημερωμένων χερσαίων ζώων, συμπεριλαμβανομένων των εντόμων·

(16) «βεράντα»: πρόσθετος, στεγασμένος, μη μονωμένος, εξωτερικός χώρος κτηνοτροφικού κτηρίου, με τη μεγαλύτερη σε μήκος πλευρά συνήθως εξοπλισμένη με συρμάτινο περίφραγμα ή δικτύωμα, ο οποίος είναι ανοικτός στις εξωτερικές κλιματικές συνθήκες, διαθέτει φυσικό και τεχνητό φωτισμό και δάπεδο με στρωμνή·

(17) «υδατοκαλλιέργεια»: η υδατοκαλλιέργεια όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[39]·

(18) «κτηνιατρική αγωγή»: όλα τα στάδια μιας θεραπευτικής ή προληπτικής αγωγής για την καταπολέμηση συγκεκριμένης νόσου·

(19) «κτηνιατρικά φάρμακα»: τα κτηνιατρικά φάρμακα όπως ορίζονται στο άρθρο 1 σημείο 2 της οδηγίας 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[40]·

(20) «παρασκευή»: οι εργασίες διατήρησης ή μεταποίησης βιολογικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης της σφαγής και του τεμαχισμού, στην περίπτωση των κτηνοτροφικών προϊόντων, η συσκευασία, η επισήμανση ή οι μεταβολές στη σχετική με τη βιολογική παραγωγή επισήμανση·

(21) «τρόφιμα»: τα τρόφιμα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[41]·

(22) «ζωοτροφές»: οι ζωοτροφές όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

(23) «πρώτες ύλες ζωοτροφών»: οι πρώτες ύλες ζωοτροφών όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[42]·

(24) «ζωοτροφές σε μετατροπή»: οι ζωοτροφές που παράγονται κατά την περίοδο μετατροπής, εξαιρουμένων των ζωοτροφών που συγκομίζονται κατά τους δώδεκα μήνες μετά την έναρξη της μετατροπής·

(25) «διάθεση στην αγορά»: η διάθεση στην αγορά όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

(26) «ιχνηλασιμότητα»: η ιχνηλασιμότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

(27) «στάδια παραγωγής, παρασκευής και διανομής»: κάθε στάδιο με αφετηρία από την πρωτογενή παραγωγή βιολογικού προϊόντος έως και την αποθήκευση, τη μεταποίηση, τη μεταφορά, την πώληση ή τον εφοδιασμό του τελικού καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, των δραστηριοτήτων επισήμανσης, διαφήμισης, εισαγωγής, εξαγωγής και υπεργολαβίας·

(28) «συνθήκες καταστροφών»: οι συνθήκες που προκύπτουν από «δυσμενή κλιματικά φαινόμενα», «περιβαλλοντικό συμβάν», «φυσική καταστροφή» ή «καταστροφικό συμβάν», όπως ορίζονται, αντιστοίχως, στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία η), ι), ια) και ιβ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013·

(29) «συστατικό»: το συστατικό όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011·

(30) «επισήμανση»: η επισήμανση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ι) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011·

(31) «διαφήμιση»: κάθε παρουσίαση βιολογικών προϊόντων στο κοινό, με μέσα άλλα πλην της ετικέτας, η οποία έχει ως σκοπό ή είναι πιθανόν να επηρεάσει και να διαμορφώσει τη στάση, τις πεποιθήσεις και τη συμπεριφορά με στόχο την άμεση ή έμμεση προώθηση της πώλησης βιολογικών προϊόντων·

(32) «αρμόδιες αρχές»: οι αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους]·

(33) «αρχή ελέγχου»: η αρχή ελέγχου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 39 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους]·

(34) «φορέας ελέγχου»: εξουσιοδοτημένο όργανο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 38 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους], καθώς και φορέας αναγνωρισμένος από την Επιτροπή ή από τρίτη χώρα αναγνωρισμένη από την Επιτροπή για τη διενέργεια ελέγχων σε τρίτες χώρες για την εισαγωγή βιολογικών προϊόντων στην Ένωση·

(35) «μη συμμόρφωση»: η μη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό·

(36) «γενετικώς τροποποιημένος οργανισμός»: ο γενετικώς τροποποιημένος οργανισμός όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[43] και ο οποίος δεν έχει προκύψει με τις τεχνικές γενετικής τροποποίησης που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι.Β. της εν λόγω οδηγίας, εφεξής καλούμενος «ΓΤΟ»·

(37) «παραγόμενα/που παράγονται από ΓΤΟ»: που προέρχονται από ΓΤΟ, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, αλλά δεν περιέχουν ούτε αποτελούνται από ΓΤΟ·

(38) «παραγόμενα/που παράγονται με ΓΤΟ»: που προέρχονται, με τη χρήση ΓΤΟ, ως οι τελευταίοι ζώντες οργανισμοί στην παραγωγική διαδικασία, αλλά δεν περιέχουν ούτε αποτελούνται από ΓΤΟ·

(39) «πρόσθετο τροφίμων»: το πρόσθετο τροφίμων όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[44]·

(40) «πρόσθετη ύλη ζωοτροφών»: η πρόσθετη ύλη ζωοτροφών όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[45]·

(41) «ισοδυναμία»: η ανταπόκριση στους ίδιους στόχους και αρχές με την εφαρμογή κανόνων που εξασφαλίζουν το ίδιο επίπεδο εξασφάλισης της συμμόρφωσης· «τεχνολογικό βοήθημα»: το τεχνολογικό βοήθημα όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008·

(42) «ένζυμο τροφίμων»: το ένζυμο τροφίμων όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1332/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[46]·

(43) «ιονίζουσα ακτινοβολία»: η ιονίζουσα ακτινοβολία όπως ορίζεται στο άρθρο 1 της οδηγίας 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου[47]·

Κεφάλαιο II

Αρχές της βιολογικής παραγωγής

Άρθρο 4

Γενικές αρχές

Η βιολογική παραγωγή αποτελεί ένα σύστημα αειφόρου διαχείρισης της γεωργίας το οποίο βασίζεται στις ακόλουθες γενικές αρχές:

α)           σεβασμός προς τα συστήματα και τους κύκλους της φύσης και διατήρηση και βελτίωση της κατάστασης του εδάφους, του νερού, του αέρα και της βιοποικιλότητας, της υγείας των φυτών και των ζώων και της ισορροπίας μεταξύ αυτών·

β)           συμβολή σε υψηλό επίπεδο βιοποικιλότητας·

γ)           υπεύθυνη χρήση των ενεργειακών και των φυσικών πόρων, όπως το νερό, το έδαφος, οι οργανικές ύλες και ο ατμοσφαιρικός αέρας·

δ)           τήρηση υψηλού επιπέδου προτύπων μεταχείρισης των ζώων και, ειδικότερα, ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών συμπεριφοράς των διαφόρων ειδών ζώων·

ε)           κατάλληλος σχεδιασμός και διαχείριση των βιολογικών διεργασιών βάσει οικολογικών συστημάτων που χρησιμοποιούν φυσικούς πόρους στο εσωτερικό του συστήματος με μεθόδους που:

i)       χρησιμοποιούν ζώντες οργανισμούς και μηχανικές μεθόδους παραγωγής·

ii)      αφορούν εδαφικές φυτοκαλλιέργειες και ζωική παραγωγή ή πρακτική ιχθυοκαλλιέργειας η οποία είναι σύμφωνη με την αρχή της αειφόρου εκμετάλλευσης της αλιείας·

iii)     αποκλείουν τη χρήση ΓΤΟ και προϊόντων που παράγονται από ή με ΓΤΟ εξαιρουμένων των κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων·

iv)     βασίζονται στη χρήση προληπτικών μέτρων, εφόσον απαιτείται·

στ)         περιορισμός της χρήσης εξωτερικών εισροών. Όταν οι εξωτερικές εισροές είναι απαραίτητες, ή ελλείψει των κατάλληλων πρακτικών και μεθόδων διαχείρισης που αναφέρονται στο στοιχείο ε), οι εισροές αυτές περιορίζονται σε:

i)       εισροές βιολογικής παραγωγής·

ii)      φυσικές ουσίες ή ουσίες που παράγονται με φυσικό τρόπο·

iii)     ανόργανα λιπάσματα χαμηλής διαλυτότητας·

ζ)           όπου συντρέχει περίπτωση, προσαρμογή, στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, της διαδικασίας παραγωγής λαμβάνοντας υπόψη την υγειονομική κατάσταση, τις περιφερειακές διαφορές οικολογικής ισορροπίας, κλιματικές διαφορές και τις τοπικές συνθήκες, τα στάδια ανάπτυξης και τις ειδικές κτηνοτροφικές πρακτικές.

Άρθρο 5

Ειδικές αρχές που εφαρμόζονται στις γεωργικές δραστηριότητες και την υδατοκαλλιέργεια

Στο πλαίσιο των γεωργικών δραστηριοτήτων και της υδατοκαλλιέργειας, η βιολογική παραγωγή βασίζεται ειδικότερα στις ακόλουθες ειδικές αρχές:

α)           διατήρηση και βελτίωση της ζωής που φιλοξενεί το έδαφος και της φυσικής γονιμότητας, της σταθερότητας της συγκράτησης νερού και της βιοποικιλότητας του εδάφους, και αποτροπή και καταπολέμηση της απώλειας οργανικών υλών, της συμπίεσης και της διάβρωσης του εδάφους, και καλλιέργεια των φυτών πρωτίστως μέσω του εδαφικού οικοσυστήματος·

β)           περιορισμός της χρήσης μη ανανεώσιμων πόρων και εξωτερικών υλικών στο ελάχιστο·

γ)           ανακύκλωση των αποβλήτων και των παραπροϊόντων ζωικής και φυτικής προέλευσης με τη χρήση τους ως εισροής τους στη φυτική και τη ζωική παραγωγή·

δ)           διατήρηση της υγείας των φυτών με προληπτικά μέτρα, ιδίως με την επιλογή κατάλληλων ειδών, ποικιλιών ή ετερογενούς υλικού ανθεκτικών στους επιβλαβείς οργανισμούς και τις ασθένειες, κατάλληλης αμειψισποράς, μηχανικών και φυσικών μεθόδων και με την προστασία των φυσικών εχθρών των επιβλαβών οργανισμών·

ε)           επιλογή φυλών με γνώμονα την ικανότητα προσαρμογής των ζώων στις τοπικές συνθήκες, τη ζωτικότητά τους και την αντοχή τους σε ασθένειες ή προβλήματα υγείας· κτηνοτροφία προσαρμοσμένη στην εκμετάλλευση και τη γη· εφαρμογή κτηνοτροφικών πρακτικών που ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και τους φυσικούς μηχανισμούς άμυνας κατά των ασθενειών, ιδίως με τακτική άσκηση και πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους και, ανάλογα με την περίπτωση, σε βοσκοτόπους·

στ)         διατήρηση υψηλού επιπέδου συνθηκών διαβίωσης των ζώων, ανταποκρινόμενου στις ιδιαίτερες ανάγκες των συγκεκριμένων ειδών·

ζ)           σίτιση των ζώων με βιολογικές ζωοτροφές αποτελούμενες από συστατικά που είναι προϊόντα βιολογικής παραγωγής και από φυσικές ουσίες μη γεωργικής προέλευσης·

η)           αποκλεισμός γενετικής μηχανικής, κλωνοποίησης, τεχνητής πολυπλοειδίας και ιονίζουσας ακτινοβολίας από ολόκληρη την αλυσίδα βιολογικών τροφίμων·

θ)           διαφύλαξη της υγείας του υδάτινου περιβάλλοντος και της ποιότητας του περιβάλλοντος υδατικού και χερσαίου οικοσυστήματος·

ι)            σίτιση των υδρόβιων οργανισμών με ζωοτροφές που είναι προϊόντα αειφόρου εκμετάλλευσης της αλιείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 ή με βιολογικές ζωοτροφές αποτελούμενες από γεωργικά συστατικά που είναι προϊόντα βιολογικής παραγωγής, περιλαμβανομένης της βιολογικής υδατοκαλλιέργειας, και από φυσικές ουσίες μη γεωργικής προέλευσης.

Άρθρο 6

Ειδικές αρχές της μεταποίησης των βιολογικών τροφίμων και ζωοτροφών

Η παραγωγή μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών βασίζεται ειδικότερα στις ακόλουθες αρχές:

α)           παραγωγή βιολογικών τροφίμων από βιολογικά γεωργικά συστατικά·

β)           παραγωγή βιολογικών ζωοτροφών από βιολογικές πρώτες ύλες ζωοτροφών·

γ)           περιορισμός της χρήσης πρόσθετων τροφίμων και μη βιολογικών συστατικών που έχουν κυρίως τεχνολογικές λειτουργίες και λειτουργίες επί των αισθήσεων καθώς και μικροθρεπτικών στοιχείων και τεχνολογικών βοηθημάτων, ώστε να χρησιμοποιούνται στον ελάχιστο δυνατό βαθμό και μόνον όταν υφίσταται ουσιώδης τεχνολογική ανάγκη ή για συγκεκριμένους διατροφικούς σκοπούς·

δ)           περιορισμός της χρήσης προσθέτων ζωοτροφών και τεχνολογικών βοηθημάτων στο ελάχιστο και μόνον όταν υφίσταται ουσιώδης τεχνολογική ή ζωοτεχνική ανάγκη ή για συγκεκριμένους διατροφικούς σκοπούς·

ε)           αποκλεισμός ουσιών και μεθόδων μεταποίησης που μπορούν να παραπλανήσουν ως προς την πραγματική φύση του προϊόντος·

στ)         προσοχή στη μεταποίηση των τροφίμων ή των ζωοτροφών, κατά προτίμηση χρησιμοποιώντας βιολογικές, μηχανικές και φυσικές μεθόδους.

Κεφάλαιο ΙΙΙ

Κανόνες παραγωγής

Άρθρο 7

Γενικοί κανόνες παραγωγής

1.           Οι επιχειρήσεις τηρούν τους ακόλουθους γενικούς κανόνες παραγωγής:

α)      η διαχείριση ολόκληρης της γεωργικής εκμετάλλευσης ή της επιχείρησης υδατοκαλλιέργειας ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που ισχύουν για τη βιολογική παραγωγή·

β)      εάν δεν ορίζεται διαφορετικά στο μέρος IV σημείο 2.2 και στο μέρος VI σημείο 1.3 του παραρτήματος II, μόνο προϊόντα και ουσίες που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 19 μπορούν να χρησιμοποιούνται στη βιολογική γεωργία και υδατοκαλλιέργεια, υπό την προϋπόθεση ότι το αντίστοιχο προϊόν ή ουσία έχει εγκριθεί για χρήση στη γεωργία και την υδατοκαλλιέργεια, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας της Ένωσης και, εφόσον απαιτείται, στα αντίστοιχα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις που βασίζονται στο δίκαιο της Ένωσης·

γ)      απαγορεύεται η χρήση ιονίζουσας ακτινοβολίας για την επεξεργασία βιολογικών τροφίμων ή ζωοτροφών ή πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται σε βιολογικά τρόφιμα ή ζωοτροφές·

δ)      οι επιχειρήσεις βιολογικής παραγωγής, πλην των πολύ μικρών επιχειρήσεων, των γεωργών και των επιχειρήσεων που παράγουν φύκια ή ζώα υδατοκαλλιέργειας, συγκροτούν σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης με στόχο τη βελτίωση των περιβαλλοντικών τους επιδόσεων.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των γενικών κανόνων παραγωγής, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για τον καθορισμό των κριτηρίων στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται το σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ). Στα εν λόγω κριτήρια λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι ιδιαιτερότητες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Άρθρο 8

Μετατροπή

1.           Οι γεωργοί και οι επιχειρήσεις που παράγουν φύκια ή ζώα υδατοκαλλιέργειας τηρούν περίοδο μετατροπής. Καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου μετατροπής, εφαρμόζουν τους κανόνες βιολογικής παραγωγής που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και, ιδίως, τους ειδικούς κανόνες για τη μετατροπή που καθορίζονται στο παράρτημα II.

2.           Η περίοδος μετατροπής αρχίζει το νωρίτερο όταν ο γεωργός ή η επιχείρηση που παράγει φύκια ή ζώα υδατοκαλλιέργειας κοινοποιήσει τη δραστηριότητά του/της στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(2α) Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, στις περιπτώσεις στις οποίες η γη έχει αφεθεί σε αγρανάπαυση πριν από την κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 1 τουλάχιστον για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για τη μετατροπή και εφόσον πληρούνται και οι λοιπές απαραίτητες προϋποθέσεις, δεν απαιτείται περίοδος μετατροπής για την εν λόγω γη σε αγρανάπαυση.

3.           Καμία προηγούμενη περίοδος δεν μπορεί να αναγνωριστεί αναδρομικά ότι αποτελεί μέρος της περιόδου μετατροπής.

4.           Τα προϊόντα που παράγονται κατά την περίοδο μετατροπής δεν διατίθενται στην αγορά ως βιολογικά προϊόντα.

5.           Κατά παρέκκλιση του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), κατά τη διάρκεια της περιόδου μετατροπής, η γεωργική εκμετάλλευση μπορεί να διαιρείται σε σαφώς χωριστές μονάδες οι οποίες δεν εφαρμόζουν όλες βιολογική παραγωγή. Όσον αφορά τα ζώα, περιλαμβάνονται διάφορα είδη στη βιολογική παραγωγή κατά τη διάρκεια της περιόδου μετατροπής. Όσον αφορά την υδατοκαλλιέργεια, μπορούν να περιλαμβάνονται τα ίδια είδη, υπό τον όρο ότι υπάρχει ικανοποιητικός διαχωρισμός των χώρων παραγωγής. Όσον αφορά τα φυτά, περιλαμβάνονται διάφορες ποικιλίες που μπορούν να διακριθούν εύκολα στη βιολογική παραγωγή κατά τη διάρκεια της περιόδου μετατροπής.

6.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για τη συμπλήρωση των κανόνων που καθορίζονται στο παρόν άρθρο ή για τη συμπλήρωση και την τροποποίηση των κανόνων που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ σχετικά με τη μετατροπή.

Άρθρο 9

Απαγόρευση χρήσης ΓΤΟ

1.           Δεν χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή ΓΤΟ και προϊόντα παραγόμενα από ή με ΓΤΟ σε τρόφιμα ή ζωοτροφές ή ως τρόφιμα, ζωοτροφές, τεχνολογικά βοηθήματα, φυτοπροστατευτικά προϊόντα, λιπάσματα, βελτιωτικά εδάφους, φυτικό αναπαραγωγικό υλικό, μικροοργανισμοί και ζώα.

2.           Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, όσον αφορά τους ΓΤΟ ή τα προϊόντα που παράγονται από ή με ΓΤΟ για τρόφιμα και ζωοτροφές, οι επιχειρήσεις μπορούν να βασίζονται στις ετικέτες του εκάστοτε προϊόντος ή σε κάθε άλλο συνοδευτικό έγγραφο, που επικολλάται ή παρέχεται σύμφωνα με την οδηγία 2001/18/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[48] ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[49].

3.           Οι επιχειρήσεις μπορούν να υποθέτουν ότι δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ΓΤΟ ή προϊόντα παραγόμενα από ή με ΓΤΟ στην παρασκευή των αγοραζόμενων τροφίμων ή ζωοτροφών, όταν τα εν λόγω προϊόντα δεν φέρουν επισήμανση ή δεν συνοδεύονται από έγγραφο, σύμφωνα με τους κανονισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2, εκτός εάν διαθέτουν άλλες πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες η επισήμανση των εν λόγω προϊόντων δεν συνάδει με τους εν λόγω κανονισμούς.

Άρθρο 10

Κανόνες φυτικής παραγωγής

1.           Οι επιχειρήσεις που παράγουν φυτά ή φυτικά προϊόντα ειδικότερα τηρούν τους ειδικούς κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στο μέρος Ι του παραρτήματος ΙΙ.

2.           Κάθε κράτος μέλος α δημιουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων για την καταγραφή των ποικιλιών και του ετερογενούς υλικού, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. XX/XXX (νομοθεσία για το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό) για τα οποία υπάρχει στο έδαφός του διαθέσιμο φυτικό αναπαραγωγικό υλικό που λαμβάνεται με τη μέθοδο της βιολογικής παραγωγής.

3.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική φυτική παραγωγή, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων φυτικής παραγωγής σχετικά με:

α)      τις καλλιεργητικές πρακτικές·

β)      τη διαχείριση του εδάφους και τη λίπανση·

γ)       την υγεία των φυτών και τη διαχείριση παρασίτων και ζιζανίων·

δ)      τη διαχείριση της παραγωγής μανιταριών και άλλων ειδικών συστημάτων φυτών και φυτικής παραγωγής·

ε)       την προέλευση του φυτικού αναπαραγωγικού υλικού·

στ)     τη συλλογή άγριων φυτών.

4.           Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των τεχνικών λεπτομερειών που σχετίζονται με τη δημιουργία της βάσης δεδομένων η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Άρθρο 11

Κανόνες ζωικής παραγωγής

1.           Οι επιχειρήσεις ζωικής παραγωγής ειδικότερα τηρούν τους ειδικούς κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στο μέρος ΙΙ του παραρτήματος II.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική ζωική παραγωγή, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή τη συμπλήρωση των ειδικών κανόνων ζωικής παραγωγής σχετικά με:

α)      την προέλευση των ζώων·

β)      τον σταβλισμό των ζώων, συμπεριλαμβανομένων των κλειστών και υπαίθριων χώρων ελάχιστου εμβαδού και του μέγιστου αριθμού ζώων ανά εκτάριο·

γ)       τις κτηνοτροφικές πρακτικές·

δ)      την αναπαραγωγή·

ε)       τις ζωοτροφές και τη σίτιση·

στ)     την πρόληψη των ασθενειών και την κτηνιατρική αγωγή.

Άρθρο 12

Κανόνες παραγωγής για τα φύκια και τα ζώα υδατοκαλλιέργειας

1.           Οι επιχειρήσεις που παράγουν φύκια και ζώα υδατοκαλλιέργειας ειδικότερα τηρούν τους ειδικούς κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στο μέρος ΙΙΙ του παραρτήματος ΙΙ.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή φυκιών, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων παραγωγής φυκιών σχετικά με:

α)      την καταλληλότητα του υδάτινου μέσου και το σχέδιο βιώσιμης διαχείρισης·

β)      τη συλλογή άγριων φυκιών·

γ)       την καλλιέργεια φυκιών·

δ)      τα αντιρρυπαντικά μέτρα και τον καθαρισμό του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων παραγωγής.

3.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή ζώων υδατοκαλλιέργειας, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων παραγωγής για τα ζώα υδατοκαλλιέργειας σχετικά με:

α)      την καταλληλότητα του υδάτινου μέσου και το σχέδιο βιώσιμης διαχείρισης·

β)      την προέλευση των ζώων υδατοκαλλιέργειας·

γ)       τις ζωοτεχνικές πρακτικές υδατοκαλλιέργειας, περιλαμβανομένων υδάτινων συστημάτων συγκράτησης, συστημάτων παραγωγής, μέγιστης πυκνότητας των ζώων και, όπου απαιτείται, ελάχιστης πυκνότητας των ζώων·

δ)      την αναπαραγωγή·

ε)       τη διαχείριση των ζώων υδατοκαλλιέργειας·

στ)     τις ζωοτροφές και τη σίτιση·

ζ)       την πρόληψη των ασθενειών και την κτηνιατρική αγωγή.

Άρθρο 13

Κανόνες παραγωγής μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών

1.           Οι επιχειρήσεις που παράγουν μεταποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές ειδικότερα τηρούν τους ειδικούς κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στο μέρος ΙV του παραρτήματος ΙΙ.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων παραγωγής μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών σχετικά με:

α)      τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται·

β)      τα προληπτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται·

γ)       τη σύνθεση και τους όρους χρήσης των μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών, συμπεριλαμβανομένων των επιτρεπόμενων προϊόντων και ουσιών για χρήση σε μεταποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές·

δ)      τα μέτρα καθαρισμού·

ε)       τη διάθεση στην αγορά μεταποιημένων προϊόντων συμπεριλαμβανομένων της επισήμανσης και της ταυτοποίησής τους·

στ)     τον διαχωρισμό των βιολογικών προϊόντων, γεωργικών συστατικών και πρώτων υλών ζωοτροφών από τα μη βιολογικά προϊόντα, γεωργικά συστατικά και πρώτες ύλες ζωοτροφών·

ζ)       τον κατάλογο μη βιολογικών γεωργικών συστατικών που μπορούν κατ’ εξαίρεση να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων προϊόντων·

η)      τον υπολογισμό του ποσοστού γεωργικών συστατικών που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο ii) και στοιχείο β)·

θ)      τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται στη μεταποίηση τροφίμων ή ζωοτροφών.

Άρθρο 14

Κανόνες παραγωγής οίνου

1.           Οι επιχειρήσεις που παράγουν προϊόντα του αμπελοοινικού τομέα ειδικότερα τηρούν τους ειδικούς κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στο μέρος V του παραρτήματος ΙΙ.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή οίνου, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων παραγωγής οίνου σχετικά με τις οινολογικές πρακτικές και περιορισμούς.

Άρθρο 15

Κανόνες παραγωγής για τις ζύμες που χρησιμοποιούνται ως τρόφιμα ή ζωοτροφές

1.           Οι επιχειρήσεις που παράγουν ζύμες προς χρήση ως τρόφιμα ή ζωοτροφές ειδικότερα τηρούν τους ειδικούς κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στο μέρος VI του παραρτήματος ΙΙ.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά την παραγωγή βιολογικής μαγιάς, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των ειδικών κανόνων παραγωγής μαγιάς σχετικά με την επεξεργασία και τα υποστρώματα που χρησιμοποιούνται.

Άρθρο 16

Κανόνες παραγωγής για άλλα προϊόντα

Προκειμένου να ληφθεί υπόψη κάθε μελλοντική ανάγκη ειδικών κανόνων παραγωγής για άλλα προϊόντα από εκείνα που αναφέρονται στα άρθρα 10 έως 15, και προκειμένου να διασφαλισθεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή των εν λόγω πρόσθετων προϊόντων και την προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση του παραρτήματος II σχετικά με ειδικούς κανόνες παραγωγής για τα εν λόγω προϊόντα.

Άρθρο 17

Θέσπιση έκτακτων κανόνων παραγωγής

Προκειμένου να μπορεί να συνεχισθεί ή να ξαναρχίσει η βιολογική παραγωγή σε περίπτωση καταστροφικών συνθηκών και με την επιφύλαξη των αρχών που ορίζονται στο κεφάλαιο II, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για τον καθορισμό των κριτηρίων βάσει των οποίων προσδιορίζονται οι καταστροφικές καταστάσεις και για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισής τους, την παρακολούθηση και τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων.

Άρθρο 18

Συλλογή, συσκευασία, μεταφορά και αποθήκευση

1. Τα βιολογικά προϊόντα συλλέγονται, συσκευάζονται, μεταφέρονται και αποθηκεύονται σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στον παράρτημα III.

2. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα της βιολογικής παραγωγής και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση ή συμπλήρωση των κανόνων που καθορίζονται στο παράρτημα III.

Άρθρο 19

Έγκριση προϊόντων και ουσιών που χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή

1.           Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει ορισμένα προϊόντα και ουσίες προς χρήση στη βιολογική παραγωγή και να τα καταχωρίζει σε περιορισμένους καταλόγους, για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)      ως φυτοπροστατευτικά προϊόντα·

β)      ως λιπάσματα, βελτιωτικά εδάφους και θρεπτικά συστατικά·

γ)       ως πρώτες ύλες ζωοτροφών·

δ)      ως πρόσθετα ζωοτροφών και τεχνολογικά βοηθήματα·

ε)       ως προϊόντα για τον καθαρισμό και την απολύμανση τεχνητών λιμνών, κλωβών, δεξαμενών, αυλάκων εκτροφής, κτηρίων και εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των ζώων·

στ)     ως προϊόντα για τον καθαρισμό και την απολύμανση κτηρίων και εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή φυτών, συμπεριλαμβανομένης της αποθήκευσης σε γεωργική εκμετάλλευση.

Ειδικότερα, η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει ορισμένα προϊόντα και ουσίες προς χρήση στην παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων και να τα καταχωρίζει σε περιορισμένους καταλόγους, για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)      ως πρόσθετα τροφίμων, ένζυμα τροφίμων και τεχνολογικά βοηθήματα·

β)      ως τεχνολογικά βοηθήματα για την παραγωγή μαγιάς και προϊόντων μαγιάς.

2.           Η έγκριση των προϊόντων και των ουσιών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 προς χρήση σε βιολογική παραγωγή εξαρτάται από τις αρχές που καθορίζονται στο κεφάλαιο II και από τα ακόλουθα κριτήρια που αξιολογούνται στο σύνολό τους:

α)      η χρήση τους είναι αναγκαία για τη διαρκή παραγωγή και ουσιώδης για τη σκοπούμενη χρήση της·

β)      όλα τα προϊόντα και οι ουσίες είναι φυτικής, ζωικής, μικροβιακής ή ανόργανης προέλευσης εκτός εάν προϊόντα ή ουσίες από τις πηγές αυτές δεν είναι διαθέσιμα σε επαρκή ποσότητα ή ποιότητα ή εάν δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις·

γ)       στην περίπτωση προϊόντων της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

i)       η χρήση τους είναι ουσιώδης για τον έλεγχο επιβλαβούς οργανισμού για τον οποίο δεν υπάρχουν άλλες βιολογικές, φυσικές ή καλλιεργητικές πρακτικές ή πρακτικές που σχετίζονται με την επιλογή των φυτών, ούτε άλλες αποτελεσματικές διαχειριστικές πρακτικές·

ii)      είναι δυνατό να επιτρέπονται προϊόντα που δεν είναι φυτικής, ζωικής, μικροβιακής ή ανόργανης προέλευσης, ούτε είναι ταυτόσημα με τη φυσική τους μορφή, μόνον εάν οι όροι χρήσης τους αποκλείουν την άμεση επαφή με τα βρώσιμα μέρη της καλλιέργειας·

δ)      στην περίπτωση προϊόντων της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), η χρήση τους είναι ουσιώδης για την επίτευξη ή τη διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους ή για την κάλυψη συγκεκριμένων διατροφικών αναγκών των καλλιεργειών, ή για συγκεκριμένους σκοπούς βελτίωσης του εδάφους·

ε)       στην περίπτωση προϊόντων της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία γ) και δ), εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

i)       η χρήση τους είναι απαραίτητη για να διατηρούνται η υγεία, οι καλές συνθήκες διαβίωσης και η ζωτικότητα των ζώων και να επιτυγχάνεται κατάλληλη διατροφή η οποία να καλύπτει τις φυσιολογικές και συμπεριφορικές ανάγκες του συγκεκριμένου είδους, ή η χρήση τους είναι απαραίτητη για την παραγωγή ή τη διατήρηση των ζωοτροφών διότι η παραγωγή ή διατήρηση των ζωοτροφών δεν είναι δυνατή χωρίς χρήση των ουσιών αυτών·

ii)      οι ζωοτροφές ανόργανης προέλευσης, τα ιχνοστοιχεία, οι βιταμίνες ή οι προβιταμίνες είναι φυσικής προέλευσης, εκτός αν προϊόντα ή ουσίες από τις πηγές αυτές δεν είναι διαθέσιμα σε επαρκή ποσότητα ή ποιότητα ή εάν δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις.

Η έγκριση των προϊόντων και των ουσιών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 προς χρήση στην παραγωγή βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων εξαρτάται από τις αρχές που καθορίζονται στο κεφάλαιο II και τα ακόλουθα κριτήρια που αξιολογούνται στο σύνολό τους:

α)      δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις εγκεκριμένες σύμφωνα με το παρόν άρθρο·

β)      είναι αδύνατη η παραγωγή ή η διατήρηση του τροφίμου ή η τήρηση συγκεκριμένων διαιτητικών απαιτήσεων βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας χωρίς τη χρήση των εν λόγω προϊόντων και ουσιών·

γ)       απαντώνται στη φύση και μπορούν να έχουν υποβληθεί μόνο σε μηχανική, φυσική, βιολογική, ενζυματική ή μικροβιακή διεργασία, εκτός εάν τα προϊόντα και οι ουσίες από αυτές τις πηγές δεν υπάρχουν σε ικανοποιητική ποσότητα ή ποιότητα.

Η έγκριση της χρήσης συνθετικών χημικών προϊόντων ή ουσιών περιορίζεται αυστηρά σε περιπτώσεις στις οποίες η χρήση εξωτερικών εισροών που αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο στ) θα συντελούσε στην πρόκληση απαράδεκτων περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

3.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα, η ιχνηλασιμότητα και η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη βιολογική παραγωγή γενικότερα και την παραγωγή μεταποιημένων βιολογικών τροφίμων ειδικότερα, καθώς και η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για τον καθορισμό πρόσθετων κριτηρίων για την έγκριση ή ανάκληση της έγκρισης των προϊόντων και ουσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προς χρήση στη βιολογική παραγωγή γενικότερα και στην παραγωγή μεταποιημένων βιολογικών τροφίμων ειδικότερα, καθώς και άλλων απαιτήσεων και προϋποθέσεων για τη χρήση των εν λόγω εγκεκριμένων προϊόντων και ουσιών.

4.           Όταν ένα κράτος μέλος κρίνει ότι ένα προϊόν ή μια ουσία πρέπει να προστεθεί στον κατάλογο εγκεκριμένων προϊόντων και ουσιών της παραγράφου 1, ή να διαγραφεί από αυτόν, ή ότι θα πρέπει να τροποποιηθούν οι προδιαγραφές χρήσης που αναφέρονται στους κανόνες παραγωγής, τότε το εν λόγω κράτος μέλος διασφαλίζει την επίσημη διαβίβαση, στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη, φακέλου που περιλαμβάνει την αιτιολόγηση της προσθήκης, της διαγραφής ή των τροποποιήσεων.

Τα αιτήματα τροποποίησης ή απόσυρσης δημοσιεύονται από τα κράτη μέλη.

5.           Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την έγκριση ή ανάκληση της έγκρισης προϊόντων και ουσιών που μπορούν να χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή γενικότερα και προϊόντων και ουσιών που μπορούν να χρησιμοποιούνται στην παραγωγή μεταποιημένων βιολογικών τροφίμων ειδικότερα, και για τον καθορισμό των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται για την έγκριση και την κατάρτιση των καταλόγων των εν λόγω προϊόντων και ουσιών και, εφόσον απαιτείται, την περιγραφή τους, τις απαιτήσεις σύνθεσης και τους όρους χρήσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Άρθρο 20

Παρουσία μη εγκεκριμένων προϊόντων ή ουσιών

1.           Τα προϊόντα στα οποία ανιχνεύεται η παρουσία προϊόντων ή ουσιών που δεν έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 19 και σε ποσότητα πάνω από τα καθορισμένα επίπεδα, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την οδηγία 2006/125/ΕΚ, δεν διατίθενται στο εμπόριο ως βιολογικά.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, η αποδοτικότητα και η διαφάνεια του συστήματος βιολογικής παραγωγής και επισήμανσης, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τα ειδικά κριτήρια και τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή των επιπέδων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και σχετικά με τον καθορισμό των εν λόγω επιπέδων και την προσαρμογή τους βάσει των τεχνικών εξελίξεων.

3.           Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 211 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, και με την επιφύλαξη της έγκρισης από την Επιτροπή χωρίς την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2 ή 3 του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν εθνικές ενισχύσεις για την αποζημίωση των γεωργών για τις ζημίες που έχουν υποστεί λόγω μόλυνσης των γεωργικών προϊόντων τους από μη επιτρεπόμενα προϊόντα ή ουσίες, η οποία δεν τους επιτρέπει να διαθέσουν στην αγορά τα εν λόγω προϊόντα ως βιολογικά, υπό την προϋπόθεση ότι οι γεωργοί έχουν λάβει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για την πρόληψη του κινδύνου μόλυνσης. Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τα μέσα της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής για την κάλυψη μέρους ή του συνόλου των ζημιών αυτών.

Κεφάλαιο IV

Επισήμανση

Άρθρο 21

Χρήση όρων που αναφέρονται στη βιολογική παραγωγή

1.           Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα προϊόν θεωρείται ότι φέρει ενδείξεις σχετικές με τη βιολογική παραγωγή όταν, στην επισήμανση, στο διαφημιστικό υλικό ή στα εμπορικά έγγραφα, το προϊόν, τα συστατικά του ή οι πρώτες ύλες ζωοτροφών περιγράφονται με όρους που επιτρέπουν στον αγοραστή να συμπεράνει ότι το προϊόν, τα συστατικά του ή οι πρώτες ύλες ζωοτροφών έχουν παραχθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, οι όροι που απαριθμούνται στο παράρτημα IV, καθώς και τα παράγωγα ή τα υποκοριστικά τους, όπως «βιο» και «οικο», μπορούν να χρησιμοποιούνται, μόνα ή σε συνδυασμό, σε όλη την έκταση της Ένωσης και σε οποιαδήποτε γλώσσα που περιλαμβάνεται στο εν λόγω παράρτημα για την επισήμανση και τη διαφήμιση προϊόντων που πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2.           Για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν χρησιμοποιούνται πουθενά στην Ένωση, σε καμία γλώσσα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα IV, για την επισήμανση, τη διαφήμιση και τα εμπορικά έγγραφα προϊόντων που δεν πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Επιπλέον, στην επισήμανση ή τη διαφήμιση δεν χρησιμοποιούνται όροι ή πρακτικές, συμπεριλαμβανομένων των όρων εμπορικών σημάτων, που υπάρχει πιθανότητα να παραπλανήσουν τον καταναλωτή ή τον χρήστη υπονοώντας ότι ένα προϊόν ή τα συστατικά του πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

3.           Όσον αφορά τα μεταποιημένα τρόφιμα, οι όροι της παραγράφου 1 μπορούν να χρησιμοποιούνται:

α)      στην περιγραφή πώλησης, υπό την προϋπόθεση ότι:

i)       το μεταποιημένο τρόφιμο τηρεί τους κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στο μέρος IV του παραρτήματος II·

ii)      τουλάχιστον το 95% κατά βάρος των γεωργικών συστατικών του είναι βιολογικά·

β)      στον κατάλογο συστατικών, μόνο αν λιγότερο από το 95% των γεωργικών συστατικών είναι βιολογικά και υπό τον όρο ότι τα εν λόγω συστατικά είναι σύμφωνα με τους κανόνες παραγωγής που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Ο κατάλογος των συστατικών που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) προσδιορίζει τα συστατικά που είναι βιολογικά. Η αναφορά στη βιολογική παραγωγή μπορεί να εμφανίζεται μόνο σε σχέση με τα βιολογικά συστατικά. Στον εν λόγω κατάλογο συστατικών περιλαμβάνεται ένδειξη του συνολικού ποσοστού βιολογικών συστατικών σε σχέση με τη συνολική ποσότητα γεωργικών συστατικών.

Οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και η ένδειξη του ποσοστού που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου εμφαίνονται στον κατάλογο συστατικών με το ίδιο χρώμα, το ίδιο μέγεθος και γραμματοσειρά με τις άλλες ενδείξεις.

4.           Προκειμένου να εξασφαλιστεί σαφήνεια για τους καταναλωτές και η δέουσα ενημέρωσή τους, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με την προσαρμογή του καταλόγου όρων που παρατίθεται στο παράρτημα IV λαμβάνοντας υπόψη τις γλωσσικές εξελίξεις εντός των κρατών μελών και σχετικά με τον καθορισμό ειδικών απαιτήσεων για την επισήμανση και τη σύνθεση που ισχύουν για τις ζωοτροφές και τα συστατικά τους.

Άρθρο 22

Υποχρεωτικές ενδείξεις

1.           Εφόσον χρησιμοποιούνται όροι αναφερόμενοι στο άρθρο 21 παράγραφος 1:

α)      ο κωδικός αριθμός της αρχής ελέγχου ή του φορέα ελέγχου που πραγματοποίησε την πλέον πρόσφατη εργασία παραγωγής ή παρασκευής, στον οποίο υπάγεται η επιχείρηση, εμφαίνεται επίσης στην επισήμανση·

β)      το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 23 όσον αφορά τα προσυσκευασμένα τρόφιμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011, εμφαίνεται επίσης στη συσκευασία.

2.           Όταν χρησιμοποιείται το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένδειξη του τόπου όπου καλλιεργήθηκαν οι γεωργικές πρώτες ύλες από τις οποίες αποτελείται το προϊόν, εμφαίνεται επίσης στο ίδιο οπτικό πεδίο με το λογότυπο και λαμβάνει μία από τις ακόλουθες μορφές, ανάλογα με την περίπτωση:

α)      «Γεωργία ΕΕ», εφόσον η γεωργική πρώτη ύλη έχει παραχθεί στην Ένωση·

β)      «Γεωργία εκτός ΕΕ», εφόσον η γεωργική πρώτη ύλη έχει παραχθεί σε τρίτες χώρες·

γ)      «Γεωργία ΕΕ/εκτός ΕΕ», όταν μέρος των γεωργικών πρώτων υλών έχει παραχθεί στην Ένωση και μέρος τους έχει παραχθεί σε τρίτη χώρα.

Ο όρος «Γεωργία» μπορεί να αντικαθίσταται από τον όρο «Υδατοκαλλιέργεια» όπου απαιτείται.

Η ένδειξη «ΕΕ» ή «εκτός ΕΕ» μπορεί να αντικαθίσταται ή να συμπληρώνεται από το όνομα μιας χώρας εάν όλες οι γεωργικές πρώτες ύλες από τις οποίες αποτελείται το προϊόν έχουν παραχθεί στη συγκεκριμένη χώρα.

Όσον αφορά την ένδειξη «ΕΕ» ή «εκτός ΕΕ», είναι δυνατό να μη λαμβάνονται υπόψη μικρές ποσότητες συστατικών εφόσον η συνολική ποσότητα των συστατικών που δεν λαμβάνονται υπόψη δεν υπερβαίνει το 5% της συνολικής ποσότητας γεωργικών πρώτων υλών.

Η ένδειξη «ΕΕ» ή «εκτός ΕΕ», δεν αναγράφεται με εμφανέστερο χρώμα, μέγεθος και γραμματοσειρά από το όνομα του τροφίμου.

3.           Οι ενδείξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου καθώς και στο άρθρο 23 παράγραφος 3 αναγράφονται σε εμφανές σημείο ώστε να είναι εύκολα ορατές, ευανάγνωστες και ανεξίτηλες.

4.           Προκειμένου να εξασφαλιστεί σαφήνεια για τους καταναλωτές και η δέουσα ενημέρωσή τους, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για τη θέσπιση περαιτέρω κανόνων για την επισήμανση και τη χρήση των ενδείξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) και στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 23 παράγραφος 3.

5.           Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τα ακόλουθα:

ιβ)     ειδικές και πρακτικές ρυθμίσεις για την εμφάνιση, τη σύνθεση και το μέγεθος των ενδείξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) και στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, καθώς και στο άρθρο 23 παράγραφος 3·

ιγ)     την απόδοση κωδικών αριθμών στις αρχές και τους φορείς ελέγχου·

ιδ)     την ένδειξη του τόπου παραγωγής των γεωργικών πρώτων υλών, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και με το άρθρο 232 παράγραφος 3.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Άρθρο 23

Λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1.           Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να χρησιμοποιείται στην επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση προϊόντων που πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2.           Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί επίσημη βεβαίωση σύμφωνα με τα άρθρα 85 και 90 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους].

3.           Η χρήση του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι προαιρετική για προϊόντα που εισάγονται από τρίτες χώρες. Επιπλέον, όταν το συγκεκριμένο λογότυπο εμφαίνεται στην ετικέτα, εμφαίνεται στην ετικέτα και η ένδειξη που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2.

4.           Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακολουθεί το πρότυπο που παρατίθεται στο παράρτημα V και είναι σύμφωνο με τους κανόνες που καθορίζονται στο εν λόγω παράρτημα.

5.           Τα εθνικά και τα ιδιωτικά λογότυπα μπορούν να χρησιμοποιούνται στην επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση προϊόντων που είναι σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

6.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η σαφήνεια για τους καταναλωτές και να εξασφαλίζεται η κατάλληλη ενημέρωσή τους, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για την τροποποίηση του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των σχετικών κανόνων που παρατίθενται στο παράρτημα V.

Κεφάλαιο V

Πιστοποίηση βιολογικής παραγωγής

Άρθρο 24

Σύστημα πιστοποίησης βιολογικής παραγωγής

1.           Οι επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων που παράγουν, παρασκευάζουν ή αποθηκεύουν βιολογικά προϊόντα, εισάγουν τέτοια προϊόντα από τρίτη χώρα ή εξάγουν τέτοια προϊόντα σε τρίτη χώρα ή διαθέτουν τέτοια προϊόντα στην αγορά, πριν από τη διάθεση προϊόντων στην αγορά ως βιολογικών ή πριν από τη μετατροπή, κοινοποιούν τη δραστηριότητά τους στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους (ή των κρατών μελών) όπου διεξάγεται η δραστηριότητα.

2.           Όταν οι επιχειρήσεις ή ομάδες επιχειρήσεων αναθέτουν οποιαδήποτε εκ των δραστηριοτήτων τους σε τρίτον, τόσο οι επιχειρήσεις και ομάδες επιχειρήσεων όσο και ο τρίτος στον οποίον ανατίθενται δραστηριότητες συμμορφώνονται με την παράγραφο 1.

3.           Οι επιχειρήσεις και ομάδες επιχειρήσεων τηρούν αρχείο των διαφόρων δραστηριοτήτων που ασκούν, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

4.           Οι αρμόδιες αρχές τηρούν ενημερωμένο κατάλογο που περιλαμβάνει τις επωνυμίες και τις διευθύνσεις των επιχειρήσεων και των ομάδων επιχειρήσεων που έχουν κοινοποιήσει τις δραστηριότητές τους σύμφωνα με την παράγραφο 1 και δημοσιοποιούν τον εν λόγω κατάλογο, καθώς και τις πληροφορίες σχετικά με τα πιστοποιητικά βιολογικής παραγωγής τους όπως αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 1. Οι αρμόδιες αρχές τηρούν τις απαιτήσεις για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[50].

5.           Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημοσιοποίηση των τελών που μπορούν να εισπράττονται από τις αρμόδιες αρχές, τις αρχές ελέγχου ή τους φορείς ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 76 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XX/XXXX (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους).

6.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, η αποδοτικότητα και η διαφάνεια του συστήματος βιολογικής παραγωγής και επισήμανσης, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τις απαιτήσεις για την τήρηση αρχείων, τις απαιτήσεις για τη δημοσίευση του καταλόγου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου και τις απαιτήσεις και τις εφαρμοστέες διαδικασίες για τη δημοσιοποίηση των τελών που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου και για την εποπτεία της εφαρμογής των εν λόγω τελών από τις αρμόδιες αρχές.

7.           Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την παροχή λεπτομερειών και διευκρινίσεων σχετικά με το περιεχόμενο, τη μορφή και τον τρόπο κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και τη μορφή της δημοσιοποίησης των τελών που αναφέρονται στην παράγραφο 5. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Άρθρο 25

Πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής

1.           Οι επιχειρήσεις και ομάδες επιχειρήσεων που έχουν κοινοποιήσει τη δραστηριότητά τους σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 και συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό δικαιούνται να λάβουν πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής. Το πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής, το οποίο εκδίδεται σε ηλεκτρονική μορφή όποτε είναι δυνατό, επιτρέπει τουλάχιστον την αναγνώριση της επιχείρησης ή ομάδας επιχειρήσεων, τον τύπο ή το φάσμα των προϊόντων που καλύπτονται από το πιστοποιητικό και την περίοδο ισχύος του.

2.           Το πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής αποτελεί επίσημη πιστοποίηση κατά την έννοια των άρθρων 85 και 86 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους).

3.           Οι επιχειρήσεις και ομάδες επιχειρήσεων δεν δικαιούνται να λάβουν πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής από διαφορετικές αρχές ελέγχου ή φορείς ελέγχου για την ίδια ομάδα προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες οι εν λόγω επιχειρήσεις και ομάδες επιχειρήσεων δραστηριοποιούνται σε διαφορετικά στάδια της παραγωγής, της παρασκευής και της διανομής.

4.           Τα μέλη ομάδας επιχειρήσεων δεν δικαιούνται να λάβουν επιμέρους πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής για οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που καλύπτονται από την πιστοποίηση της ομάδας.

5.           Οι επιχειρήσεις επαληθεύουν συστηματικά το πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής των επιχειρήσεων που είναι προμηθευτές τους.

6.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα, η αποδοτικότητα και η διαφάνεια του συστήματος βιολογικής παραγωγής και επισήμανσης, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τα κριτήρια καθορισμού των ομάδων προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 26

Ομάδα επιχειρήσεων

1.           Κάθε ομάδα επιχειρήσεων καταρτίζει σύστημα εσωτερικών ελέγχων. Το εν λόγω σύστημα περιλαμβάνει ένα σαφώς καθορισμένο σύνολο ελεγκτικών δραστηριοτήτων και διαδικασιών, σύμφωνα με το οποίο ένα αναγνωρισμένο πρόσωπο ή φορέας είναι υπεύθυνος για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης κάθε μέλους της ομάδας με τον παρόντα κανονισμό.

2.           Οι ανεπάρκειες σε σχέση με τη κατάρτιση ή τη λειτουργία του συστήματος εσωτερικών ελέγχων που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ιδίως όσον αφορά τις ελλείψεις ως προς τον εντοπισμό ή την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης μεμονωμένων μελών της ομάδας επιχειρήσεων που θίγουν την ακεραιότητα των βιολογικών προϊόντων, μπορούν να οδηγήσουν στην ανάκληση της πιστοποίησης βιολογικής παραγωγής για ολόκληρη την ομάδα.

3.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία της πιστοποίησης μιας ομάδας επιχειρήσεων, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τις ευθύνες των μεμονωμένων μελών μιας ομάδας επιχειρήσεων, τη σύνθεση και το μέγεθος μιας ομάδας επιχειρήσεων, οι κατηγορίες προϊόντων που πρόκειται να παραχθούν από μια ομάδα επιχειρήσεων, τις προϋποθέσεις συμμετοχής σε ομάδα επιχειρήσεων, τη συγκρότηση και λειτουργία του συστήματος εσωτερικών ελέγχων της ομάδας, περιλαμβανομένης της εμβέλειας, του περιεχομένου και της συχνότητας των ελέγχων που πρέπει να διενεργούνται.

4.           Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ μιας ομάδας επιχειρήσεων και της αρμόδιας αρχής ή αρχών, των αρχών ή φορέων ελέγχου και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Κεφάλαιο VI

Εμπόριο με τρίτες χώρες

Άρθρο 27

Εξαγωγή βιολογικών προϊόντων

1.           Ένα προϊόν μπορεί να εξάγεται από την Ένωση ως βιολογικό και να φέρει το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφόσον πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Ωστόσο, ένα προϊόν το οποίο προορίζεται να εξαχθεί ως βιολογικό σε τρίτη χώρα που είναι αναγνωρισμένη σύμφωνα με το άρθρο 31 μπορεί να εξαχθεί στην εν λόγω τρίτη χώρα εφόσον πληροί τις απαιτήσεις της εν λόγω τρίτης χώρας για διάθεση στην αγορά ως βιολογικό στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.

2.           Προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία άνισων όρων ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις όταν εξάγουν σε τρίτες χώρες, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με ειδικούς κανόνες για τις εξαγωγές βιολογικών προϊόντων σε τρίτη χώρα που είναι αναγνωρισμένη σύμφωνα με το άρθρο 31.

3.           Προκειμένου να διασφαλιστεί ο υγιής ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με έγγραφα που προορίζονται για τις τελωνειακές αρχές τρίτων χωρών ιδίως όσον αφορά το πιστοποιητικό εξαγωγής βιολογικών προϊόντων το οποίο εκδίδεται σε ηλεκτρονική μορφή όποτε είναι δυνατό και παρέχει διαβεβαίωση ότι τα εξαγόμενα βιολογικά προϊόντα πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 28

Εισαγωγή βιολογικών προϊόντων

1.           Ένα προϊόν μπορεί να εισαχθεί από τρίτη χώρα προκειμένου να διατεθεί στην αγορά εντός της Ένωσης ως βιολογικό εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)      το προϊόν είναι βιολογικό προϊόν όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1·

β)      το προϊόν:

i)       συμμορφώνεται με τα κεφάλαια II, III και IV και όλες οι επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των εξαγωγικών στην αντίστοιχη τρίτη χώρα, έχουν υποβληθεί σε έλεγχο από αρχές ή φορείς ελέγχου αναγνωρισμένους σύμφωνα με το άρθρο 29· ή

ii)      προέρχεται από τρίτη χώρα η οποία είναι αναγνωρισμένη σύμφωνα με:

– το άρθρο 30· ή

– το άρθρο 31·

γ)      οι επιχειρήσεις σε τρίτες χώρες είναι σε θέση να παρέχουν ανά πάσα στιγμή, στους εισαγωγείς ή τις εθνικές αρχές, πληροφορίες που να επιτρέπουν την ταυτοποίηση της επιχείρησης η οποία διεξήγαγε την τελευταία πράξη με στόχο τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας του βιολογικού προϊόντος.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ιχνηλασιμότητα των εισαγόμενων προϊόντων που προορίζονται να διατεθούν στην αγορά εντός της Ένωσης ως βιολογικά, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τα έγγραφα που απαιτούνται για τους σκοπούς της εισαγωγής, τα οποία εκδίδονται σε ηλεκτρονική μορφή όποτε είναι δυνατό.

3.           Η τήρηση των προϋποθέσεων και μέτρων για την εισαγωγή βιολογικών προϊόντων στην Ένωση εξακριβώνεται σε συνοριακούς σταθμούς ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους). Οι φυσικοί έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού διενεργούνται με συχνότητα που εξαρτάται από τον κίνδυνο μη συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 29

Αναγνώριση αρχών ελέγχου και φορέων ελέγχου

1.           Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την αναγνώριση, ή την ανάκληση της αναγνώρισης, των αρχών ελέγχου και των φορέων ελέγχου που πληρούν τα κριτήρια που καθορίζονται σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία έχει εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 7, και που είναι αρμόδιοι να διενεργούν ελέγχους σε τρίτες χώρες, καθώς και για την κατάρτιση καταλόγου των εν λόγω αρχών και φορέων ελέγχου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

2.           Οι φορείς ελέγχου διαπιστεύονται σύμφωνα με το αντίστοιχο εναρμονισμένο πρότυπο για την «Αξιολόγηση της συμμόρφωσης – Απαιτήσεις για φορείς πιστοποίησης προϊόντων, διεργασιών και υπηρεσιών», του οποίου τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.           Η διαπίστευση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 μπορεί να χορηγηθεί μόνον από:

α)      εθνικό οργανισμό διαπίστευσης στην Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[51]· ή

β)      οργανισμό διαπίστευσης εκτός της Ένωσης ο οποίος είναι συμβαλλόμενο μέρος πολυμερούς συμφωνίας αναγνώρισης υπό την αιγίδα του Διεθνούς Φόρουμ Διαπίστευσης.

4.           Όταν εξετάζει τις αιτήσεις αναγνώρισης, η Επιτροπή καλεί την αρχή ή τον φορέα ελέγχου να παράσχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες.

Οι αναγνωρισμένοι φορείς ελέγχου ή αρχές ελέγχου παρέχουν το πιστοποιητικό που εκδίδει ο οργανισμός διαπίστευσης ή, αντιστοίχως την έκθεση αξιολόγησης που εκδίδει η αρμόδια αρχή και, κατά περίπτωση, εκθέσεις σχετικά με την τακτική επιτόπου αξιολόγηση, εποπτεία και πολυετή επανεκτίμηση των δραστηριοτήτων τους.

5.           Με βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή εξασφαλίζει τη δέουσα εποπτεία των αναγνωρισμένων αρχών και φορέων ελέγχου με τακτική επανεξέταση της αναγνώρισής τους. Για τους σκοπούς της εν λόγω εποπτείας, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες από τους οργανισμούς διαπίστευσης ή, κατά περίπτωση, από τις αρμόδιες αρχές.

6.           Η φύση της εποπτείας καθορίζεται βάσει εκτίμησης του κινδύνου μη συμμόρφωσης.

7.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφάνεια των διαδικασιών αναγνώρισης και εποπτείας, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τα κριτήρια που πρέπει να εφαρμόζονται για την αναγνώριση, ή την ανάκληση της αναγνώρισης, των αρχών και φορέων ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και σχετικά με την άσκηση της εποπτείας από την Επιτροπή, μεταξύ άλλων και μέσω επιτόπιας εξέτασης.

8.           Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη διασφάλιση της εφαρμογής μέτρων σε σχέση με περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που θίγουν την ακεραιότητα των βιολογικών προϊόντων που εισάγονται δυνάμει της αναγνώρισης που προβλέπεται στο παρόν άρθρο ή σε σχέση με υπόνοιες τέτοιων περιπτώσεων. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να συνίστανται συγκεκριμένα στην επαλήθευση της ακεραιότητας των βιολογικών προϊόντων πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά εντός της Ένωσης και, όπου απαιτείται, στην αναστολή της έγκρισης για τη διάθεση τέτοιων προϊόντων ως βιολογικών στην αγορά εντός της Ένωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

9.           Για δεόντως δικαιολογημένους επιτακτικούς λόγους έκτακτης ανάγκης που αφορούν την προστασία από αθέμιτες πρακτικές ή πρακτικές που δεν συνάδουν με τις αρχές και τους κανόνες βιολογικής παραγωγής, την προστασία της εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή την προστασία του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, η Επιτροπή εκδίδει άμεσα εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 3 για τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 8 του παρόντος άρθρου ή την απόφαση ανάκλησης της αναγνώρισης των αρχών και φορέων ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 30

Ισοδυναμία βάσει εμπορικής συμφωνίας

Αναγνωρισμένη τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii) πρώτη περίπτωση είναι μια τρίτη χώρα για την οποία Ένωση έχει αναγνωρίσει βάσει εμπορικής συμφωνίας ότι διαθέτει σύστημα παραγωγής που ανταποκρίνεται στους ίδιους στόχους και στις ίδιες αρχές με την εφαρμογή κανόνων που διασφαλίζουν το ίδιο επίπεδο εξασφάλισης της συμμόρφωσης με τους κανόνες της Ένωσης.

Άρθρο 31

Ισοδυναμία βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007

1.           Αναγνωρισμένη τρίτη χώρα όπως αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii) δεύτερη περίπτωση είναι μια τρίτη χώρα η οποία έχει αναγνωριστεί για τον σκοπό της ισοδυναμίας σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αναγνωρίζονται βάσει του μεταβατικού μέτρου που προβλέπεται στο άρθρο 40.

Η αναγνώριση των τρίτων χωρών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο λήγει στις [να προστεθεί ημερομηνία που αντιστοιχεί σε 5 έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού].

2.           Με βάση τις ετήσιες εκθέσεις που αποστέλλονται στην Επιτροπή, έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, από τις τρίτες χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σχετικά με την εφαρμογή και την επιβολή της εφαρμογής των μέτρων ελέγχου των εν λόγω χωρών, η Επιτροπή, επικουρούμενη από τα κράτη μέλη, εξασφαλίζει τη δέουσα εποπτεία των αναγνωρισμένων τρίτων χωρών με τακτική επανεξέταση της αναγνώρισής τους. Η φύση της εποπτείας καθορίζεται βάσει εκτίμησης του κινδύνου μη συμμόρφωσης.

3.           Οι φορείς ελέγχου που διενεργούν ελέγχους στις τρίτες χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διαπιστεύονται σύμφωνα με το αντίστοιχο εναρμονισμένο πρότυπο για την «Αξιολόγηση της συμμόρφωσης – Απαιτήσεις για φορείς πιστοποίησης προϊόντων, διεργασιών και υπηρεσιών», του οποίου τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν η διαπίστευση δεν χορηγείται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης στην Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008, μπορεί να χορηγηθεί μόνον από οργανισμό διαπίστευσης εκτός της Ένωσης ο οποίος είναι συμβαλλόμενο μέρος πολυμερούς συμφωνίας αναγνώρισης υπό την αιγίδα του Διεθνούς Φόρουμ Διαπίστευσης.

4.           Η Επιτροπή καταρτίζει, με εκτελεστική πράξη, κατάλογο των τρίτων χωρών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και μπορεί να τροποποιεί τον εν λόγω κατάλογο με εκτελεστικές πράξεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

5.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαχείριση του καταλόγου τρίτων χωρών που αναφέρεται στην παράγραφο 4, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τις απαραίτητες πληροφορίες που πρέπει να αποστέλλουν οι εν λόγω τρίτες χώρες για την εποπτεία της αναγνώρισής τους από την Επιτροπή, καθώς και για την άσκηση της εν λόγω εποπτείας από την Επιτροπή, μεταξύ άλλων και μέσω επιτόπιας εξέτασης.

6.           Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη διασφάλιση της εφαρμογής των μέτρων σε σχέση με περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που θίγουν την ακεραιότητα των βιολογικών προϊόντων που εισάγονται από τρίτες χώρες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο ή σε σχέση με υπόνοιες τέτοιων περιπτώσεων. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να συνίστανται συγκεκριμένα στην επαλήθευση της ακεραιότητας των βιολογικών προϊόντων πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά εντός της Ένωσης και, όπου απαιτείται, την αναστολή της έγκρισης για τη διάθεση τέτοιων προϊόντων ως βιολογικών στην αγορά εντός της Ένωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Κεφάλαιο VII

Γενικές διατάξεις

Τμήμα 1

Ελεύθερη κυκλοφορία των βιολογικών προϊόντων

Άρθρο 32

Μη απαγόρευση και μη περιορισμός της εμπορίας βιολογικών προϊόντων

1.           Οι αρμόδιες αρχές, οι αρχές ελέγχου και οι φορείς ελέγχου δεν δύνανται να απαγορεύουν ή να περιορίζουν την εμπορία βιολογικών προϊόντων που έχουν ελεγχθεί από άλλη αρμόδια αρχή, αρχή ελέγχου ή φορέα ελέγχου εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος, επικαλούμενα λόγους που έχουν σχέση με την παραγωγή, την επισήμανση ή την παρουσίαση των προϊόντων, εφόσον τα προϊόντα αυτά πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ειδικότερα, δεν επιτρέπεται να διενεργούνται άλλοι επίσημοι έλεγχοι και άλλες επίσημες δραστηριότητες πλην των προβλεπόμενων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) ούτε να εισπράττονται άλλα τέλη για επίσημους ελέγχους και άλλες επίσημες δραστηριότητες πλην των προβλεπόμενων βάσει του άρθρου 76 του εν λόγω κανονισμού.

2.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της ενιαίας αγοράς και του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των βιολογικών προϊόντων για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Τμήμα 2

πληροφορηση και υποβολη εκθεσεων

Άρθρο 33

Πληροφορίες σχετικά με τον τομέα βιολογικής παραγωγής και το εμπόριο

1.           Κάθε έτος, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις απαιτούμενες πληροφορίες για την εφαρμογή και την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2.           Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με το σύστημα που πρέπει να χρησιμοποιείται για τη διαβίβαση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα λεπτομερή στοιχεία των πληροφοριών που πρέπει να διαβιβάζονται και την ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να διαβιβάζονται οι εν λόγω πληροφορίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

Άρθρο 34

Πληροφορίες σχετικά με τις αρμόδιες αρχές, τις αρχές ελέγχου και τους φορείς ελέγχου

1.           Τα κράτη μέλη τηρούν κατάλογο που ενημερώνεται σε τακτική βάση, ο οποίος περιλαμβάνει:

α)      τις ονομασίες και τις διευθύνσεις των αρμόδιων αρχών·

β)      τις ονομασίες και τις διευθύνσεις των αρχών και των φορέων ελέγχου και τους κωδικούς αριθμούς τους.

Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν τον κατάλογο που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου.

2.           Η Επιτροπή δημοσιεύει σε ετήσια βάση στο διαδίκτυο τον κατάλογο των αρχών και φορέων ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

Άρθρο 35

Έκθεση

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη διαθεσιμότητα βιολογικού φυτικού αναπαραγωγικού υλικού και ζώων αναπαραγωγής.

Κεφάλαιο VIII

Διαδικαστικές, μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Τμήμα 1

Διαδικαστικές διατάξεις

Άρθρο 36

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.           Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

2.           Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο [……….] μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που καθορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία η οποία προσδιορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος οιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που είναι ήδη σε ισχύ.

3.           Η Επιτροπή, αμέσως μετά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

4.           Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του […..] τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχουν αντιταχθεί σε αυτήν ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο, εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ή εφόσον, πριν από την παρέλευση της εν λόγω χρονικής περιόδου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν σκοπεύουν να προβάλουν αντίρρηση. Με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες.

Άρθρο 37

Διαδικασία επιτροπής

1.           Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή αποκαλούμενη «επιτροπή βιολογικής παραγωγής», η οποία αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (EΕ) αριθ. 182/2011.

2.           Οσάκις γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.           Οσάκις γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού.

Τμήμα 2

Καταργηση, τροποποιησεις, μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 38

Καταργούμενες διατάξεις

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 834/2007 καταργείται.

Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 834/2007 εξακολουθεί να εφαρμόζεται για την ολοκλήρωση της εξέτασης των εκκρεμών αιτήσεων από τρίτες χώρες, όπως προβλέπεται στο άρθρο 42 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 39

Μεταβατικά μέτρα σχετικά με τη μετατροπή σε βιολογική γεωργία

Για να διασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση από το παλαιό στο νέο νομικό πλαίσιο, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με κανόνες που προβλέπουν παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 3 όσον αφορά τις περιόδους μετατροπής για τους γεωργούς που ξεκινούν τη διαδικασία μετατροπής πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 40

Μεταβατικά μέτρα σχετικά με την προέλευση του φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού, των ζώων αναπαραγωγής και των νεαρών ζώων υδατοκαλλιέργειας

Προκειμένου να διασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση από τους κανόνες σχετικά με τη βιολογική προέλευση του φυτικού αναπαραγωγικού υλικού, οι οποίοι προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, των ζώων αναπαραγωγής, οι οποίοι προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του εν λόγω κανονισμού και των νεαρών ζώων υδατοκαλλιέργειας, οι οποίοι προβλέπονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του εν λόγω κανονισμού, και την εξαίρεση από τους κανόνες παραγωγής την οποία ενέκρινε η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, στους νέους κανόνες παραγωγής φυτών και φυτικών προϊόντων, ζωικής παραγωγής και φυκιών και ζώων υδατοκαλλιέργειας που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1, αντιστοίχως, του παρόντος κανονισμού, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 για τη χορήγηση παρεκκλίσεων στις περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητη για την εξασφάλιση πρόσβασης σε φυτικό αναπαραγωγικό υλικό, ζώντα ζώα αναπαραγωγής και νεαρά ζώα υδατοκαλλιέργειας που μπορούν να χρησιμοποιούνται στη βιολογική παραγωγή. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου παύουν να ισχύουν στις 31 Δεκεμβρίου 2021.

Άρθρο 41

Μεταβατικά μέτρα σχετικά με τις αρχές και τους φορείς ελέγχου που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007

1.           Η αναγνώριση των αρχών και φορέων ελέγχου η οποία έχει χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 λήγει στις [31 Δεκεμβρίου 2018] το αργότερο.

2.           Η Επιτροπή καταρτίζει, με εκτελεστική πράξη, κατάλογο των αρχών και φορέων ελέγχου που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και μπορεί να τροποποιεί τον εν λόγω κατάλογο με εκτελεστικές πράξεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

3.           Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαχείριση του καταλόγου αρχών ελέγχου και φορέων ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο 2, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τις απαραίτητες πληροφορίες που πρέπει να αποστέλλουν οι εν λόγω αρχές ελέγχου και φορείς ελέγχου για την εποπτεία της αναγνώρισής τους από την Επιτροπή, καθώς και την άσκηση της εν λόγω εποπτείας από την Επιτροπή, μεταξύ άλλων και μέσω επιτόπιας εξέτασης.

Άρθρο 42

Μεταβατικά μέτρα σχετικά με αιτήσεις τρίτων χωρών οι οποίες έχουν υποβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007

1.           Η Επιτροπή ολοκληρώνει την εξέταση των αιτήσεων τρίτων χωρών που έχουν υποβληθεί δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 οι οποίες εκκρεμούν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Για την εξέταση των εν λόγω αιτήσεων εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 834/2007.

2.           Προκειμένου να διευκολυνθεί η ολοκλήρωση της εξέτασης των αιτήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 σχετικά με τους διαδικαστικούς κανόνες που είναι απαραίτητοι για την εξέταση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλουν οι τρίτες χώρες.

Άρθρο 43

Μεταβατικά μέτρα για αποθέματα βιολογικών προϊόντων που έχουν παραχθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007

Τα προϊόντα που έχουν παραχθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 και έχουν διατεθεί στην αγορά πριν από την 1η Ιουλίου 2017 μπορούν να συνεχίσουν να διατίθενται στο εμπόριο μετά την εν λόγω ημερομηνία μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

Άρθρο 44

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […][για τους επίσημους ελέγχους]

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) τροποποιείται ως εξής:

1.           Στο άρθρο 2, τα σημεία 38 και 39 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

"38. «εξουσιοδοτημένο όργανο»: τρίτο μέρος στο οποίο οι αρμόδιες αρχές έχουν αναθέσει ειδικά καθήκοντα επίσημων ελέγχων ή άλλων επίσημων δραστηριοτήτων·

39. «αρχή ελέγχου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων»: δημόσιος διοικητικός οργανισμός των κρατών μελών στον οποίο οι αρμόδιες αρχές έχουν μεταβιβάσει, συνολικά ή εν μέρει, τις αρμοδιότητές τους όσον αφορά την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι), συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της αντίστοιχης αρχής τρίτης χώρας ή αρχής που λειτουργεί σε τρίτη χώρα»·

2.           Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι) έχουν το δικαίωμα να αναθέτουν ειδικά καθήκοντα επίσημων ελέγχων ή άλλων επίσημων δραστηριοτήτων σε μία ή περισσότερες αρχές ελέγχου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων. Στις περιπτώσεις αυτές αποδίδουν έναν κωδικό αριθμό σε καθεμία από τις εν λόγω αρχές.»·

β)       Στην παράγραφο 4, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« γ) τις αρχές ελέγχου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 3»·

3.           Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

Ειδικοί κανόνες σχετικά με τους επίσημους ελέγχους και τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβαίνουν οι αρμόδιες αρχές όσον αφορά τα βιολογικά προϊόντα και τις προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης, τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις και τα εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα

1. Όσον αφορά τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι), οι αρμόδιες αρχές:

α) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης που θίγει την ακεραιότητα των βιολογικών προϊόντων σε οποιοδήποτε από τα στάδια παραγωγής, παρασκευής και διανομής καθώς και εξαγωγής, ιδίως λόγω της χρήσης απαγορευμένων ή μη εγκεκριμένων ουσιών και τεχνικών ή ανάμειξης με μη βιολογικά προϊόντα, μεριμνούν ώστε να μην γίνεται μνεία της βιολογικής παραγωγής στην επισήμανση και στη διαφήμιση για το σύνολο της αντίστοιχης παρτίδας ή του κύκλου παραγωγής·

β) σε περίπτωση επανειλημμένης ή συνεχιζόμενης μη συμμόρφωσης, μεριμνούν ώστε, επιπλέον των μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου, να απαγορευθεί στις αντίστοιχες επιχειρήσεις ή ομάδα επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημεία 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [βιολογική παραγωγή] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, η εμπορία προϊόντων στην επισήμανση των οποίων υπάρχει η ένδειξη βιολογικής παραγωγής και να ανασταλεί ή να ανακληθεί, κατά περίπτωση, το πιστοποιητικό βιολογικής παραγωγής που τους έχει χορηγηθεί.

2. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 139 σχετικά με ειδικούς κανόνες για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων και άλλων επίσημων δραστηριοτήτων για να εξακριβώνει τη συμμόρφωση με τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία ι) και ια) και τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβαίνουν οι αρμόδιες αρχές σε συνέχεια αυτών των επίσημων ελέγχων και άλλων επίσημων δραστηριοτήτων.

3. Όσον αφορά τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι), οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου θεσπίζουν κανόνες σχετικά με:

α) τις ειδικές αρμοδιότητες και τα ειδικά καθήκοντα των αρμόδιων αρχών, επιπλέον αυτών που προβλέπονται στα άρθρα 4, 8 και 9, στο άρθρο 10 παράγραφος 1, στα άρθρα 11 έως 13, στο άρθρο 34 παράγραφοι 1 και 2 και στο άρθρο 36 και επιπλέον των άρθρων 25, 26, 28, 29, 30 και 32 για την έγκριση και την εποπτεία των εξουσιοδοτημένων οργάνων, και των άρθρων 85 έως 90 σχετικά με την επίσημη πιστοποίηση·

β) τις πρόσθετες απαιτήσεις επιπλέον όσων αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 για την εκτίμηση επικινδυνότητας και για τον προσδιορισμό της συχνότητας των επίσημων ελέγχων καθώς και της δειγματοληψίας όπως απαιτείται, λαμβανομένου υπόψη του ενδεχομένου μη συμμόρφωσης·

γ) τη συχνότητα των επίσημων ελέγχων που διενεργούνται στις επιχειρήσεις, και τις περιπτώσεις στις οποίες και τους όρους υπό τους οποίους ορισμένοι τέτοιοι υπεύθυνοι επιχειρήσεων εξαιρούνται από ορισμένους επίσημους ελέγχους·

δ) πρόσθετες μεθόδους και τεχνικές σχετικά με τους επίσημους ελέγχους πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 13 και στο άρθρο 33 παράγραφοι 1 έως 5 και ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τη διενέργεια επίσημων ελέγχων που στόχο έχουν να διασφαλίζουν την ιχνηλασιμότητα των βιολογικών προϊόντων σε όλα τα στάδια της παραγωγής, παρασκευής και διανομής και να εγγυώνται τη συμμόρφωση με τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι)·

ε) τις πρόσθετες ενέργειες και μέτρα επιπλέον αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 134 παράγραφοι 2 και 3 σε περίπτωση υπόνοιας μη συμμόρφωσης, πρόσθετα κριτήρια επιπλέον αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 135 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, και τα πρόσθετα κριτήρια και μέτρα επιπλέον αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 135 παράγραφος 2 και στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης·

στ) πρόσθετες απαιτήσεις επιπλέον αυτών που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) όσον αφορά τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό που απαιτούνται για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων και ειδικές και πρόσθετες προϋποθέσεις και υποχρεώσεις επιπλέον αυτών που αναφέρονται στα άρθρα 25, 26, 28, 29 και 30 έως 32 για την ανάθεση καθηκόντων επίσημων ελέγχων και άλλων επίσημων δραστηριοτήτων σε εξουσιοδοτημένα όργανα·

ζ) πρόσθετες υποχρεώσεις αναφοράς επιπλέον αυτών που αναφέρονται στα άρθρα 12, 28 και 31 για τις αρμόδιες αρχές, τις αρχές ελέγχου και τα εξουσιοδοτημένα όργανα που είναι επιφορτισμένα με τους επίσημους ελέγχους και άλλες επίσημες δραστηριότητες·

η) ειδικά κριτήρια και όρους για την ενεργοποίηση και τη λειτουργία των μηχανισμών διοικητικής συνδρομής που προβλέπεται στον τίτλο IV, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με περιπτώσεις μη συμμόρφωσης ή ενδεχόμενο μη συμμόρφωσης μεταξύ αρμόδιων αρχών, αρχών ελέγχου και εξουσιοδοτημένων οργάνων.

4. Όσον αφορά τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ια), οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου θεσπίζουν κανόνες σχετικά με:

α) πρόσθετες απαιτήσεις, μεθόδους και τεχνικές σχετικά με τους επίσημους ελέγχους επιπλέον αυτών που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 13 για επίσημους ελέγχους που διενεργούνται για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τις προδιαγραφές των προϊόντων και τις απαιτήσεις επισήμανσης·

β) πρόσθετα μέτρα και τεχνικές επιπλέον αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 13 για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων που στόχο έχουν να διασφαλίζουν την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ια) σε όλα τα στάδια της παραγωγής, παρασκευής και διανομής, και να εγγυώνται τη συμμόρφωση με τους εν λόγω κανόνες·

γ) ειδικά πρόσθετα κριτήρια και περιεχόμενο επιπλέον αυτού που προβλέπεται στο άρθρο 108 για την εκπόνηση των σχετικών τμημάτων του πολυετούς εθνικού σχεδίου ελέγχου που προβλέπεται στο άρθρο 107 παράγραφος 1 και ειδικό πρόσθετο περιεχόμενο για την έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 112·

δ) ειδικά κριτήρια και όρους για την ενεργοποίηση των μηχανισμών διοικητικής συνδρομής που προβλέπεται στον τίτλο IV·

ε) ειδικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται, επιπλέον αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 135 παράγραφος 2, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης και σοβαρής ή επαναλαμβανόμενης μη συμμόρφωσης.

5. Εφόσον απαιτείται, οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αναφέρονται στις εν λόγω παραγράφους.

* ΕΕ L…, της …, σ. …»

4.           Στο άρθρο 128, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Στους τομείς που διέπονται από τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, με εξαίρεση τα στοιχεία δ), ε), ζ), η) και ι), η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις, να αναγνωρίζει ότι τα μέτρα που εφαρμόζονται στην τρίτη χώρα ή σε τμήματα αυτής είναι ισοδύναμα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στους εν λόγω κανόνες, με βάση:

α) διεξοδική εξέταση των πληροφοριών και των στοιχείων που παρέχει η οικεία τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 124 παράγραφος 1·

β) ανάλογα με την περίπτωση, το ικανοποιητικό αποτέλεσμα ελέγχου που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 119 παράγραφος 1.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 141 παράγραφος 2.»

5.           Στο άρθρο 141, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή για τα φυτά, τα ζώα, τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές που συστάθηκε με το άρθρο 58 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Για μέτρα που εμπίπτουν στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ι) του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή βιολογικής παραγωγής που συστάθηκε με το άρθρο 37 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [βιολογική παραγωγή].»

Άρθρο 45

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2017[52].

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος […]                                                                […]

Νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

              1.1.    Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

              1.2.    Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ

              1.3.    Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

              1.4.    Στόχος(-οι)

              1.5.    Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

              1.6.    Διάρκεια κα δημοσιονομικές επιπτώσεις της δράσης

              1.7.    Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης

2.           ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

              2.1.    Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

              2.2.    Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

              2.3.    Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

3.           ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ της ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

              3.1.    Τομέας(-είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(-ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

              3.2.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

              3.2.1. Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

              3.2.2. Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

              3.2.3. Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

              3.2.4. Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

              3.2.5. Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

              3.3.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.        Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους] και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007

1.2.        Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒ[53]

1.3.        Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση μετά από πιλοτικό έργο/προπαρασκευαστική δράση[54]

¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά την παράταση υφιστάμενης δράσης

X Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά τη μετατροπή δράσης σε νέα δράση

1.4.        Στόχος(-οι)

1.4.1.     Ο (Οι) πολυετής(-είς) στρατηγικός(-οί) στόχος(-οι) της Επιτροπής τον(τους) οποίο(-ους) αφορά η πρόταση/πρωτοβουλία

Η πρόταση στοχεύει στον τρόπο με τον οποίο οι κανόνες σχετικά με τη βιολογική παραγωγή συμβάλλουν στην υλοποίηση των προτεραιοτήτων πολιτικής της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, και ειδικότερα στη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής οικονομίας που βασίζεται στη γνώση και την καινοτομία, στην ενίσχυση μιας οικονομίας με υψηλό ποσοστό απασχόλησης που εξασφαλίζει κοινωνική και εδαφική συνοχή και στη στήριξη της μετάβασης προς μια οικονομία αποδοτικής χρησιμοποίησης των πόρων και χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Ειδικός(-οί) στόχος(-οι) και σχετική(-ές) δραστηριότητα(-ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ

Οι ειδικοί στόχοι της πρότασης είναι οι εξής:

- άρση των φραγμών στη βιώσιμη ανάπτυξη της βιολογικής παραγωγής στην Ένωση,

- εξασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού για τους γεωργούς και τις επιχειρήσεις και βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς,

- διατήρηση ή βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα βιολογικά προϊόντα.

Σύμφωνα με το κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ) για την περίοδο 2014-2020[55], η πρόταση συμβάλλει στην επίτευξη των ακόλουθων γενικών στόχων: «βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων και δράση για την κλιματική αλλαγή», μέσω της παροχής δημόσιων αγαθών (κυρίως περιβαλλοντικών) και της επιδίωξης της «προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή και του μετριασμού της», και «βιώσιμη παραγωγή τροφίμων», μέσω της «ικανοποίησης των προσδοκιών των καταναλωτών» και της «βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας του αγροτικού τομέα και της αύξησης του μεριδίου προστιθέμενης αξίας στην τροφική αλυσίδα», στο πλαίσιο του πρώτου πυλώνα της ΚΓΠ.

Επιπλέον, η πρόταση συμβάλλει στην επίτευξη του γενικού στόχου της «βιώσιμης διαχείρισης των φυσικών πόρων και της δράσης για την κλιματική αλλαγή» μέσω της αποκατάστασης, διατήρησης και ενίσχυσης των οικοσυστημάτων (προτεραιότητα 4) στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα της ΚΓΠ.

Η πρόταση αφορά μέτρα που υποστηρίζονται τόσο από τον πρώτο πυλώνα (άμεσες ενισχύσεις και αγορές) όσο και από τον δεύτερο πυλώνα της ΚΓΠ.

Σχετική(-ές) δραστηριότητα(-ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ: 05 04 «Αγροτική ανάπτυξη» (και 05 02 «Παρεμβάσεις στις γεωργικές αγορές» και 05 03 «Άμεσες ενισχύσεις»).

1.4.2.     Αναμενόμενο(-α) αποτέλεσμα (-τα) και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που θα πρέπει να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους στοχοθετημένους(-ες) δικαιούχους/ομάδες.

Θετική προοπτική για την αγορά, χάρη στη βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, με πιθανή συνέπεια τη στήριξη των τιμών των βιολογικών προϊόντων και την προσέλκυση νέων φορέων στην αγορά.

Η άρση των εξαιρέσεων από τους κανόνες αναμένεται να συμβάλει στην ανάπτυξη βιολογικών πρώτων υλών, ιδίως σπόρων.

Ενίσχυση της ελκυστικότητας του κλάδου με την εφαρμογή σαφέστερων και απλούστερων κανόνων παραγωγής.

Ενίσχυση του υγιούς ανταγωνισμού κυρίως με την επίτευξη μεγαλύτερης εναρμόνισης, την εφαρμογή απλούστερων και σαφέστερων κανόνων και τη μεταστροφή από την απαίτηση για ισοδυναμία στην απαίτηση για συμμόρφωση όσον αφορά την αναγνώριση των φορέων ελέγχου σε τρίτες χώρες.

Τόνωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών με την εφαρμογή εναρμονισμένων κανόνων παραγωγής, στους οποίους λαμβάνονται υπόψη οι διαμορφούμενες κοινωνιακές ανησυχίες (καλή μεταχείριση των ζώων, σύστημα περιβαλλοντικής διαχείρισης για τους μεταποιητές και τους εμπόρους).

Προσδοκώμενη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των ελέγχων μέσω προσέγγισης που βασίζεται στους κινδύνους, η οποία αναμένεται επίσης να συμβάλει στην πρόληψη της απάτης εάν συνδυαστεί με την εφαρμογή ενός πιο αξιόπιστου καθεστώτος εισαγωγών.

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της υλοποίησης της πρότασης/πρωτοβουλίας.

Οι κυριότεροι δείκτες αποτελεσμάτων στο κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης είναι οι εξής:

- ποσοστό των εκτάσεων βιολογικής καλλιέργειας επί του συνόλου της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης (ΧΓΕ)·

- ποσοστό του βιολογικού ζωικού κεφαλαίου επί του συνολικού ζωικού κεφαλαίου.

Οι κυριότεροι δείκτες εκροών είναι οι ακόλουθοι:

- επιφάνεια εκτάσεων βιολογικής καλλιέργειας (όσων βρίσκονται σε φάση μετατροπής και όσων έχουν μετατραπεί πλήρως)·

- αριθμός πιστοποιημένων επιχειρήσεων βιολογικής παραγωγής.

Στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού θα παρακολουθούνται επίσης οι ακόλουθοι συμπληρωματικοί δείκτες:

- ζωικό κεφάλαιο (αριθμός ζώων βιολογικής εκτροφής και προϊόντων ζωικής προέλευσης)·

- φυτική παραγωγή και μεταποίηση (αριθμός των επιχειρήσεων και αξία/όγκος παραγωγής ανά είδος οικονομικής δραστηριότητας)·

- αριθμός εξαιρέσεων που εφαρμόζονται και αριθμός εξαιρέσεων που έχουν αρθεί·

- γνώση του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ένωσης και βαθμός εμπιστοσύνης σε αυτό (έρευνα του Ευρωβαρομέτρου).

1.5.        Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.5.1.     Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών

Προς το παρόν δεν έχει επιτευχθεί ο ευρύτερος στόχος του νομοθετικού πλαισίου, δηλαδή η βιώσιμη ανάπτυξη της βιολογικής παραγωγής. Αυτό συνεπάγεται χαμένες ευκαιρίες για τους γεωργούς και τις επιχειρήσεις της Ένωσης (η επιφάνεια των εκτάσεων βιολογικής καλλιέργειας στην Ένωση κατά την τελευταία δεκαετία μόνο διπλασιάστηκε, ενώ η αγορά έχει λάβει τετραπλάσιες διαστάσεις), κίνδυνο περιορισμού της διεύρυνσης της αγοράς βιολογικών προϊόντων και κίνδυνο περιορισμού των περιβαλλοντικών οφελών που συνδέονται με τη βιολογική παραγωγή.

Τα βασικά αίτια είναι τα εξής: κανονιστικοί και μη κανονιστικοί φραγμοί στην ανάπτυξη της βιολογικής παραγωγής στην Ένωση· κίνδυνος κλονισμού της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, ιδίως λόγω του μεγάλου αριθμού εξαιρέσεων που μειώνουν την αποτελεσματικότητα των κανόνων βιολογικής παραγωγής και λόγω των περιπτώσεων απάτης που έχουν προκύψει σε σχέση με τις ελλείψεις του συστήματος ελέγχου και του καθεστώτος εισαγωγών· αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων στην Ένωση και σε τρίτες χώρες· και προβλήματα σχετικά με τον σχεδιασμό και την επιβολή των νομικών διατάξεων, κυρίως όσον αφορά ζητήματα λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, λόγω κενών στη νομοθεσία και διαφορετικών προσεγγίσεων εφαρμογής.

1.5.2.     Προστιθέμενη αξία της παρέμβασης της ΕΕ

Η παρούσα πρόταση αποτελεί επικαιροποίηση του υφιστάμενου συστήματος ποιότητας που θεσπίστηκε στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής.

Η παραγωγή και η εμπορική διάθεση γεωργικών προϊόντων και τροφίμων στην εσωτερική αγορά καθώς και η εξασφάλιση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς συνιστούν ζητήματα ενωσιακής αρμοδιότητας και εμπίπτουν αμφότερα στο πεδίο συντρέχουσας αρμοδιότητας της Ένωσης και των κρατών μελών.

Η λειτουργία ενός συστήματος που θα καλύπτει ολόκληρη την Ένωση είναι αποδοτικότερη από ό,τι 28 διαφορετικά συστήματα και καθιστά δυνατή την άσκηση ισχυρότερης και πιο συνεκτικής εμπορικής πολιτικής έναντι παγκόσμιων εμπορικών εταίρων, ιδίως με την ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος της Ένωσης.

Το λογότυπο βιολογικής προέλευσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να καλύπτει προϊόντα που συμμορφώνονται με ένα κοινό σύνολο κανόνων οι οποίοι εφαρμόζονται σε ολόκληρη την Ένωση.

Οι τομείς στους οποίους απαιτείται περαιτέρω εναρμόνιση περιλαμβάνουν εξαιρέσεις από τους κανόνες και μέτρα για τη διατήρηση της ακεραιότητας της βιολογικής παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης κοινής προσέγγισης για την αντιμετώπιση της παρουσίας υπολειμμάτων μη επιτρεπόμενων ουσιών στα βιολογικά προϊόντα.

1.5.3.     Διδάγματα που αποκομίστηκαν από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Το 2013 ολοκληρώθηκε η εκπόνηση εξωτερικής αξιολόγησης της ενωσιακής νομοθεσίας σχετικά με τη βιολογική γεωργία[56]. Πρόκειται, ειδικότερα, για ανάλυση της επάρκειας των κανόνων παραγωγής και των κανόνων σχετικά με τους ελέγχους, τις εισαγωγές και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων. Από την αξιολόγηση προέκυψε το συμπέρασμα ότι η πλειονότητα των κανόνων που έχουν θεσπιστεί στο νομοθετικό πλαίσιο το οποίο διέπει τη βιολογική παραγωγή είναι εν γένει επαρκείς για την επίτευξη των γενικών στόχων του. Εντούτοις, διαπιστώθηκαν διάφορες ελλείψεις και προτάθηκαν συστάσεις βελτίωσης. Οι εν λόγω συστάσεις ελήφθησαν δεόντως υπόψη στην παρούσα πρόταση.

Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο προέβη σε λογιστικό έλεγχο της αποτελεσματικότητας του συστήματος ελέγχου που διέπει την παραγωγή, τη μεταποίηση, τη διανομή και τις εισαγωγές βιολογικών προϊόντων, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007. Στα αποτελέσματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην ειδική έκθεση αριθ. 9/2012 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επισημαίνονται διάφορες αδυναμίες και περιλαμβάνονται συστάσεις βελτίωσης, οι οποίες ελήφθησαν υπόψη στην παρούσα έκθεση.

1.5.4.     Συμβατότητα και ενδεχόμενη συνέργεια με άλλα κατάλληλα μέσα

Η πρόταση συνάδει με τη νέα ΚΓΠ, για παράδειγμα με τον νέο κανονισμό για τις άμεσες ενισχύσεις[57], δυνάμει του οποίου οι βιολογικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις επωφελούνται αυτοδικαίως από τη νέα «πράσινη» ενίσχυση, και με τον νέο κανονισμό για την αγροτική ανάπτυξη[58], στον οποίο προβλέπονται ειδικά μέτρα υπέρ της βιολογικής γεωργίας, καθώς και με τη νέα κοινή αλιευτική πολιτική.

Η πρόταση συνάδει επίσης με την πρόταση νέου κανονισμού για τους επίσημους ελέγχους στον κλάδο των τροφίμων και των ζωοτροφών, καθώς και με τις αρχές της έξυπνης νομοθεσίας.

1.6.        Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις της δράσης

¨ Πρόταση/πρωτοβουλία περιορισμένης διάρκειας

– ¨  Πρόταση/πρωτοβουλία με ισχύ από την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ μέχρι την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

– ¨  Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ μέχρι το ΕΕΕΕ

X Πρόταση/πρωτοβουλία απεριόριστης διάρκειας

– Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το ΕΕΕΕ μέχρι το ΕΕΕΕ

– και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

1.7.        Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης[59]

Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

– X από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης·

– ¨  από τους εκτελεστικούς οργανισμούς

X Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

¨ Έμμεση διαχείριση με ανάθεση εκτελεστικών καθηκόντων σε:

– ¨ τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει·

– ¨ διεθνείς οργανισμούς και τις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν)·

– ¨την ΕΤΕ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων·

– ¨ οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 208 και 209 του δημοσιονομικού κανονισμού·

– ¨ οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

– ¨ οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας στον βαθμό που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις·

– ¨ οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις·

– ¨ πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ δυνάμει του τίτλου V της ΣΕΕ, και προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη.

– Αν αναφέρονται περισσότεροι του ενός τρόποι διαχείρισης, παρακαλείσθε να τους διευκρινίσετε στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

Παρατηρήσεις

2.           ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.        Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι.

Κάθε έτος, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή και την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν επίσης στην Επιτροπή ετήσια στοιχεία σχετικά με τους ελέγχους που διενεργούνται για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις βιολογικής παραγωγής, στο πλαίσιο των πολυετών εθνικών σχεδίων ελέγχου και των ετήσιων εκθέσεων που αναφέρονται στον κανονισμό για τους επίσημους ελέγχους.

Οι τρίτες χώρες που αναγνωρίζονται ως ισοδύναμες, καθώς και οι φορείς ή οι αρχές ελέγχου που αναγνωρίζονται ως συμμορφούμενοι ή συμμορφούμενες αντίστοιχα για τους σκοπούς της εισαγωγής βιολογικών προϊόντων στην Ένωση, υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσιες εκθέσεις με τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού.

2.2.        Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.2.1.     Κίνδυνος(-οι) που έχει(-ουν) εντοπιστεί

Λόγω των σχετικά αμελητέων ποσών που ενέχονται, οι γενικοί κίνδυνοι που μπορούν να εντοπιστούν σε σχέση με τους κανόνες της πρότασης αφορούν την αποτελεσματικότητα της πρότασης και όχι τις δαπάνες της ΕΕ:

Οι εναρμονισμένοι κανόνες παραγωγής που αίρουν εξαιρέσεις ενδέχεται, σε αρχικό στάδιο, να δημιουργήσουν προβλήματα για ορισμένες επιχειρήσεις και να αποθαρρύνουν τη θετική ανταπόκριση στο σύστημα βιολογικής παραγωγής.

Κατά τη μεταβατική περίοδο για τη μεταστροφή από το καθεστώς ισοδυναμίας προς το καθεστώς συμμόρφωσης, όσον αφορά τις εισαγωγές βιολογικών προϊόντων στην Ένωση, μπορεί να μη διασφαλίζονται πλήρως ισότιμοι όροι ανταγωνισμού.

Η αντικατάσταση του ετήσιου φυσικού ελέγχου όλων των επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως του προφίλ κινδύνου που παρουσιάζουν, με προσέγγιση των ελέγχων αποκλειστικά βάσει των κινδύνων είναι πιθανόν να θεωρηθεί ακατάλληλη από ορισμένους ενδιαφερόμενους φορείς ή/και αρχές ή φορείς ελέγχου στα κράτη μέλη.

Άλλοι κίνδυνοι ενδέχεται να συνδέονται με ελλείψεις στην επιβολή της νομοθεσίας, ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή εκ μέρους των αρμόδιων αρχών και των αρχών ή των φορέων ελέγχου στα κράτη μέλη και στις τρίτες χώρες, καθώς και την εποπτεία εκ μέρους της Επιτροπής.

Η πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007, μεταξύ άλλων μέσω των αποτελεσμάτων των λογιστικών ελέγχων, των εισηγήσεων ενδιαφερόμενων φορέων στο πλαίσιο της εκτίμησης επιπτώσεων, καθώς και οι συστάσεις που διατυπώθηκαν σε εξωτερικές μελέτες και στην εξωτερική αξιολόγηση ελήφθησαν δεόντως υπόψη κατά τον σχεδιασμό της πρότασης προκειμένου να μετριαστούν οι εν λόγω κίνδυνοι. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε επίσης στον μετριασμό του κινδύνου που συνδέεται με πιθανές ελλείψεις στην επιβολή της νομοθεσίας μέσω προσπαθειών για τη θέσπιση σαφέστερων κανόνων, οι οποίοι είναι απλούστεροι από άποψη διαχείρισης και ελέγχου.

2.2.2.     Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα εσωτερικού ελέγχου που έχει καθοριστεί

Οι δαπάνες που συνεπάγεται η παρούσα πρόταση εκτελούνται από την Επιτροπή υπό το καθεστώς της άμεσης διαχείρισης, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ο δημοσιονομικός κανονισμός).

Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του δημοσιονομικού κανονισμού, ο Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης έχει δημιουργήσει την οργανωτική δομή και τις διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου που ενδείκνυνται για την επίτευξη των στόχων πολιτικής και ελέγχου, τηρουμένων των προδιαγραφών εσωτερικού ελέγχου που έχει θεσπίσει η Επιτροπή και λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που συνδέονται με το διαχειριστικό περιβάλλον της πολιτικής.

2.2.3.     Εκτιμώμενο κόστος και όφελος των ελέγχων και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος

Λαμβανομένων υπόψη των σχετικά αμελητέων ποσών που εμπλέκονται, οι δαπάνες που συνεπάγεται η παρούσα πρόταση δεν θα έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση του ποσοστού σφάλματος για το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ).

2.3.        Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας.

Η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα με τα οποία διασφαλίζεται ότι, κατά την υλοποίηση δράσεων που χρηματοδοτούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης προστατεύονται με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων κατά της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας, με τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων και, σε περίπτωση που εντοπίζονται παρατυπίες, με την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και, κατά περίπτωση, με την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 325 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον κανονισμό (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και με τον τίτλο IV του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

Η Επιτροπή ή οι εκπρόσωποί της και το Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν την αρμοδιότητα να διενεργούν λογιστικούς ελέγχους, βάσει εγγράφων και επιτόπιων ελέγχων, σε όλους τους εργολάβους και τους υπεργολάβους που έλαβαν χρηματοδοτικούς πόρους της Ένωσης. Η OLAF εξουσιοδοτείται να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους και εξακριβώσεις στους οικονομικούς φορείς τους οποίους αφορά άμεσα ή έμμεσα η εν λόγω χρηματοδότηση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΥΡΑΤΟΜ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, με στόχο τη διαπίστωση περιπτώσεων απάτης. Οι αποφάσεις, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που απορρέουν από την εφαρμογή του κανονισμού εξουσιοδοτούν ρητά την Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένης της OLAF, και το Ελεγκτικό Συνέδριο να διενεργούν τους εν λόγω λογιστικούς ελέγχους, τους επιτόπιους ελέγχους και τις εξακριβώσεις.

3.           ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.        Τομέας(-είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(-ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

· Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Σύμφωνα με τη σειρά των τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και των γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Γραμμή του προϋπολογισμού || Είδος δαπάνης || Συμμετοχή

Αριθμός […][Τομέας………………………………………...……….] || ΔΠ/ΜΔΠ ([60]) || χωρών ΕΖΕΣ[61] || υποψηφίων για ένταξη χωρών[62] || τρίτων χωρών || κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

2 || 05 04 60 02 Επιχειρησιακή τεχνική βοήθεια || ΔΠ || /ΟΧΙ || /ΟΧΙ || ΟΧΙ || ΟΧΙ

3.2.        Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

3.2.1.     Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

Σε εκατ. ευρώ

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || 2 || «Βιώσιμη ανάπτυξη: φυσικοί πόροι»

ΓΔ Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης || || || 2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || ΣΥΝΟΛΟ

Ÿ Επιχειρησιακές πιστώσεις || || || || || || ||

05 04 60 02 Επιχειρησιακή τεχνική βοήθεια * || Αναλήψεις υποχρεώσεων || (1) || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

Πληρωμές || (2) || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

Πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενες από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων[63] || || || || || || ||

|| || (3) || || || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων ** για τη ΓΔ Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης || Αναλήψεις υποχρεώσεων || =1+1α +3 || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

Πληρωμές || =2+2α +3 || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

* Επί του παρόντος, ο έλεγχος των εισαγωγών βιολογικών προϊόντων πραγματοποιείται μέσω του συστήματος TRACES, το οποίο χρηματοδοτείται εν μέρει από την παρούσα γραμμή του προϋπολογισμού και η πρόταση δεν αναμένεται να αυξήσει τις ανάγκες για το εν λόγω μέτρο. Επιπλέον του ήδη υφιστάμενου εργαλείου για τις εισαγωγές, ο κανονισμός προβλέπει ότι το σύνολο των προϊόντων βιολογικής παραγωγής που διατίθενται στην αγορά της ΕΕ πρέπει να υπόκεινται στην έκδοση ηλεκτρονικού πιστοποιητικού. Ως εκ τούτου, κρίνεται αναγκαία η επέκταση του ηλεκτρονικού πιστοποιητικού εισαγωγής ώστε να περιλαμβάνει προϊόντα στο εσωτερικό της Ένωσης. Πρέπει να αναπτυχθεί στο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής του συστήματος TRACES ένα εργαλείο ΤΠ, εκτιμώμενης αξίας 500 000 ευρώ, για την έκδοση ηλεκτρονικού πιστοποιητικού για τα προϊόντα εσωτερικής βιολογικής παραγωγής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 της πρότασης της Επιτροπής, ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι θα τεθεί σε λειτουργία από 1ης Ιανουαρίου 2016. Η συντήρηση εκτιμάται στο ποσό των 110 000 ευρώ ετησίως.

* Περαιτέρω εναρμόνιση της βάσης δεδομένων για τους βιολογικούς σπόρους προβλέπεται στο άρθρο 10 της πρότασης: προκειμένου να εξασφαλιστεί η δημιουργία της εν λόγω ξεχωριστής βάσης δεδομένων για τους σπόρους, πρέπει να χρηματοδοτηθεί από την παρούσα γραμμή του προϋπολογισμού, εκτός του συστήματος TRACES, τεχνική βοήθεια από την Ένωση, εκτιμώμενου ποσού 300 000 ευρώ. Η συντήρηση εκτιμάται στο ποσό των 120 000 ευρώ για το πρώτο έτος μετά τη δημιουργία της και στο ποσό των 60 000 ευρώ για τα επόμενα έτη.

|| || || 2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || Σύνολο

Ÿ ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων || Αναλήψεις υποχρεώσεων || (4) || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

Πληρωμές || (5) || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

Ÿ ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων || (6) || || || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ 2 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Αναλήψεις υποχρεώσεων || =4+ 6 || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

Πληρωμές || =5+ 6 || 0,800 || 0,230 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 0,170 || 1,710

** Τα εργαλεία ΤΠ θα χρηματοδοτηθούν από την τεχνική βοήθεια για την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 58 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από τον Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου. Τα εν λόγω ποσά προβλέπονται ήδη στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2020.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || 5 || «Διοικητικές δαπάνες»

Σε εκατ. ευρώ

|| || ||  2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης ||

Ÿ Ανθρώπινοι πόροι || - || - || - || - || - || - || -

Ÿ Άλλες διοικητικές δαπάνες || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης || Πιστώσεις || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων για τον ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || (Σύνολο πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών) || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων για τον ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || (Σύνολο πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών) || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

Σε εκατ. ευρώ

|| || || 2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Αναλήψεις υποχρεώσεων || 0,927 || 0,357 || 0,225 || 0,225 || 0,225 || 0,225 || 2,184

Πληρωμές || 0,927 || 0,357 || 0,225 || 0,225 || 0,225 || 0,225 || 2,184

3.2.2.     Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

– ¨  Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

– ¨  Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. ευρώ

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα || || || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ (OUTPUTS) ||

Είδος[64] || Μέσο κόστος || Αριθ. || Κόστος || Αριθ. || Κόστος || Αριθ. || Κόστος || Αριθ. || Κόστος || Αριθ. || Κόστος || Αριθ. || Κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ[65] ||  Δημιουργία των προϋποθέσεων για τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων που υποστηρίζει τη μετάβαση προς μια οικονομία αποδοτικής χρησιμοποίησης των πόρων και χαμηλών εκπομπών άνθρακα ||

Αποτέλεσμα || Εκτάσεις βιολογικής καλλιέργειας (Αριθμός εκταρίων) || || || || || || || || || || || || ||

Αποτέλεσμα || Εκτάσεις υπό μετατροπή (Αριθμός εκταρίων) || || || || || || || || || || || || ||

Αποτέλεσμα || Αριθμός πιστοποιημένων επιχειρήσεων βιολογικής παραγωγής || || || || || || || || || || || || ||

Αποτέλεσμα || Αριθμός πιστοποιημένων παραγωγών βιολογικών προϊόντων || || || || || || || || || || || || ||

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ || || || || || || || || || || || ||

3.2.3.     Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

3.2.3.1.  Συνοπτική παρουσίαση

– ¨  Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα

– x   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Σε εκατ. ευρώ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

|| 2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || ΣΥΝΟΛΟ

ΤΟΜΕΑΣ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || || || || || || ||

Ανθρώπινοι πόροι || - || - || - || - || - || - || -

Άλλες διοικητικές δαπάνες || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

Μερικό σύνολο του ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

Εκτός του ΤΟΜΕΑ 5[66] του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || || || || || || ||

Ανθρώπινοι πόροι || || || || || || ||

Άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα || || || || || || ||

Μερικό σύνολο εκτός του ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

ΣΥΝΟΛΟ || 0,127 || 0,127 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,055 || 0,474

Οι απαιτούμενες πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχουν ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και οι οποίες θα συμπληρωθούν, κατά περίπτωση, με πρόσθετα κονδύλια που ενδέχεται να χορηγηθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των δημοσιονομικών περιορισμών.

3.2.3.2.  Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους

– ¨  Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων

– X  Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης

|| 2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020

XX 01 01 01 (έδρα και γραφεία αντιπροσωπείας της Επιτροπής) || 18 || 18 || 18 || 18 || 18 || 18

XX 01 01 02 (σε αντιπροσωπεία) || || || || || ||

XX 01 05 01 (έμμεση έρευνα) || || || || || ||

10 01 05 01 (άμεση έρευνα) || || || || || ||

XX 01 02 01 (CA, SNE, INT από το «συνολικό κονδύλιο») || 3 || 3 || 3 || 3 || 3 || 3

XX 01 02 02 (CA, LA, SNE, INT και JED στις αντιπροσωπείες) || || || || || ||

XX 01 04 yy || - στην έδρα || || || || || ||

- σε αντιπροσωπείες || || || || || ||

XX 01 05 02 (CA, SNE, INT – έμμεση έρευνα) || || || || || ||

10 01 05 02 (CA, SNE, INT – άμεση έρευνα) || || || || || ||

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν) || || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ (*) || 21 || 21 || 21 || 21 || 21 || 21

XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού.

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και το οποίο θα συμπληρωθεί, εάν χρειαστεί, από πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι || Χάραξη πολιτικής Εφαρμογή πολιτικής Σχεδιασμός, προγραμματισμός, παρακολούθηση και εποπτεία Σχέσεις με τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερόμενους φορείς Διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες και αντίστοιχη εκπροσώπηση της Επιτροπής Σχέσεις με άλλα θεσμικά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης

Εξωτερικό προσωπικό || Συνδρομή στην εφαρμογή και την παρακολούθηση της πολιτικής και στις επαφές με τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερόμενους φορείς

3.2.4.     Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

– X  Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

– ¨  Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

– ¨  Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

3.2.5.     Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

– X Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτα μέρη

– Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη συγχρηματοδότηση που εκτιμάται παρακάτω

3.3.        Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

– X  Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα

– ¨  Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω:

– ¨  στους ιδίους πόρους

– ¨  στα διάφορα έσοδα

[1]               Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 (ΕΕ L189 της 20.7.2007, σ. 1).

[2]               COM(2012) 212 τελικό, της 11ης Μαΐου 2012, «Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων».

[3]               8906/13 AGRILEG 56 – Βιολογική παραγωγή: εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου και ανάπτυξη του τομέα.

[4]               Ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ» – COM(2012) 746 της 12ης Δεκεμβρίου 2012.

[5]               Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1).

[6]               Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 608)· κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671)· κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347, της 20.12.2013, σ. 487)· κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549).

[7]               Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών, το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, καθώς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 999/2001, 1829/2003, 1831/2003, 1/2005, 396/2005, 834/2007, 1099/2009, 1069/2009, 1107/2009, των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, [….]/2013 [Office of Publications, please insert number of Regulation laying down provisions for the management of expenditure relating to the food chain, animal health and animal welfare, and relating to plant health and plant reproductive material] και των οδηγιών 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ, 2008/120/ΕΚ και 2009/128/ΕΚ (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους), COM(2013) 265 final της 6ης Μαΐου 2013.

[8]               Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1).

[9]               ΕΕ C της …, σ. ….

[10]             ΕΕ C της …, σ. ….

[11]             COM(2009) 234 τελικό.

[12]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1).

[13]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2013, για τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 247/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 78 της 20.3.2013, σ. 23).

[14]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 608).

[15]             Κανονισμός (EE) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17 Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 487).

[16]             COM(2011) 244 τελικό, «Η ασφάλεια ζωής μας, το φυσικό κεφάλαιο: στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020».

[17]             SWD(2013) 155 final, «Πράσινη υποδομή (ΠΥ) – Ενίσχυση του φυσικού κεφαλαίου της Ευρώπης».

[18]             COM(2006) 231 τελικό, «Θεματική στρατηγική για την προστασία του εδάφους».

[19]             Οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ L 20 της 26.1.2010, σ. 7).

[20]             Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7).

[21]             Οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης (ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1).

[22]             Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

[23]             Οδηγία 2001/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους (ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 22).

[24]             Οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την κοινή θέση του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 71).

[25]             COM(2010) 2020 τελικό.

[26]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 (ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1).

[27]             Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

[28]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1).

[29]             COM(2013) 229 της 29ης Απριλίου 2013.

[30]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 889/2008 της Επιτροπής, της 5ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων όσον αφορά τον βιολογικό τρόπο παραγωγής, την επισήμανση και τον έλεγχο των προϊόντων (ΕΕ L 250 της 18.9.2008, σ. 1).

[31]             Οδηγία 2006/125/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2006, για τις μεταποιημένες τροφές με βάση τα δημητριακά και τις παιδικές τροφές για βρέφη και παιδιά μικρής ηλικίας (ΕΕ L 339 της 6.12.2006, σ. 16).

[32]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ της Επιτροπής και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18).

[33]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. XX/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της […], για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών, το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, καθώς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 999/2001, 1829/2003, 1831/2003, 1/2005, 396/2005, 834/2007, 1099/2009, 1069/2009, 1107/2009, των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, [….]/2013 [Office of Publication, please insert number of Regulation laying down provisions for the management of expenditure relating to the food chain, animal health and animal welfare, and relating to plant health and plant reproductive material] και των οδηγιών 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ, 2008/120/ΕΚ και 2009/128/ΕΚ (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (ΕΕ L της …, σ. …).

[34]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

[35]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/EΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/EΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/EΚ και 2008/5/EΚ και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18).

[36]             [πλήρης τίτλος] (ΕΕ L,…).

[37]             [πλήρης τίτλος] (ΕΕ L,…).

[38]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 17ης Δεκεμβρίου 2013 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).

[39]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1380/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 11ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και (ΕΚ) αριθ. 639/2004 και της απόφασης 2004/585/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 22).

[40]             Οδηγία 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα κτηνιατρικά φάρμακα (ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 1).

[41]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1).

[42]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση των οδηγιών 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 80/511/ΕΟΚ της Επιτροπής, 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 83/228/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου, 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου, και της απόφασης 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 229 της 1.9.2009, σ. 1).

[43]             Οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001 για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1).

[44]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, που αφορά τα πρόσθετα τροφίμων (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 16).

[45]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 29).

[46]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1332/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για τα ένζυμα τροφίμων και την τροποποίηση της οδηγίας 83/417/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ, της οδηγίας 2001/112/ΕΚ του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 258/97 (EE L 354 της 31.12.2008, σ. 7).

[47]             Οδηγία 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 13ης Μαΐου 1996, για τον καθορισμό των βασικών κανόνων ασφάλειας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του πληθυσμού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες (ΕΕ L 159 της 29.6.1996, σ. 1).

[48]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές (ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1).

[49]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 268, σχετικά με την ιχνηλασιμότητα και την επισήμανση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών και την ιχνηλασιμότητα τροφίμων και ζωοτροφών που παράγονται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς και την τροποποίηση της οδηγίας 2001/18/ΕΚ (ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 24).

[50]             Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

[51]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

[52]             Τουλάχιστον 6 μήνες μετά την έναρξη ισχύος.

[53]             ΔΒΔ: διαχείριση βάσει δραστηριοτήτων – ΠΒΔ: προϋπολογισμός βάσει δραστηριοτήτων.

[54]             Αναφερόμενα στο άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.

[55]             Άρθρο 110 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής.

[56]             Sanders, J. (ed.) 2013, Evaluation of the EU legislation on organic farming, Thünen Institute of Farm Economics, http://ec.europa.eu/agriculture/evaluation/market-and-income-reports/organic-farming-2013_en.htm.

[57]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου.

[58]             Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου.

[59]             Οι λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης, καθώς και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό, είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο BudgWeb: http://www.cc.cec/budg/man/budgmanag/budgmanag_en.html.

[60]             ΔΠ = διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ = μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.

[61]             ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.

[62]             Υποψήφιες για ένταξη χώρες και, εφόσον ισχύει, δυνάμει υποψήφιες για ένταξη χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

[63]             Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.

[64]             Αποτελέσματα θα είναι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (παράδειγμα: αριθμός ανταλλαγών σπουδαστών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ. οδών που θα κατασκευαστούν κ.λπ.).

[65]             Το 2014 θα συσταθεί κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης, συνεπές με το κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης της ΚΓΠ, και, ως εκ τούτου, οι πίνακες δεικτών θα συμπληρωθούν κατάλληλα σε μεταγενέστερο στάδιο.

[66]             Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΑΛΛΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 2 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

– μαγιά που χρησιμοποιείται ως τρόφιμο ή ζωοτροφή,

– ζύθος,

– ματέ,

– εκχυλίσματα, αποστάγματα και συμπυκνώματα καφέ, τσαγιού και ματέ και παρασκευάσματα με βάση τα εκχυλίσματα, αποστάγματα ή συμπυκνώματα αυτά ή με βάση καφέ, τσάι και ματέ· κιχώριο καβουρντισμένο και άλλα καβουρντισμένα υποκατάστατα καφέ και εκχυλίσματα, αποστάγματα και συμπυκνώματα αυτών,

– νέκταρ φρούτων,

– πάστα κακάο, βούτυρο, λίπος, έλαιο και σκόνη κακάο· σοκολάτα και άλλα παρασκευάσματα τροφίμων που περιέχουν κακάο,

– ζαχαρώδη,

– παρασκευάσματα δημητριακών, αλεύρων, αμύλου ή γάλακτος· προϊόντα ζαχαροπλαστικής,

– σούπες,

– σάλτσες,

– μαγειρευμένα φαγητά,

– παγωτά,

– γιαούρτια με διάφορα αρώματα, γιαούρτια με προσθήκη φρούτων, καρπών ή κακάο,

– θαλάσσιο άλας,

– φυσικές γόμες και ρητίνες,

– γύρη,

– κερί μελισσών,

– αιθέρια έλαια,

– αλκοολούχα ποτά υπό τον όρο ότι η αιθυλική αλκοόλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους είναι αποκλειστικά γεωργικής προέλευσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Μέρος Ι: Κανόνες φυτικής παραγωγής

Πέραν των κανόνων παραγωγής που ορίζονται στα άρθρα 7 έως 10, οι κανόνες που ορίζονται στο παρόν μέρος εφαρμόζονται στη βιολογική φυτική παραγωγή.

1. Γενικές απαιτήσεις

1.1. Απαγορεύεται η υδροπονική παραγωγή, η οποία συνιστά μέθοδο καλλιέργειας φυτών με τις ρίζες τους μόνο μέσα σε θρεπτικό διάλυμα ή σε αδρανές μέσο στο οποίο προστίθεται θρεπτικό διάλυμα.

1.2. Όλες οι εφαρμοζόμενες τεχνικές φυτικής παραγωγής αποτρέπουν ή ελαχιστοποιούν τη συμβολή στη μόλυνση του περιβάλλοντος.

1.3. Μετατροπή

1.3.1. Για να μπορούν να θεωρούνται βιολογικά τα φυτά και τα φυτικά προϊόντα πρέπει να έχουν εφαρμοστεί στα αγροτεμάχια οι κανόνες παραγωγής που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό για μια περίοδο μετατροπής τουλάχιστον δύο ετών πριν από τη σπορά, ή, στην περίπτωση των λιβαδιών ή πολυετών καλλιεργειών χορτονομής, τουλάχιστον δύο έτη πριν από τη χρησιμοποίησή τους ως ζωοτροφών οργανικής παραγωγής, ή, στην περίπτωση πολυετών καλλιεργειών εκτός από τις καλλιέργειες κτηνοτροφικών φυτών, τουλάχιστον τρία έτη πριν από την πρώτη συγκομιδή βιολογικών προϊόντων.

1.3.2. Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όταν το έδαφος έχει μολυνθεί από προϊόντα μη εγκεκριμένα για βιολογική παραγωγή, να παρατείνει τη διάρκεια της προβλεπόμενης στο σημείο 1.3.1 περιόδου μετατροπής.

1.3.3. Στην περίπτωση χρήσης προϊόντος που δεν έχει εγκριθεί για βιολογική παραγωγή, η αρμόδια αρχή απαιτεί νέα περίοδο μετατροπής, σύμφωνα με το σημείο 1.3.1.

Η περίοδος αυτή μπορεί να μειωθεί στις κάτωθι δύο περιπτώσεις:

α)      χρήση προϊόντος μη εγκεκριμένου για βιολογική παραγωγή στο πλαίσιο υποχρεωτικού μέτρου εξάλειψης βλαβερών οργανισμών ή ζιζανίων, περιλαμβανομένων οργανισμών καραντίνας ή χωροκατακτητικών ειδών, το οποίο επιβάλλεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους·

β)      χρήση προϊόντος που δεν έχει εγκριθεί για βιολογική παραγωγή στο πλαίσιο επιστημονικών δοκιμών εγκεκριμένων από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους.

1.3.4. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα σημεία 1.3.2 και 1.3.3, η διάρκεια της περιόδου μετατροπής προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη τους κάτωθι παράγοντες:

α)      η διεργασία αποδόμησης του εν λόγω προϊόντος διασφαλίζει ότι, στο τέλος της περιόδου μετατροπής, το επίπεδο των υπολειμμάτων στο έδαφος και, στην περίπτωση πολυετούς καλλιέργειας, στο φυτό θα είναι ασήμαντο·

β)      η συγκομιδή μετά τη χρησιμοποίηση του φυτοφαρμάκου δεν είναι δυνατόν να πωληθεί με ένδειξη βιολογικής παραγωγής.

1.3.5. Οι ειδικοί κανόνες μετατροπής γαιών για την παραγωγή βιολογικών ζωικών προϊόντων είναι οι εξής:

1.3.5.1. Οι κανόνες μετατροπής εφαρμόζονται σε ολόκληρη την έκταση της μονάδας παραγωγής στην οποία παράγονται ζωοτροφές.

1.3.5.2. Παρά τα προβλεπόμενα στο σημείο 1.3.5.1, η περίοδος μετατροπής μπορεί να μειωθεί σε ένα έτος για τους βοσκότοπους και τους υπαίθριους χώρους που χρησιμοποιούνται από μη φυτοφάγα είδη ζώων.

1.4. Προέλευση των φυτών, περιλαμβανομένου του φυτικού αναπαραγωγικού υλικού

1.4.1. Για την παραγωγή φυτών και φυτικών προϊόντων χρησιμοποιείται μόνο φυτικό αναπαραγωγικό υλικό βιολογικής παραγωγής. Προς τούτο, το φυτό που προορίζεται για την παραγωγή φυτικού αναπαραγωγικού υλικού και, κατά περίπτωση, το μητρικό φυτό θα πρέπει να έχουν παραχθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό επί τουλάχιστον μία γενεά ή, στην περίπτωση των πολυετών καλλιεργειών, επί τουλάχιστον μία γενεά κατά τη διάρκεια δύο καλλιεργητικών περιόδων.

1.4.2. Χρήση φυτικού αναπαραγωγικού υλικού μη βιολογικής παραγωγής

Φυτικό αναπαραγωγικό υλικό μη βιολογικής παραγωγής μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο όταν προέρχεται από μονάδα παραγωγής υπό μετατροπή σε βιολογική παραγωγή ή μόνο εφόσον συντρέχουν λόγοι που εξυπηρετούν την έρευνα, τις δοκιμές μικρής κλίμακας ή λόγοι διατήρησης γενετικών πόρων που έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους.

1.5. Διαχείριση και λίπανση του εδάφους

1.5.1. Η βιολογική φυτική παραγωγή χρησιμοποιεί τεχνικές άροσης και καλλιέργειας που διατηρούν ή αυξάνουν τις οργανικές ύλες του εδάφους, βελτιώνουν τη σταθερότητα και τη βιοποικιλότητά του και αποτρέπουν τη συμπίεση και τη διάβρωσή του.

1.5.2. Η γονιμότητα και η βιολογική δραστικότητα του εδάφους διατηρούνται και βελτιώνονται με πολυετή αμειψισπορά που περιλαμβάνει ψυχανθή και άλλες καλλιέργειες χλωρής λίπανσης, και με τη διασπορά κόπρου ζώων ή οργανικών υλών, αμφοτέρων κατά προτίμηση λιπασματοποιημένων, από βιολογική παραγωγή.

1.5.3. Όταν οι διατροφικές ανάγκες των φυτών δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν με τα μέτρα τα οποία προβλέπονται στα σημεία 1.5.1 και 1.5.2, μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο λιπάσματα και βελτιωτικά του εδάφους που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19 και μόνο στον βαθμό που είναι απαραίτητα.

1.5.4. Η συνολική ποσότητα ζωικής κόπρου, όπως ορίζεται στην οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου[1], η οποία διασπείρεται στη γεωργική εκμετάλλευση, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 170 χιλιόγραμμα αζώτου ετησίως ανά εκτάριο χρησιμοποιούμενης γεωργικής γης. Το όριο αυτό ισχύει μόνο για τη χρήση κόπρου αγροκτήματος, αποξηραμένης κόπρου αγροκτήματος και αφυδατωμένης κόπρου πουλερικών, κομποστοποιημένων ζωικών περιττωμάτων, περιλαμβανομένων της κόπρου πουλερικών, της κομποστοποιημένης ζωικής κόπρου και των υγρών ζωικών περιττωμάτων.

1.5.5. Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις βιολογικής παραγωγής μπορούν να συνάπτουν γραπτές συμφωνίες συνεργασίας αποκλειστικά με άλλες γεωργικές εκμεταλλεύσεις και επιχειρήσεις οι οποίες συμμορφώνονται με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής, με σκοπό τη διασπορά πλεονάζουσας κόπρου βιολογικής παραγωγής. Το ανώτατο όριο που αναφέρεται στο σημείο 1.5.4 υπολογίζεται βάσει του συνόλου των μονάδων βιολογικής παραγωγής που συμμετέχουν σε αυτή τη συνεργασία.

1.5.6. Επιτρέπεται η χρήση παρασκευασμάτων μικροοργανισμών για τη βελτίωση της συνολικής κατάστασης του εδάφους ή της διαθεσιμότητας θρεπτικών ουσιών στο έδαφος ή στις καλλιέργειες.

1.5.7. Για την ενεργοποίηση των οργανικών λιπασμάτων επιτρέπεται η χρήση κατάλληλων παρασκευασμάτων με βάση φυτά ή παρασκευασμάτων μικροοργανισμών.

1.5.8. Δεν χρησιμοποιούνται ανόργανα αζωτούχα λιπάσματα.

1.6. Διαχείριση βλαβερών οργανισμών και ζιζανίων

1.6.1. Η πρόληψη των ζημιών που προκαλούνται από βλαβερούς οργανισμούς και ζιζάνια βασίζεται πρωτίστως:

– στην προστασία από τους φυσικούς εχθρούς,

– στην επιλογή ειδών, ποικιλιών και ετερογενούς υλικού,

– στην αμειψισπορά,

– στις καλλιεργητικές τεχνικές, όπως ο υποκαπνισμός με βιολογικά μέσα, και

– σε θερμικές διεργασίες, όπως η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και η αβαθής επεξεργασία του εδάφους με ατμό (έως μέγιστο βάθος 10 εκατοστών).

1.6.2. Όταν δεν είναι δυνατή η επαρκής προστασία των φυτών από βλαβερούς οργανισμούς με τη λήψη των μέτρων τα οποία προβλέπονται στο σημείο 1.6.1 ή σε περίπτωση που έχει εντοπιστεί απειλή για τις καλλιέργειες, μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο προϊόντα που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19 και μόνο στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο.

1.6.3. Οι παγίδες ή διανομείς προϊόντων, με εξαίρεση τις συσκευές φερομόνης, αποτρέπουν την έκλυση των ουσιών στο περιβάλλον και την επαφή των ουσιών με τις καλλιέργειες. Μετά τη χρήση, οι παγίδες συλλέγονται και διατίθενται με ασφάλεια.

1.7. Προϊόντα καθαρισμού και απολύμανσης

Για σκοπούς καθαρισμού και απολύμανσης χρησιμοποιούνται μόνο προϊόντα καθαρισμού και απολύμανσης για τη φυτική παραγωγή που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

2. Απαιτήσεις για συγκεκριμένα φυτά ή φυτικά προϊόντα

2.1. Κανόνες για την παραγωγή μανιταριών

Για την παραγωγή μανιταριών επιτρέπεται η χρησιμοποίηση υποστρωμάτων εδάφους, εφόσον αυτά αποτελούνται μόνο από τα ακόλουθα συστατικά:

α)      κόπρο αγροκτήματος και ζωικά περιττώματα:

i)      είτε από γεωργικές εκμεταλλεύσεις που εφαρμόζουν τους κανόνες βιολογικής παραγωγής· ή

ii)      εκείνα που αναφέρονται στο σημείο 1.5.3, μόνο όταν το αναφερόμενο στο σημείο i) προϊόν δεν είναι διαθέσιμο και υπό τον όρο ότι η εν λόγω κόπρος αγροκτήματος ή τα περιττώματα ζώων δεν υπερβαίνουν το 25 % του βάρους των συνολικών συστατικών του υποστρώματος, εκτός από το υλικό επικάλυψης και πρόσθετο νερό, πριν από την κομποστοποίηση·

β)      προϊόντα γεωργικής προέλευσης, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο στοιχείο α), από γεωργικές εκμεταλλεύσεις που εφαρμόζουν τους κανόνες βιολογικής παραγωγής·

γ)      τύρφη που δεν έχει υποστεί χημική επεξεργασία·

δ)      ξύλο που δεν έχει υποστεί επεξεργασία με χημικά προϊόντα μετά την υλοτόμηση·

ε)      ανόργανα προϊόντα που αναφέρονται στο σημείο 1.5.3, νερό και χώμα.

2.2. Κανόνες σχετικά με τη συλλογή άγριων φυτών

Η συλλογή άγριων φυτών που φύονται φυσιολογικά σε φυσικούς χώρους, δάση και γεωργικές εκτάσεις και μερών των φυτών αυτών, θεωρείται βιολογική παραγωγή, υπό τον όρο ότι:

α)      για τουλάχιστον μία τριετία πριν από τη συλλογή, δεν είχαν χρησιμοποιηθεί στις εν λόγω εκτάσεις άλλα προϊόντα πλην εκείνων που έχουν εγκριθεί για χρήση σε βιολογικές παραγωγές δυνάμει του άρθρου 19·

β)      η συλλογή δεν θίγει τη σταθερότητα του φυσικού ενδιαιτήματος ή τη διατήρηση των ειδών στην περιοχή συλλογής.

Μέρος ΙΙ: Κανόνες ζωικής παραγωγής

Πέραν των κανόνων παραγωγής που ορίζονται στα άρθρα 7, 8, 9 και 11, οι κανόνες που ορίζονται στο παρόν μέρος εφαρμόζονται στη ζωική παραγωγή.

1. Γενικές απαιτήσεις

1.1. Απαγορεύεται η κτηνοτροφία κατά την οποία ο κάτοχος εκμετάλλευσης δεν έχει ιδιόκτητες εκτάσεις και δεν διαχειρίζεται γεωργική γη και δεν έχει συνάψει γραπτή συμφωνία συνεργασίας με άλλο κάτοχο εκμετάλλευσης.

1.2. Μετατροπή

1.2.1. Η περίοδος μετατροπής αρχίζει το νωρίτερο όταν ο κάτοχος της εκμετάλλευσης κοινοποιήσει τη δραστηριότητά του στις αρμόδιες αρχές και υποβάλει την εκμετάλλευσή του στο σύστημα ελέγχου σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

1.2.2. Οι περίοδοι μετατροπής για κάθε επιμέρους είδος ζωικής παραγωγής παρατίθενται στο σημείο 2.

1.2.3. Τα ζώα και τα ζωικά προϊόντα που παράγονται κατά την περίοδο μετατροπής δεν διατίθενται στην αγορά ως βιολογικά προϊόντα.

1.2.4. Τα ζώα και τα ζωικά προϊόντα μπορούν να θεωρηθούν βιολογικά κατά τη λήξη της περιόδου μετατροπής σε περίπτωση ταυτόχρονης μετατροπής ολόκληρης της μονάδας παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των ζώων, των βοσκοτόπων ή της γης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ζωοτροφής.

1.3. Προέλευση των ζώων

1.3.1. Τα ζώα βιολογικής εκτροφής γεννιούνται και εκτρέφονται σε βιολογικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις.

1.3.2. Τα ζώα που ζουν στη γεωργική εκμετάλλευση στην αρχή της περιόδου μετατροπής καθώς και τα προϊόντα τους, μπορούν να θεωρούνται βιολογικά εφόσον τηρείται η εφαρμοστέα περίοδος μετατροπής που αναφέρεται στο σημείο 2.

1.3.3. Αναφορικά με την αναπαραγωγή των ζώων βιολογικής εκτροφής:

α)      η αναπαραγωγή γίνεται με φυσικές μεθόδους· ωστόσο, επιτρέπεται η τεχνητή σπερματέγχυση·

β)      η αναπαραγωγή δεν υποβοηθείται με αγωγή με ορμόνες ή παρόμοιες ουσίες, εκτός εάν χρησιμοποιούνται ως μορφή κτηνιατρικής θεραπευτικής αγωγής, σε μεμονωμένα ζώα·

γ)      άλλες μορφές τεχνητής αναπαραγωγής, όπως η κλωνοποίηση και η εμβρυομεταφορά, δεν χρησιμοποιούνται·

δ)      επιλέγονται οι κατάλληλες φυλές και η επιλογή των φυλών συμβάλλει επίσης στην αποφυγή των ταλαιπωριών και της ανάγκης ακρωτηριασμού των ζώων·

1.3.4. Κατά την επιλογή φυλών ή τύπων ζώων, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ικανότητα προσαρμογής τους στις τοπικές συνθήκες –χωρίς να επηρεάζεται η καλή τους μεταχείριση–, η ζωτικότητά τους και η αντοχή τους σε ασθένειες. Ακόμη, πρέπει να επιλέγονται φυλές ή τύποι ζώων κατά τρόπο που να αποφεύγονται ειδικές ασθένειες ή προβλήματα υγείας τα οποία συνδέονται με ορισμένες φυλές ή τύπους που χρησιμοποιούνται στην εντατική παραγωγή, όπως το σύνδρομο του στρες των χοίρων, το σύνδρομο PSE (ωχρότητα, μαλακότητα, εξίδρωση), το σύνδρομο αιφνίδιου θανάτου, οι αυτόματες αποβολές και η δυστοκία που απαιτεί καισαρική τομή. Προτιμώνται οι αυτόχθονες φυλές και τύποι ζώων.

1.3.5. Για αναπαραγωγικούς σκοπούς, μπορούν να εισάγονται σε γεωργική εκμετάλλευση ζώα που δεν έχουν εκτραφεί με βιολογική μέθοδο, όταν υφίσταται απειλή εξαφάνισης φυλών από την κτηνοτροφία, όπως αναφέρεται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1974/2006 της Επιτροπής[2] και σε αυτή την περίπτωση τα ζώα αυτών των φυλών δεν είναι υποχρεωτικό να είναι άτοκα.

1.4. Διατροφή

1.4.1. Γενικές απαιτήσεις διατροφής

Αναφορικά με τη διατροφή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      οι ζωοτροφές λαμβάνονται πρωτίστως από τη γεωργική εκμετάλλευση όπου διατηρούνται τα ζώα ή από άλλες βιολογικές εκμεταλλεύσεις στην ίδια περιοχή·

β)      τα ζώα τρέφονται με βιολογικές ζωοτροφές οι οποίες ανταποκρίνονται στις διατροφικές απαιτήσεις των ζώων στα διάφορα στάδια της ανάπτυξής τους. Απαγορεύεται η περιορισμένη σίτιση στη βιολογική εκτροφή ζώων·

γ)      απαγορεύεται η εκτροφή των ζώων υπό συνθήκες διατροφής ή άλλες που να συμβάλλουν στην ανάπτυξη αναιμίας·

δ)      οι πρακτικές πάχυνσης πρέπει να είναι αναστρέψιμες σε οποιοδήποτε στάδιο της εκτροφής. Απαγορεύεται η καταναγκαστική διατροφή·

ε)      τα ζώα, εκτός των μελισσών, έχουν μόνιμη πρόσβαση σε βοσκότοπους ή ακατέργαστη χορτονομή·

στ)    δεν χρησιμοποιούνται αυξητικοί παράγοντες και συνθετικά αμινοξέα·

ζ)      τα θηλάζοντα ζώα τρέφονται κατά προτίμηση με μητρικό γάλα, για ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα·

η)      υλικά ζωοτροφών ανόργανης προέλευσης, πρόσθετες ύλες ζωοτροφών, ορισμένα προϊόντα που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων και βοηθητικά μέσα επεξεργασίας χρησιμοποιούνται μόνον εφόσον έχουν εγκριθεί για χρήση σε βιολογικές παραγωγές δυνάμει του άρθρου 19.

1.4.2. Βοσκή σε κοινά εδάφη και διαχείμαση

1.4.2.1. Τα ζώα βιολογικής εκτροφής επιτρέπεται να βόσκουν σε κοινόχρηστες γαίες υπό τον όρο ότι:

α)      η διαχείριση των κοινόχρηστων γαιών είναι απολύτως σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό·

β)      τα ζώα μη βιολογικής εκτροφής που χρησιμοποιούν τις εν λόγω γαίες προέρχονται από σύστημα εκτροφής ισοδύναμο με αυτό που ορίζεται στα άρθρα 28 και 30 του κανονισμού αριθ. 1305/2013[3]·

γ)      τα ζωικά προϊόντα που παράγονται από ζώα βιολογικής εκτροφής, ενόσω χρησιμοποιούν τις εν λόγω γαίες δεν θεωρούνται προϊόντα βιολογικής κτηνοτροφίας, εκτός εάν είναι δυνατό να αποδειχθεί ότι υπήρξε επαρκής διαχωρισμός από τα ζώα μη βιολογικής εκτροφής.

1.4.2.2. Κατά την περίοδο της εποχικής μετακίνησης, τα ζώα επιτρέπεται να βόσκουν σε μη βιολογικές εκτάσεις όταν μετακινούνται πεζή από ένα βοσκότοπο σε άλλο. Επιτρέπεται η πρόσληψη μη βιολογικών ζωοτροφών, υπό τη μορφή βόσκησης χλόης ή άλλων φυτών, για μέγιστο διάστημα 35 ημερών που καλύπτει αμφότερες τις κατευθύνσεις μετακίνησης.

1.4.3. Ζωοτροφές σε μετατροπή

1.4.3.1. Αναφορικά με τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις σε μετατροπή, ποσοστό μέχρι 15 % της συνολικής μέσης ποσότητας ζωοτροφών που χορηγείται στα ζώα μπορεί να προέρχεται από βόσκηση ή συγκομιδή μόνιμων βοσκοτόπων, από αγροτεμάχια με πολυετή κτηνοτροφικά φυτά ή από πρωτεϊνούχα φυτά που έχουν σπαρθεί στο πλαίσιο βιολογικής διαχείρισης των εκτάσεων κατά το πρώτο έτος της μετατροπής τους, υπό τον όρο ότι αποτελούν μέρος της εκμετάλλευσης. Ζωοτροφές από αγροτεμάχια κατά το πρώτο έτος μετατροπής τους δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μεταποιημένων βιολογικών ζωοτροφών. Όταν χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα ζωοτροφές σε μετατροπή και ζωοτροφές από αγροτεμάχια κατά το πρώτο έτος της μετατροπής τους, το συνδυασμένο συνολικό ποσοστό των ζωοτροφών αυτών δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ανώτατα ποσοστά που καθορίζονται στο σημείο 1.4.3.2.

1.4.3.2. Για τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις βιολογικής παραγωγής, μέχρι το 20 % της σύστασης των σιτηρεσίων, κατά μέσο όρο, επιτρέπεται να περιέχει ζωοτροφές σε μετατροπή, ήτοι ζωοτροφές από το δεύτερο έτος της μετατροπής. Για τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις σε μετατροπή, όταν οι ζωοτροφές σε μετατροπή προέρχονται από την ίδια την εκμετάλλευση, το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξηθεί σε 100 %.

1.4.3.3. Τα αναφερόμενα στα σημεία 1.4.3.1 και 1.4.3.2 αριθμητικά στοιχεία υπολογίζονται ετησίως σε ποσοστά επί τοις εκατό επί της ξηράς ουσίας ζωοτροφών φυτικής προέλευσης.

1.4.4. Χρήση ορισμένων υλικών και ουσιών στις ζωοτροφές

Κατά τη μεταποίηση βιολογικών ζωοτροφών και τη διατροφή ζώων βιολογικής εκτροφής επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνο βιολογικά υλικά ζωοτροφών ζωικής προέλευσης και υλικά και πρόσθετα ζωοτροφών που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

1.5. Προστασία της υγείας

1.5.1. Πρόληψη ασθενειών

1.5.1.1. Η πρόληψη των ασθενειών βασίζεται στην επιλογή φυλών και τύπων ζώων, στις κτηνοτροφικές διαχειριστικές πρακτικές, σε υψηλής ποιότητας ζωοτροφές και σωματική άσκηση, στην ενδεδειγμένη πυκνότητα των ζώων και σε επαρκείς και κατάλληλους χώρους στέγασης, στους οποίους επικρατούν υγιεινές συνθήκες.

1.5.1.2. Επιτρέπεται η χρήση ανοσολογικών κτηνιατρικών φαρμάκων.

1.5.1.3. Απαγορεύεται η προληπτική χρήση αλλοπαθητικών συνθετικών χημικών κτηνιατρικών φαρμάκων ή αντιβιοτικών.

1.5.1.4. Απαγορεύεται η χρήση ουσιών για την προώθηση της ανάπτυξης ή της παραγωγής, (περιλαμβανομένων αντιβιοτικών, κοκκιδιοστατικών και άλλων τεχνητών βοηθημάτων για την προώθηση της ανάπτυξης), καθώς και η χρήση ορμονών ή παρόμοιων ουσιών για τον έλεγχο της αναπαραγωγής ή για άλλους σκοπούς (π.χ. πρόκληση ή συγχρονισμός οίστρου).

1.5.1.5. Όταν τα ζώα προέρχονται από μονάδες μη βιολογικής εκτροφής, εφαρμόζονται ειδικά μέτρα, όπως διαγνωστικές εξετάσεις ή περίοδοι καραντίνας, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες.

1.5.1.6. Για σκοπούς καθαρισμού και απολύμανσης κτηρίων και εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για την εκτροφή ζώων χρησιμοποιούνται μόνο τα προϊόντα καθαρισμού και απολύμανσης που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

1.5.1.7. Οι χώροι, οι κλωβοί, ο εξοπλισμός και τα εργαλεία πρέπει να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται κατάλληλα, ώστε να προλαμβάνονται οι επιμολύνσεις και η ανάπτυξη παθογόνων οργανισμών. Τα κόπρανα, τα ούρα και οι αχρησιμοποίητες ζωοτροφές πρέπει να απομακρύνονται όσο συχνά απαιτείται για να ελαχιστοποιούνται οι οσμές και να αποτρέπεται η προσέλκυση εντόμων ή τρωκτικών. Τα τρωκτικοκτόνα (που πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο μέσα σε παγίδες) και τα προϊόντα που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19, μπορούν να χρησιμοποιούνται για την εξάλειψη εντόμων και άλλων βλαβερών οργανισμών στα κτήρια και τις άλλες εγκαταστάσεις στέγασης των ζώων.

1.5.2. Κτηνιατρική αγωγή

1.5.2.1. Όταν, παρά τα προληπτικά μέτρα για τη διασφάλιση της υγείας των ζώων, τα ζώα ασθενούν ή τραυματίζονται, πρέπει να τους παρέχονται αμέσως φροντίδες.

1.5.2.2. Οι ασθένειες αντιμετωπίζονται αμέσως, ώστε να αποφεύγεται η ταλαιπωρία των ζώων· όταν είναι απαραίτητο, υπό αυστηρές προϋποθέσεις και υπ’ ευθύνη κτηνιάτρου, επιτρέπεται η χρήση αλλοπαθητικών χημικών συνθετικών κτηνιατρικών φαρμάκων, μεταξύ άλλων και αντιβιοτικών, εάν αντενδείκνυται η χρήση φυτοθεραπευτικών, ομοιοπαθητικών και λοιπών προϊόντων. Πρέπει ιδίως να καθοριστούν οι περιορισμοί όσον αφορά τις θεραπευτικές αγωγές και τον χρόνο αναμονής.

1.5.2.3. Πρέπει να προτιμώνται υλικά ζωοτροφών ανόργανης προέλευσης και διατροφικές πρόσθετες ύλες που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19 καθώς και φυτοθεραπευτικά και ομοιοπαθητικά προϊόντα αντί των συνθετικών χημικών αλλοπαθητικών κτηνιατρικών φαρμάκων, περιλαμβανομένων των αντιβιοτικών, υπό τον όρο ότι έχουν αποτελεσματική θεραπευτική δράση για το συγκεκριμένο ζωικό είδος και την ασθένεια για την οποία χορηγούνται.

1.5.2.4. Με εξαίρεση τους εμβολιασμούς, τις αντιπαρασιτικές αγωγές και τα υποχρεωτικά προγράμματα εκρίζωσης ασθενειών, όταν ένα ζώο ή ομάδα ζώων υποβάλλονται σε περισσότερες από τρεις θεραπευτικές αγωγές με αλλοπαθητικά χημικά συνθετικά κτηνιατρικά φάρμακα, περιλαμβανομένων των αντιβιοτικών, σε διάστημα 12 μηνών, ή σε περισσότερες από μία θεραπευτικές αγωγές, εάν ο παραγωγικός κύκλος ζωής τους είναι μικρότερος του ενός έτους, απαγορεύεται αυτά τα ζώα ή τα προϊόντα που παράγονται από αυτά να πωλούνται ως βιολογικά προϊόντα, και τα ζώα υπόκεινται στις προβλεπόμενες στα σημεία 1.2 και 2 περιόδους μετατροπής.

1.5.2.5. Ο χρόνος αναμονής μεταξύ της τελευταίας χορήγησης αλλοπαθητικών κτηνιατρικών φαρμάκων σε ένα ζώο υπό κανονικές συνθήκες χρήσης και της παραγωγής βιολογικώς παραγόμενων τροφίμων από τα ζώα αυτά πρέπει να είναι διπλάσιος από τον χρόνο αναμονής ο οποίος ορίζεται στο άρθρο 11 της οδηγίας 2001/82/ΕΚ ή, σε περίπτωση που ο χρόνος αυτός δεν προσδιορίζεται, είναι 48 ώρες.

1.5.2.6. Επιτρέπονται οι θεραπευτικές αγωγές που επιβάλλονται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας όσον αφορά την προστασία της υγείας του ανθρώπου και των ζώων.

1.6. Συνθήκες στέγασης και κτηνοτροφικές πρακτικές

1.6.1. Η μόνωση, η θέρμανση και ο εξαερισμός του κτηρίου πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η κυκλοφορία του αέρα, το επίπεδο της σκόνης, η θερμοκρασία, η σχετική υγρασία της ατμόσφαιρας και η συγκέντρωση αερίων διατηρούνται εντός ορίων που διασφαλίζουν την καλή μεταχείριση των ζώων. Τα κτήρια πρέπει να επιτρέπουν τον φυσικό εξαερισμό και την είσοδο άφθονου φυσικού φωτός.

1.6.2. Η εξασφάλιση στέγασης για τα ζώα δεν είναι υποχρεωτική σε περιοχές με κατάλληλες κλιματικές συνθήκες που επιτρέπουν την υπαίθρια διαβίωση των ζώων. Τα ζώα έχουν μόνιμη πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους, κατά προτίμηση σε βοσκότοπους, όποτε το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες και η κατάσταση του εδάφους, εκτός εάν επιβάλλονται περιορισμοί και υποχρεώσεις που σχετίζονται με την προστασία της υγείας του ανθρώπου και των ζώων βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας. Τα ζώα έχουν πρόσβαση σε υπόστεγα ή σκιερά μέρη για την προστασία τους από δυσμενείς καιρικές συνθήκες.

1.6.3. Η πυκνότητα των ζώων εντός των κτηρίων πρέπει να εξασφαλίζει την άνεση, την καλή μεταχείριση και να ικανοποιεί τις ειδικές ανάγκες των ζώων που εξαρτώνται κυρίως από το είδος, τη φυλή και την ηλικία των ζώων. Πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες της συμπεριφοράς των ζώων που εξαρτώνται ιδίως από το μέγεθος της ομάδας και το φύλο των ζώων. Η πυκνότητα πρέπει να εξασφαλίζει ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης των ζώων, παρέχοντάς τους επαρκή χώρο για να στέκονται στη φυσική τους όρθια στάση, να κινούνται, να ξαπλώνουν με ευκολία, να κυλιούνται, να περιποιούνται τον εαυτό τους, να παίρνουν όλες τις φυσικές τους στάσεις και να κάνουν όλες τις φυσικές τους κινήσεις, όπως να τεντώνονται και να πεταρίζουν.

1.6.4. Το ελάχιστο εμβαδόν των κτηρίων και των υπαίθριων χώρων και τα λοιπά χαρακτηριστικά στέγασης των διαφόρων ειδών και κατηγοριών ζώων καθορίζονται στα σημεία 2.1.4., 2.2.4., 2.3.4. και 2.4.5.

1.6.5. Οι υπαίθριοι χώροι μπορεί να είναι εν μέρει καλυμμένοι. Οι πυλωτές δεν θεωρούνται υπαίθριοι χώροι.

1.6.6. Ο συνολικός δείκτης πυκνότητας των ζώων δεν πρέπει να υπερβαίνει το όριο των 170 χιλιόγραμμων οργανικού αζώτου ετησίως ανά εκτάριο γεωργικής γης.

1.6.7. Για τον προσδιορισμό της κατάλληλης πυκνότητας των ζώων που αναφέρεται στο σημείο 1.6.6, οι αρμόδιες αρχές ορίζουν τις μονάδες ζωικού κεφαλαίου που ισοδυναμούν με το όριο που αναφέρεται στο σημείο 1.6.6, με βάση τα αριθμητικά στοιχεία που ορίζονται σε κάθε επιμέρους ειδική απαίτηση για τη ζωική παραγωγή.

1.7. Καλή μεταχείριση των ζώων

1.7.1. Όλα τα πρόσωπα που συμμετέχουν στη διατήρηση ζώων διαθέτουν τις απαραίτητες βασικές γνώσεις και δεξιότητες όσον αφορά την υγεία και τις ανάγκες καλής μεταχείρισης των ζώων.

1.7.2. Οι κτηνοτροφικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της πυκνότητας και των συνθηκών στέγασης, εξασφαλίζουν την κάλυψη των αναγκών της ανάπτυξης, της φυσιολογίας και του έθους των ζώων.

1.7.3. Τα ζώα έχουν μόνιμη πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους, κατά προτίμηση σε βοσκότοπους, όποτε το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες και η κατάσταση του εδάφους, εκτός εάν επιβάλλονται περιορισμοί και υποχρεώσεις για την προστασία της υγείας του ανθρώπου και των ζώων βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας.

1.7.4. Ο αριθμός των ζώων περιορίζεται με σκοπό την ελαχιστοποίηση της υπερβόσκησης, της κατασκαφής του εδάφους, της διάβρωσής του ή της ρύπανσης που προκαλείται από τα ζώα ή τη διασπορά της κόπρου τους.

1.7.5. Όταν εφαρμόζονται το άρθρο 8 παράγραφος 5 και το σημείο 1.4.2.2 του παρόντος μέρους, τα ζώα βιολογικής εκτροφής διατηρούνται χωριστά από τα υπόλοιπα.

1.7.6. Η πρόσδεση ή η απομόνωση των ζώων απαγορεύονται, εκτός εάν το υπαγορεύουν λόγοι ασφαλείας και προστασίας ή κτηνιατρικοί λόγοι για μεμονωμένα ζώα και για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν σε πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις να προβαίνουν σε πρόσδεση των βοοειδών, εάν δεν είναι δυνατό να διατηρούνται τα βοοειδή σε ομάδες που να ικανοποιούν τις ανάγκες της συμπεριφοράς τους, υπό τον όρο ότι έχουν πρόσβαση σε βοσκοτόπους κατά την περίοδο βοσκής και τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους όταν η βόσκηση δεν είναι δυνατή.

1.7.7. Η χρονική διάρκεια της μεταφοράς ζώων περιορίζεται στο ελάχιστο.

1.7.8. Η ταλαιπωρία των ζώων περιορίζεται στο ελάχιστο, σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής τους συμπεριλαμβανομένης της στιγμής της σφαγής.

1.7.9. Απαγορεύεται ο ακρωτηριασμός των ζώων.

1.7.10. Τα ζώα πρέπει να υποφέρουν όσο το δυνατόν λιγότερο με τη χορήγηση της κατάλληλης αναισθησίας και/ή αναλγησίας και η επέμβαση πρέπει να πραγματοποιείται μόνο στην πλέον κατάλληλη ηλικία από ειδικευμένο προσωπικό.

1.7.11. Ο χειρουργικός ευνουχισμός επιτρέπεται προκειμένου να διατηρηθεί η ποιότητα των προϊόντων και οι παραδοσιακές πρακτικές παραγωγής, αλλά μόνο με τη χορήγηση κατάλληλης αναισθησίας ή αναλγησίας και υπό τον όρο ότι η επέμβαση πραγματοποιείται μόνο στην πλέον κατάλληλη ηλικία από ειδικευμένο προσωπικό.

1.7.12. Η φόρτωση και εκφόρτωση ζώων πρέπει να πραγματοποιούνται χωρίς τη χρήση κανενός είδους ηλεκτρικής διέγερσης για τον εξαναγκασμό των ζώων. Απαγορεύεται η χρήση αλλοπαθητικών ηρεμιστικών πριν ή κατά τη μεταφορά.

2. Απαιτήσεις για συγκεκριμένα είδη ζωικού κεφαλαίου

2.1. Εκτροφή βοοειδών και αιγοπροβάτων

2.1.1. Μετατροπή

Για να θεωρούνται βιολογικά τα βοοειδή, τα αιγοπρόβατα και τα προϊόντα αυτών, πρέπει να έχουν εφαρμοστεί οι κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό για διάστημα τουλάχιστον:

α)      12 μηνών στην περίπτωση των βοοειδών κρεατοπαραγωγής, και σε κάθε περίπτωση, για τουλάχιστον τα τρία τέταρτα της ζωής τους·

β)      έξι μηνών στην περίπτωση των αιγοπροβάτων και των ζώων γαλακτοπαραγωγής.

2.1.2. Διατροφή

Αναφορικά με τη διατροφή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε βοσκοτόπους για βοσκή όποτε το επιτρέπουν οι συνθήκες·

β)      παρά τα προβλεπόμενα στο στοιχείο α), τα αρσενικά βοοειδή ηλικίας άνω του ενός έτους πρέπει να έχουν πρόσβαση σε βοσκότοπο ή σε υπαίθριο χώρο·

γ)      σε περίπτωση που τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα έχουν πρόσβαση σε βοσκότοπο κατά την περίοδο βοσκής και το σύστημα χειμερινής στέγασης παρέχει ελευθερία κινήσεων στα ζώα, επιτρέπεται η εξαίρεση από την υποχρέωση εξασφάλισης υπαίθριων χώρων για τα ζώα κατά τους χειμερινούς μήνες·

δ)      εξαιρουμένης της περιόδου εποχικής διαχείμασης που αναφέρεται στο σημείο 1.4.2.2., τουλάχιστον το 90 % των ζωοτροφών πρέπει να προέρχεται από την ίδια την κτηνοτροφική μονάδα ή, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, να παράγεται σε συνεργασία με άλλα αγροκτήματα βιολογικής παραγωγής στην ίδια περιοχή·

ε)      τα συστήματα εκτροφής των βοοειδών και των αιγοπροβάτων πρέπει να βασίζονται στη μέγιστη δυνατή χρήση βοσκής ανάλογα με τους διαθέσιμους βοσκότοπους στις διάφορες περιόδους του έτους. Τουλάχιστον 60 % της ξηράς ουσίας του ημερήσιου σιτηρέσιου των βοοειδών και των αιγοπροβάτων πρέπει να αποτελείται από χονδροαλεσμένη, νωπή ή αποξηραμένη ή ενσιρωμένη ζωοτροφή. Αυτό το ποσοστό μπορεί να μειωθεί σε 50 % για τα ζώα γαλακτοπαραγωγής για μέγιστη περίοδο τριών μηνών στην αρχή της γαλακτοπαραγωγής.

στ)    όλα τα θηλάζοντα βοοειδή και αιγοπρόβατα πρέπει να τρέφονται κατά προτίμηση με μητρικό γάλα για περίοδο τουλάχιστον τριών μηνών για τα βοοειδή και 45 ημερών για τα αιγοπρόβατα.

2.1.3. Ειδικές συνθήκες στέγασης

Αναφορικά με τις συνθήκες στέγασης εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      το δάπεδο των χώρων στέγασης των βοοειδών και των αιγοπροβάτων πρέπει να είναι ομαλό, αλλά όχι ολισθηρό. Το μισό τουλάχιστον εμβαδόν του δαπέδου, όπως ορίζεται στον πίνακα για το ελάχιστο εμβαδόν για βοοειδή και αιγοπρόβατα που παρατίθεται στο σημείο 2.1.4., πρέπει να είναι συμπαγές, δηλαδή όχι υπό μορφή γρίλιας ή δικτυωτού.

β)      οι χώροι στέγασης πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με άνετο, καθαρό και στεγνό χώρο κατάκλισης/ανάπαυσης, επαρκών διαστάσεων, αποτελούμενο από στερεή κατασκευή χωρίς δάπεδο υπό μορφή γρίλιας. Ο χώρος ανάπαυσης πρέπει να περιέχει άφθονο στεγνό υλικό κατάκλισης με στρωμνή. Η στρωμνή πρέπει να περιλαμβάνει άχυρο ή άλλο κατάλληλο φυσικό υλικό. Η στρωμνή είναι δυνατό να βελτιώνεται και να εμπλουτίζεται με οποιοδήποτε ανόργανο προϊόν έχει εγκριθεί ως προϊόν λίπανσης ή βελτίωσης του εδάφους για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19·

γ)      παρά τα προβλεπόμενα στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 3 παράγραφος 1 και του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2008/119/ΕΚ του Συμβουλίου[4], απαγορεύεται η στέγαση των μόσχων σε ατομικούς χώρους μετά την ηλικία της μίας εβδομάδας εκτός εάν το υπαγορεύουν κτηνιατρικοί λόγοι για μεμονωμένα ζώα και για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

2.1.4. Δείκτης πυκνότητας

Αναφορικά με τον αριθμό βοοειδών και αιγοπροβάτων ανά εκτάριο ισχύουν τα ακόλουθα όρια:

Κατηγορία ή είδος || Μέγιστος αριθμός ζώων ανά εκτάριο (ισοδύναμος με 170 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως)

Μόσχοι για πάχυνση || 5

Άλλα βοοειδή ηλικίας κάτω του ενός έτους || 5

Αρσενικά βοοειδή ηλικίας ενός έως δύο ετών || 3,3

Θηλυκά βοοειδή ηλικίας ενός έως δύο ετών || 3,3

Αρσενικά βοοειδή ηλικίας δύο ετών και άνω || 2

Δαμαλίδες για αναπαραγωγή || 2,5

Δαμαλίδες για πάχυνση || 2,5

Αγελάδες γαλακτοπαραγωγής || 2

Αγελάδες γαλακτοπαραγωγής ακατάλληλες για εκμετάλλευση || 2

Άλλες αγελάδες || 2,5

Αίγες || 13,3

Προβατίνες || 13,3

Αναφορικά με το ελάχιστο εμβαδόν κλειστών και υπαίθριων χώρων και τα λοιπά χαρακτηριστικά στέγασης βοοειδών και αιγοπροβάτων ισχύουν τα κάτωθι:

|| Κλειστοί χώροι (καθαρό εμβαδόν διαθέσιμο για τα ζώα) || Υπαίθριοι χώροι (χώροι άσκησης, χωρίς τους βοσκοτόπους)

|| Ελάχιστο βάρος ζώντος ζώου (kg) || τ.μ./κεφαλή || τ.μ./κεφαλή

Βοοειδή αναπαραγωγής και πάχυνσης || μέχρι 100 || 1,5 || 1,1

μέχρι 200 || 2,5 || 1,9

μέχρι 350 || 4,0 || 3

άνω των 350 || 5 και τουλάχιστον 1 τ.μ./100 kg || 3,7 και τουλάχιστον 0,75 τ.μ./100 kg

Αγελάδες γαλακτοπαραγωγής || || 6 || 4,5

Ταύροι αναπαραγωγής || || 10 || 30

Αιγοπρόβατα || || 1,5 ανά αιγοπρόβατο || 2,5

|| 0,35 ανά αμνοερίφιο || 2,5 με 0,5 ανά αμνοερίφιο

2.2. Παραγωγή ιπποειδών

2.2.1. Μετατροπή

Για να θεωρούνται τα ιπποειδή και τα προϊόντα τους βιολογικά, πρέπει να έχουν εφαρμοστεί οι κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό για περίοδο τουλάχιστον:

α)      12 μηνών στην περίπτωση των ιπποειδών κρεατοπαραγωγής, και σε κάθε περίπτωση, για τουλάχιστον τα τρία τέταρτα της ζωής τους·

β)      έξι μηνών στην περίπτωση ζώων γαλακτοπαραγωγής.

2.2.2. Διατροφή

Αναφορικά με τη διατροφή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      τα ιπποειδή πρέπει να έχουν πρόσβαση σε βοσκοτόπους για βοσκή όποτε το επιτρέπουν οι συνθήκες·

β)      σε περίπτωση που τα ιπποειδή έχουν πρόσβαση σε βοσκότοπο κατά την περίοδο βοσκής και το σύστημα χειμερινής στέγασης παρέχει ελευθερία κινήσεων στα ζώα, επιτρέπεται η εξαίρεση από την υποχρέωση εξασφάλισης υπαίθριων χώρων για τα ζώα κατά τους χειμερινούς μήνες·

γ)      εξαιρουμένης της περιόδου εποχικής διαχείμασης που αναφέρεται στο σημείο 1.4.2.2., τουλάχιστον το 90 % των ζωοτροφών πρέπει να προέρχεται από την ίδια την κτηνοτροφική μονάδα ή, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, να παράγεται σε συνεργασία με άλλα αγροκτήματα βιολογικής παραγωγής στην ίδια περιοχή·

δ)      τα συστήματα εκτροφής των ιπποειδών πρέπει να βασίζονται στη μέγιστη δυνατή χρήση βοσκής ανάλογα με τους διαθέσιμους βοσκότοπους στις διάφορες περιόδους του έτους. Τουλάχιστον 60 % της ξηράς ουσίας του ημερήσιου σιτηρέσιου των ιπποειδών πρέπει να αποτελείται από χονδροαλεσμένη, νωπή ή αποξηραμένη ή ενσιρωμένη ζωοτροφή·

ε)      τα θηλάζοντα ιπποειδή τρέφονται κατά προτίμηση με μητρικό γάλα, για ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα τριών μηνών.

2.2.3. Ειδικές συνθήκες στέγασης

Αναφορικά με τις συνθήκες στέγασης εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      το δάπεδο των χώρων στέγασης των ιπποειδών πρέπει να είναι ομαλό αλλά όχι ολισθηρό. Το μισό τουλάχιστον εμβαδόν του δαπέδου, όπως ορίζεται στον πίνακα για το ελάχιστο εμβαδόν για ιπποειδή που παρατίθεται στο σημείο 2.2.4., πρέπει να είναι συμπαγές, δηλαδή όχι υπό μορφή γρίλιας ή δικτυωτού.

β)      οι χώροι στέγασης πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με άνετο, καθαρό και στεγνό χώρο κατάκλισης/ανάπαυσης, επαρκών διαστάσεων, αποτελούμενο από στερεή κατασκευή χωρίς δάπεδο υπό μορφή γρίλιας. Ο χώρος ανάπαυσης πρέπει να περιέχει άφθονο στεγνό υλικό κατάκλισης με στρωμνή. Η στρωμνή πρέπει να περιλαμβάνει άχυρο ή άλλο κατάλληλο φυσικό υλικό. Η στρωμνή είναι δυνατό να βελτιώνεται και να εμπλουτίζεται με οποιοδήποτε ανόργανο προϊόν έχει εγκριθεί ως προϊόν λίπανσης ή βελτίωσης του εδάφους για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

2.2.4. Δείκτης πυκνότητας

Αναφορικά με τον αριθμό ιπποειδών ανά εκτάριο ισχύει το κάτωθι όριο:

Κατηγορία ή είδος || Μέγιστος αριθμός ζώων ανά εκτάριο (ισοδύναμος με 170 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως)

Ιπποειδή ηλικίας άνω των 6 μηνών || 2

Αναφορικά με το ελάχιστο εμβαδόν κλειστών και υπαίθριων χώρων και τα λοιπά χαρακτηριστικά στέγασης των ιπποειδών ισχύουν τα κάτωθι:

|| Κλειστοί χώροι (καθαρό εμβαδόν διαθέσιμο για τα ζώα) || Υπαίθριοι χώροι (χώροι άσκησης, χωρίς τους βοσκοτόπους)

|| Ελάχιστο βάρος ζώντος ζώου (kg) || τ.μ./κεφαλή || τ.μ./κεφαλή

Ιπποειδή αναπαραγωγής και πάχυνσης || μέχρι 100 || 1,5 || 1,1

μέχρι 200 || 2,5 || 1,9

μέχρι 350 || 4,0 || 3

άνω των 350 || 5 και τουλάχιστον 1 τ.μ./100 kg || 3,7 και τουλάχιστον 0,75 τ.μ./100 kg

2.3. Παραγωγή χοίρων

2.3.1. Μετατροπή

Για να θεωρούνται οι χοίροι και τα προϊόντα αυτών βιολογικά, πρέπει να έχουν εφαρμοστεί οι κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό για τουλάχιστον έξι μήνες.

2.3.2. Διατροφή

Αναφορικά με τη διατροφή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      τουλάχιστον το 60 % των ζωοτροφών πρέπει να προέρχεται από την ίδια την κτηνοτροφική μονάδα ή, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, να παράγεται στην ίδια περιοχή σε συνεργασία με άλλα αγροκτήματα ή επιχειρήσεις ζωοτροφών βιολογικής παραγωγής·

β)      οι θηλάζοντες χοίροι τρέφονται κατά προτίμηση με μητρικό γάλα, για ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα 40 ημερών·

γ)      στο ημερήσιο σιτηρέσιο των χοίρων πρέπει να προστίθεται χονδροαλεσμένη, νωπή, αποξηραμένη ή ενσιρωμένη ζωοτροφή.

2.3.3. Ειδικές συνθήκες στέγασης

Αναφορικά με τις συνθήκες στέγασης εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      το δάπεδο των χώρων στέγασης των χοίρων πρέπει να είναι ομαλό αλλά όχι ολισθηρό. Το μισό τουλάχιστον εμβαδόν του δαπέδου, όπως ορίζεται στον πίνακα για το ελάχιστο εμβαδόν για χοίρους που παρατίθεται στο σημείο 2.3.4., πρέπει να είναι συμπαγές, δηλαδή όχι υπό μορφή γρίλιας ή δικτυωτού.

β)      οι χώροι στέγασης των χοίρων πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με άνετο, καθαρό και στεγνό χώρο κατάκλισης/ανάπαυσης, επαρκών διαστάσεων, αποτελούμενο από στερεή κατασκευή χωρίς δάπεδο υπό μορφή γρίλιας. Ο χώρος ανάπαυσης πρέπει να περιέχει άφθονο στεγνό υλικό κατάκλισης με στρωμνή. Η στρωμνή πρέπει να περιλαμβάνει άχυρο ή άλλο κατάλληλο φυσικό υλικό. Η στρωμνή είναι δυνατό να βελτιώνεται και να εμπλουτίζεται με οποιοδήποτε ανόργανο προϊόν έχει εγκριθεί ως προϊόν λίπανσης ή βελτίωσης του εδάφους για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19·

γ)      οι θηλυκοί χοίροι πρέπει να διατηρούνται σε ομάδες, εκτός από τα τελευταία στάδια της κυήσεως και κατά την περίοδο του θηλασμού·

δ)      απαγορεύεται η στέγαση χοιριδίων σε επίπεδα δάπεδα ή σε κλωβούς χοιριδίων·

ε)      οι χώροι άσκησης πρέπει να επιτρέπουν στους χοίρους να κοπρίζουν και να σκάβουν με το ρύγχος τους. Για να έχουν τη δυνατότητα τα ζώα να σκάβουν με το ρύγχος τους, μπορούν να χρησιμοποιούνται διάφορα υποστρώματα.

2.3.4. Δείκτης πυκνότητας

Αναφορικά με τον αριθμό χοίρων ανά εκτάριο ισχύουν τα κάτωθι όρια:

Κατηγορία ή είδος || Μέγιστος αριθμός ζώων ανά εκτάριο (ισοδύναμος με 170 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως)

Χοιρίδια || 74

Θηλυκοί χοίροι αναπαραγωγής || 6,5

Χοίροι πάχυνσης || 14

Άλλοι χοίροι || 14

                Αναφορικά με το ελάχιστο εμβαδόν κλειστών και υπαίθριων χώρων και τα λοιπά χαρακτηριστικά στέγασης των χοίρων ισχύουν τα κάτωθι:

|| Κλειστοί χώροι (καθαρό εμβαδόν διαθέσιμο για τα ζώα) || Υπαίθριοι χώροι (χώροι άσκησης, χωρίς τους βοσκοτόπους)

|| Ελάχιστο βάρος ζώντος ζώου (kg) || τ.μ./κεφαλή || τ.μ./κεφαλή

Χοιρομητέρες με χοιρίδια ηλικίας έως 40 ημερών || || 7,5 ανά χοιρομητέρα || 2,5

Χοίροι πάχυνσης || μέχρι 50 || 0,8 || 0,6

μέχρι 85 || 1,1 || 0,8

μέχρι 110 || 1,3 || 1

Χοιρίδια || άνω των 40 ημερών και μέχρι 30 kg || 0,6 || 0,4

Χοίροι αναπαραγωγής || || 2,5 ανά θηλυκό || 1,9

|| 6 ανά αρσενικό Εάν οι χώροι στέγασης χρησιμοποιούνται για φυσική οχεία: 10 τ.μ./αρσενικό χοίρο || 8,0

2.4. Παραγωγή πουλερικών

2.4.1. Μετατροπή

Για να θεωρηθούν τα πουλερικά και τα προϊόντα τους βιολογικά, πρέπει να έχουν εφαρμοστεί οι κανόνες παραγωγής που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό για διάστημα τουλάχιστον:

α)      10 εβδομάδων για τα πουλερικά κρεατοπαραγωγής που έχουν εισαχθεί πριν από την τρίτη ημέρα της ζωής τους·

β)      έξι εβδομάδων στην περίπτωση πουλερικών ωοπαραγωγής.

2.4.2. Προέλευση πουλερικών

Τα πουλερικά πρέπει είτε να εκτρέφονται μέχρις ότου φτάσουν σε μια ελάχιστη ηλικία ή να προέρχονται από φυλές πουλερικών βραδείας ανάπτυξης, όπως ορίζονται από την αρμόδια αρχή. Όταν ο παραγωγός δεν χρησιμοποιεί φυλές πουλερικών βραδείας ανάπτυξης, η ελάχιστη ηλικία σφαγής είναι η ακόλουθη:

α)      81 ημέρες για τα κοτόπουλα·

β)      150 ημέρες για τα καπόνια·

γ)      49 ημέρες για τις πάπιες Πεκίνου·

δ)      70 ημέρες για τις θηλυκές πάπιες Βαρβαρίας·

ε)      84 ημέρες για τις αρσενικές πάπιες Βαρβαρίας·

στ)    92 ημέρες για τις κοινές πλατύρρυγχες πάπιες (Mallard)·

ζ)      94 ημέρες για τις φραγκόκοτες·

η)      140 ημέρες για τις αρσενικές γαλοπούλες και τις χήνες που προορίζονται για ψήσιμο (roasting geese)· και

θ)      100 ημέρες για τις θηλυκές γαλοπούλες.

2.4.3. Διατροφή

Αναφορικά με τη διατροφή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      τουλάχιστον το 60 % των ζωοτροφών πρέπει να προέρχεται από την ίδια την κτηνοτροφική μονάδα ή, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, να παράγεται στην ίδια περιοχή σε συνεργασία με άλλα αγροκτήματα ή επιχειρήσεις ζωοτροφών βιολογικής παραγωγής·

β)      στο ημερήσιο σιτηρέσιο πρέπει να προστίθεται χονδροαλεσμένη, νωπή, αποξηραμένη ή ενσιρωμένη ζωοτροφή.

2.4.4. Ειδικές συνθήκες στέγασης

Αναφορικά με τις συνθήκες στέγασης εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      τα πουλερικά δεν πρέπει να διατηρούνται σε κλωβούς·

β)      τα νηκτικά πτηνά πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ρυάκι, τεχνητή λίμνη ή γούρνα όποτε το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες και οι συνθήκες υγιεινής, ώστε να ικανοποιούνται οι ειδικές ανάγκες του είδους και οι απαιτήσεις καλής μεταχείρισης των ζώων· όποτε δεν το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες, πρέπει να έχουν πρόσβαση σε νερό ώστε να μπορούν να βουτούν το κεφάλι και να καθαρίζουν το φτέρωμά τους·

γ)      τα πουλερικά πρέπει να έχουν πρόσβαση σε υπαίθριο χώρο τουλάχιστον κατά το ένα τρίτο της διάρκειας ζωής τους. Οι υπαίθριοι χώροι για τα πουλερικά πρέπει να καλύπτονται κυρίως με βλάστηση, να διαθέτουν εγκαταστάσεις προστασίας και να παρέχουν στα πουλερικά ευχερή πρόσβαση σε επαρκή αριθμό ποτιστρών·

δ)      όταν τα πουλερικά διατηρούνται σε κλειστούς χώρους λόγω περιορισμών ή υποχρεώσεων που επιβάλλονται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας, πρέπει να έχουν διαρκή πρόσβαση σε επαρκείς ποσότητες ακατέργαστης χορτονομής και σε κατάλληλα υλικά για να ικανοποιούνται οι ηθολογικές ανάγκες τους·

ε)      οι χώροι στέγασης όλων των πουλερικών πρέπει να πληρούν τους ακόλουθους όρους:

i)       τουλάχιστον το ένα τρίτο του εμβαδού του δαπέδου πρέπει να είναι συμπαγές, δηλαδή όχι σε μορφή γρίλιας ή δικτυωτού, και να καλύπτεται με στρωμνή από άχυρα, ροκανίδια, άμμο ή τύρφη·

ii)      στους χώρους στέγασης των ωοπαραγωγών ορνίθων, ένα επαρκώς μεγάλο τμήμα του δαπέδου στο οποίο έχουν πρόσβαση οι όρνιθες πρέπει να είναι διαθέσιμο για τη συλλογή των περιττωμάτων των πτηνών·

iii)     τα πουλερικά πρέπει να διαθέτουν κούρνιες μεγέθους και αριθμού ανάλογου προς το μέγεθος της ομάδας και των πτηνών, όπως ορίζεται στον πίνακα σχετικά με το ελάχιστο εμβαδόν κλειστών και υπαίθριων χώρων και τα λοιπά χαρακτηριστικά στέγασης για την παραγωγή πουλερικών που παρατίθενται στο σημείο 2.4.5.·

iv)    τα εξωτερικά όρια του χώρου στέγασης, δηλαδή συμπεριλαμβανομένης πιθανής πυλωτής, πρέπει να διαθέτουν ανοίγματα εισόδου/εξόδου μεγέθους επαρκούς για τα πτηνά, και συνολικού μήκους τουλάχιστον 4 μέτρων ανά 100 τετραγωνικά μέτρα εμβαδού του διαθέσιμου για τα πτηνά χώρου στέγασης. Όταν υπάρχει πυλωτή, τα εσωτερικά ανοίγματα μεταξύ του χώρου στέγασης και της πυλωτής πρέπει να είναι συνολικού μήκους 2 μέτρων ανά 100 τετραγωνικά μέτρα εμβαδού του χώρου στέγασης. Θα πρέπει να επιτρέπεται η 24ωρη πρόσβαση στην πυλωτή·

v)     οι ορνιθώνες πρέπει να είναι κατασκευασμένοι κατά τρόπο που να επιτρέπει την εύκολη πρόσβαση των πτηνών σε υπαίθριο χώρο, δηλαδή η μέγιστη απόσταση από οποιοδήποτε σημείο εντός του ορνιθώνα έως το πλησιέστερο εξωτερικό άνοιγμα δεν θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη των 15 μέτρων·

vi)     τα πολυεπίπεδα συστήματα πρέπει να διαθέτουν κατά μέγιστο τρία επίπεδα χρησιμοποιήσιμης επιφάνειας, συμπεριλαμβανομένου του ισόγειου επιπέδου. Μεταξύ επιπέδων ή ενδιάμεσων χώρων, όπως οι χώροι φωλιάσματος, δεν θα πρέπει να μεσολαβεί διάστημα μεγαλύτερο του ενός μέτρου. Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα απομάκρυνσης των περιττωμάτων από τα ανώτερα επίπεδα μέσω αυτοματοποιημένου συστήματος·

στ)    ο φυσικός φωτισμός μπορεί να συμπληρώνεται με τεχνητά μέσα για να εξασφαλίζεται φωτισμός επί 16 το πολύ ώρες ημερησίως με οκτάωρη τουλάχιστον συνεχή νυκτερινή περίοδο ανάπαυσης χωρίς τεχνητό φωτισμό·

ζ)      τα κτήρια πρέπει να εκκενώνονται από τα ζώα μεταξύ της εκτροφής δύο παρτίδων πουλερικών. Στο ενδιάμεσο, τα κτήρια και ο εξοπλισμός τους πρέπει να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται. Επιπλέον, μετά την εκτροφή κάθε παρτίδας πουλερικών, πρέπει να τηρείται κενό διάστημα, για χρονική περίοδο που θα προσδιορίζεται από τα κράτη μέλη, για τους υπαίθριους χώρους για να αναπτύσσεται βλάστηση. Οι απαιτήσεις αυτές δεν εφαρμόζονται όπου τα πουλερικά δεν εκτρέφονται σε παρτίδες, δεν κρατούνται σε ειδικούς υπαίθριους χώρους και κυκλοφορούν ελεύθερα όλη την ημέρα.

2.4.5. Δείκτης πυκνότητας

Αναφορικά με τον μέγιστο αριθμό ζώων ανά εκτάριο ισχύουν τα κάτωθι όρια:

Κατηγορία ή είδος || Μέγιστος αριθμός ζώων ανά εκτάριο (ισοδύναμος με 170 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως)

Πουλερικά πάχυνσης || 580

Όρνιθες ωοπαραγωγής || 230

Αναφορικά με το ελάχιστο εμβαδόν κλειστών και υπαίθριων χώρων και τα λοιπά χαρακτηριστικά στέγασης των πτηνών του είδους Gallus gallus ισχύουν τα κάτωθι:

|| Πουλερικά αναπαραγωγής/ γεννήτορες || Νεαρά άτομα || Πτηνά πάχυνσης || Καπόνια || Όρνιθες ωοπαραγωγής

Ηλικία || Πτηνά αναπαραγωγής || Πουλάδες 0-8 εβδομάδων || Πουλάδες 9-18 εβδομάδων || Εναρκτήριο στάδιο 0-21 ημερών || Τελικό στάδιο 22 έως 81 ημερών || 22-150 ημερών || Όρνιθες ωοπαραγωγής από 19 εβδομάδες

Δείκτης πυκνότητας σε κλειστούς χώρους (πτηνά ανά τ.μ. χρησιμοποιήσιμης επιφάνειας) για σταθερούς και κινητούς ορνιθώνες || 6 πτηνά || 24 πτηνά με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 15 πτηνά με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 20 πτηνά με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 πτηνά με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 πτηνά με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 6 πτηνά

Χώρος κούρνιας (εκατοστόμετρα) || || || || || 18

Πρόσθετα όρια/τ.μ. ισόγειας επιφάνειας για πολυεπίπεδα συστήματα (περιλαμβανομένης της πυλωτής εάν εξασφαλίζεται 24ωρη πρόσβαση) || 9 πτηνά || 36 πτηνά εξαιρουμένης της επιφάνειας της πυλωτής || 22 πτηνά || Κατά κανόνα άνευ εφαρμογής || 9 πτηνά

Όρια μεγέθους σμήνους || 3 000 περιλαμβανομένων των αρσενικών || 10,000* || 3,300 || 10,000* || 4,800 || 2,500 || 3,000

Δείκτης πυκνότητας σε υπαίθριους χώρους (τ.μ./πτηνό) με την προϋπόθεση ότι τηρείται το όριο των 170 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως || 4 || 1 || 4 || 1 || 4 || 4 || 4

*    υπο-διαιρέσιμο για την παραγωγή 3x3000 ή 2x4800 παρτίδων

Αναφορικά με το ελάχιστο εμβαδόν κλειστών και υπαίθριων χώρων και τα λοιπά χαρακτηριστικά στέγασης άλλων πτηνών εκτός του είδους Gallus gallus ισχύουν τα κάτωθι:

|| Γάλοι και γαλοπούλες || Χήνες || Πάπιες || Φραγκόκοτες

Είδος || Αρσενικός || Θηλυκή || Όλες || Πεκίνου || Αρσενική Βαρβαρίας || Θηλυκή Βαρβαρίας || Πρασινοκέφαλη πάπια || Όλες

Δείκτης πυκνότητας σε κλειστούς χώρους (πτηνά ανά τ.μ. χρησιμοποιήσιμης επιφάνειας) για σταθερούς και κινητούς ορνιθώνες || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο || 10 με ανώτατο όριο 21 kg βάρους ζώντος ζώου ανά τετραγωνικό μέτρο

Χώρος κούρνιας (εκατοστόμετρα) || 40 || 40 || Κατά κανόνα άνευ εφαρμογής || Κατά κανόνα άνευ εφαρμογής || 40 || 40 || Κατά κανόνα άνευ εφαρμογής || 20

Όρια μεγέθους σμήνους || 2 500 || 2 500 || 2 500 || 4 000 θηλυκές 3 200 αρσενικές || 3 200 || 4 000 || 3 200 || 5 200

Δείκτης πυκνότητας σε υπαίθριους χώρους (τ.μ./πτηνό) με την προϋπόθεση ότι τηρείται το όριο των 170 kg αζώτου ανά εκτάριο ετησίως || 10 || 10 || 15 || 4,5 || 4,5 || 4,5 || 4,5 || 4

2.4.6. Πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους

Αναφορικά με την πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      τα πουλερικά πρέπει να έχουν πρόσβαση σε υπαίθριο χώρο τουλάχιστον κατά το ένα τρίτο της διάρκειας ζωής τους. Ειδικότερα, θα πρέπει να παρέχεται διαρκής πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους κατά τη διάρκεια της ημέρας από όσο το δυνατόν μικρότερη ηλικία, εφόσον είναι πρακτικά εφικτό, όταν το επιτρέπουν η φυσική τους κατάσταση και οι συνθήκες, εκτός από την περίπτωση προσωρινών περιορισμών που επιβάλλονται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας·

β)      οι υπαίθριοι χώροι για τα πουλερικά πρέπει να καλύπτονται κυρίως με βλάστηση απαρτιζόμενη από ευρύ φάσμα φυτών, να διαθέτουν εγκαταστάσεις προστασίας και να παρέχουν στα πουλερικά ευχερή πρόσβαση σε επαρκή αριθμό ποτιστρών. Η βλάστηση στους υπαίθριους χώρους πρέπει να συλλέγεται και να απομακρύνεται σε τακτικά διαστήματα, ώστε να μειώνονται οι πιθανότητες εμφάνισης πλεονάσματος θρεπτικών ουσιών. Οι υπαίθριοι χώροι δεν θα πρέπει να εκτείνονται πέρα από ακτίνα 150 μέτρων από το πλησιέστερο άνοιγμα του ορνιθώνα. Εντούτοις, επιτρέπεται επέκταση έως τα 350 μέτρα από το πλησιέστερο άνοιγμα του ορνιθώνα, υπό τον όρο ότι υπάρχει επαρκής αριθμός υπόστεγων και ποτιστρών που κατανέμονται ομοιόμορφα σε ολόκληρο τον υπαίθριο χώρο με τουλάχιστον τέσσερα υπόστεγα ανά εκτάριο·

γ)      υπό συνθήκες κατά τις οποίες είναι περιορισμένη η διαθέσιμη τροφή στην περιοχή ελεύθερης βοσκής λόγω π.χ. μακροχρόνιας χιονοκάλυψης ή περιόδων ανομβρίας, στη διατροφή των πουλερικών πρέπει να συμπεριλαμβάνεται πρόσθετη ακατέργαστη χορτονομή·

δ)      όταν τα πουλερικά διατηρούνται σε κλειστούς χώρους λόγω περιορισμών ή υποχρεώσεων που επιβάλλονται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας, πρέπει να έχουν διαρκή πρόσβαση σε επαρκείς ποσότητες ακατέργαστης χορτονομής και σε κατάλληλα υλικά για να ικανοποιούνται οι ηθολογικές ανάγκες τους·

2.4.7. Καλή μεταχείριση των ζώων

Απαγορεύεται η αποπτέρωση ζώντων πουλερικών.

2.5. Μελισσοκομία

2.5.1. Μετατροπή

Τα μελισσοκομικά προϊόντα είναι δυνατόν να πωλούνται με αναφορά στο βιολογικό τρόπο παραγωγής μόνο εφόσον οι κανόνες περί βιολογικής παραγωγής του παρόντος κανονισμού έχουν τηρηθεί επί τουλάχιστον ένα έτος.

Κατά την περίοδο μετατροπής το κερί πρέπει να αντικαθίσταται με κερί που προέρχεται από βιολογική μελισσοκομία.

2.5.2. Προέλευση των μελισσών

Πρέπει να προτιμάται η χρησιμοποίηση του είδους Apis mellifera και των τοπικών οικοτύπων του.

2.5.3. Διατροφή

Αναφορικά με τη διατροφή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      στο τέλος της περιόδου παραγωγής, πρέπει να διατηρούνται στις κυψέλες επαρκή αποθέματα μελιού και γύρης για την επιβίωση των μελισσών τον χειμώνα·

β)      η τεχνητή διατροφή των πληθυσμών μελισσών επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση που απειλείται η επιβίωσή τους λόγω κλιματικών συνθηκών. Η εκτροφή πρέπει να πραγματοποιείται με βιολογικό μέλι, βιολογικό σιρόπι ζάχαρης ή βιολογική ζάχαρη.

2.5.4. Ειδικοί κανόνες πρόληψης ασθενειών και κτηνιατρικής αγωγής στη μελισσοκομία

Αναφορικά με την πρόληψη ασθενειών και την κτηνιατρική αγωγή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      για την προστασία των πλαισίων, κυψελών και κηρηθρών, ιδίως έναντι βλαβερών οργανισμών, επιτρέπεται η χρήση μόνο τρωκτικοκτόνων (πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο σε παγίδες) και των προϊόντων που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19·

β)      επιτρέπεται η φυσική επεξεργασία για την απολύμανση των μελισσιών, όπως με ατμό ή γυμνή φλόγα·

γ)      η πρακτική της εξόντωσης του αρσενικού γόνου επιτρέπεται μόνο για την περιστολή της βαρροϊκής ακαρίασης (Varroa destructor)·

δ)      εάν, παρά τα προληπτικά μέτρα, οι πληθυσμοί των μελισσών ασθενήσουν ή μολυνθούν, πρέπει να υποβάλλονται άμεσα σε θεραπευτική αγωγή και επιτρέπεται να τοποθετούνται, εάν είναι απαραίτητο, σε μελισσοκομικές εγκαταστάσεις απομόνωσης·

ε)      επιτρέπεται η χρήση μυρμηκικού οξέος, γαλακτικού οξέος, οξικού οξέος και οξαλικού οξέος καθώς και μενθόλης, θυμόλης, ευκαλυπτόλης ή καμφοράς σε περιπτώσεις βαρροϊκής ακαρίασης (Varroa destructor)·

στ)    σε περίπτωση αγωγής με συνθετικά χημικά αλλοπαθητικά προϊόντα, οι πληθυσμοί μελισσών στους οποίους εφαρμόζεται η αγωγή πρέπει να απομονώνονται κατά τη διάρκεια της εν λόγω αγωγής και όλο το κερί πρέπει να αντικαθίσταται με κερί που προέρχεται από βιολογική μελισσοκομία. Στη συνέχεια, οι πληθυσμοί αυτοί υπόκεινται σε περίοδο μετατροπής διάρκειας ενός έτους που ορίζεται στο σημείο 2.5.1.·

ζ)      το στοιχείο στ) δεν ισχύει για προϊόντα που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

2.5.5. Ειδικοί όροι για τους χώρους άσκησης της μελισσοκομίας

Αναφορικά με τους όρους για τους χώρους άσκησης εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      τα μελισσοκομεία εγκαθίστανται σε περιοχές που εξασφαλίζουν πηγές νέκταρος και γύρης οι οποίες συνίστανται κυρίως σε βιολογικές καλλιέργειες ή, ανάλογα με την περίπτωση, αυτοφυή βλάστηση ή δάση μη βιολογικής διαχείρισης ή καλλιέργειες στις οποίες εφαρμόζονται μόνον μέθοδοι περιορισμένων περιβαλλοντικών επιπτώσεων·

β)      τα μελισσοκομεία βρίσκονται σε επαρκή απόσταση από ενδεχόμενες πηγές μόλυνσης των μελισσοκομικών προϊόντων ή επιδείνωσης της υγείας των μελισσών·

γ)      τα μελισσοκομεία πρέπει να είναι εγκατεστημένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε, σε ακτίνα 3 χιλιομέτρων από τη θέση του μελισσοκομείου, οι πηγές νέκταρος και γύρης να αποτελούνται κυρίως από βιολογικές καλλιέργειες ή αυτοφυή βλάστηση ή καλλιέργειες στις οποίες εφαρμόζονται μέθοδοι παραγωγής περιορισμένων περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ισοδύναμες με αυτές που περιγράφονται στα άρθρα 28 και 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1305/2013 του Συμβουλίου οι οποίες δεν μπορούν να επηρεάσουν τον χαρακτηρισμό της μελισσοκομικής παραγωγής ως βιολογικής. Οι ανωτέρω απαιτήσεις δεν ισχύουν για περιοχές όπου δεν υπάρχει ανθοφορία ή όταν οι μέλισσες βρίσκονται σε διαχείμαση·

δ)      οι κυψέλες και τα υλικά που χρησιμοποιούνται στη μελισσοκομία πρέπει να κατασκευάζονται κατά βάση από φυσικά υλικά που δεν παρουσιάζουν κίνδυνο μόλυνσης του περιβάλλοντος ή των προϊόντων της μελισσοκομίας·

2.5.6. Ειδικοί κανόνες σχετικά με τις πρακτικές μελισσοκομίας

Αναφορικά με τις πρακτικές μελισσοκομίας εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      το κερί για τις νέες κηρήθρες πρέπει να προέρχεται από μονάδες βιολογικής παραγωγής·

β)      εντός των κυψελών χρησιμοποιούνται μόνο φυσικά προϊόντα όπως πρόπολη, κερί και φυτικά έλαια·

γ)      απαγορεύεται η χρήση συνθετικών χημικών απωθητικών κατά τη διάρκεια των ενεργειών συλλογής μελιού·

δ)      απαγορεύεται η χρήση κηρηθρών που περιέχουν γόνο για εξαγωγή μελιού·

ε)      η μελισσοκομία δεν θα θεωρείται βιολογική όταν ασκείται σε περιφέρειες ή περιοχές οι οποίες έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη ως περιφέρειες ή περιοχές στις οποίες δεν είναι δυνατό να ασκηθεί βιολογική μελισσοκομία.

2.5.7. Καλή μεταχείριση των ζώων

Αναφορικά με την καλή μεταχείριση των ζώων εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      η καταστροφή των μελισσών στις κηρήθρες ως πρακτική συνδεόμενη με τη συγκομιδή των μελισσοκομικών προϊόντων απαγορεύεται·

β)      απαγορεύονται οι ακρωτηριασμοί όπως η κορυφοτομή των φτερών των βασιλισσών μελισσών.

Μέρος III: Κανόνες παραγωγής για τα φύκια και τα ζώα υδατοκαλλιέργειας

1. Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος:

(1)     ως «μονάδα υδατοκαλλιέργειας με κλειστό σύστημα ανακυκλοφορίας» νοείται μονάδα στην οποία πραγματοποιείται υδατοκαλλιέργεια εντός κλειστού περιβάλλοντος, στην ξηρά ή σε σκάφος, με ανακυκλοφορία των υδάτων και η οποία εξαρτάται από μόνιμη εξωτερική πηγή ενέργειας για τη σταθεροποίηση του περιβάλλοντος των ζώων υδατοκαλλιέργειας·

(2)     ως «ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές» νοούνται ανανεώσιμες, μη ορυκτές πηγές ενέργειας: αιολική, ηλιακή, γεωθερμική, κυματική, παλιρροϊκή, υδροηλεκτρική, αέρια υγειονομικής ταφής, αέρια από εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων και βιοαέρια·

(3)     ως «εκκολαπτήριο» νοείται τόπος αναπαραγωγής, εκκόλαψης και εκτροφής στα πρώτα στάδια της ζωής των ζώων υδατοκαλλιέργειας, ειδικότερα των ιχθύων με πτερύγια και των οστρακοειδών·

(4)     ως «ιχθυογεννητικός σταθμός»: τόπος όπου εφαρμόζεται ενδιάμεσο σύστημα παραγωγής, μεταξύ της εκκόλαψης και της τέλειας ανάπτυξης. Το στάδιο του ιχθυογεννητικού σταθμού ολοκληρώνεται στο ένα τρίτο του κύκλου παραγωγής, με εξαίρεση τα είδη ιχθύων που υφίστανται προσαρμογές πριν από ανάδρομες μεταναστεύσεις (smoltification)·

(5)     ως «ρύπανση» νοείται η άμεση ή έμμεση εισαγωγή στο υδάτινο περιβάλλον ουσιών ή ενέργειας, όπως ορίζονται στην οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[5] και στην οδηγία 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[6], στα ύδατα στα οποία εφαρμόζεται η καθεμία·

(6)     ως «πολυκαλλιέργεια» νοείται η εκτροφή δύο ή περισσότερων ειδών συνήθως από διαφορετικά τροφικά επίπεδα στην ίδια μονάδα καλλιέργειας·

(7)     ως «κύκλος παραγωγής» νοείται η διάρκεια ζωής ενός ζώου υδατοκαλλιέργειας ή φυκιού από το πρώτο στάδιο της ζωής (γονιμοποιημένα αυγά στην περίπτωση ζώων υδατοκαλλιέργειας) έως τη συγκομιδή·

(8)     ως «τοπικά εκτρεφόμενα είδη» νοούνται τα είδη τα οποία δεν είναι ξένα ούτε απόντα σε τοπικό επίπεδο δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007 του Συμβουλίου[7], καθώς και τα είδη που απαριθμούνται στο παράρτημα IV του εν λόγω κανονισμού·

(9)     ως «ιχθυοφόρτιση» νοείται το ζων βάρος των ζώων ιχθυοκαλλιέργειας ανά κυβικό μέτρο νερού σε οποιαδήποτε στιγμή του σταδίου της τέλειας ανάπτυξης και, στην περίπτωση των πλατύψαρων και των γαρίδων, το βάρος ανά τετραγωνικό μέτρο επιφάνειας.

2. Γενικές απαιτήσεις

2.1. Οι δραστηριότητες ασκούνται σε θέσεις οι οποίες δεν μπορούν να μολυνθούν από προϊόντα ή ουσίες που δεν έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή ή ρύπους που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τον βιολογικό χαρακτήρα των προϊόντων.

2.2. Οι μονάδες βιολογικής και μη βιολογικής παραγωγής είναι κατάλληλα διαχωρισμένες και πληρούν τις ελάχιστες αποστάσεις διαχωρισμού που καθορίζονται από τα κράτη μέλη, όταν αυτές έχουν καθοριστεί. Τα σχετικά μέτρα διαχωρισμού βασίζονται στη φυσική κατάσταση, σε χωριστά συστήματα διανομής νερού, στις αποστάσεις, στην παλιρροϊκή ροή και στην ανάντη και κατάντη θέση της μονάδας βιολογικής παραγωγής. Η παραγωγή φυκιών δεν θεωρείται βιολογική όταν ασκείται σε τοποθεσίες ή σε περιοχές που έχουν καθοριστεί από τις αρχές των κρατών μελών ως τοποθεσίες ή περιοχές ακατάλληλες για βιολογική υδατοκαλλιέργεια ή βιολογική συλλογή φυκιών.

2.3. Για όλες τις νέες δραστηριότητες που ζητείται να αναγνωριστούν ως βιολογική παραγωγή και από τις οποίες παράγονται πάνω από 20 τόνοι προϊόντων υδατοκαλλιέργειας ανά έτος, απαιτείται περιβαλλοντική εκτίμηση ανάλογη με τη μονάδα παραγωγής ώστε να εξακριβωθούν οι συνθήκες λειτουργίας της μονάδας και οι άμεσες περιβαλλοντικές και συναφείς επιπτώσεις της δραστηριότητάς της. Η επιχείρηση υποβάλλει την περιβαλλοντική εκτίμηση στη αρχή ή στον φορέα ελέγχου. Το περιεχόμενο της περιβαλλοντικής εκτίμησης βασίζεται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[8]. Εάν η μονάδα έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο ισοδύναμης εκτίμησης, τότε η εν λόγω εκτίμηση επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί προς τον σκοπό αυτό.

2.4. Η επιχείρηση υποβάλλει σχέδιο βιώσιμης διαχείρισης ανάλογο με τη μονάδα παραγωγής υδατοκαλλιέργειας και συλλογής φυκιών.

2.5. Το σχέδιο, το οποίο επικαιροποιείται ετησίως, περιγράφει λεπτομερώς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της δραστηριότητας, την περιβαλλοντική παρακολούθηση και περιλαμβάνει κατάλογο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν για την ελαχιστοποίηση των αρνητικών συνεπειών στο υδάτινο και χερσαίο περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της απόρριψης θρεπτικών ουσιών στο περιβάλλον ανά κύκλο παραγωγής ή ανά έτος. Στο σχέδιο καταγράφονται η παρακολούθηση και η επισκευή του τεχνικού εξοπλισμού.

2.6. Οι επιχειρήσεις παραγωγής προϊόντων υδατοκαλλιέργειας και φυκιών καταρτίζουν, στο πλαίσιο του σχεδίου βιώσιμης διαχείρισης, χρονοδιάγραμμα μείωσης των αποβλήτων, το οποίο εφαρμόζεται από την αρχή των εργασιών. Εφόσον είναι δυνατό, η χρήση πλεονάζουσας θερμότητας περιορίζεται στην ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Για τη συλλογή φυκιών πραγματοποιείται εξαρχής εφάπαξ υπολογισμός βιομάζας.

3. Απαιτήσεις για τα φύκια

Επιπλέον των γενικών κανόνων παραγωγής που θεσπίζονται στα άρθρα 7, 8, 9 και 12 και κατά περίπτωση στο Τμήμα 2, για τη συλλογή και παραγωγή φυκιών εφαρμόζονται οι κανόνες που θεσπίζονται στο παρόν Τμήμα 3. Οι κανόνες αυτοί εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στην παραγωγή όλων των πολυκύτταρων θαλάσσιων αλγών ή του φυτοπλαγκτόν και των μικροαλγών τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως τροφές για τα ζώα υδατοκαλλιέργειας.

3.1. Μετατροπή

3.1.1. Η περίοδος μετατροπής για τις τοποθεσίες συλλογής φυκιών είναι έξι μήνες.

3.1.2. Η περίοδος μετατροπής για τις μονάδες καλλιέργειας φυκιών είναι είτε ένα εξάμηνο είτε ένας πλήρης κύκλος παραγωγής, όποια από τις δύο είναι μεγαλύτερη.

3.1.3. Κατά την περίοδο μετατροπής, η εκμετάλλευση υδατοκαλλιέργειας μπορεί να διαιρείται σε σαφώς χωριστές μονάδες, οι οποίες δεν εφαρμόζουν όλες βιολογική παραγωγή. Όσον αφορά την παραγωγή φυκιών, μπορούν να περιλαμβάνονται τα ίδια είδη, υπό τον όρο ότι υπάρχει ικανοποιητικός διαχωρισμός των μονάδων.

3.2. Κανόνες παραγωγής για τα φύκια

3.2.1. Η συλλογή άγριων φυκιών και μερών αυτών, που αναπτύσσονται φυσιολογικά στη θάλασσα, θεωρείται ως βιολογική παραγωγή υπό τον όρο ότι:

α)      οι περιοχές ανάπτυξης είναι υψηλής οικολογικής κατάστασης, όπως ορίζεται στην οδηγία 2000/60/ΕΚ[9], και δεν είναι ακατάλληλες για λόγους υγείας.

β)      η συλλογή δεν θίγει σημαντικά τη σταθερότητα του φυσικού ενδιαιτήματος ή τη διατήρηση των ειδών στην περιοχή συλλογής.

3.2.2. Για να χαρακτηριστεί η καλλιέργεια των φυκιών ως βιολογική, πρέπει να πραγματοποιείται σε παράκτιες περιοχές των οποίων τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά και τα χαρακτηριστικά υγείας είναι τουλάχιστον ισοδύναμα με εκείνα που περιγράφονται στο σημείο 3.2.1. στοιχείο α). Επιπλέον, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες παραγωγής:

α)      χρησιμοποιούνται βιώσιμες πρακτικές σε όλα τα στάδια παραγωγής, από τη συλλογή του νεαρού φυκιού έως τη συγκομιδή·

β)      για τη διασφάλιση της διατήρησης ενός ευρέος αποθέματος νεαρών φυκιών, πρέπει να διεξάγεται τακτικά συλλογή νεαρών φυκιών στο φυσικό περιβάλλον για τον εμπλουτισμό του αποθέματος της ελεγχόμενης καλλιέργειας·

γ)      απαγορεύεται η χρήση λιπασμάτων εκτός εγκαταστάσεων ελεγχόμενης καλλιέργειας και μόνο εφόσον έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή προς τον σκοπό αυτό.

3.3. Καλλιέργεια φυκιών

3.3.1. Στην καλλιέργεια φυκιών στη θάλασσα χρησιμοποιούνται μόνο φυσικά θρεπτικά συστατικά που υπάρχουν στο περιβάλλον ή προέρχονται από την παραγωγή ζώων βιολογικής υδατοκαλλιέργειας, και, κατά προτίμηση, βρίσκονται στη γύρω περιοχή ως τμήμα συστήματος πολυκαλλιέργειας.

3.3.2. Στις χερσαίες μονάδες, στις οποίες χρησιμοποιούνται εξωτερικές πηγές θρεπτικών ουσιών, τα επίπεδα των θρεπτικών ουσιών στα λύματα πρέπει να είναι αποδεδειγμένα τα ίδια ή χαμηλότερα απ’ ό,τι στα εισρέοντα ύδατα. Μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο τα θρεπτικά στοιχεία φυτικής ή ορυκτής προέλευσης που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

3.3.3. Καταγράφεται η πυκνότητα καλλιέργειας ή η επιχειρησιακή ένταση, η οποία πρέπει να διατηρεί την ακεραιότητα του υδάτινου περιβάλλοντος, εξασφαλίζοντας ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση της μέγιστης ποσότητας φυκιών την οποία μπορεί να αντέξει το περιβάλλον χωρίς αρνητικές επιπτώσεις.

3.3.4. Τα σχοινιά και ο λοιπός εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται για την καλλιέργεια φυκιών επαναχρησιμοποιούνται ή ανακυκλώνονται, εφόσον είναι δυνατό.

3.4. Βιώσιμη συλλογή άγριων φυκιών

3.4.1. Για τη συλλογή φυκιών πραγματοποιείται εξαρχής εφάπαξ υπολογισμός βιομάζας.

3.4.2. Στη μονάδα ή στις εγκαταστάσεις τηρούνται λογιστικά βιβλία ώστε να μπορεί η επιχείρηση να αποδείξει και η αρχή ή ο φορέας ελέγχου να επαληθεύσουν ότι οι μηχανές συλλογής συλλέγουν μόνο άγρια φύκια που παράγονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.4.3. Η συλλογή πραγματοποιείται κατά τρόπον ώστε οι ποσότητες που συλλέγονται να μην έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην κατάσταση του υδάτινου περιβάλλοντος. Για να εξασφαλιστεί ότι τα φύκια μπορούν να αναγεννηθούν και ότι αποτρέπονται τα παρεμπίπτοντα αλιεύματα, λαμβάνονται μέτρα όσον αφορά τις τεχνικές συλλογής, τα ελάχιστα μεγέθη, τις ηλικίες, τους κύκλους αναπαραγωγής ή το μέγεθος των εναπομενόντων φυκιών.

3.4.4. Εάν τα φύκια συλλέγονται σε κοινόκτητη ή κοινόχρηστη περιοχή συλλογής, πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η συνολική ποσότητα είναι σύμφωνη με τον παρόντα κανονισμό.

4. Απαιτήσεις για τα ζώα υδατοκαλλιέργειας

Επιπλέον των γενικών κανόνων παραγωγής που ορίζονται στα άρθρα 7, 8, 9 και 12, για τα είδη ιχθύων, μαλακόστρακων, εχινόδερμων και μαλακίων που αναφέρονται στο σημείο 4.1.5.10. εφαρμόζονται οι κανόνες που ορίζονται στο παρόν τμήμα 4. Οι κανόνες αυτοί εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στο ζωοπλαγκτόν, στα μικρά μαλακόστρακα, στα τροχόζωα, στους σκώληκες και σε άλλα υδρόβια ζώα που προορίζονται για ζωοτροφές.

4.1. Γενικές απαιτήσεις

4.1.1. Μετατροπή

4.1.1.1. Εφαρμόζονται οι ακόλουθες περίοδοι μετατροπής για μονάδες παραγωγής υδατοκαλλιέργειας για τους ακόλουθους τύπους εγκαταστάσεων υδατοκαλλιέργειας, συμπεριλαμβανομένων των υφιστάμενων ζώων υδατοκαλλιέργειας:

α)      για εγκαταστάσεις οι οποίες δεν μπορούν να στραγγιστούν, να καθαριστούν και να απολυμανθούν, περίοδος μετατροπής 24 μηνών,

β)      για εγκαταστάσεις που έχουν στραγγιστεί ή των οποίων η λειτουργία έχει διακοπεί, περίοδος μετατροπής 12 μηνών·

γ)      για εγκαταστάσεις που έχουν στραγγιστεί, καθαριστεί και απολυμανθεί, περίοδος μετατροπής έξι μηνών·

δ)      για εγκαταστάσεις σε ανοικτά υδάτινα συστήματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων όπου παράγονται δίθυρα μαλάκια, περίοδος μετατροπής τριών μηνών.

4.1.1.2. Κατά την περίοδο μετατροπής, η εκμετάλλευση υδατοκαλλιέργειας μπορεί να διαιρείται σε σαφώς χωριστές μονάδες, οι οποίες δεν εφαρμόζουν όλες βιολογική παραγωγή. Όσον αφορά την παραγωγή ζώων υδατοκαλλιέργειας, μπορούν να περιλαμβάνονται τα ίδια είδη, υπό τον όρο ότι ο διαχωρισμός των μονάδων είναι ικανοποιητικός.

4.1.2. Προέλευση των ζώων υδατοκαλλιέργειας

4.1.2.1. Αναφορικά με την προέλευση των ζώων υδατοκαλλιέργειας εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      η βιολογική υδατοκαλλιέργεια βασίζεται στην εκτροφή νέων ζώων που προέρχονται από βιολογικούς γεννήτορες και από βιολογικές εκμεταλλεύσεις·

β)      χρησιμοποιούνται τοπικά εκτρεφόμενα είδη και με την αναπαραγωγή επιδιώκεται να προκύψουν στελέχη τα οποία είναι καλύτερα προσαρμοσμένα στις συνθήκες παραγωγής, διασφαλίζοντας την καλή υγεία και μεταχείριση των ζώων και την ορθή χρησιμοποίηση των ζωοτροφών. Αποδεικτικά στοιχεία για την προέλευση και την αγωγή τους τίθενται στη διάθεση της αρχής ή του φορέα ελέγχου·

γ)      επιλέγονται είδη τα οποία είναι ανθεκτικά και μπορούν να εκτραφούν χωρίς να προκαλούνται σημαντικές βλάβες στα άγρια αποθέματα·

δ)      άγρια ή μη βιολογικά ζώα υδατοκαλλιέργειας μπορούν να εισάγονται σε μία εκμετάλλευση για σκοπούς βελτίωσης του γενετικού αποθέματος. Τα ζώα αυτά αποτελούν αντικείμενο βιολογικής διαχείρισης για τρεις μήνες τουλάχιστον πριν από την ενδεχόμενη χρήση τους για αναπαραγωγή.

4.1.2.2. Αναφορικά με την αναπαραγωγή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      απαγορεύεται η χρήση ορμονών και παραγώγων ορμονών·

β)      δεν χρησιμοποιούνται παραγωγή στελεχών ενός μόνον φύλου, παρά μόνον μέσω επιλογής με το χέρι, τεχνητή πρόκληση πολυπλοειδίας, τεχνητός υβριδισμός και κλωνοποίηση·

γ)      επιλέγονται τα κατάλληλα στελέχη·

δ)      κατά περίπτωση, καθορίζονται ειδικές συνθήκες για τα συγκεκριμένα είδη για τη διαχείριση των γεννητόρων, τις διασταυρώσεις και την παραγωγή νεαρών ζώων.

4.1.3. Διατροφή

4.1.3.1. Αναφορικά με τις ζωοτροφές για τους ιχθείς και τα εχινόδερμα, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α)      τα ζώα τρέφονται με ζωοτροφές οι οποίες καλύπτουν τις διατροφικές απαιτήσεις των ζώων στα διάφορα στάδια της ανάπτυξής τους·

β)      τα προγράμματα διατροφής καταρτίζονται με γνώμονα τις ακόλουθες προτεραιότητες:

i)      υγεία και καλή μεταχείριση των ζώων·

ii)      υψηλή ποιότητα προϊόντος, συμπεριλαμβανομένης της διατροφικής σύστασης που εξασφαλίζει την υψηλή ποιότητα του τελικού εδώδιμου προϊόντος·

iii)     μικρές επιπτώσεις στο περιβάλλον·

γ)      το φυτικό κλάσμα των ζωοτροφών προέρχεται από βιολογική παραγωγή, το δε κλάσμα των ζωοτροφών που προέρχεται από υδρόβια ζώα προέρχεται από βιολογική υδατοκαλλιέργεια ή αειφόρο εκμετάλλευση της αλιείας·

δ)      στην περίπτωση μη βιολογικών υλικών ζωοτροφών φυτικής προέλευσης, υλικών ζωοτροφών ζωικής και ανόργανης προέλευσης, πρόσθετων υλών ζωοτροφών, ορισμένα προϊόντα που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων και βοηθητικά μέσα επεξεργασίας χρησιμοποιούνται μόνον εάν έχουν εγκριθεί για χρήση σε βιολογική παραγωγή δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

ε)      δεν χρησιμοποιούνται αυξητικοί παράγοντες και συνθετικά αμινοξέα·

στ)    στη βιολογική υδατοκαλλιέργεια μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο υλικά ζωοτροφών ορυκτής προέλευσης που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19·

ζ)      στη βιολογική υδατοκαλλιέργεια μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο πρόσθετες ύλες ζωοτροφών, ορισμένα προϊόντα που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων και βοηθητικά μέσα επεξεργασίας, όπως αναφέρονται στο σημείο 1.4.4. του μέρους ΙΙ.

4.1.3.2. Οι κάτωθι κανόνες ισχύουν για τα δίθυρα μαλάκια καθώς και άλλα είδη που δεν τρέφονται από τον άνθρωπο αλλά με φυσικό πλαγκτόν:

α)      τα εν λόγω διηθούντα ζώα λαμβάνουν όλες τις απαραίτητες διατροφικές απαιτήσεις τους από τη φύση πλην των περιπτώσεων των νεαρών οργανισμών που αναπτύσσονται σε εκκολαπτήρια και τόπους αναπαραγωγής·

β)      οι περιοχές ανάπτυξης είναι υψηλής οικολογικής κατάστασης, όπως ορίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ.

4.1.3.3. Ειδικοί κανόνες για τις τροφές των σαρκοφάγων ζώων υδατοκαλλιέργειας

Κατά την προμήθεια ζωοτροφών για τα σαρκοφάγα ζώα υδατοκαλλιέργειας τηρούνται οι ακόλουθες προτεραιότητες:

α)      ζωοτροφές από βιολογική υδατοκαλλιέργεια·

β)      ιχθυάλευρα και ιχθυέλαια από υπολείμματα βιολογικής υδατοκαλλιέργειας που προέρχονται από ιχθείς, μαλακόστρακα ή μαλάκια·

γ)      ιχθυάλευρα και ιχθυέλαια και συστατικά ιχθύων που προέρχονται από υπολείμματα ιχθύων, μαλακόστρακων ή μαλακίων που έχουν ήδη αλιευθεί για ανθρώπινη κατανάλωση στο πλαίσιο βιώσιμης αλιείας·

δ)      ιχθυάλευρα και ιχθυέλαια και συστατικά ιχθύων που προέρχονται από ολόκληρους ιχθύες, μαλακόστρακα ή μαλάκια που έχουν αλιευθεί στο πλαίσιο βιώσιμης αλιείας και δεν χρησιμοποιούνται για ανθρώπινη κατανάλωση·

ε)      βιολογικά υλικά ζωοτροφών φυτικής ή ζωικής προέλευσης· τα φυτικά υλικά δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 60 % του συνόλου των συστατικών.

4.1.3.4. Ειδικοί κανόνες για τις τροφές ορισμένων ζώων υδατοκαλλιέργειας

Οι ιχθείς εσωτερικών υδάτων, οι γαρίδες της οικογένειας Penaeidae και οι ποταμογαρίδες και τα τροπικά ψάρια γλυκών υδάτων τρέφονται ως εξής:

α)      με φυσικές ζωοτροφές που είναι διαθέσιμες στις δεξαμενές και στις λίμνες·

β)      σε περίπτωση που δεν είναι διαθέσιμοι φυσικοί διατροφικοί πόροι σε επαρκείς ποσότητες όπως αναφέρεται στο στοιχείο α), μπορούν να χρησιμοποιούνται βιολογικές ζωοτροφές φυτικής προέλευσης που καλλιεργούνται, κατά προτίμηση, στην ίδια την εκμετάλλευση ή φύκια. Οι επιχειρήσεις τηρούν στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν την ανάγκη χρησιμοποίησης συμπληρωματικών ζωοτροφών·

γ)      σε περίπτωση χρησιμοποίησης συμπληρωματικών ζωοτροφών, σύμφωνα με το στοιχείο β), το σιτηρέσιο των ειδών που αναφέρονται στο σημείο 4.1.5.10. στοιχείο ζ) και του γατόψαρου (Pangasius spp.) μπορεί να περιέχει 10 % κατ’ ανώτατο όριο ιχθυάλευρα ή ιχθυέλαια που προέρχονται από βιώσιμη αλιεία.

4.1.4. Προστασία της υγείας

4.1.4.1. Πρόληψη ασθενειών

Αναφορικά με την πρόληψη ασθενειών εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      η πρόληψη των ασθενειών βασίζεται στη διατήρηση των ζώων υπό άριστες συνθήκες, με την κατάλληλη εγκατάσταση της εκμετάλλευσης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις απαιτήσεις του είδους ως προς την καλή ποιότητα, τη ροή και τον ρυθμό ανταλλαγής των υδάτων, με τον άριστο σχεδιασμό της εκμετάλλευσης, την εφαρμογή ορθών κτηνιατρικών και διαχειριστικών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων του τακτικού καθαρισμού και της τακτικής απολύμανσης των χώρων, της χορήγησης ζωοτροφών υψηλής ποιότητας, της κατάλληλης πυκνότητας των ζώων και της επιλογής των φυλών και των στελεχών·

β)      επιτρέπεται η χρήση ανοσολογικών κτηνιατρικών φαρμάκων·

γ)      το σχέδιο διαχείρισης της υγείας των ζώων περιγράφει λεπτομερώς τις πρακτικές βιοασφάλειας και πρόληψης ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης γραπτής συμφωνίας για την ανάλογη με τη μονάδα παραγωγής παροχή υγειονομικών συμβουλών με εξουσιοδοτημένες υπηρεσίες υγείας των ζώων υδατοκαλλιέργειας, οι οποίες επισκέπτονται την εγκατάσταση τουλάχιστον μία φορά ετησίως και στην περίπτωση των δίθυρων οστρακοειδών τουλάχιστον μία φορά ανά διετία·

δ)      τα συστήματα, ο εξοπλισμός και τα εργαλεία της εκμετάλλευσης καθαρίζονται και απολυμαίνονται κατάλληλα·

ε)      οι οργανισμοί βιολογικών εναποθέσεων αφαιρούνται μόνο με φυσικά μέσα ή χειρωνακτικά και, κατά περίπτωση, επαναφέρονται στη θάλασσα σε κάποια απόσταση από την εκμετάλλευση.

στ)    μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο ουσίες καθαρισμού και απολύμανσης του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

ζ)      Αναφορικά με την υδρανάπαυση εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

i)      η αρμόδια αρχή καθορίζει εάν είναι αναγκαία η υδρανάπαυση, καθώς και την κατάλληλη διάρκειά της, η οποία εφαρμόζεται και τεκμηριώνεται έπειτα από κάθε κύκλο παραγωγής σε θαλάσσια ανοικτά συστήματα συγκράτησης·

ii)      δεν είναι υποχρεωτική για την καλλιέργεια δίθυρων μαλακίων·

iii)     κατά την υδρανάπαυση, οι κλωβοί ή άλλες κατασκευές που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ζώων υδατοκαλλιέργειας εκκενώνονται, απολυμαίνονται και παραμένουν κενές μέχρι την επαναχρησιμοποίησή τους·

η)      εφόσον είναι αναγκαίο, οι αχρησιμοποίητες ζωοτροφές, τα περιττώματα και τα νεκρά ζώα απομακρύνονται ταχέως για να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος σημαντικής περιβαλλοντικής βλάβης όσον αφορά την κατάσταση της ποιότητας των υδάτων, να ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι ασθενειών και να αποτρέπεται η προσέλκυση εντόμων ή τρωκτικών·

θ)      μπορούν να χρησιμοποιούνται υπεριώδης ακτινοβολία και όζον μόνο στα εκκολαπτήρια και στους ιχθυογεννητικούς σταθμούς·

ι)       για τον βιολογικό έλεγχο των εκτοπαρασίτων χρησιμοποιούνται, κατά προτίμηση, ψάρια-καθαριστές.

4.1.4.2. Κτηνιατρική αγωγή

Αναφορικά με την κτηνιατρική αγωγή εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      οι ασθένειες αντιμετωπίζονται αμέσως, ώστε να αποφεύγεται η ταλαιπωρία των ζώων· όταν είναι απαραίτητο, υπό αυστηρές προϋποθέσεις και υπ’ ευθύνη κτηνιάτρου, μπορούν να χρησιμοποιούνται αλλοπαθητικά συνθετικά χημικά κτηνιατρικά φάρμακα, μεταξύ άλλων και αντιβιοτικά, εάν αντενδείκνυται η χρήση φυτοθεραπευτικών, ομοιοπαθητικών και λοιπών προϊόντων. Κατά περίπτωση καθορίζονται περιορισμοί όσον αφορά τις θεραπευτικές αγωγές και τους χρόνους αναμονής·

β)      επιτρέπονται οι θεραπευτικές αγωγές που επιβάλλονται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας όσον αφορά την υγεία του ανθρώπου και των ζώων·

γ)      σε περίπτωση που, παρά τα προληπτικά μέτρα για την εξασφάλιση της υγείας των ζώων, σύμφωνα με το σημείο 4.1.4.1. παρουσιαστεί πρόβλημα υγείας, μπορεί να εφαρμοστεί κτηνιατρική αγωγή με την ακόλουθη σειρά προτεραιότητας:

i)       ουσίες από φυτά, ζώα ή ορυκτά σε ομοιοπαθητική αραίωση·

ii)      φυτά και τα εκχυλίσματά τους τα οποία δεν έχουν αναισθητική δράση· και

iii)     ουσίες όπως: ιχνοστοιχεία, μέταλλα, φυσικοί ανοσιοδιεγέρτες ή εγκεκριμένα προβιοτικά·

δ)      η χρήση αλλοπαθητικής αγωγής επιτρέπεται δύο φορές ετησίως με εξαίρεση τους εμβολιασμούς και τα υποχρεωτικά προγράμματα εκρίζωσης ασθενειών. Ωστόσο, σε περίπτωση που ο κύκλος παραγωγής είναι μικρότερος του ενός έτους, επιβάλλεται όριο μίας αλλοπαθητικής αγωγής. Εάν σημειωθεί υπέρβαση των ενδεδειγμένων ορίων για την αλλοπαθητική αγωγή, τα σχετικά ζώα υδατοκαλλιέργειας δεν μπορούν να διατεθούν στο εμπόριο ως βιολογικά προϊόντα·

ε)      η χρήση αντιπαρασιτικής αγωγής, μη συμπεριλαμβανομένων των υποχρεωτικών προγραμμάτων καταπολέμησης ασθενειών που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη, επιτρέπεται δύο φορές ετησίως ή μία φορά ετησίως, όταν ο κύκλος παραγωγής είναι μικρότερος των 18 μηνών·

στ)    ο χρόνος αναμονής για τις αλλοπαθητικές κτηνιατρικές αγωγές, καθώς και για τις αντιπαρασιτικές αγωγές σύμφωνα με το στοιχείο δ), συμπεριλαμβανομένων των αγωγών στο πλαίσιο υποχρεωτικών προγραμμάτων καταπολέμησης και εκρίζωσης ασθενειών, είναι διπλάσιος από τον χρόνο αναμονής που αναφέρεται στο άρθρο 11 της οδηγίας 2001/82/ΕΚ ή, σε περίπτωση που δεν έχει καθοριστεί σχετική περίοδος, είναι 48 ώρες·

ζ)      σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται κτηνιατρικά φάρμακα, η χρήση αυτή πρέπει να δηλώνεται στην αρχή ή στον φορέα ελέγχου πριν από τη διάθεση των ζώων στο εμπόριο ως βιολογικών. Τα αποθέματα τα οποία έχουν υποβληθεί σε αγωγή πρέπει να είναι σαφώς αναγνωρίσιμα.

4.1.5. Συνθήκες στέγασης και πρακτικές εκτροφής

4.1.5.1. Απαγορεύονται οι εγκαταστάσεις παραγωγής ζώων υδατοκαλλιέργειας με κλειστό σύστημα ανακυκλοφορίας, με εξαίρεση τα εκκολαπτήρια και τους ιχθυογεννητικούς σταθμούς ή για την παραγωγή ειδών που προορίζονται για βιολογικές ζωοτροφές.

4.1.5.2. Επιτρέπεται η τεχνητή θέρμανση ή ψύξη του νερού μόνο στα εκκολαπτήρια και στους ιχθυογεννητικούς σταθμούς. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί φυσική γεώτρηση νερού για τη θέρμανση ή την ψύξη του νερού σε όλα τα στάδια της παραγωγής.

4.1.5.3. Το περιβάλλον εκτροφής των ζώων υδατοκαλλιέργειας σχεδιάζεται κατά τρόπον ώστε, ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες των ειδών, τα ζώα υδατοκαλλιέργειας:

α)      να έχουν επαρκή χώρο για την άνετη διαβίωσή τους και, κατά περίπτωση, να τηρείται ελάχιστη ιχθυοφόρτιση·

β)      να διατηρούνται σε νερό καλής ποιότητας με, μεταξύ άλλων, επαρκή ροή και ρυθμό ανταλλαγής των υδάτων, επαρκή επίπεδα οξυγόνου και διατηρώντας χαμηλό επίπεδο μεταβολιτών·

γ)      να διατηρούνται σε συνθήκες θερμοκρασίας και φωτός συμβατές με τις απαιτήσεις των ειδών, λαμβανομένης υπόψη και της γεωγραφικής θέσης·

Στην περίπτωση των ιχθύων γλυκών υδάτων, ο τύπος του πυθμένα προσομοιάζει όσο το δυνατό περισσότερο με τους φυσικούς βυθούς.

Στην περίπτωση των κυπρίνων, ο πυθμένας είναι φυσική άργιλος.

4.1.5.4. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή των υδάτινων συστημάτων συγκράτησης προβλέπουν ταχύτητα ροής νερού και φυσιοχημικές παραμέτρους που διασφαλίζουν την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων και καλύπτουν τις ανάγκες συμπεριφοράς τους.

4.1.5.5. Οι χερσαίες μονάδες εκτροφής πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)      για συστήματα συνεχούς ροής, είναι δυνατή η παρακολούθηση και ο έλεγχος της ταχύτητας ροής και της ποιότητας του νερού, τόσο για τα εισρέοντα όσο και για τα εκρέοντα ύδατα·

β)      τουλάχιστον 5 % της περιμετρικής έκτασης («διεπαφή ξηράς-υδάτων») καλύπτεται από αδιατάρακτη φυσική βλάστηση·

4.1.5.6. Τα θαλάσσια συστήματα συγκράτησης πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)      βρίσκονται σε περιοχή όπου η ροή, το βάθος και ο ρυθμός ανταλλαγής των υδάτων είναι κατάλληλοι για να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις στον βυθό και στη γύρω υδάτινη μάζα·

β)      έχουν κλωβούς των οποίων ο σχεδιασμός, η κατασκευή και η συντήρηση είναι κατάλληλοι όσον αφορά την έκθεση τους στο επιχειρησιακό περιβάλλον.

4.1.5.7. Τα συστήματα συγκράτησης σχεδιάζονται, χωροθετούνται και λειτουργούν έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος διαφυγής.

4.1.5.8. Σε περίπτωση διαφυγής ιχθύων ή μαλακόστρακων, πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για τη μείωση των επιπτώσεων στο τοπικό οικοσύστημα, συμπεριλαμβανομένης της επαναφοράς τους, εφόσον ενδείκνυται. Τηρούνται σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.

4.1.5.9. Για την παραγωγή ζώων υδατοκαλλιέργειας σε τεχνητές λίμνες, δεξαμενές ή αύλακες εκτροφής, οι εκμεταλλεύσεις είναι εξοπλισμένες με φυσικές διηθητικές κλίνες, δεξαμενές καθίζησης, βιολογικά φίλτρα ή μηχανικά φίλτρα για τη συλλογή θρεπτικών ουσιών από τα λύματα ή χρησιμοποιούν φύκια ή ζώα (δίθυρα μαλάκια και άλγες) τα οποία συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας των λυμάτων. Διενεργείται παρακολούθηση των λυμάτων σε τακτά χρονικά διαστήματα, εφόσον είναι αναγκαίο.

4.1.5.10. Δείκτης πυκνότητας (ιχθυοφόρτιση)

Κατά την αξιολόγηση των επιπτώσεων της ιχθυοφόρτισης στην καλή μεταχείριση των ιχθύων εκτροφής, παρακολουθούνται η κατάσταση των ιχθύων (όπως βλάβες στα πτερύγια, άλλοι τραυματισμοί, ρυθμός ανάπτυξης, συμπεριφορά και γενική κατάσταση υγείας) και η ποιότητα του νερού.

Η ιχθυοφόρτιση ορίζεται ανά είδος ή ομάδα ειδών:

α)      Βιολογική παραγωγή σολομοειδών σε γλυκά ύδατα:

Καλυπτόμενα είδη: πέστροφα η κοινή (Salmo trutta) – πέστροφα η ιριδίζουσα (Oncorhynchus mykiss) – σαλβελίνος Βόρειας Αμερικής (Salvelinus fontinalis) – σολομός (Salmo salar) – αρκτοσαλβελίνος (Salvelinus alpinus) – θύμαλλος (Thymallus thymallus) – λιμνοπέστροφα της Αμερικής (Salvelinus namaycush) – σολομός του Δούναβη (Hucho hucho)

Σύστημα παραγωγής || Τα συστήματα εκτροφής των εκμεταλλεύσεων πρέπει να τροφοδοτούνται από ανοικτά συστήματα. Η ταχύτητα ροής πρέπει να εξασφαλίζει τουλάχιστον 60 % κορεσμό σε οξυγόνο για τα αποθέματα, καθώς επίσης την άνεσή τους και την απομάκρυνση των λυμάτων της εκμετάλλευσης.

Μέγιστη ιχθυοφόρτιση || Σολομοειδή που δεν αναφέρονται κατωτέρω 15 kg/m3 Σολομός 20 kg/m3 Πέστροφα η κοινή και πέστροφα η ιριδίζουσα 25 kg/m3 Αρκτοσαλβελίνος 20 kg/m3

β)      Βιολογική παραγωγή σολομοειδών σε θαλάσσια ύδατα:

Καλυπτόμενα είδη: σολομός (Salmo salar), πέστροφα η κοινή (Salmo trutta) – πέστροφα η ιριδίζουσα (Oncorhynchus mykiss)

Μέγιστη ιχθυοφόρτιση || 10 kg/m3 σε δικτυωτά καταφύγια

γ)      Βιολογική παραγωγή γάδου (Gadus morhua) και άλλων ιχθύων της οικογένειας Gadidae, λαυρακιού (Dicentrarchus labrax), τσιπούρας (Sparus aurata), μαγιάτικου (Argyrosomus regius), καλκανιού (Psetta maxima [= Scopthalmus maximux]), φαγκριού (Pagrus pagrus[=Sparus pagrus]), στικτομυλοκοπιού (Sciaenops ocellatus) και άλλων ιχθύων της οικογένειας Sparidae και αγριοσάλπης (Siganus spp)

Σύστημα παραγωγής || Σε συστήματα συγκράτησης ανοικτής θάλασσας (δικτυωτά καταφύγια/κλωβοί) με την ελάχιστη ταχύτητα θαλάσσιου ρεύματος για τη βέλτιστη διαβίωση των ιχθύων ή σε χερσαία ανοικτά συστήματα.

Μέγιστη ιχθυοφόρτιση || Για άλλα είδη εκτός από το καλκάνι: 15 kg/m3 Για το καλκάνι: 25 kg/m2

δ)      Βιολογική παραγωγή λαυρακιού, τσιπούρας, μαγιάτικου, κεφάλων (Liza, Mugil) και χελιών (Anguilla spp.) σε μικρές τεχνητές λίμνες σε περιοχές στις οποίες εκδηλώνεται παλίρροια και παράκτιες λιμνοθάλασσες

Σύστημα συγκράτησης || Παραδοσιακές αλυκές που μετατρέπονται σε μονάδες παραγωγής υδατοκαλλιέργειας και παρόμοιες μικρές τεχνητές λίμνες σε περιοχές στις οποίες εκδηλώνεται παλίρροια

Σύστημα παραγωγής || Πραγματοποιείται η ενδεδειγμένη ανανέωση του νερού για την εξασφάλιση της καλής διαβίωσης των ειδών. Τουλάχιστον 50 % των αναχωμάτων πρέπει να έχουν φυτοκάλυψη Απαιτούνται δεξαμενές καθαρισμού σε υγρότοπο

Μέγιστη ιχθυοφόρτιση || 4 kg/m3

ε)      Βιολογική παραγωγή οξύρυγχου σε γλυκά ύδατα:

Καλυπτόμενα είδη: Οικογένεια οξυρύγχου (Acipenseridae)

Σύστημα παραγωγής || Η ροή του νερού σε κάθε μονάδα εκτροφής πρέπει να επαρκεί για την εξασφάλιση καλής διαβίωσης των ζώων Τα εκρέοντα ύδατα πρέπει να είναι ισοδύναμης ποιότητας με τα εισρέοντα ύδατα

Μέγιστη ιχθυοφόρτιση || 30 kg/m3

στ)    Βιολογική παραγωγή ιχθύων σε εσωτερικά ύδατα

Καλυπτόμενα είδη: οικογένεια κυπρινιδών (Cyprinidae) και άλλα συγγενή είδη στο πλαίσιο πολυκαλλιέργειας, στα οποία συμπεριλαμβάνονται η πέρκα, ο λούτσος, το γατόψαρο, ο κορέγονος και ο οξύρρυγχος

Σύστημα παραγωγής || Σε ιχθυοδεξαμενές οι οποίες αποστραγγίζονται πλήρως σε τακτά χρονικά διαστήματα και σε λίμνες. Οι λίμνες πρέπει να προορίζονται αποκλειστικά για βιολογική παραγωγή, συμπεριλαμβανομένης της καλλιέργειας φυτών σε ξηρές ζώνες. Η περιοχή αλίευσης πρέπει να είναι εξοπλισμένη με στόμιο εισόδου καθαρού νερού και να έχει μέγεθος το οποίο να επιτρέπει την άνετη διαβίωση των ιχθύων. Οι ιχθείς πρέπει να αποθηκεύονται σε καθαρό νερό μετά τη συλλογή. Η χρήση βιολογικών και ανόργανων λιπασμάτων στις δεξαμενές και στις λίμνες πραγματοποιείται μόνο με προϊόντα λίπανσης και βελτίωσης του εδάφους που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19 με μέγιστη εφαρμογή 20 kg αζώτου/εκτάριο. Απαγορεύεται η αγωγή με συνθετικές χημικές ουσίες για την καταπολέμηση των υδρόφυτων και της φυτοκάλυψης στα ύδατα παραγωγής. Οι μονάδες που λειτουργούν σε εσωτερικά ύδατα περιβάλλονται από περιοχές φυσικής βλάστησης ως ζώνη ασφαλείας από τις εξωτερικές χερσαίες περιοχές στις οποίες δεν πραγματοποιείται εκτροφή, σύμφωνα με τους κανόνες της βιολογικής υδατοκαλλιέργειας. Πολυκαλλιέργεια ενήλικων ζώων πραγματοποιείται υπό τον όρο ότι πληρούνται τα κριτήρια που καθορίζονται στις παρούσες προδιαγραφές για τα άλλα είδη λιμναίων ιχθύων.

Απόδοση παραγωγής || Η συνολική παραγωγή ειδών περιορίζεται σε 1 500 kg ιχθύων ανά εκτάριο ανά έτος.

ζ)      Βιολογική παραγωγή γαρίδων της οικογένειας Penaeidae και ποταμογαρίδας Αμερικής (Macrobrachium sp.):

Εγκατάσταση των μονάδων παραγωγής || Οι μονάδες πρέπει να κατασκευάζονται σε άγονες αργιλώδεις περιοχές για την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την κατασκευή των τεχνητών λιμνών. Οι τεχνητές λίμνες πρέπει να κατασκευάζονται με την φυσική υπάρχουσα άργιλο. Απαγορεύεται η καταστροφή των μαγκροβίων.

Περίοδος μετατροπής || Έξι μήνες ανά δεξαμενή, που αντιστοιχεί στην κανονική διάρκεια ζωής μίας γαρίδας ιχθυοτροφείου.

Προέλευση των γεννητόρων || Τουλάχιστον το ήμισυ των γεννητόρων πρέπει να είναι οικείας εκτροφής μετά από τρία έτη λειτουργίας. Οι υπόλοιποι γεννήτορες πρέπει να είναι άγριοι, προερχόμενοι από βιώσιμη αλιεία και απαλλαγμένοι από παθογόνους μικροοργανισμούς. Πρέπει να πραγματοποιείται υποχρεωτική διαλογή κατά την πρώτη και δεύτερη γενιά πριν από την εισαγωγή στην εκμετάλλευση.

Εκτομή του μίσχου του οφθαλμού || Απαγορεύεται.

Ανώτατα όρια ιχθυοφόρτισης της εκμετάλλευσης και παραγωγής || Εκκίνηση: 22 οργανισμοί νυμφικού σταδίου/m2 κατ’ ανώτατο όριο Ανώτατη στιγμιαία βιομάζα: 240 g/m2

η)      Μαλάκια και εχινόδερμα:

Συστήματα παραγωγής || Παραγάδια, εξέδρες, καλλιέργεια βυθού, δικτυωτοί σάκοι, κλωβοί, τελάρα, δίχτυα σε σχήμα φαναριού, πάσσαλοι bouchot και άλλα συστήματα συγκράτησης. Για την καλλιέργεια μυδιών σε εξέδρες, ο αριθμός των αιωρούμενων σχοινιών δεν υπερβαίνει το ένα ανά τετραγωνικό μέτρο της έκτασης. Το ανώτατο μήκος του αιωρούμενου σχοινιού δεν υπερβαίνει τα 20 μέτρα. Η αραίωση των αιωρούμενων σχοινιών δεν πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του κύκλου παραγωγής, ωστόσο, ο διαχωρισμός των αιωρούμενων σχοινιών επιτρέπεται χωρίς την αύξηση της ιχθυοφόρτισης εξ αρχής.

θ)      Τροπικά ψάρια γλυκών υδάτων: γαλατόψαρο (Chanos chanos), τιλάπια (Oreochromis sp.), γατόψαρο (Pangasius sp.)

Συστήματα παραγωγής || Τεχνητές λίμνες και δικτυωτοί κλωβοί

Μέγιστη ιχθυοφόρτιση || Γατόψαρο: 10 kg/m3 Τιλάπια: 20 kg/m3

4.1.6. Καλή μεταχείριση των ζώων

4.1.6.1. Όλα τα πρόσωπα που συμμετέχουν στη διατήρηση ζώων υδατοκαλλιέργειας διαθέτουν τις απαραίτητες βασικές γνώσεις και δεξιότητες όσον αφορά την υγεία και τις ανάγκες καλής μεταχείρισης των ζώων.

4.1.6.2. Πραγματοποιούνται ελάχιστοι χειρισμοί των ζώων υδατοκαλλιέργειας με άκρα προσοχή και χρησιμοποιούνται κατάλληλος εξοπλισμός και πρωτόκολλα για την αποφυγή πιέσεων και σωματικών βλαβών που σχετίζονται με τους χειρισμούς αυτούς. Οι χειρισμοί των γεννητόρων γίνονται κατά τρόπο που να ελαχιστοποιεί τις σωματικές βλάβες και τις πιέσεις και με αναισθησία, εφόσον είναι αναγκαίο. Οι διαδικασίες ταξινόμησης περιορίζονται στις ελάχιστες απαιτούμενες για την καλή μεταχείριση των ζώων.

4.1.6.3. Ισχύουν οι ακόλουθοι περιορισμοί για τη χρήση τεχνητού φωτισμού:

α)      για την παράταση της φυσικής φωτοπεριόδου δεν σημειώνεται υπέρβαση ενός ανώτατου ορίου που ικανοποιεί τις ηθολογικές ανάγκες, τις γεωγραφικές συνθήκες και την υγεία των εκτρεφόμενων ζώων. Το εν λόγω ανώτατο όριο δεν υπερβαίνει τις 16 ώρες ημερησίως, με εξαίρεση τη χρήση για αναπαραγωγικούς σκοπούς·

β)      αποφεύγονται οι απότομες αλλαγές της έντασης του φωτός κατά τον χρόνο μεταμόρφωσης με τη χρήση ρυθμιζόμενου φωτισμού ή οπισθοφωτισμού.

4.1.6.4. Ο αερισμός επιτρέπεται για τη διασφάλιση της καλής μεταχείρισης και της υγείας των ζώων, υπό τον όρο ότι οι μηχανικοί ανεμιστήρες λειτουργούν, κατά προτίμηση, με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

4.1.6.5. Η χρήση οξυγόνου επιτρέπεται μόνο για σκοπούς που συνδέονται με τις απαιτήσεις υγείας και καλής μεταχείρισης των ζώων και σε κρίσιμες περιόδους της παραγωγής και μεταφοράς, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)      έκτακτες περιπτώσεις αύξησης της θερμοκρασίας, πτώσης της ατμοσφαιρικής πίεσης ή τυχαίας ρύπανσης·

β)      περιστασιακές διαδικασίες διαχείρισης αποθεμάτων, όπως δειγματοληψία και διαλογή·

γ)      για την εξασφάλιση της επιβίωσης των αποθεμάτων της εκμετάλλευσης.

4.1.6.6. Λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η διάρκεια της μεταφοράς των ζώων υδατοκαλλιέργειας.

4.1.6.7. Η ταλαιπωρία των ζώων περιορίζεται στο ελάχιστο, σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής τους, συμπεριλαμβανομένης της στιγμής της σφαγής.

4.1.6.8. Οι τεχνικές σφαγής έχουν ως αποτέλεσμα να χάνουν οι ιχθείς τις αισθήσεις τους αμέσως και να μην αισθάνονται πόνο. Οι χειρισμοί πριν από τη σφαγή πραγματοποιούνται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγονται οι τραυματισμοί και να εξασφαλίζεται η ελάχιστη δυνατή ταλαιπωρία και η άσκηση ελάχιστης δυνατής πίεσης στο ζώο. Οι διαφορές στα μεγέθη κατά τη συλλογή, στα είδη και στις μονάδες παραγωγής πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση των βέλτιστων μεθόδων σφαγής.

4.2. Ειδικοί κανόνες για τα μαλάκια

4.2.1. Προέλευση του γόνου

Αναφορικά με την προέλευση του γόνου εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      μπορούν να χρησιμοποιούνται άγριοι γόνοι από πηγές εκτός της μονάδας παραγωγής για τα δίθυρα οστρακοειδή, εφόσον δεν προκαλούν σημαντική βλάβη στο περιβάλλον, επιτρέπονται από την τοπική νομοθεσία και προέρχονται από:

i)      κλίνες απόθεσης οι οποίες ενδέχεται να καταστραφούν κατά τη χειμερινή περίοδο ή υπερκαλύπτουν τις απαιτήσεις· ή

ii)     φυσική απόθεση γόνου οστρακοειδών σε συλλέκτες·

β)      για τα στρείδια του Ειρηνικού, Crassostrea gigas, προτιμούνται τα αποθέματα επιλεκτικής αναπαραγωγής για τη μείωση της φυσικής ωοτοκίας·

γ)      τηρούνται αρχεία για τον τρόπο, τον τόπο και τον χρόνο συλλογής του άγριου γόνου ώστε να είναι δυνατή η ιχνηλασιμότητα έως την περιοχή συλλογής.

4.2.2. Συνθήκες στέγασης και πρακτικές εκτροφής

Αναφορικά με τις συνθήκες στέγασης και τις πρακτικές εκτροφής εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      η παραγωγή μπορεί να πραγματοποιείται στην ίδια υδάτινη περιοχή που εκτρέφονται βιολογικοί ιχθείς με πτερύγια και καλλιεργούνται φύκια στο πλαίσιο συστήματος πολυκαλλιέργειας που πρέπει να τεκμηριώνεται στο σχέδιο βιώσιμης διαχείρισης. Τα δίθυρα μαλάκια μπορούν επίσης να εκτρέφονται μαζί με γαστερόποδα μαλάκια, όπως λιπορίνες, στο πλαίσιο πολυκαλλιέργειας·

β)      η βιολογική παραγωγή δίθυρων μαλακίων πραγματοποιείται εντός περιοχών που οριοθετούνται με πασσάλους, πλωτήρες ή άλλους εμφανείς σηματοδότες και, κατά περίπτωση, περιορίζονται με δικτυωτούς σάκους, κλωβούς ή άλλα τεχνητά μέσα·

γ)      οι εκμεταλλεύσεις βιολογικής παραγωγής οστρακοειδών ελαχιστοποιούν τους κινδύνους για τα είδη που παρουσιάζουν ενδιαφέρον από πλευράς διατήρησης. Εάν χρησιμοποιούνται δίχτυα για τους θηρευτές, σχεδιάζονται έτσι ώστε να μην τραυματίζονται τα καταδυόμενα πτηνά.

4.2.3. Καλλιέργεια

Αναφορικά με την καλλιέργεια εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      η καλλιέργεια σε σχοινιά μυδοκαλλιέργειας και άλλες μέθοδοι που απαριθμούνται στο σημείο 4.1.5.10 στοιχείο η) μπορούν να είναι επιλέξιμες για βιολογική παραγωγή.

β)      η καλλιέργεια στο βυθό μαλακίων επιτρέπεται μόνο εφόσον δεν έχει σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις στις περιοχές συλλογής και καλλιέργειας. Η απόδειξη των ελάχιστων περιβαλλοντικών επιπτώσεων παρέχεται με έρευνα και έκθεση για τη σχετική περιοχή, η οποία πρέπει να υποβάλλεται από την επιχείρηση στον φορέα ή στην αρχή ελέγχου. Η έκθεση προστίθεται ως χωριστό κεφάλαιο στο σχέδιο βιώσιμης διαχείρισης.

4.2.4. Διαχείριση

Αναφορικά με τη διαχείριση εφαρμόζονται οι κάτωθι κανόνες:

α)      η ιχθυοφόρτιση στην παραγωγή δεν υπερβαίνει εκείνη που εφαρμόζεται στη μη βιολογική παραγωγή μαλακίων στην περιοχή. η διαλογή, η αραίωση και η ιχθυοφόρτιση προσαρμόζονται σε συνάρτηση με τη βιομάζα και με σκοπό να εξασφαλίζονται η καλή μεταχείριση των ζώων και η υψηλή ποιότητα του προϊόντος·

β)      οι οργανισμοί βιολογικών εναποθέσεων αφαιρούνται με φυσικά μέσα ή χειρωνακτικά και, όπου ενδείκνυται, επαναφέρονται στη θάλασσα μακριά από τις εκμεταλλεύσεις μαλακίων. Τα μαλάκια μπορούν να υποβάλλονται σε αγωγή μία φορά κατά τον κύκλο παραγωγής με διάλυμα ανθρακικού ασβεστίου για την καταπολέμηση των ανταγωνιστικών οργανισμών εναπόθεσης.

4.2.5. Ειδικοί κανόνες καλλιέργειας για τα στρείδια

Επιτρέπεται η καλλιέργεια σε σάκους τοποθετούμενους σε στηρίγματα. Αυτές ή άλλες κατασκευές στις οποίες περιέχονται τα στρείδια διατάσσονται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται ο σχηματισμός φραγμού κατά μήκος της ακτογραμμής. Τα αποθέματα πρέπει να τοποθετούνται προσεκτικά στις κλίνες ανάλογα με την παλιρροϊκή ροή για τη βελτιστοποίηση της παραγωγής. Η παραγωγή πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο σημείο 4.1.5.10. στοιχείο η).

Μέρος IV: Κανόνες για την παραγωγή μεταποιημένων τροφίμων και μεταποιημένων ζωοτροφών

Επιπλέον των κανόνων παραγωγής που ορίζονται στα άρθρα 7, 9 και 13, οι κανόνες που ορίζονται στο παρόν μέρος εφαρμόζονται στα μεταποιημένα τρόφιμα και τις μεταποιημένες ζωοτροφές.

1. Γενικές απαιτήσεις για την παραγωγή μεταποιημένων τροφίμων και ζωοτροφών

1.1. Πρόσθετα τροφίμων και ζωοτροφών, βοηθητικά μέσα επεξεργασίας και άλλες ουσίες και συστατικά που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία τροφίμων ή ζωοτροφών και κάθε εφαρμοζόμενη μέθοδος επεξεργασίας, όπως ο καπνισμός πρέπει να τηρούν τις αρχές της ορθής πρακτικής κατά την παραγωγή[10].

1.2. Οι επιχειρήσεις παραγωγής μεταποιημένων τροφίμων ή ζωοτροφών καθιερώνουν και επικαιροποιούν τις ενδεδειγμένες διαδικασίες βάσει συστηματικού εντοπισμού των κρίσιμων σταδίων μεταποίησης.

1.3. Η εφαρμογή των αναφερόμενων στο σημείο 1.2 διαδικασιών πρέπει να εγγυάται ανά πάσα στιγμή ότι τα παραγόμενα μεταποιημένα προϊόντα συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό.

1.4. Οι επιχειρήσεις πρέπει να συμμορφώνονται και να εφαρμόζουν τις αναφερόμενες στο σημείο 1.2 διαδικασίες και ειδικότερα:

α)      να λαμβάνουν μέτρα προφύλαξης για να αποτραπεί ο κίνδυνος μόλυνσης από μη επιτρεπόμενες ουσίες ή προϊόντα·

β)      να εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα καθαρισμού, να παρακολουθούν την αποτελεσματικότητά τους και να καταγράφουν τις εργασίες αυτές·

γ)      να εγγυώνται ότι τα μη βιολογικά προϊόντα δεν διατίθενται στην αγορά με ένδειξη που περιέχει αναφορά σε βιολογική μέθοδο παραγωγής.

1.5. Η παρασκευή μεταποιημένων βιολογικών προϊόντων διαχωρίζεται χρονικά ή τοπικά από τα μη βιολογικά προϊόντα. Όταν στην εξεταζόμενη μονάδα επεξεργασίας παρασκευάζονται ή αποθηκεύονται μη βιολογικά προϊόντα, η επιχείρηση:

α)      ενημερώνει σχετικά την αρχή ελέγχου ή τον φορέα ελέγχου·

β)      πραγματοποιεί τις εργασίες αδιάκοπα μέχρι να ολοκληρωθεί η πλήρης σειρά, σε χωριστό τόπο ή χρονική στιγμή από παρόμοιες εργασίες οι οποίες πραγματοποιούνται σε μη βιολογικά προϊόντα·

γ)      αποθηκεύει τα βιολογικά προϊόντα, πριν και μετά τις εργασίες, σε χωριστό τόπο ή χρόνο από τα μη βιολογικά προϊόντα·

δ)      τηρεί ενημερωμένο μητρώο όλων των εργασιών και των ποσοτήτων που υποβλήθηκαν σε επεξεργασία·

ε)      λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζεται η ταυτοποίηση των παρτίδων και να αποτρέπονται οι προσμίξεις ή ανταλλαγές με μη βιολογικά προϊόντα·

στ)    πραγματοποιεί εργασίες σε βιολογικά προϊόντα μόνο αφού προηγουμένως έχει προβεί στον απαραίτητο καθαρισμό του εξοπλισμού παραγωγής.

1.6. Δεν χρησιμοποιούνται προϊόντα, ουσίες και τεχνικές που αποκαθιστούν ιδιότητες που χάνονται κατά τη μεταποίηση και την αποθήκευση βιολογικών τροφίμων ή διορθώνουν τις συνέπειες αμέλειας κατά τη μεταποίηση των βιολογικών τροφίμων ή μπορούν να παραπλανήσουν με άλλο τρόπο όσον αφορά την πραγματική φύση των προϊόντων που πρόκειται να διατεθούν στην αγορά ως βιολογικά τρόφιμα.

2. Απαιτήσεις για την παραγωγή μεταποιημένων τροφίμων

2.1. Για τη σύνθεση των βιολογικών μεταποιημένων τροφίμων ισχύουν οι ακόλουθοι όροι:

α)      το προϊόν παράγεται κυρίως από γεωργικά συστατικά· για τον καθορισμό του κατά πόσον ένα προϊόν παράγεται κυρίως από γεωργικά συστατικά, δεν λαμβάνονται υπόψη το προστιθέμενο νερό και αλάτι·

β)      μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο πρόσθετες ύλες, βοηθητικά μέσα επεξεργασίας, αρώματα, νερό, αλάτι, παρασκευάσματα μικροοργανισμών και ενζύμων, ανόργανα στοιχεία, ιχνοστοιχεία, βιταμίνες, καθώς και αμινοξέα και άλλα μικροθρεπτικά στοιχεία στα τρόφιμα για ειδικές διατροφικές χρήσεις, που έχουν εγκριθεί για χρήση σε βιολογική παραγωγή σύμφωνα με το άρθρο 19·

γ)      βιολογικό συστατικό δεν επιτρέπεται να συνυπάρχει με το ίδιο συστατικό σε μη βιολογική μορφή ή που έχει προέλθει μετά από μετατροπή·

δ)      τα τρόφιμα που παράγονται από τις καλλιέργειες σε φάση μετατροπής περιέχουν μόνο ένα φυτικό συστατικό γεωργικής προέλευσης.

2.2. Χρησιμοποίηση ορισμένων προϊόντων και ουσιών στη μεταποίηση τροφίμων

2.2.1. Μόνο τα προϊόντα και οι ουσίες που αναφέρονται στο σημείο 2.1. στοιχείο β) καθώς και τα προϊόντα και οι ουσίες που αναφέρονται στα σημεία 2.2.2., 2.2.4. και 2.2.5. μπορούν να χρησιμοποιούνται στη μεταποίηση τροφίμων, εξαιρουμένων των προϊόντων και ουσιών του αμπελοοινικού τομέα, για τα οποία ισχύει το σημείο 2 του μέρους V, και της μαγιάς για την οποία ισχύει το σημείο 1.3 του μέρους VΙ.

2.2.2. Κατά την μεταποίηση των τροφίμων επιτρέπεται η χρήση των ακόλουθων προϊόντων και ουσιών:

α)      παρασκευάσματα μικροοργανισμών και ενζύμων τροφίμων που συνήθως χρησιμοποιούνται στη μεταποίηση τροφίμων· ωστόσο τα ένζυμα που χρησιμοποιούνται ως πρόσθετα τροφίμων πρέπει να έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19·

β)      ουσίες και προϊόντα που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία β) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[11] που αναγράφονται ως φυσικές αρωματικές ουσίες ή φυσικά αρωματικά παρασκευάσματα, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το άρθρο 16 του εν λόγω κανονισμού·

γ)      χρωστικές ουσίες για τη σφράγιση του κρέατος και του κελύφους αυγών, σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[12];

δ)      πόσιμο νερό και άλας (με βασικά συστατικά το χλωριούχο νάτριο ή το χλωριούχο κάλιο) που χρησιμοποιείται συνήθως στη μεταποίηση τροφίμων·

ε)      ανόργανες ουσίες (συμπεριλαμβανομένων των ιχνοστοιχείων), βιταμίνες, αμινοξέα και μικροθρεπτικά στοιχεία που επιτρέπονται μόνο εάν επιβάλλεται βάσει νόμου η χρήση τους στις τροφές στις οποίες είναι ενσωματωμένες.

2.2.3. Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α)      ορισμένα πρόσθετα τροφίμων που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19 υπολογίζονται ως γεωργικά συστατικά·

β)      τα παρασκευάσματα και οι ουσίες που αναφέρονται στο σημείο 2.2.2. δεν υπολογίζονται ως γεωργικά συστατικά·

γ)      η μαγιά και τα προϊόντα μαγιάς υπολογίζονται ως γεωργικά προϊόντα.

2.2.4. Τα ακόλουθα συστατικά μη βιολογικής γεωργίας μπορούν να χρησιμοποιούνται στη μεταποίηση βιολογικών τροφίμων:

α)      ζωικά προϊόντα:

i)      υδρόβιοι οργανισμοί που δεν προέρχονται από υδατοκαλλιέργεια και των οποίων η χρήση επιτρέπεται σε μη βιολογικά παρασκευάσματα τροφίμων·

ii)      ζελατίνη·

iii)     έντερα για παρασκευή αλλαντικών·

β)      μη μεταποιημένα φυτικά προϊόντα και προϊόντα που έχουν παραχθεί από αυτά με επεξεργασία:

i)       εδώδιμοι καρποί, κάρυα και σπόροι:

– καρύδια κόλα       Cola acuminata·

ii)      εδώδιμα μπαχαρικά και βότανα:

– σπόροι κοχλιαρίου           Armoracia rusticana·

– άνθη ατρακτυλίδος           Carthamus tinctorius·

– νεροκάρδαμο       Nasturtium officinale·

iii)     διάφορα:

– φύκη, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων φυκιών·

γ)       μεταποιημένα φυτικά προϊόντα:

i)      σάκχαρα, άμυλα και άλλα προϊόντα από σιτηρά και βολβούς:

– ριζόχαρτο·

– άμυλο από ρύζι και κηρώδη αραβόσιτο μη χημικά τροποποιημένο·

ii)      διάφορα:

– ρούμι, που παράγεται μόνον από χυμό ζαχαρότευτλων.

2.2.5. Λίπη και έλαια, ραφιναρισμένα ή μη, αλλά όχι χημικά τροποποιημένα, μπορούν να χρησιμοποιούνται σε μη βιολογική μορφή, εάν προέρχονται από άλλα φυτά εκτός από:

– κακάο       Theobroma cacao·

– κοκοφοίνικα         Cocos nucifera·

– ελιά          Olea europaea·

– ηλιοτρόπιο            Helianthus annuus·

– φοίνικας    Elaeis guineensis·

– κράμβη     Brassica napus, rapa·

– κνήκος      Carthamus tinctorius·

– σουσάμι   Sesamum indicum·

– σόγια        Glycine max.

3. Απαιτήσεις για την παραγωγή μεταποιημένων ζωοτροφών

3.1. Τα βιολογικά υλικά ζωοτροφών ή τα υλικά ζωοτροφών που προέρχονται από παραγωγή σε φάση μετατροπής δεν χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα με ίδια υλικά μη βιολογικής παραγωγής στη σύνθεση βιολογικών ζωοτροφών.

3.2. Τα υλικά ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται ή μεταποιούνται σε βιολογική παραγωγή δεν πρέπει να έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία με συνθετικούς χημικούς διαλύτες.

Μέρος V: Οίνος

1. Πεδίο εφαρμογής

1.1. Επιπλέον των γενικών κανόνων παραγωγής που ορίζονται στα άρθρα 7, 8, 9 και 14, στη βιολογική παραγωγή των προϊόντων του αμπελοοινικού τομέα όπως αναφέρεται στο σημείο 1 του άρθρου 1 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 1308/2013 εφαρμόζονται οι κανόνες που ορίζονται στο παρόν μέρος.

1.2. Εφαρμόζονται οι κανονισμοί της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 606/2009[13] και (ΕΚ) αριθ. 607/2009[14], εκτός εάν προβλέπονται ρητώς αντίθετες διατάξεις στο παρόν μέρος.

2. Χρήση ορισμένων προϊόντων και ουσιών

2.1. Τα προϊόντα του αμπελοοινικού τομέα παράγονται από βιολογικές πρώτες ύλες.

2.2. Στην παρασκευή προϊόντων του αμπελοοινικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των διεργασιών και των οινολογικών πρακτικών, μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο τα προϊόντα και οι ουσίες που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και των περιορισμών που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 606/2009 και ειδικότερα στο παράρτημα Ι Α του εν λόγω κανονισμού.

3. Οινολογικές πρακτικές και περιορισμοί

3.1. Με την επιφύλαξη των μερών 1 και 2 και των ειδικών απαγορεύσεων και περιορισμών που προβλέπονται στα σημεία 3.2 έως 3.5, επιτρέπονται μόνον οι οινολογικές πρακτικές, μέθοδοι και διεργασίες, περιλαμβανομένων των περιορισμών που προβλέπονται στο άρθρο 80 και στο άρθρο 83 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1308/2013 και στα άρθρα 3, 5 έως 9 και 11 έως 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009 και στα παραρτήματα των εν λόγω κανονισμών, που χρησιμοποιούνταν πριν από την 1η Αυγούστου 2010.

3.2. Απαγορεύεται η χρήση των ακόλουθων πρακτικών, μεθόδων και διεργασιών:

α)      μερική συμπύκνωση με ψύξη σύμφωνα με το στοιχείο γ) του τμήματος Β.1 του μέρους 1 του παραρτήματος VΙΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013·

β)      απομάκρυνση του διοξειδίου του θείου με φυσικές διαδικασίες σύμφωνα με το σημείο 8 του παραρτήματος I A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009·

γ)      επεξεργασία με ηλεκτροδιαπίδυση για την τρυγική σταθεροποίηση των οίνων, σύμφωνα με το σημείο 36 του παραρτήματος I A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009·

δ)      μερική αφαίρεση αλκοόλης από τους οίνους, σύμφωνα με το σημείο 40 του παραρτήματος I A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009·

ε)      επεξεργασία με κατιονανταλλάκτες για την τρυγική σταθεροποίηση των οίνων, σύμφωνα με το σημείο 43 του παραρτήματος I A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009.

3.3. Επιτρέπεται η χρήση των ακόλουθων οινολογικών πρακτικών, μεθόδων και διεργασιών υπό τους εξής όρους:

α)      για τις θερμικές επεξεργασίες, σύμφωνα με το σημείο 2 του παραρτήματος Ι Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009, η θερμοκρασία δεν υπερβαίνει τους 70 °C·

β)      για τη φυγοκέντρηση και διήθηση με ή χωρίς αδρανές ενισχυτικό διήθησης, σύμφωνα με το σημείο 3 του παραρτήματος Ι Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009, το μέγεθος των πόρων δεν θα είναι μικρότερο των 0,2 μικρόμετρων.

3.4. Η Επιτροπή πρέπει να επανεξετάσει τη χρήση των ακόλουθων οινολογικών πρακτικών, μεθόδων και διεργασιών πριν από την 1η Αυγούστου 2015 με σκοπό τη σταδιακή κατάργηση ή τον περαιτέρω περιορισμό των εν λόγω πρακτικών:

α)      θερμικές επεξεργασίες που αναφέρονται στο σημείο 2 του παραρτήματος I A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009·

β)      χρήση ιονανταλλακτικών ρητινών που αναφέρονται στο σημείο 20 του παραρτήματος I A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 606/2009·

γ)      αντίστροφη όσμωση σύμφωνα με το στοιχείο β) του τμήματος B.1 του μέρους Ι του παραρτήματος VΙΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013.

3.5. Τυχόν τροποποίηση που εγκρίνεται μετά την 1η Αυγούστου 2010 σε ό,τι αφορά την οινολογική πρακτική, τις μεθόδους και τις διεργασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 ή στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 606/2009, εφαρμόζεται στη βιολογική παραγωγή οίνου μόνο μετά τη θέσπιση των μέτρων που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των κανόνων παραγωγής οι οποίοι προβλέπονται στο παρόν τμήμα 3 και, εφόσον είναι απαραίτητο, έπειτα από διαδικασία αξιολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού.

Μέρος VI: Μαγιά που χρησιμοποιείται ως τρόφιμο ή ζωοτροφή

Επιπλέον των γενικών κανόνων παραγωγής που ορίζονται στα άρθρα 7, 9 και 15, οι κανόνες που ορίζονται στο παρόν μέρος εφαρμόζονται στη μαγιά που χρησιμοποιείται ως τρόφιμο ή ζωοτροφή.

1. Γενικές απαιτήσεις

1.1. Για την παραγωγή βιολογικής μαγιάς χρησιμοποιούνται μόνο βιολογικώς παραγόμενα υποστρώματα.

1.2. Σε βιολογικά τρόφιμα ή ζωοτροφές, δεν πρέπει να συνυπάρχουν βιολογική και μη βιολογική μαγιά.

1.3. Οι ακόλουθες ουσίες μπορούν να χρησιμοποιούνται στην παραγωγή, παρασκευή και μορφοποίηση της βιολογικής μαγιάς:

α)      βοηθητικά μέσα επεξεργασίας που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19·

β)      προϊόντα και ουσίες που αναφέρονται στο σημείο 2. 2.2. στοιχεία α) και δ) του μέρους IV.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΣΥΛΛΟΓΗ, ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ, ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

1. Συλλογή προϊόντων και μεταφορά στις μονάδες επεξεργασίας

Οι επιχειρήσεις μπορούν να πραγματοποιούν ταυτόχρονη συλλογή βιολογικών και μη βιολογικών προϊόντων, μόνο εφόσον λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη κάθε πιθανής ανάμειξης ή ανταλλαγής με μη βιολογικά προϊόντα και για να διασφαλιστεί η ταυτοποίηση των βιολογικών προϊόντων. Η επιχείρηση διατηρεί τα στοιχεία που αφορούν τις ημερομηνίες, ώρες, και το δίκτυο συλλογής και την ημέρα και ώρα παραλαβής των προϊόντων στη διάθεση της αρμόδιας αρχής ή του αρμόδιου φορέα ελέγχου.

2. Συσκευασία και μεταφορά προϊόντων σε άλλες επιχειρήσεις ή μονάδες

2.1. Οι επιχειρήσεις εξασφαλίζουν ότι τα βιολογικά προϊόντα μεταφέρονται σε άλλες επιχειρήσεις ή μονάδες, περιλαμβανομένων των επιχειρήσεων χονδρικού και λιανικού εμπορίου, μόνο στην κατάλληλη συσκευασία, σε κλειστά εμπορευματοκιβώτια ή οχήματα με τρόπο που να μην είναι δυνατή η αντικατάσταση του περιεχομένου χωρίς παραβίαση ή φθορά της σφραγίδας και με την ύπαρξη ετικέτας που αναφέρει, με την επιφύλαξη όλων των άλλων ενδείξεων που απαιτούνται από το ενωσιακό δίκαιο:

α)      την επωνυμία και διεύθυνση της επιχείρησης και, εάν διαφέρει, του ιδιοκτήτη ή του πωλητή του προϊόντος·

β)      την ονομασία του προϊόντος ή περιγραφή της σύνθετης ζωοτροφής που συνοδεύεται με αναφορά στη βιολογική παραγωγή·

γ)      την επωνυμία ή/και τον κωδικό της αρχής ή του φορέα ελέγχου, στον οποίο υπάγεται η επιχείρηση· και

δ)      κατά περίπτωση, το σήμα ταυτοποίησης της παρτίδας, σύμφωνα με σύστημα σήμανσης το οποίο είτε εγκρίνεται σε εθνικό επίπεδο είτε εγκρίνεται από την αρχή ή τον φορέα ελέγχου και επιτρέπει τη συσχέτιση της παρτίδας με το αναφερόμενο στο άρθρο 24 αρχείο.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) μπορούν να αναγράφονται και σε συνοδευτικό έγγραφο, εάν το έγγραφο αυτό μπορεί να συσχετισθεί αδιαμφισβήτητα με τη συσκευασία, το εμπορευματοκιβώτιο ή το όχημα μεταφοράς του προϊόντος. Το εν λόγω συνοδευτικό έγγραφο περιέχει τα στοιχεία του προμηθευτή ή του μεταφορέα.

2.2. Δεν απαιτείται το κλείσιμο της συσκευασίας, των εμπορευματοκιβωτίων ή των οχημάτων όταν:

α)      η μεταφορά πραγματοποιείται απευθείας μεταξύ μίας επιχείρησης και μίας άλλης επιχείρησης που αμφότερες υπόκεινται στο σύστημα βιολογικού ελέγχου·

β)      τα προϊόντα συνοδεύονται με έγγραφο που αναφέρει τα απαιτούμενα στο σημείο 2.1 στοιχεία· και

γ)      τόσο ο αποστολέας όσο και ο παραλήπτης πρέπει να τηρούν μητρώα που καταγράφουν αυτές τις μεταφορές και είναι διαθέσιμα στην αρχή ελέγχου ή τον φορέα ελέγχου αυτών των μεταφορών.

3. Ειδικοί κανόνες μεταφοράς ζωοτροφών σε άλλες μονάδες παραγωγής ή παρασκευής ή εγκαταστάσεις αποθήκευσης

Κατά τη μεταφορά ζωοτροφών σε άλλες μονάδες παραγωγής ή παρασκευής ή εγκαταστάσεις αποθήκευσης, οι επιχειρήσεις πρέπει να εξασφαλίζουν την τήρηση των ακόλουθων όρων:

α)      κατά τη μεταφορά, εφαρμόζεται αποτελεσματικός φυσικός διαχωρισμός των βιολογικών ζωοτροφών, των ζωοτροφών σε μετατροπή και των μη βιολογικών ζωοτροφών·

β)      τα οχήματα ή τα εμπορευματοκιβώτια που έχουν μεταφέρει μη βιολογικά προϊόντα μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τη μεταφορά βιολογικών προϊόντων υπό τον όρο ότι:

i)      έχουν ληφθεί τα δοκιμασμένης αποτελεσματικότητας κατάλληλα μέτρα καθαρισμού πριν από την έναρξη της μεταφοράς των βιολογικών προϊόντων και οι επιχειρήσεις καταγράφουν αυτές τις εργασίες·

ii)     λαμβάνονται όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα, σε συνάρτηση με τους κινδύνους οι οποίοι αξιολογούνται σύμφωνα με διατάξεις ελέγχου και, εάν είναι απαραίτητο, οι επιχειρήσεις εγγυώνται ότι μη βιολογικά προϊόντα δεν είναι δυνατόν να διατεθούν στην αγορά με ένδειξη που αναφέρεται σε βιολογική παραγωγή·

iii)    οι επιχειρήσεις τηρούν μητρώα όπου καταγράφονται αυτές οι μεταφορικές εργασίες, τα οποία είναι διαθέσιμα στην αρχή ελέγχου ή στον φορέα ελέγχου·

γ)      η μεταφορά των τελικών βιολογικών ζωοτροφών πραγματοποιείται χωριστά ή σε διαφορετικό χρόνο από τη μεταφορά άλλων τελικών προϊόντων·

δ)      καταγράφονται η ποσότητα των προϊόντων κατά την έναρξη της μεταφοράς και η ποσότητα της κάθε παράδοσης κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παράδοσης.

4. Μεταφορά ζωντανών ιχθύων

4.1. Οι ζώντες ιχθείς μεταφέρονται σε κατάλληλες δεξαμενές με καθαρό νερό που ικανοποιεί τις φυσιολογικές ανάγκες των ιχθύων όσον αφορά τη θερμοκρασία και το διαλυμένο οξυγόνο.

4.2. Πριν από τη μεταφορά βιολογικών ιχθύων και προϊόντων ιχθύων, οι δεξαμενές καθαρίζονται επιμελώς, απολυμαίνονται και εκπλύνονται.

4.3. Λαμβάνονται οι κατάλληλες προφυλάξεις για τη μείωση των πιέσεων. Κατά τη μεταφορά, η ιχθυοφόρτιση δεν πρέπει να φθάνει σε επίπεδα που καθίστανται επιζήμια για το είδος.

4.4. Τηρούνται αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τις εργασίες που αναφέρονται στα σημεία 4.1, 4.2 και 4.3.

5. Παραλαβή προϊόντων από άλλες επιχειρήσεις ή μονάδες

Κατά την παραλαβή ενός βιολογικού προϊόντος, η επιχείρηση ελέγχει το κλείσιμο της συσκευασίας ή του εμπορευματοκιβωτίου, όταν αυτό απαιτείται, και την ύπαρξη των αναφερόμενων στο τμήμα 2 ενδείξεων.

Η επιχείρηση αντιπαραβάλλει τις πληροφορίες της αναφερόμενης στο τμήμα 2 σήμανσης με τα στοιχεία των συνοδευτικών εγγράφων. Το αποτέλεσμα των επαληθεύσεων αυτών καταγράφεται επακριβώς στα αναφερόμενα στο άρθρο 24 αρχεία.

6. Ειδικοί κανόνες παραλαβής προϊόντων από τρίτη χώρα

Όταν βιολογικά προϊόντα εισάγονται από τρίτη χώρα, μεταφέρονται στην κατάλληλη συσκευασία ή σε εμπορευματοκιβώτια που έχουν κλειστεί κατά τρόπο που να αποκλείεται η αντικατάσταση του περιεχομένου και αναγράφουν τα στοιχεία ταυτότητας του εξαγωγέα και όλες τις άλλες ενδείξεις και αριθμούς που επιτρέπουν την ταυτοποίηση της παρτίδας και συνοδεύονται με το πιστοποιητικό ελέγχου για τις εισαγωγές από τρίτες χώρες.

Κατά την παραλαβή ενός εισαγόμενου από τρίτη χώρα βιολογικού προϊόντος, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο παραδίδεται η εισαγόμενη αποστολή και το οποίο το παραλαμβάνει για περαιτέρω παρασκευή ή εμπορία, ελέγχει το κλείσιμο της συσκευασίας ή του εμπορευματοκιβωτίου και, εάν τα προϊόντα εισάγονται σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii), ελέγχει αν το αναφερόμενο στο ίδιο άρθρο πιστοποιητικό καλύπτει το είδος του προϊόντος της αποστολής. Το αποτέλεσμα των επαληθεύσεων αυτών καταγράφεται επακριβώς στα αναφερόμενα στο άρθρο 24 αρχεία.

7. Αποθήκευση προϊόντων

7.1. Η διαχείριση των χώρων αποθήκευσης των προϊόντων πρέπει να εξασφαλίζει τη δυνατότητα ταυτοποίησης των παρτίδων και να αποτρέπει κάθε ανάμειξη με ή επιμόλυνση από προϊόντα ή ουσίες που δεν συμμορφώνονται με τους κανόνες βιολογικής παραγωγής. Πρέπει να είναι δυνατή η ταυτοποίηση των βιολογικών προϊόντων ανά πάσα στιγμή.

7.2. Όσον αφορά τις μονάδες παραγωγής βιολογικών φυτικών και ζωικών προϊόντων, απαγορεύεται να αποθηκεύονται στη μονάδα παραγωγής άλλες πρώτες ύλες πέραν αυτών που έχουν εγκριθεί για χρήση στη βιολογική παραγωγή δυνάμει του άρθρου 19.

7.3. Επιτρέπεται η αποθήκευση αλλοπαθητικών κτηνιατρικών φαρμάκων και αντιβιοτικών σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις και εκμεταλλεύσεις υδατοκαλλιέργειας υπό τον όρο ότι έχουν συνταγογραφηθεί από κτηνίατρο σε σχέση με θεραπευτική αγωγή που αναφέρεται στα σημεία 1.5.2.2 του μέρους II και 4.1.4.2 στοιχείο α) του μέρους III του παραρτήματος II, ότι αποθηκεύονται σε ελεγχόμενο χώρο και καταγράφονται στο μητρώο των ζώων που αναφέρεται στο άρθρο 24.

7.4. Όταν οι επιχειρήσεις χειρίζονται ταυτόχρονα μη βιολογικά προϊόντα και βιολογικά προϊόντα και τα τελευταία αποθηκεύονται σε χώρους στους οποίους αποθηκεύονται και άλλα γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα:

α)      τα βιολογικά προϊόντα διατηρούνται χωριστά από τα άλλα γεωργικά προϊόντα ή τρόφιμα·

β)      λαμβάνονται όλα τα μέτρα για να είναι δυνατή η ταυτοποίηση των αποστολών και να αποφεύγονται οι αναμείξεις ή ανταλλαγές με μη βιολογικά προϊόντα·

γ)      έχει διενεργηθεί ο κατάλληλος καθαρισμός, η αποτελεσματικότητα του οποίου έχει ελεγχθεί, πριν πραγματοποιηθεί η αποθήκευση των βιολογικών προϊόντων και η επιχείρηση καταγράφει τις εργασίες αυτές.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV

ΟΡΟΙ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 21

BG: биологичен.

ES: ecológico, biológico.

CS: ekologické, biologické.

DA: økologisk.

DE: ökologisch, biologisch.

ET: mahe, ökoloogiline.

EL: βιολογικό.

EN: organic.

FR: biologique.

GA: orgánach.

HR: ekološki.

IT: biologico.

LV: bioloģisks, ekoloģisks.

LT: ekologiškas.

LU: biologësch.

HU: ökológiai.

MT: organiku.

NL: biologisch.

PL: ekologiczne.

PT: biológico.

RO: ecologic.

SK: ekologické, biologické.

SL: ekološki.

FI: luonnonmukainen.

SV: ekologisk.

--------------------------------------------------

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΛΟΓΟΤΥΠΟ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ

1. Λογότυπο

1.1. Τo λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σύμφωνο με το ακόλουθο υπόδειγμα:

Να εισαχθεί το ΛΟΓΟΤΥΠΟ

1.2. Το χρώμα αναφοράς Pantone είναι πράσινο Pantone αριθ. 376 και πράσινο [50 % κυανό + 100 % κίτρινο] όταν χρησιμοποιείται τετραχρωμία.

1.3. Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται να χρησιμοποιείται σε μαυρόασπρο κατά την κάτωθι εικόνα, μόνο όταν δεν είναι πρακτικά δυνατόν να χρησιμοποιηθεί το έγχρωμο:

Να εισαχθεί το ΛΟΓΟΤΥΠΟ

1.4. Εάν η συσκευασία ή η ετικέτα έχει σκοτεινόχρωμο φόντο, τα σύμβολα μπορούν να χρησιμοποιούνται σε αρνητικό ως προς το χρώμα της συσκευασίας ή της ετικέτας.

1.5. Εάν χρησιμοποιείται λογότυπο έγχρωμο σε έγχρωμο φόντο, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσδιάκριτο, μπορεί να χρησιμοποιείται ένας εξωτερικός κύκλος ως περίγραμμα γύρω από το λογότυπο, ώστε να επιτυγχάνεται εντονότερη αντίθεση με το φόντο.

1.6. Σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, όταν μια συσκευασία φέρει ενδείξεις σε ένα μόνο χρώμα, το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να χρησιμοποιείται στο ίδιο χρώμα.

1.7. Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να έχει ύψος 9 mm τουλάχιστον και πλάτος 13,5 mm τουλάχιστον· η αναλογία ύψους/πλάτους είναι πάντα 1:1,5. Κατ’ εξαίρεση το ελάχιστο ύψος μπορεί να μειωθεί σε 6 mm για τις πολύ μικρές συσκευασίες.

1.8. Το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να συνδυαστεί με γραφικά στοιχεία ή στοιχεία κειμένου που αναφέρονται στη βιολογική παραγωγή, υπό τον όρο ότι δεν τροποποιούν τον χαρακτήρα του λογότυπου βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κάποιες από τις ενδείξεις που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 22. Όταν συνδυάζεται με εθνικά ή ιδιωτικά λογότυπα πράσινου χρώματος διαφορετικού από το χρώμα αναφοράς που προβλέπεται στο σημείο 2, το λογότυπο βιολογικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να χρησιμοποιείται στο εν λόγω χρώμα.

2. Κωδικοί

Η γενική μορφή των κωδικών είναι η εξής:

ΑΒ-ΓΔΕ-999

Όπου:

α)      «ΑΒ» είναι ο κωδικός ISO για τη χώρα στην οποία διενεργούνται οι έλεγχοι·

β)      «ΓΔΕ» είναι όρος με τρία γράμματα τα οποία καθορίζει η Επιτροπή ή κάθε κράτος μέλος, όπως «bio» ή «öko» ή «org» ή «eko» που προσδιορίζουν τον δεσμό με τη βιολογική παραγωγή· και

γ)      «999» είναι ο αριθμός αναφοράς, με τρία ψηφία κατ’ ανώτατο όριο που αποδίδεται από:

i)      την αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους στις αρχές ή στους φορείς ελέγχου στους οποίους έχει αναθέσει καθήκοντα ελέγχου·

ii)      την Επιτροπή:

– στις αρχές ή στους φορείς ελέγχου που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 29·

– στις αρμόδιες αρχές των τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 31.

[1]               Οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης (ΕΕ L 375 της 31.12.1991, σ. 1).

[2]           Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1974/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ L 368 της 23.12.2006, σ. 15.).

[3]               Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347της 20.12.2013, σ. 487).

[4]               Οδηγία 2008/119/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για τη θέσπιση στοιχειωδών κανόνων για την προστασία των μόσχων (ΕΕ L 10 της 15.1.2009, σ. 7).

[5]               Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

[6]               Οδηγία 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική) (ΕΕ L 164 της 25.6.2008, σ. 19).

[7]           Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 708/2007 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2007, για τη χρήση στην υδατοκαλλιέργεια ξένων και απόντων σε τοπικό επίπεδο ειδών (ΕΕ L 168 της 28.6.2007, σ. 1).

[8]               Οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΕ L 26 της 28.1.2012, σ. 1).          

[9]               Οδηγία 2006/113/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006 , περί της απαιτούμενης ποιότητας των υδάτων για οστρακοειδή (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 14).

[10]          Ορθές πρακτικές παραγωγής (ΟΠΠ) όπως ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2023/2006 της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την ορθή πρακτική παραγωγής υλικών και αντικειμένων που προορίζονται να έλθουν σε επαφή με τρόφιμα (ΕΕ L 384 της 29.12.2006, σ. 75)

[11]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1334/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για αρωματικές ύλες και ορισμένα συστατικά τροφίμων με αρωματικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1601/91 του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2232/96, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και της οδηγίας 2000/13/ΕΚ (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 34).

[12]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, που αφορά τα πρόσθετα τροφίμων (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 16).

[13]          Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 606/2009 της Επιτροπής, της 10ης Ιουλίου 2009, για καθορισμό ορισμένων λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2008 όσον αφορά τις κατηγορίες αμπελοοινικών προϊόντων, τις οινολογικές πρακτικές και τους περιορισμούς στους οποίους υπόκεινται (ΕΕ L 193 της 24.7.2009, σ. 1).

[14]             Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 607/2009 της Επιτροπής, της 14 Ιουλίου 2009, για τον καθορισμό ορισμένων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (EK) αριθ. 479/2008 του Συμβουλίου όσον αφορά τις προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης και τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις, τις παραδοσιακές ενδείξεις, την επισήμανση και την παρουσίαση ορισμένων προϊόντων του αμπελοοινικού τομέα (EΕ L 193 της 24.7.2009, σ. 60).

Top