EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52003DC0499

Ανακοίνωση της Επιτροπής - Τα διαρθρωτικά ταμεία και ο συντονισμός τους με το ταμείο συνοχής - Αναθεωρημένες ενδεικτικές κατευθύνσεις

/* COM/2003/0499 τελικό */

52003DC0499

Ανακοίνωση της Επιτροπής - Τα διαρθρωτικά ταμεία και ο συντονισμός τους με το ταμείο συνοχής - Αναθεωρημένες ενδεικτικές κατευθύνσεις /* COM/2003/0499 τελικό */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΤΑ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΚΑΙ Ο ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΟ ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ - ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΕΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1 Τα ευρωπαϊκά συμβούλια - συνέχεια αναληφθείσα εκ μέρους της Επιτροπής

1.1. Απασχόληση και επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο

1.2. Βιώσιμη ανάπτυξη, πρόληψη κινδύνων και περιβάλλον

1.3. Έρευνα και ανάπτυξη

1.4. Κοινωνία της πληροφορίας

1.5. Πολιτική των επιχειρήσεων

2. Οι πολιτικές των οποίων το κανονιστικό πλαίσιο έχει υποστεί τροποποίηση μετά την έγκριση των ενδεικτικών κατευθύνσεων το 1999

2.1. Γεωργική πολιτική και πολιτική ανάπτυξης της υπαίθρου

2.2. Αλιεία

2.3. Ενέργεια

2.4. Ανταγωνισμός

2.5. Έρευνα και ανάπτυξη

3. Οι υπό τροποποίηση κοινοτικές πολιτικές

3.1. Διευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα

3.2. Πολιτική μεταφορών

4. Αποτελεσματικότερη εφαρμογή της διαρθρωτικής πολιτικής

4.1. Επιπτώσεις της απλούστευσης στην ενδιάμεση αναθεώρηση

4.2. Εταιρική σχέση δημόσιου-ιδιωτικού τομέα

4.3. Χρηματοδότηση μεγάλων έργων

Το κανονιστικό πλαίσιο

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου [1] περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά Ταμεία, η Επιτροπή ενέκρινε, την 1η Ιουλίου 1999, γενικές ενδεικτικές κατευθύνσεις βασιζόμενες στις κατάλληλες συμπεφωνημένες κοινοτικές πολιτικές σε σχέση με τα διαρθρωτικά Ταμεία [2]. Οι κατευθύνσεις αυτές είχαν ως στόχο να βοηθήσουν τις εθνικές και περιφερειακές αρχές των κρατών μελών να προετοιμάσουν τις στρατηγικές προγραμματισμού τους σύμφωνα με τους στόχους αριθ. 1, 2 και 3 των διαρθρωτικών Ταμείων καθώς και τις σχέσεις τους με το Ταμείο Συνοχής. Με τον τρόπο αυτό, η Επιτροπή παρουσίασε τις προτεραιότητές της που απορρέουν από τις εμπειρίες τις οποίες έχει αποκομίσει από τα προγράμματα που έχει ήδη εφαρμόσει και από τις κοινοτικές πολιτικές που συνδέονται με διαρθρωτικές παρεμβάσεις.

[1] ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 1

[2] COM(1999) 344 τελικό της 01.07.1999

Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες κανονιστικές διατάξεις, η Επιτροπή οφείλει να προβεί σε αναθεώρηση των εν λόγω ενδεικτικών κατευθύνσεων πριν από την ενδιάμεση αναθεώρηση. Αυτή η αναθεώρηση είναι ζωτικής σημασίας στο πλαίσιο της επταετούς περιόδου προγραμματισμού (2000-2006). Στόχος της είναι να βοηθήσει τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν τα έγγραφα προγραμματισμού τους λαμβάνοντας υπόψη αφενός τις πιθανές αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί σε επίπεδο κοινωνίας, οικονομίας και αγοράς εργασίας και αφετέρου τα αποτελέσματα της ενδιάμεσης αξιολόγησης όπως προβλέπει το άρθρο 42 του προαναφερθέντος κανονισμού.

Η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να προβούν σε αναθεωρήσεις όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο. Γενικά, επισημαίνεται ότι εξακολουθούν να ισχύουν οι κατευθύνσεις που εγκρίθηκαν το 1999. Ο μόνος στόχος αυτών των αναθεωρημένων κατευθύνσεων είναι να διευκολυνθούν ακόμη περισσότερο τα κράτη μέλη στην προσπάθειά τους για καθορισμό συνεκτικών και ισορροπημένων αναπτυξιακών προτεραιοτήτων στο πλαίσιο των παρεμβάσεων. Στόχος των αναθεωρημένων κατευθύνσεων είναι να επισημάνουν τις σημαντικότερες τροποποιήσεις οι οποίες έχουν επέλθει στις πολιτικές που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι οποίες ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις στον προγραμματισμό των διαρθρωτικών Ταμείων. Θα βοηθήσουν τις αρμόδιες εθνικές και περιφερειακές αρχές κατά την ενδεχόμενη αναθεώρηση των παρεμβάσεών τους.

Η ενδιάμεση αναθεώρηση θα επιφέρει ποιοτικές αλλαγές σε αρκετούς τομείς προτεραιότητας. Ο πρώτος στόχος των Διαρθρωτικών Ταμείων είναι φυσικά η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και κατά συνέπεια των επενδύσεων αλλά είναι σαφές ότι το οικονομικό κλίμα έχει επιδεινωθεί αισθητά από τότε που εγκρίθηκαν οι ενδεικτικές κατευθυντήριες γραμμές. Η ανάλυση δείχνει ότι το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης αποτελείται κυρίως από δημόσιες επενδύσεις. Οι επενδύσεις αυτές έχουν περιορισμένη επίπτωση στα εθνικά δημοσιονομικά αποτελέσματα. Εντούτοις, η δημοσιονομική κατάσταση των κρατών μελών θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη επιλεκτικότητα των έργων και των προγραμμάτων.

Κατά την ενδιάμεση αναθεώρηση θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι σημαντικές πρόοδοι που σημειώνονται στο πλαίσιο της πρακτικής εφαρμογής των μέτρων από όλες τις αρμόδιες αρχές με στόχο την απλούστευση, την αποσαφήνιση, τον συντονισμό και τη μεγαλύτερη ευελιξία της διαχείρισης των διαρθρωτικών ταμείων. Το παρόν έγγραφο εξετάζει αυτό ακριβώς το θέμα.

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 του προαναφερθέντος κανονισμού, η Επιτροπή οφείλει να προβαίνει, εάν συντρέχει λόγος, σε ετήσια τιμαριθμική αναπροσαρμογή των κονδυλίων που προβλέπονται για τα έτη 2004, 2005 και 2006 στα πλαίσια τεχνικής αναπροσαρμογής βάσει των τελευταίων διαθέσιμων οικονομικών στοιχείων. Η Επιτροπή έχει ήδη κάνει τους αναγκαίους για την ετήσια τεχνική αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών προοπτικών υπολογισμούς για το έτος 2004. Από τους υπολογισμούς αυτούς προκύπτει ότι έχει μειωθεί σημαντικά η διαφορά ανάμεσα στον θεωρητικό αποπληθωριστή των διαρθρωτικών ταμείων (10,4%) και τον πραγματικό συνολικό αποπληθωριστή (10,7%). Εάν η ενδιάμεση προσαρμογή στον πληθωρισμό είχε πραγματοποιηθεί βάσει των ανωτέρω, θα προέκυπτε πλεόνασμα για τα διαρθρωτικά Ταμεία της τάξης των 90 εκατομμυρίων για κάθε ένα από τα τρία τελευταία έτη της περιόδου προγραμματισμού, ποσό το οποίο θα έπρεπε να ανακατανεμηθεί κατ' αναλογία στο σύνολο των συγχρηματοδοτούμενων στα δεκαπέντε κράτη μέλη προγραμμάτων. Δεδομένης της μικρής διαφοράς που προέκυψε, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει λόγος να προβεί σε τιμαριθμική αναπροσαρμογή για τα διαρθρωτικά Ταμεία.

Οι τέσσερις άξονες που έχει προσδιορίσει η Επιτροπή για την ενδιάμεση αναθεώρηση των κατευθύνσεων είναι:

- τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια - Συνέχεια αναληφθείσα εκ μέρους της Επιτροπής.

- οι πολιτικές των οποίων το κανονιστικό πλαίσιο έχει υποστεί τροποποίηση.

- οι κοινοτικές πολιτικές για τις οποίες η Επιτροπή έχει προτείνει τροποποιήσεις.

- τα μέτρα που στοχεύουν στην αποτελεσματικότερη εφαρμογή των διαρθρωτικών Ταμείων.

Επισημαίνεται ότι οι εν λόγω κατευθύνσεις συνιστούν ένα από τα στοιχεία της ενδιάμεσης αναθεώρησης. Είναι ευθύνη των διαχειριστικών αρχών και των κρατών μελών να υποβάλουν προτάσεις τροποποίησης των παρεμβάσεων που θα αποφασιστούν με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής λαμβανομένων υπόψη φυσικά των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων. Επισημαίνεται στα κράτη μέλη ότι για οποιαδήποτε τροποποίηση των εγγράφων προγραμματισμού πρέπει να προβλέπεται, εάν είναι αναγκαίο, η ενημέρωση των συναφών με την παρακολούθηση των καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων πινάκων αποτελεσμάτων.

Η Επιτροπή έχει εξάλλου εγκρίνει [3] συμπληρωματικές ενδεικτικές κατευθύνσεις για τις υποψήφιες χώρες οι οποίες λαμβάνουν υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση των χωρών αυτών καθώς και τη μειωμένη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού των διαρθρωτικών Ταμείων.

[3] COM(2003) 110 τελικό της 12ης Μαρτίου 2003

1 Τα ευρωπαϊκα συμβουλια - συνεχεια αναληφθεισα εκ μερους της Επιτροπης

Ορισμένες κοινοτικές προτεραιότητες επισημάνθηκαν αμέσως μετά την έναρξη της τρέχουσας περιόδου προγραμματισμού. Η Επιτροπή εκτιμά ότι πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αναθεώρησης ιδίως λόγω των εξελίξεων που έχουν σημειωθεί με την ευκαιρία των διαφόρων Ευρωπαϊκών Συμβουλίων.

Έτσι, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας στις 23 και 24 Μαρτίου 2000, καθόρισε για την Ένωση έναν νέο στρατηγικό στόχο για την επόμενη δεκαετία: «να γίνει η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης ανά την υφήλιο, ικανή για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή». Η επίτευξη του στόχου αυτού απαιτεί μια συνολική στρατηγική που αποσκοπεί «να δώσει στην Ένωση τη δυνατότητα να αναδημιουργήσει τις προϋποθέσεις για πλήρη απασχόληση και να ενισχύσει την περιφερειακή συνοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ο εκ νέου προγραμματισμός των διαρθρωτικών Ταμείων αποτελεί ενδεχομένως ευκαιρία για την ενίσχυση της κοινοτικής συνεισφοράς σε αυτόν τον στρατηγικό στόχο, ιδίως μέσω της συγχρηματοδότησης επενδύσεων που στοχεύουν στη βελτίωση της απασχόλησης, της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής καθώς και της ανταγωνιστικότητας των διαφόρων περιφερειών της Ένωσης. Η επίτευξη του στόχου αυτού είναι ενδεχομένως δυνατή μέσω της προσαρμογής των εγγράφων προγραμματισμού ώστε να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στους συναφείς με την ανταγωνιστικότητα παράγοντες, όπως η προσβασιμότητα, η κοινωνίας της γνώσης, η καινοτομία, η έρευνα και η ανάπτυξη, το περιβάλλον, η απασχόληση, η κοινωνική ένταξη και η δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση, ιδίως στο πλαίσιο οικονομικών και κοινωνικών αναδιαρθρώσεων που προκύπτουν από τεχνολογικές εξελίξεις και από μια διαδικασία οικονομικής προσέγγισης εντός της Ένωσης.

Ακόμη, αξίζει να επισημανθούν οι επιπτώσεις των στόχων της Λισσαβόνας για ορισμένες πολιτικές:

1.1. Απασχόληση και επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο

Η ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση έχει τροποποιηθεί ώστε να αποτελέσει το βασικό εργαλείο για την ενίσχυση της στρατηγικής της Λισσαβόνας στη διευρυμένη ΕΕ. Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές που εγκρίθηκαν τον Ιούλιο του 2003 θα έχουν μεσοπρόθεσμο χαρακτήρα και πρόκειται να παραμείνουν σταθερές μέχρι το 2006. Επιδίωξή τους είναι η πραγματοποίηση των τριών βασικών στόχων του μεταρρυθμιστικού προγράμματος της Λισσαβόνας: πλήρης απασχόληση, που περιλαμβάνει τους στόχους της Λισσαβόνας για την απασχόληση. προώθηση της ποιότητας και της παραγωγικότητας της εργασίας, που αντανακλά την ανάγκη για καλύτερες εργασίες σε μια οικονομία η οποία βασίζεται στη γνώση καθώς και την ανάγκη για την προώθηση της ανταγωνιστικότητας στην ΕΕ. ενίσχυση της συνοχής και της συνένωσης των αγορών εργασίας με τη μείωση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων όσον αφορά την απασχόληση. Έχουν προσδιοριστεί επίσης και δέκα δράσεις προτεραιότητας για την επίτευξη αυτών των στόχων: ενεργοποίηση και πρόληψη. δημιουργία απασχόλησης και επιχειρηματικότητα. προσαρμοστικότητα και κινητικότητα. ανθρώπινο κεφάλαιο και δια βίου μάθηση. προσφορά εργατικού δυναμικού και παράταση του επαγγελματικού βίου. ισότητα των φύλων. ενσωμάτωση των ατόμων που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. ανταμοιβή της εργασίας. αδήλωτη εργασία και περιφερειακές ισότητες. Ζητείται η αποτελεσματική εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Επισημαίνεται επίσης και η σημασία των αποτελεσματικών λειτουργικών υπηρεσιών στο πλαίσιο μιας βελτιωμένης διακυβέρνησης. Καλούνται τα κράτη μέλη να εκμεταλλευθούν πλήρως τις δυνατότητες που παρέχουν τα διαρθρωτικά ταμεία ώστε να εφαρμόσουν τις σχετικές πρακτικές και να προβούν σε θεσμικές βελτιώσεις στον τομέα της απασχόλησης.

Η ενδιάμεση αναθεώρηση παρέχει μια ευκαιρία για μεγαλύτερη συνεισφορά στις προτεραιότητες της αναθεωρημένης ΕΣΑ και στην επίτευξη των στόχων της Λισσαβόνας με βάση επίσης και την εμπειρία της τρέχουσας περιόδου προγραμματισμού και τις ιδιαιτερότητες κάθε κράτους μέλους.

Ενίσχυση των ενεργών και προληπτικών πολιτικών για την αγορά εργασίας με στόχο την προαγωγή της απασχόλησης

Τα Ταμεία μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση της πρόληψης και της ενεργοποίησης σε τρεις φάσεις καθώς και για την επίτευξη των στόχων που προβλέπουν οι αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές με την παροχή προσωπικών υπηρεσιών στο αρχικό στάδιο της ανεργίας, με την προσπάθεια στη συνέχεια για "ένα νέο ξεκίνημα" μετά από 6 έως 12 μήνες και τέλος με τη λήψη μέτρων για τις περιπτώσεις μακροχρόνιας ανεργίας. Τα μέτρα ενεργοποίησης θα πρέπει να είναι προσβάσιμα σε όλους τους ανέργους - τόσο στους εγγεγραμμένους ανέργους όσο και στους μη εγγεγραμμένους - με στόχο της καλύτερη ένταξή τους στη αγορά εργασίας. Περισσότερη προσοχή θα μπορούσε να δοθεί στα άτομα που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της ανεργίας εξαιτίας των αναδιαρθρώσεων.

Τα Ταμεία πρέπει να συνεχίσουν να ενισχύουν τον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης στα κράτη μέλη όσον αφορά τις ενέργειές τους στους τομείς της πληροφόρησης, της μεσιτείας και των προσαρμογών της αγοράς εργασίας καθώς και στον τομέα της παρακολούθησης και της αξιολόγησης.

Αύξηση της προσφοράς εργατικού δυναμικού και ενίσχυση της ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας ατόμων τα οποία βρίσκονται στην πλέον μειονεκτική θέση

Τα Ταμεία πρέπει να ενισχύουν πρωτοβουλίες που έχουν ως στόχο την αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας όλων των ομάδων του πληθυσμού, περιλαμβανομένων των γυναικών και των μεγαλύτερων σε ηλικία ατόμων, μέσω της βελτίωσης των συνθηκών εργασίας ή της οργάνωσης της εργασίας. Στο πλαίσιο της ανακήρυξης του 2003 σε Ευρωπαϊκό Έτος των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στα μέτρα που βελτιώνουν την πρόσβαση ή την εκ νέου ενσωμάτωση των ατόμων με ειδικές ανάγκες στην αγορά εργασίας. Ομοίως, τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για να αυξηθεί η συμμετοχή στην αγορά εργασίας των νόμιμων μεταναστών, και των ατόμων που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες, ιδίως των γυναικών, για τις οποίες η πρόσβαση στην αγορά εργασίας είναι συχνά ιδιαίτερα δυσχερής.

Τα διαρθρωτικά ταμεία πρέπει ακόμη να συνεχίσουν να δίδουν προσοχή στους μακροχρόνια ανέργους καθώς πίσω από τις μεγάλες περιόδους ανεργίας συχνά ελλοχεύει αυξημένος κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Τέλος, τα διαρθρωτικά ταμεία πρέπει επίσης να ενισχύουν τη συνεργασία ανάμεσα στις υπηρεσίες κοινωνικής επανένταξης και στις υπηρεσίες απασχόλησης ώστε να διευκολύνεται η ένταξη των αποκλεισμένων από την κοινωνία ατόμων στην αγορά εργασίας.

Προώθηση του ανθρώπινου κεφαλαίου, της δια βίου μάθησης και της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου

Αν και ορισμένες προτεραιότητες στο πλαίσιο των υφιστάμενων προγραμμάτων ενίσχυσης λαμβάνουν υπόψη την ανάπτυξη της δια βίου μάθησης, ο τομέας αυτός προτεραιότητας μπορεί να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο: τα ταμεία μπορούν να συμβάλουν περαιτέρω στη βελτίωση των συστημάτων κατάρτισης και εκπαίδευσης και στην παροχή των αναγκαίων κινήτρων προς τα άτομα και τους εργοδότες ώστε να επενδύσουν σε ανθρώπινο κεφάλαιο.

Τα διαρθρωτικά ταμεία πρέπει να υποστηρίξουν την υλοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων όσον αφορά στον σχεδιασμό και στην ενίσχυση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης, ιδίως σε περιφέρειες στις οποίες παρατηρείται έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, με στόχο την παροχή στους νέους των ικανοτήτων που είναι αναγκαίες για να αντεπεξέλθουν στις προκλήσεις της βασιζόμενης στη γνώση κοινωνίας και οικονομίας. Σε συμφωνία με τον στόχο της Λισσαβόνας για μείωση στο ήμισυ μέχρι το 2010 του αριθμού των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή ώστε οι νέοι με μαθησιακές δυσκολίες να μπορούν να φοιτούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ώστε να μειωθεί το ποσοστό των μαθητών που εγκαταλείπουν το σχολείο.

Δεδομένου του φαινομένου της γήρανσης του πληθυσμού και των διαστάσεων που έχει πάρει το φαινόμενο της πρόωρης συνταξιοδότησης, είναι ζωτικής σημασίας να θεσπιστούν κίνητρα που θα συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας των ηλικιωμένων εργαζομένων και στην παράταση του ενεργού επαγγελματικού βίου των εργαζομένων. Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν να υποστηρίξουν την παροχή κινήτρων για επενδύσεις στη δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση των ενηλίκων και, ιδίως, των ηλικιωμένων εργαζομένων, ώστε να εκσυγχρονιστούν οι δεξιότητές τους με στόχο την προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου και την αύξηση της συμμετοχής τους στην αγορά εργασίας.

Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, της προσαρμοστικότητας και της κινητικότητας

Η καινοτομία και η επιχειρηματική δραστηριότητα είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την τόνωση του ανταγωνισμού, για την ανάπτυξη και για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Τα διαρθρωτικά ταμεία πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως ώστε να δημιουργηθούν νέες επιχειρήσεις τόσο στον τομέα παροχής υπηρεσιών όσο και στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης. Για επιτευχθεί ο στόχος αυτός απαιτείται, εκτός των άλλων, η ενεργότερη ενθάρρυνση ανάληψης επιχειρηματικής πρωτοβουλίας και ανάπτυξης διοικητικών δεξιοτήτων καθώς και υπηρεσιών υποστήριξης για τη δημιουργία επιχειρήσεων από τις γυναίκες και τους ανέργους.

Οι διαρθρωτικές δράσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να επικεντρώνονται στην ενίσχυση της προσαρμοστικότητας των ατόμων και των εργοδοτών στις οικονομικοκοινωνικές αναδιαρθρώσεις και στην όλο και συχνότερη αλλαγή του εργασιακού περιβάλλοντος. Θα πρέπει να προωθηθεί η βελτίωση της πρόσβασης των εργαζομένων στη συνεχή κατάρτιση ειδικά των εργαζομένων με χαμηλή ειδίκευση και των εργαζομένων στις ΜΜΕ. Θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι καινοτομικές μορφές οργάνωσης της εργασίας που συμβάλλουν στην εσωτερική ελαστικότητα, στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ποιότητας της εργασίας, π.χ. μέσω της κατάρτισης και της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών στους εργοδότες. Για το σκοπό αυτό ενδείκνυται να συνεχιστούν οι προσπάθειες, με στόχο να προσφερθούν στους εργαζόμενους, και ιδιαίτερα στους εργαζόμενους στις ΜΜΕ, υπηρεσίες κατάρτισης και συμβουλών βασισμένες στα δεδομένα των νέων τεχνολογιών.

Η δέσμευση και η ενεργή συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα των θέσεων εργασίας και η πρόληψη των κινδύνων. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στις δράσεις κατάρτισης και ευαισθητοποίησης των εργαζομένων και των εργοδοτών σε θέματα υγείας και ασφάλειας στον χώρο της εργασίας.

Τα Ταμεία πρέπει επίσης να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την έγκαιρη πραγματοποίηση και την θετική διαχείριση των οικονομικών αναδιαρθρώσεων. Τα Ταμεία θα πρέπει επίσης να προωθούν τόσο την επαγγελματική όσο και την γεωγραφική κινητικότητα.

Ίσες ευκαιρίες

Η διττή προσέγγιση που ακολουθείται όσον αφορά στην προαγωγή της ισότητας των δύο φύλων πρέπει να συνεχιστεί και να ενισχυθεί [4]: παρόλο που απαιτείται η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλες τις δράσεις που υποστηρίζονται από τα διαρθρωτικά ταμεία, οι εν λόγω δράσεις ενσωμάτωσης πρέπει να συμπληρώνονται και με θετικές ενέργειες.

[4] COM (2002) 748 τελικό της 20.12.2002, σχετικά με την υλοποίηση της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου στα έγγραφα προγραμματισμού των διαρθρωτικών ταμείων για το 2000-2006

Η φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων εξακολουθεί να είναι το βασικότερο εμπόδιο που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες όσον αφορά στην ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας. Τα διαρθρωτικά ταμεία πρέπει επομένως να υποστηρίξουν τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για να διευκολύνουν την πρόσβαση σε τέτοιες υπηρεσίες και να επιτύχουν τους στόχους των μέτρων περί φροντίδας των παιδιών που έχει θέσει το Συμβούλιο της Βαρκελώνης.

Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην αντιμετώπιση των περαιτέρω διαρθρωτικών ανισοτήτων της αγοράς εργασίας. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός απαιτείται η υλοποίηση ειδικών δράσεων ευαισθητοποίησης όσον αφορά στην ανάγκη μείωσης του διαχωρισμού ανά τομείς και επαγγέλματα ανάλογα με το φύλο και μείωσης των μισθολογικών ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων. Επιπλέον τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν να υποστηρίξουν τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες για την προώθηση της γυναικείας επιχειρηματικότητας. Η Επιτροπή έχει ήδη εντοπίσει αρκετές ορθές πρακτικές στις χώρες της ΕΕ και της ΕΖΕΣ-ΕΟΧ [5], οι οποίες μπορούν να χρησιμεύσουν ως παραδείγματα για την εξεύρεση παρόμοιων μέτρων στήριξης.

[5] Βλέπε http://europa.eu.int/comm/enterprise/ entrepreneurship/craft/craft-women/bestproject-women.htm

Τα διαρθρωτικά ταμεία πρέπει να επικεντρώσουν ακόμη περισσότερο την προσοχή τους στην ενίσχυση της επανένταξης και της αναβάθμισης των δεξιοτήτων των ηλικιωμένων γυναικών, των οποίων η δυσκολία ενσωμάτωσης στην αγορά εργασίας οφείλεται κυρίως σε διακρίσεις τόσο λόγω φύλου όσο και λόγω ηλικίας.

Περιφερειακές ανισότητες στον τομέα της απασχόλησης

Η αντιμετώπιση των περιφερειακών ανισοτήτων όσον αφορά την απασχόληση και την ανεργία μένει μια από τις βασικές προτεραιότητες. Τα Ταμεία πρέπει να ενισχύουν πρωτοβουλίες για την αξιοποίηση των τοπικών δυνατοτήτων δημιουργίας απασχόλησης, ειδικά στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας. Θα πρέπει να ενισχύεται η δημιουργία ευνοϊκών όρων για τον ιδιωτικό τομέα και για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε υποανάπτυκτες περιοχές. Απαραίτητη είναι επίσης και η πραγματοποίηση δημόσιων επενδύσεων για την δημιουργία του ανθρώπινου κεφαλαίου και των κατάλληλων υποδομών.

1.2. Βιώσιμη ανάπτυξη, πρόληψη κινδύνων και περιβάλλον

Βιώσιμη ανάπτυξη

Τον Ιούνιο του 2001, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ ενέκρινε μία κοινοτική στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η εν λόγω στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής δέσμευσης που αναλήφθηκε στη Λισσαβόνα για την υλοποίηση του στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης.

Η στρατηγική της βιώσιμης ανάπτυξης προσφέρει στην Ευρωπαϊκή Ένωση τη θετική μακροπρόθεσμη προοπτική μιας πιο δίκαιης και ευημερούσας κοινωνίας. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να στηρίζει την κοινωνική πρόοδο και να σέβεται το περιβάλλον, ότι η κοινωνική πολιτική πρέπει να στηρίζει τις οικονομικές επιδόσεις, και ότι η περιβαλλοντική πολιτική είναι οικονομικά αποδοτική [6]. Η Επιτροπή υιοθέτησε ακολούθως ένα νέο εργαλείο αξιολόγησης του αντίκτυπου για να βελτιώσει την ποιότητα και την συνοχή των διαδικασιών ανάπτυξης της πολιτικής της. Με την αξιολόγηση αυτή προσδιορίζονται οι βασικές θετικές και αρνητικές επιπτώσεις προτεινόμενων δράσεων και εντοπίζονται οι αντιφάσεις που τυχόν υπάρχουν μεταξύ ανταγωνιζόμενων στόχων. Το εργαλείο αυτό θα εφαρμοστεί σταδιακά μετά το 2003 σε όλες τις σημαντικές πρωτοβουλίες [7].

[6] Ανακοίνωση της Επιτροπής «Αειφόρος ανάπτυξη της Ευρώπης για έναν καλύτερο κόσμο: Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αειφόρο ανάπτυξη», COM (2001) 264 της 15.5.2001.

[7] Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την αξιολόγηση του αντίκτυπου, COM (2002) 276 της 5.6.2002

Με την απόφαση 1600/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22.7.2002 θεσπίστηκε το έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον. Το συγκεκριμένο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον παρέχει στην Επιτροπή ένα πλαίσιο για την εφαρμογή του περιβαλλοντικού πυλώνα της στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Έχοντας λάβει υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση της συνεισφοράς των διαρθρωτικών ταμείων στη βιώσιμη ανάπτυξη. Στόχος αυτής της αξιολόγησης ήταν να εξευρεθεί ένας τρόπος ώστε να βελτιωθεί η ενσωμάτωση της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής διάστασης της βιώσιμης περιφερειακής ανάπτυξης στον προγραμματισμό των διαρθρωτικών ταμείων.

Για παράδειγμα, προβλήματα εντοπίστηκαν όσον αφορά στις επιπτώσεις της κατασκευής οδικών αξόνων στις χρήσεις γης και στις εκπομπές καυσαερίων, όσον αφορά στις επιπτώσεις της οικοδόμησης παρθένων εκτάσεων στη βιοποικιλότητα και στις εκπομπές καυσαερίων και όσον αφορά στις επιπτώσεις του τουρισμού στους φυσικούς οικότοπους.

Πάντως, οι παρεμβάσεις μπορούν επίσης να έχουν ταυτόχρονα θετικά αποτελέσματα σε περισσότερες πτυχές της ανάπτυξης: οι επενδύσεις σε μη χρησιμοποιούμενη γη και κτίρια μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη καθώς και στη βελτίωση του περιβάλλοντος. οι επενδύσεις σε ανθρώπινο δυναμικό μπορούν να οδηγήσουν τόσο σε οικονομική ανάπτυξη όσο και σε κοινωνική ένταξη. οι επενδύσεις σε δραστηριότητες οικοτουρισμού μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη καθώς και στη βελτίωση του περιβάλλοντος.

Πολλές περιφέρειες έχουν ήδη στραφεί, όσον αφορά στον προγραμματισμό των διαρθρωτικών τους ταμείων, προς την κατεύθυνση μιας πιο βιώσιμης ανάπτυξης. Συνιστάται η ενδιάμεση αναθεώρηση να συνοδεύεται από μια σαφέστερη εκτίμηση των μέτρων που βελτιώνουν ταυτόχρονα περισσότερες από μία αναπτυξιακές διαστάσεις. Επιπλέον, συνιστάται η αναθεώρηση των διοικητικών διαδικασιών που διέπουν τη χάραξη και την επιλογή έργων με γνώμονα την υλοποίηση του στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης. Ακόμη, ορισμένα μέτρα ανάπτυξης της υπαίθρου στοχεύουν ήδη άμεσα στην προαγωγή της βιώσιμης ανάπτυξης σε διάφορες αγροτικές περιοχές σύμφωνα με το πρόγραμμα δράσης του Γκέτεμποργκ: για παράδειγμα, στήριξη για επενδύσεις σε γεωργικές δραστηριότητες με στόχο τη διαφύλαξη και τη βελτίωση του φυσικού περιβάλλοντος, ή για την προστασία του περιβάλλοντος σε συνδυασμό με τη γεωργία, τη δασοκομία και τη διατήρηση του τοπίου βάσει των μέτρων του άρθρου 33 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 της 17ης Μαΐου 1999 [8].

[8] ΕΕ L160 της 26.6.1999, σ. 80

Πρόληψη κινδύνων

Με αφορμή τις φυσικές καταστροφές που έπληξαν, κυρίως κατά τη διάρκεια του 2002, πολλές περιφέρειες κρατών μελών και υποψήφιων προς ένταξη χωρών, η Επιτροπή πρότεινε στο Συμβούλιο την έγκριση κανονισμού με στόχο τη σύσταση κοινοτικού ταμείου αλληλεγγύης.

Στόχος του εν λόγω ταμείου είναι η ενίσχυση των πληγεισών περιφερειών ώστε να καθίσταται δυνατή κυρίως η άμεση επαναλειτουργία του εξοπλισμού και των υποδομών που υπέστησαν ζημιές. Η αποστολή του είναι λοιπόν «θεραπευτική» καθώς θα συμβάλλει στην αποκατάσταση των ζημιών που προκάλεσαν οι μεγάλες, φυσικές ιδίως, καταστροφές.

Με αφορμή οικολογικές καταστροφές όπως αυτές που προκάλεσαν το Erika και το Prestige, η Επιτροπή προέβη στην ενίσχυση του νομοθετικού οπλοστασίου της με στόχο την καταπολέμηση του φαινομένου της σημαίας ευκαιρίας και την προστασία της Ευρώπης από τον κίνδυνο των πετρελαιοκηλίδων, ιδίως μέσω της ταχείας σύστασης Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια στη Θάλασσα. Μια άλλη συναφής πρωτοβουλία, η οποία εξετάζεται επί του παρόντος από το Συμβούλιο, είναι η δημιουργία ταμείου αποζημίωσης για την πετρελαϊκή ρύπανση στα ευρωπαϊκά ύδατα (COPE). Οι επιπτώσεις των πρόσφατων καταστροφών στην οικονομία των περιφερειών που επλήγησαν υπερβαίνουν τις δυνατότητες των υφιστάμενων μηχανισμών αποζημίωσης. Εξάλλου, στο πλαίσιο της πρόληψης, η βελτίωση του ελέγχου της κυκλοφορίας θα απαιτήσει από τα κράτη μέλη να ενισχύσουν και να συντονίσουν τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους, για παράδειγμα μέσω της δημιουργίας ασφαλών λιμένων. Τα διαρθρωτικά χρηματοοικονομικά εργαλεία θα κληθούν ενδεχομένως να συνεισφέρουν σε αυτή τη νέα πολιτική προτεραιότητα.

Πάντως, παρά το γεγονός ότι δεν είναι όλες το ίδιο σοβαρές, η συχνότητα αυτών των καταστροφών αυξάνει. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή εκτιμά ότι πρέπει να λάβει τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να αποτρέπει στο μέτρο του δυνατού το ενδεχόμενο εκμηδενισμού εξαιτίας αυτών των καταστροφών των προσπαθειών που καταβάλλουν οι περιφέρειες, οι κοινότητες και οι πόλεις, ορισμένες φορές με τη βοήθεια των διαρθρωτικών ταμείων, για να τονώσουν την οικονομία τους ή για να αποκαταστήσουν τα εδάφη τους. Η περιφερειακή ανάπτυξη δεν είναι δυνατή χωρίς την πρόληψη των φυσικών, τεχνολογικών ή περιβαλλοντικών κινδύνων. Η Επιτροπή, παρόλο που σκοπεύει να προτείνει προσεχώς μια ευρωπαϊκή στρατηγική για την πρόληψη των κινδύνων, ενθαρρύνει ήδη τα κράτη μέλη να θεσπίσουν το νωρίτερο δυνατό μέτρα πρόληψης. Η ενδιάμεση αναθεώρηση μπορεί ενδεχομένως να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επικεντρώσουν την προσοχή τους στο θέμα αυτό.

Αυτά τα μέτρα θα πρέπει να αφορούν ιδίως στα συλλογικά οικονομικά αγαθά. Πράγματι, η τόνωση της οικονομίας μιας περιοχής είναι δυνατή μόνο εάν οι κάτοικοί της διαβιούν σε ένα υγιές και προστατευμένο περιβάλλον. Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν συνεπώς να συμβάλουν στη συγχρηματοδότηση δράσεων με στόχο την πρόληψη των κινδύνων από φυσικές καταστροφές. Θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να εκπονηθούν γεωλογικές μελέτες ή μελέτες σταθεροποίησης ή να υλοποιηθούν δράσεις για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών στο πλαίσιο μέτρων για την ανάπτυξη της υπαίθρου ή να επιδιωχθεί η προστασία γεωργικών εκτάσεων από φυσικές καταστροφές, όπως οι πλημμύρες. Επισημαίνεται στο πλαίσιο αυτό ότι τα σχέδια πρόληψης φυσικών καταστροφών συνιστούν το καλύτερο εργαλείο για την υλοποίηση των δράσεων πρόληψης.

Περιβάλλον

Μια από τις σημαντικές προτεραιότητες του έκτου προγράμματος δράσης για το περιβάλλον αφορά στη δημιουργία και στην προστασία του δικτύου Φύση 2000 (Natura 2000). Τα διαρθρωτικά ταμεία θα μπορούσαν να συγχρηματοδοτήσουν επενδύσεις και δράσεις που στοχεύουν στην προστασία των περιοχών οι οποίες εντάσσονται στο δίκτυο αυτό.

Εκτός από τα ανωτέρω, η οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα [9] θεσπίζει ένα νέο πρότυπο για την προστασία των υδάτων, το οποίο βασίζεται στην ολοκληρωμένη διαχείριση σε επίπεδο λεκανών απορροής ποταμών. Επομένως, αν και προτεραιότητα θα συνεχίσει να έχει η θέσπιση και η εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων για την επεξεργασία των λυμάτων και την παροχή πόσιμου ύδατος, οι δράσεις αυτές πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μέρος μιας γενικότερης στρατηγικής για τη διασφάλιση της περιβαλλοντικής κατάστασης και της ποιότητας των χημικών παραγόντων ολόκληρης της λεκάνης απορροής. Επιλέξιμα για ενίσχυση θα είναι επίσης και ολοκληρωμένα προγράμματα για τη διαχείριση λεκανών απορροής ποταμών, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης των σχεδίων διαχείρισης που προβλέπει η οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα.

[9] Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων , ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1.

1.3. Έρευνα και ανάπτυξη

Με γνώμονα την υλοποίηση των στόχων της Λισσαβόνας, τα προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων απαιτείται να υιοθετήσουν μια πιο στρατηγική προσέγγιση για την προαγωγή της καινοτομίας, και της έρευνας και ανάπτυξης σε περιφερειακό επίπεδο. Στις αρχές του 2003, προγράμματα στο πλαίσιο των «καινοτόμων δράσεων» εφαρμόζονταν σε 122 από τις 156 συνολικά περιφέρειες. Οι δράσεις αυτές βασίζονται σε μια στρατηγική που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της περιφερειακής εταιρικής σχέσης προκειμένου να δοθεί ώθηση στην ανταγωνιστικότητα και να επηρεαστεί το περιεχόμενο των βασικών προγραμμάτων των διαρθρωτικών ταμείων στους τομείς της Ε&Α, της κοινωνίας της πληροφορίας και της βιώσιμης ανάπτυξης. Η ενδιάμεση αναθεώρηση θα αποτελέσει μια ευκαιρία για την επέκταση αυτού του είδους των παρεμβάσεων σε όλες τις υπόλοιπες περιφέρειες.

Κάθε περιφέρεια ξεχωριστά πρέπει να μεριμνήσει ώστε κατά την ενδιάμεση αναθεώρηση να ληφθεί υπόψη η εμπειρία που έχει ήδη αποκτηθεί από τα υπό εξέλιξη προγράμματα καινοτόμων δράσεων και να εξεταστούν τρόποι για την ενσωμάτωση ορθών πρακτικών στα βασικά προγράμματα. Για το σκοπό αυτό, σχεδιάστηκαν τρία ειδικά προγράμματα δικτύου (ένα για κάθε τομέα προτεραιότητας των γενικών κατευθύνσεων για τις καινοτόμες ενέργειες [10]) ώστε να εξασφαλιστεί μια πιο συστηματική ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των περιφερειών. Αυτού του είδους η συνεργασία μπορεί να επεκταθεί και σε περιφέρειες των μελλοντικών κρατών μελών.

[10] COM(2001) 60 της 30.01.2001

Ένας άλλος τομέας ενδιαφέροντος στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αναθεώρησης είναι η ανάπτυξη του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας (ΕΧΕ) [11]. Τον Οκτώβριο του 2001, η Επιτροπή ενέκρινε μια ανακοίνωση για την «Περιφερειακή διάσταση του Ευρωπαϊκού Χώρου της Έρευνας» [12]. Η βασική ιδέα έγκειται στη χάραξη μιας τοπικής πολιτικής έρευνας και καινοτομίας, προσαρμοσμένης στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε περιοχής, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις ποικίλες περιφερειακές συνθήκες. Η υλοποίηση της ιδέας του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας προϋποθέτει την καταβολή ουσιαστικών προσπαθειών σε διάφορα διοικητικά και οργανωτικά επίπεδα: ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και ακόμη τοπικό. Με τον τρόπο αυτό, τα μέτρα, όχι μόνο θα είναι συνεκτικά, αλλά και καλύτερα προσαρμοσμένα στις δυνατότητες των ίδιων των περιφερειών. Η επίτευξη ενισχυμένης εταιρικής σχέσης μεταξύ όλων των εμπλεκομένων φορέων είναι δυνατή μέσω της επανεξέτασης του ρόλου κάθε εμπλεκόμενου παράγοντα (συμπεριλαμβανομένων των παραγόντων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα), μέσω της ανάπτυξης συνεργιών και μέσω της αξιοποίησης του συμπληρωματικού χαρακτήρα των ευρωπαϊκών, εθνικών και περιφερειακών εργαλείων.

[11] «Για έναν ευρωπαϊκό χώρο στον τομέα της έρευνας», COM(2000)6 της 18ης Ιανουαρίου 2000

[12] COM(2001) 549 τελικό της 3.10.2001

Επιπλέον, συνεργίες θα πρέπει να αναπτυχθούν και μεταξύ του έκτου κοινοτικού προγράμματος πλαισίου έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης (2002-2006) και των διαρθρωτικών ταμείων.

Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης του 2002, το οποίο επανεξέτασε την πρόοδο προς την κατεύθυνση της επίτευξης του στόχου της Λισσαβόνας, συμφωνήθηκε ότι πρέπει να αυξηθούν οι επενδύσεις για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη (Ε&Α) στην ΕΕ από 1,9% το 2000 στο 3% περίπου του ΑΕγχΠ μέχρι το 2010. Συμφωνήθηκε επίσης η αύξηση του επιπέδου της συναφούς με τις επιχειρήσεις χρηματοδότησης από το ένα δεύτερο που είναι σήμερα στα δύο τρίτα των συνολικών επενδύσεων στον τομέα της Ε&Α. Οι περιφέρειες καλούνται να συμβάλουν σημαντικά στην επίτευξη αυτού του στόχου [13]. Στις 30 Απριλίου 2003 [14] εγκρίθηκε ένα σχέδιο δράσης της Επιτροπής που περιλαμβάνει δράσεις σε κοινοτικό επίπεδο και απευθύνει συστάσεις στα κράτη μέλη.

[13] Βλέπε SEC(2003) 813/2 of 8.07.2003 : "An initiative for growth : investing in Trans European Networks and major R & D projects"

[14] COM(2003) 226 τελικό "επενδύσεις στην έρευνα: ένα σχέδιο δράσης για την Ευρώπη"

1.4. Κοινωνία της πληροφορίας

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Σεβίλλης (22 Ιουνίου 2002) ενέκρινε το σχέδιο δράσης «eEurope 2005» το οποίο συνδέεται με τη στρατηγική της Λισσαβόνας. Κύριος στόχος του είναι να καταστούν προσιτές σε όλη την επικράτεια της ΕΕ η πρόσβαση στα ευρυζωνικά δίκτυα και η παροχή συναφών και βασισμένων στο Διαδίκτυο υπηρεσιών. Το σχέδιο δράσης επισημαίνει ότι ο κύριος όγκος των επενδύσεων στα ευρυζωνικά δίκτυα πρέπει να προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα. Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν να παράσχουν στήριξη για την επίτευξη του σκοπού αυτού σε λιγότερο ευνοημένες περιφέρειες με ιδιαίτερη έμφαση στην ύπαιθρο και στις απομακρυσμένες περιοχές.

Η ενδιάμεση αναθεώρηση παρέχει την ευκαιρία στα κράτη μέλη να στηρίξουν ακόμη περισσότερο την ανάπτυξη του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως των σταθερών και ασύρματων ευρυζωνικών υποδομών, προκειμένου να καταπολεμηθεί το αυξανόμενο ψηφιακό χάσμα μεταξύ των ευρωπαϊκών περιφερειών.

Σχετικά με τα ανωτέρω, οι προσαρμογές των υπό εξέλιξη προγραμμάτων πρέπει να στοχεύουν στην ένταξη της ανάπτυξης των υποδομών στο πλαίσιο μιας περιφερειακής στρατηγικής για την κοινωνία της πληροφορίας η οποία θα εξισορροπεί τα συναφή με τη ζήτηση (περιεχόμενο και υπηρεσίες) και την προσφορά (υποδομές) μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές ιδιαιτερότητες και ανάγκες. Οι επενδύσεις των διαρθρωτικών ταμείων θα λάβουν χώρα σύμφωνα με τους κανόνες περί ανταγωνισμού καθώς και με το νέο πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, ενώ ταυτόχρονα θα υπάρχει μέριμνα για την προστασία της τεχνολογικής ουδετερότητας.

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να υιοθετήσουν τους κατάλληλους περιφερειακούς δείκτες και τα προσήκοντα συστήματα συγκριτικής αξιολόγησης (ιδίως όσον αφορά στη ζήτηση για τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών) που θα αντιπροσωπεύουν τα πολιτικά προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης και θα χρησιμοποιούν, όπου αυτό είναι δυνατό, τους δείκτες του σχεδίου δράσης «eEurope 2005». Τα κριτήρια και οι όροι εφαρμογής των διαρθρωτικών ταμείων για τη στήριξη του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν καθοριστεί με περισσότερες λεπτομέρειες στο σχετικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής 'Ενδεικτικές κατευθύνσεις για τα κριτήρια και τους όρους εφαρμογής των διαρθρωτικών ταμείων για τη στήριξη των ηλεκτρονικών επικοινωνιών' (SEC (2003) 895 της 28 Ιουλίου 2003 .

1.5. Πολιτική των επιχειρήσεων

Στις εκθέσεις του 2001 και του 2002 για την ανταγωνιστικότητα [15] η Επιτροπή εντοπίζει αδυναμίες στον τομέα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων συμπεριλαμβανομένων της ανεπαρκούς δραστηριότητας στον τομέα της καινοτομίας και της ανεπαρκούς διάδοσης των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, οι οποίες, ως καθοριστικοί παράγοντες της μειωμένης απόδοσης της Ευρώπης όσον αφορά στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας, ενδέχεται να εμποδίσουν την επίτευξη του στόχου της Λισσαβόνας. Η περιφερειακή διάσταση αυτών των αδυναμιών θα εξεταστεί στην έκθεση του 2003 για την ανταγωνιστικότητα, η οποία θα παράσχει με τη σειρά της πρόσθετες πληροφορίες για τα προβλήματα που απομένουν να εξεταστούν σε περιφερειακό επίπεδο.

[15] SEC(2001) 1705 της 29.10.2001 και SEC(2002) 528 της 21.05.2002

Την πολιτική των επιχειρήσεων έχει επίσης τονώσει ιδιαίτερα η έγκριση του ευρωπαϊκού χάρτη για τις μικρές επιχειρήσεις από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Φέιρα στις 20 Ιουνίου 2000. Ο εν λόγω χάρτης καλεί τις δημόσιες αρχές να αναλάβουν δράση για να στηρίξουν και να ενθαρρύνουν τις μικρές επιχειρήσεις σε δέκα καίριους τομείς, όπως η συναφής με την επιχειρηματικότητα εκπαίδευση και κατάρτιση, η μείωση των εξόδων και του χρόνου που απαιτούνται για τη σύσταση επιχείρησης, η καλύτερη ρύθμιση ή η ενίσχυση της τεχνολογικής ικανότητας και η εκπροσώπηση των συμφερόντων των μικρών επιχειρήσεων. Με τον χάρτη αυτόν, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή δεσμεύτηκαν να θέσουν τα ζητήματα που απασχολούν τις μικρές επιχειρήσεις στο επίκεντρο των πολιτικών τους. Η χρήση διαρθρωτικών ταμείων θα πρέπει επομένως να επικεντρωθεί περισσότερο στις ανάγκες των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Η καλύτερη κατανόηση και ανάλυση των αναγκών των μικρών επιχειρήσεων καθώς και η ευρύτερη διάδοση ορθών πρακτικών συνιστούν βασικούς παράγοντες προς την επίτευξη του στόχου αυτού. Ένας άλλος τομέας στον οποίο επιβάλλεται να σημειωθεί πρόοδος είναι η προώθηση της επιχειρηματικότητας. Βασιζόμενη στις πρόσφατες αναλύσεις προόδου στην Ευρώπη, μεταξύ άλλων και στην έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού χάρτη για τις μικρές επιχειρήσεις [16], η Πράσινη Βίβλος για την επιχειρηματικότητα [17] άνοιξε ευρύ διάλογο σχετικά με το πώς θα ενθαρρυνθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα και με το πώς θα αρθούν τα εμπόδια που παρουσιάζονται κατά τη σύσταση και την ανάπτυξη επιχειρήσεων. Ο διάλογος αυτός θα οδηγήσει ενδεχομένως στην εκπόνηση σχεδίου δράσης που θα καθορίζει τα συναφή πολιτικά μέτρα σε διάφορα επίπεδα.

[16] COM(2001) 122 τελικό της 7.3.2001, COM(2002) 68 τελικό της 6.2.2002, COM(2003) 21 τελικό της 21.1.2003

[17] COM(2002) 27 της 21ης Ιανουαρίου 2003

Ακόμη, έναν σημαντικό πυλώνα της πολιτικής των επιχειρήσεων θεσπίζει η ανακοίνωση για τη βιομηχανική πολιτική [18] η οποία χαρακτηρίζει την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα ως βασικούς παράγοντες για την προώθηση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας. Η εν λόγω ανακοίνωση επισημαίνει επίσης τη σημασία της τομεακής διάστασης της βιομηχανικής πολιτικής και τις επιπτώσεις στη βιομηχανία άλλων πολιτικών, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής συνοχής. Στο πλαίσιο της παρακολούθησης αυτής της ανακοίνωσης εντάσσεται κατ' αρχάς η ανακοίνωση για την καινοτομία [19] η οποία προωθεί το συστημικό πρότυπο για την ανάπτυξη στρατηγικών που θα βελτιώσουν τις ευρωπαϊκές επιδόσεις στον τομέα της καινοτομίας. Η σύσταση του πίνακα αποτελεσμάτων για την ευρωπαϊκή καινοτομία συμβάλλει ακόμη περισσότερο στην υιοθέτηση στόχων και προτεραιοτήτων.

[18] «Η βιομηχανική πολιτική σε μια διευρυμένη Ευρώπη», COM(2002) 714 της 11ης Δεκεμβρίου 2002

[19] «Πολιτική για την καινοτομία: επικαιροποίηση της προσέγγισης της Ένωσης με βάση τη στρατηγική της Λισσαβώνας», COM(2003) 112 τελικό της 11.3.2003

Έτσι, τα διαρθρωτικά Ταμεία μπορούν να συμβάλουν στην προώθηση της καινοτομίας, των ΜΜΕ και της βιομηχανικής και περιφερειακής ανταγωνιστικότητας κυρίως μέσω:

- της ενθάρρυνσης και της διευκόλυνσης της ανάδυσης περιφερειακών ή τοπικών κοινοπραξιών (clusters) και καινοτόμων δικτύων παραγωγής. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να ενθαρρυνθεί η υλοποίηση επενδύσεων, ειδικά για τις κοινοπραξίες, σε τομείς όπως οι υποδομές (υλικές και γνώσεων), η εκπαίδευση, η επαγγελματική κατάρτιση, η δικτύωση, η χρηματοοικονομική στήριξη επιχειρηματικών σχεδίων, κλπ.

- της δημιουργίας τεχνολογικών πλατφόρμων ώστε να διασφαλίζεται η συνεργία μεταξύ των δημόσιων φορέων, των χρηστών, των κανονιστικών αρχών, της βιομηχανίας, των καταναλωτών και των πόλων αριστείας που θεωρούνται ως σημεία στα οποία η βασική έρευνα και η μεταφορά τεχνολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους.

- της ανάπτυξης αποτελεσματικών εργαλείων χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και της σύστασης υπηρεσιών στήριξης των επιχειρήσεων και πιο συγκεκριμένα των μικρών επιχειρήσεων.

Τέλος, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή έχει εκδώσει μια σύσταση η οποία τροποποιεί τη σύσταση 96/280/ΕΚ σχετικά με τον ορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων [20].

[20] Η σύσταση ΕΚ 361/2003 της 6ης Μαίου 2003, ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36

2. Οι πολιτικές των οποιων το κανονιστικο πλαισιο εχει υποστει τροποποιηση μετα την εγκριση των ενδεικτικων κατευθυνσεων το 1999

Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζονται οι τροποποιήσεις που έχουν επέλθει στο κανονιστικό πλαίσιο και που ενδέχεται να επηρεάσουν την εφαρμογή κάποιων προγραμμάτων. Οι κυριότερες τροποποιήσεις είναι οι εξής:

2.1. Γεωργική πολιτική και πολιτική ανάπτυξης της υπαίθρου

Οι εξελίξεις που έλαβαν χώρα σε επίπεδο κοινοτικών πολιτικών μετά την έγκριση των ενδεικτικών κατευθύνσεων από την Επιτροπή έδωσαν έμφαση στον σημαντικό ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η πολιτική ανάπτυξης της υπαίθρου στον εκσυγχρονισμό και στη διαφοροποίηση του γεωργικού τομέα και στην ευρύτερη ανάπτυξη της οικονομίας της υπαίθρου, συνοδεύοντας την υπό εξέλιξη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ και διασφαλίζοντας την προστασία και την ανάπτυξη της διαφορετικότητας της ευρωπαϊκής υπαίθρου.

Η στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην ΚΓΠ και στην μελλοντική της ανάπτυξη που θα πρέπει «να συμβάλουν στην επίτευξη αειφόρου ανάπτυξης, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην ενθάρρυνση υγιεινών προϊόντων υψηλής ποιότητας, μεθόδων περιβαλλοντικώς αειφόρου παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της βιολογικής παραγωγής και των ανανεώσιμων πρώτων υλών, και στην προστασία της βιοποικιλότητας». Προϋπόθεση για την εφαρμογή αυτών των συμπερασμάτων είναι να δοθεί έμφαση στον δεύτερο πυλώνα της ΚΓΠ (ανάπτυξη της υπαίθρου).

Τον Ιούλιο του 2002, η Επιτροπή ενέκρινε μια ανακοίνωση για την ενδιάμεση επανεξέταση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής [21] η οποία συνοδεύτηκε τον Ιανουάριο του 2003 από τη δημοσίευση μιας δέσμης λεπτομερών νομοθετικών προτάσεων [22]. Οι προτάσεις για τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ ανταποκρίνονταν τους συναφείς με τη γεωργική πολιτική στόχους της στρατηγικής αειφόρου ανάπτυξης του Γκέτεμποργκ. Λάμβαναν επίσης υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών του Οκτωβρίου 2002 που καθορίζουν το μελλοντικό χρηματοοικονομικό πλαίσιο για τον πρώτο πυλώνα της ΚΓΠ μέχρι το 2013. Η σύνοδος κορυφής των Βρυξελλών υπενθύμισε επίσης τη σημασία των λιγότερο ευνοημένων περιφερειών και την πολυλειτουργική φύση της γεωργίας, επιβεβαιώνοντας τη σημασία που έχει η υλοποίηση της πολιτικής ανάπτυξης της υπαίθρου δυνάμει του δεύτερου πυλώνα της ΚΓΠ.

[21] COM (2002) 394 τελικό της 10.7.2002

[22] Μεταρρύθμιση της ΚΓΠ - Μακροπρόθεσμη πολιτική προοπτική για μια αειφόρο γεωργία, (COM (2003) 23 τελικό της 21.1.2003

Οι προτάσεις της Επιτροπής για τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ συζητήθηκαν στους κόλπους των θεσμικών οργάνων καθώς και της ευρύτερης κοινωνίας των πολιτών. Tο Συμβούλιο Γεωργίας κατέληξε σε πολιτική συμφωνία τον Ιούνιο του 2003. Σχετικά με την Αγροτική Ανάπτυξη, πέρα από την εισαγωγή νέων μέτρων, περιλαμβάνονται και τροποποιήσεις με στόχο την ενίσχυση υπαρχόντων μέτρων καθώς και έναρξη της διακύμανσης των ενισχύσεων του 1ου πυλώνα ήδη από το 2005 που θα επιτρέψει την αποδέσμευση πρόσθετων πόρων υπέρ του 2ου πυλώνα από το 2006 και μετά. Αυτή η ρύθμιση θα απαιτήσει ελαφρά προσαρμογή των δημοσιονομικών προοπτικών 2000-2006.

Η πολιτική συμφωνία για τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ στοχεύει στην εδραίωση μιας σαφούς μακροπρόθεσμης πολιτικής προοπτικής για την ΚΓΠ και επικεντρώνεται:

- στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας της ΕΕ (με περαιτέρω μεταρρυθμίσεις ορισμένων καθεστώτων αγοράς δυνάμει του πρώτου πυλώνα της ΚΓΠ).

- στην προαγωγή μιας πιο βιώσιμης και προσανατολισμένης στην αγορά γεωργίας (με την αποδέσμευση των άμεσων επιδοτήσεων προς τους γεωργούς δυνάμει του πρώτου πυλώνα από την παραγωγή και την αντικατάστασή τους με μια μοναδική επιδότηση για τη γεωργία, συνδεδεμένη με αυστηρότερες υποχρεώσεις των γεωργών όσον αφορά στη διαχείριση γης στο πλαίσιο των νέων απαιτήσεων διασταυρωμένης συμμόρφωσης ώστε να αποτρέπεται η εγκατάλειψη της γης).

- στην ενίσχυση της ανάπτυξης της υπαίθρου με την προσθήκη στην τρέχουσα περίοδο προγραμματισμού ορισμένων νέων μέτρων για συμμετοχή εκ μέρους των γεωργών σε σχήματα ποιότητας, για την εφαρμογή Κοινοτικών προτύπων όσον αφορά στην διατροφική ασφάλεια, την καλή διαβίωση των ζώων, το περιβάλλον και τις συνθήκες εργασίας , για προώθηση της προστασίας των ζώων σε επίπεδα πέραν των προτύπων, καθώς και με την ενίσχυση ήδη υπαρχόντων μέτρων.

Υπερασπίζοντας τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ, η Επιτροπή τόνισε για μια ακόμη φορά τη μακροπρόθεσμη πολιτική τάση προς την περαιτέρω ενίσχυση του δεύτερου πυλώνα της ΚΓΠ τόσο ως προς τους χρηματοοικονομικούς όρους όσο και ως προς το πεδίο εφαρμογής.

Τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες καλούνται επομένως να εξετάσουν κατά την ενδιάμεση αναθεώρηση του συναφούς με τα διαρθρωτικά ταμεία προγραμματισμού τους εάν ο τρέχων προγραμματισμός τους για την ανάπτυξη της υπαίθρου και τα διαθέσιμα μέτρα είναι κατάλληλα για να βοηθήσουν τους γεωργούς καθώς και άλλους συναφείς με την ύπαιθρο φορείς να προσαρμοστούν στον νέο προαναφερθέντα μακροπρόθεσμο πολιτικό προσανατολισμό για τη γεωργία. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να δοθεί προσοχή σε τομείς οι οποίοι διέπονται από κανονισμούς που υφίστανται επί του παρόντος τροποποιήσεις. Ίσως απαιτείται ενίσχυση της πολιτικής ανάπτυξης της υπαίθρου σε ορισμένες περιοχές οι οποίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη γεωργία ή η εκ νέου στοχοθέτηση του εύρους/περιεχομένου των διαθέσιμων μέτρων σε κάποιες άλλες.

Επιπλέον, η Επιτροπή έχει εκπονήσει σχέδιο κανονισμού «μαζικής εξαίρεσης» των κρατικών ενισχύσεων προς τη γεωργία, το οποίο θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να χορηγούν κρατικές ενισχύσεις στη γεωργία χωρίς να ζητούν την έγκριση της Επιτροπής. Μετά από διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερόμενους, η Επιτροπή σκοπεύει να εφαρμόσει αυτόν τον κανονισμό από τον Ιανουάριο του 2004.

2.2. Αλιεία

Η μεταρρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) επικυρώθηκε από το Συμβούλιο στις 20 Δεκεμβρίου 2002. Το Συμβούλιο ενέκρινε στο πλαίσιο αυτό τρεις νέους κανονισμούς σχετικά με:

- τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων [23].

[23] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 της 20ης Δεκεμβρίου 2002

- τη θέσπιση επείγοντος κοινοτικού μέτρου για τη διάλυση αλιευτικών σκαφών [24].

[24] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2370/2002 της 20ης Δεκεμβρίου 2002

- την κοινοτική διαρθρωτική βοήθεια στον τομέα της αλιείας [25].

[25] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2369/2002, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2792/1999

Τα νέα μέτρα τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2003. Τα μέτρα σχετικά με τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων αντικαθιστούν τους βασικούς κανόνες στους οποίους στηριζόταν η ΚΑΠ από το 1993:

- οι στόχοι αυτής της διαχείρισης προσανατολίζονται εκ νέου προς τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων, βάσει καλά τεκμηριωμένων επιστημονικών γνωμοδοτήσεων και βάσει της αρχής της προφύλαξης. Υιοθετήθηκε έτσι μια πιο μακροπρόθεσμη προσέγγιση για τη διαχείριση της αλιείας, με την εκπόνηση πολυετών σχεδίων αποκατάστασης των αποθεμάτων εντός των βιολογικών ορίων ασφαλείας, και σχεδίων πολυετούς διαχείρισης για τα υπόλοιπα αποθέματα.

- εγκρίθηκε ένα απλούστερο σύστημα περιορισμού των αλιευτικών δυνατοτήτων του κοινοτικού στόλου, το οποίο αντικαθιστά το παλαιό σύστημα πολυετούς προγράμματος προσανατολισμού (ΠΠΠ). Το νέο σύστημα εκχωρεί περισσότερες αρμοδιότητες στα κράτη μέλη προκειμένου να επιτύχουν καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στις αλιευτικές δυνατότητες και στους διαθέσιμους πόρους.

- το σύστημα αυτό συμπληρώνουν διατάξεις που επιτρέπουν τη λήψη εκτάκτων μέτρων για την προστασία των αλιευτικών πόρων ή των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, ιδίως μέσω της παροχής ενισχύσεων για την προσωρινή αναστολή των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

Ο νέος κανονισμός, που προβλέπει τη σύσταση ταμείου έκτακτης ανάγκης με στόχο την ενθάρρυνση του παροπλισμού των αλιευτικών πλοίων (το οποίο καλείται «Ταμείο διάλυσης»), ενισχύει ακόμη περισσότερο τον μηχανισμό αυτόν. Θα αυξήσει κατά 20% τις συναφείς με τη διάλυση επιδοτήσεις για τα πλοία που προέβησαν σε μείωση μεγαλύτερη του 25% των αλιευτικών τους δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της έγκρισης σχεδίου αποκατάστασης των αποθεμάτων. Η Επιτροπή θα αξιολογήσει τις χρηματοοικονομικές ανάγκες για αυτό το νέο κοινοτικό μέτρο, αφού λάβει τα αιτήματα των κρατών μελών. Το άρθρο 7 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει πάντως ότι, για την περίοδο 2004-2006, θα διατεθούν νέοι χρηματοοικονομικοί πόροι στο πλαίσιο του εκ νέου προγραμματισμού των διαρθρωτικών ταμείων κατά την ενδιάμεση αναθεώρηση.

Όσον αφορά στα νέα μέτρα για την κοινοτική διαρθρωτική βοήθεια στον τομέα της αλιείας:

- ενισχύσεις για την ανανέωση του αλιευτικού στόλου καθώς και για την εξαγωγή πλοίων, ακόμη και στο πλαίσιο της σύστασης μεικτών αλιευτικών επιχειρήσεων, θα παρέχονται μόνο για τα επόμενα δύο χρόνια (2003 και 2004) και μόνο στα κράτη μέλη τα οποία έχουν επιτύχει τους συναφείς με τις αλιευτικές δυνατότητες γενικούς στόχους που προβλέπει το ΠΠΠ IV. Επιπλέον, η παροχή των εν λόγω ενισχύσεων θα διέπεται από διάφορες προϋποθέσεις κυρίως όσον αφορά στο μέγεθος των πλοίων.

- οι ενισχύσεις για τον εκσυγχρονισμό των πλοίων θα διέπονται και αυτές από διάφορα κριτήρια επιλεξιμότητας στόχος των οποίων θα είναι κυρίως η βελτίωση της ασφάλειας και των όρων εργασίας εντός των πλοίων, η επιλεκτικότητα των αλιευτικών δραστηριοτήτων και η ποιότητα των προϊόντων.

- οι ενισχύσεις για την προσωρινή αναστολή των αλιευτικών δραστηριοτήτων σε περίπτωση απρόβλεπτων γεγονότων εξακολουθούν να ισχύουν αλλά και να υπόκεινται σε αυστηρούς περιορισμούς, ιδίως ως προς το συνολικό ύψος των διαθέσιμων για αυτές κονδυλίων. Οι περιορισμοί αυτοί είναι δυνατό να αρθούν ωστόσο εάν συνοδεύονται από σχέδιο διάλυσης.

- τα κοινωνικοοικονομικά μέτρα υπέρ των αλιέων που στόχο έχουν να τους βοηθήσουν να αλλάξουν δραστηριότητα έχουν διευρυνθεί έτσι ώστε να τους διευκολύνουν στην προσπάθειά τους να διαφοροποιήσουν τις δραστηριότητές τους, αλλά και να τους επιτρέπουν ταυτόχρονα να εξακολουθούν να απασχολούνται μερικώς στον τομέα της αλιείας.

Από το σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση των κοινωνικών, οικονομικών και περιφερειακών συνεπειών της αναδιάρθρωσης του τομέα της αλιείας της ΕΕ [26] που ενέκρινε η Επιτροπή προκύπτει ότι, λόγω των αλλαγών αυτών και των αυξανόμενων αναγκών που θα προκύψουν ενδεχομένως από τα σχέδια διάλυσης και από τα συνοδευτικά κοινωνικοοικονομικά μέτρα, τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες των οποίων οι στόλοι θα πληγούν περισσότερο από την έγκριση σχεδίων αποκατάστασης ή πολυετούς διαχείρισης των αποθεμάτων θα αναγκαστούν να προβούν σε ενδιάμεση αναθεώρηση, η οποία θα τους επιτρέψει να προγραμματίσουν εκ νέου τις συγχρηματοδοτούμενες από τα διαρθρωτικά ταμεία δράσεις τους.

[26] Έγγραφο COM(2002) 600 της 6.11.2002

2.3. Ενέργεια

Στις 27 Οκτωβρίου 2001 εγκρίθηκε η οδηγία 2001/77/ΕΚ για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας [27]. Η οδηγία αυτή θέτει ως ενδεικτικό μέσο στόχο οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να αντιπροσωπεύουν το 22% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2010.

[27] ΕΕ L 283 της 27.10.2001, σ. 33

Επιπλέον, το ΕΚ και το Συμβούλιο ενέκριναν στις 16 Δεκεμβρίου 2002 την οδηγία 2002/91/ΕΚ [28] για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. Η οδηγία αυτή έχει ως στόχο να επιτύχει τη μείωση της ζήτησης ενέργειας για θέρμανση, ψύξη και φωτισμό σε κτίρια εμπορικών χρήσεων και πολυκατοικίες έως και 20% μέχρι το 2010, μέσω της θέσπισης μέτρων ενεργειακής απόδοσης και της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η οδηγία ισχύει για τα νέα αλλά και για τα παλαιά κτίρια, με τη διαφορά ότι για τα δεύτερα απαιτούνται ιδιαίτερα υψηλές πρόσθετες χρηματοδοτήσεις, κυρίως για την ανακαίνιση των παλαιών αστικών περιοχών.

[28] ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 65

Τέλος, το ΕΚ και το Συμβούλιο κατέληξαν σε άτυπη συμφωνία σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για την προαγωγή των βιοκαυσίμων στις μεταφορές. Η οδηγία 2003/30/ΕΚ, εγκρίθηκε στις 8 Μάιου του 2003, θέτει ως ενδεικτικό στόχο τα βιοκαύσιμα να αντιπροσωπεύουν το 5,75% του συνολικού όγκου των καυσίμων που πωλούνται στα κράτη μέλη για τις οδικές μεταφορές έως το 2010.

Τα διαρθρωτικά ταμεία μπορούν κάλλιστα να κινητοποιηθούν για την επίτευξη αυτών των στόχων.

2.4. Ανταγωνισμός

Στον τομέα αυτό, πέντε είναι τα ιδιαίτερα σημαντικά σημεία στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αναθεώρησης:

- Τροποποίηση των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα [29]

[29] ΕΕ C 258/5 της 9.9.2000

Η τροποποίηση καθιστά πιο ευέλικτες τις κατευθυντήριες γραμμές για τις ιδιαίτερα απομακρυσμένες περιφέρειες (ΙΑΠ). Στην προκειμένη περίπτωση, μπορεί να επιτραπεί η χορήγηση ενισχύσεων οι οποίες ταυτόχρονα δεν μειώνονται προοδευτικά και δεν αφορούν περιορισμένο χρονικό διάστημα όχι μόνο στις ΙΑΠ που υπάγονται στην παρέκκλιση του άρθρου 87 παράγραφος 3, στοιχείο α), ΣΕΚ αλλά και στις ΙΑΠ που υπάγονται στην παρέκκλιση του άρθρου 87 παράγραφος 3, στοιχείο γ), στο μέτρο που συμβάλλουν στην αντιστάθμιση των πρόσθετων δαπανών για την άσκηση της οικονομικής δραστηριότητας λόγω των εγγενών παραγόντων που προσδιορίζονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της Συνθήκης, των οποίων ο μόνιμος και σωρευτικός χαρακτήρας αναχαιτίζει σημαντικά την ανάπτυξη των περιοχών αυτών (μεγάλη απόσταση, νησιωτικός χαρακτήρας, μικρή έκταση, δύσκολη μορφολογία και κλίμα, οικονομική εξάρτηση όσον αφορά ένα μικρό αριθμό προϊόντων). Οι προβλεπόμενες ενισχύσεις θα πρέπει πάντως να δικαιολογούνται από τη συμβολή τους στην περιφερειακή ανάπτυξη και το χαρακτήρα τους, ενώ το ύψος τους πρέπει να είναι ανάλογο προς τις πρόσθετες δαπάνες που πρόκειται να αντισταθμίσουν.

- Κοινοτικό πλαίσιο σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος [30]

[30] ΕΕ C 37/3 της 3.2.2001

Το νέο πλαίσιο, που αποτελεί συνέχεια του πλαισίου του 1994 το οποίο έληξε, λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη των δράσεων στον τομέα του περιβάλλοντος, βάσει της πρωτοβουλίας των κρατών μελών και της Κοινότητας καθώς και σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως μετά τη σύναψη του πρωτοκόλλου του Κιότο. Σε σύγκριση με τους προηγούμενους κανόνες, οι καινοτομίες του τρέχοντος πλαισίου αφορούν ιδίως στις συναφείς με τον τομέα της ενέργειας ενισχύσεις (εξοικονόμηση ενέργειας, συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας). Τέλος, το νέο πλαίσιο διατηρεί επίσης μιας θετική διάκριση υπέρ των ενισχυόμενων περιφερειών πριμοδοτώντας τις επιχειρήσεις που βρίσκονται σε αυτές.

- Κρατικές ενισχύσεις και επιχειρηματικά κεφάλαια [31]

[31] ΕΕ C 235/3 της 21.8.2001

Οι ισχύοντες κανόνες σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις δεν ήταν προσαρμοσμένοι στους τύπους των μέτρων που εφάρμοζαν οι αρχές των κρατών μελών με στόχο την τόνωση και την ανάπτυξη της δραστηριότητας στον τομέα των επιχειρηματικών κεφαλαίων. Για τον λόγο αυτό, η συγκεκριμένη ανακοίνωση περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο θα αξιολογηθούν, κατ' εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, τα μέτρα για την προαγωγή των επιχειρηματικών κεφαλαίων. Για την προαγωγή των εν λόγω κεφαλαίων, οι δημόσιοι φορείς μπορούν να λάβουν διάφορα μέτρα που δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις. Όταν, αντίθετα, μια δημόσια παρέμβαση συνιστά κρατική ενίσχυση, η Επιτροπή θα πρέπει να ελέγχει εάν το μέτρο αυτό συμβάλλει στην κάλυψη εντοπισμένων αδυναμιών της αγοράς. Ο όρος αυτός θα θεωρείται ότι πληρείται στην περίπτωση των συναλλαγών με μικρά ποσά (κατ' ανώτατο όριο 500.000 ευρώ, ή 750.000 ευρώ και 1.000.000 ευρώ αντίστοιχα σε περιοχές δυνάμενες να τύχουν ενίσχυσης βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3, στοιχείο γ) ή α), της Συνθήκης ΕΚ). Εφόσον αποδειχθεί η ύπαρξη αδυναμίας της αγοράς, η Επιτροπή θα εξετάζει το εκάστοτε μέτρο σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια, και κυρίως σύμφωνα με το μέγεθος των επιχειρήσεων που αποτελούν στόχο του μέτρου (κατά προτίμηση τις μικρές επιχειρήσεις που βρίσκονται στο στάδιο της εκκίνησης ή στα αρχικά στάδια λειτουργίας), την ύπαρξη ασφαλιστικών δικλείδων που θα συμβάλουν στη μείωση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού μεταξύ επενδυτών, τον στόχο της αποδοτικότητας των αποφάσεων για επενδύσεις (υπέρ του οποίου συνηγορεί βασικά το γεγονός ότι το μέτρο προβλέπει, σε μεγάλο βαθμό, τη συνεισφορά κεφαλαίων από ιδιώτες επενδυτές).

- Πολυτομεακό πλαίσιο για τις περιφερειακές ενισχύσεις προς μεγάλα επενδυτικά σχέδια [32]

[32] ΕΕ C 70/8 της 19.3.2002

Με γνώμονα τον στόχο της απλούστευσης, το νέο πλαίσιο αφορά, αφενός, στην ανασύσταση των διεσπαρμένων τομεακών κανόνων για την αυτοκινητοβιομηχανία, τις συνθετικές ίνες, και τη χαλυβουργία και, αφετέρου, στη δραστικότατη μείωση του αριθμού των προς κοινοποίηση έργων μέσω της θέσπισης ενός αυτόματου συστήματος καθορισμού της έντασης των ενισχύσεων.

Το νέο σύστημα μειώνει επίσης τα επίπεδα των ενισχύσεων σύμφωνα με μια κλίμακα βασισμένη στο ύψος της επένδυσης. Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο, η ένταση των πραγματικών ενισχύσεων που θα μπορεί να λάβει ένα μεγάλο έργο θα καθορίζεται αυτόματα σύμφωνα με κλιμακωτή μείωση που θα λειτουργεί σαν συντελεστής βαθμιαίας φορολογίας: η ένταση των προκαθορισμένων μέγιστων ενισχύσεων θα μειώνεται βαθμιαία για κάθε μεγαλύτερο επίπεδο επένδυσης. Τα κράτη μέλη είναι πάντως υποχρεωμένα να γνωστοποιούν ξεχωριστά όλες τις περιπτώσεις στις οποίες η προβλεπόμενη ενίσχυση ενδέχεται να είναι μεγαλύτερη από το μέγιστο ποσό το οποίο δικαιούται να ζητήσει ένα επενδυτικό έργο ύψους 100 εκατομμυρίων ευρώ. Στα έργα αυτά δεν μπορεί να δοθεί καμία ενίσχυση σε περίπτωση που η δικαιούχος επιχείρηση αυξήσει την ικανότητα παραγωγής της πέρα από το 5% του μεγέθους της αγοράς ή καταλαμβάνει πάνω από το 25% της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση, το νέο πλαίσιο αναγνωρίζει επίσης ότι τα μεγάλα επενδυτικά έργα μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στην περιφερειακή ανάπτυξη. Για τον λόγο αυτό προβλέπεται πριμ συνοχής για τα μεγάλα συγχρηματοδοτούμενα από τα κοινοτικά διαρθρωτικά ταμεία έργα. Στα έργα αυτά θα εφαρμόζεται συντελεστής 1,15 στο ύψος της αποδεκτής ενίσχυσης το οποίο θα υπολογίζεται σύμφωνα με την προαναφερθείσα κλίμακα. Το νέο σύστημα θα λαμβάνει έτσι υπόψη και την προστιθέμενη αξία αυτών των συγχρηματοδοτούμενων μεγάλων έργων για την κοινωνικοοικονομική συνοχή της Κοινότητας. Η προσέγγιση αυτή συνδυάζει επιτυχώς αφενός τον στόχο της μείωσης των κρατικών ενισχύσεων που προκαλούν τις σοβαρότερες στρεβλώσεις και αφετέρου τους στόχους περί συνοχής που θέτει η Συνθήκη.

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2204/2002 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκες ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις για την απασχόληση [33]

[33] ΕΕ L 337/3 της 13.12.2002

Ο εν λόγω κανονισμός θεσπίζει ένα σύστημα εξαίρεσης κατά κατηγορία για τις ενισχύσεις που παρέχονται με στόχο τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και για τις ενισχύσεις που στόχο έχουν την ενθάρρυνση της πρόσληψης ατόμων σε μειονεκτική θέση ή με ειδικές ανάγκες μέχρι ένα ορισμένο ανώτατο όριο, γεγονός που σημαίνει ότι τα κράτη μέλη δεν οφείλουν στο εξής να ενημερώνουν την Επιτροπή για να λάβουν την έγκρισή της. Ακόμη, ο κανονισμός καθορίζει τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία θα αξιολογούνται άλλες ενισχύσεις, όπως αυτές που στοχεύουν στη διατήρηση των υφιστάμενων θέσεων εργασίας ή στην ενθάρρυνση της μετατροπής των συμβάσεων προσωρινής απασχόλησης ή ορισμένου χρόνου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, οι οποίες πρέπει αντιθέτως να κοινοποιούνται στην Επιτροπή.

Σύμφωνα με τον νέο κανονισμό, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν πρόσθετες ενισχύσεις για την πρόσληψη μακροχρόνια ανέργων και άλλων μειονεκτούντων εργαζομένων που να αντιστοιχούν έως και στο 50% του μισθολογικού κόστους και των υποχρεωτικών εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για περίοδο ενός έτους. Τα κράτη μέλη μπορούν να αναλάβουν έως και το 60% αυτών των δαπανών για τις προσλήψεις εργαζομένων με αναπηρία. Επισημαίνεται ότι το ποσοστό έντασης των ενισχύσεων για την δημιουργία εντελώς νέων θέσεων απασχόλησης θα αυξάνεται σε περίπτωση που η δικαιούχος θέση εργασίας βρίσκεται σε ενισχυόμενη περιφέρεια.

2.5. Έρευνα και ανάπτυξη

Αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχει το έκτο πρόγραμμα πλαίσιο: κατά την ενδιάμεση αναθεώρηση, πρέπει να αναζητηθούν συνεργίες με τις δραστηριότητες της Ε&Α που έχουν εγκριθεί στο πλαίσιο κάποιου εκ των νέων εργαλείων του έκτου προγράμματος πλαισίου (ιδίως τα νέα εργαλεία για τα δίκτυα αριστείας και τα ολοκληρωμένα έργα βάσει των επτά προτεραιοτήτων) με τη μορφή συμπληρωματικής χρηματοδότησης ή άμεσης συγχρηματοδότησης για τους συναφείς με την έρευνα φορείς από τις περιφέρειες του στόχου 1. Συγκεκριμένα, οργανώσεις που προέρχονται από τις περιφέρειες του στόχου 1 και που συμμετέχουν, μετά την αξιολόγηση, σε επιτυχείς προτάσεις μπορούν να λάβουν πριμ από τα διαρθρωτικά ταμεία, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου υπό τον όρο ότι τηρούν πλήρως τη νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις [34].

[34] Βλέπε απόφαση 1513/2002/ΕΚ της 27.06.2002 για το έκτο πρόγραμμα πλαίσιο, ΕΕ L 232/1 της 29.08.02, παράρτημα III

Τέλος, μπορούν να αναζητηθούν περαιτέρω συνεργίες με δράσεις του προγράμματος πλαισίου συναφείς με τη διάρθρωση του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας, ιδίως όσον αφορά στις υποδομές Ε&Α, στις δραστηριότητες καινοτομίας, στις συναφείς με τις ΜΜΕ δραστηριότητες (συνεργατική και συλλογική έρευνα), στην περιφερειακή πρόβλεψη καθώς και στις δράσεις με στόχο την κινητικότητα των ερευνητών. Επιπλέον, οι περιφερειακές αρχές θα πρέπει να εξετάσουν τις δυνατότητες του ERA-NET [35], το οποίο έχει σχεδιαστεί ειδικά για να στηρίξει τον συντονισμό και την αμοιβαία υλοποίηση συναφών με την έρευνα πολιτικών σε περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

[35] http://europa.eu.int/comm/research/fp6/ era-net.html

3. οι υπο τροποποίηση κοινοτικες πολιτικες

Επιπτώσεις στα προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων θα έχουν οι πολιτικές εξελίξεις που σημειώνονται σε διάφορους τομείς:

3.1. Διευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα

Στις 20 Δεκεμβρίου 2001 η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση σχεδίου δράσης με στόχο την εξάλειψη της υπερφόρτωσης και των σημείων συμφόρησης στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και αερίου στο εσωτερικό της Ένωσης. Το εν λόγω σχέδιο δράσης θα συμβάλλει στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα σε μεγάλο βαθμό τον εφοδιασμό των καταναλωτών και μειώνοντας τις ανισότητες μεταξύ των διαφόρων περιφερειών στον τομέα αυτό.

Η κατασκευή και/ή η ενίσχυση των διασυνοριακών δεσμών μεταξύ των εθνικών δικτύων αποτελεί τη βασική προτεραιότητα αυτού του σχεδίου δράσης. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στις συναφείς με τα 12 έργα προτεραιότητας επενδύσεις στο πλαίσιο των διευρωπαϊκών ενεργειακών δικτύων τόσο από τις εθνικές αρχές όσο και από τα κοινοτικά χρηματοοικονομικά εργαλεία, συμπεριλαμβανομένων ασφαλώς των διαρθρωτικών ταμείων. Εξάλλου, η Επιτροπή πρότεινε την αύξηση του μέγιστου ποσοστού ενισχύσεων μέχρι το 20% των επιλέξιμων δαπανών στο πλαίσιο των καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων. Το μέτρο αυτό ενδέχεται να προκαλέσει τροποποιήσεις στις παρεμβάσεις που ήδη λαμβάνουν χώρα στις περιφέρειες στις οποίες θα υλοποιηθούν αυτά τα έργα προτεραιότητας.

Ακόμη, τον Μάρτιο του 2001 η Επιτροπή πρότεινε νέα μέτρα προκειμένου να επιτευχθεί το άνοιγμα των αγορών αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στο εσωτερικό της Ένωσης μέχρι το 2007. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή τροποποίησε τις οδηγίες που διέπουν την εσωτερική αγορά αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας προτείνοντας το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης:

2003: Ελεύθερη επιλογή φορέα παροχής ηλεκτρικής ενέργειας από όλους τους μη ιδιώτες πελάτες.

2004: Ελεύθερη επιλογή φορέα παροχής αερίου από όλους τους μη ιδιώτες πελάτες.

2007: Ελεύθερη επιλογή φορέα παροχής αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας από όλους ανεξαιρέτως τους καταναλωτές.

Η ενδιάμεση αναθεώρηση θα συμβάλει, στο πλαίσιο του σταδιακού ανοίγματος των αγορών, στον αναπροσανατολισμό ορισμένων διαγωνισμών των διαρθρωτικών ταμείων προς συναφή με τα διευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα έργα προτεραιότητας, λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση του συνολικού ποσοστού κρατικών ενισχύσεων.

3.2. Πολιτική μεταφορών

Στη Λευκή Βίβλο με θέμα «Η ευρωπαϊκή πολιτική μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010: η ώρα των επιλογών», που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο του 2001, η Επιτροπή πρότεινε μια σειρά μέτρων με στόχο την εκ νέου εξισορρόπηση των μέσων μεταφοράς, την εξάλειψη των σημείων συμφόρησης και τη βελτίωση της ποιότητας των μεταφορών για τους χρήστες.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή ξεκίνησε διαδικασία αναθεώρησης των κατευθύνσεων του διευρωπαϊκού δικτύου που θα οδηγήσει ενδεχομένως, σε υποβολή πρότασης η οποία θα βασίζεται στις εργασίες ομάδας υψηλού επιπέδου αποτελούμενης από εκπροσώπους των κρατών μελών και των υποψήφιων χωρών, υπό την προεδρία του κ. Karel Van Miert. Τα αποτελέσματα της εργασίας της ομάδας υψηλού επιπέδου δημοσιεύθηκαν στις 30 Ιουνίου 2003 [36]. Η Επιτροπή θα προβεί τώρα σε μια εμπεριστατωμένη μελέτη των επιπτώσεων του προτεινόμενου προγράμματος. Το φθινόπωρο θα προτείνει μία αναθεώρηση της απόφασης σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού μεταφορικού δικτύου.

[36] http://europa.eu.int/comm/ten/transport/ revision/hlg_en.htm

Η αναθεώρηση αυτή θα επιτρέψει τη στοχοθέτηση των έργων με τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία, τα οποία ενδέχεται να συμβάλουν στην ανάπτυξη των διατροπικών μεταφορών στους μεγάλους άξονες. Με τον τρόπο αυτό θα ευνοηθούν οι υποδομές που έχουν ουσιαστικές δυνατότητες αντικατάστασης των οδικών μεταφορών εμπορευμάτων από τις σιδηροδρομικές, τις πλωτές και τις θαλάσσιες μεταφορές, καθώς και η ανάπτυξη του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού δικτύου για τους ταξιδιώτες και των συνδέσεων του με τα αεροδρόμια.

Τα διαρθρωτικά ταμεία θα κληθούν να συνεισφέρουν σε αυτή την εξέλιξη των προτεραιοτήτων της πολιτικής μεταφορών [37] και ταυτόχρονα να βελτιώσουν τα δευτερεύοντα δίκτυα και τις συνδέσεις τους με τους μεγάλους άξονες του διευρωπαϊκού δικτύου που θα καθορίσουν οι μελλοντικές κατευθύνσεις.

[37] Βλέπε SEC(2003) 813/2 of 8.07.2003 : "An initiative for growth : investing in Trans European Networks and major R & D projects"

Η Επιτροπή έχει επίσης αρχίσει να εξετάζει συνολικά το θέμα της χρηματοδότησης του διευρωπαϊκού δικτύου. Στόχος της είναι αφενός να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα και τον συντονισμό των διαφόρων κοινοτικών πηγών χρηματοδότησης και αφετέρου να εξετάσει τη σκοπιμότητα νέων νομοθετικών και χρηματοοικονομικών εργαλείων ώστε να ενθαρρύνει, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη εταιρικών σχέσεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα. Η Επιτροπή σκοπεύει να υποβάλει προσεχώς συναφή ανακοίνωση.

Προκειμένου να τοποθετηθούν οι χρήστες στο επίκεντρο της πολιτικής μεταφορών στο πλαίσιο της ανάπτυξης ενός συστήματος βιώσιμων μεταφορών, η Επιτροπή πρότεινε μια οδηγία για τη βελτίωση της ασφάλειας στις οδικές σήραγγες μεγάλου μήκους. Βεβαίως, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν και οι άλλες δράσεις σχετικά με την ενίσχυση της οδικής ασφάλειας (εφαρμογή νέων τεχνολογιών, κανονιστικές ρυθμίσεις). Για τη βελτίωση της ποιότητας των μεταφορών απαιτείται επίσης μείωση των οχλήσεων που προκαλούν οι μετακινήσεις στα αστικά κέντρα μέσω της ανάπτυξης των μέσων μαζικής μεταφοράς καθώς και νέων μορφών κινητικότητας. Στόχος είναι η ανάπτυξη ποιοτικών μαζικών μεταφορών και η επισήμανση και εφαρμογή των βέλτιστων πρακτικών. Πρέπει να ληφθούν επίσης συμπληρωματικά μέτρα για την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών ενέργειας και τη χρήση εναλλακτικών καυσίμων, σύμφωνα με τη στρατηγική της Επιτροπής.

Η Επιτροπή σκοπεύει να προωθήσει τις ακόλουθες δράσεις:

- την παροχή στήριξης στις πρωτοπόρες πόλεις και περιφέρειες ώστε να εφαρμόσουν ολοκληρωμένες προσεγγίσεις χρησιμοποιώντας δέσμες καινοτόμων μέτρων.

- την αυξημένη χρήση καθαρών οχημάτων που χρησιμοποιούν εναλλακτικά καύσιμα.

- την εισαγωγή συστημάτων μαζικής μεταφοράς στα οποία θα είναι δυνατή η πρόσβαση όλων (συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα) τόσο στις αστικές και περιφερειακές σιδηροδρομικές υπηρεσίες όσο και στη διαχείριση των υποδομών.

- τον εντοπισμό και τη διάδοση συναφών με τα συστήματα αστικών μεταφορών βέλτιστων πρακτικών.

Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν μπορεί να εξεταστεί επίσης το ενδεχόμενο τροποποίησης των προγραμμάτων των διαρθρωτικών ταμείων.

4. Αποτελεσματικότερη εφαρμογη της διαρθρωτικης πολιτικής

4.1. Επιπτώσεις της απλούστευσης στην ενδιάμεση αναθεώρηση

Η ενδιάμεση αναθεώρηση παρέχει μια καλή ευκαιρία για απλουστεύσεις, σύμφωνα με το πνεύμα της ανακοίνωσης που ενέκρινε πρόσφατα η Επιτροπή [38], ιδίως μέσω της λήψης υπόψη της αρχής της «αναλογικότητας» κατά την υλοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων.

[38] Ανακοίνωση με θέμα την απλούστευση, την αποσαφήνιση, τον συντονισμό και την ευελιξία της διαχείρισης κατά την περίοδο 2000 - 2006, της 25 Απριλίου 2003

Όσον αφορά στην απλούστευση της διαχείρισης των προγραμμάτων, είναι δυνατή η μείωση του μεγέθους των εγγράφων προγραμματισμού (επιχειρησιακά προγράμματα και ενιαία έγγραφα προγραμματισμού), με παράλειψη των πολλών λεπτομερειών, ώστε να αποφεύγεται η αλληλοεπικάλυψη με το συμπλήρωμα προγραμματισμού το οποίο περιέχει επαρκείς λεπτομέρειες. Η μείωση αυτή του μεγέθους των εγγράφων θα συμβάλει ουσιαστικά στον περιορισμό του αριθμού των αιτήσεων για τροποποίηση στοιχείων που κανονικά δεν θα πρέπει να ενσωματώνονται στα προγράμματα αλλά να προσδιορίζονται απλώς στα συμπληρώματα προγραμματισμού.

Καθώς η ενδιάμεση αναθεώρηση αφορά συγκεκριμένα στην παρέμβαση/έγγραφο προγραμματισμού, η Επιτροπή θα μεριμνήσει ώστε να διασφαλιστεί η γενικότερη συνοχή. Η εν λόγω ανάγκη συνοχής γίνεται αισθητή σε πολλά επίπεδα: συνοχή μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων. συνοχή μεταξύ των κρατών μελών. συνοχή μεταξύ των διαφόρων μορφών παρέμβασης. Έτσι, όταν εξετάζεται το ενδεχόμενο τροποποίησης μιας απόφασης της Επιτροπής για λόγους χρηστής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένης της χρηστής χρηματοοικονομικής διαχείρισης ή μέσω της εισαγωγής μέτρων ή εργαλείων που στόχο έχουν την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της παρέμβασης και των κοινοτικών πολιτικών που αυτή οφείλει να σέβεται, πρέπει να διατηρούνται οι δημόσιες, εθνικές και κοινοτικές χρηματοοικονομικές δεσμεύσεις χωρίς να θίγονται οι συναφείς με τη χρηματοοικονομική διαχείριση των διαρθρωτικών ταμείων κανονιστικές διατάξεις.

Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της ενδιάμεσης αξιολόγησης (της οποίας τα πρώτα αποτελέσματα ήταν διαθέσιμα τον Ιούνιο του 2003) θα ληφθούν υπόψη από την Επιτροπή και από τις αρχές διαχείρισης κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες για την ενδιάμεση αναθεώρηση. Σε κάθε περίπτωση πάντως οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν θα πρέπει να ξεκινούν τις συναφείς με τις αποφάσεις τροποποίησης των προγραμμάτων εσωτερικές διαδικασίες προτού η Επιτροπή λάβει επισήμως την τελική έκθεση αξιολόγησης της εκάστοτε παρέμβασης και εκτιμήσει την ποιότητά της. Οι παρεμβάσεις θα τροποποιηθούν μόνο μια φορά με βάση την κατανομή του αποθεματικού απόδοσης και την ενδιάμεση αναθεώρηση.

4.2. Εταιρική σχέση δημόσιου-ιδιωτικού τομέα

Κατά την ενδιάμεση αξιολόγηση, η Επιτροπή θα ενθαρρύνει, όπου αυτό είναι δυνατό, την ανάπτυξη εταιρικών σχημάτων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα με στόχο την υλοποίηση στηριζόμενων από τα διαρθρωτικά ταμεία παρεμβάσεων.

Η ανάπτυξη εταιρικών σχημάτων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα μπορεί κυρίως να ενθαρρυνθεί στο πλαίσιο έργων διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών, συμβάλλοντας έτσι στην ταχύτερη υλοποίησή τους.

Αξιοποιώντας την εμπειρία από τις χρηματοδοτούμενες κυρίως μέσω του μέσου προενταξιακών διαρθρωτικών πολιτικών (ISPA) και του Ταμείου Συνοχής συμβάσεις εταιρικών σχημάτων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, η Επιτροπή επεξεργάστηκε έναν οδηγό για την επιτυχία της εταιρικής σχέσης δημόσιου-ιδιωτικού τομέα [39].

[39] Διαθέσιμος στη συναφή με την περιφερειακή πολιτική ιστοθέση της Επιτροπής (Inforegio): htpp//europa.eu.int/comm/regional_policy

4.3. Χρηματοδότηση μεγάλων έργων

Τον Ιούλιο του 2002, η Επιτροπή υπέβαλε στην επιτροπή για την ανάπτυξη και τη μετατροπή των περιφερειών ενημερωτικό σημείωμα για την απλούστερη, διαφανή και συνεκτική αξιολόγηση των μεγάλων έργων το οποίο επεξεργάστηκε σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη. Το εν λόγω ενημερωτικό σημείωμα ανέφερε λεπτομερώς τέσσερις βασικούς κανόνες για τον καθορισμό του ύψους της κοινοτικής συνεισφοράς στη χρηματοδότηση έργων δημόσιων υποδομών με την υποστήριξη του ΕΤΠΑ, του Ταμείου Συνοχής και του ISPA. Οι εν λόγω κανόνες έχουν ως εξής:

- Εφαρμογή ενός χρηματοδοτικού προεξοφλητικού επιτοκίου ύψους 6% το πολύ σε πραγματικές τιμές (το οποίο μπορεί ενδεχομένως να ανέλθει στο 8% για ορισμένα έργα). Το προεξοφλητικό επιτόκιο επιλέγεται από κάθε δικαιούχο κράτος έτσι ώστε να υπάρχει συνοχή μεταξύ των διαφόρων έργων του.

- Δεν υπάρχουν προβλέψεις για αβεβαιότητες, ή προβλέψεις που υπολογίζονται μόνο στις επιλέξιμες δαπάνες αλλά όχι στο συνολικό κόστος που χρησιμεύει για τον καθορισμό του ύψους της κοινοτικής βοήθειας, και που περιορίζονται στο 10% του συνολικού κόστους εκτός των προβλέψεων.

- Σε ορισμένες καλά τεκμηριωμένες περιπτώσεις, υπάρχει δυνατότητα παρέκκλισης από τη μέθοδο αυστηρού υπολογισμού [40] στο πλαίσιο της χρηματοοικονομικής ανάλυσης λαμβάνοντας υπόψη τα υπόλοιπα παλαιών οφειλών που υπολογίζονται ως το ύψος των παρελθόντων δανείων των οποίων η εξόφληση δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

[40] Διαφορά μεταξύ των εξόδων και των εσόδων στην περίπτωση με έργο και στην περίπτωση χωρίς έργο

- Για τα έργα εξυγίανσης και διαχείρισης των αποβλήτων προβλέπεται εφαρμογή της τροποποιημένης μεθόδου του «χρηματοδοτικού κενού» που ενθαρρύνει την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει».

Οι κανόνες αυτοί ισχύουν για αμφότερες τις μεθόδους χρηματοοικονομικής ανάλυσης που παρουσιάζονται στον οδηγό ανάλυσης κόστους-οφέλους των επενδυτικών έργων [41].

[41] Ο οδηγός βρίσκεται στην ακόλουθη διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/regional_policy/ sources/docgener/guides/guide_en.htm

Η εφαρμογή τους, η οποία θα ξεκινήσει στις αρχές του 2003, θα δώσει περαιτέρω ώθηση στις κοινοτικές ενισχύσεις και θα συμβάλει στην καλύτερη εξισορρόπηση ανάμεσα στις κοινοτικές επιδοτήσεις και στις εθνικές πηγές χρηματοδότησης, ενώ θα ενθαρρύνει παράλληλα την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει». Για ορισμένα κράτη μέλη, αυτό θα σημάνει τροποποίηση του βαθμού παρέμβασης της Κοινότητας σε μεγάλα περιβαλλοντικά έργα, σε σύγκριση με τα μέχρι τώρα τεκταινόμενα, γεγονός το οποίο θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται στην ενδιάμεση αναθεώρηση.

Top