EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32013R0876

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 876/2013 της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2013 , για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τα σώματα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

OJ L 244, 13.9.2013, p. 19–22 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 07/01/2021

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2013/876/oj

13.9.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 244/19


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 876/2013 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Μαΐου 2013

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τα σώματα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί συνεπής και συνεκτική λειτουργία των σωμάτων στο σύνολο της Ένωσης, είναι αναγκαίο να προσδιοριστούν οι ρυθμίσεις για τη συμμετοχή στα σώματα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ώστε να διευκολυνθεί η άσκηση των καθηκόντων που προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(2)

Ο αποκλεισμός κεντρικής τράπεζας που εκδίδει σχετικό νόμισμα της Ένωσης ως προς τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκκαθαρίζονται στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο δεν επηρεάζει τα δικαιώματα της εν λόγω κεντρικής εκδοτικής τράπεζας να ζητεί και να λαμβάνει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 και το άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(3)

Η δραστηριότητα κεντρικού αντισυμβαλλομένου μπορεί να είναι σχετική για συγκεκριμένη εκδοτική τράπεζα, λαμβανομένων υπόψη των όγκων που εκκαθαρίζονται στο νόμισμα που εκδίδει η εν λόγω κεντρική τράπεζα. Ωστόσο, η σχετικότητα ενός νομίσματος για τη συμμετοχή κεντρικής εκδοτικής τράπεζας στο σώμα για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο θα πρέπει να καθορίζεται από το μερίδιο που αντιπροσωπεύει το συγκεκριμένο νόμισμα μεταξύ των μέσων ανοικτών εκκαθαριζόμενων θέσεων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, προκειμένου να διατηρείται αναλογικό μέγεθος του σώματος.

(4)

Για να διασφαλιστεί ότι οι συνεδριάσεις του σώματος επιτυγχάνουν ουσιαστικό αποτέλεσμα, οι στόχοι κάθε συνεδρίασης ή δραστηριότητας του σώματος θα πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, κατόπιν διαβούλευσης με τα μέλη του σώματος. Οι στόχοι αυτοί θα πρέπει γνωστοποιούνται εκ των προτέρων στους συμμετέχοντες μαζί με τεκμηρίωση την οποία έχει προετοιμάσει η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή άλλα μέλη του σώματος, έτσι ώστε να υπάρχει αποτελεσματική ανταλλαγή απόψεων.

(5)

Η λειτουργία των σωμάτων αποσκοπεί στη διευκόλυνση της άσκησης των καθηκόντων που προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, τα δε καθήκοντα που ανατίθενται στα μέλη του σώματος, καθώς και η σύνθεση, η συγκρότηση και η διαχείρισή τους, έχουν διατυπωθεί από τον νομοθέτη στον κανονισμό ως υποχρεώσεις εκ του νόμου και, επομένως, είναι δεσμευτικές και άμεσα εφαρμοστέες σε όλα τα κράτη μέλη. Για την πρακτική λειτουργία ενός σώματος, θα πρέπει να συνάπτεται γραπτή συμφωνία μεταξύ των μελών του συγκεκριμένου σώματος. Προκειμένου να διασφαλιστεί η χρήση τυποποιημένων γραπτών συμφωνιών σε όλα τα σώματα για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, οι οποίες να περιλαμβάνουν βέλτιστες πρακτικές για τις εργασίες των σωμάτων, συνεκτικές προσεγγίσεις από πλευράς αρμοδίων αρχών και οι οποίες να διευκολύνουν την ταχεία συγκρότηση των σωμάτων για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (2).

(6)

Καμία διάταξη της παρούσας πράξης δεν θα πρέπει να θίγει την εξουσία της Επιτροπής να κινεί διαδικασίες λόγω παράβασης, σύμφωνα με το άρθρο 258 της ΣΛΕΕ, ούτε την άσκηση των προσφυγών που προβλέπονται στο άρθρο 265 και στο άρθρο 271 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ.

(7)

Για να διασφαλιστεί έγκαιρη και επικαιροποιημένη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μελών του σώματος, το σώμα θα πρέπει να συνεδριάζει τακτικά και να παρέχει τη δυνατότητα στα μέλη του σώματος να συζητούν και να συνεισφέρουν στην εξέταση από πλευράς της αρμόδιας αρχής των ρυθμίσεων, της στρατηγικής, της διαδικασίας και του μηχανισμού που χρησιμοποιεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος για να συμμορφώνεται προς τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, καθώς και να συζητούν την αξιολόγηση από πλευράς της αρμόδιας αρχής όσον αφορά τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται ή μπορεί να εκτεθεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος και τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσει.

(8)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη όλες οι απόψεις των μελών του σώματος, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξασφαλίσει ότι οποιαδήποτε διαφωνία μεταξύ αρχών που πρόκειται να γίνουν μέλη ενός σώματος επιλύεται προτού οριστικοποιηθεί η γραπτή συμφωνία για τη συγκρότηση και τη λειτουργία του σώματος. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να διευκολύνει την οριστικοποίηση της συμφωνίας μέσω του διαμεσολαβητικού της ρόλου, όπου είναι ενδεδειγμένο.

(9)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στην Επιτροπή.

(10)

Η ΕΑΚΑΑ προέβη, όπου ήταν ενδεδειγμένο, σε διαβουλεύσεις με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου και τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), πριν από την υποβολή των σχεδίων τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός. Σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, η ΕΑΚΑΑ διενήργησε ανοιχτές δημόσιες διαβουλεύσεις για τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, ανέλυσε τα ενδεχόμενα συναφή κόστη και τις ωφέλειες και ζήτησε τη γνώμη της Ομάδας Συμφεροντούχων Κινητών Αξιών και Αγορών, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Προσδιορισμός των πιο σχετικών νομισμάτων

1.   Τα πιο σχετικά νομίσματα της Ένωσης προσδιορίζονται στη βάση του σχετικού μεριδίου κάθε νομίσματος στις μέσες ανοικτές θέσεις στο τέλος της ημέρας του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ως προς το σύνολο των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, υπολογιζόμενων σε περίοδο ενός έτους.

2.   Τα πιο σχετικά νομίσματα της Ένωσης είναι τα τρία νομίσματα με το υψηλότερο σχετικό μερίδιο, υπολογιζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο 1, υπό τον όρο ότι κάθε μεμονωμένο μερίδιο υπερβαίνει το 10 %.

3.   Ο υπολογισμός του σχετικού μεριδίου των νομισμάτων υπολογίζεται σε ετήσια βάση.

Άρθρο 2

Λειτουργική οργάνωση των σωμάτων

1.   Αφού εκτιμήσει ότι μια αίτηση είναι πλήρης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου διαβιβάζει πρόταση της γραπτής συμφωνίας, που προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/1012, στα μέλη του σώματος που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η συγκεκριμένη γραπτή συμφωνία περιλαμβάνει διαδικασία ετήσιας επανεξέτασης. Περιλαμβάνει επίσης διαδικασία τροποποίησης, με την οποία μπορεί να επέλθουν αλλαγές ανά πάσα στιγμή από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή από άλλα μέλη του σώματος, υπό τον όρο της έγκρισης από το σώμα, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο.

2.   Εάν τα μέλη του σώματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν διατυπώσουν παρατηρήσεις εντός 10 ημερολογιακών ημερών, η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου προβαίνει στην έγκριση της γραπτής συμφωνίας του σώματος και στη συγκρότησή του, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

3.   Εάν τα μέλη του σώματος διατυπώσουν παρατηρήσεις επί της προτάσεως γραπτής συμφωνίας, που διαβιβάζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, υποβάλλουν τις εν λόγω παρατηρήσεις, συνοδευόμενες από διεξοδική εξήγηση, στην αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, εντός 10 ημερολογιακών ημερών. Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου προετοιμάζει, ενδεχομένως, αναθεωρημένη πρόταση και συγκαλεί συνεδρίαση για την έγκριση της τελικής γραπτής συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

4.   Κατόπιν της έγκρισης της γραπτής συμφωνίας, το σώμα θεωρείται ότι συγκροτήθηκε.

5.   Όλα τα μέλη του σώματος δεσμεύονται από τη γραπτή συμφωνία που εγκρίνεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 3

Συμμετοχή στα σώματα

1.   Όταν στο σώμα υποβάλλεται αίτημα παροχής πληροφοριών από αρμόδια αρχή κράτους μέλους που δεν είναι μέλος του σώματος, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, κατόπιν διαβούλευσης με το σώμα, αποφασίζει σχετικά με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο με τον οποίο μπορούν να παρέχονται πληροφορίες στις αρχές που δεν είναι μέλη του σώματος, όπως και να ζητούνται πληροφορίες από τις εν λόγω αρχές.

2.   Κάθε μέλος του σώματος ορίζει έναν συμμετέχοντα που παρίσταται στις συνεδριάσεις του σώματος και μπορεί να ορίσει και έναν αναπληρωματικό, με εξαίρεση την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, που μπορεί να απαιτήσει επιπλέον συμμετέχοντες οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

3.   Εάν η κεντρική τράπεζα που εκδίδει ένα από τα πιο σχετικά νομίσματα της Ένωσης αντιστοιχεί σε περισσότερες από μία κεντρικές τράπεζες, οι σχετικές κεντρικές τράπεζες ορίζουν έναν αντιπρόσωπο που συμμετέχει στο σώμα.

4.   Σε περίπτωση που η αρχή έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στο σώμα βάσει περισσότερων του ενός από τα στοιχεία γ) έως η) του άρθρου 18 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, μπορεί να ορίζει επιπλέον συμμετέχοντες οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

5.   Σε περίπτωση που σύμφωνα με το παρόν άρθρο υπάρχουν περισσότεροι του ενός συμμετέχοντες από μέλος του σώματος, ή υπάρχουν περισσότερα μέλη του σώματος που ανήκουν στο ίδιο κράτος μέλος από τον αριθμό των ψήφων που μπορούν να ασκήσουν τα συγκεκριμένα μέλη του σώματος, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, το συγκεκριμένο μέλος του σώματος ή τα συγκεκριμένα μέλη του σώματος ενημερώνουν το σώμα ποιοι από τους συμμετέχοντες ασκούν δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 4

Διακυβέρνηση των σωμάτων

1.   Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου διασφαλίζει ότι οι εργασίες του σώματος διευκολύνουν τα καθήκοντα που πρέπει να εκτελούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

2.   Το σώμα κοινοποιεί στην ΕΑΚΑΑ οποιαδήποτε καθήκοντα εκτελεί το σώμα σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η ΕΑΚΑΑ έχει συντονιστικό ρόλο όσον αφορά την παρακολούθηση των καθηκόντων που εκτελεί το σώμα και διασφαλίζει ότι οι στόχοι του ευθυγραμμίζονται, κατά το δυνατόν, με εκείνους άλλων σωμάτων.

3.   Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου διασφαλίζει τουλάχιστον ότι:

α)

οι στόχοι κάθε συνεδρίασης ή δραστηριότητας του σώματος είναι σαφώς καθορισμένοι·

β)

οι συνεδριάσεις ή οι δραστηριότητες του σώματος παραμένουν αποτελεσματικές, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι όλα τα μέλη του σώματος ενημερώνονται πλήρως για τις δραστηριότητες του σώματος οι οποίες τα αφορούν·

γ)

το χρονοδιάγραμμα των συνεδριάσεων ή δραστηριοτήτων του σώματος καθορίζεται έτσι ώστε το αποτέλεσμά τους να παρέχει συνδρομή στην εποπτεία του κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

δ)

ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος και άλλοι βασικοί συμφεροντούχοι έχουν κατανοήσει σαφώς τον ρόλο και τη λειτουργία του σώματος·

ε)

οι δραστηριότητες του σώματος επανεξετάζονται τακτικά και αναλαμβάνονται επανορθωτικές ενέργειες, εάν το σώμα δεν λειτουργεί αποτελεσματικά·

στ)

η ημερήσια διάταξη για ετήσια συνεδρίαση σχεδιασμού διαχείρισης της κρίσης καθορίζεται μεταξύ των μελών του σώματος, σε συνεργασία με τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, εάν κρίνεται απαραίτητο.

4.   Προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα του σώματος, η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ενεργεί ως κεντρικό σημείο επαφής για οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την πρακτική οργάνωση του σώματος. Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου εκτελεί τουλάχιστον τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

κατάρτιση, επικαιροποίηση και διαβίβαση του καταλόγου με τα στοιχεία επαφής των μελών του σώματος·

β)

διαβίβαση της ημερήσιας διάταξης, καθώς και των εγγράφων για τις συνεδριάσεις ή τις δραστηριότητες του σώματος·

γ)

τήρηση πρακτικών των συνεδριάσεων και συγκεκριμενοποίηση των σημείων δράσης·

δ)

διαχείριση του ιστοτόπου του σώματος ή άλλου ηλεκτρονικού μηχανισμού ανταλλαγής πληροφοριών, εάν υπάρχει·

ε)

όπου είναι εφικτό, παροχή πληροφοριών και διάθεση ειδικευμένων ομάδων, κατά περίπτωση, για να συνδράμουν το σώμα στα καθήκοντά του·

στ)

ανταλλαγή πληροφοριών με κατάλληλο τρόπο μεταξύ των μελών του σώματος.

5.   Η συχνότητα των συνεδριάσεων του σώματος καθορίζεται από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, η οποία λαμβάνει υπόψη το μέγεθος, τον χαρακτήρα, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα, τις συστημικές συνέπειες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου στο σύνολο των περιοχών δικαιοδοσίας και των νομισμάτων, τις δυνητικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, τις εξωτερικές περιστάσεις και τα δυνητικά αιτήματα από μέλη του σώματος. Το σώμα συνεδριάζει τουλάχιστον άπαξ του έτους και, εάν κριθεί αναγκαίο από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, κάθε φορά που χρειάζεται να ληφθεί απόφαση βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου οργανώνει, σε περιοδική βάση, συνεδριάσεις μεταξύ των μελών του σώματος και των ανώτατων διοικητικών στελεχών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

6.   Στη γραπτή συμφωνία που αναφέρεται στο άρθρο 2 καθορίζεται απαρτία δύο τρίτων για τις συνεδριάσεις του σώματος.

7.   Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου προσπαθεί να διασφαλίσει έγκυρη απαρτία σε κάθε συνεδρίαση του σώματος, προκειμένου να μπορούν να ληφθούν αποφάσεις. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει απαρτία, η προεδρία μεριμνά ώστε να αναβάλλεται η λήψη των όποιων αναγκαίων αποφάσεων μέχρις ότου υπάρξει απαρτία, λαμβάνοντας υπόψη τις αντίστοιχες προθεσμίες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 5

Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρχών

1.   Κάθε μέλος του σώματος παρέχει έγκαιρα στην αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την επιχειρησιακή λειτουργία του σώματος και για την εκτέλεση των βασικών δραστηριοτήτων στις οποίες συμμετέχει το μέλος. Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου παρέχει έγκαιρα στα μέλη του σώματος παρεμφερείς πληροφορίες.

2.   Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου παρέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στο σώμα:

α)

σημαντικές μεταβολές στη δομή και στην ιδιοκτησία του ομίλου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

β)

σημαντικές μεταβολές στο επίπεδο του κεφαλαίου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

γ)

μεταβολές στην οργάνωση, στην ανώτερη διοίκηση, στις διαδικασίες ή ρυθμίσεις, όταν αυτές οι μεταβολές έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη διακυβέρνηση ή στη διαχείριση κινδύνων·

δ)

κατάλογο των εκκαθαριστικών μελών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

ε)

λεπτομερή στοιχεία των αρχών που συμμετέχουν στην εποπτεία του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αλλαγών στις αρμοδιότητές τους·

στ)

πληροφορίες σχετικά με ουσιαστικές απειλές στην ικανότητα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να συμμορφώνεται προς τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και σχετικούς κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικούς κανονισμούς·

ζ)

δυσκολίες που έχουν δυνητικά σημαντικές δευτερογενείς επιπτώσεις·

η)

παράγοντες που υποδηλώνουν δυνητικά υψηλό κίνδυνο μετάδοσης·

θ)

σημαντικές εξελίξεις στη χρηματοοικονομική κατάσταση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου·

ι)

έγκαιρη προειδοποίηση για πιθανές δυσχέρειες ρευστότητας ή σοβαρή απάτη·

ια)

περιπτώσεις αθέτησης υποχρέωσης μέλους και επακόλουθες ενέργειες·

ιβ)

κυρώσεις και έκτακτα εποπτικά μέτρα·

ιγ)

αναφορές σχετικά με προβλήματα ή συμβάντα κατά την εκτέλεση και αναληφθείσες διορθωτικές ενέργειες·

ιδ)

τακτική υποβολή δεδομένων σχετικά με τη δραστηριότητα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, της οποίας το πεδίο και τη συχνότητα καθορίζονται στο πλαίσιο της γραπτής συμφωνίας που περιγράφεται στο άρθρο 2·

ιε)

επισκόπηση σημαντικών εμπορικών προτάσεων, συμπεριλαμβανομένων νέων προϊόντων ή υπηρεσιών που προσφέρονται·

ιστ)

μεταβολές στο μοντέλο κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, ελέγχους αντοχής σε ακραίες συνθήκες και απολογιστικούς ελέγχους·

ιζ)

αλλαγές στις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, όπου έχει εφαρμογή.

3.   Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μελών του σώματος αντανακλά τις αρμοδιότητές τους και τις ανάγκες τους για πληροφόρηση. Για να αποφευχθούν περιττές ροές πληροφόρησης, η ανταλλαγή πληροφοριών παραμένει στα πλαίσια της αναλογικότητας και της επικέντρωσης στον κίνδυνο.

4.   Τα μέλη του σώματος εξετάζουν τους πλέον αποτελεσματικούς τρόπους κοινοποίησης πληροφοριών, προκειμένου να διασφαλίζεται συνεχής, έγκαιρη και ανάλογη ανταλλαγή πληροφοριών.

5.   Η έκθεση αξιολόγησης κινδύνου, που πρέπει να καταρτίζεται από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, υποβάλλεται στο σώμα εντός ενδεδειγμένου χρονικού διαστήματος, ώστε τα μέλη του σώματος να είναι σε θέση να την εξετάσουν και, εάν απαιτείται, να προσθέσουν σχόλια.

Άρθρο 6

Εκούσιος καταμερισμός και μεταβίβαση καθηκόντων

1.   Τα μέλη του σώματος συμφωνούν για λεπτομερείς όρους οποιωνδήποτε ειδικών ρυθμίσεων μεταβίβασης και ρυθμίσεων για την εκούσια ανάθεση καθηκόντων σε άλλα μέλη, ειδικότερα στην περίπτωση μεταβιβάσεων που θα οδηγήσουν στη μεταβίβαση βασικών εποπτικών καθηκόντων ενός μέλους.

2.   Τα μέρη των ειδικών ρυθμίσεων μεταβίβασης και των ρυθμίσεων εκούσιας ανάθεσης καθηκόντων συμφωνούν σχετικά με λεπτομερείς όρους που καλύπτουν τουλάχιστον τα ακόλουθα θέματα:

α)

τις ειδικές δραστηριότητες σε σαφώς καθορισμένους τομείς που αποτελούν το αντικείμενο της ανάθεσης ή της μεταβίβασης·

β)

τις εφαρμοστέες διαδικασίες και διεργασίες·

γ)

τον ρόλο και τις αρμοδιότητες κάθε μέρους·

δ)

τον τύπο των πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ των μερών.

3.   Η κατανομή και η μεταβίβαση καθηκόντων δεν σημαίνει ότι μεταβάλλουν την κατανομή της εξουσίας όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων από την αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Μαΐου 2013.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.


Top