EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0573

Απόφαση αριθ. 573/2007/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007 , σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών , και με την κατάργηση της απόφασης 2004/904/ΕΚ του Συμβουλίου

OJ L 144, 6.6.2007, p. 1–21 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 19 Volume 005 P. 12 - 32

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/573/oj

6.6.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/1


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 573/2007/EK ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 23ης Μαΐου 2007

σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», και με την κατάργηση της απόφασης 2004/904/ΕΚ του Συμβουλίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 παράγραφος 2 στοιχείο β),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας ότι:

(1)

Για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, η Συνθήκη προβλέπει, αφενός, την υιοθέτηση μέτρων για την εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, σε συνδυασμό με συνοδευτικά μέτρα για τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα, το άσυλο και τη μετανάστευση, και, αφετέρου, την υιοθέτηση μέτρων στους τομείς του ασύλου, της μετανάστευσης και της διαφύλαξης των δικαιωμάτων των υπηκόων τρίτων χωρών.

(2)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη σύνοδό του στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, επαναβεβαίωσε την απόφασή του να δημιουργήσει ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Προς τον σκοπό αυτό, η κοινή ευρωπαϊκή πολιτική σε θέματα ασύλου και μετανάστευσης θα πρέπει να επιδιώξει, εκ παραλλήλου, τη δίκαιη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών και την καλύτερη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Η κοινή πολιτική ασύλου, που περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο, θα πρέπει να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν θεμιτώς προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(3)

Η παρούσα απόφαση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές, όπως εκφράζονται ιδίως στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη Σύμβαση της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, περί του Καθεστώτος των Προσφύγων, όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967 (εφεξής επονομαζόμενη «Σύμβαση της Γενεύης»).

(4)

Όσον αφορά τη μεταχείριση προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από τις υποχρεώσεις τους δυνάμει πράξεων του διεθνούς δικαίου στις οποίες έχουν προσχωρήσει και οι οποίες απαγορεύουν τις διακρίσεις.

(5)

Η «προάσπιση των συμφερόντων του παιδιού», σύμφωνα με τη Σύμβαση των ΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού, θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχική μέριμνα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, εφόσον συντρέχει περίπτωση.

(6)

Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής θα πρέπει να βασίζεται στην αλληλεγγύη μεταξύ κρατών μελών και απαιτεί την ύπαρξη μηχανισμών για την προώθηση της δίκαιης κατανομής των βαρών μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής προσφύγων και εκτοπισθέντων. Προς τον σκοπό αυτόν, δημιουργήθηκε το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων, για την περίοδο 2000-2004, με την απόφαση 2000/596/EK του Συμβουλίου (4). Αυτή η απόφαση αντικαταστάθηκε από την απόφαση 2004/904/ΕΚ του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2004, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων για την περίοδο 2005 έως 2010 (5). Αυτό εξασφάλισε τη διατήρηση της αλληλεγγύης μεταξύ κρατών μελών, υπό το πρίσμα της πρόσφατα θεσπισθείσας κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα του ασύλου, λαμβάνοντας υπόψη την αποκτηθείσα εμπειρία κατά την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων για την περίοδο 2000-2004.

(7)

Στο πρόγραμμα της Χάγης της 4ης-5ης Νοεμβρίου 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όρισε σειρά στόχων και προτεραιοτήτων με σκοπό να αναπτύξει, στη δεύτερη φάση του, το ενιαίο ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου.

(8)

Ιδίως, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τόνισε την ανάγκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση να συμβάλει, με πνεύμα συνυπευθυνότητας, σε ένα πλέον προσιτό, δίκαιο και αποτελεσματικό σύστημα διεθνούς προστασίας και να παράσχει πρόσβαση στην προστασία και σε βιώσιμες λύσεις, το συντομότερο δυνατόν, και ζήτησε την επεξεργασία περιφερειακών προγραμμάτων προστασίας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου κοινού προγράμματος επανεγκατάστασης για τα κράτη μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα αυτό.

(9)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε επίσης να δημιουργηθούν οι δέουσες δομές στις οποίες θα συμμετέχουν οι εθνικές υπηρεσίες των κρατών μελών στον τομέα του ασύλου προκειμένου να διευκολύνουν την πρακτική συλλογική συνεργασία, με σκοπό την επίτευξη ενιαίας έγκυρης διαδικασίας σε όλη την ΕΕ, την από κοινού συγκέντρωση, αξιολόγηση και αξιοποίηση των πληροφοριών που αφορούν τις χώρες καταγωγής και την αντιμετώπιση ιδιαίτερων πιέσεων στα συστήματα ασύλου ή στην ικανότητα υποδοχής εξαιτίας παραγόντων, όπως η γεωγραφική θέση.

(10)

Υπό το πρίσμα της σύστασης του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης των νομίμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και Διαχείριση των Μεταναστευτικών Ροών», θα πρέπει να συσταθεί ένα νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων (εφεξής επονομαζόμενο «Ταμείο»), ιδίως με σκοπό να δημιουργηθούν κοινοί μηχανισμοί διαχείρισης, ελέγχου και αξιολόγησης.

(11)

Υπό το πρίσμα του πεδίου εφαρμογής και του σκοπού του, το Ταμείο δεν θα πρέπει, σε καμία περίπτωση, να στηρίζει δράσεις σχετικές με χώρους και κέντρα κράτησης προσώπων σε τρίτες χώρες.

(12)

Είναι απαραίτητο να προσαρμοσθεί η διάρκεια του Ταμείου στη διάρκεια του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, όπως ορίζεται στη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (6).

(13)

Η παρούσα απόφαση σχεδιάσθηκε για να αποτελέσει μέρος ενός συνεκτικού πλαισίου, που περιλαμβάνει επίσης την απόφαση αριθ. 574/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007, σχετικά με τη σύσταση του Ταμείου Εξωτερικών Συνόρων για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» (7), την απόφαση αριθ. 575/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» (8), και την απόφαση αριθ. …/2007/ΕΚ του Συμβουλίου, της …, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης Υπηκόων Τρίτων Χωρών για την περίοδο 2007-2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» (9), το οποίο έχει σαν στόχο να εξετάσει το ζήτημα του δίκαιου καταμερισμού των ευθυνών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά το οικονομικό βάρος που προκύπτει από την εισαγωγή ολοκληρωμένης διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από την εφαρμογή κοινών πολιτικών ασύλου και μετανάστευσης, όπως αναπτύχθηκαν σύμφωνα με τον τίτλο IV του τρίτου μέρους της συνθήκης.

(14)

Είναι ενδεδειγμένη η στήριξη και η βελτίωση των προσπαθειών που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την παροχή κατάλληλων όρων υποδοχής στους πρόσφυγες, τους εκτοπισθέντες και στους δικαιούχους επικουρικής προστασίας, σύμφωνα με την οδηγία 2004/83/EK του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους (10), την εφαρμογή δίκαιων και αποτελεσματικών διαδικασιών ασύλου και την προαγωγή της ορθής πρακτικής στον τομέα του ασύλου με σκοπό να προστατεύονται τα δικαιώματα των προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας και για την αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων ασύλου των κρατών μελών.

(15)

Η ένταξη των προσφύγων στην κοινωνία της χώρας στην οποία εγκαθίστανται αποτελεί έναν από τους στόχους της Σύμβασης της Γενεύης. Πρέπει να δίδεται η δυνατότητα σε αυτά τα πρόσωπα να συμμερίζονται τις αξίες που ορίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προς τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να υποστηριχθεί η δράση που θα αναληφθεί από τα κράτη μέλη για να προωθήσουν την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ένταξή τους στο βαθμό που αυτή συμβάλλει στην οικονομική και κοινωνική συνοχή, η διατήρηση και η ενίσχυση της οποίας αποτελούν ένα από τα θεμελιώδη καθήκοντα της Κοινότητας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 2 και 3, παράγραφος 1, στοιχείο κ), της Συνθήκης.

(16)

Υπό το πρίσμα του προγράμματος της Χάγης, απαιτείται να εξασφαλισθεί ότι οι πόροι του Ταμείου θα χρησιμοποιούνται όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα για να υλοποιηθούν οι στόχοι της ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να στηριχθούν τα μέτρα επανεγκατάστασης και η πρακτική συνεργασία των κρατών μελών, μεταξύ άλλων ως μέσα αντιμετώπισης ιδιαίτερων πιέσεων που ασκούνται στην ικανότητα υποδοχής και τα συστήματα ασύλου.

(17)

Το Ταμείο θα πρέπει επίσης να στηρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για να ενισχύσουν την ικανότητα ανάπτυξης, παρακολούθησης και αξιολόγησης των οικείων πολιτικών ασύλου, βάσει των υποχρεώσεών τους σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, ιδίως με σκοπό την έναρξη της πρακτικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών.

(18)

Το Ταμείο θα πρέπει επίσης να υποστηρίζει τις εθελοντικές προσπάθειες που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για να παράσχουν, εντός της επικράτειάς τους, διεθνή προστασία και διαρκή λύση στους πρόσφυγες και στους εκτοπισθέντες τους οποίους έχει κρίνει επιλέξιμους επανεγκατάστασης η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR), όπως οι δράσεις που τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή για να αξιολογήσουν τις ανάγκες επανεγκατάστασης και για να μεταφέρουν τα συγκεκριμένα πρόσωπα στην επικράτειά τους, με σκοπό να τους χορηγήσουν ασφαλές νομικό καθεστώς και να προωθήσουν την ουσιαστική ένταξή τους.

(19)

Είναι χαρακτηριστικό του Ταμείου ότι θα πρέπει να μπορεί να υποστηρίζει τις εθελοντικές ενέργειες κατανομής των βαρών που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των κρατών μελών και συνίστανται στη μεταφορά των δικαιούχων διεθνούς προστασίας από ένα κράτος μέλος σε άλλο, το οποίο και θα τους χορηγεί ισοδύναμη προστασία, καθώς και των αιτούντων διεθνή προστασία.

(20)

Το Ταμείο θα πρέπει επίσης να δύναται να προσφέρει κατάλληλη υποστήριξη στις κοινές προσπάθειες των κρατών μελών να καθορίζουν, να ανταλλάσσουν και να προωθούν τις βέλτιστες πρακτικές και να δημιουργούν αποτελεσματικές δομές συνεργασίας για να βελτιωθεί η ποιότητα της λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο του ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.

(21)

Είναι σκόπιμη η δημιουργία δημοσιονομικού αποθέματος για την εφαρμογή εκτάκτων μέτρων για την παροχή προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων, σύμφωνα με την οδηγία 2001/55/EΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των προσώπων (11).

(22)

Θα πρέπει επίσης να είναι εφικτή η χρήση του συγκεκριμένου δημοσιονομικού αποθέματος για την υποστήριξη των προσπαθειών των κρατών μελών να αντιμετωπίσουν καταστάσεις ιδιαίτερων πιέσεων που προκύπτουν από την αιφνίδια άφιξη μεγάλου αριθμού προσώπων που, ενδεχομένως, χρήζουν διεθνούς προστασίας και οι οποίες δημιουργούν σημαντικές και επείγουσες ανάγκες τις οποίες πρέπει να καλύψει η ικανότητα υποδοχής ή το σύστημα ασύλου των κρατών μελών. Είναι σκόπιμο να θεσπισθούν οι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορήγησης οικονομικής ενίσχυσης στις καταστάσεις αυτές.

(23)

Η υποστήριξη που παρέχεται από το Ταμείο θα ήταν πιο αποτελεσματική και καλύτερα στοχοθετημένη εάν η συγχρηματοδότηση των επιλέξιμων δράσεων βασισθεί σε ένα πολυετές πρόγραμμα, το οποίο θα υπόκειται σε ενδιάμεση επανεξέταση και σε ένα ετήσιο πρόγραμμα σχεδιασμένο από κάθε κράτος μέλος λαμβάνοντας υπόψη τη δική του κατάσταση και τις ανάγκες που αντιμετωπίζει.

(24)

Ενώ αρμόζει να απονέμεται ποσό κατ' αποκοπήν σε κάθε κράτος μέλος, είναι επίσης δίκαιο να διατίθεται μεγάλο μέρος των διαθέσιμων ετήσιων πόρων ανάλογα με το βάρος που αναλαμβάνει κάθε κράτος μέλος μέσω των προσπαθειών του να υποδεχθεί πρόσφυγες και εκτοπισθέντες, συμπεριλαμβανομένων των προσφύγων που απολαμβάνουν διεθνούς προστασίας στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων.

(25)

Τα πρόσωπα στα οποία παρέχεται διεθνής προστασία και διαρκής λύση μέσω της επανεγκατάστασης θα πρέπει να περιλαμβάνονται στον υπολογισμό των δικαιούχων διεθνούς προστασίας, ο οποίος λαμβάνεται υπόψη για την κατανομή των διαθέσιμων ετήσιων πόρων μεταξύ των κρατών μελών.

(26)

Λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία που έχει η στρατηγική χρήση της επανεγκατάστασης προσώπων που προέρχονται από χώρες ή περιοχές που επιλέγονται ως στόχοι για την εφαρμογή περιφερειακών προγραμμάτων προστασίας, είναι απαραίτητο να χορηγηθεί συμπληρωματική οικονομική ενίσχυση για την επανεγκατάσταση προσώπων που προέρχονται από τα Δυτικά Νέα Ανεξάρτητα Κράτη και τη νοτίως της Σαχάρας Αφρική, τα οποία ορίσθηκαν με την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, της 1ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με τα περιφερειακά προγράμματα προστασίας και με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 2005, καθώς και από κάθε άλλη χώρα ή περιοχή που θα επιλεγεί στο μέλλον.

(27)

Είναι εξίσου απαραίτητο να χορηγηθεί πρόσθετη οικονομική ενίσχυση στα μέτρα επανεγκατάστασης που έχουν ως στόχο ορισμένες κατηγορίες ιδιαίτερα ευάλωτων προσώπων, εφόσον η επανεγκατάσταση θεωρείται ως η καλύτερη δυνατή απάντηση στις ειδικές ανάγκες τους.

(28)

Στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης που αναφέρεται στο άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο β), του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (12) (εφεξής: «δημοσιονομικός κανονισμός»), θα πρέπει να καθορισθούν οι προϋποθέσεις που θα επιτρέπουν στην Επιτροπή να ασκεί τις αρμοδιότητές της για την εφαρμογή του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να αποσαφηνισθούν οι υποχρεώσεις συνεργασίας των κρατών μελών. Η εφαρμογή αυτών των προϋποθέσεων θα επιτρέψει στην Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη θα κάνουν νόμιμη και ορθή χρήση του Ταμείου και σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης κατά την έννοια των άρθρων 27 και 48, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού.

(29)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν την κανονική λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου και την ποιότητα της εφαρμογής. Προς τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητο να ορισθούν οι γενικές αρχές και τα απαραίτητα καθήκοντα, τα οποία θα πρέπει να επιτελούν όλα τα προγράμματα.

(30)

Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την πρωταρχική ευθύνη για την υλοποίηση και τον έλεγχο των παρεμβάσεων του Ταμείου.

(31)

Θα πρέπει να καθορισθούν οι υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου, την πιστοποίηση των δαπανών και την πρόληψη, τον εντοπισμό και τη διόρθωση των παρατυπιών και των παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική και ορθή εφαρμογή των πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων τους. Ιδίως, όσον αφορά τη διαχείριση και τον έλεγχο, είναι απαραίτητο να καθορισθούν οι ρυθμίσεις σύμφωνα με τις οποίες τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εγκαθίδρυση και την ικανοποιητική λειτουργία των σχετικών συστημάτων.

(32)

Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής όσον αφορά τον δημοσιονομικό έλεγχο, η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στον τομέα αυτό θα πρέπει να ενθαρρυνθεί.

(33)

Η αποτελεσματικότητα και ο αντίκτυπος των δράσεων που υποστηρίζονται από το Ταμείο εξαρτάται επίσης από την αξιολόγησή τους και από τη διάδοση των αποτελεσμάτων τους. Θα πρέπει να προσδιορισθούν οι αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Επιτροπής σε σχέση με το θέμα αυτό και να διατυπωθούν επισήμως ρυθμίσεις για να εξασφαλισθεί η αξιοπιστία της αξιολόγησης και η ποιότητα των σχετικών πληροφοριών.

(34)

Έχοντας κατά νούν τη σημασία της προβολής της κοινοτικής χρηματοδότησης, η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει καθοδήγηση ώστε να διευκολύνει κάθε αρχή, μη κυβερνητική οργάνωση, διεθνή οργανισμό ή άλλη οντότητα που επιχορηγείται από το Ταμείο αυτό, να αναγνωρίζει προσηκόντως τη στήριξη που δέχεται, λαμβάνοντας υπόψη την πρακτική σχετικά με άλλα μέσα κοινής διαχείρισης, όπως τα Διαρθρωτικά Ταμεία.

(35)

Οι δράσεις θα πρέπει να αξιολογούνται με σκοπό την ενδιάμεση επανεξέταση και την αξιολόγηση των επιπτώσεων και η διαδικασία αξιολόγησης θα πρέπει να ενσωματώνεται στις ρυθμίσεις για την παρακολούθηση των σχεδίων.

(36)

Η παρούσα απόφαση καθορίζει, για όλη τη διάρκεια του προγράμματος, ένα χρηματοδοτικό πλαίσιο που αποτελεί την προνομιακή αναφορά, για την αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή, κατά την ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού, σύμφωνα με το σημείο 37 της διοργανικής συμφωνίας, για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.

(37)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας απόφασης, που συνίσταται συγκεκριμένα στην προώθηση της εξισορρόπησης των προσπαθειών μεταξύ των κρατών μελών κατά την υποδοχή προσφύγων και εκτοπισθέντων, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί, ως εκ τούτου, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(38)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (13).

(39)

Δεδομένου ότι τα μέτρα της παρούσας απόφασης σχετικά με την υιοθέτηση στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών είναι γενικής εμβέλειας και αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας απόφασης, μεταξύ άλλων με τη διαγραφή ορισμένων από τα στοιχεία αυτά ή με τη συμπλήρωση της παρούσας απόφασης μέσω της προσθήκης νέων μη ουσιωδών στοιχείων, θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Όσον αφορά την υιοθέτηση στρατηγικών κατευθυντηρίων γραμμών, και για λόγους αποτελεσματικότητας, οι συνήθεις προθεσμίες που ισχύουν για την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο θα πρέπει να συντομευθούν.

(40)

Η απόφαση 2004/904/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

(41)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ιρλανδία κοινοποίησε, με επιστολή της 6ης Σεπτεμβρίου 2005, ότι επιθυμεί να συμμετάσχει στη θέσπιση και την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(42)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο κοινοποίησε, με επιστολή της 27ης Οκτωβρίου 2005, ότι επιθυμεί να συμμετάσχει στη θέσπιση και την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(43)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(44)

Σύμφωνα με το άρθρο 67, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, η απόφαση 2004/927/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με την υπαγωγή ορισμένων τομέων που καλύπτονται από τον Τίτλο IV του Τρίτου Μέρους της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης αυτής (14), κατέστησε τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης εφαρμοστέα στους τομείς που υπάγονται στο άρθρο 62, παράγραφος 1, παράγραφος 2, στοιχείο α), και παράγραφος 3, και στο άρθρο 63, παράγραφος 2, στοιχείο β), και παράγραφος 3, στοιχείο β), της Συνθήκης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΔΡΑΣΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα απόφαση συστήνει, για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2008 μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 2013, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσφύγων, στο εξής αποκαλούμενο «Ταμείο», ως μέρος ενός συνεκτικού πλαισίου που περιλαμβάνει επίσης την απόφαση αριθ. 574/2007/ΕΚ, την απόφαση αριθ. 575/2007/EK και την απόφαση αριθ. …/2007/ΕΚ προκειμένου να συμβάλει στην ενίσχυση του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και στην εφαρμογή της αρχής της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών.

Η παρούσα απόφαση καθορίζει τους στόχους στους οποίους συμβάλλει το Ταμείο, τις προϋποθέσεις λειτουργίας του, τους διαθέσιμους δημοσιονομικούς πόρους καθώς και τα κριτήρια για την κατανομή των διαθέσιμων δημοσιονομικών πόρων.

Θεσπίζει τους κανόνες διαχείρισης του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών, καθώς και τους μηχανισμούς παρακολούθησης και ελέγχου που βασίζονται στην κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών.

Άρθρο 2

Γενικός στόχος του Ταμείου

1.   Ο γενικός στόχος του Ταμείου είναι η υποστήριξη και η ενθάρρυνση των προσπαθειών που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την υποδοχή προσφύγων και εκτοπισθέντων και για την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτής, λαμβανομένης υπόψη της ισχύουσας στον συγκεκριμένο τομέα κοινοτικής νομοθεσίας, με τη συγχρηματοδότηση των δράσεων που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση.

2.   Το Ταμείο συνεισφέρει στη χρηματοδότηση της τεχνικής βοήθειας βάσει πρωτοβουλίας των κρατών μελών ή της Επιτροπής.

Άρθρο 3

Επιλέξιμες δράσεις στα κράτη μέλη

1.   Το Ταμείο υποστηρίζει δράσεις στα κράτη μέλη που αφορούν ένα ή περισσότερα από τα εξής:

(α)

τους όρους υποδοχής και τις διαδικασίες παροχής ασύλου·

(β)

την ένταξη των προσώπων περί των οποίων το άρθρο 6 των οποίων η διαμονή σε συγκεκριμένο κράτος μέλος έχει μόνιμο και σταθερό χαρακτήρα·

(γ)

ενίσχυση της ικανότητάς τους να αναπτύξουν, να παρακολουθούν και να αξιολογούν τις οικείες πολιτικές ασύλου, βάσει των υποχρεώσεών τους σύμφωνα με την ισχύουσα και τη μελλοντική κοινοτική νομοθεσία στον τομέα του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, ιδίως με σκοπό την έναρξη δραστηριοτήτων πρακτικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών·

(δ)

επανεγκατάσταση των προσώπων περί των οποίων το άρθρο 6, στοιχείο ε)· για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ως επανεγκατάσταση νοείται η διαδικασία με την οποία, κατόπιν αιτήματος της UNHCR βασισμένου στην ανάγκη προσώπου για την παροχή διεθνούς προστασίας, οι υπήκοοι τρίτων χωρών ή οι απάτριδες μεταφέρονται από τρίτη χώρα προς κράτος μέλος στο οποίο τους χορηγείται άδεια παραμονής, με ένα από τα ακόλουθα καθεστώτα:

(i)

καθεστώς πρόσφυγα κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο δ) της οδηγίας 2004/83/ΕΚ, ή

(ii)

καθεστώς που παρέχει τα ίδια δικαιώματα και οφέλη με το καθεστώς του πρόσφυγα βάσει του εθνικού και του κοινοτικού δικαίου·

(ε)

μεταφορά των προσώπων που υπάγονται στις κατηγορίες του άρθρου 6, στοιχεία α) και β), από το κράτος μέλος το οποίο τους χορήγησε διεθνή προστασία προς άλλο κράτος μέλος στο οποίο θα τους χορηγηθεί παρόμοια προστασία και των προσώπων που υπάγονται στην κατηγορία του άρθρου 6, στοιχείο γ), προς άλλο κράτος μέλος όπου θα εξετασθούν οι αιτήσεις τους για την παροχή διεθνούς προστασίας.

2.   Όσον αφορά τους όρους υποδοχής και τις διαδικασίες παροχής ασύλου, οι επιλέξιμες δράσεις συμπεριλαμβάνουν τα εξής:

(α)

υποδομές ή υπηρεσίες στέγασης,

(β)

δομές και κατάρτιση προκειμένου να εξασφαλίζεται πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στις διαδικασίες παροχής ασύλου,

(γ)

παροχή υλικής βοήθειας και ιατρικής ή ψυχολογικής περίθαλψης,

(δ)

κοινωνική αρωγή, πληροφόρηση ή συνδρομή σε διοικητικά ή/και νομικά διαβήματα και πληροφόρηση ή παροχή συμβουλών σχετικά με την πιθανή έκβαση της διαδικασίας ασύλου, συμπεριλαμβανομένων πτυχών, όπως ο εκούσιος επαναπατρισμός,

(ε)

νομική και γλωσσική συνδρομή,

(στ)

εκπαίδευση, γλωσσική κατάρτιση και άλλες πρωτοβουλίες που αντιστοιχούν στην κατάσταση του οικείου προσώπου,

(ζ)

παροχή υπηρεσιών στήριξης, όπως μετάφραση και κατάρτιση, με σκοπό τη συμβολή στη βελτίωση των συνθηκών υποδοχής καθώς και της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των διαδικασιών παροχής ασύλου,

(η)

πληροφόρηση των τοπικών κοινοτήτων καθώς και κατάρτιση του προσωπικού των τοπικών αρχών που έρχονται σε επαφή με τα υποδεχόμενα πρόσωπα στη χώρα υποδοχής,

(θ)

μεταφορά των προσώπων που υπάγονται στην κατηγορία του άρθρου 6, στοιχείο γ), από το κράτος μέλος όπου βρίσκονται πραγματικά προς το κράτος μέλος το οποίο είναι αρμόδιο για την εξέταση της εν λόγω αίτησης ασύλου.

3.   Όσον αφορά την ένταξη στις κοινωνίες των κρατών μελών των προσώπων περί των οποίων η παράγραφος 1, στοιχείο β), και των μελών της οικογενείας τους, οι επιλέξιμες δράσεις συμπεριλαμβάνουν τα εξής:

(α)

παροχή συμβουλών και βοήθειας σε τομείς όπως η στέγαση, τα μέσα διαβίωσης, η ένταξη στην αγορά εργασίας και η βοήθεια που παρέχεται σε ιατρικό, ψυχολογικό και κοινωνικό επίπεδο,

(β)

δράσεις που επιτρέπουν στα εν λόγω πρόσωπα να προσαρμοσθούν στην κοινωνία του κράτους μέλους από κοινωνική και πολιτιστική άποψη και να συμμερισθούν τις αξίες που εγγράφονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

(γ)

δράσεις που αποβλέπουν στο να προαγάγουν τη μόνιμη και διαρκή συμμετοχή στον πολιτικό και πολιτιστικό βίο,

(δ)

μέτρα που επικεντρώνονται στην εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση, την αναγνώριση ειδικοτήτων και διπλωμάτων,

(ε)

δράσεις που προορίζονται να βοηθήσουν τα πρόσωπα αυτά να αυτονομηθούν και να καλύψουν τα ίδια τις ανάγκες τους,

(στ)

δράσεις που ενθαρρύνουν τις επωφελείς επαφές και τον εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ αυτών των προσώπων και της κοινωνίας που τους υποδέχεται, συμπεριλαμβανομένων δράσεων που ενθαρρύνουν τη συμμετοχή βασικών εταίρων, όπως το ευρύ κοινό, οι τοπικές αρχές, οι ενώσεις προσφύγων, οι ομάδες εθελοντών, οι κοινωνικοί εταίροι και η κοινωνία των πολιτών με την ευρύτερη έννοιά της,

(ζ)

μέτρα που υποστηρίζουν την απόκτηση δεξιοτήτων από τα συγκεκριμένα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένης της γλωσσικής κατάρτισης,

(η)

δράσεις που ευνοούν τόσο την ισότητα πρόσβασης όσο και την ισότητα αποτελεσμάτων όσον αφορά τις επαφές αυτών των προσώπων με τους δημόσιους οργανισμούς.

4.   Όσον αφορά την ενίσχυση της ικανότητας των κρατών μελών να αναπτύσσουν, να παρακολουθούν και να αξιολογούν τις πολιτικές τους για το άσυλο, οι δράσεις που είναι επιλέξιμες για ενίσχυση από το Ταμείο είναι ιδίως οι ακόλουθες:

(α)

δράσεις που προωθούν τη συλλογή, συγκέντρωση, χρήση και διάδοση πληροφοριών σχετικά με τις χώρες καταγωγής, συμπεριλαμβανομένης της μετάφρασης,

(β)

δράσεις που ενισχύουν την ικανότητα συλλογής, ανάλυσης και διάδοσης στατιστικών στοιχείων σχετικά με τις διαδικασίες παροχής ασύλου, την υποδοχή, την ένταξη και τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας,

(γ)

δράσεις που ενισχύουν την ικανότητα αξιολόγησης των αιτήσεων παροχής ασύλου, συμπεριλαμβανομένων των προσφυγών,

(δ)

δράσεις που συμβάλλουν στην αξιολόγηση των πολιτικών ασύλου, όπως εθνικές αναλύσεις αντικτύπου, έρευνες στις ομάδες-στόχους, κατάρτιση δεικτών και συγκριτική βαθμολόγηση.

5.   Όσον αφορά την επανεγκατάσταση, οι δράσεις που είναι επιλέξιμες για ενίσχυση από το Ταμείο είναι ιδίως οι ακόλουθες:

(α)

δράσεις που αφορούν τη δημιουργία και την ανάπτυξη προγράμματος επανεγκατάστασης,

(β)

δράσεις που αφορούν την αξιολόγηση δυνητικών περιπτώσεων επανεγκατάστασης από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, όπως αποστολές στη χώρα υποδοχής, συνεντεύξεις, ιατρικοί έλεγχοι και έλεγχοι ασφαλείας,

(γ)

υγειονομική εξέταση και υγειονομική περίθαλψη πριν από την αναχώρηση,

(δ)

παροχή υλικού πριν από την αναχώρηση,

(ε)

χορήγηση πληροφοριών πριν από την αναχώρηση,

(στ)

ρύθμιση των λεπτομερειών του ταξιδίου, συμπεριλαμβανομένης της παροχής υπηρεσιών ιατρικής συνοδείας,

(ζ)

ενημέρωση και βοήθεια αμέσως μετά την άφιξη, μεταξύ άλλων και με παροχή υπηρεσιών διερμηνείας.

6.   Όσον αφορά τη μεταφορά δικαιούχων διεθνούς προστασίας και αιτούντων διεθνή προστασία μεταξύ κρατών μελών, οι δράσεις που είναι επιλέξιμες για ενίσχυση από το Ταμείο είναι ιδίως οι ακόλουθες:

(α)

χορήγηση πληροφοριών πριν από την αναχώρηση,

(β)

ρύθμιση των λεπτομερειών του ταξιδίου, συμπεριλαμβανομένης της παροχής υπηρεσιών ιατρικής συνοδείας,

(γ)

ενημέρωση και βοήθεια αμέσως μετά την άφιξη, μεταξύ άλλων και με παροχή υπηρεσιών διερμηνείας.

7.   Οι δράσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 είναι επίσης επιλέξιμες για ενίσχυση από το Ταμείο όταν έχουν ως στόχο τα πρόσωπα περί των οποίων το άρθρο 6, στοιχείο ε).

8.   Οι δράσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 έως 6 προωθούν ιδίως την εφαρμογή των διατάξεων της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα του ενιαίου ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.

9.   Οι δράσεις λαμβάνουν υπόψη θέματα ισότητας των φύλων, το συμφέρον των παιδιών, την ειδική κατάσταση ευάλωτων προσώπων, όπως ανήλικοι, μη συνοδευόμενoι ανήλικοι, μειονεκτούντα πρόσωπα, ηλικιωμένοι, έγκυες, μόνοι γονείς που συνοδεύουν ανήλικα τέκνα και θύματα βασανιστηρίων ή βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας, θύματα εμπορίας ανθρώπων ή μορφών σεξουαλικής κακοποίησης, πρόσωπα που χρήζουν επείγουσας περίθαλψης και αναγκαίας θεραπείας ασθενείας.

10.   Το Ταμείο στηρίζει μόνο δράσεις που αφορούν τη στέγαση των προσώπων περί των οποίων το άρθρο 6, στοιχείο γ), χωριστή από τους χώρους ή τα κέντρα που προορίζονται αποκλειστικά για πρόσωπα στα οποία απαγορεύεται η είσοδος και για πρόσωπα που συλλαμβάνονται μετά από παράνομη διέλευση των συνόρων ή ενώ πλησιάζουν τα εξωτερικά σύνορα με σκοπό την παράνομη είσοδο στο έδαφος των κρατών μελών.

Άρθρο 4

Κοινοτικές δράσεις

1.   Με πρωτοβουλία της Επιτροπής, το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτήσει, εντός του ορίου του 10 % των διαθέσιμων πόρων του, διεθνικές δράσεις ή δράσεις που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Κοινότητα ως σύνολο (εφεξής επονομαζόμενες «κοινοτικές δράσεις») στον τομέα της πολιτικής ασύλου και μέτρα εφαρμοζόμενα στις ομάδες-στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 6.

2.   Για να είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση, οι κοινοτικές δράσεις πρέπει ιδίως:

(α)

να προωθούν την κοινοτική συνεργασία για την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου και των καλών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών μετάφρασης και διερμηνείας που υποστηρίζουν την εν λόγω συνεργασία,

(β)

να υποστηρίζουν την εγκαθίδρυση διεθνικών δικτύων συνεργασίας και την εφαρμογή πιλοτικών σχεδίων βασισμένων στις διεθνικές συμπράξεις μεταξύ οργανισμών που είναι εγκατεστημένοι σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, με προορισμό να τονωθεί η καινοτομία, να διευκολύνεται η ανταλλαγή εμπειριών και καλών πρακτικών και να βελτιωθεί η ποιότητα της πολιτικής που εφαρμόζεται όσον αφορά το άσυλο,

(γ)

να υποστηρίζουν διεθνικές εκστρατείες ευαισθητοποίησης,

(δ)

να υποστηρίζουν την ανάλυση, διάδοση και ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές και όλες τις άλλες πτυχές των πολιτικών ασύλου, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τη χρήση των τεχνολογιών αιχμής και της συνεργασίας σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των βασικών εταίρων, όπως οι τοπικές και περιφερειακές αρχές, οι ενώσεις προσφύγων και οι ομάδες εθελοντών,

(ε)

να υποστηρίζουν πιλοτικά σχέδια, συμπεριλαμβανομένων καινοτόμων σχεδίων και μελετών για τη δυνατότητα νέων μορφών κοινοτικής συνεργασίας και κοινοτικού δικαίου στον συγκεκριμένο τομέα,

(στ)

να υποστηρίζουν την ανάπτυξη και την εφαρμογή από τα κράτη μέλη κοινών στατιστικών εργαλείων, μεθόδων και δεικτών για τη μέτρηση των εξελίξεων στην πολιτική στον τομέα του ασύλου,

(ζ)

να προσφέρουν στα δίκτυα που συνδέουν μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι οποίες βοηθούν τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο και είναι παρούσες σε τουλάχιστον 10 κράτη μέλη, διαρθρωτική στήριξη με προορισμό να διευκολύνει τις ανταλλαγές εμπειρίας και καλής πρακτικής και να μεριμνούν ώστε η χάραξη της κοινοτικής πολιτικής και πρακτικής για το άσυλο να λαμβάνει υπόψη την εμπειρία των μη κυβερνητικών οργανώσεων και το συμφέρον των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο,

(η)

να παρέχουν υπηρεσίες στήριξης στα κράτη μέλη σε περίπτωση δεόντως αιτιολογημένων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης για τις οποίες απαιτείται επείγουσα δράση.

3.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας το οποίο καθορίζει τις προτεραιότητες για τις κοινοτικές δράσεις θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 2.

Άρθρο 5

Επείγοντα μέτρα

1.   Σε περίπτωση εφαρμογής μηχανισμών προσωρινής προστασίας κατά την έννοια της οδηγίας 2001/55/EΚ, το Ταμείο χρηματοδοτεί επίσης, εκτός από τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3, και συμπληρωματικά προς αυτές, μέτρα προς όφελος των κρατών μελών.

2.   Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 1, το Ταμείο παρέχει επίσης στα κράτη μέλη ενίσχυση για την εφαρμογή επειγόντων μέτρων που έχουν σκοπό να αντιμετωπίσουν καταστάσεις ιδιαίτερης πίεσης. Οι εν λόγω καταστάσεις χαρακτηρίζονται από την αιφνίδια άφιξη, σε συγκεκριμένα σημεία των συνόρων, μεγάλου αριθμού υπηκόων τρίτων χωρών που χρήζουν, ενδεχομένως, διεθνούς προστασίας, με συνέπεια τα μέσα υποδοχής, το σύστημα ή οι υποδομές ασύλου των συγκεκριμένων κρατών μελών να έχουν να αντιμετωπίσουν εξαιρετικά επαχθείς και επείγουσες ανάγκες και να δημιουργείται, ενδεχομένως, κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή, την υγεία ή την πρόσβαση στην προστασία την οποία χορηγεί η κοινοτική νομοθεσία.

3.   Οι δράσεις που εφαρμόζονται για να αντιμετωπισθούν οι καταστάσεις ιδιαίτερης πίεσης που αναφέρονται στην παράγραφο 2, είναι επιλέξιμες για ενίσχυση από το Ταμείο, εφόσον:

(α)

προορίζονται να εφαρμοσθούν αμέσως και δεν μπορούν, από πρακτικής απόψεως να συμπεριληφθούν στο σχετικό ετήσιο πρόγραμμα, και

(β)

η διάρκειά τους δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

4.   Τα επιλέξιμα επείγοντα μέτρα αφορούν τα ακόλουθα είδη δράσεων:

(α)

υποδοχή και στέγαση,

(β)

προμήθεια ειδών διαβίωσης, συμπεριλαμβανόμενης της σίτισης και της ένδυσης,

(γ)

ιατρική, ψυχολογική ή άλλη περίθαλψη,

(δ)

έξοδα προσωπικού και διοίκησης που συνεπάγεται η υποδοχή των προσώπων και η εφαρμογή των μέτρων,

(ε)

έξοδα διοικητικής μέριμνας και μεταφοράς,

(στ)

νομική και γλωσσική συνδρομή,

(ζ)

παροχή υπηρεσιών μετάφρασης και διερμηνείας, εμπειρογνωμοσύνη σχετικά με τη χώρα προέλευσης και άλλα μέτρα που συμβάλλουν στον ταχύ εντοπισμό προσώπων που χρήζουν, ενδεχομένως, διεθνούς προστασίας και σε ισότιμη και ουσιαστική διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου.

5.   Τα μέτρα της παραγράφου 4 μπορούν να υποστηρίζονται από ομάδες εμπειρογνωμόνων.

Άρθρο 6

Ομάδες-στόχοι

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι ομάδες-στόχοι αποτελούνται από τις ακόλουθες κατηγορίες:

(α)

υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες που έχουν το καθεστώς που ορίζει η Σύμβαση της Γενεύης, και οι οποίοι γίνονται δεκτοί να διαμένουν υπό αυτήν την ιδιότητα σε ένα από τα κράτη μέλη,

(β)

υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες που απολαύουν μιας μορφής επικουρική προστασία κατά την έννοια της οδηγίας 2004/83/ΕΚ,

(γ)

υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες που έχουν υποβάλει αίτηση για μια από τις μορφές προστασίας που περιγράφονται στα στοιχεία α) και β),

(δ)

υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες που απολαύουν προσωρινής προστασίας κατά την έννοια της οδηγίας 2001/55/EΚ.

(ε)

υπήκοοι τρίτων χωρών ή απάτριδες στους οποίους παρέχεται ή είχε παρασχεθεί επανεγκατάσταση σε κράτος μέλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΡΧΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

Άρθρο 7

Συμπληρωματικότητα, συνέπεια και συμμόρφωση

1.   Το Ταμείο παρέχει ενίσχυση που συμπληρώνει εθνικές, περιφερειακές και τοπικές δράσεις, ενσωματώνοντας σε αυτές τις δράσεις τις προτεραιότητες της Κοινότητας.

2.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ώστε η ενίσχυση από το Ταμείο και τα κράτη μέλη να είναι συνεπής προς τις δραστηριότητες, τις πολιτικές και τις προτεραιότητες της Κοινότητας. Αυτή η συνέπεια υπογραμμίζεται, ιδίως στο πολυετές πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 18.

3.   Οι πράξεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο συμμορφώνονται με τις διατάξεις της Συνθήκης και τις πράξεις που απορρέουν από αυτές.

Άρθρο 8

Προγραμματισμός

1.   Οι στόχοι του Ταμείου επιδιώκονται στο πλαίσιο της περιόδου πολυετούς προγραμματισμού (2008-2013), η οποία υπόκειται σε ενδιάμεση επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 22. Το σύστημα πολυετούς προγραμματισμού περιλαμβάνει τις προτεραιότητες καθώς και διαδικασία διαχείρισης, λήψης αποφάσεων, λογιστικού ελέγχου και πιστοποίησης.

2.   Τα πολυετή προγράμματα που εγκρίνονται από την Επιτροπή εφαρμόζονται μέσω ετήσιων προγραμμάτων.

Άρθρο 9

Επικουρικότητα και αναλογική παρέμβαση

1.   Η εφαρμογή των πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 18 και 20 εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών στο ενδεικνυόμενο εδαφικό επίπεδο, σύμφωνα με το ιδιαίτερο θεσμικό σύστημα που ισχύει σε κάθε κράτος μέλος. Η αρμοδιότητα αυτή ασκείται σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

2.   Όσον αφορά τις διατάξεις λογιστικού ελέγχου, τα μέσα που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος της κοινοτικής συνεισφοράς. Η αυτή αρχή ισχύει και για τις διατάξεις που αφορούν την αξιολόγηση, καθώς και για τις εκθέσεις που αφορούν τα πολυετή και ετήσια προγράμματα.

Άρθρο 10

Μέθοδοι εφαρμογής

1.   Ο κοινοτικός προϋπολογισμός που διατίθεται στο Ταμείο εκτελείται σύμφωνα με το άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο β), του δημοσιονομικού κανονισμού, εξαιρουμένων των κοινοτικών δράσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 και της τεχνικής βοήθειας που αναφέρεται στο άρθρο 15 της παρούσας απόφασης.

2.   Η Επιτροπή ασκεί την αρμοδιότητά της για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως εξής:

(α)

ελέγχει την ύπαρξη και την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στο άρθρο 32,

(β)

αναβάλλει ή αναστέλλει το σύνολο ή μέρος των πληρωμών σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στα άρθρα 41 και 42, σε περίπτωση δυσλειτουργίας των εθνικών συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, και εφαρμόζει κάθε άλλη απαιτούμενη δημοσιονομική διόρθωση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στα άρθρα 45 και 46.

Άρθρο 11

Εταιρική σχέση

1.   Κάθε κράτος μέλος αναπτύσσει, σύμφωνα με τους ισχύοντες εθνικούς κανόνες και πρακτικές, εταιρική σχέση με τις αρχές και τους φορείς που συμμετέχουν στην εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος ή που, σύμφωνα με το οικείο κράτος μέλος, δύνανται να παρέχουν χρήσιμη συμβολή στην ανάπτυξή του.

Οι εν λόγω αρχές και φορείς μπορούν να περιλαμβάνουν τις αρμόδιες περιφερειακές, τοπικές, δημοτικές/κοινοτικές και άλλες δημόσιες αρχές, τους διεθνείς οργανισμούς, ιδίως την UNHCR, και φορείς που αντιπροσωπεύουν την κοινωνία των πολιτών, όπως μη κυβερνητικές οργανώσεις, ή κοινωνικούς εταίρους.

2.   Η εταιρική αυτή σχέση διεξάγεται τηρουμένων πλήρως των αντίστοιχων θεσμικών, νομικών και οικονομικών αρμοδιοτήτων κάθε κατηγορίας εταίρων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Άρθρο 12

Συνολικοί πόροι

1.   Το δημοσιονομικό πλαίσιο για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως την 31η Δεκεμβρίου 2013, ανέρχεται σε 628 εκατομμύρια EUR.

2.   Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων του δημοσιονομικού πλαισίου.

3.   Η Επιτροπή πραγματοποιεί ενδεικτικές ετήσιες κατανομές ανά κράτος μέλος σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 13.

Άρθρο 13

Ετήσια κατανομή των πόρων για επιλέξιμες δράσεις στα κράτη μέλη

1.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει ένα κατ' αποκοπήν ποσό ύψους 300 000 EUR από την ετήσια χρηματοδότηση του Ταμείου.

Το ποσό αυτό ορίζεται σε 500 000 EUR ανά έτος, για την περίοδο 2008-2013, για τα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004.

Το ποσό αυτό ορίζεται σε 500 000 EUR ανά έτος για τα κράτη μέλη, τα οποία θα προσχωρήσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά την περίοδο μεταξύ 2007-2013, για το υπόλοιπο της περιόδου 2008-2013, αρχής γενομένης από το έτος που έπεται της προσχώρησής τους.

2.   Το υπόλοιπο των διαθέσιμων ετήσιων πόρων κατανέμεται μεταξύ των κρατών μελών, ως εξής:

(α)

το 30 %, ανάλογα με τον αριθμό των προσώπων που εμπίπτουν σε μια από τις κατηγορίες του άρθρου 6, στοιχεία α), β) και ε), και έγιναν δεκτά κατά τα τρία προηγούμενα έτη,

(β)

το 70 %, ανάλογα με τον αριθμό των προσώπων που εμπίπτουν σε μια από τις κατηγορίες του άρθρου 6, στοιχεία γ) και δ), και τα οποία έχουν καταχωρισθεί στη διάρκεια των τριών προηγούμενων ετών.

Για τους σκοπούς της κατανομής αυτής, τα πρόσωπα περί των οποίων το άρθρο 6, στοιχείο ε), δεν λαμβάνονται υπόψη στην κατηγορία του άρθρου 6, στοιχείο α).

3.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατ' αποκοπήν ποσό ύψους 4 000 EUR ανά επανεγκατεστημένο άτομο που υπάγεται σε μια από τις εξής κατηγορίες:

(α)

πρόσωπα από χώρα ή περιοχή που έχει επιλεγεί για την εφαρμογή περιφερειακού προγράμματος προστασίας,

(β)

μη συνοδευόμενοι ανήλικοι,

(γ)

ανήλικοι και γυναίκες σε κίνδυνο, ιδιαίτερα ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης,

(δ)

πρόσωπα με σοβαρές ιατρικές ανάγκες που μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο μέσω επανεγκατάστασης.

4.   Όταν ένα κράτος μέλος επανεγκαθιστά πρόσωπο που υπάγεται σε περισσότερες από μια από τις κατηγορίες της παραγράφου 3, λαμβάνεται το κατ' αποκοπήν ποσό μόνο μια φορά για το συγκεκριμένο άτομο.

5.   Τα στοιχεία αναφοράς είναι τα τελευταία στατιστικά στοιχεία που έχουν παραχθεί από την Επιτροπή (Eurostat) βάσει δεδομένων που προσκομίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη δεν έχουν δώσει στην Επιτροπή (Eurostat) τα σχετικά στατιστικά στοιχεία, παρέχουν προσωρινά δεδομένα το συντομότερο δυνατό.

Πριν να αποδεχθεί αυτά τα δεδομένα ως στοιχεία αναφοράς, η Επιτροπή (Eurostat) αξιολογεί την ποιότητα, τη συγκρισιμότητα και την πληρότητα των στατιστικών πληροφοριών κατά τις συνήθεις επιχειρησιακές διαδικασίες. Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής (Eurostat), τα κράτη μέλη τής παρέχουν όλες τις αναγκαίες προς τούτο πληροφορίες.

6.   Μέχρι την 1η Μαΐου κάθε έτους, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή εκτίμηση του αριθμού των προσώπων περί των οποίων η παράγραφος 3 και τα οποία θα επανεγκαταστήσουν κατά το επόμενο έτος, καθώς και κατανομή στις διάφορες κατηγορίες που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Η Επιτροπή ανακοινώνει τις πληροφορίες αυτές στην επιτροπή του άρθρου 52.

Άρθρο 14

Διάρθρωση της χρηματοδότησης

1.   Η χρηματοδοτική συμμετοχή του Ταμείου λαμβάνει τη μορφή επιδοτήσεων.

2.   Οι δράσεις που υποστηρίζονται από το Ταμείο συγχρηματοδοτούνται από δημόσιες ή ιδιωτικές πηγές, είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και δεν μπορούν να είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από άλλες πηγές που καλύπτονται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Οι πιστώσεις του Ταμείου πρέπει να είναι συμπληρωματικές προς τις δημόσιες ή εξομοιώσιμες δαπάνες των κρατών μελών που διατίθενται για τα μέτρα που διέπονται από την παρούσα απόφαση.

4.   Η κοινοτική χρηματοδότηση σε ενισχυόμενα σχέδια, όσον αφορά τις δράσεις που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 3, δεν υπερβαίνει το 50 % του συνολικού κόστους μιας ειδικής δράσης.

Το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξηθεί σε 75 % για σχέδια που θέτουν σε εφαρμογή τις ειδικές προτεραιότητες που προσδιορίζονται στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στο άρθρο 17.

Η κοινοτική συνεισφορά αυξάνεται σε 75 % στα κράτη μέλη που υπάγονται στο Ταμείο Συνοχής.

5.   Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εθνικού προγραμματισμού, όπως καθορίζεται στο Κεφάλαιο IV, τα κράτη μέλη επιλέγουν σχέδια προς χρηματοδότηση με βάση τα ακόλουθα ελάχιστα κριτήρια:

(α)

την κατάσταση και τις απαιτήσεις στο οικείο κράτος μέλος,

(β)

την αποδοτικότητα της δαπάνης από πλευράς κόστους, μεταξύ άλλων λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των ατόμων τα οποία αφορά το σχέδιο,

(γ)

την πείρα, την εμπειρογνωμοσύνη, την αξιοπιστία και τη χρηματοδοτική συμβολή του φορέα που υποβάλλει αίτηση για χρηματοδότηση και κάθε οργάνωσης-εταίρου,

(δ)

τον βαθμό στον οποίο το σχέδιο συμπληρώνει άλλες δράσεις χρηματοδοτούμενες από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ως μέρος εθνικών προγραμμάτων.

6.   Κατά γενικό κανόνα, η κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση που χορηγείται σε δράσεις υποστηριζόμενες από το Ταμείο, χορηγείται για μέγιστη περίοδο τριών ετών, υπό την προϋπόθεση περιοδικών εκθέσεων προόδου.

7.   Η κοινοτική συνεισφορά για την ενίσχυση δράσεων που εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 4, δεν υπερβαίνει το 15 % του συνόλου των ετήσιων πόρων που χορηγούνται σε κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 13.

Άρθρο 15

Τεχνική βοήθεια με πρωτοβουλία της Επιτροπής

1.   Με πρωτοβουλία ή/και για λογαριασμό της Επιτροπής, και με ανώτατο όριο ετήσιας επιχορήγησης από το Ταμείο ύψους 500 000 EUR, το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτήσει μέτρα προετοιμασίας, παρακολούθησης, διοικητικής και τεχνικής στήριξης, αξιολόγησης, λογιστικού ελέγχου και επιθεώρησης που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

2.   Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τα εξής:

(α)

μελέτες, αξιολογήσεις, εκθέσεις εμπειρογνωμόνων και στατιστικές, μεταξύ άλλων γενικού χαρακτήρα, που αφορούν τη λειτουργία του Ταμείου,

(β)

μέτρα πληροφόρησης για τα κράτη μέλη, τους τελικούς δικαιούχους και το ευρύ κοινό, συμπεριλαμβανομένων εκστρατειών ευαισθητοποίησης, και κοινή βάση δεδομένων για τα σχέδια που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του Ταμείου,

(γ)

εγκατάσταση, λειτουργία και διασύνδεση συστημάτων πληροφορικής για τη διαχείριση, την παρακολούθηση, την επιθεώρηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση,

(δ)

τον σχεδιασμό κοινού πλαισίου αξιολόγησης και παρακολούθησης καθώς και συστήματος δεικτών, λαμβάνοντας υπόψη τους εθνικούς δείκτες, εφόσον τούτο είναι σκόπιμο,

(ε)

βελτίωση των μεθόδων αξιολόγησης και ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις πρακτικές που ακολουθούνται στον συγκεκριμένο τομέα,

(στ)

μέτρα πληροφόρησης και κατάρτισης για τις αρχές που έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 25, συμπληρωματικά των προσπαθειών των κρατών μελών για την παροχή καθοδήγησης στις αρχές τους σύμφωνα με το άρθρο 31, παράγραφος 2.

Άρθρο 16

Τεχνική βοήθεια κατόπιν πρωτοβουλίας των κρατών μελών

1.   Με πρωτοβουλία κράτους μέλους, το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτεί, για κάθε ετήσιο πρόγραμμα, μέτρα προετοιμασίας, διαχείρισης, παρακολούθησης, αξιολόγησης, πληροφόρησης και ελέγχου, καθώς και μέτρα για την ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας σε σχέση με τη λειτουργία του Ταμείου.

2.   Το ποσό που προορίζεται για την τεχνική βοήθεια στο πλαίσιο εκάστου ετήσιου προγράμματος δεν μπορεί να υπερβαίνει:

(α)

το 7 % του συνολικού ετήσιου ποσού συγχρηματοδότησης που χορηγείται στο εν λόγω κράτος μέλος, επαυξημένο κατά 30 000 EUR, για την περίοδο 2008-2010, και

(β)

το 4 % του συνολικού ετήσιου ποσού συγχρηματοδότησης που χορηγείται στο εν λόγω κράτος μέλος, επαυξημένο κατά 30 000 EUR, για την περίοδο 2011-2013.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

Άρθρο 17

Υιοθέτηση στρατηγικών κατευθυντηρίων γραμμών

1.   Η Επιτροπή υιοθετεί στρατηγικές, κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες καθορίζουν το πλαίσιο παρέμβασης του Ταμείου, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο που σημειώνεται όσον αφορά την ανάπτυξη και την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της πολιτικής ασύλου, καθώς και την ενδεικτική κατανομή των δημοσιονομικών πόρων του Ταμείου για την περίοδο του πολυετούς προγράμματος.

2.   Για καθένα από τους στόχους του Ταμείου, αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές θέτουν ιδίως σε εφαρμογή τις προτεραιότητες της Κοινότητας, προκειμένου να προωθηθεί η εφαρμογή του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου.

3.   Η Επιτροπή υιοθετεί τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της περιόδου πολυετούς προγραμματισμού μέχρι τις 31 Ιουλίου 2007.

4.   Οι στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές υιοθετούνται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 3. Οι εν λόγω στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές, μόλις θεσπισθούν, προσαρτώνται στην παρούσα απόφαση, ως Παράρτημα.

Άρθρο 18

Προετοιμασία και έγκριση των εθνικών πολυετών προγραμμάτων

1.   Κάθε κράτος μέλος προτείνει, με βάση τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 17, σχέδιο πολυετούς προγράμματος, το οποίο αποτελείται από τα ακόλουθα στοιχεία:

(α)

την περιγραφή της ισχύουσας κατάστασης στο εν λόγω κράτος μέλος όσον αφορά τις προϋποθέσεις υποδοχής, τις διαδικασίες ασύλου, την παροχή συμβουλών για εκούσιο επαναπατρισμό, την ένταξη και επανεγκατάσταση και τη μεταφορά από άλλο κράτος μέλος των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, καθώς και την ανάπτυξη, παρακολούθηση και αξιολόγηση των πολιτικών ασύλου·

(β)

την ανάλυση των αναγκών του συγκεκριμένου κράτους μέλους όσον αφορά την υποδοχή, τις διαδικασίες ασύλου, την παροχή συμβουλών για εκούσιο επαναπατρισμό, την ένταξη και επανεγκατάσταση και τη μεταφορά από άλλο κράτος μέλος των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, καθώς και ανάπτυξη, παρακολούθηση και αξιολόγηση των πολιτικών ασύλου·

(γ)

την παρουσίαση της δέουσας στρατηγικής για την επίτευξη αυτών των στόχων και των προτεραιοτήτων, προσδιορίζοντας τον βαθμό προτεραιότητας που χορηγείται στην υλοποίησή τους, και περιγραφή των δράσεων που προβλέπονται για να θέσουν σε εφαρμογή αυτές τις προτεραιότητες·

(δ)

αναφορά για το συμβατό της στρατηγικής αυτής με άλλα περιφερειακά, εθνικά και κοινοτικά μέσα·

(ε)

πληροφορίες για τις προτεραιότητες και τους ειδικούς στόχους τους. Οι στόχοι αυτοί προσδιορίζονται ποσοτικά με τη βοήθεια περιορισμένου αριθμού δεικτών, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας. Οι δείκτες αυτοί πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα να υπολογίζεται η πρόοδος σε σχέση με την αρχική κατάσταση καθώς και η αποτελεσματικότητα των στόχων που υλοποιούν τις προτεραιότητες·

(στ)

την περιγραφή της επιλεγείσας προσέγγισης για την εφαρμογή της αρχής της εταιρικής σχέσης που καθορίζεται στο άρθρο 11·

(ζ)

ένα σχέδιο προγράμματος χρηματοδότησης που να προσδιορίζει, για κάθε προτεραιότητα και για κάθε ετήσιο πρόγραμμα, την προτεινόμενη χρηματοδοτική συνεισφορά του Ταμείου, καθώς και το συνολικό ποσό δημόσιας ή ιδιωτικής συγχρηματοδότησης·

(η)

τις διατάξεις που έχουν προβλεφθεί προκειμένου να εξασφαλισθεί η δημοσιότητα του πολυετούς προγράμματος.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν το σχέδιο πολυετούς προγράμματος στην Επιτροπή το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών αφού παράσχει η Επιτροπή τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για τη συγκεκριμένη περίοδο.

3.   Προκειμένου να εγκρίνει το σχέδιο πολυετούς προγράμματος, η Επιτροπή εξετάζει:

(α)

τη συνεκτικότητα του σχεδίου πολυετούς προγράμματος με τους στόχους του Ταμείου και τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στο άρθρο 17,

(β)

τη συνάφεια των δράσεων που προβλέπονται στο σχέδιο πολυετούς προγράμματος, υπό το πρίσμα της στρατηγικής που προτείνεται,

(γ)

τη συμμόρφωση προς τις ρυθμίσεις διαχείρισης και ελέγχου που θεσπίζονται από το κράτος μέλος με σκοπό την εφαρμογή των παρεμβάσεων του Ταμείου σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης,

(δ)

τη συμμόρφωση του σχεδίου πολυετούς προγράμματος με το κοινοτικό δίκαιο, και ιδίως με το κοινοτικό δίκαιο που αποσκοπεί στην κατοχύρωση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, σε συνδυασμό με τα συνοδευτικά μέτρα που έχουν άμεση σχέση με τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα, το άσυλο και τη μετανάστευση.

4.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει ότι ένα σχέδιο πολυετούς προγράμματος δεν ανταποκρίνεται στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές ή/και δεν είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης που αφορούν τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου ή με το κοινοτικό δίκαιο, καλεί το σχετικό κράτος μέλος να παράσχει όλες τις αναγκαίες συμπληρωματικές πληροφορίες και, εφόσον είναι σκόπιμο, να αναθεωρήσει ανάλογα το σχέδιο πολυετούς προγράμματος.

5.   Η Επιτροπή εγκρίνει κάθε πολυετές πρόγραμμα εντός προθεσμίας τριών μηνών από την επίσημη υποβολή του, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 2.

Άρθρο 19

Αναθεώρηση του πολυετούς προγράμματος

1.   Με πρωτοβουλία του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή της Επιτροπής, το πολυετές πρόγραμμα επανεξετάζεται και, εν ανάγκη, αναθεωρείται για το υπόλοιπο της περιόδου προγραμματισμού, προκειμένου να ληφθούν υπόψη, περισσότερο ή με διαφορετικό τρόπο, οι προτεραιότητες της Κοινότητας. Τα πολυετή προγράμματα μπορούν να επανεξετάζονται, υπό το πρίσμα των αξιολογήσεων ή/και εφόσον υπάρχουν δυσκολίες στην υλοποίηση.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει απόφαση με την οποία εγκρίνει την αναθεώρηση του πολυετούς προγράμματος, το ταχύτερο δυνατό, μετά την επίσημη υποβολή αιτήματος, για τον σκοπό αυτό, από το συγκεκριμένο κράτος μέλος. Η αναθεώρηση του πολυετούς προγράμματος πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 2.

Άρθρο 20

Ετήσια προγράμματα

1.   Το πολυετές πρόγραμμα που εγκρίνεται από την Επιτροπή, εφαρμόζεται μέσω ετήσιων προγραμμάτων.

2.   Η Επιτροπή διαβιβάζει στα κράτη μέλη, μέχρι την 1η Ιουλίου κάθε έτους, εκτίμηση των ποσών που θα τους χορηγηθούν για το επόμενο έτος από το σύνολο των πιστώσεων που χορηγούνται στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού, που υπολογίζεται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13.

3.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, μέχρι την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους, ένα σχέδιο ετήσιου προγράμματος για το επόμενο έτος, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με το εγκεκριμένο πολυετές πρόγραμμα και αποτελείται από τα ακόλουθα στοιχεία:

(α)

τους γενικούς κανόνες επιλογής των σχεδίων που θα χρηματοδοτηθούν σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα,

(β)

περιγραφή των δράσεων που θα υποστηριχθούν στα πλαίσια του ετήσιου προγράμματος,

(γ)

την προτεινόμενη χρηματοοικονομική κατανομή της συνεισφοράς του Ταμείου μεταξύ των διαφόρων δράσεων του προγράμματος· ένδειξη του αιτούμενου, ως τεχνική βοήθεια, ποσού, που αναφέρεται στο άρθρο 16, για τους σκοπούς της εφαρμογής του ετήσιου προγράμματος.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, τα κράτη μέλη υποβάλλουν το σχέδιο ετήσιου προγράμματος για το 2008 στην Επιτροπή μέχρι την 1η Μαρτίου 2008.

5.   Κατά την εξέταση του σχεδίου ετήσιου προγράμματος κράτους μέλους, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το τελικό ποσό των πιστώσεων που χορηγούνται στο Ταμείο στο πλαίσιο της διαδικασίας προϋπολογισμού.

Εντός ενός μηνός από την επίσημη υποβολή του σχεδίου ετήσιου προγράμματος, η Επιτροπή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος, εάν μπορεί να το εγκρίνει ή όχι. Εάν το σχέδιο ετήσιου προγράμματος δεν είναι σύμφωνο με το πολυετές πρόγραμμα, η Επιτροπή καλεί το εν λόγω κράτος μέλος να παράσχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες και, εφόσον ενδείκνυται, να αναθεωρήσει αναλόγως το σχέδιο ετησίου προγράμματος.

Η Επιτροπή λαμβάνει την απόφαση σχετικά με τη χρηματοδότηση, εγκρίνοντας το ετήσιο πρόγραμμα, μέχρι την 1η Μαρτίου του εν λόγω έτους. Η απόφαση ορίζει το ποσό που χορηγείται στο οικείο κράτος μέλος καθώς και την περίοδο για την οποία οι δαπάνες είναι επιλέξιμες.

6.   Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη δεόντως αιτιολογημένες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, οι οποίες δεν είχαν προβλεφθεί κατά τη στιγμή της έγκρισης του ετήσιου προγράμματος και για τις οποίες απαιτείται επείγουσα δράση, ένα κράτος μέλος δύναται να αναθεωρήσει μέχρι του ορίου του 10 % την χρηματοοικονομική κατανομή της συνεισφοράς του Ταμείου μεταξύ των διαφόρων δράσεων που απαριθμούνται στο ετήσιο πρόγραμμα ή να διαθέτει ποσοστό μέχρι 10 % της κατανομής για άλλες δράσεις σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Το οικείο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για το αναθεωρημένο ετήσιο πρόγραμμα.

Άρθρο 21

Ειδικές διατάξεις που αφορούν τα επείγοντα μέτρα

1.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή κατάσταση των αναγκών και σχέδιο εφαρμογής των επειγόντων μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 5, το οποίο περιλαμβάνει περιγραφή των προβλεπόμενων μέτρων και των οργανισμών που ευθύνονται για την εκτέλεσή τους.

2.   Κάθε κράτος μέλος που ζητεί την ενίσχυση του Ταμείου για να αντιμετωπίσει ιδιαίτερη κατάσταση πίεσης, όπως περιγράφεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, υποβάλλει στην Επιτροπή αίτηση, η οποία περιλαμβάνει όλες τις διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες, και μεταξύ άλλων:

(α)

λεπτομερή περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης, ιδίως όσον αφορά τον αριθμό αφίξεων, τις επιπτώσεις τους στην ικανότητα υποδοχής και στο σύστημα ή την υποδομή ασύλου και τις επείγουσες ανάγκες, καθώς και αιτιολογημένη πρόβλεψη των πιθανών εξελίξεων της κατάστασης βραχυπρόθεσμα,

(β)

αιτιολογημένη ανάλυση του εξαιρετικού χαρακτήρα της κατάστασης, με βάση στοιχεία που μπορούν να συμπεριλαμβάνουν πρόσφατα στατιστικά και άλλα δεδομένα όσον αφορά τη ροή προσώπων σε συγκεκριμένο σημείο των συγκεκριμένων συνόρων,

(γ)

λεπτομερή περιγραφή των προβλεπόμενων επειγόντων μέτρων, της κλίμακάς τους, του χαρακτήρα τους και των εμπλεκόμενων εταίρων,

(δ)

κατανομή του υπολογιζόμενου κόστους των προβλεπόμενων μέτρων.

Η Επιτροπή αποφασίζει για το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης για επείγοντα μέτρα από το Ταμείο και καθορίζει το ποσό της οικονομικής ενίσχυσης που πρέπει να χορηγηθεί στη βάση των προαναφερόμενων πληροφοριών και κάθε άλλης πρόσθετης σχετικής πληροφορίας που έχει στη διάθεσή της. Η Επιτροπή πληροφορεί τα κράτη μέλη για την προαναφερθείσα απόφαση.

3.   Η χρηματοδοτική ενίσχυση του Ταμείου για τα επείγοντα μέτρα κατά το άρθρο 5 περιορίζεται σε διάρκεια 6 μηνών και δεν υπερβαίνει το 80 % του κόστους κάθε μέτρου.

4.   Σε περίπτωση εφαρμογής των μηχανισμών προσωρινής προστασίας, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 5, παράγραφος 1, οι διαθέσιμοι πόροι κατανέμονται μεταξύ των κρατών μελών σε συνάρτηση με τον αριθμό προσώπων που δικαιούνται προσωρινής προστασίας σε κάθε κράτος μέλος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5, παράγραφος 1.

Άρθρο 22

Ενδιάμεση επανεξέταση του πολυετούς προγράμματος

1.   Η Επιτροπή επανεξετάζει τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές και, εφόσον είναι αναγκαίο, υιοθετεί, έως τις 31 Μαρτίου 2010, τις αναθεωρημένες στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την περίοδο 2011-2013.

2.   Εάν υιοθετηθούν οι εν λόγω αναθεωρημένες στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές, κάθε κράτος μέλος επανεξετάζει το πολυετές πρόγραμμά του και, εφόσον ενδείκνυται, το αναθεωρεί.

3.   Οι κανόνες του άρθρου 18 σχετικά με την προετοιμασία και την έγκριση των εθνικών πολυετών προγραμμάτων εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, για την προετοιμασία και την έγκριση των εν λόγω αναθεωρημένων πολυετών προγραμμάτων.

4.   Οι αναθεωρημένες στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές υιοθετούνται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 52, παράγραφος 3.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ

Άρθρο 23

Εφαρμογή

Η Επιτροπή ευθύνεται για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης και θεσπίζει κάθε κανόνα απαραίτητο για την εφαρμογή της.

Άρθρο 24

Γενικές αρχές για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των πολυετών προγραμμάτων που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη προβλέπουν τα εξής:

(α)

τον καθορισμό των καθηκόντων των οικείων φορέων στους τομείς της διαχείρισης και του ελέγχου και την κατανομή αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο κάθε φορέα,

(β)

τον σεβασμό της αρχής του διαχωρισμού των καθηκόντων μεταξύ των φορέων καθώς και στο πλαίσιο κάθε φορέα,

(γ)

κατάλληλους πόρους, σε κάθε φορέα ή υπηρεσία, για την άσκηση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής των δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο,

(δ)

διαδικασίες οι οποίες θα διασφαλίζουν την ορθότητα και την κανονικότητα των δαπανών που δηλώνονται στα πλαίσια των ετήσιων προγραμμάτων,

(ε)

αξιόπιστα συστήματα λογιστικής, παρακολούθησης και σύνταξης οικονομικών εκθέσεων υπό ηλεκτρονική μορφή,

(στ)

σύστημα υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης, στο οποίο ο υπεύθυνος φορέας αναθέτει την εκτέλεση καθηκόντων σε άλλον φορέα,

(ζ)

εγχειρίδια διαδικασιών για τα προς εκτέλεση καθήκοντα,

(η)

ρυθμίσεις για τον λογιστικό έλεγχο της λειτουργίας του συστήματος,

(θ)

συστήματα και διαδικασίες για την εξασφάλιση της κατάλληλης διαδρομής ελέγχου,

(ι)

διαδικασίες για την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση παρατυπιών καθώς και για την είσπραξη των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.

Άρθρο 25

Ορισμός αρχών

1.   Για την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος και των ετησίων προγραμμάτων του, το κράτος μέλος ορίζει τα εξής:

(α)

μια υπεύθυνη αρχή: λειτουργικός φορέας του κράτους μέλους, εθνική δημόσια αρχή ή φορέας διορισμένος από το κράτος μέλος ή φορέας διεπόμενος από το ιδιωτικό δίκαιο του κράτους μέλους, ο οποίος έχει αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση του πολυετούς προγράμματος και των ετήσιων προγραμμάτων που υποστηρίζονται από το Ταμείο και διαχειρίζεται κάθε επικοινωνία με την Επιτροπή,

(β)

μια αρχή πιστοποίησης: εθνική δημόσια αρχή ή φορέας, ή άτομο που ενεργεί ως τέτοιος φορέας ή αρχή, που ορίζεται από το κράτος μέλος για να πιστοποιεί τις δηλώσεις δαπανών πριν από την αποστολή τους στην Επιτροπή,

(γ)

μια ελεγκτική αρχή: εθνική δημόσια αρχή ή φορέας, υπό την προϋπόθεση ότι είναι λειτουργικά ανεξάρτητη/ος από την υπεύθυνη αρχή και από την αρχή πιστοποίησης, που διορίζεται από το κράτος μέλος και έχει την ευθύνη να ελέγχει την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου,

(δ)

όπου ενδείκνυται, μια εξουσιοδοτημένη αρχή.

2.   Το κράτος μέλος θεσπίζει κανόνες που διέπουν τις σχέσεις του με τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τις σχέσεις τους με την Επιτροπή.

3.   Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 24, στοιχείο β), ορισμένες ή όλες οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, μπορούν να τοποθετούνται εντός του ίδιου φορέα.

4.   Οι κανόνες για την εφαρμογή των άρθρων 26 ως 30 υιοθετούνται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 52, παράγραφος 2.

Άρθρο 26

Υπεύθυνη αρχή

1.   Η υπεύθυνη αρχή πληροί τις ακόλουθες ελάχιστες προϋποθέσεις.

Πρέπει:

(α)

να έχει νομική προσωπικότητα, εκτός εάν πρόκειται για λειτουργικό όργανο του κράτους μέλους,

(β)

να διαθέτει τις υποδομές που να απαιτούνται για την άνετη επικοινωνία με ευρύ φάσμα χρηστών καθώς και με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και με την Επιτροπή,

(γ)

να δρα σε διοικητικό πλαίσιο που να της επιτρέπει να ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στα καθήκοντά της και να αποφεύγει κάθε σύγκρουση συμφερόντων,

(δ)

να είναι σε θέση να εφαρμόζει τους κοινοτικούς κανόνες διαχείρισης κονδυλίων,

(ε)

να έχει οικονομικές ικανότητες και ικανότητες διαχείρισης ανάλογες προς τον όγκο των κοινοτικών κονδυλίων που καλείται να διαχειρισθεί,

(στ)

να διαθέτει προσωπικό που να συγκεντρώνει κατάλληλες επαγγελματικές ικανότητες προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις διοικητικής εργασίας σε διεθνές περιβάλλον.

2.   Το κράτος μέλος εξασφαλίζει την κατάλληλη χρηματοδότηση της υπεύθυνης αρχής, έτσι ώστε να μπορεί να εξακολουθήσει να εκπληρώνει ικανοποιητικά τα καθήκοντά της κατά τη διάρκεια της περιόδου 2008-2013.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να επικουρεί τα κράτη μέλη στην κατάρτιση του προσωπικού, ιδίως όσον αφορά την ορθή εφαρμογή των Κεφαλαίων V έως IX.

Άρθρο 27

Καθήκοντα της υπεύθυνης αρχής

1.   Η υπεύθυνη αρχή ευθύνεται για τη διαχείριση και την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Ιδίως :

(α)

διαβουλεύεται με τους εταίρους σύμφωνα με το άρθρο 11,

(β)

υποβάλλει στην Επιτροπή προτάσεις πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 18 και 20,

(γ)

διοργανώνει και δημοσιεύει, εφόσον ενδείκνυται, προσκλήσεις για την υποβολή προσφορών και για την υποβολή προτάσεων,

(δ)

διοργανώνει την επιλογή των σχεδίων για συγχρηματοδότηση στα πλαίσια του Ταμείου, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 14, παράγραφος 5,

(ε)

λαμβάνει τις πληρωμές της Επιτροπής και προβαίνει στην πληρωμή των τελικών δικαιούχων,

(στ)

εξασφαλίζει τη συνοχή και τη συμπληρωματικότητα μεταξύ των συγχρηματοδοτήσεων του Ταμείου και εκείνων που προβλέπονται στο πλαίσιο άλλων εθνικών και κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων,

(ζ)

παρακολουθεί την παράδοση των συγχρηματοδοτούμενων προϊόντων και υπηρεσιών και ελέγχει το κατά πόσον οι δηλωθείσες δαπάνες για τις δράσεις έχουν όντως πραγματοποιηθεί και συμμορφώνονται με τους κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες,

(η)

μεριμνά ώστε να υφίσταται σύστημα ηλεκτρονικής καταγραφής και αποθήκευσης της λογιστικής καταχώρισης κάθε δράσης που υπάγεται στα ετήσια προγράμματα και να συλλέγονται τα δεδομένα που αφορούν την υλοποίηση και απαιτούνται για την οικονομική διαχείριση, την παρακολούθηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση,

(θ)

διασφαλίζει ότι οι τελικοί δικαιούχοι και οι άλλοι οργανισμοί που συμμετέχουν στην εφαρμογή των συγχρηματοδοτούμενων από το Ταμείο δράσεων χρησιμοποιούν είτε ένα χωριστό σύστημα λογιστικής είτε ανάλογη λογιστική κωδικοποίηση όλων των συναλλαγών που έχουν σχέση με τη δράση, υπό την επιφύλαξη των εθνικών λογιστικών κανόνων,

(ι)

διασφαλίζει ότι οι αξιολογήσεις του Ταμείου που αναφέρονται στο άρθρο 49 πραγματοποιούνται εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 50, παράγραφος 2 και ότι ανταποκρίνονται στα πρότυπα ποιότητας που συμφωνήθηκαν μεταξύ της Επιτροπής και του κράτους μέλους,

(ια)

θεσπίζει διαδικασίες για την εξασφάλιση της διατήρησης σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 43 όλων των εγγράφων που αφορούν δαπάνες και λογιστικούς ελέγχους τα οποία απαιτούνται για να εξασφαλισθεί κατάλληλη διαδρομή ελέγχου,

(ιβ)

διασφαλίζει ότι η ελεγκτική αρχή λαμβάνει, για τους σκοπούς της διεξαγωγής των λογιστικών ελέγχων που ορίζονται στο άρθρο 30, παράγραφος 1, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τις εφαρμοζόμενες διαδικασίες διαχείρισης και για τα συγχρηματοδοτούμενα από το Ταμείο σχέδια,

(ιγ)

εξασφαλίζει ότι η αρχή πιστοποίησης λαμβάνει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες και τις επαληθεύσεις που πραγματοποιήθηκαν σε σχέση με δαπάνες για τους σκοπούς της πιστοποίησης,

(ιδ)

συντάσσει και διαβιβάζει στην Επιτροπή εκθέσεις προόδου και τελικές εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή των ετησίων προγραμμάτων, δηλώσεις δαπανών πιστοποιούμενες από την αρχή πιστοποίησης και αιτήσεις πληρωμών, ή, ανάλογα με την περίπτωση, δηλώσεις επιστροφής,

(ιε)

παρέχει πληροφορίες και συμβουλές, και εξασφαλίζει τη διάδοση των αποτελεσμάτων των υποστηριζόμενων δράσεων,

(ιστ)

συνεργάζεται με την Επιτροπή και με τις υπεύθυνες αρχές των άλλων κρατών μελών,

(ιζ)

επαληθεύει την εφαρμογή από τους τελικούς δικαιούχους των κατευθυντηρίων γραμμών που αναφέρονται στο άρθρο 33, παράγραφος 6.

2.   Οι δραστηριότητες διαχείρισης της υπεύθυνης αρχής για σχέδια που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη μπορούν να χρηματοδοτούνται ως ρυθμίσεις τεχνικής βοήθειας, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 16.

Άρθρο 28

Ανάθεση καθηκόντων από την υπεύθυνη αρχή

1.   Εάν το σύνολο ή μέρος των καθηκόντων της υπεύθυνης αρχής ανατεθούν σε εξουσιοδοτημένη αρχή, η υπεύθυνη αρχή καθορίζει το πεδίο εφαρμογής των καθηκόντων που ανατέθηκαν και θεσπίζει λεπτομερείς διαδικασίες για την εκτέλεση τους, οι οποίες πρέπει να είναι σύμφωνες με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 26.

2.   Αυτές οι διαδικασίες περιλαμβάνουν την τακτική ενημέρωση της υπεύθυνης αρχής για την καλή εκτέλεση των ανατεθέντων καθηκόντων και την περιγραφή των χρησιμοποιούμενων μέσων.

Άρθρο 29

Αρχή πιστοποίησης

1.   Η αρχή πιστοποίησης :

(α)

πιστοποιεί ότι:

(i)

η δήλωση δαπανών είναι ακριβής, προκύπτει από αξιόπιστα λογιστικά συστήματα και στηρίζεται σε επαληθεύσιμα δικαιολογητικά,

(ii)

οι δηλωθείσες δαπάνες είναι σύμφωνες με τους ισχύοντες κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες και έχουν πραγματοποιηθεί σε σχέση με δράσεις που έχουν επιλεγεί, σύμφωνα με τα κριτήρια που ισχύουν για το πρόγραμμα και συμφωνούν με τους κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες,

(β)

φροντίζει, για τους σκοπούς της πιστοποίησης, να λαμβάνει επαρκείς πληροφορίες από την υπεύθυνη αρχή ως προς τις διαδικασίες και τις επαληθεύσεις που πραγματοποιούνται σε σχέση με τις δαπάνες που περιλαμβάνονται στις δηλώσεις δαπανών,

(γ)

λαμβάνει υπόψη, για τους σκοπούς της πιστοποίησης, τα αποτελέσματα όλων των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από την ελεγκτική αρχή ή υπό την ευθύνη της,

(δ)

διατηρεί λογιστικά αρχεία υπό ηλεκτρονική μορφή για τις δαπάνες που δηλώνονται στην Επιτροπή,

(ε)

επαληθεύει την ανάκτηση κάθε κοινοτικής χρηματοδότησης που διαπιστώθηκε ότι έχει καταβληθεί αχρεωστήτως, ως αποτέλεσμα παρατυπιών που εντοπίσθηκαν, συμπεριλαμβανομένων τόκων, οσάκις ενδείκνυται,

(στ)

τηρεί λογαριασμό των προς ανάκτηση ποσών και των ποσών που ανακτήθηκαν στο πλαίσιο του γενικύ προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφαιρώντας τα, όπου αυτό είναι δυνατόν, από την επόμενη δήλωση δαπανών.

2.   Οι δραστηριότητες της αρχής πιστοποίησης σχετικά με σχέδια που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη μπορούν να χρηματοδοτούνται ως τεχνική βοήθεια, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 16, υπό τον όρο ότι τηρούνται τα προνόμια της συγκεκριμένης αρχής, όπως περιγράφεται στο άρθρο 25.

Άρθρο 30

Ελεγκτική αρχή

1.   Η ελεγκτική αρχή :

(α)

φροντίζει ώστε να πραγματοποιούνται λογιστικοί έλεγχοι για την επαλήθευση της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου,

(β)

φροντίζει ώστε να πραγματοποιούνται λογιστικοί έλεγχοι των δράσεων με βάση το κατάλληλο δείγμα για την επαλήθευση των δαπανών που δηλώθηκαν· το δείγμα αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 10 % των συνολικών επιλέξιμων δαπανών για κάθε ετήσιο πρόγραμμα,

(γ)

υποβάλλει στην Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την έγκριση του πολυετούς προγράμματος, στρατηγική ελέγχου που καλύπτει τους οργανισμούς οι οποίοι πραγματοποιούν τους λογιστικούς ελέγχους περί των οποίων τα στοιχεία α) και β), μεριμνώντας ώστε να ελέγχονται οι κύριοι δικαιούχοι της συγχρηματοδότησης από το Ταμείο και να κατανέμονται οι έλεγχοι ομοιόμορφα σε ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού.

2.   Εάν η ελεγκτική αρχή που διορίζεται δυνάμει της παρούσας απόφασης είναι επίσης η ελεγκτική αρχή που διορίζεται δυνάμει των αποφάσεων αριθ. 574/2007/ΕΚ, αριθ. 575/2007/ΕΚ και αριθ. …/2007/ΕΚ, ή εάν εφαρμόζονται κοινά συστήματα σε δύο ή περισσότερα εξ αυτών των Ταμείων, μπορεί να υποβάλλεται, δυνάμει της παραγράφου 1, στοιχείο γ), συνδυασμένη ενιαία στρατηγική ελέγχου.

3.   Για κάθε ετήσιο πρόγραμμα, η ελεγκτική αρχή συντάσσει έκθεση η οποία περιλαμβάνει:

(α)

ετήσια έκθεση λογιστικού ελέγχου που εκθέτει τα συμπεράσματα των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη στρατηγική λογιστικού ελέγχου όσον αφορά το ετήσιο πρόγραμμα και προσδιορίζει οποιοδήποτε κενό διαπιστώθηκε στα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος,

(β)

γνωμοδότηση, με βάση τους λογιστικούς και άλλους ελέγχους που διενεργήθηκαν υπό την ευθύνη της ελεγκτικής αρχής, για το κατά πόσον η λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου παρέχει εύλογη διαβεβαίωση αξιοπιστίας για την ορθότητα των δηλώσεων δαπανών που υποβάλλονται στην Επιτροπή και για τη νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών,

(γ)

δήλωση που αξιολογεί το κύρος της αίτησης πληρωμής ή της δήλωσης επιστροφής του τελικού υπολοίπου, καθώς και τη νομιμότητα και την κανονικότητα των σχετικών δαπανών.

4.   Η ελεγκτική αρχή μεριμνά ώστε κατά την εργασία λογιστικού ελέγχου να λαμβάνονται υπόψη τα διεθνώς αποδεκτά ελεγκτικά πρότυπα.

5.   Ο λογιστικός έλεγχος σχετικά με σχέδια που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη μπορεί να χρηματοδοτείται ως τεχνική βοήθεια, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 16, υπό τον όρο ότι τηρούνται τα προνόμια της ελεγκτικής αρχής, όπως περιγράφεται στο άρθρο 25.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΥΘΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 31

Ευθύνες των κρατών μελών

1.   Τα κράτη μέλη ευθύνονται για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης των πολυετών και ετήσιων προγραμμάτων και για τη νομιμότητα και την κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπεύθυνες αρχές και κάθε εξουσιοδοτημένη αρχή, οι αρχές πιστοποίησης, οι ελεγκτικές αρχές και κάθε άλλος φορέας που συμμετέχει, να λαμβάνουν επαρκή καθοδήγηση σχετικά με τη συγκρότηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που αναφέρονται στα άρθρα 24 έως 30, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η κοινοτική χρηματοδότηση χρησιμοποιείται αποτελεσματικά και σωστά.

3.   Τα κράτη μέλη προλαμβάνουν, εντοπίζουν και διορθώνουν τις παρατυπίες. Κοινοποιούν τις παρατυπίες αυτές στην Επιτροπή και την τηρούν ενήμερη για την εξέλιξη των διοικητικών και δικαστικών διώξεων.

Στην περίπτωση που είναι αδύνατη η ανάκτηση ποσών καταβληθέντων αχρεωστήτως σε τελικό δικαιούχο, το οικείο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την επιστροφή των απολεσθέντων ποσών στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον αποδεικνύεται ότι η απώλεια προκλήθηκε λόγω σφάλματος ή αμέλειάς του.

4.   Τα κράτη μέλη ευθύνονται κατά κύριο λόγο, για τον δημοσιονομικό έλεγχο των δράσεων και φροντίζουν ώστε τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου και οι λογιστικοί έλεγχοι να εκτελούνται με τρόπο που εξασφαλίζει την κανονική και αποτελεσματική χρήση των κοινοτικών πόρων. Διαβιβάζουν στην Επιτροπή περιγραφή των συστημάτων αυτών.

5.   Οι λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή των παραγράφων 1 ως 4 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 2.

Άρθρο 32

Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

1.   Πριν από την έγκριση του πολυετούς προγράμματος από την Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 52, παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη σύσταση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου σύμφωνα με τα άρθρα 24 έως 30. Τα κράτη μέλη ευθύνονται να εξασφαλίσουν ότι τα συστήματα λειτουργούν αποτελεσματικά καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, μαζί με το σχέδιο πολυετούς προγράμματος, περιγραφή των συστημάτων, η οποία καλύπτει την οργάνωση και τις διαδικασίες των υπεύθυνων αρχών, των εξουσιοδοτημένων αρχών και των αρχών πιστοποίησης, καθώς και των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε αυτές τις αρχές και φορείς, στην ελεγκτική αρχή, και σε κάθε άλλο φορέα που πραγματοποιεί λογιστικούς ελέγχους με δική του ευθύνη.

3.   Η Επιτροπή επανεξετάζει την εφαρμογή της παρούσας διάταξης σε συνάρτηση με την προπαρασκευή της έκθεσης που προβλέπεται στο άρθρο 50, παράγραφος 3.

Άρθρο 33

Ευθύνες της Επιτροπής

1.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 32, ότι τα κράτη μέλη συστήνουν συστήματα διαχείρισης και ελέγχου που συμμορφώνονται με τα άρθρα 24 έως 30, και με βάση τις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου και τους δικούς της λογιστικούς ελέγχους ότι τα συστήματα λειτουργούν αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού.

2.   Με την επιφύλαξη των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη, υπάλληλοι της Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι της Επιτροπής μπορούν να πραγματοποιούν επιτόπιους λογιστικούς ελέγχους για να επαληθεύουν την αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, οι οποίοι μπορούν να περιλαμβάνουν λογιστικούς ελέγχους των δράσεων που περιλαμβάνονται στα ετήσια προγράμματα, με προειδοποίηση τουλάχιστον τριών εργάσιμων ημερών. Στους λογιστικούς αυτούς ελέγχους, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από ένα κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιους ελέγχους για να εξακριβώσει την ορθή λειτουργία των συστημάτων ή την κανονικότητα μιας ή περισσοτέρων συναλλαγών. Στους ελέγχους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι της Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποί της.

4.   Η Επιτροπή μεριμνά, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ώστε οι δράσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο να αποτελούν το αντικείμενο δέουσας ενημέρωσης, δημοσιότητας και παρακολούθησης.

5.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, τη συνοχή και τη συμπληρωματικότητα των δράσεων με άλλες σχετικές κοινοτικές πολιτικές, μέσα και πρωτοβουλίες.

6.   Η Επιτροπή θεσπίζει κατευθυντήριες γραμμές για την εξασφάλιση της προβολής της χρηματοδότησης που χορηγείται δυνάμει της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 34

Συνεργασία με τις αρχές λογιστικού ελέγχου των κρατών μελών

1.   Η Επιτροπή συνεργάζεται με τις αρχές λογιστικού ελέγχου για τον συντονισμό των αντίστοιχων σχεδίων και μεθόδων λογιστικού ελέγχου και ανταλλάσσει αμέσως τα αποτελέσματα των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιούνται σε συστήματα διαχείρισης και ελέγχου προκειμένου να χρησιμοποιούνται κατά τον καλύτερο τρόπο οι ελεγκτικοί πόροι και να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη επικάλυψη των εργασιών.

Η Επιτροπή διατυπώνει τις παρατηρήσεις της σχετικά με τη στρατηγική λογιστικού ελέγχου που υποβάλλεται με βάση το άρθρο 30 το αργότερο εντός τριμήνου από την παραλαβή της.

2.   Κατά τον καθορισμό της δικής της στρατηγικής λογιστικού ελέγχου, η Επιτροπή εντοπίζει τα ετήσια προγράμματα τα οποία θεωρεί ικανοποιητικά με βάση τις υπάρχουσες γνώσεις για τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου.

Για τα προγράμματα αυτά, η Επιτροπή μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μπορεί να στηριχθεί κυρίως στα αποδεικτικά στοιχεία του λογιστικού ελέγχου που έχουν δοθεί από τα κράτη μέλη και ότι θα πραγματοποιήσει τους δικούς της επιτόπιους ελέγχους μόνον εάν υπάρξουν αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη ελλείψεων στα συστήματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

Άρθρο 35

Επιλεξιμότητα — δηλώσεις δαπανών

1.   Όλες οι δηλώσεις δαπανών περιλαμβάνουν το ποσό των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τους τελικούς δικαιούχους στα πλαίσια της υλοποίησης των δράσεων και την αντίστοιχη συνεισφορά από δημόσια ή ιδιωτικά κονδύλια.

2.   Οι δαπάνες αντιστοιχούν στις πληρωμές που πραγματοποιούν οι τελικοί δικαιούχοι. Δικαιολογούνται με βάση εξοφλημένα τιμολόγια ή παραστατικά ίσης αποδεικτικής αξίας.

3.   Η δαπάνη μπορεί να θεωρείται επιλέξιμη για ενίσχυση από το Ταμείο μόνον εφόσον έχει πραγματικά καταβληθεί το νωρίτερο την 1η Ιανουαρίου του έτους στο οποίο αναφέρεται η απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 20, παράγραφος 5, τρίτο εδάφιο. Οι συγχρηματοδοτούμενες δράσεις δεν πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της επιλεξιμότητας.

4.   Οι κανόνες που διέπουν την επιλεξιμότητα των δαπανών στο πλαίσιο δράσεων που τίθενται σε εφαρμογή στα κράτη μέλη και συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 52, παράγραφος 2.

Άρθρο 36

Ολική καταβολή στους τελικούς δικαιούχους

Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε η υπεύθυνη αρχή να εξασφαλίζει ότι οι τελικοί δικαιούχοι λαμβάνουν το συνολικό ποσό της συνεισφοράς από δημόσια κονδύλια, το ταχύτερο δυνατό. Δεν πραγματοποιείται κράτηση ή μείωση ποσών, ούτε επιβάλλεται ειδική επιβάρυνση ή άλλο τέλος ισοδύναμου αποτελέσματος που θα ήταν δυνατόν να μειώσει τα ποσά αυτά για τους τελικούς δικαιούχους, υπό την προϋπόθεση ότι οι τελικοί δικαιούχοι πληρούν όλες τις απαιτήσεις όσον αφορά την επιλεξιμότητα των δράσεων και των δαπανών.

Άρθρο 37

Χρήση του ευρώ

1.   Τα ποσά των σχεδίων πολυετών και ετησίων προγραμμάτων των κρατών μελών που αναφέρονται στα άρθρα 18 και 20, αντιστοίχως, των πιστοποιημένων δηλώσεων δαπανών, των αιτήσεων πληρωμής που αναφέρονται στο άρθρο 27, παράγραφος 1, στοιχείο ιδ), και των δαπανών που αναφέρονται στην έκθεση προόδου σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος που αναφέρεται στο άρθρο 39, παράγραφος 4, και στην τελική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος που αναφέρεται στο άρθρο 51, εκφράζονται σε ευρώ.

2.   Οι αποφάσεις χρηματοδότησης από την Επιτροπή, με τις οποίες εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 20, παράγραφος 5, τρίτο εδάφιο, και οι αναλήψεις υποχρεώσεων και οι πληρωμές της Επιτροπής, εκφράζονται και εκτελούνται σε ευρώ.

3.   Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως νόμισμά τους κατά την ημερομηνία της αίτησης πληρωμής μετατρέπουν σε ευρώ τα ποσά των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν σε εθνικό νόμισμα. Τα ποσά αυτά μετατρέπονται σε ευρώ με τη μηνιαία λογιστική ισοτιμία της Επιτροπής για τον μήνα κατά τον οποίον καταχωρήθηκαν οι δαπάνες στους λογαριασμούς της υπεύθυνης αρχής του συγκεκριμένου προγράμματος. Η Επιτροπή δημοσιεύει κάθε μήνα ηλεκτρονικώς την ισοτιμία αυτήν.

4.   Όταν το ευρώ γίνεται το νόμισμα κράτους μέλους, η διαδικασία μετατροπής που μνημονεύεται στην παράγραφο 3 εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε όλες τις δαπάνες που έχουν καταχωρηθεί στους λογαριασμούς από την αρχή πιστοποίησης πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της αμετάκλητης ισοτιμίας μετατροπής του εθνικού νομίσματος σε ευρώ.

Άρθρο 38

Αναλήψεις υποχρεώσεων

Οι αναλήψεις υποχρεώσεων στον κοινοτικό προϋπολογισμό πραγματοποιούνται ετησίως με βάση την απόφαση χρηματοδότησης της Επιτροπής με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 20, παράγραφος 5, τρίτο εδάφιο.

Άρθρο 39

Πληρωμές — Προχρηματοδότηση

1.   Οι πληρωμές από την Επιτροπή της συνεισφοράς που καταβάλλεται από τα Ταμεία πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού.

2.   Οι πληρωμές λαμβάνουν τη μορφή προχρηματοδότησης και πληρωμής του υπολοίπου. Καταβάλλονται στην υπεύθυνη αρχή που έχει ορισθεί από το κράτος μέλος.

3.   Μια πρώτη πληρωμή προχρηματοδότησης, η οποία αντιπροσωπεύει το 50 % του ποσού που ορίζεται στην απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα, καταβάλλεται στο κράτος μέλος εντός 60 ημερών από την έκδοση της συγκεκριμένης απόφασης.

4.   Μια δεύτερη πληρωμή προχρηματοδότησης καταβάλλεται εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, αφότου η Επιτροπή εγκρίνει, εντός διμήνου από την επίσημη υποβολή της αίτησης πληρωμής από κράτος μέλος, έκθεση προόδου σχετικά με την εκτέλεση του ετήσιου προγράμματος, καθώς και πιστοποιημένη δήλωση δαπανών που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο α), και το άρθρο 35, η οποία αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 60 % του ποσού της αρχικής πληρωμής.

Το ποσό της δεύτερης πληρωμής της προχρηματοδότησης που καταβάλλεται από την Επιτροπή, δεν υπερβαίνει το 50 % του συνολικού ποσού που χορηγείται με την απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα, και, εν πάση περιπτώσει, εφόσον ένα κράτος μέλος έχει δεσμεύσει, σε εθνικό επίπεδο, ποσό μικρότερο από το ποσό που περιέχεται στην απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα, το υπόλοιπο μεταξύ του ποσού των κοινοτικών πόρων που έχουν όντως δεσμευθεί από το κράτος μέλος προς όφελος σχεδίων που έχουν επιλεγεί στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος μείον το ποσό της πρώτης πληρωμής της προχρηματοδότησης.

5.   Οι τυχόν τόκοι που παράγονται από τις πληρωμές προχρηματοδοτήσεων καταλογίζονται στο οικείο πρόγραμμα, θεωρούμενοι ως πόροι του κράτους μέλους υπό μορφήν εθνικής δημόσιας συνεισφοράς και δηλώνονται από την Επιτροπή τη στιγμή της δήλωσης δαπανών σχετικά με την τελική έκθεσή της επί της εφαρμογής του σχετικού ετήσιου προγράμματος.

6.   Τα ποσά που καταβάλλονται ως προχρηματοδότηση αφαιρούνται από τους λογαριασμούς όταν κλείσει το ετήσιο πρόγραμμα.

Άρθρο 40

Πληρωμή υπολοίπου

1.   Η Επιτροπή προβαίνει στην πληρωμή του υπολοίπου εφόσον λάβει τα ακόλουθα έγγραφα το αργότερο εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία λήξης της επιλεξιμότητας των δαπανών που ορίζονται στην απόφαση χρηματοδότησης, με την οποία εγκρίνεται το ετήσιο πρόγραμμα:

(α)

πιστοποιημένη δήλωση δαπανών, που συντάσσεται δεόντως σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο α), και το άρθρο 35, και αίτηση πληρωμής του υπολοίπου ή δήλωση επιστροφής,

(β)

την τελική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 51,

(γ)

την ετήσια έκθεση ελέγχου, τη γνωμοδότηση και τη δήλωση που προβλέπονται στο άρθρο 30, παράγραφος 3.

Η πληρωμή του υπολοίπου υπόκειται στην αποδοχή της τελικής έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος και της δήλωσης στην οποία αξιολογείται η εγκυρότητα της αίτησης πληρωμής του υπολοίπου.

2.   Εάν η υπεύθυνη αρχή παραλείψει να χορηγήσει τα έγγραφα που ορίζονται στην παράγραφο 1 μέχρι την ημερομηνία λήξεως και σε αποδεκτό μορφότυπο, η Επιτροπή αποδεσμεύει το τμήμα της ανάληψης δημοσιονομικής υποχρέωσης στο αντίστοιχο ετήσιο πρόγραμμα, το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή της προχρηματοδότησης.

3.   Η διαδικασία αυτεπάγγελτης αποδέσμευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 αναστέλλεται, για το ποσό που αντιστοιχεί στα συγκεκριμένα σχέδια, εάν εκκρεμεί δικαστική διαδικασία ή διοικητική προσφυγή με ανασταλτικό αποτέλεσμα στο επίπεδο του κράτους μέλους, τη στιγμή της υποβολής των εγγράφων που ορίζονται στην παράγραφο 1. Το κράτος μέλος χορηγεί λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με αυτά τα σχέδια στη μερική τελική έκθεση που υποβάλλει και αποστέλλει ανά έξι μήνες εκθέσεις προόδου για τα εν λόγω σχέδια. Το κράτος μέλος υποβάλλει τα έγγραφα που ορίζονται στην παράγραφο 1 για τα σχετικά σχέδια εντός τριών μηνών από την περάτωση της δικαστικής διαδικασίας ή της διοικητικής προσφυγής.

4.   Η προθεσμία των εννέα μηνών που ορίζεται στην παράγραφο 1 παύει να προσμετράται εάν η Επιτροπή εκδώσει απόφαση με την οποία αναστέλλει τις καταβολές της συγχρηματοδότησης για το σχετικό ετήσιο πρόγραμμα, σύμφωνα με το άρθρο 42. Η προθεσμία αρχίζει να προσμετράται από την ημερομηνία κοινοποίησης στο κράτος μέλος της απόφασης της Επιτροπής που ορίζεται στο άρθρο 42, παράγραφος 3.

5.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 41, η Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την παραλαβή των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ανακοινώνει στο κράτος μέλος το ποσό των δαπανών που αναγνωρίζονται από την Επιτροπή ότι βαρύνουν το Ταμείο, καθώς και κάθε δημοσιονομική διόρθωση που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των δαπανών που δηλώθηκαν και εκείνων που αναγνωρίζονται. Το κράτος μέλος διαθέτει προθεσμία τριών μηνών για να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

6.   Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των παρατηρήσεων του κράτους μέλους, η Επιτροπή αποφασίζει για το ποσό των δαπανών που αναγνωρίζονται ότι βαρύνουν το Ταμείο και ανακτά το υπόλοιπο που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ των δαπανών που αναγνωρίστηκαν οριστικά και των ποσών που έχουν ήδη καταβληθεί στο σχετικό κράτος μέλος.

7.   Με την επιφύλαξη των διαθέσιμων πόρων, η Επιτροπή πραγματοποιεί την πληρωμή του υπολοίπου εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις 60 ημέρες από την ημερομηνία της αποδοχής των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Το υπόλοιπο της ανάληψης υποχρεώσεων αποδεσμεύεται εντός έξι μηνών μετά την πληρωμή.

Άρθρο 41

Αναβολή των πληρωμών

1.   Η πληρωμή αναβάλλεται από τον κύριο διατάκτη κατά την έννοια του δημοσιονομικού κανονισμού, για μέγιστη περίοδο έξι μηνών, εάν:

(α)

στην έκθεση εθνικού ή κοινοτικού φορέα λογιστικού ελέγχου περιέχονται ενδείξεις σημαντικών ελαττωμάτων στη λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου,

(β)

ο εν λόγω κύριος διατάκτης πρέπει να πραγματοποιήσει πρόσθετες επαληθεύσεις μετά από πληροφορίες που περιέρχονται εις γνώσιν του ότι οι δαπάνες που περιέχονται σε μια πιστοποιημένη δήλωση δαπανών συνδέονται με σοβαρή παρατυπία η οποία δεν έχει διορθωθεί.

2.   Το κράτος μέλος και η υπεύθυνη αρχή ενημερώνονται αμέσως σχετικά με τους λόγους της αναβολής της πληρωμής. Η πληρωμή αναβάλλεται έως ότου το κράτος μέλος λάβει τα αναγκαία μέτρα.

Άρθρο 42

Αναστολή των πληρωμών

1.   Το σύνολο ή μέρος της προχρηματοδότησης και των πληρωμών του υπολοίπου μπορεί να αναστέλλεται από την Επιτροπή, οσάκις:

(α)

υπάρχει σοβαρό ελάττωμα στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος που επηρεάζει την αξιοπιστία της διαδικασίας πιστοποίησης των πληρωμών και για το οποίο δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα, ή

(β)

οι δαπάνες σε πιστοποιημένη δήλωση δαπανών συνδέονται με σοβαρή παρατυπία που δεν έχει διορθωθεί, ή

(γ)

ένα κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 31 και 32.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει την αναστολή της προχρηματοδότησης και των πληρωμών του υπολοίπου, αφού δώσει την ευκαιρία στο κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός προθεσμίας τριών μηνών.

3.   Η Επιτροπή παύει την αναστολή της προχρηματοδότησης και των πληρωμών του υπολοίπου, εάν θεωρήσει ότι το κράτος μέλος έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα που επιτρέπουν την άρση της αναστολής.

4.   Σε περίπτωση που δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα από το κράτος μέλος, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση ακύρωσης του συνόλου ή μέρους της κοινοτικής συνεισφοράς στο ετήσιο πρόγραμμα σύμφωνα με το άρθρο 46.

Άρθρο 43

Διατήρηση εγγράφων

Με την επιφύλαξη των κανόνων που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις δυνάμει του άρθρου 87 της Συνθήκης, η υπεύθυνη αρχή εξασφαλίζει ότι διατηρούνται και βρίσκονται στη διάθεση της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου όλα τα δικαιολογητικά σχετικά με τις δαπάνες και τους λογιστικούς ελέγχους των συγκεκριμένων προγραμμάτων, για περίοδο πέντε ετών από το κλείσιμο των προγραμμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 40, παράγραφος 1.

Η προθεσμία αυτή διακόπτεται σε περίπτωση δικαστικής δίωξης ή κατόπιν δεόντως τεκμηριωμένης αίτησης της Επιτροπής.

Τα έγγραφα διατηρούνται είτε υπό μορφή πρωτοτύπων είτε υπό μορφή επικυρωμένων αντιγράφων σύμφωνα με τα πρωτότυπα σε κοινώς αποδεκτά μέσα καταχώρισης δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Άρθρο 44

Δημοσιονομικές διορθώσεις που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη

1.   Τα κράτη μέλη φέρουν, κατά κύριο λόγο, την ευθύνη για τη διερεύνηση παρατυπιών, ενεργώντας εφόσον υπάρχουν αποδείξεις για οποιαδήποτε σημαντική μεταβολή που επηρεάζει τον χαρακτήρα ή τις προϋποθέσεις εφαρμογής ή ελέγχου των προγραμμάτων και προβαίνοντας στις απαραίτητες δημοσιονομικές διορθώσεις.

2.   Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν τις δημοσιονομικές διορθώσεις που απαιτούνται σε σχέση με τις μεμονωμένες ή συστημικές παρατυπίες που εντοπίζονται σε δράσεις ή ετήσια προγράμματα.

Οι διορθώσεις που διενεργούνται από τα κράτη μέλη συνίστανται στην ακύρωση, και, ενδεχομένως, στην ανάκτηση, του συνόλου ή μέρους της κοινοτικής συνεισφοράς. Σε περίπτωση που το ποσό δεν επιστρέφεται εμπρόθεσμα από το συγκεκριμένο κράτος μέλος, τότε οφείλονται τόκοι υπερημερίας με το επιτόκιο που προβλέπεται στο άρθρο 47, παράγραφος 2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα των παρατυπιών και την οικονομική απώλεια του Ταμείου.

3.   Σε περίπτωση συστημικών παρατυπιών, το οικείο κράτος μέλος επεκτείνει τις έρευνές του, προκειμένου να καλύψει όλες τις δράσεις που είναι πιθανόν να επηρεάζονται.

4.   Τα κράτη μέλη συμπεριλαμβάνουν στην τελική έκθεση για την υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος που αναφέρεται στο άρθρο 51, κατάλογο των διαδικασιών ακύρωσης που κινήθηκαν για το συγκεκριμένο ετήσιο πρόγραμμα.

Άρθρο 45

Έλεγχος λογαριασμών και δημοσιονομικές διορθώσεις που πραγματοποιεί η Επιτροπή

1.   Υπό την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή των ελέγχων που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές τους νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι της Επιτροπής μπορούν να πραγματοποιούν επιτόπιους ελέγχους, ιδίως δειγματοληπτικούς, των ενεργειών που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο και των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, με προειδοποίηση τουλάχιστον τριών εργάσιμων ημερών. Η Επιτροπή ειδοποιεί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκειμένου να λάβει κάθε απαιτούμενη συνδρομή. Στους ελέγχους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο προκειμένου να εξακριβώσει την ακρίβεια μιας ή περισσότερων συναλλαγών. Στους ελέγχους αυτούς, μπορούν να συμμετέχουν υπάλληλοι ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποι της Επιτροπής.

2.   Εάν, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων επαληθεύσεων, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 31, αναστέλλει την προχρηματοδότηση ή την πληρωμή του υπολοίπου σύμφωνα με το άρθρο 42.

Άρθρο 46

Κριτήρια που ισχύουν για τις διορθώσεις

1.   Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε δημοσιονομικές διορθώσεις, ακυρώνοντας το σύνολο ή μέρος της κοινοτικής συνεισφοράς σε ένα ετήσιο πρόγραμμα, οσάκις, μετά τη διεξαγωγή της αναγκαίας εξέτασης, καταλήξει στο συμπέρασμα ότι:

(α)

υφίσταται σοβαρό ελάττωμα στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος που έχει θέσει σε κίνδυνο την κοινοτική συνεισφορά, η οποία έχει ήδη καταβληθεί στο πρόγραμμα,

(β)

οι δαπάνες που περιλαμβάνονται σε πιστοποιημένη δήλωση δαπανών είναι παράτυπες και δεν έχουν διορθωθεί από το κράτος μέλος πριν από την έναρξη της διαδικασίας διόρθωσης δυνάμει της παρούσας παραγράφου,

(γ)

το κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με το άρθρο 31, πριν από την έναρξη της διαδικασίας διόρθωσης δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

Η Επιτροπή αποφασίζει λαμβάνοντας υπόψη κάθε ενδεχόμενο σχόλιο που έκανε το κράτος μέλος.

2.   Η Επιτροπή στηρίζει τις δημοσιονομικές της διορθώσεις σε μεμονωμένες περιπτώσεις παρατυπιών που εντοπίζονται και λαμβάνει υπόψη τον συστημικό χαρακτήρα της παρατυπίας προκειμένου να καθορίσει το κατά πόσον θα πρέπει να εφαρμοσθεί κατ' αποκοπήν ή κατά παρεκβολή διόρθωση. Σε περίπτωση που η παρατυπία σχετίζεται με δήλωση δαπανών για την οποία έχει προηγουμένως παρασχεθεί εύλογη διαβεβαίωση αξιοπιστίας από την αρχή λογιστικού ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 3, στοιχείο β), υπάρχει τεκμήριο συστημικού προβλήματος που οδηγεί στην εφαρμογή μιας κατ' αποκοπήν ή κατά παρεκβολή διόρθωσης, εκτός εάν το κράτος μέλος είναι σε θέση να προσκομίσει αποδείξεις εντός τριών μηνών για να απορρίψει αυτό το τεκμήριο.

3.   Η Επιτροπή, όταν αποφασίζει σχετικά με το ποσό της διόρθωσης, λαμβάνει υπόψη τη σπουδαιότητα της παρατυπίας καθώς και την έκταση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των ελλατωμάτων που διαπιστώθηκαν στο σχετικό ετήσιο πρόγραμμα.

4.   Στην περίπτωση που η Επιτροπή στηρίζει τη θέση της σε γεγονότα που διαπιστώθηκαν από ελεγκτές που δεν ανήκουν στις υπηρεσίες της, συνάγει τα δικά της συμπεράσματα όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιπτώσεις μετά την εξέταση των μέτρων που ελήφθησαν από το σχετικό κράτος μέλος με βάση το άρθρο 32, τις εκθέσεις κοινοποιηθεισών παρατυπιών και τις τυχόν απαντήσεις από το κράτος μέλος.

Άρθρο 47

Επιστροφή

1.   Κάθε επιστροφή, η οποία πρέπει να γίνει στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πραγματοποιείται πριν από την ημερομηνία λήξης που αναφέρεται στην εντολή είσπραξης, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 72 του δημοσιονομικού κανονισμού. Αυτή η ημερομηνία λήξης είναι η τελευταία ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την έκδοση της εντολής.

2.   Κάθε καθυστέρηση σε σχέση με την επιστροφή συνεπάγεται την πληρωμή τόκων υπερημερίας, αρχής γενομένης από την ημερομηνία λήξης μέχρι την ημερομηνία που πραγματοποιείται η πραγματική πληρωμή. Το σχετικό επιτόκιο είναι το επιτόκιο που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τις βασικές της πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως δημοσιεύεται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα κατά τον οποίο λήγει η προθεσμία, αυξημένο κατά τρεισήμισι ποσοστιαίες μονάδες.

Άρθρο 48

Υποχρεώσεις των κρατών μελών

Η δημοσιονομική διόρθωση της Επιτροπής δεν επηρεάζει την υποχρέωση του κράτους μέλους να επιδιώκει ανακτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 44.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ, ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

Άρθρο 49

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει την τακτική παρακολούθηση του Ταμείου σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

2.   Η Επιτροπή αξιολογεί το Ταμείο σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, προκειμένου να εκτιμήσει τη συνάφεια, την αποτελεσματικότητα και τον αντίκτυπο των δράσεων, υπό το πρίσμα του γενικού στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 2, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της έκθεσης που προβλέπεται στο άρθρο 50, παράγραφος 3.

3.   Η Επιτροπή εξετάζει επίσης τη συμπληρωματικότητα μεταξύ των δράσεων που εφαρμόζονται στο πλαίσιο του Ταμείου και εκείνων που αναλαμβάνονται σύμφωνα με άλλες συναφείς κοινοτικές πολιτικές, μέσα και πρωτοβουλίες.

Άρθρο 50

Υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων

1.   Σε κάθε κράτος μέλος, η υπεύθυνη αρχή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίζει την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των σχεδίων.

Προς τον σκοπό αυτό, οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που συνάπτονται με τους οργανισμούς που είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή των δράσεων περιλαμβάνουν ρήτρες που επιβάλλουν την υποχρέωση υποβολής τακτικών και λεπτομερών εκθέσεων σχετικά με την πρόοδο της εκτέλεσης της δράσης και της υλοποίησης των ορισθέντων στόχων, οι οποίες αποτελούν τη βάση για την έκθεση προόδου και τις τελικές εκθέσεις, αντίστοιχα, σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2012, (για την περίοδο 2008-2010), και στις 30 Ιουνίου 2015, (για την περίοδο 2011-2013), αντίστοιχα, έκθεση αξιολόγησης των αποτελεσμάτων και του αντικτύπου των δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012, (για την περίοδο 2008-2010), και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2015, (για την περίοδο 2011-2013), αντίστοιχα, έκθεση εκ των υστέρων αξιολόγησης.

Άρθρο 51

Τελική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος

1.   Η τελική έκθεση για την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες προκειμένου να υπάρχει σαφής άποψη της εφαρμογής του προγράμματος:

(α)

τη δημοσιονομική και λειτουργική εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος,

(β)

την πρόοδο που επιτεύχθηκε κατά την εφαρμογή του πολυετούς προγράμματος και τις προτεραιότητές του σε σχέση με τους ειδικούς επαληθεύσιμους στόχους του, με ποσοτικοποίηση των δεικτών οπουδήποτε και οποτεδήποτε είναι δυνατή η ποσοτικοποίησή τους,

(γ)

τα μέτρα που έλαβε η υπεύθυνη αρχή για να εξασφαλίσει την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής, ιδίως:

(i)

μέτρα παρακολούθησης και αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένων ρυθμίσεων για τη συλλογή δεδομένων,

(ii)

σύνοψη όλων των σημαντικών προβλημάτων που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή του επιχειρησιακού προγράμματος και όλων των ληφθέντων μέτρων,

(iii)

χρησιμοποίηση της τεχνικής βοήθειας·

(δ)

τα μέτρα που ελήφθησαν για να εξασφαλισθεί η ενημέρωση σχετικά με τα ετήσια και πολυετή προγράμματα και τη δημοσιοποίησή τους.

2.   Η έκθεση κρίνεται αποδεκτή όταν περιέχει όλες τις πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για το περιεχόμενο της έκθεσης που υποβάλλεται στην υπεύθυνη αρχή εντός δύο μηνών από τη λήψη όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες γνωστοποιούνται στα κράτη μέλη. Εάν η Επιτροπή δεν αντιδράσει εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η έκθεση θεωρείται αποδεκτή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 52

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την κοινή επιτροπή «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», η οποία συστήνεται με την απόφαση αριθ. 574/2007/ΕΚ (στο εξής αναφερόμενη ως «επιτροπή»).

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 8 αυτής.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4 και 5, στοιχείο β), και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 8 αυτής.

Οι προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 5α, παράγραφος 3, στοιχείο γ), και παράγραφος 4, στοιχεία β) και ε), της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζονται σε έξι εβδομάδες.

Άρθρο 53

Αναθεώρηση

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο αναθεωρούν την παρούσα απόφαση με βάση πρόταση της Επιτροπής μέχρι τις 30 Ιουνίου 2013.

Άρθρο 54

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Η παρούσα απόφαση δεν επηρεάζει τη συνέχιση ή την τροποποίηση, συμπεριλαμβανομένης της ολικής ή μερικής ακύρωσης, της ενίσχυσης που εγκρίθηκε από την Επιτροπή με βάση την απόφαση 2004/904/EΚ, ή οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας που εφαρμόζεται στην εν λόγω ενίσχυση στις 31 Δεκεμβρίου 2007.

2.   Κατά τη θέσπιση αποφάσεων περί συγχρηματοδότησης από το παρόν Ταμείο, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα μέτρα που υιοθέτησε με βάση την απόφαση 2004/904/ΕΚ πριν από τις 7 Ιουνίου 2007, τα οποία έχουν οικονομικές επιπτώσεις κατά τη διάρκεια της καλυπτόμενης από τη συγκεκριμένη συγχρηματοδότηση περιόδου.

3.   Τα ποσά που αποτέλεσαν αντικείμενο αναλήψεων υποχρεώσεων για συγχρηματοδότηση και τα οποία εγκρίθηκαν από την Επιτροπή μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2005 και της 31ης Δεκεμβρίου 2007, για τα οποία τα έγγραφα που απαιτούνται για το κλείσιμο των προγραμμάτων δεν έχουν αποσταλεί στην Επιτροπή εντός της προθεσμίας για την υποβολή της τελικής έκθεσης, αποδεσμεύονται αυτόματα από την Επιτροπή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010 και δημιουργούν απαίτηση εξόφλησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.

Τα ποσά που σχετίζονται με δράσεις ή προγράμματα τα οποία ανεστάλησαν λόγω δικαστικών διαδικασιών ή διοικητικών προσφυγών με ανασταλτικό αποτέλεσμα, εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ποσού που πρέπει να αποδεσμευθεί αυτόματα.

4.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή μέχρι τις 30 Ιουνίου 2009, έκθεση αξιολόγησης για τα αποτελέσματα και τον αντίκτυπο των δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο όσον αφορά την περίοδο 2005-2007.

5.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2009, ενδιάμεση έκθεση για τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν και για τα ποιοτικά και ποσοτικά ζητήματα της λειτουργίας του Ταμείου, για την περίοδο 2005-2007.

Άρθρο 55

Κατάργηση

Η απόφαση 2004/904/ΕΚ καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Άρθρο 56

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2008, εξαιρουμένων των άρθρων 13, 17, 18, 20, 23, 25, του άρθρου 31 παράγραφοι 2 και 5, του άρθρου 32, του άρθρου 35 παράγραφος 4 και του άρθρου 52, που εφαρμόζονται από τις 7 Ιουνίου 2007.

Άρθρο 57

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Βρυξέλλες, 23 Μαΐου 2007.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. GLOSER


(1)  ΕΕ C 88 της 11.4.2006, σ. 15.

(2)  ΕΕ C 115 της 16.5.2006, σ. 47.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2006 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 7ης Μαΐου 2007.

(4)  ΕΕ L 252 της 6.10.2000, σ. 12.

(5)  ΕΕ L 381 της 28.12.2004, σ. 52.

(6)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(7)  Βλ. σελίδα 22 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(8)  Βλ. σελίδα 45 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(9)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(10)  ΕΕ L 304 της 30.9.2004, σ. 12.

(11)  ΕΕ L 212 της 7.8.2001, σ. 12.

(12)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 (ΕΕ L 390 της 30.12.2006, σ. 1).

(13)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

(14)  EE L 396 της 31.12.2004, σ. 45.


Top