EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005R2080

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2080/2005 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2005 , για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004 του Συμβουλίου, όσον αφορά τις οργανώσεις ελαιουργικών φορέων, τα οικεία προγράμματα εργασίας και τη χρηματοδότησή τους

OJ L 333, 20.12.2005, p. 8–18 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
OJ L 322M, 2.12.2008, p. 145–155 (MT)
Special edition in Bulgarian: Chapter 03 Volume 067 P. 228 - 238
Special edition in Romanian: Chapter 03 Volume 067 P. 228 - 238

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/03/2009; καταργήθηκε από 32008R0867

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2005/2080/oj

20.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 333/8


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2080/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Δεκεμβρίου 2005

για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004 του Συμβουλίου, όσον αφορά τις οργανώσεις ελαιουργικών φορέων, τα οικεία προγράμματα εργασίας και τη χρηματοδότησή τους

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 865/2004 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την κοινή οργάνωση της αγοράς ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 827/68 (1), και ιδίως το άρθρο 9,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των εγκεκριμένων οργανώσεων ελαιουργικών φορέων, η έγκριση πρέπει να αφορά τις διάφορες κατηγορίες φορέων που δραστηριοποιούνται ουσιαστικά στον κλάδο του ελαιολάδου ή/και των επιτραπέζιων ελιών και να εγγυάται, παράλληλα, ότι οι εν λόγω οργανώσεις μπορούν να εξασφαλίσουν την τήρηση ορισμένων ελάχιστων όρων που επαρκούν για την επίτευξη σημαντικών οικονομικών αποτελεσμάτων.

(2)

Για να είναι τα κράτη μέλη παραγωγής σε θέση να εφαρμόσουν τη διοικητική διαχείριση του καθεστώτος των εγκεκριμένων οργανώσεων ελαιουργικών φορέων, πρέπει να καθοριστούν οι διαδικασίες και οι προθεσμίες έγκρισης των εν λόγω οργανώσεων, τα κριτήρια επιλογής των προγραμμάτων τους, καθώς και ο τρόπος καταβολής και η κατανομή της κοινοτικής χρηματοδότησης.

(3)

Το άρθρο 110 θ παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου (2), με τον οποίο θεσπίστηκαν, αφενός κοινοί κανόνες για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής και, αφετέρου, ορισμένα καθεστώτα στήριξης για τους γεωργούς, προβλέπει ότι τα κράτη μέλη δύνανται να παρακρατούν ποσοστό έως 10 % της συνιστώσας «ελαιόλαδο» του εθνικού ανωτάτου ορίου που αναφέρεται στο άρθρο 41, ώστε να εξασφαλίζουν κοινοτική χρηματοδότηση των προγραμμάτων εργασίας, τα οποία καταρτίζουν οι εγκεκριμένες οργανώσεις φορέων σε έναν ή περισσότερους τομείς δράσης που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004.

(4)

Σύμφωνα με τους κοινούς κανόνες χρηματοδότησης των άμεσων ενισχύσεων και για να είναι δυνατή η χρησιμοποίηση των διαθέσιμων σχετικών ποσών από τα κράτη μέλη, είναι αναγκαίο οι ετήσιες δαπάνες για την εκτέλεση των προγραμμάτων εργασίας να μην υπερβαίνουν τα ετήσια ποσά που έχουν παρακρατήσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 110 θ παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

(5)

Για να διασφαλιστεί η γενική συνοχή των δραστηριοτήτων των εγκεκριμένων οργανώσεων ελαιουργικών φορέων, πρέπει να διευκρινιστούν τα είδη επιλέξιμων και μη επιλέξιμων δραστηριοτήτων. Πρέπει επίσης να διευκρινιστούν οι λεπτομέρειες της υποβολής των προγραμμάτων και τα κριτήρια επιλογής των τελευταίων. Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμο να επιτραπεί στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να προβλέπουν πρόσθετους όρους επιλεξιμότητας, προκειμένου να προσαρμόσουν καλύτερα τις δραστηριότητες στην εθνική πραγματικότητα του ελαιουργικού τομέα.

(6)

Λαμβανομένης υπόψη της πείρας που έχει αποκτηθεί, πρέπει να καθοριστούν τα κατώτατα όρια της κοινοτικής χρηματοδότησης, τουλάχιστον για τους τομείς της βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ελαιοκαλλιέργειας και της ιχνηλασιμότητας, πιστοποίησης και προστασίας της ποιότητας του ελαιολάδου και των επιτραπέζιων ελιών, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων των εθνικών διοικήσεων, ιδίως με ποιοτικό έλεγχο των ελαιολάδων που πωλούνται στους τελικούς καταναλωτές, κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την υλοποίηση ενός ελάχιστου αριθμού δραστηριοτήτων στους ευαίσθητους τομείς που, ταυτόχρονα, είναι και τομείς προτεραιότητας.

(7)

Για να εξασφαλιστεί η υλοποίηση των προγραμμάτων εργασίας εντός των καθορισμένων προθεσμιών, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004 και κατά τρόπο που να διασφαλίζει την αποτελεσματική διοικητική διαχείριση του καθεστώτος των εγκεκριμένων οργανώσεων ελαιουργικών φορέων, πρέπει να καθοριστούν οι λεπτομέρειες για τις αιτήσεις έγκρισης, την επιλογή και την έγκριση των προγραμμάτων εργασίας.

(8)

Για να είναι δυνατή η ορθή χρησιμοποίηση της διαθέσιμης χρηματοδότησης ανά κράτος μέλος, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ετήσια διαδικασία τροποποίησης των προγραμμάτων εργασίας που έχουν εγκριθεί για το επόμενο έτος, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τυχόν δεόντως αιτιολογημένες αλλαγές σε σχέση με τους αρχικούς όρους. Είναι επίσης αναγκαίο να μπορούν τα κράτη μέλη να καθορίζουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την τροποποίηση των προγραμμάτων εργασίας και την ανακατανομή των χορηγούμενων ποσών, χωρίς να σημειώνεται υπέρβαση των ετήσιων ποσών που έχουν παρακρατήσει τα κράτη μέλη παραγωγής, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 110 θ παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

(9)

Για να καταστεί δυνατόν να αρχίζουν οι εργασίες εγκαίρως, οι οργανώσεις ελαιουργικών φορέων πρέπει να μπορούν να εισπράττουν, μέσω της σύστασης εγγύησης υπό τους όρους του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 της Επιτροπής, της 22ας Ιουλίου 1985, για τον καθορισμό των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος εγγυήσεων για τα γεωργικά προϊόντα (3), προκαταβολή μέγιστου ύψους 90 % των ετήσιων επιλέξιμων δαπανών του εγκεκριμένου προγράμματος εργασίας.

(10)

Για τη χρηστή διαχείριση των κανόνων που διέπουν τις οργανώσεις ελαιουργικών φορέων, είναι αναγκαίο να καταρτίσουν τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη σχέδιο ελέγχων και να καθορίσουν καθεστώς κυρώσεων για τις παρατυπίες που ενδεχομένως θα διαπραχθούν. Επιπλέον, πρέπει να προβλεφθεί η ανακοίνωση, εκ μέρους των οργανώσεων ελαιουργικών φορέων, των αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων τους στις εθνικές αρχές των αντίστοιχων κρατών μελών, καθώς και η διαβίβασή τους στην Επιτροπή.

(11)

Για λόγους σαφήνειας και διαφάνειας, κρίνεται σκόπιμο να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1334/2002 της Επιτροπής, της 23ης Ιουλίου 2002, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/98 του Συμβουλίου, όσον αφορά τα προγράμματα δραστηριοτήτων των οργανώσεων ελαιουργικών φορέων για τις περιόδους εμπορίας 2002/03, 2003/04 και 2004/05 (4), και να αντικατασταθεί από νέο κανονισμό.

(12)

Η επιτροπή διαχείρισης ελαιόλαδου και επιτραπέζιων ελιών δεν διετύπωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που ετέθη από τον πρόεδρό της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός ορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής των άρθρων 7 και 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004, όσον αφορά την έγκριση των οργανώσεων φορέων, τις επιλέξιμες για κοινοτική χρηματοδότηση δραστηριότητες, την έγκριση των προγραμμάτων εργασίας και την εκτέλεση των εγκεκριμένων προγραμμάτων εργασίας.

Άρθρο 2

Όροι έγκρισης των οργανώσεων ελαιουργικών φορέων

1.   Το κράτος μέλος εγκρίνει τις οργανώσεις ελαιουργικών φορέων που είναι επιλέξιμες για την κοινοτική χρηματοδότηση των προγραμμάτων εργασίας, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004.

2.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους όρους έγκρισης, που περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

οι οργανώσεις παραγωγών αποτελούνται αποκλειστικά από ελαιοπαραγωγούς που δεν μετέχουν σε άλλη εγκεκριμένη οργάνωση παραγωγών·

β)

οι ενώσεις οργανώσεων παραγωγών αποτελούνται αποκλειστικά από εγκεκριμένες οργανώσεις παραγωγών που δεν μετέχουν σε άλλη ένωση εγκεκριμένων οργανώσεων παραγωγών·

γ)

οι λοιπές οργανώσεις φορέων αποτελούνται αποκλειστικά από ελαιουργικούς φορείς που δεν μετέχουν σε άλλη εγκεκριμένη οργάνωση φορέων·

δ)

οι διεπαγγελματικές οργανώσεις παρουσιάζουν ευρεία και ισόρροπη εκπροσώπηση του συνόλου των οικονομικών δραστηριοτήτων που συνδέονται με την παραγωγή, τη μεταποίηση και το εμπόριο ελαιολάδου ή/και επιτραπέζιων ελιών·

ε)

η οργάνωση φορέων είναι σε θέση να υποβάλει πρόγραμμα εργασίας για έναν τουλάχιστον από τους τομείς δράσης που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) έως ε)·

στ)

η οργάνωση φορέων αναλαμβάνει την υποχρέωση να υπόκειται στους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 14.

3.   Για την αξιολόγηση των αιτήσεων έγκρισης που υποβάλλονται από τις οργανώσεις φορέων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν κυρίως υπόψη τα ακόλουθα:

α)

τις ιδιαιτερότητες του ελαιοκομικού κλάδου σε κάθε περιφερειακή ζώνη που ορίζεται από τα κράτη μέλη (εφεξής καλούμενη «περιφερειακή ζώνη»)·

β)

το συμφέρον του καταναλωτή και την ισορροπία της αγοράς·

γ)

τη βελτίωση της ποιότητας της παραγωγής ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών·

δ)

την κατ’ εκτίμηση αποτελεσματικότητα των υποβαλλόμενων προγραμμάτων εργασίας.

Άρθρο 3

Διαδικασία έγκρισης των οργανώσεων ελαιουργικών φορέων

1.   Για τους σκοπούς της έγκρισης, η οργάνωση ελαιουργικών φορέων υποβάλλει, πριν από μια ημερομηνία που καθορίζεται από το κράτος μέλος και το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, αίτηση έγκρισης που αποδεικνύει ότι η οργάνωση πληροί τους όρους του άρθρου 2 παράγραφος 2.

Η αίτηση έγκρισης συντάσσεται σύμφωνα με υπόδειγμα που παρέχεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της τήρησης των όρων του άρθρου 2 παράγραφος 2. Περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα στοιχεία που επιτρέπουν την ταυτοποίηση κάθε μέλους της οργάνωσης ελαιουργικών φορέων.

2.   Το αργότερο την 1η Απριλίου κάθε έτους εκτέλεσης του εγκεκριμένου προγράμματος εργασίας, η οργάνωση ελαιουργικών φορέων εγκρίνεται από το κράτος μέλος και λαμβάνει αριθμό έγκρισης.

3.   Η έγκριση απορρίπτεται, αναστέλλεται ή ανακαλείται αμέσως, εάν η οργάνωση ελαιουργικών φορέων δεν πληροί τους όρους του άρθρου 2 παράγραφος 2.

4.   Ωστόσο, η οργάνωση ελαιουργικών φορέων διατηρεί, έως την ανάκληση της έγκρισής της, τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτή, με την προϋπόθεση ότι ενήργησε με καλή πίστη ως προς την τήρηση των όρων του άρθρου 2 παράγραφος 2.

Σε περίπτωση που η ανάκληση της έγκρισης οφείλεται στο γεγονός ότι η οργάνωση φορέων δεν πληρούσε εκ προθέσεως ή βαριάς αμελείας τους όρους έγκρισης που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, η απόφαση ανάκλησης ισχύει από το χρόνο κατά τον οποίο δεν πληρούνταν πλέον οι όροι έγκρισης.

5.   Η έγκριση απορρίπτεται, αναστέλλεται ή ανακαλείται αμέσως, εάν στην οργάνωση ελαιουργικών φορέων:

α)

επιβλήθηκαν κυρώσεις για παρατυπία σε σχέση με το καθεστώς ενίσχυσης στην παραγωγή που προβλέπεται από τον κανονισμό αριθ. 136/66/ΕΟΚ του Συμβουλίου (5), στη διάρκεια των περιόδων εμπορίας 2002/03 ή 2003/04·

β)

επιβλήθηκαν κυρώσεις για παρατυπία σε σχέση με το σύστημα χρηματοδότησης των προγραμμάτων δραστηριοτήτων των οργανώσεων παραγωγών ελαιολάδου που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/98 του Συμβουλίου (6), στη διάρκεια των περιόδων εμπορίας 2002/03 ή 2003/04.

6.   Οι οργανώσεις ελαιουργικών φορέων που έχουν εγκριθεί από το κράτος μέλος δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1334/2002 ή έχουν επωφεληθεί από τη χρηματοδότηση των προγραμμάτων δραστηριοτήτων των οργανώσεων ελαιουργικών φορέων κατά τις περιόδους εμπορίας 2002/03 έως 2004/05, μπορούν να θεωρούνται εγκεκριμένες δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εάν πληρούν τους όρους του άρθρου 2 παράγραφος 2.

Άρθρο 4

Κοινοτική χρηματοδότηση

1.   Η ετήσια κοινοτική χρηματοδότηση των προγραμμάτων εργασίας των οργανώσεων φορέων εξασφαλίζεται εντός του ορίου του ποσού που έχει παρακρατηθεί δυνάμει του άρθρου 110 θ παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ετήσιες δαπάνες για την εκτέλεση των εγκεκριμένων προγραμμάτων εργασίας δεν υπερβαίνουν το ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αναλογική κατανομή της κοινοτικής χρηματοδότησης στη διάρκεια της περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1.

Άρθρο 5

Επιλέξιμες για την κοινοτική χρηματοδότηση δραστηριότητες

1.   Οι δραστηριότητες που είναι επιλέξιμες για την κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004 (εφεξής «επιλέξιμες δραστηριότητες») είναι οι ακόλουθες:

α)

στον τομέα της παρακολούθησης και της διοικητικής διαχείρισης της αγοράς στον κλάδο του ελαιολάδου και των επιτραπέζιων ελιών:

i)

συγκέντρωση στοιχείων για τον κλάδο και την αγορά, σύμφωνα με τις προδιαγραφές μεθόδου, γεωγραφικής αντιπροσωπευτικότητας και ακρίβειας που καθορίζονται από την αρμόδια εθνική αρχή,

ii)

εκπόνηση μελετών, ιδίως για θέματα συνδεόμενα με τις άλλες δραστηριότητες που προβλέπονται στο πρόγραμμα εργασίας της σχετικής οργάνωσης ελαιουργικών φορέων·

β)

στον τομέα της βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ελαιοκαλλιέργειας:

i)

συλλογικές εργασίες διατήρησης των ελαιώνων υψηλής περιβαλλοντικής αξίας που κινδυνεύουν να εγκαταλειφθούν, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται, με αντικειμενικά κριτήρια, από την αρμόδια εθνική αρχή, ιδίως όσον αφορά τις δυνητικά επιλέξιμες περιφερειακές ζώνες, καθώς και την έκταση και τον ελάχιστο αριθμό ελαιοπαραγωγών που πρέπει να συμμετέχουν για να αποβούν αποτελεσματικές οι εν λόγω εργασίες,

ii)

επεξεργασία ορθών γεωργικών πρακτικών για την ελαιοκαλλιέργεια με βάση περιβαλλοντικά κριτήρια προσαρμοσμένα στις τοπικές συνθήκες, καθώς και η διάδοσή τους στους ελαιοκαλλιεργητές και η παρακολούθηση της πρακτικής εφαρμογής τους,

iii)

έργα πρακτικής επίδειξης εναλλακτικών τεχνικών, αντί της χρήσης χημικών προϊόντων, για την καταπολέμηση του δάκου της ελιάς,

iv)

έργα πρακτικής επίδειξης των τεχνικών ελαιοκαλλιέργειας που έχουν ως στόχο την προστασία του περιβάλλοντος και τη διατήρηση του τοπίου, όπως η βιολογική, η ορθολογική και η ολοκληρωμένη γεωργία,

v)

εισαγωγή δεδομένων περιβαλλοντικού χαρακτήρα στο ελαιοκομικό σύστημα γεωγραφικών πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003·

γ)

στον τομέα της βελτίωσης της ποιότητας της παραγωγής ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών:

i)

βελτίωση των συνθηκών καλλιέργειας —ιδίως καταπολέμηση του δάκου της ελιάς—, συγκομιδής, παράδοσης και αποθήκευσης των ελιών πριν από τη μεταποίησή τους, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται από την αρμόδια εθνική αρχή,

ii)

βελτίωση των ποικιλιών των ελαιώνων των ιδιωτικών εκμεταλλεύσεων, υπό τον όρο ότι συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων των προγραμμάτων εργασίας,

iii)

βελτίωση των συνθηκών αποθήκευσης και αξιοποίησης των καταλοίπων της παραγωγής ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών,

iv)

παροχή τεχνικής βοήθειας στην ελαιουργική μεταποιητική βιομηχανία για τα θέματα που συνδέονται με την ποιότητα των προϊόντων,

v)

δημιουργία και βελτίωση των εργαστηρίων ανάλυσης παρθένου ελαιολάδου,

vi)

κατάρτιση δοκιμαστών για τους ελέγχους των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών των παρθένων ελαιολάδων·

δ)

στον τομέα της ιχνηλασιμότητας, της πιστοποίησης και της προστασίας της ποιότητας του ελαιολάδου και των επιτραπέζιων ελιών, ιδίως με ποιοτικό έλεγχο των ελαιολάδων που πωλούνται στον τελικό καταναλωτή, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων των εθνικών διοικήσεων:

i)

δημιουργία και διαχείριση συστημάτων που επιτρέπουν την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων από τον ελαιοκαλλιεργητή έως τη συσκευασία και την επισήμανση, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που καθορίζονται από την αρμόδια εθνική αρχή,

ii)

δημιουργία και διαχείριση συστημάτων πιστοποίησης της ποιότητας, με βάση σύστημα ανάλυσης κινδύνου και κρίσιμων σημείων ελέγχου (HACCP), για τα οποία η συγγραφή υποχρεώσεων είναι σύμφωνη με τα τεχνικά κριτήρια που καθορίζονται από την αρμόδια εθνική αρχή,

iii)

δημιουργία και διαχείριση συστημάτων για την παρακολούθηση της τήρησης των προτύπων γνησιότητας, ποιότητας και εμπορίας του ελαιολάδου και των επιτραπέζιων ελιών που διατίθενται στην αγορά, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται από την αρμόδια εθνική αρχή·

ε)

στον τομέα της διάδοσης πληροφοριών σχετικών με τις δραστηριότητες των οργανώσεων φορέων που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του ελαιολάδου και των επιτραπέζιων ελιών:

i)

διάδοση πληροφοριών για το έργο των οργανώσεων ελαιουργικών φορέων στους τομείς που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), γ) και δ)·

ii)

δημιουργία και ενημέρωση δικτυακού τόπου σχετικού με τις δραστηριότητες των οργανώσεων ελαιουργικών φορέων στους τομείς που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), γ) και δ).

Στην περίπτωση της δραστηριότητας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο ii), τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη λήψη κατάλληλων μέτρων, ώστε να ανακτάται η επένδυση ή η υπολειμματική αξία της, εάν το μέλος που κατέχει την ιδιωτική εκμετάλλευση αποχωρήσει από την οργάνωση ελαιουργικών φορέων.

2.   Το κράτος μέλος δύναται να θεσπίσει πρόσθετους όρους που διευκρινίζουν τις επιλέξιμες δραστηριότητες, με την προϋπόθεση ότι δεν καθιστούν ανέφικτη την πρόταση ή την υλοποίηση τους.

Άρθρο 6

Κατανομή της κοινοτικής χρηματοδότησης

Σε κάθε κράτος μέλος, ένα ελάχιστο ποσοστό 20 % του διαθέσιμου ποσού για κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004, χορηγείται για τον τομέα δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), ενώ ένα ελάχιστο ποσοστό 12 % της προαναφερθείσας κοινοτικής χρηματοδότησης χορηγείται για τον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ).

Εάν το ελάχιστο ποσοστό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν απορροφηθεί πλήρως στους τομείς που αναφέρονται στο ίδιο εδάφιο, τα μη χρησιμοποιηθέντα ποσά δεν μπορούν να διατεθούν για άλλους τομείς δράσης, αλλά επανέρχονται στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Άρθρο 7

Δραστηριότητες και δαπάνες που δεν είναι επιλέξιμες για την κοινοτική χρηματοδότηση

1.   Δεν είναι επιλέξιμες για την κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004 οι ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

οι δραστηριότητες που αποτελούν αντικείμενο άλλης κοινοτικής χρηματοδότησης εκτός από την προβλεπόμενη στο άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004·

β)

οι δραστηριότητες που έχουν ως άμεσο στόχο την αύξηση της παραγωγής ή συνεπάγονται αύξηση της δυναμικότητας αποθήκευσης ή μεταποίησης·

γ)

οι δραστηριότητες που συνδέονται με την αγορά ή την αποθεματοποίηση ελαιολάδου ή επιτραπέζιων ελιών ή εκείνες που έχουν επιπτώσεις στις τιμές τους·

δ)

οι δραστηριότητες που συνδέονται με την εμπορική προώθηση του ελαιολάδου ή των επιτραπέζιων ελιών·

ε)

οι δραστηριότητες που συνδέονται με την επιστημονική έρευνα·

στ)

οι δραστηριότητες που ενδέχεται να προκαλέσουν στρέβλωση του ανταγωνισμού στις άλλες οικονομικές δραστηριότητες της οργάνωσης ελαιουργικών φορέων.

2.   Για να εξασφαλιστεί η τήρηση των διατάξεων της παραγράφου 1 στοιχείο α), οι οργανώσεις φορέων δεσμεύονται εγγράφως, για λογαριασμό τους ή για λογαριασμό των μελών τους, να μη λάβουν, για τις δραστηριότητες που έχουν πράγματι χρηματοδοτηθεί βάσει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004, καμία άλλη χρηματοδότηση στο πλαίσιο άλλου εθνικού ή κοινοτικού καθεστώτος στήριξης.

3.   Κατά την υλοποίηση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 5, δεν είναι επιλέξιμες, μεταξύ άλλων, οι δαπάνες για:

α)

την αποπληρωμή πιστώσεων (κυρίως με τη μορφή ετησίων δόσεων) που έχουν συνομολογηθεί για μια δραστηριότητα η οποία υλοποιήθηκε, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, πριν από την έναρξη του επιχειρησιακού προγράμματος·

β)

τις πληρωμές προς τους φορείς που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις και στα προγράμματα κατάρτισης για την αντιστάθμιση απωλειών εισοδήματος·

γ)

οι δαπάνες που συνδέονται με τα διοικητικά έξοδα και τα έξοδα προσωπικού των κρατών μελών και των δικαιούχων της συνεισφοράς του ΕΓΤΠΕ, δεν αναλαμβάνονται από το ΕΓΤΠΕ·

δ)

αγορά οικοπέδων χωρίς κτίσμα·

ε)

αγορά μεταχειρισμένου εξοπλισμού·

στ)

τα έξοδα των συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, μεταξύ άλλων, φόρους, τόκους και ασφάλιστρα·

ζ)

μίσθωση, όταν προτιμάται έναντι της αγοράς, και τα έξοδα λειτουργίας των μισθωμένων αγαθών.

4.   Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίσουν πρόσθετους όρους, οι οποίοι διευκρινίζουν τις μη επιλέξιμες δραστηριότητες και δαπάνες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3.

Άρθρο 8

Προγράμματα εργασίας και αίτηση έγκρισης

1.   Τα προγράμματα εργασίας που είναι επιλέξιμα για κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004, υλοποιούνται εντός περιόδου μέγιστης διάρκειας τριών ετών. Η πρώτη περίοδος αρχίζει την 1η Απριλίου 2006. Οι επόμενες περίοδοι αρχίζουν ανά τριετία, την 1η Απριλίου.

2.   Κάθε εγκεκριμένη δυνάμει του παρόντος κανονισμού οργάνωση φορέων δύναται να υποβάλλει, πριν από μια ημερομηνία που καθορίζεται από το κράτος μέλος και το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, αίτηση έγκρισης για ένα μόνο πρόγραμμα εργασίας.

Η αίτηση έγκρισης περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την ταυτότητα της εκάστοτε οργάνωσης ελαιουργικών φορέων·

β)

πληροφορίες για τα κριτήρια επιλογής που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1·

γ)

περιγραφή, αιτιολόγηση και χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης κάθε προτεινόμενης δραστηριότητας·

δ)

σχέδιο δαπανών, με ανάλυση ανά δραστηριότητα, ανά τομέα δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 και ανά χρονικές περιόδους δώδεκα μηνών από την ημερομηνία έγκρισης του προγράμματος εργασίας, καθώς και με διάκριση μεταξύ των γενικών εξόδων, τα οποία δεν δύνανται να υπερβαίνουν το 2 % του συνόλου, και των άλλων κύριων ειδών δαπανών·

ε)

σχέδιο χρηματοδότησης, με ανάλυση ανά τομέα δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 και ανά χρονικές περιόδους δώδεκα μηνών, κατ’ ανώτατο όριο, από την ημερομηνία έγκρισης του προγράμματος εργασίας, με αναφορά ιδίως της αιτούμενης κοινοτικής χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των προκαταβολών και, ενδεχομένως, της χρηματοδοτικής συνεισφοράς των φορέων και του κράτους μέλους·

στ)

περιγραφή των ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών αποτελεσματικότητας που επιτρέπουν την αξιολόγηση κατά την εκτέλεση και την εκ των υστέρων αξιολόγηση του προγράμματος με βάση τις γενικές αρχές που καθορίζονται από το κράτος μέλος·

ζ)

απόδειξη της σύστασης τραπεζικής εγγύησης ύψους τουλάχιστον ίσου με το 5 % της αιτούμενης κοινοτικής χρηματοδότησης·

η)

αίτηση προκαταβολής δυνάμει του άρθρου 11·

θ)

τη δήλωση που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2·

ι)

για τις διεπαγγελματικές οργανώσεις και τις ενώσεις οργανώσεων παραγωγών, την ταυτότητα των οργανώσεων φορέων που είναι υπεύθυνες για την πραγματική εκτέλεση των δραστηριοτήτων των προγραμμάτων τους, οι οποίες ανατίθενται σε υπεργολάβους·

ια)

για τις οργανώσεις φορέων που μετέχουν σε ένωση παραγωγών ή διεπαγγελματική οργάνωση, βεβαίωση από την οποία προκύπτει ότι οι δραστηριότητες που προβλέπονται στα προγράμματά τους δεν αποτελούν αντικείμενο άλλης αίτησης κοινοτικής χρηματοδότησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 9

Επιλογή και έγκριση των προγραμμάτων εργασίας

1.   Το κράτος μέλος επιλέγει τα προγράμματα εργασίας με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

τη γενική ποιότητα του προγράμματος και τη συνέπειά του προς τις κατευθύνσεις και τις προτεραιότητες της ελαιοκομίας στη σχετική περιφερειακή ζώνη, οι οποίες καθορίζονται από το κράτος μέλος·

β)

τη χρηματοοικονομική αξιοπιστία και την επάρκεια των μέσων της οργάνωσης φορέων για την υλοποίηση των προτεινόμενων δραστηριοτήτων·

γ)

την έκταση της περιφερειακής ζώνης την οποία αφορά το πρόγραμμα εργασίας·

δ)

την ποικιλία των οικονομικών καταστάσεων της σχετικής περιφερειακής ζώνης, που λαμβάνονται υπόψη στο πρόγραμμα εργασίας·

ε)

την ύπαρξη πολλών τομέων δράσης και τη σημασία της χρηματοδοτικής συνεισφοράς των φορέων·

στ)

τους ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες αποτελεσματικότητας που επιτρέπουν την αξιολόγηση κατά την εκτέλεση και την εκ των υστέρων αξιολόγηση του προγράμματος και έχουν καθοριστεί από το κράτος μέλος.

Το κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη την κατανομή των αιτήσεων μεταξύ των διαφόρων τύπων οργανώσεων φορέων και τη σημασία κάθε περιφερειακής ζώνης από ελαιοκομική άποψη.

2.   Το κράτος μέλος απορρίπτει τα προγράμματα εργασίας που είναι ελλιπή ή περιέχουν ανακριβή στοιχεία ή περιλαμβάνουν μη επιλέξιμες δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 7.

3.   Το αργότερο στις 15 Μαρτίου κάθε έτους, το κράτος μέλος ενημερώνει τις οργανώσεις φορέων για τα προγράμματα εργασίας που έχουν εγκριθεί και, ενδεχομένως, για τα προγράμματα εργασίας στα οποία χορηγείται η αντίστοιχη εθνική χρηματοδότηση.

Η οριστική έγκριση ενός προγράμματος εργασίας μπορεί να συναρτηθεί με την ενσωμάτωση τροποποιήσεων που κρίνονται σημαντικές από το κράτος μέλος. Στην περίπτωση αυτή, η σχετική οργάνωση φορέων ανακοινώνει ότι συμφωνεί, εντός προθεσμίας 15 ημερών από τη γνωστοποίηση των τροποποιήσεων.

4.   Σε περίπτωση που το προτεινόμενο πρόγραμμα εργασίας απορριφθεί, το κράτος μέλος αποδεσμεύει αμέσως την εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο ζ).

5.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το ποσό της κοινοτικής χρηματοδότησης να κατανέμεται εντός κάθε κατηγορίας οργανώσεων φορέων, λαμβάνοντας υπόψη την αξία του ελαιολάδου που παράγουν ή εμπορεύονται τα μέλη των οργανώσεων φορέων.

Άρθρο 10

Τροποποίηση των προγραμμάτων εργασίας

1.   Η οργάνωση φορέων δύναται να ζητήσει, με διαδικασία που καθορίζεται από το κράτος μέλος, τροποποιήσεις του περιεχομένου και του προϋπολογισμού του οικείου προγράμματος εργασίας που έχει ήδη εγκριθεί, χωρίς αυτές να μπορούν να συνεπάγονται αύξηση του ποσού που παρακρατείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 110 θ παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

2.   Κάθε αίτηση τροποποίησης προγράμματος εργασίας συνοδεύεται από δικαιολογητικά που διευκρινίζουν τους λόγους, το χαρακτήρα και τις επιπτώσεις των προτεινόμενων τροποποιήσεων. Η αίτηση υποβάλλεται από την οργάνωση φορέων στην αρμόδια αρχή τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την έναρξη της υλοποίησης της σχετικής δραστηριότητας.

3.   Σε περίπτωση συγχώνευσης οργανώσεων φορέων, εάν αυτές εκτελούσαν προηγουμένως χωριστά προγράμματα εργασίας, συνεχίζουν να εκτελούν τα εν λόγω προγράμματα παράλληλα και χωριστά, μέχρι την 1η Ιανουαρίου του έτους που έπεται της συγχώνευσης. Οι οργανώσεις αυτές συγχωνεύουν τα οικεία προγράμματα εργασίας, υποβάλλοντας αίτηση τροποποίησης των προγραμμάτων εργασίας σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2.

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στις οργανώσεις φορέων που το ζητούν, επικαλούμενες βάσιμους λόγους, να εκτελούν παράλληλα τα οικεία προγράμματα εργασίας, χωρίς να τα συγχωνεύσουν.

4.   Το αργότερο δύο μήνες μετά την παραλαβή της αίτησης τροποποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους, αφού εξετάσει τα έγγραφα που έχουν κατατεθεί, ανακοινώνει την απόφασή της στην ενδιαφερόμενη οργάνωση φορέων. Κάθε αίτηση τροποποίησης, για την οποία δεν έχει ληφθεί απόφαση εντός της εν λόγω προθεσμίας, θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή.

5   Σε περίπτωση που η κοινοτική χρηματοδότηση που χορηγείται στην οργάνωση φορέων είναι κατώτερη από τον προϋπολογισμό του εγκεκριμένου προγράμματος, οι δικαιούχοι δύνανται να προσαρμόσουν το πρόγραμμά τους στη χρηματοδότηση που εγκρίθηκε.

Άρθρο 11

Προκαταβολές

1.   Η οργάνωση φορέων που έχει υποβάλει σχετική αίτηση κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο η), εισπράττει, υπό τους όρους της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, συνολική προκαταβολή μέγιστου ύψους 90 % των προβλεπόμενων επιλέξιμων δαπανών για κάθε έτος που καλύπτεται από το εγκεκριμένο πρόγραμμα εργασίας.

2.   Κατά τη διάρκεια του επόμενου μήνα από την έναρξη κάθε έτους εκτέλεσης του εγκεκριμένου προγράμματος εργασίας, το κράτος μέλος καταβάλλει στη σχετική οργάνωση φορέων μια πρώτη δόση ίση με το ένα τρίτο του ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Μια δεύτερη δόση ίση με τα υπόλοιπα δύο τρίτα του ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο 1, καταβάλλεται μετά την εξακρίβωση που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

3.   Το κράτος μέλος εξακριβώνει αν όλες οι δόσεις της προκαταβολής έχουν πραγματικά δαπανηθεί, πριν καταβάλει την επόμενη δόση.

Η εξακρίβωση αυτή πραγματοποιείται από το κράτος μέλος με βάση την έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 13 ή με επιτόπιο έλεγχο κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14.

4.   Οι πληρωμές που προβλέπονται στην παράγραφο 2 υπόκεινται στη σύσταση εγγύησης από τη σχετική οργάνωση φορέων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85, για ποσό ίσο προς το 110 % του ποσού της αιτηθείσας προκαταβολής. Η πρωτογενής απαίτηση, κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού, είναι η υλοποίηση των δραστηριοτήτων που εμφαίνονται στο εγκεκριμένο πρόγραμμα εργασίας.

Μετά τη σύσταση της αναφερόμενης στο πρώτο εδάφιο εγγύησης, το κράτος μέλος αποδεσμεύει αμέσως την εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο ζ).

5.   Πριν από μια ημερομηνία που καθορίζεται από το κράτος μέλος και το αργότερο στο τέλος κάθε έτους εκτέλεσης του προγράμματος εργασίας, οι ενδιαφερόμενες οργανώσεις φορέων δύνανται να υποβάλλουν αίτηση αποδέσμευσης της εγγύησης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, μέχρι ανώτατου ποσού ίσου προς το ήμισυ των δαπανών που έχουν πραγματοποιηθεί. Το κράτος μέλος καθορίζει και ελέγχει τα δικαιολογητικά που πρέπει να συνοδεύουν την αίτηση αυτή και αποδεσμεύει τις εγγυήσεις που αντιστοιχούν στις σχετικές δαπάνες, το αργότερο κατά τη διάρκεια του δεύτερου μήνα μετά το μήνα υποβολής της αίτησης.

Άρθρο 12

Αίτηση κοινοτικής χρηματοδότησης

1.   Για τους σκοπούς της καταβολής της κοινοτικής χρηματοδότησης δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004, η οργάνωση φορέων υποβάλλει αίτηση χρηματοδότησης στον οργανισμό πληρωμών, πριν από μια ημερομηνία που καθορίζεται από το κράτος μέλος και, το αργότερο, τρεις μήνες μετά το τέλος κάθε έτους εκτέλεσης του οικείου προγράμματος εργασίας.

Το κράτος μέλος δύναται να καταβάλλει στις οργανώσεις φορέων το υπόλοιπο του ποσού της κοινοτικής χρηματοδότησης που αντιστοιχεί σε κάθε έτος εκτέλεσης του προγράμματος εργασίας, αφού εξακριβώσει, με βάση την έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 13 ή με επιτόπιο έλεγχο κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14, αν έχουν πραγματικά δαπανηθεί οι δύο δόσεις προκαταβολής που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2.

Καμία αίτηση κοινοτικής χρηματοδότησης που υποβάλλεται μετά την αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο ημερομηνία, δεν είναι παραδεκτή και τα ποσά που ενδεχομένως έχουν καταβληθεί στο πλαίσιο της κοινοτικής χρηματοδότησης του προγράμματος, επιστρέφονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17.

2.   Η αίτηση κοινοτικής χρηματοδότησης συντάσσεται σύμφωνα με υπόδειγμα που παρέχεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους. Για να είναι παραδεκτή, η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από:

α)

παραστατικά που δικαιολογούν:

i)

τις δαπάνες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος εργασίας (τιμολόγια και τραπεζικά έγγραφα που αποδεικνύουν τις αντίστοιχες πληρωμές),

ii)

κατά περίπτωση, την πραγματική καταβολή των χρηματοδοτικών συνεισφορών των φορέων και του σχετικού κράτους μέλους·

β)

έκθεση που περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

ακριβή περιγραφή των σταδίων του προγράμματος που υλοποιήθηκαν, με ανάλυση ανά τομέα δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 5,

ii)

κατά περίπτωση, την αιτιολόγηση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των αποκλίσεων μεταξύ των σταδίων του προγράμματος εργασίας που ενέκρινε το κράτος μέλος και των σταδίων του προγράμματος εργασίας που πράγματι υλοποιήθηκαν,

iii)

αξιολόγηση του προγράμματος εργασίας που υλοποιήθηκε, με βάση τους δείκτες που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο στ).

3.   Κάθε αίτηση χρηματοδότησης που δεν πληροί τους όρους των παραγράφων 1 και 2 απορρίπτεται. Η σχετική οργάνωση φορέων δύναται να υποβάλει νέα αίτηση χρηματοδότησης εντός προθεσμίας που καθορίζεται από το κράτος μέλος.

4.   Κάθε αίτηση που αφορά δαπάνες, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν πέραν των δύο μηνών μετά το τέλος της περιόδου εκτέλεσης του προγράμματος εργασίας, απορρίπτεται.

5.   Το αργότερο τρεις μήνες μετά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης χρηματοδότησης και των δικαιολογητικών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και μετά την εξέταση των δικαιολογητικών και τη διενέργεια των ελέγχων που αναφέρονται στο άρθρο 14, το κράτος μέλος καταβάλλει την οφειλόμενη κοινοτική χρηματοδότηση και, κατά περίπτωση, αποδεσμεύει την εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο ζ) ή στο άρθρο 11 παράγραφος 4.

Άρθρο 13

Έκθεση των οργανώσεων φορέων

1.   Από το έτος 2007, οι οργανώσεις φορέων υποβάλλουν, πριν από την 1η Μαΐου κάθε έτους, ετήσιες εκθέσεις για την εφαρμογή των προγραμμάτων εργασίας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Οι εν λόγω εκθέσεις αναφέρουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τα στάδια του προγράμματος εργασίας που υλοποιήθηκαν ή υλοποιούνται·

β)

τις βασικές τροποποιήσεις του προγράμματος εργασίας·

γ)

την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που έχουν ήδη επιτευχθεί, με βάση τους δείκτες που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο στ).

Για το τελευταίο έτος εκτέλεσης του προγράμματος εργασίας, οι εκθέσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο αντικαθίστανται από τελική έκθεση.

2.   Για τα προγράμματα εργασίας που διαρκούν λιγότερο από ένα έτος, η τελική έκθεση πρέπει να υποβάλλεται το αργότερο δύο μήνες μετά το τέλος της εκτέλεσης του προγράμματος.

3.   Η τελική έκθεση αποτελεί αξιολόγηση του προγράμματος εργασίας και περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

επεξήγηση του βαθμού στον οποίο επιτεύχθηκαν οι επιδιωκόμενοι με το πρόγραμμα στόχοι, βάσει τουλάχιστον των δεικτών που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και κάθε άλλου κατάλληλου κριτηρίου·

β)

επεξήγηση των τροποποιήσεων του προγράμματος εργασίας·

γ)

ενδεχομένως, ένδειξη των στοιχείων που πρόκειται να ληφθούν υπόψη κατά την εκπόνηση του επόμενου προγράμματος εργασίας.

Άρθρο 14

Επιτόπιοι έλεγχοι

1   Τα κράτη μέλη εξακριβώνουν αν τηρούνται οι όροι χορήγησης της κοινοτικής χρηματοδότησης, ιδίως ως προς τα ακόλουθα σημεία:

α)

την τήρηση των όρων έγκρισης·

β)

την εφαρμογή των εγκεκριμένων προγραμμάτων εργασίας, ιδίως των επενδυτικών μέτρων·

γ)

τις δαπάνες που πραγματοποιούνται σε σχέση με την αιτηθείσα χρηματοδότηση και τη χρηματοδοτική συνεισφορά των σχετικών φορέων.

2.   Η αρμόδια αρχή καταρτίζει σχέδια επιτόπιων ελέγχων που αφορούν δείγμα οργανώσεων φορέων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004. Η αρμόδια αρχή επιλέγει το δείγμα με ανάλυση κινδύνου, ώστε:

οι οργανώσεις παραγωγών και οι ενώσεις οργανώσεων παραγωγών να υποβάλλονται σε επιτόπιο έλεγχο τουλάχιστον μία φορά μετά την πληρωμή της προκαταβολής και πριν από την τελική πληρωμή της κοινοτικής χρηματοδότησης·

οι λοιπές οργανώσεις φορέων και οι διεπαγγελματικές οργανώσεις να υποβάλλονται σε έλεγχο ετησίως, κατά την περίοδο εκτέλεσης κάθε εγκεκριμένου προγράμματος εργασίας, εκτός εάν, κατά τη διάρκεια του έτους, εισέπραξαν προκαταβολή· στην περίπτωση αυτή, ο έλεγχος θα διενεργείται μετά την ημερομηνία πληρωμής της εν λόγω προκαταβολής.

Εάν από τους ελέγχους προκύψουν παρατυπίες, η αρμόδια αρχή διενεργεί συμπληρωματικούς ελέγχους κατά το τρέχον έτος και αυξάνει τον αριθμό των οργανώσεων φορέων που πρόκειται να ελεγχθούν το επόμενο έτος.

3.   Οι επιτόπιοι έλεγχοι είναι αιφνιδιαστικοί. Ωστόσο, για να διευκολύνεται η υλική οργάνωση των ελέγχων, επιτρέπεται η προειδοποίηση, που δεν υπερβαίνει τις 48 ώρες, της οργάνωσης φορέων που αποτελεί αντικείμενο του ελέγχου.

4.   Η αρμόδια αρχή ορίζει τις οργανώσεις φορέων που πρέπει να ελεγχθούν, με ανάλυση κινδύνου που βασίζεται στα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το ύψος της χρηματοδότησης του εγκεκριμένου προγράμματος εργασίας·

β)

το είδος των δραστηριοτήτων που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του προγράμματος εργασίας·

γ)

το βαθμό προόδου της εκτέλεσης των προγραμμάτων εργασίας·

δ)

τις διαπιστώσεις κατά τους επιτόπιους ελέγχους ή κατά τις εξακριβώσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης·

ε)

άλλα κριτήρια κινδύνου που καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

5.   Η διάρκεια κάθε επιτόπιου ελέγχου αντιστοιχεί στο βαθμό προόδου της εκτέλεσης του εγκεκριμένου προγράμματος εργασίας.

Άρθρο 15

Εκθέσεις ελέγχου

Για κάθε επιτόπιο έλεγχο συντάσσεται λεπτομερής έκθεση ελέγχου, η οποία περιλαμβάνει ιδίως:

α)

την ημερομηνία και τη διάρκεια του ελέγχου·

β)

κατάλογο των ατόμων που παρέστησαν στον έλεγχο·

γ)

κατάλογο των τιμολογίων που ελέγχθηκαν·

δ)

τα στοιχεία των τιμολογίων που επιλέχθηκαν από τα λογιστικά έγγραφα (μητρώο αγορών ή πωλήσεων και μητρώο ΦΠΑ, στα οποία είχαν καταχωριστεί τα τιμολόγια που επιλέχθηκαν)·

ε)

τα τραπεζικά έγγραφα που αποδεικνύουν τις πληρωμές των επιλεγέντων ποσών·

στ)

αναφορά των δραστηριοτήτων που είχαν ήδη υλοποιηθεί και αποτέλεσαν αντικείμενο επιτόπιας ειδικής ανάλυσης.

Άρθρο 16

Διορθώσεις και κυρώσεις

1.   Σε περίπτωση που η αναφερόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 3 ανάκληση της έγκρισης οφείλεται στο γεγονός ότι η οργάνωση φορέων αθέτησε υποχρεώσεις της εκ προθέσεως ή βαριάς αμελείας, η εν λόγω οργάνωση αποκλείεται από τη χρηματοδότηση για το σύνολο του προγράμματος εργασίας, επίσης δε, καταβάλλει στην αρμόδια αρχή το ισόποσο της χρηματοδότησης από την οποία αποκλείστηκε.

2.   Εάν μια δεδομένη δραστηριότητα δεν έχει υλοποιηθεί σύμφωνα με το πρόγραμμα εργασίας, η οργάνωση φορέων αποκλείεται από τη χρηματοδότηση για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Ο αποκλεισμός αυτός δεν εφαρμόζεται, εφόσον η οργάνωση φορέων έχει υποβάλει ακριβή πραγματικά στοιχεία ή μπορεί να αποδείξει με άλλον τρόπο ότι δεν συντρέχει υπαιτιότητά της.

3.   Όταν διαπιστώνονται παρατυπίες στην εφαρμογή του προγράμματος εργασίας, επιβάλλονται οι ακόλουθες κυρώσεις στις οργανώσεις φορέων:

α)

σε περίπτωση παρατυπίας εξ αμελείας, η οργάνωση φορέων:

i)

αποκλείεται από τη χρηματοδότηση για την αντίστοιχη δραστηριότητα·

ii)

καταβάλλει επίσης στην αρμόδια αρχή το ισόποσο της χρηματοδότησης από την οποία αποκλείστηκε·

β)

σε περίπτωση παρατυπίας εκ προθέσεως, συμπεριλαμβανομένης της ψευδούς δήλωσης, η οργάνωση φορέων:

i)

αποκλείεται από τη χρηματοδότηση για το σύνολο του προγράμματος εργασίας,

ii)

καταβάλλει επίσης στην αρμόδια αρχή ποσό το ισόποσο της χρηματοδότησης από την οποία αποκλείστηκε,

iii)

αποκλείεται από την κοινοτική χρηματοδότηση δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 865/2004 καθ’ όλη τη διάρκεια της επόμενης τριετούς περιόδου από εκείνη κατά την οποία διαπιστώθηκε η παρατυπία.

4.   Τα ποσά που προκύπτουν από την επιβολή διορθώσεων ή κυρώσεων βάσει του παρόντος άρθρου, καταβάλλονται στον οργανισμό πληρωμών και αφαιρούνται από τις δαπάνες που χρηματοδοτεί το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων.

Άρθρο 17

Ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών

1.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους ανακτά όλα τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά, προσαυξημένα, ενδεχομένως, με τους τόκους που υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

2.   Οι τόκοι υπολογίζονται:

α)

με βάση την περίοδο μεταξύ της πληρωμής και της επιστροφής από τον δικαιούχο·

β)

με το επιτόκιο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κυριότερες πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, το οποίο ίσχυε κατά την ημερομηνία της αχρεώστητης πληρωμής, προσαυξημένο κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες.

3.   Σε περίπτωση που ένα μέτρο εφαρμόστηκε σύμφωνα με το εγκεκριμένο πρόγραμμα εργασίας και, μεταγενέστερα, αποδείχθηκε ότι δεν είναι επιλέξιμο, το κράτος μέλος δύναται να αποφασίσει να καταβάλει την οφειλόμενη χρηματοδότηση ή να μην ανακτήσει τα ήδη καταβληθέντα ποσά, εάν η απόφαση αυτή επιτρέπεται σε ανάλογες περιπτώσεις χρηματοδότησης από τον εθνικό προϋπολογισμό και εφόσον η οργάνωση φορέων δεν ενήργησε εξ αμελείας ή εκ προθέσεως.

4.   Τα ποσά των ανακτήσεων ή πληρωμών στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου καταβάλλονται στον οργανισμό πληρωμών και αφαιρούνται από τις δαπάνες που χρηματοδοτεί το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων.

Άρθρο 18

Γνωστοποιήσεις από τα κράτη μέλη

1.   Το αργότερο στις 31 Ιανουαρίου 2006, τα κράτη μέλη παραγωγής ελαιολάδου γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα εθνικά μέτρα εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και, ειδικότερα, εκείνα που αφορούν:

α)

τους όρους έγκρισης των οργανώσεων φορέων, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2·

β)

τους πρόσθετους όρους που διευκρινίζουν τις επιλέξιμες δραστηριότητες και θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2·

γ)

τις κατευθύνσεις και της προτεραιότητες της ελαιοκομίας, που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α), και τους ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

δ)

τις λεπτομέρειες του καθεστώτος προκαταβολών που προβλέπεται στο άρθρο 11 και, ενδεχομένως, του καθεστώτος καταβολής των εθνικών χρηματοδοτήσεων·

ε)

τη διεξαγωγή των ελέγχων που προβλέπονται στο άρθρο 14 και την επιβολή των κυρώσεων και των διορθώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 16·

στ)

την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

2.   Το αργότερο την 1η Μαΐου κάθε έτους εκτέλεσης των εγκεκριμένων προγραμμάτων εργασίας, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τα στοιχεία που αφορούν:

α)

τις εγκεκριμένες οργανώσεις φορέων·

β)

τα προγράμματα εργασίας και τα χαρακτηριστικά τους, με ανάλυση ανά τύπο οργανώσεων φορέων, ανά τομέα δράσης και ανά περιφερειακή ζώνη·

γ)

το ύψος της χρηματοδότησης κάθε προγράμματος εργασίας·

δ)

το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα για την κοινοτική χρηματοδότηση ανά δημοσιονομικό έτος για τη συνολική διάρκεια των προγραμμάτων εργασίας.

3.   Το αργότερο στις 10 Σεπτεμβρίου κάθε έτους εκτέλεσης των εγκεκριμένων προγραμμάτων εργασίας, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η οποία αποτελείται τουλάχιστον από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τον αριθμό των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων εργασίας, τους δικαιούχους, τις ελαιοκομικές εκτάσεις, τα ελαιοτριβεία, τις εγκαταστάσεις μεταποίησης και τις αντίστοιχες ποσότητες ελαιολάδου και επιτραπέζιων ελιών·

β)

τα χαρακτηριστικά των δραστηριοτήτων που έχουν αναληφθεί σε κάθε τομέα δράσης·

γ)

τις αποκλίσεις μεταξύ των προβλεπόμενων δραστηριοτήτων και εκείνων που υλοποιήθηκαν και τις επιπτώσεις τους στο επίπεδο των δαπανών·

δ)

την περιγραφή και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, βάσει ιδίως των αξιολογήσεων των προγραμμάτων εργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο iii)·

ε)

τα στατιστικά στοιχεία των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15 και τις κυρώσεις ή διορθώσεις που επιβλήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 16·

στ)

τις δαπάνες ανά πρόγραμμα εργασίας και ανά τομέα δράσης, καθώς και τις χρηματοδοτικές συνεισφορές, κοινοτικές, εθνικές και των φορέων.

4.   Οι γνωστοποιήσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη.

Άρθρο 19

Μεταβατική διάταξη

1.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προκαταβάλουν την κοινοτική χρηματοδότηση για το πρώτο έτος εκτέλεσης του προγράμματος.

2.   Η προκαταβολή αυτή πρέπει να περιορίζεται αποκλειστικά στο ποσό που αντιστοιχεί στην κοινοτική χρηματοδότηση.

3.   Οι δαπάνες που προκύπτουν από την πληρωμή της προβλεπόμενης στην παράγραφο 2 προκαταβολής, δηλώνονται ως δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από τις 16 έως τις 31 Οκτωβρίου 2006.

Άρθρο 20

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1334/2002 καταργείται.

Ωστόσο, τα άρθρα 9, 10 και 11 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού εξακολουθούν να εφαρμόζονται στα προγράμματα δραστηριοτήτων που καλύπτουν την περίοδο εμπορίας 2004/05.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Δεκεμβρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 161 της 30.4.2004, σ. 97· διορθώθηκε στην ΕΕ L 206 της 9.6.2004, σ. 37.

(2)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 118/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 24 της 27.1.2005, σ. 15).

(3)  ΕΕ L 205 της 3.8.1985, σ. 5· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 673/2004 (ΕΕ L 105 της 14.4.2004, σ. 17).

(4)  ΕΕ L 195 της 24.7.2002, σ. 16· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1331/2004 (ΕΕ L 247 της 21.7.2004, σ. 5).

(5)  ΕΕ 172 της 30.9.1966, σ. 3025/66.

(6)  ΕΕ L 210 της 28.7.1998, σ. 32.


Top