EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 01990R1014-19981010

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1014/90 της Επιτροπής της 24ης Απριλίου 1990 περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής για τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1990/1014/1998-10-10

Κωδικοποιημένο ΚΕΙΜΕΝΟ: 31990R1014 — EL — 10.10.1998

1990R1014 — EL — 10.10.1998 — 008.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1014/90 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Απριλίου 1990

περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής για τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών

(ΕΕ L 105, 25.4.1990, p.9)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1180/91 της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 1991

  L 115

5

8.5.1991

►M2

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1781/91 της Επιτροπής της 19ης Ιουνίου 1991

  L 160

5

25.6.1991

►M3

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3458/92 της Επιτροπής της 30ής Νοεμβρίου 1992

  L 350

59

1.12.1992

►M4

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2675/94 της Επιτροπής της 3ης Νοεμβρίου 1994

  L 285

5

4.11.1994

 M5

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1712/95 της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 1995

  L 163

4

14.7.1995

►M6

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2626/95 της Επιτροπής της 10ης Νοεμβρίου 1995

  L 269

5

11.11.1995

►M7

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2523/97 της Επιτροπής της 16ης Δεκεμβρίου 1997

  L 346

46

17.12.1997

►M8

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2140/98 της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 1998

  L 270

9

7.10.1998


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 291, 7.10.1992, σ. 22  (1781/91)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1014/90 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Απριλίου 1990

περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής για τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών



Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτήρα και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών ( 1 ), και ιδίως το άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχείο στ)1.α), ζ), στοιχείο θ)1.δ), στοιχείο η)1.β), στοιχείο η) 2, στοιχείο ιβ)1 και στοιχείο 1η)1,

Εκτιμώντας:

ότι είναι αναγκαίο να θεσπιστούν οι απαραίτητοι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, προκειμένου να δοθούν οι απαραίτητες σχετικές διευκρινίσεις καθώς και οι συμπληρωματικοί κανόνες των αρχών που καθορίζονται στον προαναφερθέντα κανονισμό·

ότι, κατά τον καθορισμό των διευκρινίσεων και των συμπληρωματικών αυτών κανόνων, πρέπει κατ' αρχήν να τηρούνται τα κριτήρια που ελήφθησαν υπόψη κατά την έγκριση του ίδιου του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 ότι είναι επιπλέον σκόπιμο να χρησιμοποιούνται ως βάση οι παραδόσεις και χρήσεις στις διαφορετικές περιοχές της Κοινότητας, στο βαθμό που αυτό συμβιβάζεται με την ενιαία αγορά· ότι ένα άλλο κριτήριο πρέπει να αποτελεί η μέριμνα αποφυγής κάθε δυνατότητας συγχίσεως ως προς τις ενδείξεις που αναφέρονται στην ετικέτα καθώς και οι εγγυήσεις στον καταναλωτή της όσο το δυνατόν σαφέστερης και πληρέστερης πληροφορήσεως όσον αφορά την ετικέτα·

ότι ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των μεταβατικών διατάξεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3773/89 της Επιτροπής της 14ης Δεκεμβρίου 1989 για τον καθορισμό των μεταβατικών μέτρων σχετικά με τα αλκοολούχα ποτά ( 2

ότι τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Διαχείρισης Αλκοολούχων Ποτών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



Άρθρο 1

Κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 4 στοιχείο στ)1.α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, η αναλογία των οινολασπών που μπορούν να προστεθούν στα στέμφυλα σταφυλής για την παρασκευή αποστάγματος στεμφύλων σταφυλής είναι κατ' ανώτατο όριο 25 χιλιόγραμμα οινολασπών ανά 100 χιλιόγραμμα χρησιμοποιουμένων στεμφύλων σταφυλής. Η ποσότητα αλκοόλης που προέρχεται από τις οινολάσπες δεν πρέπει να υπερβαίνει το 35 % της συνολικής ποσότητας αλκοόλης στο τελικό προϊόν.

Άρθρο 2

Κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 4 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, το απόσταγμα στεμφύλων φρούτων είναι το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται αποκλειστικά με ζύμωση και απόσταξη, σε λιγότερο από 86 % vol, στεμφύλων φρούτων, με εξαίρεση τη σταφυλή. Επιτρέπεται η επαναπόσταξη στον ίδιο αλκοολικό τίτλο. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες είναι ίση με 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης σε 100 % vol.

Η ανώτατη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη είναι ίση με 1 500 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης σε 100 % vol.

Η ανώτατη περιεκτικότητα σε κυανιούχο ανυδρίτη είναι 10 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης σε 100 % vol όταν πρόκειται για απόσταγμα στεμφύλων φρούτων. Η ονομασία πωλήσεως των προϊόντων αυτών είναι «απόσταγμα στεμφύλων» που ακολουθείται από την ονομασία των εν λόγω φρούτων, η ονομασία πωλήσεως είναι «απόσταγμα στεμφύλων φρούτων».

Άρθρο 3

Κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 4 στοιχείο θ)1.δ) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, το όνομα του φρούτου μπορεί να αντικαταστήσει την ονομασία «απόσταγμα» που ακολουθείται από το όνομα του φρούτου μόνο στην περίπτωση των ακόλουθων φρούτων:

 κορόμηλα, (Prunus domestica L. var. syricaca),

 δαμάσκηνα, (Prunus domestica L.),

 quetsch, (Prunus domestica L.),

 κούμαρα, (Arbutus unedo L.),

 μήλα Golden Delicious.

Σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος ο τελικός καταναλωτής να μην είναι σε θέση να κατανοήσει εύκολα μια των εν λόγω ονομασιών, η ένδειξη «απόσταγμα» πρέπει να εμφαίνεται στην ετικέτα και να συμπληρώνεται, ενδεχομένως, με εξήγηση.

Άρθρο 4

Το αλκοολούχο ποτό που εμφαίνεται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχείο θ)2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 μπορεί να φέρει την ονομασία «απόσταγμα» ακολουθουμένη από το όνομα του φρούτου εάν υπάρχει στην ετικέτα η συμπληρωματική ένδειξη «ληφθέν με διαβροχή και απόσταξη».

Οι διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο αφορούν τα αλκοολούχα ποτά που λαμβάνονται από τα ακόλουθα φρούτα:

 μούρα, (Rubus fructicosus L.),

 φράουλες, (Fragaria L.),

 μυρτίλλες, (Vaccinium myrtillus L.),

 σμέουρα, (Rubus idaeus I;),

 φραγκοστάφυλα, (Ribes vulgare Lam.),

 καρποί τσαπουρνιάς, (Prunus spinosa L.),

 καρποί σουβριάς, (Sorbus domestica L.),

 cormes, (Sorbus domestica L.),

 houx, (Ilex cassine L.),

 alisier, (Sorbus torminalis l.),

 sureau, (Sambucus nigra L.),

 églantine, (rosa canina L.),

 μαύρα φραγκοστάφυλα, (Ribes nigrum L.).

▼M4

Οι διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο αφορούν τα αλκοολούχα ποτά που, στα υπερπόντια εδάφη και διαμερίσματα της Γαλλίας, λαμβάνονται, επίσης, από τα ακόλουθα φρούτα:

 Μπανάνα (Musa paradisiaca),

 Πασιφλόρα (Passiflora Edulis),

 Δαμάσκηνο Κυθήρων (Spondias Dulcis),

 Mombin (Spondias Mombin).

▼B

Άρθρο 5

Κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 4 στοιχείο λ)1.β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, η ποσότητα των φρούτων που χρησιμοποιήθηκαν είναι 5 χιλιόγραμμα κατ' ελάχιστο όριο ανά 20 λίτρα αλκοόλης σε 100 % vol που χρησιμοποιήθηκε.

▼M3

Άρθρο 6

1.  Σε εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 4 στοιχείο θ) σημείο 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 η ανώτατη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη των αποσταγμάτων φρούτων ανέρχεται σε 1 500 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης σε 100 % vol για τα αποστάγματα που λαμβάνονται από τα εξής φρούτα:

 δαμάσκηνα (Prunus domestica L.),

 κορόμηλα (Prunus domestica L. var syriaca),

 quetsch (Prunus domestica L.),

 μήλα (Malus domestica Borkh.),

 αχλάδια (Pyrus communis L.).

▼M6

2.  Η μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη των αποσταγμάτων φρούτων για τα φρούτα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζεται σε:

 1 350 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol από 1ης Ιανουαρίου 1998

 και

 1 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης 100 % vol από 1ης Ιανουαρίου 2000, πλην των αχλαδιών Williams (Pyrus communis Williams).

▼M6

3.  Τα κοινοτικά προϊόντα και τα εισαγόμενα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία εμφιαλώνονται κατά περίπτωση, πριν από την 1η Ιανουαρίου 1998 ή πριν από την 1η Ιανουαρίου του 2000, σύμφωνα με τις διατάξεις όσον αφορά την περιεκτικότητα σε μεθανόλη που ισχύουν πριν από τις ημερομηνίες αυτές, δύνανται να διατηρηθούν για πουληθούν, να τεθούν σε κυκλοφορία και να εξαχθούν μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

▼M7

4.  Σε εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 4 στοιχείο i) 1.β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, η ανώτατη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη των αποσταγμάτων από κόκκινα και μαύρα φραγκοστάφυλα (Ribes species), από Vogelbeerc (Sorbus aucuparia) και από Holunder (Sambucus nigra) καθορίζεται σε 1 350 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης σε 100 % vol και η ανώτατη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη των αποσταγμάτων από σμέουρα (Rubus idaeus L.) και από μούρα (Rubus fruciosus L.) σε 1 200 γραμμάρια ανά εκατόλιτρο αλκοόλης σε 100 % vol.

5.  Τα αποστάγματα φρούτων που αναφέρονται στην παράγραφο 4, που παρασκευάζονται στην Αυστρία και κατέχονται στο στάδιο της πώλησης στον τελικό καταναλωτή στις 31 Δεκεμβρίου 1997 και τα οποία συμφωνούν με τις διατάξεις όσον αφορά την ισχύουσα περιεκτικότητα σε μεθανόλη κατά την ημερομηνία αυτή στην Αυστρία, μπορούν να διατεθούν σε κυκλοφορία και να εξαχθούν μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.

▼B

Άρθρο 7

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχείο ιη) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, η ελάχιστη περιεκτικότητα σε ζάχαρο των 100 γραμμαρίων ανά λίτρο μειώνεται:

 σε 80 γραμμάρια ανά λίτρο για τα λικέρ γεντιανής που παράγονται αποκλειστικά με φυσικές αρωματικές ουσίες,

 σε 70 γραμμάρια ανά λίτρο για τα λικέρ κερασιού των οποίων η αλκοόλη είναι αποκλειστικά απόσταγμα κερασιών.

▼M1

Άρθρο 7α

Οι όροι που προστίθενται στην ονομασία πώλησης που περιλαμβάνει στο παράρτημα αφορούν τα προϊόντα που αναφέρονται σε αυτό.

Τα αλκοολούχα ποτά που δεν ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά που αφορούν τα προϊόντα που καθορίζονται στο παράρτημα, δεν δύνανται να λάβουν τις εν λόγω ονομασίες.

▼C1

Άρθρο 7β

▼M2

1.  Κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/90, μία γενική ονομασία που υπεισέρχεται στη σύνθεση συνθέτου όρου μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παρουσίαση αλκοολούχου ποτού μόνο εφόσον η αλκοόλη του ποτού αυτού προέρχεται αποκλειστικά από το αλκοολούχο ποτό, που αναφέρεται στο σύνθετο όρο.

2.  Εντούτοις, συναρτήσει της καταστάσεως που υπάρχει κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, μόνον οι ακόλουθοι σύνθετοι όροι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παρουσίαση των λικέρ που παρασκευάζονται στην Κοινότητα:

prune-brandy,

orange-brandy,

abricot-brandy,

cherry-brandy,

solbgerrom, που ονομάζεται επίσης blackcurrant rum.

3.  Όσον αφορά την ετικέτα και την παρουσίαση των λικέρ που αναφέρονται στην παράγραφο 2, οι σύνθετοι όροι πρέπει να εμφαίνονται στην ετικέτα στην ίδια σειρά με χαρακτήρες που έχουν τύπο, διαστάσεις και χρώμα ταυτόσημους και η ονομασία λικέρ πρέπει να εμφαίνεται σε άμεση γειτνίαση με χαρακτήρες διαστάσεων όχι μικροτέρων από εκείνους που χρησιμοποιούνται για τους σύνθετους όρους.

Επιπλέον, για τα λικέρ αυτά, εάν η αλκοόλη δεν προέρχεται από το αναφερόμενο αλκοολούχο ποτό, μια αναφορά ως προς τη φύση της χρησιμοποιηθείσας αλκοόλης πρέπει να εμφαίνεται επί της ετικέτας στο ίδιο οπτικό πεδίο με τις ενδείξεις αυτές. Η αναφορά αυτή εκφράζεται είτε με την ένδειξη της φύσης της χρησιμοποιηθείσας γεωργικής αλκοόλης είτε με την ένδειξη: «γεωργική αλκοόλη» της οποίας προηγούνται κάθε φορά, οι όροι «που παρασκευάσθηκε από …» ή «που επεξεργάσθηκε με τη βοήθεια …» ή «με βάση …».

▼M4

Άρθρο 7γ

Όταν ένα από τα αλκοολούχα ποτά που αναφέρονται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 αναμιγνύεται με:

 ένα ή περισσότερα αλκοολούχα ποτά που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 ή/και

 ένα ή περισσότερα προϊόντα απόσταξης γεωργικής προέλευσης,

η ονομασία πώλησης «αλκοολούχο» ή «αλκοολούχο ποτό» πρέπει να αναγράφεται χωρίς άλλους χαρακτηρισμούς στην ετικέτα, σε εμφανές σημείο, κατά τρόπο ευκρινή και ευανάγνωστο.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται όσον αφορά την περιγραφή και την παρουσίαση του προϊόντος που λαμβάνεται από το εν λόγω μείγμα εφόσον αυτό ανταποκρίνεται σε έναν από τους ορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 και με την επιφύλαξη του άρθρου 7β του παρόντος κανονισμού.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων που αφορούν την αναγραφή στην ετικέτα των συστατικών των αλκοολούχων ποτών βάσει της οδηγίας 79/112/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( 3 ) η ετικέτα και η παρουσίαση των προϊόντων που προκύπτουν από τα προαναφερόμενα μείγματα μπορεί μόνο να αναφέρουν έναν από τους γενικούς όρους του άρθρου 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 εφόσον αυτός δεν περιλαμβάνεται στην ονομασία πώλησης αλλά εμπίπτει στο ίδιο οπτικό πεδίο, στον κατάλογο που απαριθμεί όλα τα αλκοολούχα συστατικά που χρησιμοποιήθηκαν για το μείγμα, μαζί με την περιεκτικότητα καθενός από τα εν λόγω συστατικά, προηγουμένων των όρων «αλκοολούχο ποτό που προέρχεται από ανάμειξη». Το σύνολο των ενδείξεων αυτών πρέπει να αναγράφεται με ομοιόμορφους χαρακτήρες του ιδίου χρώματος με τους χαρακτήρες της ονομασίας πώλησης. Το ύψος των χαρακτήρων δεν μπορεί, ωστόσο, να υπερβαίνει το ήμισυ του ύψους των χαρακτήρων της ονομασίας πώλησης.

Το μέρος κάθε αλκοολικού συστατικού είναι ίσο με τον όγκο της καθαρής αλκοόλης που αντιπροσωπεύει στο συνολικό όγκο καθαρής αλκοόλης του μείγματος. Εκφράζεται σε «% vol» και αναγράφεται με φθίνουσα σειρά όσον αφορά τις ποσότητες που έχουν χρησιμοποιηθεί.

▼B

Άρθρο 8

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Μαΐου 1990.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

▼M1




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1.

«Vruchtenjenever» ή «Jenever met vruchten»: είναι είτε το λικέρ είτε άλλα αλκοολούχα ποτά:

 που λαμβάνονται είτε με αρωμάτωση «γεντιανής» με φρούτα ή φυτά ή/και τμήματα φρούτων ή φυτών, είτε με προσθήκη χυμού φρούτων ή/και απόσταγμα ή απόσταγμα συμπυκνωμένων αρωμάτων που προέρχονται από φρούτα ή φυτά,

 η αρωμάτιση μπορεί να συμπληρωθεί με την προσθήκη φυσικών αρωματικών ουσιών ή/και που είναι όμοιες με τις φυσικές ουσίες,

 ενδεχομένως με προσθήκη ζάχαρης,

 που έχουν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του εν λόγω φρούτου,

 που έχουν ελάχιστο αλκοολικό τίτλο 20 % vol.

Το όνομα του συγκεκριμένου φρούτου δύναται να αντικαταστήσει τον όρο «vruchten».

2.

«Berenburg» ή «Beerenburg»: το αλκοολούχο ποτό:

 που λαμβάνεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης,

 που λαμβάνεται από διαβροχή φρούτων ή φυτών ή/και τμημάτων φρούτων ή φυτών,

 που περιέχει ως ειδικό άρωμα το απόσταγμα ριζών γεντιανής (Lutea gentiane L.) και καρπών αρκεύθου (Juniperous communis L.) και φρούτων δάφνης (Laurus nobilis L.),

 με χρώμα ανοιχτό φαιό έως σκούρο φαιό,

 ενδεχομένως με προσθήκη ζάχαρης, κατά μέγιστο όρο 20 γραμμάρια ανά λίτρο που εκφράζονται σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη,

 με ελάχιστο αλκοολικό τίτλο 30 % vol.

3.

«Guignolet»:

το λικέρ που λαμβάνεται από διαβροχή κερασιών σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης.

4.

«Punch au rhum»:

το λικέρ, η περιεκτικότητα του οποίου σε αλκοόλη προέρχεται από την αποκλειστική χρήση του «rhum».

5.

«Pastis de Marseille»:

το είδος του pastis, η περιεκτικότητα του οποίου σε ανεθόλη ανέρχεται σε 2 γραμμάρια ανά λίτρο και έχει αλκοολικό τίτλο 45 % vol.

6.

«Sloe Gin»:

το λικέρ το οποίο λαμβάνεται από διαβροχή δαμασκήνων σε gin, ενδεχομένως με προσθήκη χυμού δαμασκήνων:

 λαμβάνεται με αρωμάτιση μόνο από φυσικές αρωματικές ουσίες,

 με ελάχιστο αλκοολικό τίτλο 25 % vol.

7.

«Topinabur»:

το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται από ζύμωση και απόσταξη tubercules de topinambur (Helianthus tuberosus L.) και με ελάχιστοο αλκοολικό τίτλο 38 % vol.

8.

«Hefebrand»:

το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται αποκλειστικά από απόσταξη οινολάσπης ή οινολάσπη φρούτων που έχουν υποστεί ζύμωση. Ο ελάχιστος αλκοολικός τίτλος είναι 38 % vol. Ο όρος «Hefebrand» συμπληρώνεται με την ονομασία της πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται.

9.

«Sambuca»:

το άχρωμο λικέρ που αρωματίζεται με άνισο:

 περιέχει απόσταγμα πράσινου ανίσου (Pimpinella anisum L.) ή/και ανίσου του αστεροειδούς (Illicum verum L.) και ενδεχομένως άλλα αρωματικά χόρτα,

 με ελάχιστο αλκοολικό τίτλο 38 % vol,

 με περιεκτικότητα σε σάκχαρα όχι κατώτερη από 350 γραμμάρια ανά λίτρο, που εκφράζεται σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη,

 με περιεκτικότητα σε φυσική ανηθόλη όχι κατώτερη από 1 γραμμάριο ανά λίτρο και όχι ανώτερη από 2 γραμμάρια ανά λίτρο.

10.

«Mistrà»:

το άχρωμο αλκοολούχο ποτό που αρωματίζετι με άνισο ή με φυσική ανηθόλη,

 με περιεκτικότητα σε ανηθόλη όχι κατώτερη από 1 γραμμάριο ανά λίτρο και όχι ανώτερη από 2 γραμμάρια ανά λίτρο,

 ενδεχομένως με προσθήκη αποστάγματος αρωματικών χόρτων,

 με αλκοολικό τίτλο όχι κατώτερο από 40 % vol και όχι ανώτερο από 47 % vol,

 άνευ προσθήκης σακχάρων.

11.

«Maraschino» ή «Marrasquino»:

 το άχρωμο λικέρ του οποίου η αρωμάτιση λαμβάνεται κυρίως με τη χρήση αποστάγματος μαράσκου ή/και του αποστάγματος ή του προϊόντος διαβροχής σε αλκοόλη κερασιών ή/και του προϊόντος διαβροχής σε αλκοόλη του φρούτου αυτού:

 με ελάχιστο αλκοολικό τίτλο 24 % vol,

 με ελάχιστη περιεκτικότητα σε σάκχαρα 250 γραμμάρια ανά λίτρο, που εκφράζεται σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη.

12.

«Nocino»:

 το λικέρ η αρωμάτιση του οποίου λαμβάνεται κυρίως με απόσταξη ή/και διαβροχή ολοκλήρων ημικαρύων (Juglans regia L.):

 με ελάχιστο αλκοολικό τίτλο 30 % vol,

 με ελάχιστη περιεκτικότητα σε σάκχαρα 100 γραμμάρια ανά λίτρο που εκφράζεται σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη.

▼M8

13.

«Bierbrand» ή «Eau de vie de bière»: το αλκοολούχο ποτό:

 που λαμβάνεται αποκλειστικά από την απευθείας απόσταξη φρέσκιας μπίρας αλκομετρικού βαθμού χαμηλοτέρου από 86 % vol εις τρόπον ώστε το λαμβανόμενο απόσταγμα να παρουσιάζει τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά της μπίρας,

 που έχει ελάχιστο αλκοολικό ογκομετρικό τίτλο 38 % vol για να μπορεί να παραδοθεί στην άμεση ανθρώπινη κατανάλωση στην Κοινότητα.



( 1 ) ΕΕ αριθ. L 160 της 12. 6. 1989, σ. 1.

( 2 ) ΕΕ αριθ. L 365 της 15. 12. 1989, σ. 48.

( 3 ) ΕΕ αριθ. L 33 της 8. 2. 1979, σ. 1.

Top