EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 01975R1365-20050804

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1365/75 του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 1975 περί της δημιουργίας Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για την βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως και εργασίας

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1975/1365/2005-08-04

1975R1365 — EL — 04.08.2005 — 007.002


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1365/75 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Μαΐου 1975

περί της δημιουργίας Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για την βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως και εργασίας

(ΕΕ L 139 της 30.5.1975, σ. 1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

 M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1947/93 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 30ής Ιουνίου 1993

  L 181

13

23.7.1993

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1649/2003 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Ιουνίου 2003

  L 245

25

29.9.2003

►M3

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1111/2005 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 24ης Ιουνίου 2005

  L 184

1

15.7.2005


Τροποποιείται από:

 A1

ΠΡΆΞΗ περί των όρων προσχωρήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των συνθηκών

  L 291

17

19.11.1979

 A2

ΠΡΆΞΗ για τους όρους προσχώρησης του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας και για τις προσαρμογές των συνθηκών

  L 302

23

15.11.1985

 A3

ΠΡΆΞΗ περί των όρων προσχωρήσεως του Βασιλείου της Νορβηγίας, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας και των προσαρμογών των συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ένωση

  C 241

21

29.8.1994

 

  L 001

1

..

 A4

ΠΡΆΞΗ περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση

  L 236

33

23.9.2003




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1365/75 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Μαΐου 1975

περί της δημιουργίας Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για την βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως και εργασίας



Άρθρο 1

Συνιστάται Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως και εργασίας, στο εξής ονομαζόμενο «ίδρυμα».

Άρθρο 2

1.  Σκοπός του ιδρύματος είναι να συμβάλλει στο σχεδιασμό και στην καθιέρωση καλυτέρων συνθηκών διαβιώσεως και εργασίας αναπτύσσοντας δράση που αποβλέπει στην ανάπτυξη και στη διάδοση καταλλήλων γνώσεων για την υποβοήθηση αυτής της εξελίξεως.

2.  Απ' αυτή την άποψη, καθήκον του ιδρύματος είναι να αναπτύσσει και να εμβαθύνει υπό το φως της πρακτικής εμπειρίας, κάθε σκέψη που αφορά τη βελτίωση του επιπέδου διαβιώσεως και των συνθηκών εργασίας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα καθώς και να αναζητά τους παράγοντες, οι οποίοι επιφέρουν μια τέτοια αλλαγή. Κατά την εκπλήρωση της αποστολής του, το ίδρυμα λαμβάνει υπόψη την πολιτική της Κοινότητος σ' αυτό τον τομέα και διαφωτίζει τα όργανα της Κοινότητος σχετικά με τους προβλεπομένους στόχους και κατευθύνσεις διαβιβάζοντας σ' αυτά κυρίως επιστημονικές πληροφορίες και τεχνικά στοιχεία.

3.  Στο πλαίσιο βελτιώσεως των συνθηκών διαβιώσεως και εργασίας, το ίδρυμα ασχολείται πιο συγκεκριμένα με τα ακόλουθα θέματα καθορίζοντας τις προτεραιότητες, οι οποίες πρέπει να τηρηθούν:

 τις συνθήκες εργασίας του ανθρώπου,

 την οργάνωση της εργασίας και κυρίως τον σχεδιασμό των χώρων εργασίας,

 τα ειδικά προβλήματα για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων,

 τις μακροπρόθεσμες προοπτικές βελτιώσεις του περιβάλλοντος,

 την κατανομή των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων στο χώρο και χρόνο.

Άρθρο 3

1.  Για την εκπλήρωση της αποστολής του, το ίδρυμα ευνοεί την ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών σ' αυτούς τους τομείς και, αν παρίσταται ανάγκη, καθιερώνει σύστημα πληροφοριών προφορικά και με έγγραφα στοιχεία. Δύναται ιδίως:

α) να διευκολύνει τις επαφές μεταξύ πανεπιστημίων, ιδρυμάτων μελέτης και ερεύνης, διοικήσεων και οργανισμών οικονομικής και κοινωνικής φύσεως και να ενθαρρύνει τη συντονισμένη στο θέμα αυτό δραστηριότητά τους·

β) να δημιουργεί ομάδες εργασίας·

γ) να συνάπτει συμβάσεις μελετών, να λαμβάνει μέρος στην εκπόνηση των μελετών, να προωθεί και να παρέχει βοήθεια για την πραγματοποίηση των πειραματικών προτύπων και όπου απαιτείται να διεξάγει αυτό το ίδιο ορισμένες μελέτες·

δ) να οργανώνει μαθήματα, διαλέξεις και σεμινάρια.

▼M3

2.  Το Ίδρυμα συνεργάζεται κατά το δυνατό στενότερα με ειδικευμένα ινστιτούτα, ιδρύματα και οργανισμούς στα κράτη μέλη και σε διεθνές επίπεδο. Ιδίως, το Ίδρυμα εξασφαλίζει την κατάλληλη συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία, με την επιφύλαξη των δικών του στόχων.

▼B

Άρθρο 4

1.  Το ίδρυμα είναι οργανισμός μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Σε όλα τα Κράτη μέλη έχει την πιο ευρεία νομική ικανότητα, η οποία αναγνωρίζεται στα νομικά πρόσωπα.

2.  Η έδρα του ιδρύματος ορίζεται στην Ιρλανδία.

▼M3

Άρθρο 5

Οι δομές διοίκησης και διαχείρισης του Ιδρύματος περιλαμβάνουν:

α) διοικητικό συμβούλιο·

β) προεδρείο·

γ) διευθυντή και αναπληρωτή διευθυντή.

Άρθρο 6

1.  Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από:

α) ένα μέλος που εκπροσωπεί την κυβέρνηση κάθε κράτους μέλους·

β) ένα μέλος που εκπροσωπεί τις οργανώσεις των εργοδοτών από κάθε κράτος μέλος·

γ) ένα μέλος που εκπροσωπεί τις οργανώσεις των εργαζομένων από κάθε κράτος μέλος·

δ) τρία μέλη που εκπροσωπούν την Επιτροπή.

2.  Τα μέλη που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 1 διορίζονται από το Συμβούλιο με βάση ένα μέλος για κάθε κράτος μέλος και για καθεμία από τις προαναφερθείσες κατηγορίες. Το Συμβούλιο διορίζει, παράλληλα, υπό τους ίδιους όρους με τα μέλη, αναπληρωματικό μέλος που θα παρίσταται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου μόνον όταν απουσιάζει το μέλος.

Η Επιτροπή διορίζει τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη που την αντιπροσωπεύουν με γνώμονα την ισόρροπη εκπροσώπηση μεταξύ ανδρών και γυναικών.

Κατά την υποβολή των καταλόγων των υποψηφίων, τα κράτη μέλη, οι οργανώσεις των εργοδοτών και οι οργανώσεις των εργαζομένων, μεριμνούν ώστε να εξασφαλίζεται η ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών στη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου.

Το Συμβούλιο δημοσιεύει τον κατάλογο των μελών του διοικητικού συμβουλίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην ιστοσελίδα του Ιδρύματος.

3.  Η διάρκεια της θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι τριετής. Η θητεία μπορεί να ανανεώνεται.

Μετά τη λήξη της θητείας τους ή σε περίπτωση παραίτησης, τα μέλη παραμένουν εν υπηρεσία έως την ανανέωση του διορισμού τους ή την αντικατάστασή τους.

4.  Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει τον πρόεδρό του και τρεις αντιπροέδρους, έναν από κάθε μία εκ των τριών ομάδων που αναφέρονται στην παράγραφο 7 και έναν εκ των αντιπροσώπων της Επιτροπής, προκειμένου να υπηρετήσουν για περίοδο ενός έτους, που μπορεί να ανανεωθεί.

5.  Ο πρόεδρος συγκαλεί το διοικητικό συμβούλιο τουλάχιστον μία φορά ετησίως. Ο πρόεδρος συγκαλεί συμπληρωματικές συνεδριάσεις έπειτα από αίτημα τουλάχιστον του ενός τρίτου των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

6.  Οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του.

7.  Εντός του διοικητικού συμβουλίου, οι αντιπρόσωποι των κυβερνήσεων, των οργανώσεων των εργαζομένων και των οργανώσεων των εργοδοτών, συγκροτούν από μία ομάδα. Κάθε ομάδα διορίζει συντονιστή ο οποίος συμμετέχει στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου. Οι συντονιστές της ομάδας των εργαζομένων και της ομάδας των εργοδοτών είναι αντιπρόσωποι των αντίστοιχων οργανώσεών τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι συντονιστές οι οποίοι δε διορίζονται μέλη του διοικητικού συμβουλίου κατά την έννοια της παραγράφου 1, συμμετέχουν στις συνεδριάσεις χωρίς δικαίωμα ψήφου.

8.  Το διοικητικό συμβούλιο συγκροτεί προεδρείο, το οποίο αριθμεί ένδεκα μέλη. Το προεδρείο απαρτίζεται από τον πρόεδρο και τους τρεις αντιπροέδρους του διοικητικού συμβουλίου, έναν συντονιστή ανά ομάδα, που αναφέρεται στην παράγραφο 7, και έναν ακόμα αντιπρόσωπο από κάθε ομάδα και από την Επιτροπή. Κάθε ομάδα δύναται να ορίζει έως τρία αναπληρωματικά μέλη, τα οποία παρίστανται στις συνεδριάσεις του προεδρείου, όταν απουσιάζουν τα τακτικά μέλη.

9.  Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει τον ετήσιο αριθμό των συνεδριάσεων του προεδρείου. Ο πρόεδρος συγκαλεί πρόσθετες συνεδριάσεις του προεδρείου έπειτα από αίτημα των μελών του.

10.  Οι αποφάσεις του προεδρείου λαμβάνονται με συναίνεση. Σε περίπτωση που δεν επιτυγχάνεται συναίνεση, το προεδρείο παραπέμπει το σχετικό θέμα στο διοικητικό συμβούλιο για τη λήψη απόφασης.

11.  Το διοικητικό συμβούλιο ενημερώνεται πλήρως και εγκαίρως σχετικά με τις δραστηριότητες και τις αποφάσεις του προεδρείου.

▼B

Άρθρο 7

▼M3

1.  Το διοικητικό συμβούλιο διοικεί το Ίδρυμα, του οποίου καθορίζει τις κατευθύνσεις. Βάσει σχεδίου το οποίο υποβάλλεται από το διευθυντή, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα και το τετραετές κυλιόμενο πρόγραμμα εργασίας, σε συμφωνία με την Επιτροπή.

2.  Αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό, στον οποίο καθορίζονται οι πρακτικές ρυθμίσεις για τις εργασίες του. Ο εσωτερικός κανονισμός διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, προς ενημέρωση. Ωστόσο, το Συμβούλιο δύναται, εντός προθεσμίας τριών μηνών από την ημερομηνία που του διαβιβάσθηκε ο εσωτερικός κανονισμός και με απλή πλειοψηφία, να τροποποιήσει τον εσωτερικό κανονισμό του.

▼B

3.  Αποφασίζει επί της αποδοχής οποιουδήποτε κληροδοτήματος, δωρεάς και επιχορηγήσεως που προέρχονται από άλλες πηγές της Κοινότητος.

▼M3

4.  Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του διευθυντή που ορίζονται στα άρθρα 8 και 9, το προεδρείο, κατ’ εντολή του διοικητικού συμβουλίου, παρακολουθεί την εφαρμογή των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου και λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ορθή διοίκηση του Ιδρύματος μεταξύ των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να μην εκχωρήσει στο προεδρείο τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθρα 12 και 15.

▼B

Άρθρο 8

1.  Ο διευθυντής και ο αναπληρωτής διευθυντής του ιδρύματος διορίζονται από την Επιτροπή βάσει ενός καταλόγου υποψηφίων που υποβάλλεται από το διοικητικό συμβούλιο.

2.  Ο διευθυντής και ο αναπληρωτής διευθυντής είναι προσωπικότητες, οι οποίες επιλέγονται λόγω των προσόντων τους και οι οποίες παρέχουν εχέγγυα ανεξαρτησίας.

3.  Ο διευθυντής και ο αναπληρωτής διευθυντής διορίζονται για περίοδο πέντε ετών, κατ' ανώτατο όριο. Η θητεία τους δύναται να ανανεώνεται.

▼M3

Άρθρο 9

1.  Ο διευθυντής είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση του Ιδρύματος καθώς και για την εφαρμογή των αποφάσεων και των προγραμμάτων που εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο και το προεδρείο. Ο διευθυντής εκπροσωπεί νομικά το Ίδρυμα.

2.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 1, ο διευθυντής ασκεί τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1.

3.  Ο διευθυντής προετοιμάζει τις εργασίες του διοικητικού συμβουλίου και του προεδρείου. Ο διευθυντής ή ο αναπληρωτής διευθυντής ή και οι δύο, συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου και του προεδρείου.

4.  Ο διευθυντής υποβάλλει αναφορά στο διοικητικό συμβούλιο για τη λειτουργία του Ιδρύματος.

Άρθρο 10

Κατόπιν προτάσεως του διευθυντή, το διοικητικό συμβούλιο δύναται να επιλέξει ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες και να ζητήσει τη γνώμη τους για ειδικά θέματα σε σχέση με το τετραετές κυλιόμενο πρόγραμμα και το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας.

▼M3 —————

▼B

Άρθρο 12

▼M3

1.  Ο διευθυντής καταρτίζει ετήσιο πρόγραμμα εργασίας πριν από την 1η Ιουλίου κάθε έτους με βάση τις κατευθύνσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7. Το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας αποτελεί μέρος του τετραετούς κυλιόμενου προγράμματος. Τα σχέδια στο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας συνοδεύονται από εκτίμηση των αναγκαίων δαπανών.

Κατά τον καθορισμό των προγραμμάτων, ο διευθυντής λαμβάνει υπόψη τις γνώμες των κοινοτικών οργάνων και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

▼B

Για το σκοπό αυτό και για να αποφευχθεί η διπλή απασχόληση, τα όργανα της Κοινότητος και η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ανακοινώνουν στο ίδρυμα τις ανάγκες τους καθώς και στο μέτρο του δυνατού τις μελέτες και τις εργασίες που αποτελούν μέρος των δραστηριοτήτων τους.

▼M3

2.  Ο διευθυντής διαβιβάζει τα προγράμματα στο διοικητικό συμβούλιο προς έγκριση.

▼M2

Άρθρο 13

1.  Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την ετήσια έκθεση επί των δραστηριοτήτων και των προοπτικών του ιδρύματος και τη διαβιβάζει στις 15 Ιουνίου το αργότερο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο.

2.  Το ίδρυμα διαβιβάζει κατ' έτος στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με τα πορίσματα των διαδικασιών αξιολόγησης.

Άρθρο 14

1.  Όλα τα έσοδα και οι δαπάνες του ιδρύματος αποτελούν αντικείμενο προβλέψεων για κάθε οικονομικό έτος, που συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του ιδρύματος, ο οποίος περιλαμβάνει και πίνακα προσωπικού.

2.  Ο προϋπολογισμός του ιδρύματος είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

Άρθρο 15

1.  Κάθε έτος, το διοικητικό συμβούλιο, βάσει σχεδίου που καταρτίζεται από τον διευθυντή, συντάσσει κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών του ιδρύματος για το επόμενο οικονομικό έτος. Αυτή η κατάσταση προβλέψεων, που συμπεριλαμβάνει σχέδιο του πίνακα προσωπικού, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή στις 31 Μαρτίου το αργότερο.

2.  Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (που καλούνται εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.  Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιδότησης από το γενικό προϋπολογισμό, καταθέτει δε το προσχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 272 της συνθήκης.

4.  Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τις πιστώσεις στο πλαίσιο της επιδότησης που προορίζεται για το ίδρυμα.

Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού του ιδρύματος.

5.  Ο προϋπολογισμός του ιδρύματος εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την οριστική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προσαρμόζεται, ενδεχομένως, σύμφωνα με αυτόν τον τελευταίο.

6.  Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί το συντομότερο δυνατόν στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η απόκτηση ακινήτων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του για διατύπωση γνώμης, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο διοικητικό συμβούλιο εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.

Άρθρο 16

1.  Οι δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο ίδρυμα εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο, έπειτα από διαβούλευση με την Επιτροπή. Οι διατάξεις αυτές μπορούν να αποκλίνουν από το δημοσιονομικό κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( 1 ), μόνον εάν το απαιτούν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας του ιδρύματος και με προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.

2.  Ο διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό του ιδρύματος.

3.  Ο υπόλογος του ιδρύματος κοινοποιεί στον υπόλογο της Επιτροπής, το αργότερο την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

4.  Ο υπόλογος της Επιτροπής, το αργότερο στις 31 Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τους προσωρινούς λογαριασμούς του ιδρύματος, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους. Η έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5.  Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε σχέση με τους προσωρινούς λογαριασμούς του ιδρύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ο διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει για διατύπωση γνώμης στο διοικητικό συμβούλιο.

6.  Το διοικητικό συμβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του για τους οριστικούς λογαριασμούς του ιδρύματος.

7.  Ο διευθυντής διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο αυτούς τους οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου, το αργότερο την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε.

8.  Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται

9.  Ο διευθυντής του ιδρύματος αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του στις 30 Σεπτεμβρίου το αργότερο. Επίσης, αποστέλλει αυτή την απάντηση στο διοικητικό συμβούλιο.

10.  Ο διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ' αίτησή του, όπως προβλέπεται από το άρθρο 146 παράγραφος 3 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής του συγκεκριμένου οικονομικού έτους.

11.  Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει έως της 30ή Απριλίου του έτους N + 2 στην απαλλαγή του διευθυντή του ιδρύματος για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N.

▼M3

Άρθρο 17

1.  Το προσωπικό του Ιδρύματος που προσλαμβάνεται μετά τις 4 Αυγούστου 2005, υπόκειται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή στο καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΚΕΛΥ) όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 ( 2 ). Ισχύει το τμήμα 2 του παραρτήματος ΧΙΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

2.  Όλες οι συμβάσεις εργασίας που συνάπτονται από το Ίδρυμα και το προσωπικό του δυνάμει του κανονισμού (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1860/76 ( 3 ) πριν από τις 4 Αυγούστου 2005, θεωρούνται ότι έχουν συναφθεί δυνάμει του άρθρου 2 στοιχείο α) του ΚΕΛΥ. Οι διατάξεις των τμημάτων 1, 3 και 4, εξαιρέσει του άρθρου 22 παράγραφος 2 του παραρτήματος ΧΙΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ισχύουν για τις εν λόγω συμβάσεις από την αυτή ημερομηνία.

Τα μέλη του προσωπικού έχουν δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης κατά την αυτή ημερομηνία και δεν υποχρεούνται να τηρούν την περίοδο προειδοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 45 του κανονισμού (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1860/76. Όσον αφορά την αποζημίωση κατά την καταγγελία της σύμβασης και το επίδομα ανεργίας, η εν λόγω καταγγελία σύμβασης θεωρείται αποτέλεσμα ενέργειας του Ιδρύματος.

3.  Το Ίδρυμα ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του, τις εξουσίες που ανατίθενται, κατά περίπτωση, στην αρμόδια για τους διορισμούς ή για τις συμβάσεις αρχή.

4.  Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει, σε συμφωνία με την Επιτροπή, τους κατάλληλους εκτελεστικούς κανόνες.

▼B

Άρθρο 18

Τα μέλη του διοικητικοΰ συμβουλίου, ο διευθυντής, ο αναπληρωτής διευθυντής και τα μέλη του προσωπικού καθώς και κάθε πρόσωπο που μετέχει στις δραστηριότητες του ιδρύματος υποχρεούνται να μην διαδίδουν ακόμη και μετά το πέρας των καθηκόντων τους τις πληροφορίες, οι οποίες από τη φύση τους καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

▼M2

Άρθρο 18a

1.  Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής ( 4 ), εφαρμόζεται στα έγγραφα που έχει στην κατοχή του το ίδρυμα.

2.  Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει τους πρακτικούς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εντός προθεσμίας έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1649/2003 του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1365/75 περί της δημιουργίας Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1417/76 ( 5 ).

3.  Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το ίδρυμα στο πλαίσιο του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 επιδέχονται καταγγελίας στον διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 195 και 230 της συνθήκης, αντίστοιχα.

▼B

Άρθρο 19

Το γλωσσικό καθεστώς των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται και στο ίδρυμα.

Άρθρο 20

Το πρωτόκολλο επί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται και στο ίδρυμα.

Άρθρο 21

1.  Η συμβατική ευθύνη του ιδρύματος διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στην συγκεκριμένη σύμβαση.

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να αποφαίνεται βάσει διαιτητικής ρήτρας που περιέχεται σε σύμβαση που έχει συναφθεί από το ίδρυμα.

2.  Στην περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης, το ίδρυμα πρέπει σύμφωνα προς τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των Κρατών μελών, να επανορθώνει τις ζημιές που προκλήθηκαν από το ίδρυμα ή από υπαλλήλους του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να επιλύσει τις διαφορές σχετικά με την αποκατάσταση των ζημιών αυτών.

3.  Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι του ιδρύματος ρυθμίζεται από τις διατάξεις τις σχετικές με το προσωπικό του ιδρύματος.

Άρθρο 22

Κάθε πράξη του ιδρύματος ρητή ή σιωπηρή υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής από κάθε Κράτος μέλος, από κάθε μέλος του διοικητικοΰ συμβουλίου, ή από τρίτο, τον οποίο η πράξη αφορά αμέσως και ατομικώς, προς το σκοπό ελέγχου της νομιμότητός της.

Η προσφυγή προς την Επιτροπή πρέπει να γίνει εντός προθεσμίας δέκα πέντε ημερών από της ημέρας, κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση της προσβαλλομένης πράξεως.

Η Επιτροπή αποφασίζει εντός προθεσμίας ενός μηνός. Η έκδοση αποφάσεως εντός αυτής της προθεσμίας θεωρείται σιωπηρή απορριπτική απόφαση.

Άρθρο 23

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει σε κάθε Κράτος μέλος.



( 1 ) EE L 357 της 31.12.2002, σ. 72 με διορθωτικό στην ΕΕ L 2 της 7.1.2003, σ. 39.

( 2 ) ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 31/2005 (ΕΕ L 8 της 12.1.2005, σ. 1).

( 3 ) Κανονισμός (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1860/76 του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1976, περί καθορισμού του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο προσωπικό του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Όρων Διαβιώσεως και Εργασίας (ΕΕ L 214 της 6.8.1976, σ. 24· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 680/87 (ΕΕ L 72 της 14.3.1987, σ. 15).

( 4 ) EE L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

( 5 ) ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 25.

Top