EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Γενικοί προσανατολισμοί των οικονομικών πολιτικών (1997)

Legal status of the document This summary has been archived and will not be updated, because the summarised document is no longer in force or does not reflect the current situation.

Γενικοί προσανατολισμοί των οικονομικών πολιτικών (1997)

1) ΣΤΟΧΟΣ

Να διασφαλιστεί στενότερος συντονισμός των οικονομικών πολιτικών και σταθερή σύγκλιση των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών και της Κοινότητας.

2) ΠΡΑΞΗ

Σύσταση του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Κοινότητας [Επίσημη Εφημερίδα L 209 της 2.8.1997].

3) ΣΥΝΟΨΗ

Σε μια κατάσταση συγκρατημένης οικονομικής ανάκαμψης, η προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί σε δύο καθοριστικής σημασίας ζητήματα:

  • στην σημαντική μείωση της ανεργίας·
  • στη συνέχιση των προσπαθειών σταθεροποίησης των τιμών και δημοσιονομικής εξυγίανσης ώστε όσο το δυνατόν περισσότερα κράτη μέλη να είναι σε θέση να συμμετάσχουν στο ενιαίο νόμισμα από την 1η Ιανουαρίου 1999.

Στον μακροοικονομικό τομέα, οι γενικοί προσανατολισμοί επιβεβαιώνουν ότι η κοινή στρατηγική θα πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσεται βάσει των τριών ακόλουθων στοιχείων:

  • νομισματική πολιτική προσανατολισμένη προς τη σταθερότητα·
  • συνεχείς προσπάθειες για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών·
  • εξέλιξη των ονομαστικών μισθών συμβατή με τη σταθερότητα των τιμών· εξέλιξη των πραγματικών μισθών κατώτερη από την αύξηση της παραγωγικότητας, ώστε να ενισχυθεί η αποδοτικότητα των επενδύσεων.

Όσο συνεπέστερα είναι τα δημοσιονομικά μέτρα και οι δημοσιονομικές εξελίξεις προς το σταθεροποιητικό ρόλο της νομισματικής πολιτικής, τόσο θετικότερη θα είναι η συμβολή των νομισματικών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των μακροπρόθεσμων επιτοκίων, στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση.

Σημαντική πρόοδος επιτεύχθηκε στον τομέα της σταθερότητας των τιμών και της σύγκλισης των δεικτών πληθωρισμού. Τον Απρίλιο του 1997, σε 14 κράτη μέλη ο πληθωρισμός ήταν κατώτερος ή ίσος του 2%. Το επίπεδο αυτό έπρεπε να διατηρηθεί. Η Ελλάδα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για να επιτύχει τους στόχους της του 4,5% ως τα τέλη του 1997 και του 3% ως τα τέλη του 1998.

Τα νομίσματα που συμμετέχουν στο μηχανισμό συναλλάγματος γνώρισαν μια αξιοσημείωτη σταθερότητα. Τα κράτη μέλη οφείλουν να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν τη συναλλαγματική πολιτική ως ένα ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος. Οι χώρες που δεν συμμετέχουν στο μηχανισμό συναλλάγματος καλούνται να συνεχίσουν την εφαρμογή των μακροοικονομικών πολιτικών προσανατολισμένων στη σταθερότητα, ώστε να καταστήσουν δυνατή τη συμμετοχή του νομίσματός τους στον προαναφερθέντα μηχανισμό.

Η μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών έλαβαν σημαντικά μέτρα για να μειώσουν το δημοσιονομικό τους έλλειμμα στο 3% (ή και σε ακόμη χαμηλότερο επίπεδο) του ΑΕγχΠ το 1997. Η προσπάθεια αυτή πρέπει να συνεχιστεί προκειμένου να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη όσον αφορά το διαρκή χαρακτήρα της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Αυτό ισχύει ειδικότερα για τις χώρες των οποίων ο προϋπολογισμός του 1997 προέβλεπε προσωρινά μέτρα και των οποίων ο δείκτης χρέους/ΑΕγχΠ δεν πλησίαζε με ικανοποιητικό ρυθμό την τιμή αναφοράς.

Προκειμένου να έχουν διαρκή αποτελέσματα, οι δημοσιονομικές προβλέψεις θα πρέπει να διευκρινίζουν σαφώς τις οικονομικές υποθέσεις στις οποίες βασίζονται και την μεσοπρόθεσμη στρατηγική που ακολουθεί το εκάστοτε υπό εξέταση κράτος μέλος (διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις κ.ά.).

Το Συμβούλιο επαναλαμβάνει τις ίδιες γενικές αρχές με εκείνες που περιλαμβάνονταν στους γενικούς προσανατολισμούς των προηγουμένων ετών:

  • πρέπει να δοθεί η μεγαλύτερη έμφαση στη μείωση των δημοσίων δαπανών παρά στην αύξηση της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης·
  • οι προτεραιότητες στον τομέα των δημοσίων δαπανών θα πρέπει να ευνοήσουν τις επενδύσεις σε υποδομές και σε ανθρώπινο κεφάλαιο, καθώς και τις δυναμικές πρωτοβουλίες στην αγορά εργασίας·
  • η ελάφρυνση της φορολογικής πίεσης και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης είναι επιθυμητή στο πλαίσιο της δημοσιονομικής εξυγίανσης· τα κράτη μέλη θα πρέπει εξάλλου να ελέγξουν εάν τα συστήματά τους κοινωνικής ασφάλισης και τα εθνικά τους συνταξιοδοτικά καθεστώτα είναι μακροπρόθεσμα οικονομικώς βιώσιμα και να προβούν έγκαιρα στις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις.

Εξάλλου, πρέπει να αποφευχθεί κάθε περίπτωση επιβλαβούς ανταγωνισμού μεταξύ των φορολογικών συστημάτων των κρατών μελών.

Όσον αφορά το δημοσιονομικό έλλειμμα, το 1996 πέντε κράτη μέλη πληρούσαν το κριτήριο του 3% του ΑΕγχΠ: πρόκειται για το Λουξεμβούργο, τη Δανία, την Ιρλανδία, τις Κάτω Χώρες και τη Φινλανδία. Για τις τέσσερις τελευταίες χώρες απαιτείται η παγίωση των σχετικών αποτελεσμάτων.

Η Ελλάδα οφείλει ακόμη να καταβάλει πολυάριθμες προσπάθειες προκειμένου να επιτύχει τους στόχους του εθνικού προγράμματος σύγκλισης· πρέπει ειδικότερα να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της φορολογικής διοίκησης και να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες.

Για τα υπόλοιπα εννέα κράτη μέλη, αναμένεται ότι το δημοσιονομικό τους έλλειμμα θα κυμαίνεται το 1997 στο επίπεδο της τιμής αναφοράς του 3% του ΑΕγχΠ ή σε ακόμη χαμηλότερο επίπεδο. Οι χώρες αυτές πρέπει να συνεχίσουν την εφαρμογή των εθνικών τους προγραμμάτων σύγκλισης με αποφασιστικότητα προκειμένου να επιβεβαιωθούν τα αποτελέσματα αυτά στα επόμενα έτη.

Είναι απαραίτητο να βελτιωθεί η λειτουργία των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, να τονωθεί ο ανταγωνισμός, να ενθαρρυνθεί η καινοτομία και να διασφαλισθεί ο βέλτιστος καθορισμός των τιμών προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη και η απασχόληση. Προϋπόθεση για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων είναι η καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς και η ισχυρότερη βούληση των κρατών μελών:

  • να ενσωματώσουν και να εφαρμόσουν πλήρως την υφιστάμενη νομοθεσία·
  • να συμπληρώσουν το νομοθετικό πλαίσιο σε τομείς όπως η φορολογία και το δίκαιο των εταιρειών·
  • να ολοκληρώσουν την ελευθέρωση των αγορών ενέργειας·
  • να μειώσουν τις υπερβολικές νομοθετικές ρυθμίσεις που οδηγούν στην κατάτμηση των αγορών·
  • να μην προσφεύγουν σε κρατικές ενισχύσεις για να αναβάλουν την υλοποίηση των απαραίτητων διαρθρωτικών προσαρμογών.

Η Επιτροπή, στο πλαίσιο σχεδίου που εκπόνησε, προτείνει ορισμένα μέτρα που θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 1999 προκειμένου να δοθεί νέος δυναμισμός στην ενιαία αγορά.

Είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθούν μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και να γίνουν μεγαλύτερες επενδύσεις στον τομέα της γνώσης. Μπορούν να συναχθούν ορισμένα συμπεράσματα από τις θετικές εμπειρίες πολλών κρατών μελών. Ειδικότερα, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να είναι γενικής εφαρμογής προκειμένου να αντιμετωπίζουν με συνεκτικό τρόπο το πολύπλοκο πρόβλημα των κινήτρων για εργασία και της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και να αξιοποιήσουν τα υφιστάμενα συμπληρωματικά στοιχεία μεταξύ των διαφόρων πολιτικών. Η σχετική πορεία πρέπει να συνεχιστεί και, ενδεχομένως, να εντατικοποιηθεί, δίδοντας προτεραιότητα:

  • στη διατήρηση των κατάλληλων μισθολογικών εξελίξεων·
  • στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας·
  • στην μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και του συστήματος κοινωνικής προστασίας·
  • σε νέα σχήματα οργάνωσης της εργασίας (ευελιξία του χρόνου εργασίας κ.ά.)·
  • στην προσαρμογή του συνόλου του εκπαιδευτικού συστήματος - συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής κατάρτισης - στις ανάγκες των αγορών και στη βελτίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές πρέπει να συνοδευτούν από ένα σαφέστερο αναπροσανατολισμό των άλλων πολιτικών υπέρ της απασχόλησης.

4) μετρα εφαρμογης

5) μεταγενεστερες εργασιες

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 08.11.2002

Top