EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 42005A1230(01)

Σύμβαση της Ρώμης του 1980 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Κωδικοποιημένη μορφή) — Πρώτο Πρωτόκολλο για την ερμηνεία της Σύμβασης του 1980 από το Δικαστήριο (Κωδικοποιημένη μορφή) — Δεύτερο Πρωτόκολλο που αναθέτει στο Δικαστήριο αρμοδιότητα να ερμηνεύει τη Σύμβαση του 1980 (Κωδικοποιημένη μορφή)

OJ C 334, 30.12.2005, p. 1–27 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

30.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 334/1


ΣΫΜΒΑΣΗ ΤΗΣ ΡΏΜΗΣ ΤΟΥ 1980 ΓΙΑ ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΣΤΈΟ ΔΊΚΑΙΟ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΤΙΚΈΣ ΕΝΟΧΈΣ

(Κωδικοποιημένη μορφή)

ΠΡΏΤΟ ΠΡΩΤΌΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΊΑ ΤΗΣ ΣΫΜΒΑΣΗΣ ΤΟΥ 1980 ΑΠΌ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΉΡΙΟ

(Κωδικοποιημένη μορφή)

ΔΕΫΤΕΡΟ ΠΡΩΤΌΚΟΛΛΟ ΠΟΥ ΑΝΑΘΈΤΕΙ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΉΡΙΟ ΑΡΜΟΔΙΌΤΗΤΑ ΝΑ ΕΡΜΗΝΕΫΕΙ ΤΗ ΣΫΜΒΑΣΗ ΤΟΥ 1980

(Κωδικοποιημένη μορφή)

(2005/C 334/01)

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Μετά την υπογραφή της Σύμβασης για την προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές και στα δύο πρωτόκολλα που αφορούν την ερμηνεία της από το Δικαστήριο, στις 14 Απριλίου 2005, θα ήταν καλό να υπάρξει σε ενοποιημένη μορφή το κείμενο της Σύμβασης της Ρώμης και των δύο αυτών πρωτοκόλλων.

Τα κείμενα αυτά συνοδεύονται από έξι δηλώσεις· η πρώτη, που έγινε το 1980, αφορά την ανάγκη εναρμόνισης των μέτρων περί κανόνων σύγκρουσης που θα λάβει η Κοινότητα με εκείνα που έχουν ληφθεί βάσει της Σύμβασης, η δεύτερη, που έγινε επίσης το 1980, αφορά την ερμηνεία της Σύμβασης από το Δικαστήριο, η τρίτη, του 1996, αφορά την τήρηση της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 23 της Σύμβασης της Ρώμης στον τομέα της θαλάσσιας μεταφοράς εμπορευμάτων, η τέταρτη, του 2005, αφορά τις προθεσμίες για την επικύρωση των Συνθηκών προσχώρησης, η πέμπτη, επίσης του 2005, τον χρόνο υποβολής της πρότασης κανονισμού για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, ενώ η έκτη, επίσης του 2005, την ανταλλαγή πληροφοριών.

Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, στα αρχεία της οποίας έχουν κατατεθεί τα πρωτότυπα των εν λόγω νομοθετημάτων, κατήρτισε το έντυπο κείμενο του παρόντος φυλλαδίου θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι το κείμενο αυτό δεν έχει δεσμευτική αξία. Τα επίσημα κείμενα των κωδικοποιημένων νομοθετημάτων βρίσκονται στις κάτωθι Επίσημες Εφημερίδες.

Επίσημη Εφημερίδα Έκδοση

Σύμβαση του 1980

Σύμβαση προσχώρησης του 1984

Πρωτόκολλο I του 1988

Πρωτόκολλο II του 1988

Σύμβαση προσχώρησης του 1992

Σύμβαση προσχώρησης του 1996

Σύμβαση προσχώρησης του 2005

γερμανική

L 266, σ. 1, 9.10.1980

L 146, σ. 1, 31.5.1984

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

αγγλική

L 266, σ. 1, 9.10.1980

L 146, σ. 1, 31.5.1984

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

δανική

L 266, σ. 1, 9.10.1980

L 146, σ. 1, 31.5.1984

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

γαλλική

L 266, σ. 1, 9.10.1980

L 146, σ. 1, 31.5.1984

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

ελληνική

L 146, σ. 7, 31.5.1984

L 146, σ. 1, 31.5.1984

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

ιρλανδική

Ειδική έκδοση (L 266)

Ειδική έκδοση (L 146)

Ειδική έκδοση (L 48)

Ειδική έκδοση (L 48)

Ειδική έκδοση (L 333)

Ειδική έκδοση (C 15)

Ειδική έκδοση (C 169)

ιταλική

L 266, σ. 1, 9.10.1980

L 146, σ. 1, 31.5.1984

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

ολλανδική

L 266, σ. 1, 9.10.1980

L 146, σ. 1, 31.5.1984

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

ισπανική

Ειδική έκδοση

Κεφάλαιο 1, τόμος 3, σ. 36

(βλέπε και ΕΕ L 333, σ. 17)

Ειδική έκδοση

Κεφάλαιο 1, τόμος 4, σ. 36

(βλέπε και ΕΕ L 333, σ. 72)

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

πορτογαλική

Ειδική έκδοση

Κεφάλαιο 1, τόμος 3, σ. 36

(βλέπε και ΕΕ L 333, σ. 7)

Ειδική έκδοση

Κεφάλαιο 1, τόμος 4, σ. 72

(βλέπε και ΕΕ L 333, σ. 7)

L 48, σ. 1, 20.2.1989

L 48, σ. 17, 20.2.1989

L 333, σ. 1, 18.11.1992

C 15, σ. 10, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

φιλανδική

C 15, σ. 70, 15.1.1997

C 15, σ. 66, 15.1.1997

C 15, σ. 60, 15.1.1997

C 15, σ. 64, 15.1.1997

C 15, σ. 68, 15.1.1997

C 15, σ. 53, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

σουηδική

C 15, σ. 70, 15.1.1997

C 15, σ. 66, 15.1.1997

C 15, σ. 60, 15.1.1997

C 15, σ. 64, 15.1.1997

C 15, σ. 68, 15. 1. 1997

C 15, σ. 53, 15.1.1997

C 169, σ. 1, 8.7.2005

τσεχική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

εσθονική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169 σ. 26, 8.7.2005

C 169 σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

λεττονική

C 169 σ. 10, 8.7.2005

C 169 σ. 23, 8.7.2005

C 169 σ. 10, 8.7.2005

C 169 σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

λιθουανική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

ουγγρική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

μαλτεζική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

πολωνική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

σλοβακική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005

σλοβενική

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 23, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 10, 8.7.2005

C 169, σ. 26, 8.7.2005

C 169, σ. 28, 8.7.2005

C 169, σ. 1, 8.7.2005


ΣΫΜΒΑΣΗ (1)ΓΙΑ ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΣΤΈΟ ΔΊΚΑΙΟ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΤΙΚΈΣ ΕΝΟΧΈΣ ΆΝΟΙΞΕ ΠΡΟΣ ΥΠΟΓΡΑΦΉ ΣΤΗ ΡΏΜΗ ΣΤΙΣ 19 ΙΟΥΝΊΟΥ 1980

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ στη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

ΜΕΡΙΜΝΩΝΤΑΣ για τη συνέχιση, στο πεδίο του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, του έργου ενοποίησης του δικαίου που έχει ήδη αρχίσει στην Κοινότητα, ιδίως στον τομέα της διεθνούς δικαιοδοσίας και εκτέλεσης αποφάσεων,

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να θεσπίσουν ομοιόμορφους κανόνες για το εφαρμοστέο στις συμβατικές ενοχές δίκαιο,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης εφαρμόζονται στις συμβατικές ενοχές, σε περιπτώσεις που εμπεριέχουν σύγκρουση νόμων διαφορετικών χωρών.

2.   Δεν εφαρμόζονται:

α)

στην προσωπική κατάσταση και ικανότητα των φυσικών προσώπων, με την επιφύλαξη του άρθρου 11·

β)

στις συμβατικές ενοχές που αφορούν:

τις κληρονομικές σχέσεις,

τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων,

τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από οικογενειακές σχέσεις, σχέσεις συγγένειας εξ αίματος, γάμου ή αγχιστείας, περιλαμβανομένων και των υποχρεώσεων διατροφής προς τα εξώγαμα τέκνα·

γ)

στις ενοχές που προκύπτουν από συναλλαγματικές επιταγές, γραμμάτια σε διαταγή και άλλα αξιόγραφα, κατά το μέτρο που οι ενοχές απορρέουν από το χαρακτήρα τους ως αξιογράφων·

δ)

στις συμφωνίες διαιτησίας και επιλογής δικαστηρίου·

ε)

σε ζητήματα που ανάγονται στο δίκαιο των εταιρειών, ενώσεων και νομικών προσώπων, όπως η ίδρυση, η ικανότητα, η εσωτερική λειτουργία και λύση καθώς και η προσωπική ευθύνη των εταίρων και των οργάνων για τα χρέη της εταιρείας, ένωσης ή νομικού προσώπου·

στ)

στο ζήτημα αν ο αντιπρόσωπος δεσμεύει έναντι των τρίτων το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου ισχυρίζεται ότι ενεργεί, ή στο ζήτημα αν ένα όργανο εταιρείας, ένωσης ή νομικού προσώπου δεσμεύει έναντι των τρίτων αυτή την εταιρεία, ένωση ή νομικό πρόσωπο·

ζ)

στην ίδρυση των trusts και στις σχέσεις μεταξύ ιδρυτών, trustees και δικαιούχων·

η)

στην απόδειξη και τα δικονομικά ζητήματα, με την επιφύλαξη του άρθρου 14.

3.   Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης δεν εφαρμόζονται στις ασφαλιστικές συμβάσεις που καλύπτουν κινδύνους εντοπιζόμενους στα εδάφη των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Για να προσδιορίσει αν ένας κίνδυνος εντοπίζεται στα εδάφη αυτά, ο δικαστής εφαρμόζει το εσωτερικό του δίκαιο.

4.   Η προηγούμενη παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις αντασφάλισης.

Άρθρο 2

Εφαρμογή δικαίου μη συμβαλλόμενου κράτους

Το καθοριζόμενο από την παρούσα σύμβαση δίκαιο εφαρμόζεται ακόμη κι αν πρόκειται για δίκαιο μη συμβαλλόμενου κράτους.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

Άρθρο 3

Ελεύθερη επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου

1.   Η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο που επέλεξαν τα συμβαλλόμενα μέρη. Η επιλογή αυτή πρέπει να είναι ρητή ή να συνάγεται με βεβαιότητα από τις διατάξεις της σύμβασης ή τα δεδομένα της υπόθεσης. Με την επιλογή αυτή, οι συμβαλλόμενοι μπορούν να ορίσουν το εφαρμοστέο δίκαιο στο σύνολο ή σε μέρος μόνο της σύμβασής τους.

2.   Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν οποτεδήποτε την υπαγωγή της σύμβασής τους σε δίκαιο άλλο από εκείνο που, σύμφωνα είτε με προηγούμενη επιλογή κατά το παρόν άρθρο είτε με άλλες διατάξεις της παρούσας σύμβασης, τη διείπε προηγουμένως. Κάθε σχετική με τον καθορισμό του εφαρμοστέου δικαίου τροποποίηση μετά τη σύναψη της σύμβασης, δεν θίγει το κατά το άρθρο 9 τυπικό κύρος της ούτε τα δικαιώματα των τρίτων.

3.   Η επιλογή από τα συμβαλλόμενα μέρη αλλοδαπού δικαίου, έστω και αν συνοδεύεται από επιλογή αλλοδαπού δικαστηρίου, δεν είναι δυνατόν, όταν, κατά το χρόνο της επιλογής, όλα τα άλλα δεδομένα της περίπτωσης εντοπίζονται σε μια μόνο χώρα, να θίξει την εφαρμογή εκείνων των διατάξεων από τις οποίες το δίκαιο της χώρας αυτής δεν επιτρέπει παρέκκλιση με σύμβαση και που αναφέρονται παρακάτω ως «διατάξεις αναγκαστικού δικαίου».

4.   Η ύπαρξη και το κύρος της συμφωνίας των συμβαλλομένων ως προς την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 8, 9 και 11.

Άρθρο 4

Εφαρμοστέο δίκαιο ελλείψει επιλογής

1.   Στο μέτρο που το εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο δεν έχει επιλεγεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας με την οποία συνδέεται στενότερα. Αν όμως ένα μέρος της σύμβασης μπορεί να διαχωρισθεί από την υπόλοιπη σύμβαση και παρουσιάζει στενότερο σύνδεσμο με άλλη χώρα, στο μέρος αυτής της σύμβασης θα μπορεί, κατ' εξαίρεση, να εφαρμοστεί το δίκαιο της άλλης αυτής χώρας.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, τεκμαίρεται ότι η σύμβαση συνδέεται στενότερα με τη χώρα όπου ο συμβαλλόμενος που οφείλει να εκπληρώσει τη χαρακτηριστική παροχή έχει, κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, τη συνήθη διαμονή του ή, αν πρόκειται για εταιρεία, ένωση ή νομικό πρόσωπο, την κεντρική του διοίκηση. Αν όμως η σύμβαση συνάπτεται κατά την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας του συμβαλλομένου αυτού, η χώρα αυτή είναι η χώρα όπου βρίσκεται η κύρια εγκατάστασή του ή, αν σύμφωνα με τη σύμβαση η παροχή πρέπει να εκπληρωθεί όχι από την κύρια αλλά από άλλη εγκατάσταση, η χώρα όπου βρίσκεται η άλλη αυτή εγκατάσταση.

3.   Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 2, στο μέτρο που η σύμβαση έχει ως αντικείμενο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου ή δικαίωμα χρήσης ακινήτου, τεκμαίρεται ότι συνδέεται στενότερα με τη χώρα όπου βρίσκεται το ακίνητο.

4.   Η σύμβαση μεταφοράς εμπορευμάτων δεν υπάγεται στο τεκμήριο της παραγράφου 2. Η σύμβαση αυτή, αν η χώρα όπου ο μεταφορέας έχει την κύρια εγκατάστασή του κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης είναι η χώρα όπου βρίσκεται ο τόπος φόρτωσης ή εκφόρτωσης ή η κύρια εγκατάσταση του αποστολέα, τεκμαίρεται ότι συνδέεται στενότερα με τη χώρα αυτή. Ως συμβάσεις μεταφοράς εμπορευμάτων θεωρούνται επίσης, για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, οι ναυλώσεις για ένα μόνο ταξίδι και άλλες συμβάσεις με κύριο αντικείμενο τη μεταφορά εμπορευμάτων.

5.   Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται όταν η χαρακτηριστική παροχή δεν μπορεί να προσδιορισθεί. Τα τεκμήρια των παραγράφων 2, 3 και 4 δεν ισχύουν όταν από το σύνολο των περιστάσεων συνάγεται ότι η σύμβαση συνδέεται στενότερα με άλλη χώρα.

Άρθρο 5

Συμβάσεις καταναλωτών

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την προμήθεια ενσωμάτων κινητών ή την παροχή υπηρεσιών σ' ένα πρόσωπο, τον καταναλωτή, για σκοπό που μπορεί να θεωρηθεί ξένος προς την επαγγελματική δραστηριότητά του, καθώς και στις συμβάσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση μιας τέτοιας συναλλαγής.

2.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 3, η επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου από τους συμβαλλόμενους δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τον καταναλωτή από την προστασία που του εξασφαλίζουν οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις της χώρας όπου έχει τη συνήθη διαμονή του:

αν, πριν από τη σύναψη της σύμβασης, έγινε στη χώρα αυτή ειδική προσφορά ή διαφήμιση και αν ο καταναλωτής ολοκλήρωσε εκεί τις απαραίτητες για τη σύναψη της σύμβασης πράξεις, ή

αν ο αντισυμβαλλόμενος του καταναλωτή ή ο αντιπρόσωπός του έλαβε την παραγγελία του καταναλωτή στη χώρα αυτή, ή

αν η σύμβαση είναι πώληση εμπορευμάτων και ο καταναλωτής μετέβη από τη χώρα αυτή σε μια ξένη χώρα και έδωσε εκεί την παραγγελία, με την προϋπόθεση ότι το ταξίδι οργανώθηκε από τον πωλητή με σκοπό να παρακινήσει τον καταναλωτή να προβεί σε αγορά.

3.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4 και εφόσον δεν έχει γίνει επιλογή σύμφωνα με το άρθρο 3, συμβάσεις που πραγματοποιούνται υπό τις περιγραφόμενες στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου συνθήκες διέπονται από το δίκαιο της χώρας όπου ο καταναλωτής έχει τη συνήθη διαμονή του.

4.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται:

α)

στη σύμβαση μεταφοράς·

β)

στη σύμβαση παροχής υπηρεσιών, όταν οι οφειλόμενες στον καταναλωτή υπηρεσίες πρέπει να παρασχεθούν αποκλειστικά σε χώρα άλλη από εκείνη της συνήθους διαμονής του.

5.   Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 4, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις συμβάσεις που παρέχουν συνδυασμό μεταφοράς και στέγης αντί συνολικού τιμήματος.

Άρθρο 6

Ατομική σύμβαση εργασίας

1.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 3, στη σύμβαση εργασίας η επιλογή από τους συμβαλλόμενους του εφαρμοστέου δικαίου δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τον εργαζόμενο από την προστασία που του εξασφαλίζουν οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του δικαίου που θα ήταν εφαρμοστέο σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που δεν είχε γίνει επιλογή.

2.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4 και εφόσον δεν έχει γίνει επιλογή σύμφωνα με το άρθρο 3, η σύμβαση εργασίας διέπεται:

α)

από το δίκαιο της χώρας όπου ο εργαζόμενος παρέχει συνήθως την εργασία του σε εκτέλεση της σύμβασης, ακόμη κι αν έχει αποσπασθεί προσωρινά σε άλλη χώρα, ή,

β)

αν ο εργαζόμενος δεν παρέχει συνήθως την εργασία του σε μία μόνο χώρα, από το δίκαιο της χώρας όπου βρίσκεται η εγκατάσταση που τον προσέλαβε,

εκτός αν από το σύνολο των περιστάσεων συνάγεται ότι η σύμβαση εργασίας συνδέεται στενότερα με άλλη χώρα, οπότε εφαρμοστέο είναι το δίκαιο της άλλης αυτής χώρας.

Άρθρο 7

Κανόνες αναγκαστικού δικαίου

1.   Κατά την εφαρμογή του δικαίου μιας συγκεκριμένης χώρας σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση, είναι δυνατό να δοθεί ισχύς στις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις άλλης χώρας με την οποία η περίπτωση παρουσιάζει στενό σύνδεσμο, αν και στο μέτρο που, σύμφωνα με το δίκαιο της τελευταίας αυτής χώρας, οι διατάξεις αυτές είναι εφαρμοστέες οποιοδήποτε δίκαιο κι αν διέπει τη σύμβαση. Για να αποφασισθεί αν θα δοθεί ισχύς σ' αυτές τις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις, θα ληφθεί υπόψη η φύση και ο σκοπός τους καθώς και οι συνέπειες της εφαρμογής ή μη εφαρμογής τους.

2.   Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης δεν μπορούν να θίξουν την εφαρμογή των κανόνων δικαίου της χώρας του δικάζοντος δικαστή, που ρυθμίζουν αναγκαστικά την περίπτωση ανεξάρτητα από το εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο.

Άρθρο 8

Ουσιαστικό κύρος

1.   Η ύπαρξη και το κύρος της σύμβασης ή μιας διάταξής της διέπονται από το δίκαιο που θα ήταν εφαρμοστέο σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση, αν η σύμβαση ή η διάταξη ήταν έγκυρη.

2.   Ωστόσο, ένας συμβαλλόμενος μπορεί να επικαλεσθεί το δίκαιο της χώρας όπου έχει τη συνήθη διαμονή του, για ν' αποδείξει ότι δεν έχει συναινέσει, αν από τις περιστάσεις συνάγεται ότι δεν θα ήταν λογικό να καθορισθεί το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του σύμφωνα με το δίκαιο που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο.

Άρθρο 9

Τύπος

1.   Σύμβαση μεταξύ προσώπων που βρίσκονται στην ίδια χώρα είναι έγκυρη ως προς τον τύπο αν πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις, είτε του δικαίου που σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση διέπει την ουσία της, είτε του δικαίου της χώρας όπου συνήφθη.

2.   Σύμβαση μεταξύ προσώπων που βρίσκονται σε διαφορετικές χώρες είναι έγκυρη ως προς τον τύπο αν πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις, είτε του δικαίου που σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση διέπει την ουσία της, είτε του δικαίου μιας από τις χώρες αυτές.

3.   Όταν η σύμβαση συνάπτεται δι' αντιπροσώπου, για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 λαμβάνεται υπόψη η χώρα όπου βρίσκεται ο αντιπρόσωπος κατά το χρόνο που ενεργεί.

4.   Η μονομερής δικαιοπραξία, η σχετική με σύμβαση που έχει συναφθεί ή πρόκειται να συναφθεί, είναι έγκυρη ως προς τον τύπο αν πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις, είτε του δικαίου που σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση διέπει ή θα διείπε την ουσία της, είτε του δικαίου της χώρας όπου επιχειρήθηκε η δικαιοπραξία αυτή.

5.   Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται στις συμβάσεις που καλύπτονται από το άρθρο 5, εφόσον συνάπτονται υπό τις περιγραφόμενες στο άρθρο 5 παράγραφος 2 συνθήκες. Ο τύπος των συμβάσεων αυτών ρυθμίζεται από το δίκαιο της χώρας όπου ο καταναλωτής έχει τη συνήθη διαμονή του.

6.   Παρά τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 4 του παρόντος άρθρου, κάθε σύμβαση που έχει ως αντικείμενο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου ή δικαίωμα χρήσης ακινήτου υπάγεται στους αναγκαστικούς περί τύπου κανόνες του δικαίου της χώρας όπου βρίσκεται το ακίνητο, εφόσον, σύμφωνα με το δίκαιο αυτό, οι κανόνες αυτοί εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τον τόπο όπου έχει συναφθεί η σύμβαση ή από το δίκαιο που διέπει την ουσία της.

Άρθρο 10

Έκταση του εφαρμοστέου δικαίου

1.   Το σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως 6 και 12 εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο διέπει ειδικότερα:

α)

την ερμηνεία της·

β)

την εκπλήρωση των ενοχών που δημιουργεί·

γ)

μέσα στα όρια των εξουσιών που παρέχει στο δικαστήριο το δικονομικό δίκαιό του, τις συνέπειες της μη εκπλήρωσης, ολικής ή μερικής, των ενοχών αυτών, συμπεριλαμβανομένου και του υπολογισμού της ζημίας εφόσον ρυθμίζεται από κανόνες δικαίου·

δ)

τους διάφορους τρόπους απόσβεσης των ενοχών, καθώς και τις παραγραφές και εκπτώσεις λόγω παρόδου προθεσμίας·

ε)

τις συνέπειες της ακυρότητας της σύμβασης.

2.   Ως προς τους τρόπους εκπλήρωσης και τα μέτρα που πρέπει να λάβει ο δανειστής σε περίπτωση πλημμελούς εκπλήρωσης, θα λαμβάνεται υπόψη το δίκαιο του τόπου εκπλήρωσης της παροχής.

Άρθρο 11

Ανικανότητα

Σε σύμβαση μεταξύ προσώπων που βρίσκονται στην ίδια χώρα, φυσικό πρόσωπο, ικανό, σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας αυτής, δεν μπορεί να επικαλεσθεί τη σύμφωνα με άλλο δίκαιο ανικανότητά του, παρά μόνο αν, κατά το χρόνο που συνάπτεται η σύμβαση, ο αντισυμβαλλόμενος γνώριζε την ανικανότητα αυτή ή την αγνοούσε εξ αμελείας του.

Άρθρο 12

Εκχώρηση

1.   Οι αμοιβαίες υποχρεώσεις ανάμεσα στον εκχωρητή και τον εκδοχέα βάσει εθελούσιας εκχώρησης δικαιώματος έναντι τρίτου προσώπου («οφειλέτη») διέπονται από το δίκαιο που, σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση, εφαρμόζεται στη σύμβαση μεταξύ εκχωρητή και εκδοχέα.

2.   Το δίκαιο που διέπει την εκχωρούμενη απαίτηση καθορίζει το εκχωρητό της, τις σχέσεις μεταξύ εκδοχέα και οφειλέτη, τους όρους με τους οποίους μπορεί να γίνει επίκληση της εκχώρησης έναντι του οφειλέτη και το εξοφλητικό αποτέλεσμα παροχής του οφειλέτη.

Άρθρο 13

Υποκατάσταση

1.   Σε περίπτωση που ένα πρόσωπο, ο δανειστής, έχει συμβατική απαίτηση έναντι άλλου προσώπου, του οφειλέτη, και ένας τρίτος έχει την υποχρέωση να ικανοποιήσει τον δανειστή ή τον έχει ικανοποιήσει εκπληρώνοντας την υποχρέωση αυτή, το εφαρμοστέο σ' αυτή την υποχρέωση του τρίτου δίκαιο καθορίζει αν αυτός μπορεί να ασκήσει το σύνολο ή μέρος των δικαιωμάτων που έχει ο δανειστής έναντι του οφειλέτη σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τις σχέσεις τους.

2.   Ο ίδιος κανόνας εφαρμόζεται όταν περισσότερα πρόσωπα υποχρεούνται δυνάμει της ίδιας συμβατικής ενοχής και ένα από αυτά έχει ικανοποιήσει τον δανειστή.

Άρθρο 14

Απόδειξη

1.   Το δίκαιο που, σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση, διέπει τη σύμβαση εφαρμόζεται, στο μέτρο που καθιερώνει τεκμήρια ή κατανέμει το βάρος απόδειξης, σε θέματα συμβατικών ενοχών.

2.   Οι δικαιοπραξίες μπορούν ν' αποδειχθούν με κάθε αποδεικτικό μέσο παραδεκτό, σύμφωνα είτε με το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή είτε με ένα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 9 δίκαια, κατά το οποίο η δικαιοπραξία είναι έγκυρη ως προς τον τύπο, εφόσον η απόδειξη μπορεί να διεξαχθεί με το μέσο αυτό ενώπιον του δικάζοντος δικαστή.

Άρθρο 15

Αποκλεισμός της παραπομπής

Ως δίκαιο μιας χώρας η εφαρμογή του οποίου ορίζεται από την παρούσα σύμβαση νοούνται οι ισχύοντες κανόνες δικαίου στη χώρα αυτή εκτός από τους κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.

Άρθρο 16

Επιφύλαξη δημόσιας τάξης

Η εφαρμογή μιας διάταξης του δικαίου που καθορίζεται από την παρούσα σύμβαση δεν μπορεί ν' αποκλειστεί παρά μόνο αν η εφαρμογή αυτή είναι πρόδηλα ασυμβίβαστη με τη δημόσια τάξη του δικάζοντος δικαστή.

Άρθρο 17

Μη αναδρομική ισχύς

Σε κάθε συμβαλλόμενο κράτος, η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνάπτονται μετά τη θέση της σε ισχύ ως προς το κράτος αυτό.

Άρθρο 18

Ομοιόμορφη ερμηνεία

Κατά την ερμηνεία και εφαρμογή των ομοιόμορφων κανόνων που προηγούνται, θα λαμβάνεται υπόψη ο διεθνής χαρακτήρας τους και η σκοπιμότητα ομοιόμορφης ερμηνείας και εφαρμογής τους.

Άρθρο 19

Κράτη χωρίς ενοποιημένο σύστημα δικαίου

1.   Σε περίπτωση που ένα κράτος αποτελείται από περισσότερες εδαφικές ενότητες που η κάθε μία έχει τους δικούς της κανόνες για τις συμβατικές ενοχές, κάθε εδαφική ενότητα θεωρείται ως χώρα για τον καθορισμό του εφαρμοστέου δικαίου σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση.

2.   Ένα κράτος, στο οποίο διάφορες εδαφικές ενότητες έχουν τους δικούς τους κανόνες για τις συμβατικές ενοχές, δεν υποχρεούται να εφαρμόζει την παρούσα σύμβαση στις συγκρούσεις νόμων που αφορούν αποκλειστικά αυτές τις εδαφικές ενότητες.

Άρθρο 20

Υπεροχή του κοινοτικού δικαίου

Η παρούσα σύμβαση δεν θίγει την εφαρμογή διατάξεων που περιέχουν κανόνες σύγκρουσης σχετικούς με συμβατικές ενοχές σε ειδικά θέματα και που περιλαμβάνονται ή θα περιληφθούν σε πράξεις των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή στις εθνικές νομοθεσίες που εναρμονίζονται σε εκτέλεση των πράξεων αυτών.

Άρθρο 21

Σχέσεις με άλλες συμβάσεις

Η παρούσα σύμβαση δεν θίγει την εφαρμογή των διεθνών συμβάσεων των οποίων ένα συμβαλλόμενο κράτος είναι ή θα γίνει μέρος.

Άρθρο 22

Επιφυλάξεις

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί κατά την υπογραφή, την επικύρωση, την αποδοχή ή την έγκριση να επιφυλαχθεί να μην εφαρμόσει:

α)

το άρθρο 7, παράγραφος 1·

β)

το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο ε).

 (2)

3.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει επιφύλαξη που έχει διατυπώσει· η ενέργεια της επιφύλαξης θα παύσει την πρώτη ημέρα του τρίτου ημερολογιακού μήνα μετά τη γνωστοποίηση της ανάκλησης.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

1.   Αν, μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης ως προς ένα συμβαλλόμενο κράτος, το κράτος αυτό επιθυμεί να θεσπίσει ένα νέο κανόνα σύγκρουσης νόμων για μια ιδιαίτερη κατηγορία συμβάσεων που ανήκει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας σύμβασης, ανακοινώνει την πρόθεσή του στα άλλα υπογράφοντα κράτη μέσω του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2.   Μέσα σε έξι μήνες από την ανακοίνωση στο Γενικό Γραμματέα, κάθε υπογράφον κράτος μπορεί να του ζητήσει να οργανώσει διαβουλεύσεις ανάμεσα στα υπογράφοντα κράτη με σκοπό να επιτευχθεί συμφωνία. (…) (3)

3.   Αν, μέσα στην προθεσμία αυτή, κανένα υπογράφον κράτος δεν ζητήσει διαβουλεύσεις ή αν μέσα σε δύο χρόνια από την ανακοίνωση στο Γενικό Γραμματέα δεν επιτεύχθηκε καμία συμφωνία από τις διαβουλεύσεις αυτές, το συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να τροποποιήσει το δίκαιό του. Τα μέτρα που λαμβάνονται από το κράτος αυτό γνωστοποιούνται στα άλλα υπογράφοντα κράτη μέσω του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 24

1.   Αν, μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης ως προς ένα συμβαλλόμενο κράτος, το κράτος αυτό επιθυμεί να γίνει μέρος σε πολυμερή σύμβαση της οποίας το κύριο αντικείμενο ή ένα από τα κύρια αντικείμενα είναι ιδιωτικού διεθνούς δικαίου ρύθμιση ενός από τα θέματα που αφορά η παρούσα σύμβαση, εφαρμόζεται η προβλεπόμενη στο άρθρο 23 διαδικασία. Το διάστημα όμως των δύο ετών που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 23, μειώνεται σε ένα έτος.

2.   Η προβλεπόμενη στην προηγούμενη παράγραφο διαδικασία δεν ακολουθείται αν ένα συμβαλλόμενο κράτος ή μία από τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες είναι ήδη μέρος στην πολυμερή σύμβαση, ή αν το αντικείμενο της σύμβασης αυτής είναι να αναθεωρήσει σύμβαση στην οποία το ενδιαφερόμενο κράτος είναι ήδη μέρος, ή αν πρόκειται για σύμβαση που συνάπτεται στα πλαίσια των Συνθηκών περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 25

Σε περίπτωση που ένα συμβαλλόμενο κράτος κρίνει ότι η ενοποίηση που πραγματοποιήθηκε με την παρούσα σύμβαση διακυβεύεται με τη σύναψη συμφωνιών μη προβλεπόμενων στο άρθρο 24 παράγραφος 1, το κράτος αυτό μπορεί να ζητήσει από το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να οργανώσει διαβουλεύσεις ανάμεσα στα κράτη που έχουν υπογράψει την παρούσα σύμβαση.

Άρθρο 26

Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να ζητήσει την αναθεώρηση της παρούσας σύμβασης. Στην περίπτωση αυτή, συγκαλείται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναθεωρητική συνδιάσκεψη.

Άρθρο 27 (4)

Άρθρο 28

1.   Η παρούσα σύμβαση είναι ανοιχτή από τις 19 Ιουνίου 1980 για υπογραφή από τα κράτη που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

2.   Η παρούσα σύμβαση υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση των κρατών που την έχουν υπογράψει. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης θα κατατεθούν στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (5).

Άρθρο 29 (6)

1.   Η παρούσα σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εβδόμου εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.

2.   Για κάθε υπογράφον κράτος που την επικυρώνει, αποδέχεται ή εγκρίνει μεταγενέστερα, η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του δικού του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.

Άρθρο 30

1.   Η σύμβαση θα έχει διάρκεια δέκα ετών από την ημερομηνία που θα αρχίσει να ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1, ακόμη και για τα κράτη για τα οποία θα αρχίσει να ισχύει μεταγενέστερα.

2.   Η σύμβαση θα ανανεώνεται σιωπηρά κάθε πέντε έτη, εκτός αν καταγγελθεί.

3.   Κράτος μέλος που επιθυμεί να καταγγείλει τη Σύμβαση, γνωστοποιεί καταγγελία στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τουλάχιστον έξι μήνες πριν εκπνεύσει η προθεσμία των δέκα ή, ανάλογα με την περίπτωση, των πέντε ετών. (7)

4.   Η καταγγελία θα ισχύει μόνο ως προς το κράτος που την έχει γνωστοποιήσει. Η σύμβαση θα παραμείνει σε ισχύ για τα άλλα συμβαλλόμενα κράτη.

Άρθρο 31 (8)

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων γνωστοποιεί στα κράτη που είναι συμβαλλόμενα μέρη της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας:

α)

τις υπογραφές·

β)

την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης·

γ)

την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης·

δ)

τις ανακοινώσεις που γίνονται κατ' εφαρμογή των άρθρων 23, 24, 25, 26 και 30 (9)·

ε)

τις επιφυλάξεις και την ανάκλησή τους που προβλέπονται στο άρθρο 22.

Άρθρο 32

Το συνημμένο στην παρούσα σύμβαση πρωτόκολλο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.

Άρθρο 33 (10)

Η παρούσα σύμβαση συντάσσεται σε ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ιρλανδική, ιταλική και ολλανδική γλώσσα. Τα επτά κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Η σύμβαση θα κατατεθεί στο αρχείο της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάσει κυρωμένο αντίγραφο στην κυβέρνηση κάθε υπογράφοντος κράτους.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα σύμβαση.

Έγινε στη Ρώμη, στις δεκαεννιά Ιουνίου χίλια εννιακόσια ογδόντα.

[Υπογραφές]


(1)  Το κείμενο παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε με τη Σύμβαση της 10ης Απριλίου 1984 σχετικά με την προσχώρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας —εφεξής καλούμενη «σύμβαση προσχώρησης του 1984»—, με τη Σύμβαση της 18ης Μαΐου 1992 για την προσχώρηση του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας —εφεξής καλούμενη «σύμβαση προσχώρησης του 1992»—, με τη Σύμβαση της 29ης Νοεμβρίου 1996 για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας, εφεξής καλούμενη «σύμβαση προσχώρησης του 1996» — και με τη Σύμβαση της 14ης Απριλίου 2005 για την προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας —εφεξής καλούμενη «σύμβαση προσχώρησης του 2005».

(2)  Η παράγραφος αυτή καταργήθηκε με το άρθρο 2 σημείο 1 της σύμβασης προσχώρησης του 1992.

(3)  Η φράση αυτή καταργήθηκε με τη σύμβαση προσχώρησης του 1992.

(4)  Το άρθρο αυτό καταργήθηκε με το άρθρο 2 σημείο 1 της σύμβασης προσχώρησης του 1992.

(5)  Η επικύρωση των συμβάσεων προσχώρησης διέπεται από τις ακόλουθες διατάξεις των συμβάσεων αυτών:

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1984, από το άρθρο 3 της σύμβασης αυτής, το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 3

Η παρούσα σύμβαση θα επικυρωθεί από τα υπογράφοντα κράτη. Τα έγγραφα επικύρωσης θα κατατεθούν στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1992, από το άρθρο 4 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 4

Η παρούσα σύμβαση θα κυρωθεί από τα υπογράφοντα κράτη. Τα έγγραφα επικύρωσης κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1996, από το άρθρο 5 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 5

Η παρούσα σύμβαση θα επικυρωθεί από τα υπογράφοντα κράτη. Τα έγγραφα επικύρωσης κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 2005, από το άρθρο 4 της σύμβασης, το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 4

Η παρούσα σύμβαση θα κυρωθεί από τα υπογράφοντα κράτη. Τα έγγραφα επικύρωσης κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.».

(6)  Η έναρξη ισχύος των συμβάσεων προσχώρησης διέπεται από τις εξής διατάξεις των συμβάσεων αυτών:

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1984, από το άρθρο 4 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 4

Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει, μεταξύ των κρατών που την έχουν επικυρώσει, την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του τελευταίου εγγράφου επικύρωσης από την Ελληνική Δημοκρατία και επτά κράτη που έχουν επικυρώσει τη σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές.

Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει για κάθε συμβαλλόμενο κράτος που θα την επικυρώσει μεταγενέστερα την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του δικού του εγγράφου επικύρωσης.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1992, από το άρθρο 5 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 5

Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει, μεταξύ των κρατών που την έχουν κυρώσει, την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του τελευταίου εγγράφου επικύρωσης από το Βασίλειο της Ισπανίας ή την Πορτογαλική Δημοκρατία και από ένα κράτος που έχει κυρώσει τη σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές.

Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει για κάθε συμβαλλόμενο κράτος που θα την κυρώσει μεταγενέστερα την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του δικού του εγγράφου επικύρωσης.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1996, από το άρθρο 6 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 6

1.   Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει, στις σχέσεις μεταξύ των κρατών που την έχουν επικυρώσει, την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του τελευταίου εγγράφου επικύρωσης από τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τη Δημοκρατία της Φινλανδίας, ή το Βασίλειο της Σουηδίας και από ένα συμβαλλόμενο κράτος που έχει επικυρώσει τη σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές.

2.   Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει για κάθε συμβαλλόμενο κράτος που θα την επικυρώσει μεταγενέστερα την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του δικού του εγγράφου επικύρωσης.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 2005, από το άρθρο 5 της σύμβασης, το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 5

1.   Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει, μεταξύ των κρατών που την έχουν κυρώσει, την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του δεύτερου εγγράφου επικύρωσης.

2.   Στη συνέχεια, για κάθε υπογράφον κράτος που θα την επικυρώσει μεταγενέστερα, η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου του επικύρωσης.»

(7)  Φράση η οποία καταργήθηκε με τη σύμβαση προσχώρησης του 1992.

(8)  Οι γνωστοποιήσεις για τις συμβάσεις προσχώρησης διέπονται από τις εξής διατάξεις των συμβάσεων αυτών:

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1984, από το άρθρο 5 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 5

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων γνωστοποιεί στα υπογράφοντα κράτη:

α)

την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης·

β)

τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για τα συμβαλλόμενα κράτη.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1992, από το άρθρο 6 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 6

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων γνωστοποιεί στα υπογράφοντα κράτη:

α)

την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης·

β)

τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για τα συμβαλλόμενα κράτη.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1996, από το άρθρο 7 της αυτής σύμβασης το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 7

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κοινοποιεί στα υπογράφοντα κράτη:

α)

την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης·

β)

τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για τα συμβαλλόμενα κράτη.»,

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 2005, από το άρθρο 6 της σύμβασης, το οποίο έχει ως εξής:

«Άρθρο 6

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κοινοποιεί στα υπογράφοντα κράτη:

α)

την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης,

β)

τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης για τα συμβαλλόμενα κράτη.»

(9)  Το στοιχείο δ) παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε με τη σύμβαση προσχώρησης του 1992.

(10)  Η θέσπιση των αυθεντικών κειμένων των συμβάσεων προσχώρησης προκύπτει:

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1984, από τα άρθρα 2 και 6 της αυτής σύμβασης τα οποία έχουν ως εξής:

«Άρθρο 2

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων διαβιβάζει στην Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας κυρωμένο αντίγραφο της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ιρλανδική, ιταλική και ολλανδική γλώσσα.

Το κείμενο στην ελληνική γλώσσα της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές προσαρτάται στην παρούσα σύμβαση. Το κείμενο στην ελληνική γλώσσα είναι εξίσου αυθεντικό όσο και τα άλλα κείμενα της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές.»

«Άρθρο 6

Η παρούσα σύμβαση συντάσσεται σε ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ιταλική και ολλανδική γλώσσα. Τα οκτώ κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Η σύμβαση θα κατατεθεί στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάσει κυρωμένο αντίγραφο στην κυβέρνηση κάθε υπογράφοντος κράτους.»

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1992, από τα άρθρα 3 και 7 της αυτής σύμβασης τα οποία έχουν ως εξής:

«Άρθρο 3

1.   Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων διαβιβάζει στις κυβερνήσεις του Βασιλείου της Ισπανίας και της Πορτογαλικής Δημοκρατίας κυρωμένο αντίγραφο της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ιταλική και ολλανδική γλώσσα.

2.   Το κείμενο στην ισπανική και πορτογαλική γλώσσα της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές παρατίθεται στα παραρτήματα I και II της παρούσας σύμβασης. Τα κείμενα στην ισπανική και πορτογαλική γλώσσα είναι εξίσου αυθεντικά όσο και τα άλλα κείμενα της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές.»

«Άρθρο 7

Η παρούσα σύμβαση συντάσσεται σε ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική και πορτογαλική γλώσσα. Τα δέκα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Η σύμβαση θα κατατεθεί στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάσει κυρωμένο αντίγραφο στην κυβέρνηση κάθε υπογράφοντος κράτους.»

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 1996, από τα άρθρα 4 και 8 της αυτής σύμβασης τα οποία έχουν ως εξής:

«Άρθρο 4

1.   Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαβιβάζει στις κυβερνήσεις της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Βασιλείου της Σουηδίας κυρωμένο αντίγραφο της σύμβασης του 1980, της σύμβασης του 1984, του πρώτου πρωτοκόλλου του 1988, του δεύτερου πρωτοκόλλου του 1988 και της σύμβασης του 1992 στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική και πορτογαλική γλώσσα.

2.   Τα κείμενα της σύμβασης του 1980, της σύμβασης του 1984, του πρώτου πρωτοκόλλου του 1988, του δεύτερου πρωτοκόλλου του 1988 και της σύμβασης του 1992, στη σουηδική και τη φινλανδική γλώσσα, είναι εξίσου αυθεντικά όσο και τα άλλα κείμενα της σύμβασης του 1980, της σύμβασης του 1984, του πρώτου πρωτοκόλλου του 1988, του δεύτερου πρωτοκόλλου του 1988 και της σύμβασης του 1992.»

«Άρθρο 8

Η παρούσα σύμβαση συντάσσεται σε ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική, πορτογαλική, σουηδική και φινλανδική γλώσσα. Τα δώδεκα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Η σύμβαση κατατίθεται στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Γενικός Γραμματέας διαβιβάζει κυρωμένο αντίγραφο στην κυβέρνηση κάθε υπογράφοντος κράτους.»

όσον αφορά τη σύμβαση προσχώρησης του 2005, από τα άρθρα 3 και 7 της αυτής σύμβασης τα οποία έχουν ως εξής:

«Άρθρο 3

1.   Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαβιβάζει επικυρωμένο αντίγραφο της Σύμβασης του 1980, της Σύμβασης του 1984, του Πρώτου Πρωτοκόλλου του 1988, του Δευτέρου Πρωτοκόλλου του 1988, της Σύμβασης του 1992 και της Σύμβασης του 1996 στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική, πορτογαλική, σουηδική και φινλανδική γλώσσα, στις κυβερνήσεις της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Σλοβενίας.

2.   Το κείμενο της Σύμβασης του 1980, της Σύμβασης του 1984, του Πρώτου Πρωτοκόλλου του 1988, του Δευτέρου Πρωτοκόλλου του 1988, της Σύμβασης του 1992 και της Σύμβασης του 1996 στην εσθονική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ουγγρική, πολωνική, σλοβακική, σλοβενική και τσεχική γλώσσα, είναι εξ ίσου αυθεντικό με τα άλλα κείμενα της Σύμβασης του 1980, της Σύμβασης του 1984, του Πρώτου Πρωτοκόλλου του 1988, του Δευτέρου Πρωτοκόλλου του 1988, της Σύμβασης του 1992 και της Σύμβασης του 1996.»

«Άρθρο 7

Η παρούσα σύμβαση συντάσσεται σε ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα. Τα είκοσι ένα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Η σύμβαση θα κατατεθεί στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάσει κυρωμένο αντίγραφο στην κυβέρνηση κάθε υπογράφοντος κράτους.»


ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (1)

Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη συμφώνησαν στην ακόλουθη διάταξη, που προσαρτάται στη σύμβαση:

«Παρά τις διατάξεις της σύμβασης, η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία μπορούν να διατηρήσουν τις εθνικές διατάξεις σχετικά με το νόμο που εφαρμόζεται σε ζητήματα σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά εμπορευμάτων και μπορούν να τροποποιήσουν αυτές τις διατάξεις χωρίς να ακολουθήσουν τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 23 της σύμβασης της Ρώμης. Στον τομέα αυτό, εφαρμόζονται οι εξής εθνικές διατάξεις:

στη Δανία, οι παράγραφοι 252 και 321, υποτμήμα 3 και 4 του Sølov (ναυτικός νόμος),

στη Σουηδία, το κεφάλαιο 13, άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 2, και το κεφάλαιο 14, άρθρο 1, παράγραφος 3 του Sjölagen (ναυτικός νόμος),

στη Φινλανδία, το κεφάλαιο 13, άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 2, και το κεφάλαιο 14, άρθρο 1, σημείο 3 του Merilaki/Sjölagen (ναυτικός νόμος).»

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από το παρόν πρωτόκολλο.

Έγινε στη Ρώμη, στις δεκαεννιά Ιουνίου χίλια εννιακόσια ογδόντα.

[Υπογραφές]


(1)  Το κείμενο παρατίθεται όπως τροποποιήθηκε από τη σύμβαση προσχώρησης του 1996.


ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ

Κατά την υπογραφή της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, οι Κυβερνήσεις του Βασιλείου του Βελγίου, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας,

I.

Μεριμνώντας να αποφύγουν, κατά το μέτρο του δυνατού, τη διασπορά των κανόνων σύγκρουσης νόμων σε περισσότερα κείμενα και τις διαφορές ανάμεσα στους κανόνες αυτούς, εκφράζουν την ευχή, τα όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να επιδιώκουν, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους σύμφωνα με τις ιδρυτικές Συνθήκες, τη θέσπιση, όταν είναι αναγκαίο, κανόνων σύγκρουσης που να βρίσκονται, κατά το μέτρο του δυνατού, σε αρμονία με τους κανόνες της σύμβασης·

II.

Δηλώνουν την πρόθεσή τους να προχωρήσουν, από την υπογραφή της σύμβασης και μέχρι να δεσμευθούν από το άρθρο 24, σε αμοιβαίες διαβουλεύσεις, σε περίπτωση που ένα από τα υπογράφοντα κράτη θα επιθυμούσε να γίνει μέρος σε σύμβαση για την οποία θα εφαρμοζόταν η προβλεπόμενη στο άρθρο αυτό διαδικασία·

III.

Εκτιμώντας τη συμβολή της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές στην ενοποίηση των κανόνων σύγκρουσης στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκφράζουν τη γνώμη ότι κάθε κράτος που γίνεται μέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θα πρέπει να προσχωρήσει στη σύμβαση αυτή.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα κοινή δήλωση.

Έγινε στη Ρώμη στις δεκαεννιά Ιουνίου χίλια εννιακόσια ογδόντα.

[Υπογραφές]


ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ

Οι Κυβερνήσεις του Βασιλείου του Βελγίου, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και του Ηνωμένου Βασιλείου, της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας,

κατά την υπογραφή της σύμβασης για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές,

Επιθυμώντας να εξασφαλίσουν την όσο το δυνατό αποτελεσματικότερη εφαρμογή των διατάξεών της·

Μεριμνώντας να αποτρέψουν ερμηνευτικές αποκλίσεις που μπορούν να παρακωλύσουν την ενοποιητική λειτουργία της σύμβασης·

Δηλώνουν ότι είναι πρόθυμες:

1.

να εξετάσουν τη δυνατότητα παροχής ορισμένων αρμοδιοτήτων στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και, ενδεχομένως, να διαπραγματευθούν τη σχετική συμφωνία·

2.

να καθιερώσουν τακτική επικοινωνία των αντιπροσώπων τους.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα κοινή δήλωση.

Έγινε στη Ρώμη, στις δεκαεννιά Ιουνίου χίλια εννιακόσια ογδόντα.

[Υπογραφές]


Κοινή δήλωση των Υψηλών Συμβαλλομένων Μερών όσον αφορά τις προθεσμίες που προβλέπονται για την επικύρωση της Σύμβασης προσχώρησης

«Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη, συνερχόμενα στο πλαίσιο του Συμβουλίου κατά την υπογραφή της Σύμβασης για την προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας στη Σύμβαση της Ρώμης του 1980 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, δηλώνουν ότι θα λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την επικύρωση της Σύμβασης αυτής, το συντομότερο δυνατόν, και, ει δυνατόν, πριν από τον Δεκέμβριο του 2005.»


Δήλωση των κρατών μελών όσον αφορά το χρόνο υποβολής πρότασης κανονισμού για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές

«Τα κράτη μέλη ζητούν από την Επιτροπή να υποβάλει, το συντομότερο δυνατό, και το αργότερο μέχρι το τέλος του 2005, πρόταση κανονισμού για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές».


Κοινή δήλωση των κρατών μελών όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών

«Οι κυβερνήσεις του Βασιλείου του Βελγίου, της Τσεχικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, του Βασιλείου της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας,

Κατά την υπογραφή της Σύμβασης προσχώρησης του 2005 στη Σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία άνοιξε προς υπογραφή στη Ρώμη στις 19 Ιουνίου 1980, καθώς και του πρώτου και δευτέρου πρωτοκόλλου για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του προαναφερόμενου πρώτου πρωτοκόλλου,

Δηλώνουν ότι είναι έτοιμες να οργανώσουν, σε συνεργασία με το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις αποφάσεις που έχουν ισχύ δεδικασμένου και τις οποίες εκδίδουν τα δικαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 2 του εν λόγω πρωτοκόλλου κατ' εφαρμογή της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές. Η ανταλλαγή πληροφοριών συμπεριλαμβάνει:

τη διαβίβαση στο Δικαστήριο, εκ μέρους των αρμοδίων εθνικών αρχών, των αποφάσεων τις οποίες εκδίδουν τα δικαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 2, στοιχείο α) του πρώτου πρωτοκόλλου, καθώς και των σημαντικών αποφάσεων τις οποίες εκδίδουν τα δικαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 2, στοιχείο β) του ίδιου πρωτοκόλλου,

την ταξινόμηση και την αρχειοθέτηση των αποφάσεων αυτών από το Δικαστήριο, καθώς επίσης, εάν είναι αναγκαίο, την εκπόνηση επιτόμων αποφάσεων και μεταφράσεων καθώς και την περαιτέρω δημοσίευση των ιδιαίτερα σημαντικών αποφάσεων,

την κοινοποίηση από το Δικαστήριο όλου του υλικού τεκμηρίωσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμβαλλομένων στο πρωτόκολλο κρατών καθώς και στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.»


ΠΡΩΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (1) ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΤΙΚΕΣ ΕΝΟΧΕΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΙΚΤΗ ΠΡΟΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΤΗ ΡΩΜΗ ΑΠΟ ΤΙΣ 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 1980

ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΣΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την κοινή δήλωση που έχει προσαρτηθεί στη σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές η οποία είναι ανοικτή προς υπογραφή από τις 19 Ιουνίου 1980, στη Ρώμη,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ να συνάψουν πρωτόκολλο με το οποίο να παρέχεται στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αρμοδιότητα για την ερμηνεία της εν λόγω συμβάσεως και, προς το σκοπό αυτό, όρισαν ως πληρεξουσίους:

[Πληρεξούσιοι τους οποίους όρισαν τα κράτη μέλη]

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ συνήλθαν στα πλαίσια του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και, αφού αντάλλαξαν τα πληρεξούσια έγγραφά τους που βρέθηκαν εντάξει,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

Άρθρο 1

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί της ερμηνείας:

α)

της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές η οποία είναι ανοικτή προς υπογραφή από τις 19 Ιουνίου 1980, στη Ρώμη, η οποία καλείται στη συνέχεια «σύμβαση της Ρώμης»,

β)

των συμβάσεων για την προσχώρηση στη σύμβαση της Ρώμης των κρατών που έγιναν μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μετά το άνοιγμα της σύμβασης προς υπογραφή,

γ)

του παρόντος πρωτοκόλλου.

Άρθρο 2

Τα ακόλουθα δικαστήρια μπορούν να ζητούν από το Δικαστήριο να αποφαίνεται προδικαστικά επί θέματος που ανακύπτει σε υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιόν τους και αφορά την ερμηνεία των κειμένων που αναφέρονται στο άρθρο 1, εάν κρίνουν ότι η απόφαση για το ζήτημα αυτό είναι απαραίτητη για να εκδώσουν τη δική τους απόφαση:

α)

στο Βέλγιο:

La Cour de cassation (het Hof van Cassatie) και le Conseil d'État (de Raad van State),

στην Τσεχική Δημοκρατία:

Nejvyšší soud České republiky και Nejvyšší správní soud,

στη Δανία:

Højesteret,

στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας:

die obersten Gerichtshöfe des Bundes,

στην Εσθονία:

Riigikohus,

στην Ελλάδα:

τα ανώτατα δικαστήρια,

στην Ισπανία:

el Tribunal Supremo,

στη Γαλλία:

la Cour de cassation και le Conseil d'État,

στην Ιρλανδία:

the Supreme Court,

στην Ιταλία:

la Corte suprema di cassazione και il Consiglio di Stato,

στην Κύπρο:

Ανώτατο Δικαστήριο,

στη Λεττονία:

Augstākās Tiesas Senāts,

στη Λιθουανία:

Lietuvos Aukščiausiasis Teismas και Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas,

στο Λουξεμβούργο:

la Cour Supérieure de Justice, συνερχόμενο ως Cour de cassation,

στην Ουγγαρία:

Legfelsõbb Bíróság,

στη Μάλτα:

Qorti ta' l-Appell,

στις Κάτω Χώρες:

de Hoge Raad

στην Αυστρία:

το Oberste Gerichtshof, το Verwaltungsgerichtshof` και το Verfassungsgerichtshof,

στην Πολωνία:

Sąd Najwyższy και Naczelny Sąd Administracyjny,

στην Πορτογαλία:

ο Supremo Tribunal de Justiça και ο Supremo Tribunal Administrativo,

στη Σλοβενία:

Ustavno sodišče Republike Slovenije,

Vrhovno sodišče Republike Slovenije,

στη Σλοβακία:

Najvyšší súd Slovenskej republiky,

στη Φινλανδία:

korkein oikeus/högsta domstolen, korkein hallinto-oikeus/högsta förvaltningsdomstolen, markkinatuomioistuin/marknadsdomstolen και työtuomioistuin/arbetsdomstolen,

στη Σουηδία:

Högsta domstolen, Regeringsrätten, Arbetsdomstolen και Marknadsdomstolen,

στο Ηνωμένο Βασίλειο:

the House of Lords και τα άλλα δικαστήρια των οποίων η απόφαση δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα,

β)

τα δικαστήρια των συμβαλλόμενων κρατών όταν δικάζουν σε δεύτερο βαθμό.

Άρθρο 3

1.   Η αρμόδια αρχή συμβαλλόμενου κράτους μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί ζητήματος ερμηνείας των κειμένων που αναφέρονται στο άρθρο 1, αν αποφάσεις δικαστηρίων του κράτους αυτού έρχονται σε αντίθεση με την ερμηνεία που έχει δοθεί είτε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είτε σε απόφαση ενός από τα δικαστήρια άλλου συμβαλλόμενου κράτους που μνημονεύονται στο άρθρο 2. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται μόνο επί αποφάσεων που απέκτησαν ισχύ δεδικασμένου.

2.   Η ερμηνεία που δίνει το Δικαστήριο μετά από παρόμοια αίτηση, δεν παράγει αποτελέσματα για τις αποφάσεις επ' ευκαιρία των οποίων ζητήθηκε.

3.   Η αίτηση ερμηνείας σύμφωνα με την παράγραφο 1 υποβάλλεται στο Δικαστήριο από τους γενικούς εισαγγελείς των ακυρωτικών δικαστηρίων των συμβαλλομένων κρατών, ή από κάθε άλλη αρχή την οποία ορίζει συμβαλλόμενο κράτος.

4.   Ο γραμματέας του Δικαστηρίου κοινοποιεί την αίτηση στα συμβαλλόμενα κράτη, την Επιτροπή και το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα οποία μπορούν να καταθέσουν στο Δικαστήριο, μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση, υπομνήματα ή γραπτές παρατηρήσεις.

5.   Στη διαδικασία του άρθρου αυτού δεν εισπράττονται τέλη ούτε επιστρέφονται έξοδα.

Άρθρο 4

1.   Με την επιφύλαξη αντίθετων διατάξεων του παρόντος πρωτοκόλλου, οι διατάξεις της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του προσαρτημένου πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου, που είναι εφαρμοστέες όταν το Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί προδικαστικά, εφαρμόζονται και στη διαδικασία ερμηνείας των κειμένων που αναφέρονται στο άρθρο 1.

2.   Αν είναι αναγκαίο, ο κανονισμός διαδικασίας του Δικαστηρίου προσαρμόζεται και συμπληρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 188 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

Άρθρο 5 (2)

Το παρόν πρωτόκολλο θα κυρωθεί από τα υπογράφοντα κράτη. Τα έγγραφα επικύρωσης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 6 (3)

1.   Για να τεθεί σε ισχύ, το παρόν πρωτόκολλο πρέπει να κυρωθεί από επτά κράτη έναντι των οποίων ισχύει η σύμβαση της Ρώμης. Το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου επικυρώσεως εκ μέρους εκείνου από τα κράτη αυτά που θα προβεί τελευταίο στη διατύπωση αυτή. Πάντως, αν το δεύτερο πρωτόκολλο για την ανάθεση ορισμένων αρμοδιοτήτων στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσον αφορά την ερμηνεία της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία είναι ανοικτή προς υπογραφή από τις 19 Ιουνίου 1980 στη Ρώμη και το οποίο συνήφθη στις Βρυξέλλες στις 19 Δεκεμβρίου 1988 (4), τεθεί σε ισχύ σε μεταγενέστερη ημερομηνία, το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει επίσης να ισχύει κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του δευτέρου πρωτοκόλλου.

2.   Κάθε κύρωση μεταγενέστερη από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου ισχύει από την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου επικυρώσεως, εφόσον ισχύει ήδη η κύρωση, αποδοχή ή έγκριση της σύμβασης της Ρώμης, από το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 7 (5)

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων γνωστοποιεί στα υπογράφοντα κράτη:

α)

την κατάθεση κάθε εγγράφου επικυρώσεως·

β)

την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου·

γ)

τις κοινοποιήσεις σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφος 3·

δ)

τις ανακοινώσεις που γίνονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 8.

Άρθρο 8

Τα συμβαλλόμενα κράτη ανακοινώνουν στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τα κείμενα των νομοθετικών διατάξεών τους, που επιφέρουν τροποποίηση του πίνακα των δικαστηρίων στο άρθρο 2, στοιχείο α).

Άρθρο 9

Το παρόν πρωτόκολλο παράγει αποτελέσματα για όσο διάστημα ισχύει η σύμβαση της Ρώμης, υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 30 αυτής.

Άρθρο 10

Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να ζητήσει την αναθεώρηση του παρόντος πρωτοκόλλου. Στην περίπτωση αυτή, συγκαλείται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων συνδιάσκεψη αναθεωρήσεως.

Άρθρο 11 (6)

Το παρόν πρωτόκολλο συντάσσεται σε ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική και πορτογαλική γλώσσα. Τα δέκα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Το πρωτόκολλο κατατίθεται στο αρχείο της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο Γενικός Γραμματέας διαβιβάζει επικυρωμένο αντίγραφο στην κυβέρνηση κάθε υπογράφοντος κράτους.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι κάτωθι πληρεξούσιοι υπέγραψαν το παρόν πρωτόκολλο.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα εννέα Δεκεμβρίου χίλια εννιακόσια ογδόντα οκτώ.

[Υπογραφές]


(1)  Κείμενο όπως τροποποιήθηκε από τη σύμβαση προσχώρησης του 2005.

(2)  Βλέπε υποσημείωση 1, σελίδα 12.

(3)  Βλέπε υποσημείωση 3 σελίδα 12.

(4)  Βλέπε σελίδα 14.

(5)  Βλέπε υποσημείωση 1 σελίδα 13.

(6)  Βλέπε υποσημείωση 1 σελίδα 14.


ΚΟΙΝΕΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ

Κοινή δήλωση

Οι κυβερνήσεις του Βασιλείου του Βελγίου, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας,

Κατά την υπογραφή του πρώτου πρωτοκόλλου για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία είναι ανοικτή προς υπογραφή από τις 19 Ιουνίου 1980, στη Ρώμη,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης,

Δηλώνουν ότι είναι έτοιμες να οργανώσουν, σε συνεργασία με το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις αποφάσεις που έχουν ισχύ δεδικασμένου και τις οποίες εκδίδουν τα δικαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 2 του εν λόγω πρωτοκόλλου κατ' εφαρμογή της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές. Η ανταλλαγή πληροφοριών συμπεριλαμβάνει:

τη διαβίβαση στο Δικαστήριο, εκ μέρους των αρμοδίων εθνικών αρχών, των αποφάσεων τις οποίες εκδίδουν τα δικαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 2, στοιχείο α) καθώς και των σημαντικών αποφάσεων τις οποίες εκδίδουν τα δικαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 2, στοιχείο β),

την ταξινόμηση και την αρχειοθέτηση των αποφάσεων αυτών από το Δικαστήριο, καθώς επίσης, εάν είναι αναγκαίο, την εκπόνηση επιτόμων αποφάσεων και μεταφράσεων καθώς και την περαιτέρω δημοσίευση των ιδιαίτερα σημαντικών αποφάσεων,

την κοινοποίηση από το Δικαστήριο όλου του υλικού τεκμηρίωσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμβαλλομένων στο πρωτόκολλο κρατών καθώς και στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι κάτωθι πληρεξούσιοι υπέγραψαν την παρούσα κοινή δήλωση.

Έγινε στη Βρυξέλλες, στις δέκα εννέα Δεκεμβρίου χίλια εννιακόσια ογδόντα οκτώ.

[Υπογραφές]

Κοινή δήλωση

Οι κυβερνήσεις του Βασιλείου του Βελγίου, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας,

Κατά την υπογραφή του πρώτου πρωτοκόλλου για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία είναι ανοικτή προς υπογραφή από τις 19 Ιουνίου 1980, στη Ρώμη,

Αναφερόμενοι στην κοινή δήλωση που έχει προσαρτηθεί στη σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές,

Επιθυμώντας να διασφαλίσουν την κατά το δυνατόν αποτελεσματικότερη και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεών της,

Θέλοντας να αποτρέψουν ερμηνευτικές αποκλίσεις της συμβάσεως που μπορούν να παρακωλύσουν την ενοποιητική ερμηνεία της συμβάσεως,

Θεωρούν ότι κάθε κράτος που γίνεται μέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θα πρέπει να προσχωρεί στο παρόν πρωτόκολλο.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι κάτωθι πληρεξούσιοι υπέγραψαν την παρούσα κοινή δήλωση.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα εννέα Δεκεμβρίου χίλια εννιακόσια ογδόντα οκτώ.

[Υπογραφές]



ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΤΙΚΕΣ ΕΝΟΧΕΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΙΚΤΗ ΠΡΟΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΙΣ 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 1980, ΣΤΗ ΡΩΜΗ

ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΣΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ότι η σύμβαση για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές, η οποία είναι ανοικτή προς υπογραφή από τις 19 Ιουνίου 1980, στη Ρώμη, και καλείται στη συνέχεια «σύμβαση της Ρώμης», θα τεθεί σε ισχύ με την κατάθεση του έβδομου εγγράφου επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεως.

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ότι η ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζονται από τη σύμβαση της Ρώμης απαιτεί να τεθεί σε λειτουργία ένας μηχανισμός που να διασφαλίζει την ομοιόμορφη ερμηνεία τους και ότι, προς τον σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο να ανατεθούν οι κατάλληλες αρμοδιότητες στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πριν ακόμη τεθεί σε ισχύ η σύμβαση της Ρώμης έναντι όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ να συνάψουν το παρόν πρωτόκολλο και, προς τον σκοπό αυτό, όρισαν πληρεξουσίους:

[Πληρεξούσιοι τους οποίους όρισαν τα κράτη μέλη]

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ συνήλθαν στα πλαίσια του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και, αφού αντάλλαξαν τα πληρεξούσια έγγραφά τους που βρέθηκαν εντάξει,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

Άρθρο 1

1.   Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει, όσον αφορά τη σύμβαση της Ρώμης, τις αρμοδιότητες που του παρέχει το πρώτο πρωτόκολλο για την ερμηνεία από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της συμβάσεως για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές που είναι ανοικτή προς υπογραφή από τις 19 Ιουνίου 1980, στη Ρώμη, το οποίο συνήφθη στις Βρυξέλλες στις 19 Δεκεμβρίου 1988 (1). Εφαρμόζονται το πρωτόκολλο για τον Οργανισμό του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ο κανονισμός διαδικασίας του Δικαστηρίου.

2.   Αν είναι αναγκαίο, ο κανονισμός διαδικασίας του Δικαστηρίου προσαρμόζεται και συμπληρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 188 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.

Άρθρο 2 (2)

Το παρόν πρωτόκολλο θα κυρωθεί από τα υπογράφοντα κράτη. Τα έγγραφα επικυρώσεως θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 3 (3)

Το παρόν πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του τρίτου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του εγγράφου επικυρώσεως του υπογράφοντος κράτους που θα προβεί τελευταίο στη διατύπωση αυτή.

Άρθρο 4 (4)

Το παρόν πρωτόκολλο συντάσσεται σε ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ιρλανδική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική και πορτογαλική γλώσσα. Τα δέκα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά. Το πρωτόκολλο κατατίθεται στο αρχείο της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο Γενικός Γραμματέας διαβιβάζει επικυρωμένο αντίγραφο στην κυβέρνηση κάθε υπογράφοντος.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι κάτωθι πληρεξούσιοι υπέγραψαν το παρόν πρωτόκολλο.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα εννέα Δεκεμβρίου χίλια εννιακόσια ογδόντα οκτώ.

[Υπογραφές]


(1)  Βλέπε σελίδα 1.

(2)  Βλέπε υποσημείωση 1 σελίδα 12.

(3)  Βλέπε υποσημείωση 3 σελίδα 12.

(4)  Βλέπε υποσημείωση 1 σελίδα 14.


Top