EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011L0064

Οδηγία του Συμβουλίου 2011/64/ΕΕ, της 21ης Ιουνίου 2011 , για τη διάρθρωση και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφαρμόζονται στα βιομηχανοποιημένα καπνά (κωδικοποιημένο κείμενο)

OJ L 176, 5.7.2011, p. 24–36 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 03 Volume 063 P. 313 - 325

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2011/64/oj

5.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 176/24


ΟΔΗΓΊΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ 2011/64/ΕΕ

της 21ης Ιουνίου 2011

για τη διάρθρωση και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφαρμόζονται στα βιομηχανοποιημένα καπνά

(κωδικοποιημένο κείμενο)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 113,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου της νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Αποφασίζοντας με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 92/79/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την προσέγγιση των φόρων στα τσιγάρα (1), η οδηγία 92/80/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την προσέγγιση των φόρων στα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων (2) και η οδηγία 95/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1995, περί των φόρων, πλην των φόρων κύκλου εργασιών, οι οποίοι επιβαρύνουν την κατανάλωση των επεξεργασιών καπνών (3), έχουν επανειλημμένα τροποποιηθεί (4) ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση των εν λόγω οδηγιών και η συγκέντρωσή τους σε ενιαία πράξη.

(2)

Η φορολογική νομοθεσία της Ένωσης για τα προϊόντα καπνού πρέπει να εξασφαλίζει την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και, ταυτόχρονα, ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας όπως προβλέπεται από το άρθρο 168 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι τα προϊόντα καπνού μπορεί να βλάψουν σοβαρά την υγεία και ότι η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος στη σύμβαση-πλαίσιο για τον έλεγχο του καπνού (ΣΠΕΚ) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η κατάσταση που ισχύει για κάθε επιμέρους είδος βιομηχανοποιημένου καπνού.

(3)

Ένας από τους σκοπούς της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η διατήρηση μιας οικονομικής ένωσης, της οποίας τα χαρακτηριστικά θα είναι ανάλογα με εκείνα μιας εγχώριας αγοράς, εντός της οποίας υπάρχει υγιής ανταγωνισμός. Όσον αφορά τον τομέα των βιομηχανοποιημένων καπνών, η πραγματοποίηση του σκοπού αυτού προϋποθέτει ότι η εφαρμογή στα κράτη μέλη φόρων που επιβαρύνουν την κατανάλωση των προϊόντων αυτού του τομέα δεν νοθεύει τους όρους ανταγωνισμού και δεν εμποδίζει την ελεύθερη κυκλοφορία τους εντός της Ένωσης.

(4)

Θα πρέπει να καθορισθούν τα διάφορα είδη βιομηχανοποιημένων καπνών, σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά τους και τις χρήσεις για τις οποίες προορίζονται.

(5)

Θα πρέπει να εισαχθεί διάκριση μεταξύ του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) σιγαρέτων και των λοιπών καπνών για κάπνισμα.

(6)

Προς τον σκοπό ενιαίας φορολογίας θα πρέπει να θεωρούνται επίσης ως σιγαρέτα και οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν με έναν απλό χειρισμό.

(7)

Θα πρέπει να διευκρινισθεί η έννοια του καπνοβιομηχάνου ως του φυσικού ή νομικού προσώπου που κατασκευάζει τα προϊόντα καπνού και καθορίζει τη μέγιστη τιμή λιανικής πώλησης σε κάθε κράτος μέλος όπου προορίζονται να διατεθούν στην κατανάλωση.

(8)

Για λόγους ομοιόμορφης και δίκαιης φορολόγησης, ορισμοί για τα τσιγάρα, τα πούρα και τα πουράκια καθώς και για τα άλλα είδη καπνού καπνίσματος θα πρέπει να προβλεφθούν αντίστοιχα έτσι ώστε κύλινδροι καπνού οι οποίοι βάσει του μήκους τους μπορούν να θεωρηθούν ως δύο τσιγάρα ή περισσότερα να αντιμετωπίζονται πράγματι ως δύο τσιγάρα ή περισσότερα για την επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης· πούρα που είναι παρόμοια σε μεγάλο βαθμό με τσιγάρο να αντιμετωπίζονται ως τσιγάρα για την επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης· και καπνός καπνίσματος ο οποίος είναι παρόμοιος σε μεγάλο βαθμό με λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων να αντιμετωπίζεται ως λεπτοκομμένος καπνός για την επιβολή του φόρου κατανάλωσης και να είναι σαφής ο ορισμός των υπολειμμάτων καπνού. Λόγω των οικονομικών δυσκολιών τις οποίες θα μπορούσε να προκαλέσει στους ενδιαφερόμενους γερμανούς και ούγγρους επιχειρηματίες η άμεση εφαρμογή των ορισμών για τα πούρα και τα πουράκια, θα πρέπει να επιτραπεί στην Γερμανία και την Ουγγαρία να αναβάλουν την εφαρμογή τους έως την 1η Ιανουαρίου 2015.

(9)

Όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης καπνού, η εναρμόνιση της διαρθρώσεως των φόρων αυτών πρέπει, ιδίως, να έχει ως αποτέλεσμα τη μη νόθευση του ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών βιομηχανοποιημένων καπνών που ανήκουν στην ίδια ομάδα εξαιτίας της φορολογίας και την παράλληλη πραγματοποίηση του ανοίγματος των εθνικών αγορών των κρατών μελών.

(10)

Οι απαιτήσεις του ανταγωνισμού προϋποθέτουν ένα σύστημα ελευθέρως διαμορφωμένων τιμών για όλες τις ομάδες επεξεργασίας καπνών.

(11)

Η διάρθρωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης σιγαρέτων πρέπει να περιλαμβάνει, πέρα από ένα πάγιο στοιχείο καθοριζόμενο ανά μονάδα προϊόντος, και ένα αναλογικό στοιχείο, βασιζόμενο επί λιανικής τιμής πωλήσεως, στην οποία συμπεριλαμβάνονται όλοι οι φόροι. Επειδή ο φόρος κύκλου εργασιών επί των σιγαρέτων έχει το αυτό αποτέλεσμα με έναν αναλογικό φόρο, πρέπει τούτο να ληφθεί υπόψη για τον καθορισμό της σχέσης μεταξύ του πάγιου στοιχείου του ειδικού φόρου κατανάλωσης και της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης.

(12)

Χωρίς να θίγονται η μεικτή δομή του φόρου και το ανώτατο ποσοστό του πάγιου στοιχείου της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, θα πρέπει να παρασχεθούν στα κράτη μέλη αποτελεσματικά μέσα για την επιβολή πάγιου ή ελάχιστου φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα ώστε να διασφαλίζεται η επιβολή ενός ελάχιστου ποσού φορολογίας σε όλη την Ένωση.

(13)

Για τη σωστή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, απαιτείται η θέσπιση ελάχιστων ειδικών φόρων κατανάλωσης επί όλων των κατηγοριών των βιομηχανοποιημένων καπνών.

(14)

Όσον αφορά τα τσιγάρα, θα πρέπει να εξασφαλισθούν ουδέτερες συνθήκες ανταγωνισμού για τους κατασκευαστές, θα πρέπει να μειωθεί η κατάτμηση των αγορών του καπνού και θα πρέπει να τονισθούν στόχοι σχετικοί με την υγεία. Η ελάχιστη απαίτηση που συνδέεται με την τιμή θα πρέπει να αναφέρεται συνεπώς στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης, ενώ μια νομισματική ελάχιστη απαίτηση θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα τσιγάρα. Για τους ίδιους λόγους, η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης θα πρέπει επίσης να χρησιμεύει ως σημείο αναφοράς και για τον υπολογισμό της ποσοστιαίας συμμετοχής του πάγιου φόρου κατανάλωσης στη συνολική φορολογική επιβάρυνση.

(15)

Όσον αφορά τις τιμές και τα επίπεδα των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ιδίως για τα τσιγάρα, που είναι σαφώς η σημαντικότερη κατηγορία προϊόντων καπνού, καθώς και για τον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων, υπάρχουν ακόμη σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών, οι οποίες μπορεί να διαταράξουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η σύγκλιση ως ένα βαθμό μεταξύ των επιπέδων των φόρων που ισχύουν στα κράτη μέλη θα βοηθούσε στη μείωση της απάτης και του λαθρεμπορίου εντός της Ένωσης.

(16)

Μια τέτοια σύγκλιση θα βοηθούσε επίσης στη διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας. Το επίπεδο φορολογίας αποτελεί βασική συνιστώσα της τιμής των προϊόντων καπνού, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τις καπνιστικές συνήθειες των καταναλωτών. Η απάτη και το λαθρεμπόριο υπονομεύουν τα επίπεδα τιμών που διαμορφώνονται μέσω της φορολογίας, ιδίως για τα τσιγάρα και τον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και, κατά συνέπεια, εκθέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων του ελέγχου του καπνού και της προστασίας της υγείας.

(17)

Όσον αφορά προϊόντα εκτός των τσιγάρων, θα πρέπει να θεσπιστεί εναρμονισμένη φορολογική επιβάρυνση για όλα τα προϊόντα που εμπίπτουν στην ίδια ομάδα βιομηχανοποιημένων καπνών. Ο καθορισμός συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης εκφρασμένου σε ποσοστό ή σε ποσό ανά χιλιόγραμμο ή ανά αριθμό τεμαχίων είναι ο καταλληλότερος για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(18)

Όσον αφορά τον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων, μια ελάχιστη απαίτηση της Ένωσης που συνδέεται με την τιμή θα πρέπει να εκφράζεται έτσι ώστε να επιτυγχάνονται αποτελέσματα όμοια με τα αποτελέσματα που επιτυγχάνονται στον τομέα των τσιγάρων και να λαμβάνει ως σημείο αναφοράς τη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης.

(19)

Είναι αναγκαίο τα ελάχιστα επίπεδα που εφαρμόζονται στον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων να προσεγγίσουν περισσότερο τα ελάχιστα επίπεδα που εφαρμόζονται στα τσιγάρα, έτσι ώστε να ληφθεί υπόψη καλύτερα το επίπεδο ανταγωνισμού που υφίσταται μεταξύ των δύο προϊόντων, το οποίο αντικατοπτρίζεται στα παρατηρούμενα καταναλωτικά πρότυπα, καθώς και ο εξίσου επιβλαβής χαρακτήρας τους.

(20)

Θα πρέπει να παρασχεθεί στην Πορτογαλία η δυνατότητα εφαρμογής ενός μειωμένου συντελεστή για τα τσιγάρα που κατασκευάζονται από μικροπαραγωγούς και καταναλώνονται στις απόμακρες περιοχές των Αζορών και της Μαδέρας.

(21)

Χάρη σε μεταβατικές περιόδους τα κράτη μέλη θα μπορούν να προσαρμόζονται ομαλά στα επίπεδα του συνολικού ειδικού φόρου κατανάλωσης, περιορίζοντας έτσι τις πιθανές παρενέργειες.

(22)

Προς αποφυγή ζημίας στην οικονομική και κοινωνική ισορροπία της Κορσικής είναι ζωτικής σημασίας, όσο και δικαιολογημένη, η πρόβλεψη παρέκκλισης, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015, χάρη στην οποία η Γαλλία μπορεί να εφαρμόζει μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης έναντι του εθνικού συντελεστή που επιβάλλεται στα τσιγάρα και λοιπά βιομηχανοποιημένα καπνά που τίθενται σε ανάλωση στην Κορσική. Έως την εν λόγω ημερομηνία οι φορολογικές διατάξεις για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που τίθενται σε ανάλωση εκεί θα πρέπει να έχουν πλήρως ευθυγραμμιστεί με τα ισχύοντα στην ηπειρωτική Γαλλία. Ωστόσο, είναι σκόπιμο να αποφευχθεί μια πολύ απότομη αλλαγή και, συνεπώς, θα πρέπει να υιοθετηθεί σταδιακή αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται επί του παρόντος στα τσιγάρα και στον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων στην Κορσική.

(23)

Δεδομένου ότι η πλειοψηφία των κρατών μελών προβαίνει σε απαλλαγές ή σε επιστροφές ειδικών φόρων κατανάλωσης για ορισμένα βιομηχανοποιημένα καπνά ανάλογα με τη χρήση τους, θα πρέπει να καθοριστούν στην παρούσα οδηγία οι απαλλαγές ή επιστροφές για ειδικές χρήσεις.

(24)

Πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία για την περιοδική εξέταση των συντελεστών ή ποσών που προβλέπει η παρούσα οδηγία, με βάση έκθεση της Επιτροπής που θα συνεκτιμά όλα τα σχετικά στοιχεία.

(25)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα I μέρος B,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Άρθρο 1

Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις γενικές αρχές της εναρμόνισης της διάρθρωσης και των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης, στον οποίο τα κράτη μέλη υποβάλλουν τα βιομηχανοποιημένα καπνά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 2

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως βιομηχανοποιημένα καπνά νοούνται:

α)

τα τσιγάρα·

β)

τα πούρα και τα πουράκια σιγαρίλος·

γ)

καπνός καπνίσματος:

i)

ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων·

ii)

άλλα καπνά για κάπνισμα.

2.   Εξομοιώνονται με τα τσιγάρα και με τον καπνό για κάπνισμα τα προϊόντα τα αποτελούμενα αποκλειστικώς ή μερικώς από ουσίες άλλες πλην του καπνού, αλλά τα οποία ανταποκρίνονται στα λοιπά κριτήρια του άρθρου 3 ή του άρθρου 5 παράγραφος 1.

Κατά παρέκκλιση του πρώτου εδαφίου, τα προϊόντα που δεν περιέχουν καπνό δεν θεωρούνται ως βιομηχανοποιημένος καπνός εφόσον προορίζονται αποκλειστικώς για ιατρική χρήση.

3.   Χωρίς να θίγονται οι ισχύουσες διατάξεις της Ένωσης, οι αναφερόμενοι στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και στα άρθρα 3, 4 και 5 ορισμοί δεν προδικάζουν τον καθορισμό των φορολογικών συστημάτων ή των επιπέδων φορολογίας για τις διάφορες ομάδες προϊόντων που αναφέρονται στους ορισμούς αυτούς.

Άρθρο 3

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως τσιγάρα νοούνται:

α)

οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή πουράκια κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1·

β)

οι κύλινδροι καπνού οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων·

γ)

οι κύλινδροι καπνού οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.

2.   Οι κύλινδροι καπνού που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θεωρούνται, για τους σκοπούς της επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ως δύο τσιγάρα εφόσον το μήκος τους, χωρίς φίλτρο ή επιστόμιο, είναι μεγαλύτερο από 8 εκατοστόμετρα αλλά δεν υπερβαίνει τα 11 εκατοστόμετρα και ως τρία τσιγάρα εφόσον το μήκος τους, χωρίς φίλτρο ή επιστόμιο, είναι μεγαλύτερο από 11 εκατοστόμετρα αλλά δεν υπερβαίνει τα 14 εκατοστόμετρα, κ.ο.κ.

Άρθρο 4

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας τα ακόλουθα προϊόντα θεωρούνται πούρα ή πουράκια αν μπορούν και, δεδομένων των χαρακτηριστικών τους και των συνήθων καταναλωτικών προσδοκιών, προορίζονται αποκλειστικά να καπνίζονται ως έχουν:

α)

κύλινδροι καπνού με εξωτερικό περιτύλιγμα από φυσικό καπνό·

β)

κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανασυσταθέντα καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, όχι όμως και το επιστόμιο στην περίπτωση προϊόντων με επιστόμιο, όπου το βάρος ανά μονάδα, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του επιστομίου, δεν είναι μικρότερο από 2,3 γραμμάρια ούτε μεγαλύτερο από 10 γραμμάρια και η περίμετρος στο ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34 χιλιοστά.

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, το κατωτέρω εδάφιο μπορεί να συνεχίσει εφαρμοζόμενο στη Γερμανία και την Ουγγαρία έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014.

Θεωρούνται πούρα ή σιγαρίλος, αν είναι δυνατό να καπνίζονται ως έχουν:

α)

κύλινδροι καπνού φτιαγμένοι καθ’ ολοκληρία από φυσικό καπνό·

β)

κύλινδροι καπνού με εξωτερικό περιτύλιγμα από φυσικό καπνό·

γ)

κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από το ακροστόμιο καλαμάκι και το συνδετικό όσον αφορά τα πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι, και τα δύο από ανασυσταθέντα καπνό, όπου το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του τμήματος που εισέρχεται στο στόμα, δεν είναι μικρότερο από 1,2g και όπου το περιτύλιγμα προσαρμόζεται σε σπειροειδές σχήμα με οξεία γωνία τουλάχιστον 30° στον άξονα κατά μήκος του πούρου·

δ)

κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανασυσταθέντα καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από το ακροστόμιο καλαμάκι όσον αφορά τα πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι, όπου το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του τμήματος που εισέρχεται στο στόμα, δεν είναι μικρότερο από 2,3 g και όπου η περίμετρος σε πάνω από το ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34 mm.

3.   Προϊόντα τα οποία αποτελούνται εν μέρει από άλλες ουσίες πλην του καπνού αλλά κατά τα λοιπά ανταποκρίνονται στα κριτήρια της παραγράφου 1 εξομοιώνονται με πούρα και πουράκια.

Άρθρο 5

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως καπνός καπνίσματος νοείται:

α)

ο κομμένος ή κατ' άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, σε ορμαθό ή συμπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος μπορεί να καπνισθεί χωρίς να υποστεί μεταγενέστερη μεταποίηση·

β)

τα συσκευασμένα για λιανική πώληση υπολείμματα καπνού, τα οποία δεν εμπίπτουν στο άρθρο 3 και το άρθρο 4 παράγραφος 1 και τα οποία μπορούν να καπνιστούν. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως υπολείμματα καπνού νοούνται τα κατάλοιπα των φύλλων καπνού και τα υποπροϊόντα που προέρχονται από την επεξεργασία του καπνού ή την παραγωγή προϊόντων καπνού.

2.   Ως λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) σιγαρέτων θεωρείται ο καπνός καπνίσματος στον οποίο περισσότερο από 25 % του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από 1,5 χιλιοστόμετρο.

Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρούν ως λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) σιγαρέτων τον καπνό καπνίσματος στον οποίο περισσότερο από 25 % του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής ίσο προς 1,5 χιλιοστόμετρο ή μεγαλύτερο και ο οποίος πωλήθηκε ή προορίζεται να πωληθεί για την κατασκευή χειροποίητων σιγαρέτων.

Άρθρο 6

Ως καπνοβιομήχανος θεωρείται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο στην Ένωση και μεταποιεί τον καπνό σε βιομηχανοποιημένα προϊόντα για λιανική πώληση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΕΣ ΣΤΑ ΤΣΙΓΑΡΑ

Άρθρο 7

1.   Σε κάθε κράτος μέλος, τα τσιγάρα κατασκευής εντός της Ένωσης και τα τσιγάρα που εισάγονται από τρίτες χώρες υποβάλλονται σε έναν αναλογικό φόρο καπνού υπολογισμένο επί της μέγιστης τιμής λιανικής πωλήσεως, συμπεριλαμβανομένων των δασμών, καθώς επίσης και σε έναν πάγιο φόρο καπνού υπολογιζόμενο ανά μονάδα προϊόντος.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρέσουν τους εισαγωγικούς δασμούς από τη βάση υπολογισμού του αναλογικού φόρου κατανάλωσης του επιβαλλομένου επί των τσιγάρων.

2.   Ο συντελεστής του αναλογικού φόρου καπνού και το ποσό του παγίου φόρου καπνού πρέπει να είναι οι αυτοί για όλα τα σιγαρέτα.

3.   Στο τελικό στάδιο της δομικής εναρμονίσεως καθιερώνεται σε όλα τα κράτη μέλη η αυτή σχέση μεταξύ του παγίου φόρου κατανάλωσης και του ποσού του αναλογικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου κύκλου εργασιών επί των τσιγάρων, ούτως ώστε η κλιμάκωση των λιανικών τιμών πωλήσεων να αντανακλά σωστά τη διαφορά των τιμών πώλησης των κατασκευαστών.

4.   Όποτε κρίνεται αναγκαίο, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των τσιγάρων μπορεί να περιλαμβάνει ένα ελάχιστο ποσό φόρου, υπό την προϋπόθεση ότι τηρείται αυστηρά η μεικτή δομή της φορολογίας και το εύρος του πάγιου στοιχείου του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που καθορίζεται στο άρθρο 8.

Άρθρο 8

1.   Το ποσοστό του πάγιου στοιχείου του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο ποσό της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης επί των τσιγάρων καθορίζεται σε αναφορά με τη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης.

2.   Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης καθορίζεται με αναγωγή στη συνολική αξία όλων των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, η οποία διαιρείται διά της συνολικής ποσότητας των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση. Καθορίζεται το αργότερο έως την 1η Μαρτίου κάθε έτους, βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

3.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013, το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 5 % ούτε ανώτερο του 76,5 % του ποσού της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει από το άθροισμα:

α)

του πάγιου ειδικού φόρου κατανάλωσης·

β)

του αναλογικού ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), που επιβάλλονται επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

4.   Από 1ης Ιανουαρίου 2014, το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί των τσιγάρων δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 7,5 % ούτε ανώτερο του 76,5 % του ποσού της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει από το άθροισμα:

α)

του πάγιου ειδικού φόρου κατανάλωσης·

β)

του αναλογικού ειδικού φόρου κατανάλωσης και του ΦΠΑ, που επιβάλλονται επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

5.   Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 3 και 4, όταν σε ένα κράτος μέλος μεταβληθεί η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων, με αποτέλεσμα το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εκφραζόμενο ως ποσοστό της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, να είναι μικρότερο του ποσοστού του 5 % ή 7,5 %, κατά περίπτωση, ή μεγαλύτερο του ποσοστού του 76,5 % της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να μην προσαρμόσει το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης έως την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους έπειτα από εκείνο κατά το οποίο επήλθε η μεταβολή.

6.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου, και του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 7 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν έναν ελάχιστο φόρο κατανάλωσης στα τσιγάρα.

Άρθρο 9

1.   Τα κράτη μέλη επιβάλλουν στα τσιγάρα ελάχιστους φόρους κατανάλωσης σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται για τους φόρους οι οποίοι, σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο, επιβάλλονται στα τσιγάρα και περιλαμβάνουν:

α)

πάγιο ειδικό φόρο κατανάλωσης ανά μονάδα προϊόντος·

β)

αναλογικό ειδικό φόρο κατανάλωσης που υπολογίζεται επί της ανώτατης τιμής λιανικής πώλησης·

γ)

ΦΠΑ ανάλογο προς την τιμή λιανικής πώλησης.

Άρθρο 10

1.   Ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης (πάγιος φόρος και αναλογικός φόρος εξαιρουμένου του ΦΠΑ) στα τσιγάρα αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 57 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση. Ο εν λόγω ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερος από 64 ευρώ ανά 1 000 τσιγάρα, ασχέτως της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη που επιβάλλουν ειδικό φόρο κατανάλωσης τουλάχιστον 101 ευρώ ανά 1 000 τσιγάρα βάσει της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης δεν υποχρεούνται να τηρήσουν την απαίτηση του 57 % που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Από 1ης Ιανουαρίου 2014 ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης στα τσιγάρα αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 60 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση. Ο εν λόγω ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερος από 90 ευρώ ανά 1 000 τσιγάρα, ασχέτως της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη που επιβάλλουν ειδικό φόρο κατανάλωσης τουλάχιστον 115 ευρώ ανά 1 000 τσιγάρα βάσει της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης δεν υποχρεούνται να τηρήσουν την απαίτηση του 60 % που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.

Μεταβατική περίοδος που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2017 χορηγείται στη Βουλγαρία, την Εσθονία, την Ελλάδα, τη Λεττονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία, την Πολωνία και τη Ρουμανία ώστε να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου.

3.   Τα κράτη μέλη αυξάνουν σταδιακά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης ώστε να εκπληρώσουν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 κατά τις ημερομηνίες που καθορίζονται σε αυτήν.

Άρθρο 11

1.   Όταν σε ένα κράτος μέλος μεταβληθεί η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων, με αποτέλεσμα τη συνολική μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης κάτω από τα επίπεδα που καθορίζονται στην πρώτη πρόταση της παραγράφου 1 και στην πρώτη πρόταση της παραγράφου 2 του άρθρου 10 αντιστοίχως, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να μην προσαρμόσει τον φόρο αυτό έως την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους έπειτα από εκείνο κατά το οποίο επήλθε η μεταβολή.

2.   Όταν ένα κράτος μέλος αυξήσει τον συντελεστή του ΦΠΑ που ισχύει για τα τσιγάρα, μπορεί να μειώσει τον συνολικό ειδικό φόρο κατανάλωσης έως ένα ποσό το οποίο, εκφραζόμενο ως ποσοστό της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης, ισούται με την αύξηση του συντελεστή του ΦΠΑ, εκφραζόμενη επίσης ως ποσοστό της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης, έστω κι αν η προσαρμογή αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του συνολικού ειδικού φόρου κατανάλωσης κάτω από τα επίπεδα, εκφραζόμενα ως ποσοστό της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης, που θεσπίζονται στην πρώτη πρόταση της παραγράφου 1 και στην πρώτη πρόταση της παραγράφου 2 του άρθρου 10, αντιστοίχως.

Ωστόσο, το κράτος μέλος αυξάνει πάλι τον εν λόγω φόρο έτσι ώστε να εκπληρώνονται τουλάχιστον τα παραπάνω επίπεδα έως την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους έπειτα από εκείνο κατά το οποίο επήλθε η μείωση.

Άρθρο 12

1.   Η Πορτογαλία μπορεί να εφαρμόζει στα τσιγάρα που καταναλίσκονται στις απομακρυσμένες περιοχές της Μαδέρας και των Αζορών και τα οποία παρασκευάζονται από μικροπαραγωγούς, κανείς από τους οποίους δεν παράγει περισσότερους από 500 τόνους ετησίως, συντελεστή μέχρι 50 % κατώτερο από τον συντελεστή που ορίζεται στο άρθρο 10.

2.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 10, η Γαλλία μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζει για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2010 έως 31 Δεκεμβρίου 2015 μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα τσιγάρα που τίθενται σε ανάλωση στα διοικητικά διαμερίσματα της Κορσικής μέχρι ετήσιας ποσόστωσης 1 200 τόνων. Ο μειωμένος συντελεστής πρέπει να αντιστοιχεί:

α)

έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012, σε τουλάχιστον 44 % της τιμής των τσιγάρων της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών σε αυτά τα διοικητικά διαμερίσματα·

β)

από 1ης Ιανουαρίου 2013, σε τουλάχιστον 50 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων τα οποία τίθενται σε ανάλωση. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν είναι μικρότερος από 88 ευρώ ανά 1 000 τσιγάρα ανεξαρτήτως της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης,

γ)

από 1ης Ιανουαρίου 2015, σε τουλάχιστον 57 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν είναι μικρότερος από 90 ευρώ ανά 1 000 τσιγάρα ανεξαρτήτως της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΕΣ ΣΤΟΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΚΑΠΝΟ ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΤΣΙΓΑΡΩΝ

Άρθρο 13

Τα ακόλουθα είδη βιομηχανοποιημένων καπνών που κατασκευάζονται στην Ένωση και εισάγονται από τρίτες χώρες υποβάλλονται στα κράτη μέλη σε ελάχιστο ειδικό φόρο κατανάλωσης που ορίζεται στο άρθρο 14:

α)

πούρα και πουράκια·

β)

λεπτοκομμένος καπνός για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων·

γ)

άλλα καπνά για κάπνισμα.

Άρθρο 14

1.   Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ειδικό φόρο κατανάλωσης ο οποίος μπορεί να είναι:

α)

είτε αναλογικός, υπολογιζόμενος στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης κάθε προϊόντος που ορίζεται ελεύθερα από τους κατασκευαστές που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση και από τους εισαγωγείς από τρίτες χώρες, σύμφωνα με το άρθρο 15· ή

β)

είτε πάγιος, εκφραζόμενος σε ποσό ανά χιλιόγραμμο ή εναλλακτικά ανά αριθμό τεμαχίων για τα πούρα και τα πουράκια· ή

γ)

είτε μεικτός, ο οποίος περιλαμβάνει ένα στοιχείο αναλογικό και ένα πάγιο στοιχείο.

Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίσουν ελάχιστο ποσό ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφόσον ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εκφράζεται είτε αναλογικά είτε μεικτά.

2.   Ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης (πάγιος φόρος και/ή αναλογικός φόρος χωρίς ΦΠΑ), εκφραζόμενος ως ποσοστό, ή ανά χιλιόγραμμο, ή ανά αριθμό τεμαχίων, θα είναι τουλάχιστον ίσος είτε προς τους συντελεστές είτε προς τα ελάχιστα ποσά που ορίζονται:

α)   όσον αφορά τα πούρα και τα πουράκια: στο 5 % της τιμής λιανικής πώλησης, όλων των φόρων συμπεριλαμβανομένων, ή σε 12 ευρώ ανά 1 000 τεμάχια ή ανά χιλιόγραμμο·

β)   όσον αφορά το λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για στρίψιμο τσιγάρων (στριφτά τσιγάρα): στο 40 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση, ή σε 40 ευρώ ανά χιλιόγραμμο·

γ)   όσον αφορά άλλα καπνά για κάπνισμα: στο 20 % της τιμής λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων, ή σε 22 ευρώ ανά χιλιόγραμμο.

Από 1ης Ιανουαρίου 2013 ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης επί του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 43 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση ή σε 47 ευρώ τουλάχιστον ανά χιλιόγραμμο.

Από 1ης Ιανουαρίου 2015 ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης επί του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 46 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση ή σε 54 ευρώ τουλάχιστον ανά χιλιόγραμμο.

Από 1ης Ιανουαρίου 2018 ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης επί του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 48 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση ή σε 60 ευρώ τουλάχιστον ανά χιλιόγραμμο.

Από 1ης Ιανουαρίου 2020 ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης επί του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 50 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση ή σε 60 ευρώ τουλάχιστον ανά χιλιόγραμμο.

Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης υπολογίζεται με αναγωγή στη συνολική αξία του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, η οποία διαιρείται διά της συνολικής ποσότητας λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση. Καθορίζεται το αργότερο έως την 1η Μαρτίου κάθε έτους, βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

3.   Οι συντελεστές ή τα ποσά της παραγράφου 1 και 2 ισχύουν για όλα τα προϊόντα που ανήκουν στο σχετικό είδος βιομηχανοποιημένων καπνών, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ των προϊόντων του αυτού είδους ως προς την ποιότητα, την εμφάνιση, την καταγωγή τους, τα χρησιμοποιούμενα υλικά, τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων ή οποιοδήποτε άλλο κριτήριο.

4.   Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2, η Γαλλία μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζει για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2010 έως 31 Δεκεμβρίου 2015, μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης για τα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων τα οποία τίθενται σε ανάλωση στα διοικητικά διαμερίσματα της Κορσικής. Ο μειωμένος συντελεστής ορίζεται ως εξής:

α)   για τα πούρα και τα πουράκια: σε τουλάχιστον 10 % της τιμής λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων·

β)   για τον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών)τσιγάρων:

i)

έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012, σε τουλάχιστον 27 % της τιμής λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων·

ii)

από 1ης Ιανουαρίου 2013, σε τουλάχιστον 30 % της τιμής λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων·

iii)

από 1ης Ιανουαρίου 2015, σε τουλάχιστον 35 % της τιμής λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων·

γ)   για άλλα είδη καπνού καπνίσματος: σε τουλάχιστον 22 % της τιμής λιανικής πώλησης, συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΤΙΜΗΣ ΛΙΑΝΙΚΗΣ ΠΩΛΗΣΗΣ ΤΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΚΑΠΝΟΥ,ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ,ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΕΣ

Άρθρο 15

1.   Οι καπνοβιομήχανοι ή, κατά περίπτωση, οι αντιπρόσωποι ή εντολοδόχοι τους στην Ένωση, καθώς και οι εισαγωγείς από τρίτες χώρες καθορίζουν ελεύθερα τις ανώτερες τιμές λιανικής πώλησης κάθε προϊόντος σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο προορίζεται να διατεθεί στην κατανάλωση.

Η διάταξη του πρώτου εδαφίου δεν εμποδίζει την εφαρμογή των εθνικών νομοθεσιών όσον αφορά τον έλεγχο των τιμών ή την τήρηση των επιβαλλόμενων τιμών, εφόσον οι νομοθεσίες αυτές δεν αντιβαίνουν προς τη νομοθεσία της Ένωσης.

2.   Προκειμένου να διευκολυνθεί η είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα κράτη μέλη δύνανται να καθορίσουν μια κλίμακα τιμών λιανικής πώλησης ανά ομάδα βιομηχανοποιημένων καπνών, υπό τον όρο ότι κάθε κλίμακα θα είναι αρκετά εκτεταμένη και διαφοροποιημένη, ώστε να ανταποκρίνεται πραγματικά στην ποικιλία των προϊόντων που προέρχονται από την Ένωση.

Κάθε κλίμακα ισχύει για όλα τα προϊόντα που ανήκουν στην οικεία ομάδα βιομηχανοποιημένων καπνών χωρίς διάκριση, βασιζόμενη στην ποιότητα, την εμφάνιση, την καταγωγή των προϊόντων ή των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν, των χαρακτηριστικών των επιχειρήσεων ή οποιοδήποτε άλλο κριτήριο.

Άρθρο 16

1.   Οι τρόποι είσπραξης του ειδικού φόρου κατανάλωσης εναρμονίζονται το αργότερο στο τελικό στάδιο της εναρμόνισης του ειδικού φόρου κατανάλωσης. Κατά τη διάρκεια των προηγουμένων σταδίων, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εισπράττεται, καταρχήν, με φορολογικά επισήματα. Τα κράτη μέλη, αν εισπράττουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης με φορολογικά επισήματα, είναι υποχρεωμένα να θέτουν τα επισήματα αυτά στη διάθεση των καπνοβιομηχάνων και των εμπόρων των λοιπών κρατών μελών. Εάν εισπράττουν τον ειδικό φόρο κατανάλωσης με άλλους τρόπους, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κανένα διοικητικό ή τεχνικό εμπόδιο να μην επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, εξ αυτού του λόγου.

2.   Οι εισαγωγείς και οι καπνοβιομήχανοι βιομηχανοποιημένων καπνών στην Ένωση υπόκεινται στο καθεστώς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όσον αφορά τους τρόπους είσπραξης και πληρωμής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Άρθρο 17

Μπορεί να χορηγείται απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή να επιστρέφεται ο τυχόν καταβληθείς για:

α)

τα μετουσιωμένα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στη βιομηχανία ή στην καλλιέργεια δενδροκηπευτικών·

β)

τα βιομηχανοποιημένα καπνά που καταστρέφονται υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής·

γ)

τα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται αποκλειστικά για επιστημονικές δοκιμές και για έλεγχο ποιότητας προϊόντων·

δ)

τα βιομηχανοποιημένα καπνά που χρησιμοποιούνται εκ νέου από τον παραγωγό.

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις προϋποθέσεις και τις διατυπώσεις στις οποίες υπόκεινται οι εν λόγω απαλλαγές ή επιστροφές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 18

1.   Η Επιτροπή δημοσιεύει ετησίως την αξία του ευρώ έναντι των εθνικών νομισμάτων, η οποία πρέπει να εφαρμόζεται στα ποσά του συνολικού ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Οι εφαρμοζόμενες ισοτιμίες είναι αυτές που ισχύουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Οκτωβρίου και οι οποίες δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράγουν αποτελέσματα από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου ημερολογιακού έτους.

2.   Κατά την ετήσια αναπροσαρμογή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να διατηρήσουν τους ισχύοντες ειδικούς φόρους κατανάλωσης, εφόσον η μετατροπή του ποσού του φόρου, εκφρασμένου σε ευρώ, καταλήγει σε αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εκφρασμένου σε εθνικό νόμισμα, χαμηλότερη του 5 % ή χαμηλότερη των 5 ευρώ, ανάλογα με το ποιο από αυτά τα δύο ποσά είναι το χαμηλότερο.

Άρθρο 19

1.   Κάθε τέσσερα χρόνια, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση και, κατά περίπτωση, πρόταση σχετικά με τους συντελεστές φόρου και τη δομή των ειδικών φόρων κατανάλωσης που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία.

Στην έκθεση της Επιτροπής λαμβάνονται υπόψη η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η πραγματική αξία των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης και οι ευρύτεροι στόχοι της Συνθήκης.

2.   Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βασίζεται ιδίως στις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη.

3.   Η Επιτροπή καταρτίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 43 της οδηγίας 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου (5), κατάλογο στατιστικών στοιχείων που απαιτούνται για την έκθεση, εξαιρώντας τα στοιχεία που αφορούν μεμονωμένα φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες. Πέραν των στοιχείων που είναι αμέσως διαθέσιμα στα κράτη μέλη, ο κατάλογος θα περιέχει μόνο στοιχεία των οποίων η συλλογή και συγκέντρωση δεν συνεπάγεται για τα κράτη μέλη δυσανάλογο διοικητικό φόρτο.

4.   Η Επιτροπή δεν δημοσιεύει ή κοινολογεί με άλλο τρόπο τα εν λόγω στοιχεία, εάν αυτό συνεπάγεται την αποκάλυψη εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου.

Άρθρο 20

Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 21

Η οδηγία 92/79/ΕΟΚ, η οδηγία 92/80/ΕΟΚ και η οδηγία 95/59/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκαν με τις οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα I μέρος Α, καταργούνται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα I μέρος B.

Οι αναφορές στις καταργούμενες οδηγίες θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα II.

Άρθρο 22

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2011.

Άρθρο 23

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Λουξεμβούργο, 21 Ιουνίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

FAZEKAS S.


(1)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 8.

(2)  ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 10.

(3)  ΕΕ L 291 της 6.12.1995, σ. 40.

(4)  Βλέπε παράρτημα I μέρος Α.

(5)  ΕΕ L 9 της 14.1.2009, σ. 12.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΜΈΡΟΣ Α

Καταργούμενες οδηγίες με κατάλογο των διαδοχικών τους τροποποιήσεων

(που αναφέρονται στο άρθρο 21)

Οδηγία 92/79/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 8)

 

Οδηγία 1999/81/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 211 της 11.8.1999, σ. 47)

Μόνον το άρθρο 1

Οδηγία 2002/10/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 46 της 16.2.2002, σ. 26)

Μόνον το άρθρο 1

Οδηγία 2003/117/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 333 της 20.12.2003, σ. 49)

Μόνον το άρθρο 1

Οδηγία 2010/12/ΕΕ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 50 της 27.2.2010, σ. 1)

Μόνον το άρθρο 1

Οδηγία 92/80/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 10)

 

Οδηγία 1999/81/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 211 της 11.8.1999, σ. 47)

Μόνον το άρθρο 2

Οδηγία 2002/10/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 46 της 16.2.2002, σ. 26)

Μόνον το άρθρο 2

Οδηγία 2003/117/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 333 της 20.12.2003, σ. 49)

Μόνον το άρθρο 2

Οδηγία 2010/12/ΕΕ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 50 της 27.2.2010, σ. 1)

Μόνον το άρθρο 2

Οδηγία 95/59/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 291 της 6.12.1995, σ. 40)

 

Οδηγία 1999/81/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 211 της 11.8.1999, σ. 47)

Μόνον το άρθρο 3

Οδηγία 2002/10/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 46 της 16.2.2002, σ. 26)

Μόνον το άρθρο 3

Οδηγία 2010/12/ΕΕ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 50 της 27.2.2010, σ. 1)

Μόνον το άρθρο 3

ΜΈΡΟΣ B

Κατάλογος ημερομηνιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής

(που αναφέρονται στο άρθρο 21)

Οδηγία

Λήξη προθεσμίας ενσωμάτωσης

Ημερομηνία εφαρμογής

92/79/ΕΟΚ

31η Δεκεμβρίου 1992

92/80/ΕΟΚ

31η Δεκεμβρίου 1992

95/59/ΕΚ

1999/81/ΕΚ

1η Ιανουαρίου 1999

1η Ιανουαρίου 1999

2002/10/ΕΚ

1η Ιουλίου 2002 (1)

2003/117/ΕΚ

1η Ιανουαρίου 2004

2010/12/ΕΕ

31η Δεκεμβρίου 2010

1η Ιανουαρίου 2011


(1)  Κατά παρέκκλιση από την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/10/ΕΚ:

α)

η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας εξουσιοδοτείται να θέσει σε ισχύ τις διατάξεις που απαιτούνται για να συμμορφωθεί με το άρθρο 3 σημείο 1 της οδηγίας 2002/10/ΕΚ το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2008·

β)

το Βασίλειο της Ισπανίας και η Ελληνική Δημοκρατία εξουσιοδοτούνται να θέσουν σε ισχύ τις διατάξεις που απαιτούνται προκειμένου να συμμορφωθούν με το άρθρο 1 σημείο 1 της οδηγίας 2002/10/ΕΚ (σε σχέση με το άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερη φράση της οδηγίας 92/79/ΕΟΚ), το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2008.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 92/79/ΕΟΚ

Οδηγία 92/80/ΕΟΚ

Οδηγία 95/59/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 1

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1 εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) πρώτη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο i)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο ii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 τελική διατύπωση

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 5 εισαγωγική φράση

Άρθρο 5 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 6 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 6

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 6

Άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 7 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 16 παράγραφοι 1-5

Άρθρο 8 παράγραφος 1-5

Άρθρο 16 παράγραφος 7

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 1

Άρθρο 9

Άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 2α

Άρθρο 11

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 1

Άρθρο 13

Άρθρο 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο, εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο, πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 έκτο εδάφιο, εισαγωγική φράση

Άρθρο 3 παράγραφος 1 έκτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 έβδομο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 όγδοο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 ένατο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 δέκατο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 ενδέκατο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 δωδέκατο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 δέκατο τρίτο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 2 έκτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 1 δέκατο τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 14 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 2 πρώτη πρόταση

Άρθρο 15 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 2 δεύτερη πρόταση

Άρθρο 15 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 10

Άρθρο 16

Άρθρο 11

Άρθρο 17

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 19

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 18

Άρθρο 20

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 21 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 21 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 20

Άρθρο 22

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 21

Άρθρο 23

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα I

Παράρτημα II


Top