EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31975L0034

Οδηγία 75/34/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1974 περί του δικαιώματος των υπηκόων ενός κράτους μέλους να παραμένουν στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους μετά την άσκηση σε αυτό μη μισθωτής δραστηριότητας

OJ L 14, 20.1.1975, p. 10–13 (DA, DE, EN, FR, IT, NL)
Greek special edition: Chapter 06 Volume 001 P. 191 - 194
Spanish special edition: Chapter 06 Volume 001 P. 183 - 185
Portuguese special edition: Chapter 06 Volume 001 P. 183 - 185
Special edition in Finnish: Chapter 06 Volume 001 P. 172 - 174
Special edition in Swedish: Chapter 06 Volume 001 P. 172 - 174
Special edition in Czech: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Estonian: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Latvian: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Lithuanian: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Hungarian Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Maltese: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Polish: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Slovak: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173
Special edition in Slovene: Chapter 05 Volume 001 P. 170 - 173

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 29/04/2006; καταργήθηκε από 32004L0038

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/1975/34/oj

31975L0034

Οδηγία 75/34/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1974 περί του δικαιώματος των υπηκόων ενός κράτους μέλους να παραμένουν στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους μετά την άσκηση σε αυτό μη μισθωτής δραστηριότητας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 014 της 20/01/1975 σ. 0010 - 0013
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 6 τόμος 1 σ. 0172
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 06 τόμος 1 σ. 0191
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 6 τόμος 1 σ. 0172
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 06 τόμος 1 σ. 0183
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 06 τόμος 1 σ. 0183


ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 17ης Δεκεμβρίου 1974 περί του δικαιώματος των υπηκόων ενός Κράτους μέλους να παραμένουν στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους μετά την άσκηση σ' αυτό μη μισθωτής δραστηριότητος

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

την συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 235,

το γενικό πρόγραμμα για την κατάργηση των περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως(1), και ιδίως τον Τίτλο II,

την πρόταση της Επιτροπής,

την γνώμη της Συνελεύσεως(2),

την γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Εκτιμώντας:

ότι, σύμφωνα με την οδηγία του Συμβουλίου 73/148/ΕΟΚ της 21ης Μαΐου 1973 περί καταργήσεως των περιορισμών στη διακίνηση και στη διαμονή των υπηκόων των Κρατών μελών στο εσωτερικό της Κοινότητος στον τομέα της εγκαταστάσεως και της παροχής υπηρεσιών(4), κάθε Κράτος μέλος αναγνωρίζει δικαίωμα μόνιμης διαμονής στους υπηκόους των άλλων Κρατών μελών που εγκαθίστανται στην επικράτειά του για να ασκήσουν εκεί μη μισθωτή δραστηριότητα, εφ' όσον οι περιορισμοί, στους οποίους υπόκειται η δραστηριότης αυτή, έχουν καταργηθεί δυνάμει της συνθήκης-

ότι είναι φυσικό να παρατείνει ένα πρόσωπο την διάρκεια της μόνιμης διαμονής του στη χώρα ενός Κράτους μέλους μετά την άσκηση δραστηριότητος στο Κράτος αυτό- ότι η μη ύπαρξη δικαιώματος παραμονής υπό τις συνθήκες αυτές συνιστά εμπόδιο στην πραγματοποίηση της ελευθερίας εγκαταστάσεως- ότι, για τους μισθωτούς εργαζομένους, οι όροι υπό τους οποίους δύναται να ασκηθεί το δικαίωμα αυτό έχουν ήδη καθορισθεί από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1251/70(5)-

ότι το άρθρο 48 παράγραφος 3 περίπτωση δ) της συνθήκης αναγνωρίζει στους εργαζομένους το δικαίωμα παραμονής στην επικράτεια ενός Κράτος μέλους και μετά την άσκηση σ' αυτό ορισμένης εργασίας- ότι το άρθρο 54 παράγραφος 2 δεν προβλέπει ρητώς το ίδιο δικαίωμα για τα πρόσωπα που έχουν ασκήσει μη μισθωτή δραστηριότητα- ότι από την φύση της εγκαταστάσεως και τους δεσμούς που δημιουργούνται με την χώρα στην οποία έχουν ασκήσει την δραστηριότητά τους, συνάγεται πάντως ότι τα πρόσωπα αυτά έχουν συμφέρον να απολαύουν του ιδίου δικαιώματος παραμονής με εκείνο το οποίο αναγνωρίζεται στους εργαζομένους- ότι, για να δικαιολογηθεί το μέτρο αυτό πρέπει να γίνει αναφορά στην διάταξη της συνθήκης που επιτρέπει την λήψη του-

ότι η ελευθερία εγκαταστάσεως στην Κοινότητα συνεπάγεται την δυνατότητα των υπηκόων των Κρατών μελών να ασκούν μη μισθωτή δραστηριότητα σε διάφορα Κράτη μέλη διαδοχικώς, χωρίς εκ του λόγου αυτού να περιέρχονται σε μειονεκτική θέση-

ότι πρέπει να εξασφαλισθεί στον υπήκοο ενός Κράτους μέλους το δικαίωμα παραμονής στην επικράτεια αυτήν, όταν παύει να ασκεί εκεί μη μισθωτή δραστηριότητα λόγω συμπληρώσεως της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως ή λόγω μόνιμης ανικανότητος προς εργασία- ότι το δικαίωμα αυτό πρέπει επίσης να εξασφαλισθεί στον υπήκοο Κράτους μέλους, ο οποίος, μετά από μία περίοδο ασκήσεως μη μισθωτής δραστηριότητος και κατοικίας στην επικράτεια δευτέρου Κράτους μέλους, ασκεί δραστηριότητα στην επικράτεια τρίτου Κράτους μέλους, ενώ διατηρεί ακόμη την κατοικία του στην επικράτεια του δευτέρου-

ότι προκειμένου να καθορισθούν οι όροι γενέσεως του δικαιώματος παραμονής, πρέπει να ληφθούν υπ' όψη οι λόγοι που προκάλεσαν την παύση της δραστηριότητος στην επικράτεια του Κράτους μέλους περί του οποίου πρόκειται, ιδίως δε η διαφορά μεταξύ της συνταξιοδοτήσεως, η οποία συνιστά κανονικό και προβλεπτό πέρας του επαγγελματικού βίου, και της μόνιμης ανικανότητος προς εργασία, η οποία συνεπάγεται πρόωρη και απρόβλεπτη παύση της δραστηριότητος- ότι πρέπει να καθορισθούν ειδικές προϋποθέσεις, όταν ο σύζυγος είναι ή υπήρξε υπήκοος του Κράτους μέλους περί του οποίου πρόκειται ή όταν η παύση της δραστηριότητος είναι συνέπεια ατυχήματος εκ της εργασίας ή επαγγελματικής ασθενείας-

ότι ο υπήκοος Κράτους μέλους, ο οποίος έχει φθάσει στο τέλος του επαγγελματικού του βίου μετά την άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητος στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους, πρέπει να έχει στην διάθεσή του επαρκή χρόνο για να αποφασίσει πού επιθυμεί να ορίσει την οριστική του κατοικία-

ότι η άσκηση του δικαιώματος παραμονής από υπήκοο Κράτους μέλους που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα συνεπάγεται την επέκταση του δικαιώματος αυτού στα μέλη της οικογενείας του- ότι σε περίπτωση θανάτου, κατά την διάρκεια του επαγγελματικού του βίου, υπηκόου Κράτους μέλους που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα το δικαίωμα παραμονής πρέπει επίσης να αναγνωρίζεται στα μέλη της οικογενείας του και να αποτελεί αντικείμενο ειδικών προϋποθέσεων-

ότι τα πρόσωπα, τα οποία έχουν το δικαίωμα παραμονής, πρέπει να απολαύουν ίσης μεταχειρίσεως με τους ημεδαπούς που έχουν παύσει να ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα Κράτη μέλη καταργούν, υπό τους όρους που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, τους περιορισμούς στο δικαίωμα παραμονής στην επικράτειά τους επ' ωφελεία των υπηκόων άλλου Κράτους μέλους, οι οποίοι έχουν ασκήσει μη μισθωτή δραστηριότητα στην επικράτειά τους, καθώς και των μελών της οικογενείας τους, όπως καθορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 73/148/ΕΟΚ.

Άρθρο 2

1. Κάθε Κράτος μέλος αναγνωρίζει δικαίωμα μόνιμης παραμονής στην επικράτειά του:

α) στο πρόσωπο εκείνο το οποίο, κατά την στιγμή που παύει την δραστηριότητά του, έχει συμπληρώσει την προβλεπόμενη από την νομοθεσία του Κράτους αυτού ηλικία προς συνταξιοδότηση λόγω γήρατος και έχει ασκήσει στο Κράτος αυτό την δραστηριότητά του τουλάχιστον κατά την διάρκεια των δώδεκα τελευταίων μηνών, έχει δε διαμείνει συνεχώς εκεί περισσότερο από τρία έτη-

σε περίπτωση κατά την οποία η νομοθεσία του Κράτους μέλους αυτού δεν αναγνωρίζει δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως λόγω γήρατος σε ορισμένες κατηγορίες μη μισθωτών εργαζομένων, η προϋπόθεση της ηλικίας θεωρείται πληρωθείσα, εφ' όσον ο δικαιούχος έχει συμπληρώσει το 65ο έτος-

β) στο πρόσωπο εκείνο το οποίο, έχοντας διαμείνει συνεχώς στην επικράτεια του Κράτους αυτού περισσότερο από δύο έτη, παύει να ασκεί την δραστηριότητά του εκεί λόγω μόνιμης ανικανότητος προς εργασία-

αν η ανικανότης αυτή αποτελεί συνέπεια ατυχήματος εκ της εργασίας ή επαγγελματικής ασθενείας που παρέχει δικαίωμα συντάξεως πληρωτέας εν όλω ή εν μέρει από φορέα του Κράτους αυτού, δεν απαιτείται η προϋπόθεση διαρκείας διαμονής-

γ) στο πρόσωπο εκείνο το οποίο, μετά τριετή συνεχή δραστηριότητα και διαμονή στην επικράτεια του Κράτους αυτού, ασκεί την δραστηριότητά του στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους, ενώ διατηρεί την διαμονή του στην επικράτεια του πρώτου Κράτους, όπου επιστρέφει, κατά κανόνα, καθημερινά ή τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.

Οι περίοδοι δραστηριότητος που επραγματοποιήθησαν κατ' αυτόν τον τρόπο στην επικράτεια του άλλου Κράτους μέλους θεωρούνται, για την απόκτηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται υπό α) και β), ότι έχουν πραγματοποιηθεί στο Κράτος διαμονής.

2. Οι προϋποθέσεις διαρκείας διαμονής και δραστηριότητος που προβλέπονται στην παράγραφο 1 υπό α) και η προϋπόθεση διαρκείας διαμονής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 υπό β) δεν απαιτούνται, αν ο σύζυγος του ασκούντος μη μισθωτή δραστηριότητα είναι υπήκοος του σχετικού Κράτους μέλους ή έχει απολέσει την ιθαγένεια του Κράτους αυτού ένεκα του γάμου του με τον ενδιαφερόμενο.

Άρθρο 3

1. Κάθε Κράτος μέλος αναγνωρίζει στα αναφερόμενα στο άρθρο 1 μέλη της οικογενείας του ασκούντος μη μισθωτή δραστηριότητα, τα οποία κατοικούν μαζί με αυτόν στην επικράτειά του, το δικαίωμα να παραμείνουν εκεί μονίμως, αν ο ενδιαφερόμενος έχει αποκτήσει το δικαίωμα παραμονής στην επικράτεια του Κράτους αυτού σύμφωνα με το άρθρο 2. Το δικαίωμα αυτό τους αναγνωρίζεται ακόμη και μετά τον θάνατο του ενδιαφερομένου.

2. Αν ο ασκών μη μισθωτή δραστηριότητα αποβιώσει κατά την διάρκεια του επαγγελματικού του βίου και πριν αποκτήσει το δικαίωμα παραμονής στην επικράτεια του εν λόγω Κράτους, το Κράτος αυτό αναγνωρίζει στα μέλη της οικογενείας του ενδιαφερομένου το δικαίωμα να παραμείνουν εκεί μονίμως υπό την προϋπόθεση:

- ότι ο ενδιαφερόμενος κατά τον χρόνο του θανάτου του είχε διαμείνει συνεχώς στην επικράτειά του επί δύο τουλάχιστον έτη, είτε

- ότι ο θάνατός του οφείλεται σε ατύχημα εκ της εργασίας ή σε επαγγελματική ασθένεια, είτε

- ότι ο επιζών σύζυγος είναι υπήκοος του Κράτους αυτού ή έχει απωλέσει την ιθαγένεια αυτήν ένεκα του γάμου του με τον ενδιαφερόμενο.

Άρθρο 4

1. Η συνεχής διαμονή που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 δύναται να πιστοποιηθεί με κάθε αποδεικτικό μέσο εν χρήσει στην χώρα διαμονής. Δεν δύναται να επηρεασθεί από προσωρινές απουσίες που δεν υπερβαίνουν στο σύνολό τους τους τρεις μήνες κατ' έτος ούτε από απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας που οφείλονται στην εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων.

2. Οι περίοδοι διακοπής της δραστηριότητος που είναι ανεξάρτητες της θελήσεως του ενδιαφερομένου ή διακοπής της δραστηριότητος λόγω ασθενείας ή ατυχήματος θεωρούνται ως περίοδοι δραστηριότητος κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1.

Άρθρο 5

1. Για την άσκηση του δικαιώματος παραμονής τα Κράτη μέλη χορηγούν στον δικαιούχο προθεσμία δύο ετών από της γενέσεως του δικαιώματος σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 περιπτώσεις α) και β) και το άρθρο 3. Κατά το διάστημα αυτό ο δικαιούχος πρέπει να δύναται να εγκαταλείπει την επικράτεια του Κράτους μέλους χωρίς να θίγεται το δικαίωμα αυτό.

2. Τα Κράτη μέλη δεν απαιτούν από τον δικαιούχο καμμία ιδιαίτερη διατύπωση για την άσκηση του δικαιώματος παραμονής.

Άρθρο 6

1. Τα Κράτη μέλη αναγνωρίζουν στα πρόσωπα που δικαιούνται παραμονής το δικαίωμα για λήψη αδείας διαμονής, η οποία πρέπει:

α) να εκδίδεται και να ανανεώνεται ατελώς ή αντί καταβολής ποσού που να μην υπερβαίνει τα πληρωτέα από τους υπηκόους τους δικαιώματα και τα τέλη για την έκδοση ή την ανανέωση δελτίων ταυτότητος-

β) να ισχύει για ολόκληρη την επικράτεια του Κράτους μέλους που την έχει εκδώσει-

γ) να ισχύει επί πέντε έτη και να ανανεώνεται αυτόματα.

2. Οι διακοπές διαμονής που δεν υπερβαίνουν τους έξη συνεχείς μήνες και οι απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας που οφείλονται στην εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων δεν θίγουν την ισχύ της άδειας διαμονής.

Άρθρο 7

Τα Κράτη μέλη αναγνωρίζουν στα πρόσωπα που δικαιούνται παραμονής το δικαίωμα ίσης μεταχειρίσεως που θεσπίζεται από τις οδηγίες του Συμβουλίου περί καταργήσεως των περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως σύμφωνα με τον Τίτλο III του γενικού προγράμματος που προβλέπει την κατάργηση αυτήν.

Άρθρο 8

1. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις Κράτους μέλους, οι οποίες είναι ευνοϊκότερες για τους υπηκόους των άλλων Κρατών μελών.

2. Τα Κράτη μέλη διευκολύνουν την επάνοδο στην επικράτειά τους των μη μισθωτών εργαζομένων, οι οποίοι την έχουν εγκαταλείψει, αφού είχαν κατοικήσει εκεί επί μακρό χρονικό διάστημα και είχαν ασκήσει εκεί μία δραστηριότητα, επιθυμούν δε να επιστρέψουν, εφ' όσον έχουν συμπληρώσει την ηλικία συνταξιοδοτήσεως, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 περίπτωση α), ή είναι μόνιμα ανίκανοι προς εργασία.

Άρθρο 9

Τα Κράτη μέλη δύνανται να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της παρούσης οδηγίας μόνο για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας.

Άρθρο 10

1. Τα Κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία εντός δώδεκα μηνών από της κοινοποιήσεώς της και ενημερώνουν αμέσως περί αυτού την Επιτροπή.

2. Μετά την κοινοποίηση της παρούσης οδηγίας τα Κράτη μέλη μεριμνούν περαιτέρω για την έγκαιρη ενημέρωση της Επιτροπής, ώστε να δύναται να υποβάλλει τις παρατηρήσεις της για κάθε μεταγενέστερο σχέδιο διατάξεων νομοθετικού, κανονιστικού ή διοικητικού χαρακτήρος, τις οποίες προτίθενται να θεσπίσπουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 11

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα Κράτη μέλη.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 17 Δεκεμβρίου 1974.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. DURAFOUR

(1) ΕΕ αριθ. 2 της 15.1.1962, σ. 36/62.

(2) ΕΕ αριθ. Α 14 της 27.3.1973, σ. 20.

(3) ΕΕ αριθ. Α 142 της 31.12.1972, σ. 12.

(4) ΕΕ αριθ. Ν 172 της 28.6.1973, σ. 14.

(5) ΕΕ αριθ. Ν 142 της 30.6.1970, σ. 24.

Top