26.6.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 202/24


Προσφυγή της 24ης Απριλίου 2017 — Ισπανία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-237/17)

(2017/C 202/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Βασίλειο της Ισπανίας (εκπρόσωποι: A. Gavela Llopis, Abogado del Estado)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Το προσφεύγον ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση C (2017) 766 τελικό της Επιτροπής, της 14ης Φεβρουαρίου 2017, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ κατά το μέρος που αφορά το Βασίλειο της Ισπανίας, στον τομέα των οπωροκηπευτικών, οι οποίες είναι σχετικές με την έρευνα (FV 2011/003/ES)·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, το προσφεύγον προβάλλει δύο λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 11, παράγραφος 1, στοιχεία α' και δ', σημείο 3, του κανονισμού (ΕΚ) 2200/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των οπωροκηπευτικών (ΕΕ 1996, L 297, σ. 1) και του άρθρου 14, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 1432/2003 της Επιτροπής, της 11ης Αυγούστου 2003, σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά την αναγνώριση των οργανώσεων παραγωγών και την προαναγνώριση των ομάδων παραγωγών (ΕΕ 2003, L 203, σ. 18), σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 1182/2007 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων όσον αφορά τον τομέα των οπωροκηπευτικών, για την τροποποίηση των οδηγιών 2001/112/ΕΚ και 2001/113/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΟΚ) 827/68, (ΕΚ) 2200/96, (ΕΚ) 2201/96, (ΕΚ) 2826/2000, (ΕΚ) 1782/2003 και (ΕΚ) 318/2006 και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 2202/96 (ΕΕ 2007, L 273, σ. 1) και το άρθρο 2, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) 2019/93, (ΕΚ) 1452/2001, (ΕΚ) 1453/2001, (ΕΚ) 1454/2001, (ΕΚ) 1868/94, (ΕΚ) 1251/1999, (ΕΚ) 1254/1999, (ΕΚ) 1673/2000, (ΕΟΚ) 2358/71 και (ΕΚ) 2529/2001 (ΕΕ 2003, L 270, σ. 1).

Το Βασίλειο της Ισπανίας φρονεί ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού 2200/96 του Συμβουλίου, όσον αφορά την οργάνωση παραγωγών (ΟΠ) Tilla Huelva, καθώς αυτή αποτελείτο διαρκώς από παραγωγούς, κατά τρόπο ώστε να πληρούνται οι κανόνες του δημοκρατικού ελέγχου τους οποίους ορίζει το άρθρο 11, παράγραφος 1, στοιχείο δ', σημείο 3, του κανονισμού 2200/96 και του άρθρου 14 του κανονισμού 1432/2003 της Επιτροπής, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχείο α', του κανονισμού 1782/2003 καθόσον έκρινε ότι τρία μέλη της ΟΠ Tiella Huelva δεν πληρούσαν την προϋπόθεση του «παραγωγού» και ότι, κατά συνέπεια, δεν τηρούσε τις διατάξεις του άρθρου 11 σχετικά με τις επιταγές για δημοκρατικό έλεγχο.

2.

Ο δεύτερος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 52, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) 352/78, (ΕΚ) 165/94, (ΕΚ) 2799/98, (ΕΚ) 814/2000, (ΕΚ) 1290/2005 και (ΕΚ) 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 549).

Κατά το προσφεύγον, η χρησιμοποίηση της μεθόδου του κατ' αποκοπήν υπολογισμού για την επιβολή δημοσιονομικής διορθώσεως στην Ανδαλουσία είναι αντίθετη προς το ισχύον άρθρο 52, παράγραφος 2, του κανονισμού 1306/2013 (το οποίο αντικατέστησε το άρθρο 31, παράγραφος 2, του κανονισμού 1290/2005) και τις κατευθυντήριες οδηγίες για τον υπολογισμό των δημοσιονομικών συνεπειών που περιέχονται στο έγγραφο VI/5330/97. Η επιβληθείσα κατ' αποκοπήν διόρθωση είναι παράνομη και σε κάθε περίπτωση δυσανάλογη. Θα έπρεπε να είχε επιβληθεί εξατομικευμένη διόρθωση επί των επιχειρήσεων στις οποίες πράγματι διαπιστώθηκαν ανεπάρκειες. Επικουρικώς, η κατ' αποκοπήν διόρθωση θα έπρεπε να είναι της τάξεως του 5 %.