14.3.2016 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 98/50 |
Προσφυγή της 4ης Ιανουαρίου 2016 — Hitachi-LG Data Storage και Hitachi-LG Data Storage Korea κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-1/16)
(2016/C 098/65)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσες: Hitachi-LG Data Storage, Inc. (Τόκυο, Ιαπωνία) και Hitachi-LG Data Storage Korea, Inc. (Σεούλ, Δημοκρατία της Κορέας) (εκπρόσωποι: L. Gyselen και N. Ersbøll, δικηγόροι)
Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα
Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:
— |
να μειώσει το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε στις προσφεύγουσες με το άρθρο 2(d) της αποφάσεως της Επιτροπής της 21ης Οκτωβρίου 2015 στην υπόθεση AT.39639 — Μηχανισμοί ανάγνωσης οπτικού δίσκου, σχετικά με διαδικασία βάσει του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, αντανακλώντας έτσι τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως· και |
— |
να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν δύο λόγους.
1. |
Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από το ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της χρηστής διοίκησης και το καθήκον της αιτιολογήσεως διότι δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα των προσφευγουσών βάσει του σημείου 37 των κατευθυντήριων γραμμών της Επιτροπής του 2006 σχετικά με τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α', του κανονισμού 1/2003 (1) (κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων).
|
2. |
Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως αντλείται από το ότι η Επιτροπή έσφαλε διότι δεν απέκλινε από τη μέθοδο των κατευθυντήριων γραμμών για την επιβολή προστίμων προκειμένου να μειώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε στις προσφεύγουσες υπό το φως των ιδιαιτεροτήτων της υποθέσεως και του ρόλου των προσφευγουσών. Οι «ειδικές περιστάσεις», κατά την έννοια του σημείου 37 των κατευθυντήριων γραμμών για την επιβολή προστίμων, είναι οι εξής:
|
(1) Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).