13.3.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 78/7


Αναίρεση που άσκησε στις 2 Σεπτεμβρίου 2016 το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο στις 29 Ιουνίου 2016 στην υπόθεση T-567/14, GROUP κατά EUIPO — ILIEV (GROUP COMPANY TOURISM & TRAVEL)

(Υπόθεση C-478/16 P)

(2017/C 078/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η βουλγαρική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) (εκπρόσωποι: A. Folliard-Monguiral, D. Stoyanova-Valchanova)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία:«Group» OOD, Kosta Iliev

Αιτήματα

Το EUIPO ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει την Group OOD, προσφεύγουσα στην ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία, στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το EUIPO.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Το EUIPO προβάλλει δύο λόγους αναιρέσεως, ήτοι: i) παράβαση του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 (1), σε συνδυασμό με τον κανόνα 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 2868/95 (2), και ii) παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με τον κανόνα 19, παράγραφος 2, στοιχείο δ', του κανονισμού 2868/95.

Παράβαση του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με τον κανόνα 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 2868/95

Το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009 θέτει ρητώς τέσσερις σωρευτικές προϋποθέσεις, οι οποίες είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους και εκ των οποίων οι μεν δύο διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης, οι δε εναπομένουσες δύο διέπονται από τη συγκεκριμένη νομοθεσία την οποία επικαλείται ο ανακόπτων. Κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αποφανθεί ότι ο ανακόπτων οφείλει, ταυτόχρονα με την εκ μέρους του εκπλήρωση των δύο προϋποθέσεων που διέπονται από τη συγκεκριμένη νομοθεσία, να προσκομίζει επίσης αποδεικτικά στοιχεία ως προς το περιεχόμενο της νομοθεσίας αυτής. Κατά το αναιρεσείον, πρόκειται για προκαταρκτικές και αυτοτελείς προϋποθέσεις, η μη εκπλήρωση των οποίων δεν είναι ιάσιμη ενώπιον του τμήματος προσφυγών, εάν ο ανακόπτων δεν έχει παραθέσει εγκαίρως ενώπιον του τμήματος ανακοπών πληροφοριακά στοιχεία όσον αφορά τη νομοθεσία αυτή.

Κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, τα προβαλλόμενα για πρώτη φορά ενώπιον του τμήματος προσφυγών πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία, για να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με τον κανόνα 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 2868/95, θα πρέπει να είναι συμπληρωματικά ή επιπρόσθετα εν σχέσει προς τα πραγματικά περιστατικά και τα έγγραφα των οποίων έχει ήδη γίνει επίκληση σχετικώς με την ίδια προϋπόθεση.

Κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως εκτίμησε ότι η παράθεση πληροφοριών όσον αφορά την εθνική νομοθεσία αποτελεί, κατά κανόνα, μια συμπλήρωση των αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία είχαν ήδη προσκομιστεί σχετικώς με την προϋπόθεση που μνημονεύεται στο άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009.

Κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, το Γενικό Δικαστήριο αναιτιολογήτως παρέλειψε να εξετάσει αν υφίστατο μια αρκούντως στενή σχέση ή αν υφίστατο οποιαδήποτε σχέση μεταξύ των παρατεθέντων, ενώπιον του τμήματος προσφυγών, πληροφοριακών στοιχείων όσον αφορά το εθνικό δίκαιο και των αποδεικτικών στοιχείων που είχαν προσκομιστεί εγκαίρως ενώπιον του τμήματος ανακοπών. Κατά το αναιρεσείον, σε περίπτωση μη υπάρξεως τέτοιας σχέσεως, οι αποδείξεις είναι «νέες» αποδείξεις και όχι «συμπληρωματικές ή επιπρόσθετες» αποδείξεις, όπως απαιτείται από το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009.

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με τον κανόνα 19, παράγραφος 2, στοιχείο δ', του κανονισμού 2868/95

Κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, το Γενικό Δικαστήριο, διαπιστώνοντας ότι δεν υφίστανται τυπικές απαιτήσεις όσον αφορά την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το περιεχόμενο της εθνικής νομοθεσίας της οποίας έγινε επίκληση, ενήργησε κατά παράβαση του κανόνα 19, παράγραφος 2, στοιχείο δ', του κανονισμού 2868/95. Κατά το αναιρεσείον, για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων άμυνας του καθού σε μια διαδικασία inter partes, είναι απαραίτητη η τήρηση των διατυπώσεων που είναι ευρέως γνωστές.

Κατά την άποψη του αναιρεσείοντος, λαμβανομένης υπόψη της αρχής του «παραλληλισμού του τύπου», οι απαιτήσεις όσον αφορά την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την καταχώριση ενός σήματος (κανόνας 19, παράγραφος 2, στοιχείο α', σημείο i, του κανονισμού 2868/95) πρέπει να εφαρμόζονται, κατ’ αναλογίαν, και επί της διεξαγωγής απόδειξης ως προς το περιεχόμενο των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας, βάσει των οποίων αναγνωρίζεται ότι ένα μη καταχωρισμένο σήμα μπορεί να παραγάγει έννομα αποτελέσματα.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (Κωδικοποιημένη έκδοση) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (EE 2009, L 78, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (EE 1995, L 303, σ. 1).