15.9.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 315/68


Προσφυγή της 17ης Ιουνίου 2014 — Prysmian και Prysmian cavi e sistemi κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-475/14)

2014/C 315/113

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Prysmian SpA (Μιλάνο, Ιταλία) και Prysmian cavi e sistemi Srl (Μιλάνο) (εκπρόσωποι: C. Tesauro, F. Russo και L. Armati, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση·

επικουρικώς:

να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 5, της αποφάσεως, στο μέτρο που έκρινε ότι η Prysmian Cavi e Sistemi S.r.l. μετείχε σε παραβίαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ από τις 18 Φεβρουαρίου 1999 έως τις 27 Νοεμβρίου 2001·

να ακυρώσει το άρθρο 2, στοιχεία στ' και ζ' της αποφάσεως, στο μέτρο που καθορίζει το ύψος των προστίμων που επιβλήθηκαν στην Prysmian Cavi e Sistemi S.r.l., την Prysmian S.p.a. και την The Goldman Sachs Group Inc. σε 3 7 3 03  000 ευρώ, και στην Prysmian Cavi e Sistemi S.r.1. και την Pirelli & C. S.p.a. σε 6 7 3 10  000 ευρώ·

να μειώσει το πρόστιμο για τους λόγους που αναφέρονται στην προσφυγή·

να ακυρώσει τα Παραρτήματα Ι και ΙΙ στο μέτρο που αναφέρονται στον F.R., και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα των προσφευγουσών

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την παρούσα προσφυγή οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής της 2ας Απριλίου 2004 C(2014) 2139 τελικό, στην υπόθεση AT.39610 — Ηλεκτρικά καλώδια.

Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγουσες προβάλλουν εννέα λόγους ακυρώσεως.

1.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή παρανόμως έλαβε ψηφιακά αντίγραφα από τους σκληρούς δίσκους στις εγκαταστάσεις των προσφευγουσών κατά τη διενέργεια των ελέγχων. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή κατ’ αυτόν τρόπο ενήργησε καθ’ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων που τις αναγνωρίζει το άρθρο 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 (1).

2.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της εύλογης διάρκειας των διαδικασιών του ανταγωνισμού, καθώς η διαδικασία διήρκεσε περισσότερο από 62 μήνες. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 6, παράγραφος 3, της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) και δεν προέβη σε εύλογη μείωση του προστίμου κατ’ εφαρμογή της νομολογίας του Γενικού Δικαστηρίου.

3.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της χρηστής διοικήσεως, στο μέτρο που δεν διεξήγαγε επιμελή και αμερόληπτη έρευνα, λόγω της ελλείψεως αξιοπιστίας των αιτούντων επιεική μεταχείριση. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή δεν ερμήνευσε με επιφυλακτικότητα την αξιοπιστία των εταιρικών δηλώσεων των αιτούντων επιεική μεταχείριση και ότι δεν συγκέντρωσε τις αναγκαίες αποδείξεις.

4.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή κακώς θεώρησε ότι η Prysmian Cavi e Sistemi S.r.l. ευθύνεται για το διάστημα πριν από την 27η Νοεμβρίου 2001 και ενεργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο παραβίασε την αρχή της προσωπικής ευθύνης και της ίσης μεταχειρίσεως.

5.

Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, στο μέτρο που δεν κατένειμε την ευθύνη μεταξύ επιχειρήσεων που ευθύνονταν από κοινού και εις ολόκληρον.

6.

Με τον έκτο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 101 ΣΛΕΕ, στο μέτρο που δεν απέδειξε την ύπαρξη ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως και ερμήνευσε εσφαλμένα τη φύση και τη δομή των σχετικών αγορών, προσβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγουσών.

7.

Με τον έβδομο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε επαρκώς κατά νόμον τη διάρκεια της υποτιθέμενης παραβάσεως και ιδίως το χρόνο ενάρξεως αυτής.

8.

Με τον όγδοο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και την αρχή της αναλογικότητας, όσον αφορά τον καθορισμό του βασικού ποσού του προστίμου και ιδίως όσον αφορά τη βαρύτητα της παραβάσεως. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι το βασικό ποσό του προστίμου καθώς και το επιπρόσθετο ποσό είναι δυσανάλογα και έπρεπε να προσαρμοστούν υπό το πρίσμα της περιορισμένης εκτάσεως της παραβάσεως, της απουσίας επιπτώσεων στις τιμές, την εξασθένιση του υποτιθέμενου συντονισμού μετά το 2004 και τη σημαντική επίδραση του κόστος των πρώτων υλών στην αξία των πωλήσεων Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν, επίσης, ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως καθώς εφάρμοσε διαφορετικούς συντελεστές βαρύτητας και επέβαλε διαφορετικά επιπρόσθετα ποσά σε αποδέκτες που τελούσαν σε παρόμοιες συνθήκες.

9.

Με τον ένατο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή έσφαλε περιλαμβάνοντας το όνομα ενός διευθυντή των προσφευγουσών στον κατάλογο με «ονόματα και επαγγελματικό ιστορικό προσώπων που σχετίζονται με τη παρούσα απόφαση»


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα [101 ΣΛΕΕ] και [102 ΣΛΕΕ] (ΕΕ 2003 L 1, σ. 1).