52007SC1597




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 5.12.2007

SEC(2007) 1597

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Συνοδευτικό έγγραφο της ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Στρατηγική για πιο ισχυρή και ανταγωνιστική ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία Περίληψη της εκτίμησης αντικτύπου {COM(2007) 764 τελικό}{SEC(2007) 1596}

1. Πολιτικό πλαίσιο

Η Επιτροπή έχει υπογραμμίσει αρκετές φορές στο παρελθόν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία καθώς και την ανάγκη δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού[1]. Για την εφαρμογή των πρωτοβουλιών που έχουν αναλάβει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας (ΕΟΑ) και η Επιτροπή μετά το 2004 καθώς και για την κατάρτιση των δύο συγκεκριμένων νομοθετικών προτάσεων της Επιτροπής, είναι απαραίτητο να χαραχθεί το στρατηγικό πλαίσιο πολιτικής της ΕΕ και να προσδιορισθούν οι μελλοντικές προκλήσεις για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και τους κύριους θεσμικούς φορείς.

Το φθινόπωρο του 2007 θα παρουσιασθεί μια δέσμη τριών προτάσεων πολιτικής στον τομέα της άμυνας:

- μια ανακοίνωση με τίτλο «Στρατηγική για πιο ισχυρή και ανταγωνιστική ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία»·

- μια πρόταση οδηγίας για τις προμήθειες αμυντικών προϊόντων·

- μια πρόταση οδηγίας για τις μεταφορές αμυντικού εξοπλισμού εντός της Κοινότητας.

Η παρούσα εκτίμηση αντικτύπου θα συνοδεύσει την ανωτέρω ανακοίνωση η οποία περιγράφει το ευρύτερο πλαίσιο ανάπτυξης των πρωτοβουλιών που αφορούν την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Θα προσδιορίσει τις επιλογές πολιτικής για την Επιτροπή με στόχο την επίτευξη περαιτέρω προόδου όσον αφορά τα εντοπισθέντα προβλήματα (βλ. σημείο 3). Θα έχει επίσης αναλογικό χαρακτήρα προς τη φύση του εξεταζόμενου εγγράφου πολιτικής καθώς κάθε μελλοντική νομοθετική πρωτοβουλία που θα αναληφθεί με βάση την εν λόγω ανακοίνωση θα συνοδεύεται από τη δική της ξεχωριστή εκτίμηση αντικτύπου. Αυτό ισχύει επίσης για τις δύο νομοθετικές προτάσεις προς έγκριση οι οποίες συνιστούν άμεσα βήματα και οι οποίες συνοδεύονται από ξεχωριστές εκτιμήσεις αντικτύπου.

2. Διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους παράγοντες

Λαμβανομένης υπόψη της ιδιαιτερότητας του τομέα και του περιορισμένου αντικτύπου στο ευρύ κοινό των μέτρων βιομηχανικής πολιτικής στον τομέα της άμυνας, πραγματοποιήθηκε στοχευμένη διαβούλευση με ενδιαφερόμενους παράγοντες την οποία διεξήγαγε σύμβουλος κατ’ εντολήν της Επιτροπής το 2006. Λόγω του ότι η ανακοίνωση αποτελεί έγγραφο με αντικείμενο το στρατηγικό πλαίσιο και με εστίαση σε ορισμένα προβλήματα και τους πιθανούς τρόπους αντιμετώπισής τους, οι διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς αποσκοπούσαν στον εντοπισμό των προβλημάτων και τη συγκέντρωση απόψεων σχετικά με τους τομείς όπου κρίνεται σκόπιμη η ανάληψη περαιτέρω δράσης. Η Επιτροπή κατήρτισε ένα ερωτηματολόγιο και πάνω από 140 φορείς κλήθηκαν να το απαντήσουν (οι υπουργοί Άμυνας της ΕΕ-27 και των υποψηφίων χωρών, 20 εθνικές ενώσεις του κλάδου, 3 τρίτες χώρες[2], ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας, 15 εθνικές συνδικαλιστικές ενώσεις του τομέα άμυνας, μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο άμυνας, μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου και ινστιτούτα ερευνών με ειδίκευση στα οικονομικά του τομέα της ασφάλειας και άμυνας).

Οι ερωτηθέντες ήταν δυνατόν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, αλλά οι ενδιαφερόμενοι παράγοντες μπορούσαν να παράσχουν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον φορέα τους εάν το επιθυμούσαν.

Ελήφθησαν 40 απαντήσεις από 18 προσδιορίσιμες χώρες από όλη την ΕΕ. Μεταξύ των απαντήσεων περιλαμβάνονταν:

- 12 απαντήσεις από κράτη μέλη·

- 14 απαντήσεις από μεγάλες επιχειρήσεις και ενώσεις του κλάδου·

- 6 απαντήσεις από μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και

- 8 απαντήσεις από «λοιπούς» φορείς (συνδικαλιστικές ενώσεις, ερευνητικούς φορείς και απαντήσεις άγνωστης προέλευσης).

Δεν ανταποκρίθηκαν όλα τα κράτη μέλη σε αυτή τη διαβούλευση. Τα περισσότερα ζητήματα συζητήθηκαν, ωστόσο, από τους εκπροσώπους των κρατών μελών στις υπουργικές συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΟΑ οι οποίες διεξήχθησαν στις 13.11.2006 και στις 14.5.2007. Δεν ελήφθησαν απαντήσεις από τρίτες χώρες.

Διοργανώθηκαν επίσης αρκετές συνεδριάσεις σε συνεργασία με τον ΕΟΑ για την εξέταση ειδικών θεμάτων με εκπροσώπους του κλάδου και του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Αεροδιαστημικής και Αμυντικής Βιομηχανίας.

Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι ενδιαφερόμενοι παράγοντες που συμμετείχαν στις διαβουλεύσεις είχαν τη γνώμη ότι οι συνθήκες του υφιστάμενου πλαισίου λειτουργίας δεν είναι επαρκείς προκειμένου να εξασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Τα εμπόδια που αναφέρθηκαν από πολλούς ενδιαφερόμενους παράγοντες ήταν, για παράδειγμα, η έλλειψη κοινών κανόνων για μια ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού, η μη ισόρροπη εμπορική σχέση στον τομέα της άμυνας μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ και η έλλειψη συντονισμού των εθνικών ερευνών και τεχνολογιών στον τομέα της άμυνας.

3. Ορισμός του προβλήματος

Στο έγγραφο «Initial long-term Vision for European Defence Capability and Capacity Needs» (Αρχική μακροπρόθεσμη θεώρηση των ευρωπαϊκών αναγκών όσον αφορά τις αμυντικές ικανότητες και δυνατότητες), που εγκρίθηκε 2006 από το Υπουργικό Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΟΑ, αναφέρεται ότι είναι απαραίτητη μια βιομηχανική πολιτική που θα αναχαιτίσει τον σταθερό περιορισμό και την παρακμή της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας αυξάνοντας τις επενδύσεις, εδραιώνοντας την ευρωπαϊκή βάση τεχνολογιών και βιομηχανιών και αξιοποιώντας το πλήρες δυναμικό της Ευρώπης[3].

Τα εντοπισθέντα προβλήματα μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις ευρείς τομείς:

Συνθήκες πλαισίωσης για τη βιομηχανία

Η ανάπτυξη νέων, πιο εξελιγμένων αμυντικών τεχνολογιών καθίσταται ολοένα και πιο δαπανηρή και, ως αποτέλεσμα, οι εθνικοί αμυντικοί προϋπολογισμοί δεν δύνανται πλέον να χρηματοδοτούν προϊόντα ύψιστης ποιότητας . Δεν υπάρχει επαρκής συντονισμός των νέων αμυντικών προγραμμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο γεγονός που συνεπάγεται περιττές ενέργειες και δυσχεραίνει την ανάπτυξη συνεργειών και τις οικονομίες κλίμακας για τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε διαφορετικά προγράμματα .

Πέραν τούτου, η έρευνα και η ανάπτυξη στον τομέα της άμυνας διεξάγεται κυρίως σε εθνικό επίπεδο , γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την αλληλεπικάλυψη προγραμμάτων και τη μειωμένη αποτελεσματικότητα σε σύγκριση με μια καλύτερα συντονισμένη προσέγγιση.

Ζητήματα που έχουν σχέση με την αγορά των αμυντικών προϊόντων

Τα κράτη μέλη τείνουν να προμηθεύονται αμυντικά προϊόντα από εθνικούς προμηθευτές. Αυτό επιφέρει κατακερματισμό της αγοράς και δημιουργία εθνικών αλυσίδων εφοδιασμού καθώς και εμποδίων στην ανάπτυξη συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Οι εθνικές προτεραιότητες εξωτερικής πολιτικής είναι δυνατόν να έχουν ως αποτέλεσμα τη διακοπή των μεταφορών αμυντικών προϊόντων προς άλλα κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό σημαίνει έλλειψη ασφάλειας των προμηθειών αμυντικού εξοπλισμού για τον πελάτη.

Η έλλειψη κοινοτικού καθεστώτος για την ασφάλεια των ευαίσθητων βιομηχανικών πληροφοριών μπορεί να οδηγήσει σε διακρίσεις έναντι των προμηθευτών άλλων κρατών μελών της ΕΕ.

Οι ΜΜΕ εμπλέκονται κατά κύριο λόγο στις εθνικές αλυσίδες εφοδιασμού. Εάν οι διασυνοριακές προμήθειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναπτυχθούν περισσότερο –όπως αναμένεται να συμβεί μετά την έκδοση του κώδικα δεοντολογίας για την προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού που ενέκρινε ο ΕΟΑ το 2006- πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε και οι ΜΜΕ να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που προσφέρονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Οι σημερινές πρακτικές όσον αφορά τα αντισταθμιστικά οφέλη , τα οποία συχνά αποτελούν μέρος των συμβάσεων προμηθειών, μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις στην εσωτερική αγορά.

Λόγω των κυρίως εθνικά οργανωμένων αλυσίδων προμηθειών, η τυποποίηση του αμυντικού εξοπλισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν έχει αναπτυχθεί αρκετά. Για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού είναι απαραίτητο ένα κοινό σύστημα προτύπων με στόχο την απλοποίηση των διασυνοριακών προμηθειών.

Η δημιουργία της αγοράς αυτής μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα στρεβλώσεις της αγοράς εάν η ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ανταγωνισμού δεν εφαρμοσθεί αποτελεσματικά στον τομέα αυτό.

Λοιποί τομείς

Η εμπορική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες στον κλάδο της άμυνας είναι εξαιρετικά ασύμμετρη . Οι περισσότερες ευρωπαϊκές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της άμυνας δεν έχουν πάρα μόνον ελάχιστη πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ ενώ, αντίθετα, οι εταιρείες των ΗΠΑ έχουν σχεδόν πλήρη πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ.

Η μεταρρύθμιση της αγοράς αναπόφευκτα οδηγεί σε αλλαγές και σε ανάγκη προσαρμογής . Παρά το γεγονός ότι αυτό σημαίνει γενικότερα οφέλη για την οικονομία και τους πολίτες, για ορισμένους εργαζομένους και περιφέρειες ενδέχεται να υπάρξουν βραχυπρόθεσμες απώλειες.

Όλα τα προβλήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω έχουν ευρωπαϊκή διάσταση και για το λόγο αυτό είναι αναγκαίο να αναληφθεί δράση σε επίπεδο ΕΕ. Στα περισσότερα από τα ζητήματα αυτά τα κράτη μέλη δεν είναι δυνατόν να επιτύχουν πρόοδο από μόνα τους. Ως εκ τούτου, κρίνεται ότι η συμμετοχή της Επιτροπής και του ΕΟΑ θα έχουν σημαντική προστιθέμενη αξία.

4. Στόχοι

Η ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής βάσης αμυντικών τεχνολογιών και βιομηχανιών (ΕΒΑΤΒ) είναι απαραίτητη για την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας. Η αδυναμία προάσπισης μιας ανταγωνιστικής βάσης αμυντικών βιομηχανιών και η απώλεια των ικανοτήτων αυτόνομου σχεδιασμού και καινοτομίας περιορίζει τις διαθέσιμες επιλογές και αυξάνει την εξάρτηση από μη ευρωπαίους προμηθευτές αμυντικών προϊόντων. Για την ανάπτυξη ανταγωνιστικής ΕΒΑΤΒ απαιτείται μια αποτελεσματική ευρωπαϊκή αγορά αμυντικού εξοπλισμού (ΕΑΑΕ). Για την καλή λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς είναι απαραίτητη η βελτίωση του σημερινού κατακερματισμένου νομικού και κανονιστικού πλαισίου που βασίζεται στις εθνικές νομοθεσίες και επιβάλλει πολλές επιβαρύνσεις στις εταιρείες.

Συνθήκες πλαισίωσης για τη βιομηχανία

1. Τα κράτη μέλη πρέπει να προβούν στην ολοένα και μεγαλύτερη συγκέντρωση της ζήτησης στις αγορές αμυντικών προϊόντων έτσι ώστε να εξαλειφθεί ο κατακερματισμός της αγοράς και να αρθούν τα εμπόδια στη διασυνοριακή βιομηχανική συνεργασία. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνον εάν τα κράτη μέλη αναλάβουν δράση, με τη στήριξη πιθανώς του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας.

2. Τα κράτη μέλη πρέπει να προβούν σε ολοένα και μεγαλύτερη συγκέντρωση της ζήτησης για στρατιωτική έρευνα και ανάπτυξη όσον αφορά τις νέες αμυντικές τεχνολογίες. Η αλληλεπικάλυψη των ερευνητικών προγραμμάτων λόγω του ότι η στρατιωτική έρευνα διεξάγεται κυρίως σε εθνικό επίπεδο έχει ως αποτέλεσμα τη μη αποδοτικότητα των δαπανών από ευρωπαϊκή άποψη. Ο στόχος αυτός είναι δυνατόν να επιτευχθεί μέσω της ανάληψης δράσης από τα κράτη μέλη, αλλά η Επιτροπή μπορεί να συμβάλει συντονίζοντας το κοινοτικό ερευνητικό πρόγραμμα στον τομέα της ασφάλειας μέσω ερευνητικών πρωτοβουλιών που απολαύουν της στήριξης του ΕΟΑ.

Ζητήματα που έχουν σχέση με την αγορά των αμυντικών προϊόντων

(3) Η θέσπιση διατάξεων που λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη για ασφάλεια των προμηθειών και των πληροφοριών μπορεί να έχει εξαιρετική σημασία για τη σφυρηλάτηση σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών και την εξασφάλιση της ορθής λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού. Παρ’ όλα αυτά, λόγω του ότι πρόκειται για ευαίσθητα ζητήματα που άπτονται των συμφερόντων εθνικής ασφάλειας των κρατών μελών, κάθε πρόταση στον τομέα αυτό θα πρέπει αρχικά να επικεντρώνεται στη διεξοδικότερη ανάλυση των δυνατοτήτων εδραίωσης ενός ευρωπαϊκού καθεστώτος.

(4) Πρέπει να προωθηθεί η συμμετοχή καινοτόμων ΜΜΕ στην αλυσίδα εφοδιασμού της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Ο ΕΟΑ εξετάζει τα ζητήματα τα σχετικά με τις ΜΜΕ σύμφωνα με τον κώδικα ορθής πρακτικής στην αλυσίδα εφοδιασμού. Λόγω του ότι οι ΜΜΕ αποτελούν σημαντικό στοιχείο της βιομηχανικής πολιτικής της ΕΕ, είναι σημαντικό να παρακολουθεί η Επιτροπή την πορεία της συμμετοχής των ΜΜΕ στην αλυσίδα του αμυντικού εφοδιασμού και να προτείνει τα ανάλογα μέτρα εάν παρατηρεί εμπόδια στη συμμετοχή των ΜΜΕ.

(5) Προσπάθειες για τη σταδιακή κατάργηση των αντισταθμιστικών οφελών. Τα αντισταθμιστικά οφέλη ως μέρη των συμβάσεων αμυντικών προμηθειών μπορούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά και τα έμμεσα αντισταθμιστικά οφέλη είναι πιθανόν να εγείρουν νομικά ζητήματα. Παρ’ όλα αυτά, τα αντισταθμιστικά οφέλη χρησιμοποιούνται ευρέως εντός και εκτός ΕΕ και συμβαίνει συχνά να απαιτούνται βάσει εθνικών νομοθετικών πράξεων. Η Επιτροπή και ο ΕΟΑ μπορούν να μελετήσουν το θέμα των αντισταθμιστικών οφελών και να προτείνουν μέτρα για τη σταδιακή κατάργησή τους στο μέλλον.

(6) Χρήση προτύπων όσον αφορά τον αμυντικό εξοπλισμό έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η οικονομική αποδοτικότητα και η διαλειτουργικότητα του αμυντικού εξοπλισμού. Το ευρωπαϊκό εγχειρίδιο για τις αμυντικές προμήθειες είναι διαθέσιμο για τα κράτη μέλη, αλλά η χρήση των προτύπων αυτών για τις αμυντικές προμήθειες δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα. Η Επιτροπή και ο ΕΟΑ μπορούν να ενθαρρύνουν σε μεγαλύτερο βαθμό τη χρήση των προτύπων που έχουν δημοσιευθεί στο εν λόγω εγχειρίδιο.

(7) Εξασφάλιση συνθηκών θεμιτού ανταγωνισμού στην ευρωπαϊκή αγορά. Η σταδιακή δημιουργία μιας πραγματικής ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού προϋποθέτει τον κατάλληλο έλεγχο των μέτρων που θα μπορούσαν να φέρουν ορισμένες εταιρείες σε πιο πλεονεκτική θέση εν συγκρίσει με άλλες (για παράδειγμα χάρη σε κρατικές ενισχύσεις). Τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν να αιτιολογήσουν κάθε προσφυγή στο άρθρο 296 όταν χορηγούν κρατική ενίσχυση ή λαμβάνουν άλλα μέτρα εντός του πεδίου εφαρμογής της συνθήκης ΕΚ σε τομείς που έχουν σχέση με ουσιώδη συμφέροντά τους όσον αφορά την ασφάλεια.

Λοιποί τομείς

(8) Εξασφάλιση μεγαλύτερης ισορροπίας στις διατλαντικές σχέσεις . Η μη ισόρροπη εμπορική σχέση ΕΕ - ΗΠΑ στον κλάδο της άμυνας χρήζει μεγαλύτερης ανάλυσης και εξέτασης από την Επιτροπή στο πλαίσιο κατάλληλου φόρουμ.

(9) Προσδιορισμός και αντιμετώπιση των εμποδίων στην πρόσβαση σε αγορές τρίτων χωρών . Οι εμπορικοί φραγμοί στον κλάδο της άμυνας όσον αφορά τρίτες χώρες είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν από την Επιτροπή στη βάση δεδομένων για την πρόσβαση στην αγορά έτσι ώστε να καταρτισθεί ένας κατάλογος πιθανών εμποδίων.

(10) Πρόβλεψη της αλλαγής και του κόστους προσαρμογής και, κατά περίπτωση, λήψη των κατάλληλων μέτρων. Η Επιτροπή μπορεί να διεξαγάγει διαβουλεύσεις με ενδιαφερόμενους παράγοντες και να μελετήσει τις διαδικασίες οικονομικής προσαρμογής της αμυντικής βιομηχανίας έτσι ώστε να αναπτύξει μέτρα και στρατηγικές έγκαιρης αντιμετώπισης των ενδεχόμενων προβλημάτων προσαρμογής.

5. Επεξεργασία εναλλακτικών πολιτικών

Εν συνεχεία προσδιορίσθηκαν τρεις εναλλακτικές πολιτικές για την αντιμετώπιση αυτών των ειδικών στόχων:

Επιλογή 1: Μη ανάληψη δράσης ή συνέχιση της υφιστάμενης κατάστασης

Η επιλογή αυτή σημαίνει τη μη ανάληψη πρωτοβουλιών σε επίπεδο ΕΕ από την Επιτροπή με στόχο την ενίσχυση της ΕΒΑΤΒ ή τη δημιουργία ΕΑΑΕ σύμφωνα με τους συγκεκριμένους στόχους. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, ότι δεν θα αναληφθεί καθόλου δράση διότι ορισμένα κράτη μέλη ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να αποφασίσουν να προβούν σε μεταξύ τους ενέργειες βάσει διμερών συμφωνιών ή ρυθμίσεων σε εθελοντική βάση.

Επιλογή 2: Άμεση ανάληψη δράσης σε όλους τους τομείς όπου η αμυντική βιομηχανία τυγχάνει επί του παρόντος διαφορετικής μεταχείρισης σε σχέση με άλλους βιομηχανικούς κλάδους

Η προσέγγιση αυτή συνεπάγεται την άμεση λήψη μέτρων με σκοπό την πλήρη ένταξη των αμυντικών προϊόντων στην ενιαία αγορά, αίροντας, για παράδειγμα, όλα τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία στο εσωτερικό της ΕΕ, απαγορεύοντας άμεσα τα αντισταθμιστικά οφέλη, ρυθμίζοντας το εμπόριο με τρίτες χώρες σε επίπεδο ΕΕ, εξαλείφοντας τους περιορισμούς της ελευθερίας των επενδύσεων και εφαρμόζοντας πλήρως τους κανόνες περί ανταγωνισμού κινώντας συστηματικά αυτεπάγγελτες έρευνες στις βιομηχανίες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της άμυνας. Η πραγματοποίηση ακόμη πιο φιλόδοξων ενεργειών, όπως το άνοιγμα της ευρωπαϊκής ζήτησης για αμυντικά προϊόντα και η χρηματοδότηση της έρευνας και της ανάπτυξης στον τομέα της άμυνας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προϋποθέτει τη δέσμευση αντίστοιχου προϋπολογισμού σε επίπεδο ΕΕ.

Επιλογή 3: Σταδιακή προσέγγιση μέσω της εντατικοποίησης της διαδικασίας λαμβάνοντας άμεσα μέτρα όπου κρίνεται κατάλληλο και αναπτύσσοντας συνεργασία με άλλους ενδιαφερόμενους παράγοντες προκειμένου να προσδιορισθούν περαιτέρω τομείς ανάληψης δράσης και να γίνει η κατάλληλη σχετική προετοιμασία.

Η προσέγγιση αυτή επικεντρώνεται σε πρωτοβουλίες αναφορικά με τις οποίες είναι πιθανόν ότι τα κράτη μέλη μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία βραχυπρόθεσμα και προσδιορίζει τους τομείς όπου πρέπει να αναληφθεί δράση μεσοπρόθεσμα ή όπου είναι απαραίτητη η διεξαγωγή μελέτης μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, δεν προβαίνει σε άμεση αντιμετώπιση όλων των προβλημάτων που έχουν εντοπισθεί, αλλά στοχεύει στην εντατικοποίηση του διαλόγου με τους ενδιαφερόμενους παράγοντες και τη συνεργασία με άλλους κύριους φορείς.

6. Εκτίμηση αντικτύπου

Κάθε εναλλακτική πολιτική εκτιμήθηκε λαμβανομένου υπόψη του οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού της αντικτύπου. Δεδομένου ότι η ανακοίνωση συνιστά έγγραφο πολιτικής που προετοιμάζει το έδαφος για μεταγενέστερες πιο συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, πραγματοποιήθηκε ποιοτική εκτίμηση του οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού αντικτύπου.

Η εκτίμηση είχε ως αποτέλεσμα τη διαβάθμιση των εναλλακτικών επιλογών πολιτικής με βάση τον εκτιμώμενο αντίκτυπό τους όσον αφορά την επίτευξη των στόχων. Η σύγκριση των επιλογών έδειξε ότι η επιλογή 3 δεν θα έχει μόνον τον μεγαλύτερο αντίκτυπο για την επίτευξη των συγκεκριμένων στόχων, αλλά και ότι θα αποτρέψει την εμφάνιση σημαντικών αρνητικών συνεπειών τις οποίες θα επέφεραν μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα οι επιλογές 1 και 2 αντίστοιχα. Η ιδιαιτερότητα που χαρακτηρίζει τον κλάδο της άμυνας και η ανάγκη για από κοινού ανάληψη δράσης από τους ενδιαφερόμενους παράγοντες για την επίτευξη πιο ουσιαστικών αποτελεσμάτων καθιστούν αναγκαία την εφαρμογή μιας προσεκτικής προσέγγισης που θα εξασφαλίζει ευρεία συναίνεση. Ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η λήψη άμεσων μέτρων σε συγκεκριμένους, προσδιορισμένους και συμφωνημένους τομείς και η υπογράμμιση της ανάγκης για περαιτέρω βήματα σε άλλους τομείς φαίνεται ότι την παρούσα χρονική στιγμή είναι ο καλύτερος δρόμος για το μέλλον. Η εν λόγω επιλογή δεν συνεπάγεται την εφαρμογή συγκεκριμένων νέων προγραμμάτων δαπανών ή ρυθμιστικών μέτρων.

7. Παρακολούθηση και αξιολόγηση

Η Επιτροπή θα αξιολογήσει την πρόοδο που θα σημειωθεί όσον αφορά την αντιμετώπιση των προβλημάτων και την επίτευξη των στόχων που περιγράφησαν μέσα σε διάστημα 3-4 ετών. Η αξιολόγηση αυτή θα καλύπτει τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής, του ΕΟΑ και των κρατών μελών που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ΕΒΑΤΒ και στη δημιουργία ΕΑΑΕ, όπως περιγράφηκαν στη παρούσα εκτίμηση αντικτύπου και στη σχετική ανακοίνωση.

Καθώς οι μελλοντικές νομοθετικές ενέργειες θα συνοδεύονται από ξεχωριστές εκτιμήσεις αντικτύπου, δεν φαίνεται επί του παρόντος σκόπιμο να καθορισθούν οι δείκτες για την εφαρμογή τους.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί επίσης συνεχώς τις εξελίξεις στον κλάδο της άμυνας στο πλαίσιο της καθημερινής της συνεργασίας με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας. Πιο συγκεκριμένα, θα πραγματοποιεί σε τακτική βάση μελέτη σχετικά με την ανταγωνιστικότητα του κλάδου αυτού. Μόλις ολοκληρωθεί, η χαρτογράφηση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας που πραγματοποιείται σε συνέχεια της ανακοίνωσης του 2003 αναμένεται επίσης να βελτιώσει τις γνώσεις και τα δεδομένα σχετικά με την αμυντική βιομηχανία στην Ευρώπη.

[1] COM(97) 583 της 12ης Νοεμβρίου 2007, COM(2003) 113 της 11ης Μαρτίου 2003.

[2] Ηνωμένες Πολιτείες, Ρωσία, Ισραήλ.

[3] Μακροπρόθεσμη θεώρηση, ΕΟΑ, εκδόθηκε από το Υπουργικό Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΟΑ στις 3 Οκτωβρίου 2007, σ. 3.