EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006DC0276

Ανακοινωση της Επιτροπης στο Ευρωπαϊκο Συμβουλιο - Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας: περαιτέρω ενέργειες για τη δημιουργία του.

/* COM/2006/0276 τελικό */

52006DC0276

Ανακοινωση της Επιτροπης στο Ευρωπαϊκο Συμβουλιο - Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας: περαιτέρω ενέργειες για τη δημιουργία του. /* COM/2006/0276 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 8.6.2006

COM(2006) 276 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας: περαιτέρω ενέργειες για τη δημιουργία του.

Περίληψη

Μετά την πρώτη ανακοίνωση σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (ΕΙΤ), η οποία εκδόθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2006, το Μάρτιο του 2006 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναγνώρισε ότι το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για την πλήρωση του κενού που υπάρχει μεταξύ της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, και κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει μέχρι τα μέσα του Ιουνίου 2006 πρόταση για περαιτέρω ενέργειες.

Μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η Επιτροπή ασχολήθηκε περαιτέρω με το εν λόγω ζήτημα, διοργανώνοντας εκτενείς διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και τους ευρωπαίους ενδιαφερόμενους. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας των διαβουλεύσεων, πολλοί ενδιαφερόμενοι υπογράμμισαν την πιθανή σύγχυση του ονόματος του μελλοντικού ινστιτούτου με υπάρχοντες οργανισμούς και την ανάγκη να δοθεί οριστικά έμφαση στον καινοτόμο χαρακτήρα του. Η Επιτροπή διατήρησε το όνομα ΕΙΤ προς το παρόν, αλλά θα επανέλθει σ’ αυτό το θέμα στην τελική της πρόταση. Επιπλέον, επιτεύχθηκε γενική συμφωνία όσον αφορά τη βασική ανάλυση, από πλευράς της Επιτροπής, των κενών και των αναγκών, καθώς και την ανάγκη για συντονισμένη προσπάθεια αξιοποίησης της ικανότητας της Ευρώπης στο τρίγωνο γνώσης της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά της. Το ΕΙΤ πρέπει να θεωρηθεί μέρος μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την κινητοποίηση της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας με κατεύθυνση τους στόχους της Λισαβόνας. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το ΕΙΤ δεν πρέπει να είναι απλώς ένας νέος παράγοντας στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία, αλλά ένα πρότυπο αναφοράς, το οποίο να ενσωματώνει το τρίγωνο της γνώσης στο ευρωπαϊκό επίπεδο.

Οι διαβουλεύσεις επέτρεψαν την εστίαση σε διάφορα ειδικά θέματα, τα οποία εξετάζονται στην παρούσα ανακοίνωση. Αυτά αφορούν την προτεινόμενη δομή και τη λειτουργία του ΕΙΤ· τη φύση και το ρόλο του διοικητικού συμβουλίου· τη λειτουργία των κοινοτήτων της γνώσης· το καθεστώς του προσωπικού του ΕΙΤ και τη σχέση του με τα εθνικά ιδρύματα· τα κίνητρα για τη συμμετοχή των εταίρων στο ΕΙΤ· το ρόλο του επιχειρηματικού κόσμου· τα πτυχία που ενδέχεται να χορηγεί· και τη σχέση του με τις τρέχουσες και τις μελλοντικές πρωτοβουλίες της ΕΕ.

Η παρούσα ανακοίνωση δεν παρέχει τελικές λύσεις. Παρέχει συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τις πτυχές της πρότασης και διατυπώνει, όπου απαιτείται, προτάσεις για την αντιμετώπισή τους. Διευκρινίζοντας κατ' αυτό τον τρόπο ό,τι μπορεί να διευκρινιστεί και, παράλληλα, υποδεικνύοντας σε ποια σημεία πρέπει η προσέγγιση να παραμείνει ανοικτή, η ανακοίνωση αποσκοπεί στη στήριξη πιο στοχοθετημένων διαβουλεύσεων με τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερομένους τους επόμενους μήνες. Η Επιτροπή άρχισε μια πλήρη αξιολόγηση αντικτύπου, η οποία θα ολοκληρωθεί το φθινόπωρο.

Ως ευρωπαϊκός οργανισμός ικανός να προωθήσει την αριστεία, να προσελκύσει ταλέντα σε παγκόσμιο επίπεδο και να παράσχει ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον εργασίας στους σπουδαστές, τους ερευνητές και τους διαχειριστές της καινοτομίας, το ΕΙΤ θα αποτελέσει ευρωπαϊκό σύμβολο μιας ανανεωμένης προσπάθειας με στόχο τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής κοινωνίας που θα βασίζεται στη γνώση.

1. Εισαγωγή

Η Επιτροπή επέστησε κατ’ αρχάς την προσοχή στην ανάγκη δημιουργίας ενός Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Τεχνολογίας στην εαρινή έκθεση του 2005[1]. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έλαβε γνώση της εν λόγω πρότασης και η Επιτροπή δρομολόγησε διαδικασία μελέτης και διαβουλεύσεων, η οποία οδήγησε στην υποβολή, στις 22 Φεβρουαρίου 2006, μιας πρώτης ανακοίνωσης σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (ΕΙΤ)[2].

Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου του 2006 δηλώνεται ότι:

«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημειώνει τη σημασία της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας και θα εξετάσει περαιτέρω τις ιδέες προκειμένου να ενισχύσει, μαζί με άλλες ενέργειες, τη δικτύωση και τις συνέργειες μεταξύ των άριστων κοινοτήτων έρευνας και καινοτομίας στην Ευρώπη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναγνωρίζει ότι ένα Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας, που θα βασίζεται σε κορυφαία δίκτυα ανοικτά σε όλα τα κράτη μέλη, θα αποτελέσει σημαντικό βήμα για την κάλυψη του υφιστάμενου χάσματος μεταξύ της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, σε συνδυασμό με άλλες ενέργειες για την ενίσχυση της δικτύωσης και των συνεργειών μεταξύ των άριστων κοινοτήτων έρευνας και καινοτομίας στην Ευρώπη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας (ΕΣΕ) πρέπει να διαδραματίσει εν προκειμένω καθοδηγητικό ρόλο. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση όσον αφορά τις περαιτέρω ενέργειες έως τα μέσα Ιουνίου 2006.»[3]

Μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η Επιτροπή εξέτασε περαιτέρω το θέμα και ιδίως τα ζητήματα που έθιξαν τα κράτη μέλη και οι ενδιαφερόμενοι. Διοργάνωσε μια σειρά συνεδριάσεων διαβούλευσης[4] προκειμένου να δοθεί σε όλα τα μέρη η ευκαιρία να συζητήσουν την πρόταση και τη λογική που τη διέπει και να δεχθεί την ανατροφοδότησή τους. Ο Πρόεδρος Barroso συναντήθηκε με αντιπροσωπεία[5] του επιστημονικού συμβουλίου του ΕΣΕ, το οποίο επίσης υπέβαλε σχετική θέση.

Κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας διαβούλευσης επετεύχθη γενική συμφωνία όσον αφορά τη βάση ανάλυσης της Επιτροπής σχετικά με τα κενά και τις ανάγκες καθώς και την ανάγκη για συντονισμένη προσπάθεια ώστε να αξιοποιηθεί η ικανότητα της Ευρώπης στο τρίγωνο γνώσης της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά της. Διάφοροι ενδιαφερόμενοι έθεσαν το θέμα της ονομασίας του μελλοντικού ινστιτούτου, αναφερόμενοι σε πιθανή σύγχυση με υπάρχοντες οργανισμούς, και υπογράμμισαν την ανάγκη να δοθεί οριστικά έμφαση στον καινοτόμο χαρακτήρα του. Η Επιτροπή θα μελετήσει την περίπτωση και θα εξετάσει το θέμα στην τελική της πρόταση.

Το ΕΙΤ πρέπει να θεωρηθεί μέρος μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την κινητοποίηση της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας προς την κατεύθυνση των στόχων της Λισαβόνας. Μηχανισμοί χρηματοδότησης, όπως το 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο έρευνας και το πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία, θα υποστηρίξουν την έρευνα και την καινοτομία στα πιο υψηλά επίπεδα αριστείας. Η περιφερειακή πολιτική της ΕΕ παρέχει ουσιαστική στήριξη για την επέκταση των δεξιοτήτων έρευνας, καινοτομίας και εκπαίδευσης σε ολόκληρη την Ένωση και θα επικεντρωθεί ακόμη περισσότερο σ’ αυτό τον τομέα την επόμενη περίοδο προγραμματισμού (2007-2013). Η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία ζητά τον εκσυγχρονισμό των πανεπιστημίων και της πανεπιστημιακής έρευνας[6] και στην οποία εκτίθενται ιδέες σχετικά με την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων στη διακυβέρνηση και τη χρηματοδότηση καθώς και του κατακερματισμού της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης . Επιπλέον, η ανακοίνωση σχετικά με την «προώθηση της επιχειρηματικής νοοτροπίας μέσω της εκπαίδευσης και της εκμάθησης»[7] υπογραμμίζει ότι ο συνδυασμός των επιχειρηματικών νοοτροπιών και ικανοτήτων με την αριστεία στις επιστημονικές και τεχνικές σπουδές αναμένεται να παράσχει στους φοιτητές και στους ερευνητές τη δυνατότητα να αξιοποιούν εμπορικά τις ιδέες τους και τις νέες τεχνολογίες που αναπτύσσουν. Οι πρωτοβουλίες αυτές βοηθούν να τεθεί η πρόταση για το ΕΙΤ στο κατάλληλο πλαίσιο. Το ΕΙΤ πρέπει όχι απλώς να είναι νέος παράγοντας στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία, αλλά ένα υπόδειγμα αναφοράς, που θα ενσαρκώνει το τρίγωνο της γνώσης στο ευρωπαϊκό επίπεδο.

Οι διαβουλεύσεις επικεντρώθηκαν σε διάφορα ειδικά θέματα. Μια πρώτη ομάδα θεμάτων σχετίζεται με την προτεινόμενη δομή του ΕΙΤ: τη φύση και το ρόλο του διοικητικού συμβουλίου· τη λειτουργία των κοινοτήτων της γνώσης· την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού του ΕΙΤ και τη σχέση του με τα εθνικά ιδρύματα· τα κίνητρα για να συμμετέχουν οι εταίροι στο ΕΙΤ· το ρόλο του επιχειρηματικού κόσμου κ.λπ. Μια δεύτερη ομάδα θεμάτων σχετίζεται περισσότερο με τη δημιουργία του ΕΙΤ στο υπάρχον πλαίσιο της ΕΕ, τη νομική του βάση και το νομικό του καθεστώς, τους τίτλους σπουδών που ενδέχεται να χορηγεί, τις πηγές χρηματοδότησής του και τη σχέση του με τις τρέχουσες και μελλοντικές πρωτοβουλίες της ΕΕ.

Είναι ζωτικής σημασίας να αντιμετωπιστούν αυτά τα σημαντικά ζητήματα τώρα, ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για τις περαιτέρω εργασίες σχετικά με τον ορισμό και την ίδρυση του ΕΙΤ, η οποία θα γίνει με βάση νομοθετική πρόταση της Επιτροπής πριν από το τέλος του 2006. Έτσι, η Επιτροπή θα συνεχίσει τη διαδικασία διαβούλευσης κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Η παρούσα ανακοίνωση απαντά στα ζητήματα που ανέκυψαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαβούλευσης. Παρέχει περαιτέρω πληροφόρηση σχετικά με τις πτυχές της πρότασης και καθορίζει, όπου απαιτείται, προτάσεις για την αντιμετώπισή τους. Αποσαφηνίζοντας όσα μπορούν ήδη να αποσαφηνιστούν, ενώ, παράλληλα, υποδεικνύοντας σε ποια σημεία πρέπει η προσέγγιση να παραμείνει ανοικτή, η ανακοίνωση έχει ως σκοπό να υποστηρίξει πιο στοχοθετημένες διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερόμενους κατά τους επόμενους μήνες προκειμένου να εδραιωθεί το όραμα και η συλλογιστική για το ΕΙΤ. Η παρούσα ανακοίνωση δεν παρέχει τελικές λύσεις. Ένα από τα βασικά στοιχεία της πρότασης είναι να εξασφαλίσει ότι το ΕΙΤ πρέπει να είναι ένα αυτόνομο ίδρυμα, ελεύθερο να καθορίζει τον τρόπο εργασίας του σύμφωνα με τον ευρύτερο στόχο του να αποτελεί κινητήρια δύναμη για άριστη εκπαίδευση, έρευνα και καινοτομία. Συνεπώς, η νομοθετική πράξη για την ίδρυσή του πρέπει να παρέχει το ευρύ πλαίσιο στόχων και λειτουργικών κανόνων εντός του οποίου το διοικητικό συμβούλιο του ΕΙΤ θα πρέπει να είναι ελεύθερο να καθορίσει τις λεπτομέρειες σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία του.

2. Δομή και διακυβέρνηση

Το ΕΙΤ είναι ένα ίδρυμα το οποίο προσδιορίζει στρατηγικές επιστημονικές προκλήσεις πιθανών οικονομικών συμφερόντων σε διεπιστημονικούς τομείς και επιλέγει και χρηματοδοτεί τις κοινότητες της γνώσης για την αντιμετώπισή τους. Οι κοινότητες της γνώσης είναι ολοκληρωμένες εταιρικές σχέσεις που αποτελούνται από συνεργαζόμενες ομάδες οι οποίες ορίζονται από τα πανεπιστήμια, τους ερευνητικούς οργανισμούς και τη βιομηχανία προκειμένου να εκτελέσουν εργασίες έρευνας, εκπαίδευσης και καινοτομίας στους εν λόγω τομείς, με σκοπό την επίτευξη των στόχων που θέτει το ΕΙΤ.

Ο κεντρικός πυρήνας του, ως ευέλικτη, αποτελεσματική και λειτουργική οντότητα, πρέπει να διαθέτει νομική προσωπικότητα. Πρέπει να έχει ένα διοικητικό συμβούλιο με περιορισμένο προσωπικό υποστήριξης. Τα καθήκοντα – δηλαδή η έρευνα, η καινοτομία, η διδασκαλία μεταπτυχιακών σπουδαστών – θα εκτελούνται από τις κοινότητες τις γνώσης. Συνεπώς, μια κοινότητα της γνώσης θα πρέπει είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα δίκτυο: μια κοινότητα της γνώσης θα πρέπει να είναι μια ολοκληρωμένη εταιρική σχέση η οποία έχει συμφωνήσει να επιτύχει στρατηγικούς στόχους που προσδιορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο του ΕΙΤ.

Συνεπώς, το ΕΙΤ πρέπει να είναι ένα αυτόνομο σώμα με καινοτόμο οργανωτικό και λειτουργικό μοντέλο και με έντονη ευρωπαϊκή ταυτότητα. Πρέπει να αποτελεί ενεργό παράγοντα: δηλαδή, πρέπει να δραστηριοποιείται στους τομείς της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας με βάση τους ανθρώπινους και φυσικούς πόρους που θα παρέχονται κυρίως από τους οργανισμούς των εταίρων. Αυτοί πρέπει να οργανωθούν στο πλαίσιο των κοινοτήτων της γνώσης υπό τη στρατηγική διεύθυνση του διοικητικού συμβουλίου. Πιθανές προσεγγίσεις όσον αφορά τη δημιουργία των κοινοτήτων της γνώσης και το διοικητικό συμβούλιο παρατίθενται στα παρακάτω τμήματα.

2.1. Οι κοινότητες της γνώσης

Οι κοινότητες της γνώσης αντιπροσωπεύουν το λειτουργικό πυρήνα του ΕΙΤ. Προβλέπονται ως εταιρικές σχέσεις άριστων ομάδων και τμημάτων από τα πανεπιστήμια και τους τομείς των επιχειρήσεων και της έρευνας, οι οποίες θα έχουν μια μεσομακροπρόθεσμη (10-15ετή) ατζέντα εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας σε ευρύ στρατηγικό διεπιστημονικό πεδίο. Πρέπει να παρέχουν την κρίσιμη μάζα που απαιτείται για να έχουν αντίκτυπο σε παγκόσμια κλίμακα και να συγκεντρώσουν τη διάσπαρτη ανά την Ευρώπη αριστεία. Όπως σημειώθηκε στην ανακοίνωση της 22ας Φεβρουαρίου 2006, οι πρώτες κοινότητες της γνώσης πρέπει να καθοριστούν έως το 2009.

Οι κοινότητες της γνώσης πρέπει να επιλέγονται μέσω διαδικασίας η οποία θα λειτουργεί τόσο από επάνω προς τα κάτω όσο και από κάτω προς τα επάνω. Πρέπει να λειτουργεί από κάτω προς τα επάνω κατά την έννοια ότι οι ομάδες και τα τμήματα από τον ακαδημαϊκό, ερευνητικό και επιχειρηματικό τομέα θα συνεργάζονται και θα δημιουργούν δυνητικές εταιρικές σχέσεις σε επιλεγμένους τομείς. Το διοικητικό συμβούλιο θα αποφασίζει τα κριτήρια επιλογής, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων όπως μια άριστη ατζέντα έρευνας, εκπαίδευσης και καινοτομίας στον επιλεγμένο τομέα, ένα συνδυασμό φυσικών και ανθρώπινων πόρων πρώτης τάξης, μηχανισμούς για την εξασφάλιση της υψηλής ποιότητας του στοιχείου της εκπαίδευσης, καθώς και αποτελεσματικά οφέλη για τις εμπλεκόμενες περιφέρειες και τους επιχειρηματικούς εταίρους (ιδίως τις ΜΜΕ), συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς γνώσης στην αγορά.

Η διαδικασία πρέπει επίσης να λειτουργεί από επάνω προς τα κάτω , δεδομένου ότι το διοικητικό συμβούλιο θα καθορίσει τους στρατηγικούς διεπιστημονικούς τομείς λειτουργίας στους οποίους πρέπει να δημιουργηθούν οι κοινότητες της γνώσης. Οι τομείς αυτοί πρέπει να αντιπροσωπεύουν βασικές τεχνολογικές προκλήσεις σε μακροπρόθεσμη προοπτική , όπου υπάρχει το δυναμικό για τη δημιουργία καινοτόμων λύσεων και εμπορικών πλεονεκτημάτων με σημαντικό αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Πρέπει να είναι τομείς που να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τις επιχειρήσεις και να έχουν ατζέντα που να κινείται μεταξύ της βασικής έρευνας και της κατάντη εφαρμοσμένης έρευνας, ιδίως σε νέους τομείς έρευνας που απαιτούν πολυεπιστημονική προσέγγιση[8].

Το διοικητικό συμβούλιο πρέπει επίσης να ορίσει τα κριτήρια και τις διαδικασίες για την επιλογή και να την οργανώσει ως ανταγωνιστική διαδικασία. Κάποια καθοδήγηση όσον αφορά τα ειδικά κριτήρια για την επιλογή των κοινοτήτων της γνώσης μπορεί να δοθεί στη νομοθετική πράξη. Αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει απαιτήσεις όσον αφορά τη συνοχή με τους γενικούς στόχους και τη στρατηγική του ΕΙΤ και την αριστεία (ή το δυναμικό για αριστεία) που επιδεικνύεται στο πλαίσιο της πρότασης, καθώς και μέτρα όσον αφορά την ενδεχόμενη ποιότητα και αποτελεσματικότητα της πρότασης.

Μετά την επιλογή, κάθε κοινότητα της γνώσης θα καθιερώσει τη δική της λειτουργική δομή σε ένα γενικό πλαίσιο που θα ορίσει το διοικητικό συμβούλιο. Το επίπεδο αυτονομίας και ευθύνης των κοινοτήτων της γνώσης πρέπει να καθοριστεί από το διοικητικό συμβούλιο, αλλά αυτές θα πρέπει να έχουν σημαντική αυτονομία και τη μέγιστη ευελιξία όσον αφορά την εσωτερική οργάνωσή τους και τη διαχείριση των πόρων τους (χρηματοοικονομικών, ανθρώπινων και φυσικών). Οι βραχυπρόθεσμοι και μεσοπρόθεσμοι στόχοι τους πρέπει να τεθούν σε ένα γενικό πλαίσιο που θα καθορίσει το διοικητικό συμβούλιο, έτσι ώστε το ΕΙΤ, στο σύνολο του, να εξασφαλίσει έναν κατάλληλο βαθμό εσωτερικής συνοχής.

Η πρόθεση είναι να τεθεί η καινοτομία στον πυρήνα του τριγώνου της γνώσης , αντί της συμβατικής μεταφοράς «τελικής» τεχνολογίας μέσω της κλασικής διαδικασίας. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να ενσωματωθεί η πείρα των επιχειρήσεων σε όλες τις πτυχές της έρευνας και της εκπαίδευσης. Οι επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλουν άμεσα στην έρευνα και την εκπαίδευση με άριστες ερευνητικές και διαχειριστικές μεθόδους. Τα προγράμματα διδασκαλίας μπορούν να περιλαμβάνουν ενότητες καινοτόμου διαχείρισης και κύκλους μαθημάτων σχετικά με το επιχειρηματικό πνεύμα. Αυτό μπορεί να βοηθήσει τους αποφοίτους και τους ερευνητές να αποκτήσουν επιχειρηματική νοοτροπία και τις δεξιότητες που είναι απαραίτητες για τη μεταφορά της γνώσης και για τις δραστηριότητες επιχειρηματικής έναρξης , έτσι ώστε να μπορούν να αξιοποιήσουν πλήρως το καινοτόμο δυναμικό της έρευνάς τους. Επιπλέον, οι εταιρείες μπορούν επίσης να συμβάλουν στη διδασκαλία και να προσφέρουν πρακτική άσκηση.

2.2. Το διοικητικό συμβούλιο

Το ΕΙΤ πρέπει να διοικείται από ένα διοικητικό συμβούλιο το οποίο θα υποστηρίζεται από τις δικές του διοικητικές υπηρεσίες, περιορισμένες στα απολύτως απαραίτητα στοιχεία (όπως η γραμματεία, οι νομικές και οικονομικές υπηρεσίες κ.λπ.). Το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να καθορίσει τη συνολική πολιτική και τη στρατηγική ατζέντα του ΕΙΤ, προσδιορίζοντας τους κύριους θεματικούς τομείς στους οποίους θα πρέπει να λειτουργεί και επιλέγοντας, δημιουργώντας, παρακολουθώντας και αξιολογώντας τις κοινότητες της γνώσης. Πρέπει να καθορίσει τους γενικούς κανόνες του ΕΙΤ και να εξασφαλίσει το συντονισμό μεταξύ των διαφόρων κοινοτήτων της γνώσης. Πρέπει να αποφασίσει σχετικά με το γενικό προϋπολογισμό του ΕΙΤ και να τον κατανείμει στις κοινότητες της γνώσης με βάση την πρόοδο που θα σημειώνεται σύμφωνα με την παρακολούθηση και την αξιολόγηση.

Η σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου πρέπει να εξασφαλίζει:

- αριστεία και ανεξαρτησία για το ΕΙΤ

- λογοδοσία στους χρηματοδότες του και στην κοινωνία ως σύνολο

- κατάλληλη δεξιότητα επιστημονικής και επιχειρηματικής καθοδήγησης

- κατάλληλους μηχανισμούς διαλόγου και ανατροφοδότησης με τους διάφορους εμπλεκομένους.

Το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να είναι περιορισμένο σε αριθμό και τα μέλη του πρέπει να συνδυάζουν κατάλληλη ισορροπία μεταξύ επιστημονικής και επιχειρηματικής πείρας. Τα μέλη πρέπει να ορίζονται προσωποπαγώς, χωρίς καθήκοντα αντιπροσώπευσης. Το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να επικουρείται από εξωτερικές συμβουλευτικές επιτροπές, οι οποίες θα στηρίζουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεών του.

Είναι επίσης σημαντικό να έχει το διοικητικό συμβούλιο ένα συγκροτημένο διάλογο με τους οργανισμούς-εταίρους των κοινοτήτων της γνώσης· αυτοί είναι εν προκειμένω, κατά μια έννοια, «μέτοχοι» του εγχειρήματος και θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι απόψεις τους ακούγονται όσον αφορά τις μεγάλες στρατηγικές αποφάσεις.

Η διαδικασία επιλογής των μελών του διοικητικού συμβουλίου πρέπει να είναι διαφανής και να βασίζεται αποκλειστικά και μόνο σε κριτήρια αριστείας στην επιστήμη και την καινοτομία. Η διαδικασία η οποία ακολουθείται στην περίπτωση του ορισμού του επιστημονικού συμβουλίου του ΕΣΕ (δηλ. μια επιτροπή αναγνώρισης με επικεφαλής ένα άτομο ευρείας αποδοχής) θα μπορούσε να αποτελέσει κατάλληλο πρότυπο.

3. Ρυθμίσεις μεταξύ του ΕΙΤ και των κοινοτήτων της γνώσης σχετικά με το προσωπικό

Οι ανθρώπινοι πόροι είναι μια από τις κύριες προκλήσεις για το ΕΙΤ. Το ΕΙΤ πρέπει να είναι σε θέση να προσελκύσει τους ικανότερους ανθρώπους στις κοινότητες της γνώσης του και να τους συγκεντρώσει σε μια ομάδα, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους του όσον αφορά την αριστεία.

Στην ανακοίνωση του Φεβρουαρίου, η Επιτροπή υποστήριξε ότι εκείνοι οι οποίοι εργάζονται στις κοινότητες της γνώσης (ερευνητές, διδάσκοντες, εργαζόμενοι στον τομέα της καινοτομίας ή της μεταφοράς τεχνολογίας) πρέπει να αποσπαστούν στο ΕΙΤ. Η θέση αυτή οδήγησε σε ανησυχίες ότι το ΕΙΤ θα αύξανε τον κατακερματισμό της ευρωπαϊκής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και, ακόμη, ότι θα «λαθροθήρευε» την αριστεία από εκεί όπου βρίσκεται σήμερα. Αυτό δεν ισχύει και, συνεπώς, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί δεόντως.

Στην πράξη, τα πανεπιστήμια και οι διεθνείς επιστημονικοί οργανισμοί (μάλιστα και οι εταιρείες) χρησιμοποιούν σήμερα ποικίλους τρόπους για να διατηρήσουν και να ανταμείψουν εκείνους που εργάζονται γι’ αυτούς. Αυτό πρέπει να ισχύει και για το ΕΙΤ, σε ένα κατάλληλο γενικό πλαίσιο. Οι εν λόγω τρόποι κυμαίνονται από την άμεση απασχόληση μέχρι την απόσπαση (μεσοπρόθεσμη ρύθμιση στο πλαίσιο της οποίας ένα άτομο εργάζεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα σε άλλο ίδρυμα, με ποικιλία πιθανών ρυθμίσεων απασχόλησης και «δικαιώματα επιστροφής») ή και χαλαρές σχέσεις, όπως η διπλή απασχόληση (κατά την οποία ένα άτομο διατηρεί την «κανονική» του απασχόληση, αλλά αποσπάται τεχνικά και στο συνδεδεμένο οργανισμό), ή προσωρινές αποσπάσεις (π.χ. εκπαιδευτικές άδειες). Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι όλες αυτές οι εναλλακτικές δυνατότητες πρέπει να είναι ανοικτές για το ΕΙΤ και τις κοινότητες της γνώσης. Εντούτοις, πρέπει να εξασφαλιστεί στο στάδιο της επιλογής μια επαρκής δέσμευση από το προσωπικό το οποίο εργάζεται στις κοινότητες της γνώσης προς το ίδιο το ΕΙΤ, την ταυτότητά του και τη συνεχή επιτυχία του, και είναι σημαντικό να υπάρξει ένα κοινό πλαίσιο απασχόλησης (το οποίο θα καλύπτει θέματα όπως η αμοιβή, οι όροι εργασίας, τα ΔΔΙ κ.λπ.). Σ' αυτό το πλαίσιο, οι κοινότητες της γνώσης πρέπει να έχουν την ελευθερία να οργανώσουν τους ανθρώπινους πόρους τους με τον καταλληλότερο τρόπο.

4. Τίτλοι σπουδών

Το ΕΙΤ πρέπει να μπορεί να χορηγεί πτυχία και διπλώματα. Αυτά θα αποτελούν απτή εκδήλωση του σήματος ΕΙΤ και κίνητρο για την προσέλκυση σπουδαστών και ερευνητών να συμμετάσχουν στα προγράμματά του. Το ΕΙΤ πρέπει να λειτουργεί ως πόλος προσέλκυσης για τα καλύτερα μυαλά από όλο τον κόσμο. Η χορήγηση τίτλων υψηλής ποιότητας θα ενισχύσει την ταυτότητά του και θα το βοηθήσει να αναγνωριστεί ευρέως και, συνεπώς, να λειτουργεί ως πρότυπο για την προώθηση της αλλαγής σε ολόκληρο τον τομέα της ευρωπαϊκής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Η νομοθετική πράξη πρέπει να προβλέπει τη χορήγηση πτυχίων και να απαιτεί από το διοικητικό συμβούλιο να θεσπίσει διαδικασίες οι οποίες θα εγγυώνται την ποιότητα των κύκλων σπουδών που θα οδηγούν στην απόκτηση πτυχίου. Η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να βασίζεται σε μοντέλα που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη στο πλαίσιο της διαδικασίας της Μπολόνια. Τα κράτη μέλη πρέπει, σ’ αυτή τη βάση, να αναγνωρίζουν τα εν λόγω πτυχία. Η αναγνώριση των πτυχίων του ΕΙΤ από τα κράτη μέλη θα σηματοδοτήσει το γεγονός ότι τα εμπόδια σχετικά με τα πτυχία, τα οποία εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό εμπόδιο στην κινητικότητα και τη δημιουργία της Ευρώπης της γνώσης, αποτελούν παρελθόν. Θα ενισχύσει επίσης το κύρος, την προβολή και την ελκυστικότητα του ΕΙΤ, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ, και θα διευκολύνει την κινητικότητα των σπουδαστών.

5. Τα οφέλη της συμμετοχής

Ένα άλλο σημαντικό θέμα στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων είναι το ζήτημα των οφελών και πλεονεκτημάτων της συμμετοχής σε μια κοινότητα της γνώσης – γιατί θα πρέπει να επιθυμεί ένα πανεπιστήμιο, ερευνητικό κέντρο ή επιχείρηση να μοιράζεται τους διανοητικούς (και στην πραγματικότητα ανθρώπινους) πόρους τους σε μια κοινότητα της γνώσης; Τι θα ωθούσε (π.χ.) μια περιφέρεια να συμβάλει στις εργασίες του ΕΙΤ, προσφέροντας π.χ. κτιριακές ή ερευνητικές εγκαταστάσεις;

Τα οφέλη θα ποικίλλουν ανάλογα με τις συνθήκες. Τα ακόλουθα παραδείγματα δείχνουν τα είδη πλεονεκτημάτων που μπορεί να προκύψουν:

- Για ένα γενικό πανεπιστήμιο, το οποίο δραστηριοποιείται ενεργά στον τομέα της έρευνας, το κύριο όφελος θα ήταν οι πρόσθετες δυνατότητες να προχωρήσει γρηγορότερα σε εργασίες για τις οποίες έχει ήδη αποφασίσει ότι είναι στρατηγικά σημαντικές . Το ΕΙΤ θα θέσει στη διάθεση των κοινοτήτων της γνώσης χρηματοοικονομικούς πόρους· συνεπώς, τα συμμετέχοντα πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα θα μπορούσαν να επιτύχουν περισσότερα πράγματα και ταχύτερα από ό,τι θα μπορούσαν να επιτύχουν χωρίς αυτούς τους πρόσθετους πόρους. Επιπλέον, η στενή συνεργασία στο πλαίσιο μιας κοινότητας της γνώσης και η ένταξη των επιχειρήσεων θα επέτρεπαν την αποτελεσματικότερη διάδοση της γνώσης και της χρήσης της μέσω της καινοτομίας . Ο συνδυασμός αυτών των δύο στοιχείων θα επέτρεπε τη δημιουργία μεγαλύτερης κλίμακας στις προσπάθειες ακόμη και των πιο προηγμένων πανεπιστημίων και εταιριών, εξασφαλίζοντας ότι η διαδικασία θα προσφέρει οφέλη για όλους τους εταίρους.

- Για τα πανεπιστήμια η αριστεία των οποίων είναι ειδικότερα επικεντρωμένη σε συγκεκριμένα θέματα, όπως τα πανεπιστήμια με περιφερειακό ή καινοτόμο προσανατολισμό, θα ίσχυαν επίσης τα ανωτέρω οφέλη. Το ΕΙΤ μπορεί να καταστήσει διαθέσιμους συμπληρωματικούς χρηματοοικονομικούς πόρους προκειμένου να βοηθήσει τη δημιουργία υποδομής. Επιπλέον, οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες του ΕΙΤ θα βοηθήσουν την αύξηση της ελκυστικότητας του φιλοξενούντος πανεπιστημίου.

- Για τις εταιρείες και τα ειδικευμένα ερευνητικά κέντρα, η ελκυστικότητα μπορεί να είναι μεγαλύτερη σε τομείς υψηλότερου κινδύνου και αβεβαιότητας . Εδώ συναντώνται το δημόσιο ενδιαφέρον, το οποίο εκπροσωπείται από το ΕΙΤ, και τα εμπορικά συμφέροντα. Το ΕΙΤ πρέπει να ενθαρρύνει τις εταιρείες να επενδύσουν και να λάβουν άμεσα μέρος σε μια πρώιμη έρευνα, στην οποία δεν θα μπορούσαν διαφορετικά να εμπλακούν, ή να επενδύσουν σε πιο παράτολμους, μακροπρόθεσμους τομείς. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες της κοινότητας της γνώσης θα επιτρέψουν στις εταιρείες να συμβάλουν στην εκπαίδευση των φοιτητών και να καταστήσουν τις γνώσεις τους καταλληλότερες γ ια την έναρξη της επαγγελματικής τους καριέρας ή την ίδρυση δικής τους επιχείρησης. Η στενή συνεργασία των επιχειρήσεων στον καθορισμό της ατζέντας της κοινότητας της γνώσης θα τους εξασφαλίσει την καταλληλότητα των αποτελεσμάτων της έρευνας και θα στηρίξει την ανάπτυξη νέων εμπορικών ευκαιριών.

- Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στις περιφέρειες στις οποίες λειτουργούν οι κοινότητες της γνώσης θα επωφεληθούν από τη διαθεσιμότητα ευρύτερου συγκεντρωμένου ανθρώπινου κεφαλαίου, την ικανότητα χρήσης τεχνικών υπηρεσιών τις οποίες παρέχουν τα ΕΙΤ, ευκαιρίες εκκίνησης και ανάπτυξης, δραστηριότητες ομίλων και ευκολότερη πρόσβαση σε επιχειρηματικά κεφάλαια .

- Γενικότερα, η δραστηριότητα του ΕΙΤ και η διαθεσιμότητα (σε εύθετο χρόνο) μιας κρίσιμης μάζας ΔΔΙ που θα διαχειρίζεται το ΕΙΤ θα προσελκύσουν δυνητικούς συμμετέχοντες στους σχετικούς τομείς.

6. Άλλα θέματα

Τα ακόλουθα θέματα θα εξεταστούν λεπτομερώς στους προσεχείς μήνες κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της νομοθετικής πρότασης.

6.1. Δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας

Θα απαιτηθεί ένα πλαίσιο κατάλληλων ρυθμίσεων όσον αφορά τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, προκειμένου να μπορέσει το ΕΙΤ να δημιουργήσει, συν τω χρόνω, μια κρίσιμη μάζα δικής του ιδιοκτησίας και επιμερισμένων γνώσεων και να προωθήσει την αξιοποίησή τους. Το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να καθορίσει ένα συνολικό πλαίσιο εντός του οποίου οι επιμέρους κοινότητες της γνώσης θα μπορέσουν να εξετάσουν το θέμα. Αυτό το πλαίσιο θα μπορούσε να περιλαμβάνει (για παράδειγμα) ζητήματα όπως μια απαίτηση διατήρησης ορισμένων δικαιωμάτων για το ίδιο το ΕΙΤ ή επιμερισμού τους μεταξύ των οργανισμών-εταίρων και των εργαζομένων στον τομέα αυτόν· ή μπορεί να οριστεί ποιος θα διαπραγματεύεται τα δικαιώματα αυτά εξ ονόματος της κοινότητας της γνώσης και του ΕΙΤ κλπ. Θα πρέπει να περιληφθούν στη νομοθετική πράξη κατάλληλες διατάξεις.

6.2. Νομική βάση

Η συνθήκη ΕΕ παρέχει πολλές δυνατότητες όσον αφορά τη νομική βάση στην οποία μπορεί να δημιουργηθεί το ΕΙΤ, μέσω των διατάξεών της σχετικά με την εκπαίδευση, την έρευνα και την ανταγωνιστικότητα. Η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος την καταλληλότερη επιλογή της νομικής βάσης.

6.3. Χρηματοοικονομικό πλαίσιο

Μια εκτενής χρηματοοικονομική ανάλυση θα διενεργηθεί στο πλαίσιο της αξιολόγησης αντικτύπου το ερχόμενο φθινόπωρο. Η ανάλυση αυτή θα περιλαμβάνει διευκρινίσεις όσον αφορά την υποβολή εκθέσεων και τα θέματα χρηματοοικονομικής διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με την αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου του ΕΙΤ. Πρέπει να υπογραμμιστούν εδώ ορισμένα πρόσθετα στοιχεία:

- Ένα ΕΙΤ το οποίο θα είναι η «ναυαρχίδα» της άριστης εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας θα χρειαστεί ουσιαστική δημόσια χρηματοδότηση προκειμένου να ιδρυθεί και να λειτουργήσει, μολονότι, καθώς αναπτύσσεται, θα πρέπει να αναμένεται ότι θα προστεθεί περισσότερη ιδιωτική χρηματοδότηση. Η στενή μακροπρόθεσμη σχέση με τις επιχειρήσεις σε όλες τις δραστηριότητές του πρέπει να ενθαρρύνει τη συμβολή του ιδιωτικού τομέα, αλλά η δημόσια χρηματοδότηση είναι πιθανόν να παραμείνει θεμελιώδους σημασίας για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη των συγκεντρώσεων διανοητικού κεφαλαίου.

- Η Επιτροπή αναμένει ότι το ΕΙΤ θα αναπτυχθεί προοδευτικά. Οι απαιτήσεις χρηματοδότησης θα συγκεντρωθούν στο τέλος της περιόδου 2007-2013 και μετά και, στη συνέχεια, θα αυξηθούν προοδευτικά.

- Η ιδιωτική χρηματοδότηση είναι ουσιαστικής σημασίας για την έννοια του ΕΙΤ. Συνεπώς, το ΕΙΤ πρέπει να ενθαρρυνθεί να δημιουργήσει ένα δίαυλο για να προσελκύσει χρηματοδότηση, όπως ένα ίδρυμα.

- Ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο του εισοδήματος του ΕΙΤ πρέπει προστεθεί συν τω χρόνω από τα κέρδη του μέσω των συμβάσεων για δραστηριότητες έρευνας και εκπαίδευσης.

7. Παγκόσμια ελκυστικότητα

Ένας στόχος του ΕΙΤ είναι να προσελκύσει σπουδαστές και ερευνητές παγκοσμίως. Μόνο με τη δημιουργία μιας παγκόσμιας φήμης θα προσελκύσει σπουδαστές και ερευνητές από ολόκληρη την Ευρώπη και θα λειτουργήσει ως «ναυαρχίδα» για την αλλαγή. Η πείρα δείχνει επίσης ότι τα ιδρύματα με παγκόσμια φήμη μπορούν να προσελκύσουν σημαντικό ποσοστό σπουδαστών και ερευνητών προερχόμενων εκτός ΕΕ. Αυτό θα είναι τόσο ένα μέτρο επιτυχίας όσο και μια ευκαιρία να επωφεληθεί η ΕΕ από τις δεξιότητες που διαθέτουν άτομα που δεν είναι πολίτες της ΕΕ - όπως συνέβη με τις ΗΠΑ. Εντούτοις, το ΕΙΤ πρέπει να γνωρίζει την ανάγκη να αποφύγει την άντληση επιστημόνων από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες αλλά, αντίθετα, να στοχεύσει στην προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας σε τρίτες χώρες, μέσω κατάλληλων συνδέσμων.

Δύο κύρια θέματα θα ωθήσουν την παγκόσμια ελκυστικότητα του ΕΙΤ σε σπουδαστές και ερευνητές εκτός ΕΕ σε όλα τα στάδια της σταδιοδρομίας τους. Το πρώτο είναι η ακαδημαϊκή αξιοπιστία των κύκλων μαθημάτων, των πτυχίων και των ερευνητικών του προγραμμάτων. Ο τρόπος με τον οποίο θα αναγνωρίζονται διεθνώς τα πτυχία του, η ποιότητα της έρευνας, τα αποτελέσματα και η καινοτομία που αναπτύσσεται θα αποτελέσουν βασικά στοιχεία για την προσέλκυση σπουδαστών και ερευνητών από το εξωτερικό. Το δεύτερο είναι η ευκολία με την οποία θα μπορούν οι αλλοδαποί υποψήφιοι πτυχίων μάστερ και διδακτορικών και ερευνητές να συμμετέχουν στις δραστηριότητες του ΕΙΤ και με την οποία θα μπορεί το ΕΙΤ να απασχολεί πολίτες τρίτων χωρών στις κοινότητες της γνώσης. Έχουν συμφωνηθεί ρυθμίσεις για την ταχεία και απλουστευμένη εθνική αποδοχή και διαδικασία έκδοσης θεώρησης για σπουδαστές και ερευνητές εκτός ΕΕ[9], οι οποίες θα πρέπει να μεταφερθούν ταχέως στο εθνικό δίκαιο. Ενδέχεται να χρειαστούν επίσης ειδικές ρυθμίσεις για τη χορήγηση θεώρησης. Η παροχή χρηματοοικονομικής στήριξης για σπουδαστές και ερευνητές εκτός ΕΕ θα ενισχύσει την παγκόσμια ελκυστικότητα του ΕΙΤ. Το διοικητικό συμβούλιο του ΕΙΤ πρέπει να εξετάσει το θέμα των υποτροφιών και επιχορηγήσεων έρευνας σε άριστους σπουδαστές και ερευνητές από το εξωτερικό. Το κριτήριο, όπως ισχύει πάντα για το ΕΙΤ, πρέπει να είναι η αριστεία του αποτελέσματος.

8. Ένα ίδρυμα για τη στήριξη άλλων ιδρυμάτων και ενεργειών: σχέση με άλλες δραστηριότητες εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας της ΕΕ

Όπως δηλώθηκε ήδη στην προηγούμενη ανακοίνωση, το ΕΙΤ αποτελεί μέρος ενός συνόλου συντονισμένων προσπαθειών για την ενίσχυση των δεξιοτήτων των τομέων της έρευνας, της εκπαίδευσης και της καινοτομίας προς την κατεύθυνση των στόχων της Λισαβόνας. Συνεπώς, είναι συμπληρωματικό προς άλλες ενέργειες που αποσκοπούν στη δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την έρευνα, την εκπαίδευση και την καινοτομία. Το ΕΙΤ πρέπει να γίνει ένα σημαντικό μέσο σε αυτό το φιλικό προς την καινοτομία περιβάλλον.

Αντίθετα από άλλες κοινοτικές πρωτοβουλίες, το ΕΙΤ θα είναι ένα μόνιμο σώμα, ένας παράγοντας της γνώσης και όχι ένας μηχανισμός χρηματοδότησης . Θα ενσωματώνει τα τρία στοιχεία του τριγώνου της γνώσης και θα έχει μια συμμετοχική προσέγγιση, επιτυγχάνοντας συνέργειες μεταξύ αυτών των στοιχείων. Ειδικότερα, θα στηρίζει τη στρατηγική έρευνας με στόχο την επίλυση προβλημάτων, καθώς και την κατάρτιση πτυχιούχων σε τομείς σχετικούς με τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία.

Σε επίπεδο πολιτικής, το διοικητικό συμβούλιο πρέπει να καθιερώσει έναν συγκροτημένο διάλογο με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας. Το ίδιο θα μπορούσε να γίνει με άλλες πρωτοβουλίες της ΕΕ όπως οι ευρωπαϊκές πλατφόρμες τεχνολογίας, οι κοινές πρωτοβουλίες τεχνολογίας ή τα δίκτυα αριστείας, προκειμένου να διαρθρώσει τη δική του πολιτική και να την καταστήσει συμβατή και συνεργειακή.

Σε επιχειρησιακό επίπεδο, οι εταιρικές σχέσεις πρέπει να ενθαρρυνθούν σε όλα τα στάδια (από την προετοιμασία της αίτησής τους να γίνουν κοινότητα της γνώσης και τον καθορισμό των στόχων τους μέχρι την υλοποίησή τους μετά την επιλογή τους), έτσι ώστε να αναπτυχθεί η συνεργασία με υφιστάμενα προγράμματα και να αξιοποιηθούν τα αποτελέσματα και οι βέλτιστες πρακτικές τους.

9. Επόμενα στάδια

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απάντηση στο αίτημα του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Κατά την κατάρτιση του, η Επιτροπή συμβουλεύτηκε τους ενδιαφερομένους και τα κράτη μέλη.

Τα επόμενα στάδια αφορούν την ολοκλήρωση μιας αξιολόγησης αντικτύπου, η οποία ήδη διενεργείται, και την προετοιμασία ενός σχεδίου νομοθετικής πράξης για την ίδρυση του ΕΙΤ, η οποία αναμένεται να εγκριθεί το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους. Στο μεταξύ, η Επιτροπή θα επιδιώξει να αποσαφηνίσει τα θέματα τα οποία παρουσιάστηκαν εδώ και το βαθμό στον οποίο οι λεπτομέρειες θα πρέπει να καθοριστούν στη νομοθετική πράξη ή στο μέλλον από το διοικητικό συμβούλιο. Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει, έτσι, να διαβουλεύεται εκτενώς με τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερομένους στους επόμενους μήνες.

10. Συμπέρασμα

Η διεξοδική ανάλυση που διενήργησε η Επιτροπή υπογραμμίζει τρία σημαντικά κενά: πρώτον, τον κατακερματισμό των τομέων γνώσης της ΕΕ σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατεί στις ΗΠΑ και σε άλλους αναδυόμενους παγκόσμιους ανταγωνιστές· δεύτερον, την ανάγκη παροχής νέων μοντέλων αναφοράς με βάση την αριστεία για την έμπνευση και την προώθηση διατηρήσιμων αλλαγών σε υπάρχοντες οργανισμούς· και, τρίτον, την ανάγκη ενσωμάτωσης της διάστασης των επιχειρήσεων και της καινοτομίας στην έρευνα και την εκπαίδευση, καθώς και αντιμετώπισης του κενού της καινοτομίας.

Στόχος εν προκειμένω είναι να συμβάλει το ΕΙΤ στην αντιμετώπιση των τριών αυτών θεμάτων. Το ΕΙΤ προστίθεται στις άλλες πρωτοβουλίες της ΕΕ οι οποίες επικεντρώνονται στην κάλυψη του κενού της καινοτομίας, όπως: το 7ο πρόγραμμα - πλαίσιο και ιδίως το ΕΣΕ, οι ευρωπαϊκές πλατφόρμες τεχνολογίας και οι κοινές πρωτοβουλίες τεχνολογίας· το πρόγραμμα για τη διά βίου μάθηση· το πρόγραμμα για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία· η ατζέντα εκσυγχρονισμού για τα πανεπιστήμια· και η ενίσχυση της επιχειρηματικής νοοτροπίας. Το ΕΙΤ δεν θα δραστηριοποιείται μόνο άμεσα ως άριστος παράγοντας στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία, αλλά επίσης θα ενεργεί ως μοντέλο αναφοράς και οργανωτικό πρότυπο ωθούμενο από τον ανταγωνισμό, το οποίο θα προάγει τις αλλαγές, αποτελώντας ζωντανό παράδειγμα ενός διαφορετικού τρόπου εργασίας.

Ως ευρωπαϊκός οργανισμός ικανός να προωθήσει την αριστεία, να προσελκύει ταλέντα παγκοσμίως και να παρέχει ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον εργασίας σε σπουδαστές, ερευνητές και διαχειριστές της καινοτομίας, θα αποτελέσει ένα ευρωπαϊκό σύμβολο μιας ανανεωμένης προσπάθειας με στόχο τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής κοινωνίας που θα βασίζεται στη γνώση.

[1] COM(2005) 24, «Συνεργασία για την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση: νέο ξεκίνημα για τη στρατηγική της Λισαβόνας», παρ. 3.3.2.

[2] COM(2006) 77, «Εφαρμογή της ανανεωμένης σύμπραξης για τη μεγέθυνση και την απασχόληση: σχεδιάζοντας τη ναυαρχίδα της γνώσης: το ευρωπαϊκό ινστιτούτο τεχνολογίας».

[3] Συμπεράσματα της προεδρίας, παράγραφος 25.

[4] Δύο συνεδριάσεις διαβούλευσης με αντιπροσώπους των κρατών μελών στις 24 Απριλίου και στις 17 Μαΐου 2006. Δύο συνεδριάσεις διαβούλευσης με περίπου 40 ευρωπαϊκές ενώσεις και οργανισμούς οι οποίοι εκπροσωπούσαν διάφορους ενδιαφερόμενους (πανεπιστήμια, σπουδαστές, έρευνα, επιχειρήσεις, περιφέρειες) στις 25 Απριλίου και στις 18 Μαΐου.

[5] Στις 3 Μαΐου 2006.

[6] COM(2006) 208, «Επίτευξη της ατζέντας εκσυγχρονισμού για πανεπιστήμια: εκπαίδευση, έρευνα και καινοτομία».

[7] COM(2006) 33, «Εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισαβόνας: προώθηση της επιχειρηματικής νοοτροπίας μέσω της εκπαίδευσης και της μάθησης».

[8] Π.χ. σε τομείς όπως οι νανοτεχνολογίες ή η «πράσινη ενέργεια».

[9] Η οδηγία σχετικά με τις ειδικές διαδικασίες για την αποδοχή υπηκόων τρίτων χωρών για σκοπούς επιστημονικής έρευνας (οδηγία 2005/71/ΕΚ της 12ης Οκτωβρίου 2005) και οι δύο συστάσεις σχετικά με τις θεωρήσεις μικρής παραμονής για την αποδοχή ερευνητών από τρίτες χώρες οι οποίοι ταξιδεύουν εντός της Κοινότητας με σκοπό τη διενέργεια επιστημονικής έρευνας (συστάσεις 2005/761/ΕΚ και 2005/762/ΕΚ) δημοσιεύθηκαν στην ΕΕ L289 της 3ης Νοεμβρίου 2005.

Top