EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000DC0860

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ - Μια νέα πολιτική για τα ύδατα κολύμβησης

/* COM/2000/0860 τελικό */

52000DC0860

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ - Μια νέα πολιτική για τα ύδατα κολύμβησης /* COM/2000/0860 τελικό */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Μια νέα πολιτική για τα ύδατα κολύμβησης

Εισαγωγή

1. Σκοπός της ανακοίνωσης

2. Πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας

3. Αρχές που διέπουν την αναθεώρηση

4. Ειδικές πτυχές της διαχείρισης της ποιότητας

4.1. Χαρακτηρισμός των περιοχών κολύμβησης

4.2. Συμμόρφωση

4.3. Μελέτες και παρακολούθηση

4.4. Tάσεις στην ποιότητα των υδάτων

4.5. Καθορισμός προτύπων και μέθοδοι ανάλυσης

4.6. Υποχρέωση λήψης μέτρων

4.7. Πρόγνωση της ποιότητας των υδάτων

4.8. Ενημέρωση και συμμετοχή του κοινού και δημοσίευση σχετικών εκθέσεων

4.9. Διαρκής αναπροσαρμογή της οδηγίας

5. Πεδίο εφαρμογής της νέας οδηγίας

6. Τρόποι συμμετοχής στη συζήτηση του παρόντος εγγράφου

Παράρτημα I: Συναφής ευρωπαϊκή νομοθεσία και πολιτική

Εισαγωγή

Παρόλο που η ισχύουσα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης εκδόθηκε πάνω από 25χρόνια πριν, η σημασία της εξακολουθεί να γίνεται αισθητή κάθε κολυμβητική περίοδο καθώς με την οδηγία το κοινό προστατεύεται από την τυχαία και χρόνια ρύπανση που παροχετεύεται μέσα ή κοντά στις ευρωπαϊκές περιοχές κολύμβησης. Ακόμη, από τότε που τέθηκε σε εφαρμογή η οδηγία, η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης έχει βελτιωθεί σημαντικά.

Οι επιστημονικές και τεχνολογικές αλλαγές υποχρεώνουν ωστόσο την Επιτροπή να αναθεωρεί και να εκσυγχρονίζει τη νομοθεσία της σε τακτά χρονικά διαστήματα. Έχει έλθει πλέον ο καιρός να αναθεωρηθεί η οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης. Η αναθεώρησή της θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα στον εκσυγχρονισμό της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας για τα ύδατα.

Βασιζόμενη στην εμπειρία από την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, η κοινοτική περιβαλλοντική πολιτική εξελίσσεται κατά τρόπο ώστε να ενισχύεται ο ρόλος της επιστήμης και της συνειδητής συμμετοχής στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων. Σήμερα, εποχή ραγδαίων επιστημονικών και τεχνολογικών εξελίξεων, μπορούμε να προβλέψουμε νομοθετικά την αξιοποίηση πιο εξελιγμένων εργαλείων. Μπορούμε επίσης να αξιοποιούμε τις γνώσεις και την ενεργό συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών, στο πλαίσιο μιας ανοιχτής διεργασίας, για την ανάπτυξη και υλοποίηση της νομοθεσίας. Η εξέλιξη αυτή θα απηχείται στη νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης.

Η αναθεωρημένη οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης θα διατηρεί, ή και πιθανώς θα αυξάνει, την αυστηρότητα των προβλέψεων της ισχύουσας οδηγίας. Η αναθεωρημένη οδηγία θα εξακολουθήσει να θέτει συγκεκριμένους στόχους, αυστηρούς και φιλόδοξους, οι οποίοι θα πρέπει να επιτυγχάνονται εντός συγκεκριμένων χρονικών πλαισίων.

Πρόθεση της Επιτροπής επίσης είναι να εξορθολογισθεί και να βελτιωθεί ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζεται η διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης με την εφαρμογή διάφορων μέτρων, μεταξύ των οποίων η μείωση του αριθμού των προς παρακολούθηση παραμέτρων, και με την εισαγωγή νέων εργαλείων και αρτιότερων παραμέτρων. Και, το κυριότερο, με την αναθεωρημένη οδηγία το κοινό θα πρέπει να ενημερώνεται με πληρέστερο τρόπο.

Το παρόν έγγραφο παρουσιάζει σε αδρές γραμμές το περιεχόμενο και τις προεκτάσεις που αναμένεται να έχει η αναθεωρημένη οδηγία, αλλά τα διάφορα στοιχεία δεν έχουν ακόμη αποκρυσταλλωθεί σε συγκεκριμένα άρθρα. Η Επιτροπή επιζητεί την εποικοδομητική κριτική των τρόπων προσέγγισης που προτείνονται στην παρούσα ανακοίνωση, και καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα και εμπλεκόμενα μέρη να συμμετάσχουν στη συζήτηση και να διατυπώσουν απόψεις σχετικά με το παρόν έγγραφο.

Σκοπός της ανακοίνωσης

Η παρούσα ανακοίνωση αποσκοπεί στη δρομολόγηση ανοικτής συζήτησης με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και τους ιθύνοντες, σχετικά με νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης - νέα οδηγία η οποία θα εξασφαλίζει τουλάχιστον ισάξια προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας με την ισχύουσα οδηγία αλλά ταυτοχρόνως θα προβλέπει νέους τρόπους προσέγγισης και νέα επιστημονικά και τεχνολογικά στοιχεία. Στόχος της συζήτησης είναι η εξεύρεση τρόπων βελτίωσης της ισχύουσας νομοθεσίας για τα ύδατα κολύμβησης και της υλοποίησής της.

Η διαβούλευση θα κορυφωθεί με συνδιάσκεψη για τα ύδατα κολύμβησης κατά την Πράσινη Εβδομάδα (24-28 Απριλίου 2001), στην οποία θα προσκληθούν τα άτομα και οι οργανισμοί που θα έχουν διατυπώσει απόψεις. Η Επιτροπή, κατά τη σύνταξη της πρότασής της για μια νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης, θα λάβει υπόψη όλα τα σχόλια και τις υποδείξεις που θα διατυπωθούν κατά τη διαδικασία διαβούλευσης (είτε γραπτώς είτε κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης) .

Η έγκριση της πρότασης από την Επιτροπή έχει προγραμματισθεί περίπου για τον Ιούνιο/Ιούλιο 2001. Κατόπιν, η πρόταση θα διαβιβαστεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για πολιτική συζήτηση και λήψη απόφασης, με βάση τη διαδικασία συναπόφασης.

Η επιλεχθείσα διαδικασία τεσσάρων σταδίων (ανακοίνωση, διαβούλευση, συνδιάσκεψη, πρόταση) που θα χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη της νέας οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης είναι παρόμοια με αυτήν που είχε χρησιμοποιηθεί κατά την εκπόνηση της οδηγίας-πλαισίου για την πολιτική υδάτων. Βασίζεται στη διαφάνεια, στη συμμετοχή και δέσμευση των ιθυνόντων και στο μερισμό των ευθυνών.

Η Επιτροπή δεν προσπαθεί να περιγράψει λεπτομερώς την μελλοντική οδηγία αλλά κυρίως να σκιαγραφήσει το περιεχόμενό της. Η ανακοίνωση επομένως φωτίζει τα ειδικά πλεονεκτήματα και τις δυσχέρειες σε σχέση με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και παρουσιάζει πιθανούς τρόπους προσέγγισης για τη νέα οδηγία, βασισμένους στην υφιστάμενη εμπειρία.

2. Πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας

Οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων

Με την έγκριση της οδηγίας-πλαισίου για την πολιτική υδάτων συντελέστηκε το αποφασιστικό βήμα για το συνδυασμό του συνόλου της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας για τα ύδατα, με έμφαση στην αναγκαιότητα για συνεκτική υλοποίηση όλων των συναφών οδηγιών.

Για το ευρύ κοινό [1], η οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης είναι καθοριστικής σημασίας για τη βελτίωση της ποιότητας των υδάτων γενικότερα, και των επιπτώσεων στην υγεία ειδικότερα. Μαζί με την οδηγία για το πόσιμο ύδωρ, η οποία επίσης απαιτεί συγκεκριμένα αποτελέσματα ώστε η ποιότητα των υδάτων να είναι ασφαλής για την υγεία, η οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης πρέπει να αποτελεί οδηγό προς την εστιασμένη εφαρμογή της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα, της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση και της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων.

[1] Η ποιότητα των υδάτων γενικά και η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης ιδιαίτερα συγκεντρώνει σε μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον των πολιτών. Το πιο πρόσφατο ευρωβαρόμετρο (51.1 του Σεπτεμβρίου 1999) -τακτική δημοσκόπηση την οποία οργανώνει η Επιτροπή - δείχνει για παράδειγμα ότι οι ευρωπαίοι πολίτες ακόμη ανησυχούν ιδιαίτερα για την ποιότητα των υδάτων. Επί σειρά ετών, η ιστοσελίδα για τα ύδατα της ΓΔ Περιβάλλον ήταν μια από τις 10 ιστοσελίδες που είχαν τους περισσότερους επισκέπτες στον ιστοχώρο της ΕΕ Europa.

Η οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης εκδόθηκε πριν από 25ετία και περισσότερο. Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ολοκληρωμένη προσέγγιση που ακολουθείται στην οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα και η πρόοδος που έχει σημειωθεί στην επιστήμη, την τεχνολογία και τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων, απαιτείται εις βάθος αναθεώρηση της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης. Η αναθεώρηση της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης θα αποτελέσει ένα επιπλέον βήμα προς τη γενική επανεξέταση της κοινοτικής νομοθεσίας για τα ύδατα, σύμφωνα με την αρχή που έχει θέσει η οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων.

Στο παράρτημα Ι περιέχονται περισσότερες πληροφορίες για την οδηγία-πλαίσιο στο πεδίο της πολιτικής υδάτων και για τη λοιπή σχετική κοινοτική νομοθεσία και πολιτική.

Οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης και αναθεώρησή της

Με τη σοβαρή και σαφή πληροφόρηση που παρείχε σχετικά με την ποιότητα των υδάτων στις παράκτιες παραλίες και στις περιοχές κολύμβησης σε λίμνες και ποταμούς, η οδηγία του 1976 για τα ύδατα κολύμβησης [2] οδήγησε σε μια άνευ προηγουμένου ευαισθητοποίηση του κοινού για ένα σχετικό με το περιβάλλον και την υγεία ζήτημα το οποίο αγγίζει άμεσα την καθημερινή ζωή του κοινού. Η οδηγία παρότρυνε επίσης τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν τις διαθέσεις λυμάτων στο υδάτινο περιβάλλον, και μάλιστα πριν την εκπόνηση της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων.

[2] Οδηγία του Συμβουλίου 76/160/ΕΟΚ της 8ης Δεκεμβρίου 1975 περί της ποιότητας των υδάτων κολυμβήσεως, ΕΕ αριθ. L 31, της 5.2.1976.

Κάθε χρόνο, η Επιτροπή δημοσιεύει ετήσια έκθεση πληροφορίες για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και για την υλοποίηση της οδηγίας. Η πλέον πρόσφατη έκθεση - για την κολυμβητική περίοδο 1999 - δείχνει ότι υπήρξε σταθερή και σημαντική βελτίωση της ποιότητας των υδάτων των περιοχών κολύμβησης. Όπως φαίνεται και στον πίνακα που ακολουθεί, τα πρότυπα για την ποιότητα των υδάτων που έχει θέσει η οδηγία τηρούνται τώρα πλέον σε όλο και περισσότερες περιοχές κολύμβησης. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στις παράκτιες περιοχές κολύμβησης. Όσον αφορά τα εσωτερικά, γλυκά ύδατα, η βελτίωση της ποιότητάς τους έχει παρουσιάσει πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες. αυτό ενδεχομένως οφείλεται στο γεγονός ότι τα γλυκά ύδατα είναι εν γένει πιο ευαίσθητα και επηρεάζονται πολύ περισσότερο από διάσπαρτες πηγές ρύπανσης.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*"Συμμορφούμενα" σημαίνει ότι συμμορφούνται προς τα υποχρεωτικά πρότυπα της οδηγίας 76/160/ΕΚ Στα "Λοιπά" περιλαμβάνονται οι περιοχές κολύμβησης που δεν συμμορφούνται, αυτές για τις οποίες δεν υπάρχουν επαρκή δείγματα και αυτές όπου απαγορεύεται η κολύμβηση.

Πρέπει να αναγνωρισθεί ωστόσο ότι, κατά τα πρόσφατα έτη, έχει σημειωθεί μικρότερη περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας των παράκτιων υδάτων κολύμβησης. Έχουμε άραγε προσεγγίσει το όριο του εφικτού; Μάλλον όχι. Ίσως η ισχύουσα οδηγία να μην μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω βελτίωση των συνθηκών στα ύδατα κολύμβησης. Η Επιτροπή ωστόσο πιστεύει ότι μια νέα οδηγία ασφαλώς θα δώσει τη δυνατότητα για περαιτέρω βελτιώσεις της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης. Με βάση την εμπειρία και τα αποτελέσματα από την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, είναι δυνατόν να προβλεφθούν στη νομοθεσία πιο εξελιγμένα εργαλεία και να αυξηθεί η έμφαση στη χρήση της ενημέρωσης και συμμετοχής του κοινού.

Παρόλο που η εφαρμογή της οδηγίας του 1976 για τα ύδατα κολύμβησης έχει σαφώς βελτιώσει την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης στην Ευρώπη, καθ' όλο το χρονικό διάστημα που έχει μεσολαβήσει από τη θέσπισή της, η οδηγία έχει αποτελέσει αντικείμενο ολοένα αυξανόμενων κριτικών για θέματα τεχνολογικά, επιστημονικά και διαχείρισης. Μερικές από τις κριτικές τεχνικού και επιστημονικού χαρακτήρα είναι οι εξής:

*Ορισμένες από τις παραμέτρους που θεσπίζει η ισχύουσα οδηγία έχουν ξεπεραστεί και άλλες έχουν απωλέσει τη σημασία τους.

*Η παρακολούθηση των υδάτων προβλέπεται μόνο για τον έλεγχο της συμμόρφωσης και δεν έχει ως σκοπό την καλύτερη κατανόηση των υδάτων κολύμβησης.

*Η οδηγία δεν καθορίζει συγκεκριμένες αναλυτικές μεθόδους, με αποτέλεσμα τα εργαστήρια να χρησιμοποιούν ποικιλία μεθόδων και τα αποτελέσματα να μην είναι πλήρως συγκρίσιμα.

*Η μικροβιολογική ανάλυση απαιτεί σημαντικό χρόνο, με αποτέλεσμα, όταν το δείγμα ύδατος αποδεικνύεται μη συμμορφούμενο, κάθε (αντί)δραση για την αντιμετώπιση της μη συμμόρφωσης έρχεται καθυστερημένα και το κοινό πιθανώς εκτίθεται στη ρύπανση.

Επιπροσθέτως, έχει καταστεί σαφές ότι το ζήτημα της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης δεν είναι μόνο ζήτημα «ελέγχου του προϊόντος» αλλά ζήτημα πραγματικής διαχείρισης της ποιότητας και εξασφάλισης της ποιότητας.

Η παρούσα διαδικασία αναθεώρησης της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης έχει ξεκινήσει από το 1994, όταν η Επιτροπή υπέβαλε μια πρώτη πρόταση αναθεώρησής της. Η πρόταση δεν εγκρίθηκε από το Συμβούλιο για λόγους επιστημονικού και τεχνικού, καθώς και πολιτικού χαρακτήρα [3]. Ωστόσο, χάρη στις συζητήσεις που προκάλεσε η πρόταση του 1994, ήλθαν στην επιφάνεια νέες μελέτες και εξελίξεις σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων. Αυτές επιβεβαίωσαν ότι η πρόταση του 1994 είχε ξεπεραστεί και ήταν δύσκολο να υποστηριχθεί, αλλά και κατέδειξαν σαφώς ότι μια αναθεωρημένη οδηγία για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης θα έπρεπε να συνδέεται με την οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων. Συνεπώς, αντί να επιδιώξει να επιτύχει την έγκριση της πρότασης του 1994, η Επιτροπή δρομολόγησε την εκπόνηση νέας πρότασης. (Για να καταστεί δυνατή ή έγκριση νέας πρότασης, η πρόταση του 1994 καταργήθηκε επισήμως).

[3] Βλ. πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, CΟΜ(94)36 τελικό. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρώτη ανάγνωση της πρότασης για οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, A4-0395/96 της 13ης Δεκεμβρίου 1996.και τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, CΟΜ (97) 585 τελικό.

Αρχές που διέπουν την αναθεώρηση

Με βάση την εμπειρία από την επί 15ετία και πλέον εφαρμογή της ισχύουσας οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης, και λαμβάνοντας υπόψη τις πολυάριθμες μελέτες που έχουν διεξαχθεί, η Επιτροπή διατυπώνει τις ακόλουθες αρχές:

1. Τα πρότυπα για την ποιότητα των υδάτων είναι απαραίτητα. Πρέπει να είναι φιλόδοξα και δεσμευτικά από νομική άποψη. Πρέπει να υπάρχει ρεαλιστική αντιμετώπιση και παραδοχή του γεγονότος ότι δεν μπορεί να εξασφαλιστεί μηδενικός κίνδυνος. Ακόμη και όταν θα έχουν ληφθεί όλα τα δυνατά μέτρα για να επιτευχθεί ή να διατηρηθεί η καλή ποιότητα των υδάτων, υπάρχει πάντοτε η πιθανότητα τα μέτρα αυτά να αποτύχουν ή να σημειωθούν ατυχήματα. Για παράδειγμα, η ποιότητα των υδάτων μπορεί να ελαττωθεί λόγω αύξησης της ροής των ποταμών μετά από δυνατές βροχές ή λόγω βλάβης στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων. Ωστόσο, η πιθανότητα βλαβών ή ατυχημάτων συνηγορεί υπέρ των φιλόδοξων προτύπων. Ελαχιστοποιώντας τη συνήθη επίπτωση της ανθρώπινης δραστηριότητας στην ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και μειώνοντας όσο το δυνατόν περισσότερο το «κανονικό» επίπεδο μολυσματικών παραγόντων σε μια περιοχή κολύμβησης, είναι δυνατόν να μειωθούν οι επιπτώσεις ενός απρόβλεπτου περιστατικού ρύπανσης.

2. Η διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης δεν αφορά μόνο την παρακολούθηση της ποιότητας. Είναι απαραίτητη η πλήρης κατανόηση όλων των διεργασιών που συμμετέχουν στον προσδιορισμό της ποιότητας και της μεταβλητότητας των υδάτων. Είναι ωστόσο επίσης απαραίτητο να λαμβάνονται μέτρα για να διατηρείται ή να επιτυγχάνεται καλή ποιότητα των υδάτων και για να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας. Για το σκοπό αυτό είναι σημαντικό να εξετάζονται όχι μόνο όσα συμβαίνουν στην ίδια την περιοχή κολύμβησης ή σε άμεση επαφή με αυτήν αλλά και παραπέρα - ώστε να λαμβάνεται υπόψη η ενδοχώρα σε θέματα όπως η χρήση γης, η παλινδρόμηση των απορρίψεων προς τη στεριά κ.λπ.. Συνεπώς, η νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης θα πρέπει να ασχολείται με την παρακολούθηση της ποιότητας των υδάτων στις περιοχές κολύμβησης αλλά και να αντιμετωπίζει τις πηγές ρύπανσης, ιδίως τις διαθέσεις λυμάτων και τις γεωργικές όμβριες απορροές. Αυτές οι πηγές ρύπανσης θα πρέπει επίσης να επισημαίνονται και να αντιμετωπίζονται στα σχέδια διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμών που προβλέπονται στην οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων.

3. Από τις ανωτέρω δύο αρχές συνεπάγεται ότι είναι περισσότερο από ποτέ απαραίτητο να υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες καλής ποιότητας σε σχεδόν πραγματικό χρόνο σχετικά με τις περιοχές κολύμβησης. Το κοινό έχει ανάγκη αυτές τις πληροφορίες για να είναι ενημερωμένο όταν επιλέγει εάν και που θα κολυμπήσει. οι αρμόδιες αρχές επίσης τις χρειάζονται για τη λήψη μακροπρόθεσμων αποφάσεων σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων. Αυτοί που συλλέγουν τις πληροφορίες - τοπικές, περιφερειακές ή εθνικές αρχές των κρατών μελών - και κατά δεύτερο λόγο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να επιδιώκουν να παρέχουν πλήρη ενημέρωση.

4. Ειδικές πτυχές της διαχείρισης της ποιότητας

4.1. Χαρακτηρισμός των περιοχών κολύμβησης

Σε πολλά κράτη μέλη, το κοινό διαθέτει ένα βασικό δικαίωμα χρήσης των επιφανειακών υδάτων (ποταμοί, λίμνες ή παράκτια ύδατα), εκτός εάν υπάρχει σαφής απαγόρευση για συγκεκριμένες περιοχές. Αυτό σημαίνει ότι κάθε λωρίδα ύδατος στην EΕ θα μπορούσε εν δυνάμει να χρησιμοποιηθεί για κολύμβηση και θα πρέπει επομένως να προβλέπεται η παρακολούθηση και διαχείρισή της με βάση την οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να αποδεχτούμε ότι αυτό είναι ουσιαστικά αδύνατο. (Εντούτοις, εάν όλη η νομοθεσία της EΕ για τα ύδατα εφαρμοστεί πλήρως και σωστά, όλα τα ύδατα της Ευρώπης θα καταστούν υψηλής ποιότητας κατάλληλα για κολύμβηση!)

Η οδηγία 76/160/EΟΚ, δεν προέβλεπε ορισμό για την «κολύμβηση» και ο ορισμός για την «περιοχή κολύμβησης / ύδατα κολύμβησης» άφηνε μεγάλο περιθώριο για ερμηνεία. Η νέα οδηγία θα πρέπει να διορθώσει αυτό το σημείο προβλέποντας σαφείς και αδιαμφισβήτητους ορισμούς. Αυτοί οι ορισμοί πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την πραγματικότητα σύμφωνα με την οποία δεν μπορούν όλα τα ύδατα να χαρακτηριστούν ως «ύδατα κολύμβησης» και να αντανακλούν επίσης το γεγονός ότι κύρια χρήση των υδάτων κολύμβησης είναι για αναψυχή και τουρισμό. Οι νέοι ορισμοί θα πρέπει να συμφωνούν με τις ακόλουθες κατευθύνσεις:

*Η αναθεωρημένη οδηγία θα πρέπει να αφορά "την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, εξαιρούμενων των υδάτων που προορίζονται για θεραπευτικούς σκοπούς, των υδάτων που χρησιμοποιούνται στις πισίνες και των έγκλειστων υδάτων που υπόκεινται σε χημική απολύμανση."

*Ως "κολύμβηση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοείται κάθε άμεση επαφή του σώματος με νερό η οποία περιλαμβάνει βύθιση της κεφαλής ή/και κίνδυνο κατάποσης ύδατος."

*"Στα ύδατα που προσδιορίζονται ως ύδατα κολύμβησης περιλαμβάνονται όλα τα ρέοντα και λιμνάζοντα εσωτερικά επιφανειακά ύδατα, τα μεταβατικά ύδατα και τα παράκτια ύδατα τα οποία:

- προωθούνται ενεργά - σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό ή διεθνές επίπεδο - για κολύμβηση (ή τα οποία είναι πιθανό να προωθηθούν στο άμεσο μέλλον) ή/και - χρησιμοποιούνται τακτικά από τους κατοίκους της περιοχής ή/και τους επισκέπτες για κολύμβηση.

*Ως «περιοχή κολύμβησης» νοείται η καθορισμένη /συγκεκριμένη τοποθεσία εντός των υδάτων κολύμβησης όπου κατά μέσο όρο στο σύνολο της κολυμβητικής περιόδου, θα βρεθούν οι περισσότεροι κολυμβητές.

*Ως "κολυμβητική περίοδος" νοείται: η περίοδος κατά την οποία μπορούν να αναμένονται κολυμβητές, με βάση τις τοπικές συνήθειες και τυχόν τοπικούς κανόνες σχετικά με την κολύμβηση και με βάση τις καιρικές συνθήκες.

Οι περιοχές που έχουν χαρακτηρισθεί ως περιοχές κολύμβησης θα πρέπει να γνωστοποιούνται στο κοινό και να κοινοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Η οδηγία 76/160/EΟΚ δεν προέβλεπε μηχανισμό αποχαρακτηρισμού των υδάτων κολύμβησης. Είναι πιθανό ορισμένες περιοχές να απολέσουν τη λειτουργία τους ως περιοχές κολύμβησης λόγω αλλαγών στις συνήθειες (π.χ. οι κάτοικοι της περιοχής αρχίζουν να συχνάζουν σε άλλο σημείο του ποταμού /της ακτής), αλλαγών στη σύσταση της περιοχής (π.χ. κατασκευή μαρίνας πλησίον), αλλαγών στη χρήση της περιοχής (π.χ. αλλαγή από περιοχή κολύμβησης σε περιοχή οστρακόδερμων ή σε περιοχή προστασίας της φύσης). Η νέα οδηγία πρέπει να προβλέπει μηχανισμό αποχαρακτηρισμού των υδάτων κολύμβησης στις περιπτώσεις που έχουν σημειωθεί παρόμοιες αλλαγές και μπορούν να αποδειχθούν.

4.2. Συμμόρφωση

Ένα από τα αδύνατα σημεία της ισχύουσας οδηγίας είναι ότι αποδίδει υπερβολική σημασία στην παρακολούθηση, π.χ. για να θεωρηθεί σε συμμόρφωση μια περιοχή κολύμβησης, μοναδική απαίτηση είναι ένα συγκεκριμένο ποσοστό των δειγμάτων ύδατος να πληροί το υποχρεωτικό πρότυπο.

Η αναθεωρημένη οδηγία πρέπει να θέτει μεγαλύτερη έμφαση στην εφαρμογή κατάλληλων μέτρων άμεσης διαχείρισης, χωρίς ωστόσο να λησμονείται το γεγονός ότι πρέπει επίσης να πληρούνται οι στόχοι για την ποιότητα των υδάτων. Με το νέο σχήμα, θα υπάρχουν απαιτήσεις τόσο για συμμόρφωση με τα πρότυπα ποιότητας όσο και για αντίδραση όταν τα εν λόγω πρότυπα παραβιάζονται. Η μετακίνηση της έμφασης από την παρακολούθηση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης στη διαχείριση της ποιότητάς τους ευθυγραμμίζεται με τις αρχές που θέτει η οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων.

Η νέα οδηγία πρέπει να προβλέπει επίσημες υποχρεώσεις για άμεση λήψη μέτρων κατά τη διάρκεια της κολυμβητικής περιόδου για την αντιμετώπιση περιστασιακής μη συμμόρφωσης, καθώς και για μακροπρόθεσμη λήψη μέτρων σε περίπτωση συστηματικής μη συμμόρφωσης. Η οδηγία θα ορίζει ότι, όταν κάποια ύδατα κολύμβησης δεν ανταποκρίνονται στα απαιτούμενα πρότυπα, οι διαχειριστές θα οφείλουν να λαμβάνουν κατάλληλα διαχειριστικά μέτρα εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου (με το οποίο θα πρέπει να συμφωνεί η Επιτροπή) με σκοπό τη μείωση ή εξάλειψη του κινδύνου ρύπανσης/μόλυνσης ή την πρόληψη της έκθεσης του κοινού σε ρύπανση/μόλυνση.

Αναλόγως των περιστάσεων, κατάλληλα μέτρα μπορεί να είναι η τοποθέτηση προειδοποιητικών σημάτων, η εφαρμογή κατάλληλων ελέγχων των υποδομών ή των διαθέσεων, η ανάπτυξη σχεδίων διαχείρισης παραλίας ή η απαγόρευση της κολύμβησης έως ότου η ποιότητα των υδάτων κολύμβησης είναι (ξανά) σε συμμόρφωση προς το πρότυπο. Υπάρχει επομένως η δυνατότητα για πολυποίκιλα διαχειριστικά μέτρα στα οποία όμως θα πρέπει πάντοτε να περιλαμβάνονται τα εξής: ενεργητική ενημέρωση του κοινού, διερεύνηση του προβλήματος και κατάρτιση προγράμματος επανόρθωσης (βραχυπρόθεσμου ή/και μακροπρόθεσμου) με κατάλληλο χρονοδιάγραμμα και προϋπολογισμό.

4.3. Μελέτες και παρακολούθηση

Η ισχύουσα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης 76/160/EΟΚ υποχρεώνει τα κράτη μέλη να παρακολουθούν τα ύδατα κατά τη διάρκεια της κολυμβητικής περιόδου. Η κατάσταση ποιότητας της παραλίας υπoλογίζεται βάσει του αριθμού δειγμάτων τα οποία πληρούν ή δεν πληρούν τα πρότυπα. Αυτή η προσέγγιση δεν δίνει πρόσθετες, εμπεριστατωμένες πληροφορίες οι οποίες να επιτρέπουν ορθή ερμηνεία των αποτελεσμάτων από την ανάλυση των δειγμάτων. Δεν δίνονται τα κατάλληλα εργαλεία ούτε στον διαχειριστή παραλίας ούτε στο κοινό για να κατανοήσουν καλύτερα τη «συμπεριφορά» των υδάτων ή της περιοχής κολύμβησης.

Για να διορθωθεί αυτό το έλλειμμα πληροφόρησης, η αναθεωρημένη οδηγία πρέπει να απαιτεί από τις υπεύθυνες για τη διαχείριση της παραλίας αρχές να αναπτύσσουν ένα προφίλ παραλίας, στο οποίο να περιγράφονται, ποσοτικοποιούνται, κατανοούνται και χαρτογραφούνται όλες οι πιθανές πηγές ρύπανσης ή μόλυνσης στην περιοχή κολύμβησης και στην πλησίον περιοχή. Αυτό το προφίλ πρέπει να προσφέρει σοβαρό όγκο εμπεριστατωμένων πληροφοριών οι οποίες να είναι χρησιμοποιήσιμες για το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό προγραμμάτων διατήρησης ή βελτίωσης, ως κατάλογος σημείων ελέγχου σε περίπτωση επεισοδίου ρύπανσης, ως βάση διεξαγωγής ερευνών και ως σημαντικό εργαλείο ενημέρωσης του κοινού.

Ωστόσο, μελέτη εκτελούμενη μία μόνο φορά δεν επαρκεί για τη διαχείριση μιας περιοχής υδάτων κολύμβησης. Η συνεχής παρακολούθηση της ποιότητας των υδάτων είναι επίσης απαραίτητη προκειμένου να είναι γνωστό εάν, πότε και πώς να ληφθούν μέτρα - και προκειμένου να αξιολογείται η αποτελεσματικότητα των ληφθέντων μέτρων.

Η ισχύουσα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης απαιτεί από τα κράτη μέλη να καταρτίσουν πρόγραμμα παρακολούθησης. Ωστόσο, αυτή η παρακολούθηση βασίζεται σε ενιαίο καθεστώς δειγματοληψίας ανά δεκαπενθήμερο με δυνατότητα μειωμένης δειγματοληψίας σε περίπτωση επιβεβαιωμένης καλής ποιότητας των υδάτων. αυτό το καθεστώς δειγματοληψίας δεν επιτρέπει την πλέον αποδοτική χρήση των δειγματοληψιών. Η αναθεωρημένη οδηγία θα υποδεικνύει ότι τα προγράμματα παρακολούθησης πρέπει να αποβλέπουν στην εξασφάλιση της αποτελεσματικότερης χρήσης των δειγματοληψιών, στοχεύοντας, για παράδειγμα, στις περιοχές κολύμβησης που παρουσιάζουν υψηλότερο κίνδυνο μεταβλητής ποιότητας των υδάτων. Η νέα προσέγγιση θα πρέπει να επιτρέπει ένα καθεστώς «ελάχιστης» δειγματοληψίας (π.χ. ανά δεκαπενθήμερο) για παραλίες με επιβεβαιωμένη ιστορία καλής ποιότητας των υδάτων και να απαιτεί βελτιωμένο καθεστώς δειγματοληψίας (π.χ. εβδομαδιαίως) για παραλίες με μεταβλητή ή κακή ποιότητα των υδάτων. Ταυτοχρόνως, είναι αναγκαίο να προβλεφθούν διατάξεις για ζητήματα όπως ο ποιοτικός έλεγχος της δειγματοληψίας, η μεταφορά των δειγμάτων και οι μέθοδοι ανάλυσης και επεξεργασίας δεδομένων.

4.4. Tάσεις στην ποιότητα των υδάτων

Με βάση την ισχύουσα οδηγία, η αξιολόγηση της ποιότητας των υδάτων εκτελείται βάσει των αποτελεσμάτων της δειγματοληψίας για μία κολυμβητική περίοδο. Η εικόνα της ποιότητας των υδάτων που λαμβάνεται με τον τρόπο αυτό αποτελεί ένα στιγμιότυπο μόνο χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η από έτος σε έτος τάση - αρνητική/θετική/ουδέτερη - της ποιότητας των υδάτων. Ορισμένες περιοχές κολύμβησης επομένως θα ήταν δυνατόν να καταδικαστούν για μια συγκεκριμένη κολυμβητική περίοδο βάση ενός κακού δείγματος παρ'όλο που, εξετάζοντάς τες σε πιο μακροχρόνια προοπτική, η ποιότητα των υδάτων είναι περισσότερο από ικανοποιητική.

Θεωρείται επομένως σημαντικό να εξετάζεται το ιστορικό ποιότητας κάθε χωριστής περιοχής κολύμβησης για διάστημα 3 έως 5 ετών.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι παραβιάσεις των προτύπων κατά τη διάρκεια της κολυμβητικής περιόδου δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ή ότι μια συγκεκριμένη κακή κολυμβητική περίοδος για μια παραλία είναι άνευ σημασίας. Κάθε παραβίαση των προτύπων απαιτεί διερεύνηση και πρέπει να ζητούνται εξηγήσεις. Ωστόσο, πριν ληφθούν αποφάσεις για λήψη σοβαρών μέτρα, έχει σημασία να εξετάζεται το ιστορικό και η προοπτική κάθε περιοχής κολύμβησης.

4.5. Καθορισμός προτύπων και μέθοδοι ανάλυσης

Η ισχύουσα οδηγία περιέχει τόσο μικροβιολογικές (σχετικές με τη δημόσια υγεία) όσο και φυσικοχημικές (περιβαλλοντικές/οικολογικές) παραμέτρους. Από την έγκριση της ισχύουσας οδηγίας το 1976, άλλες οδηγίες έχουν συμπεριλάβει ορισμένες από αυτές τις φυσικοχημικές παραμέτρους. Κυρίως, η οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων, θα αντιμετωπίσει συγκεκριμένα τις οικολογικές πτυχές των υδάτινων συστημάτων. Ιδίως στο άρθρο 6 και στο παράρτημα IV της οδηγίας-πλαισίου θεσπίζονται διατάξεις για τις «προστατευόμενες περιοχές» στα σχέδια διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμών. Αυτό σημαίνει, στην πράξη, ότι η οδηγία-πλαίσιο καλύπτει ειδικά «περιβαλλοντικά/οικολογικά» πρότυπα. Η αναθεωρημένη οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης μπορεί επομένως να εστιαστεί στα πρότυπα που αφορούν την υγεία.

Τα σχετικά με την υγεία πρότυπα έχουν συζητηθεί εκτενώς ως βάση για τον καθορισμό των προτύπων ποιότητας των υδάτων. Η συζήτηση επικεντρώνεται, ιδίως, στην επιστημονική βάση για τα πρότυπα. Αναγνωρίζεται ότι υφίστανται περιορισμοί στις μελέτες (ιδίως στις επιδημιολογικές μελέτες) που είναι δυνατό να εκτελεστούν στο πεδίο της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης. Ωστόσο, οι διαθέσιμες μελέτες καταδεικνύουν σαφώς ότι υπάρχει συσχετισμός των(με περιττώματα) ρυπανθέντων υδάτων με τη δημόσια υγεία.

Όσον αφορά τον καθορισμό προτύπων, η εμπειρία από τη νέα οδηγία για το πόσιμο ύδωρ έχει δείξει ότι οι συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO) μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως επιστημονικό σημείο εκκίνησης για την ανάπτυξη κοινοτικών προτύπων. Υπάρχει επομένως πρόθεση να ακολουθηθεί η ίδια προσέγγιση για την αναθεωρημένη οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης, λαμβάνοντας υπόψη την προστασία της δημόσιας υγείας και μια ρεαλιστική σχέση κόστους/οφέλους. Στο προταθέν σχέδιο κατευθυντηρίων γραμμών για τα ύδατα αναψυχής [4], ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει προτείνει τον Intestinal Enterococci ως τον καλύτερο δείκτη της μικροβιολογικής ρύπανσης των παράκτιων υδάτων. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κατέληξε σε αυτές τις συστάσεις βάσει ενδελεχούς επισκόπησης όλης της διαθέσιμης επιστημονικής βιβλιογραφίας για το θέμα και βάσει της επιδημιολογικής μελέτης των Kay et al [5]. Η Επιτροπή θα προτείνει επιπλέον την Escherichia Coli ως δείκτη της μικροβιολογικής μόλυνσης των περιοχών κολύμβησης γλυκών υδάτων [6].

[4] Guidelines for safe recreational water environments: Coastal and fresh-waters - σχέδιο προς διαβούλευση με αναφ. EOS/Draft/98.14, Geneva, October 1998.

[5] Kay, D., Fleisher, J.M.,Salmon, R.L., Wyer, M.D., Godfree, A.F., Zelenauch-Jacquotte, Z. and Shore, R; 1994 Predicting Likelihood of gastroenteritis from sea bathing; results from a randomized exposure. Lancet, 344 (8927), 905-909.

[6] Van Asperen IA, Medema GJ, Borgdorff MW, Sprenger MW, Havelaar AH. 1997 Risk of gastroenteritis among triathletes in relation to faecal pollution of fresh waters. Int. Journal of Epidemiology, (27) 309-315.

Ωστόσο, οι κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της αξιολόγησης από ομάδα ομοτίμων επιστημόνων. Χωρίς να υπάρχει πρόθεση να επηρεαστεί η έκβαση της αξιολόγησης και χωρίς να διατυπώνεται εκτίμηση της ισχύος τους όσον αφορά τις παραμετρικές τιμές για την αναθεωρημένη οδηγία, η Επιτροπή θα ήθελε να προτείνει τις ακόλουθες ενδεικτικές τιμές ως αφετηρία για τη συζήτηση:

Για τα παράκτια ύδατα: 50 Intestinal enterococci/100 ml Για τα γλυκά ύδατα: 400 Escherichia Coli/100ml

Η Επιτροπή επιθυμεί να υπογραμμίσει ότι αυτή τη στιγμή δεν προτείνει οριστικά τις ως άνω συγκεκριμένες τιμές, αλλά ότι η τελική πρόταση της Επιτροπής θα αντανακλά στα πρότυπά της τις συστάσεις που θα έχει ενδεχομένως διατυπώσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Οι συζητήσεις για τα πρότυπα προκύπτουν κυρίως λόγω της ποικιλίας διαφορετικών αναλυτικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται στα εργαστήρια σε όλη την Ευρώπη (λόγω της οποίας τα αποτελέσματα από διαφορετικά εργαστήρια δεν είναι πάντοτε συγκρίσιμα). Tο κυριότερο ζήτημα είναι οι διαφορές στην ακρίβεια /αβεβαιότητα των διαφορετικών μεθόδων. Η Επιτροπή επομένως τάσσεται υπέρ της χρησιμοποίησης μίας μόνο μεθόδου (ISO ή CEN) για κάθε παράμετρο.

Η ανάλυση μικροβιολογικών παραμέτρων εξακολουθεί να είναι χρονοβόρα (απαιτούνται 12 έως 48 ώρες για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων) και επομένως δεν ενδείκνυται για ταχεία ή άμεση (αντί)δράση σε περιστατικό ρύπανσης/μόλυνσης. Για το λόγο αυτό θα εξεταστούν δύο «άμεσοι» δείκτες με τους οποίους θα είναι δυνατόν να ανιχνεύεται εάν έχει συμβεί κάτι ασυνήθιστο: απόκλιση από το «φυσιολογικό» pH ή/και θολερότητα για τα γλυκά ύδατα και απόκλιση από την «φυσιολογική» αλατότητα για τα παράκτια ύδατα. Είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να θέσουμε ένα συνολικό «φυσιολογικό» πρότυπο για αυτές τις παραμέτρους επειδή ορισμένα γλυκά ύδατα είναι από τη φύση τους πιο αλκαλικά ή όξινα ή πιο θολά από άλλα και επειδή υπάρχει η διαφορά αλατότητας μεταξύ της Βόρειας θάλασσας και της Μεσογείου. Ωστόσο, αλλαγή του pH/θολερότητας ή αλατότητας από τις «φυσιολογικές» συνθήκες για την εξεταζόμενη περιοχή κολύμβησης, σε κάθε περίπτωση, θα υποδεικνύει ότι υπάρχει /υπήρξε εισροή «ξένων» υδάτων - για παράδειγμα βροχής ή λυμάτων - η οποία αξίζει να διερευνηθεί.

Μόλις οι ταχείες δοκιμασίες, οι οποίες προς το παρόν βρίσκονται στο στάδιο της ανάπτυξης, για επιτόπιες μετρήσεις θεωρηθούν ικανές και αξιόπιστες, η Επιτροπή προφανώς θα ενθαρρύνει και θα στηρίξει τη χρήση τους.

Η μαζική αύξηση (τοξικών) αλγών ή/και μακροφύτων αποτελεί ένα συνεχώς αυξανόμενο πρόβλημα. Παρόλο που δεν είναι γνωστός ο μηχανισμός αυτής της αύξησης και δεν μπορούν να προσδιορισθούν οι συνθήκες υπό τις οποίες οι άλγες καθίστανται τοξικές, είναι γνωστό ότι υπάρχει σοβαρή συσχέτιση αυτών των φαινομένων με τα υψηλά επίπεδα τροφικών ουσιών και θερμοκρασίας του ύδατος. Η θερμοκρασία του ύδατος εξαρτάται από τον καιρό, επομένως πολύ λίγα μπορούν να γίνουν για να αντιμετωπισθεί, αλλά τα υψηλά επίπεδα τροφικών ουσιών οφείλονται κυρίως στην ανθρώπινη δραστηριότητα και επομένως μπορούν να ελεγχθούν ή τουλάχιστον να επηρεασθούν. Φαίνεται συνεπώς λογικό να εξετασθεί το ενδεχόμενο να συμπεριληφθεί μια παράμετρος για τις τροφικές ουσίες στην νέα οδηγία. Η νέα οδηγία πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να περιέχει κάποιου είδους πρωτόκολλο το οποίο θα καθορίζει την αντιμετώπιση σε περιπτώσεις σοβαρής αύξησης των αλγών και μακροφύτων.

4.6. Υποχρέωση λήψης μέτρων

Η ισχύουσα οδηγία δεν περιλαμβάνει υποχρέωση για δράση ή αντίδραση όταν η ποιότητα των υδάτων είναι κακή ή όταν σημειώνει χειροτέρευση (τυχαία ή χρόνια). Η νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης πρέπει να προβλέπει υποχρέωση λήψης μέτρων για την επίτευξη αποτελεσμάτων εντός ορισμένου και περιορισμένου, αλλά λογικού, χρονικού πλαισίου.

Πολλών ειδών μέτρα μπορούν να λαμβάνονται, όπως διερεύνηση της χειροτέρευσης της ποιότητας των υδάτων, βελτίωση της συλλογής και επεξεργασίας λυμάτων, διαχείριση της υπερχείλισης ομβρίων, και μόνιμο ή προσωρινό κλείσιμο περιοχών κολύμβησης. Ωστόσο, τα λαμβανόμενα μέτρα δεν πρέπει να αφορούν μόνο αντίδραση όταν διαπιστώνεται πρόβλημα ποιότητας του ύδατος. Πρέπει επίσης να εξετάζονται προληπτικά μέτρα, όπως έλεγχος των εκπομπών και επιτήρηση των εκπομπών καθώς και τοποθέτηση προειδοποιητικών σημάτων στις ζώνες κολύμβησης όπου θα αναφέρονται οι συνθήκες υπό τις οποίες η ποιότητα των υδάτων δεν είναι εγγυημένη. Συνεπώς στα "μέτρα" περιλαμβάνονται και τα προληπτικά μέτρα και η αντίδραση σε συγκεκριμένο συμβάν.

Πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί ότι τα ως άνω μέτρα δεν πρέπει να περιορίζονται μόνο σε αυτά που απαιτούνται από τη λοιπή περιβαλλοντική νομοθεσία, όπως είναι η οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων ή η οδηγία για τη νιτρορρύπανση. Αντιθέτως, πρέπει να λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας των υδάτων ή/και την αποφυγή της επαφής του κοινού με μολυσμένα ύδατα κολύμβησης.

Οι ομάδες διαχείρισης, ιδίως στα μεγαλύτερα παραθεριστικά κέντρα κολύμβησης θα μπορούσαν επίσης να ενθαρρυνθούν να λαμβάνουν συμπληρωματικά μέτρα πέραν των βασικών υποχρεώσεων που θεσπίζει η οδηγία προκειμένου να καταστήσουν ελκυστικότερες τις περιοχές κολύμβησης που διαχειρίζονται.

4.7. Πρόγνωση της ποιότητας των υδάτων

Η ιδανική κατάσταση όσον αφορά τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων θα ήταν να είναι δυνατή η πρόγνωση της ποιότητας των υδάτων οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Σε πολλές τοποθεσίες, ωστόσο, αυτό δεν είναι δυνατόν, προς το παρόν. Με τις υφιστάμενες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, η παρακολούθηση της ποιότητας των υδάτων αποτελεί ακόμη, σε μεγάλο βαθμό, εκ των υστέρων αξιολόγηση. Σήμερα διεξάγονται πολλές έρευνες για την ανάπτυξη μοντέλων ποιότητας των υδάτων τα οποία να συγκεράζουν ευρύ φάσμα πιθανών επιρροών. Από την έρευνα αυτή έχουν έως τώρα προκύψει αποδεκτά αποτελέσματα μόνο για μικρές λεκάνες απορροής ή λεκάνες απορροής με μικρό μόνο αριθμό διάφορων πιθανών πηγών ρύπανσης. Όμως, η εφαρμογή πολύπλοκων μοντέλων πρόγνωσης για όλες τις περιοχές κολύμβησης φαίνεται απολύτως αδύνατη. Παρόμοια μέτρα θα πρέπει μάλλον να προορίζονται για τα μεγαλύτερα παραθεριστικά κέντρα. Ωστόσο, η περαιτέρω ανάπτυξη της πρόγνωσης της ποιότητας των υδάτων πρέπει να ενθαρρυνθεί και να ενισχυθεί.

Εκτός από τα πολύπλοκα υπολογιστικά μοντέλα, απλούστερες μέθοδοι πρόγνωσης της ποιότητας των υδάτων είναι ήδη λειτουργικές. Για παράδειγμα, σε περιοχές όπου σημαντική εισροή ομβρίων υδάτων μέσω ποταμού είναι πιθανό να επιβαρύνει προσωρινά την ποιότητα των υδάτων, προειδοποιητικές σημαίες στην παραλία μπορούν να συνδεθούν με καταγραφέα επιπέδου στον ποταμό. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι διαχειριστές παραλίας πρέπει να επιδιώκουν να βρουν ή να αναπτύξουν το είδος πρόγνωσης που αρμόζει στην περιοχή κολύμβησης την οποία διαχειρίζονται. Ίσως μια μέρα, να είναι δυνατή η πρόγνωση της ποιότητας των υδάτων με δορυφορική απεικόνιση και τηλεανίχνευση.

4.8. Ενημέρωση και συμμετοχή του κοινού και δημοσίευση σχετικών εκθέσεων

Λόγω της ειδικής φύσης των υδάτων κολύμβησης, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί μηδενικό κίνδυνο. Για το λόγο αυτό και επειδή δεν είναι δυνατή η πρόγνωση της ποιότητας των υδάτων, είναι απαραίτητο να τίθενται στη διάθεση του κοινού όλα τα απαραίτητα στοιχεία που θα του επιτρέπουν να επιλέγει εάν και που θα κολυμπήσει έχοντας πλήρη ενημέρωση. Η νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης θα δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην ενημέρωση, και ιδίως στην ενεργητική παροχή καλύτερης ενημέρωσης.

Η ισχύουσα οδηγία απαιτεί από τα κράτη μέλη να υποβάλλουν έκθεση με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης στην Επιτροπή έως την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Η Επιτροπή συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία στην ετήσια έκθεσή της, η οποία δημοσιεύεται πριν την επόμενη κολυμβητική περίοδο, υποδεικνύοντας ποια μπορεί να είναι η αναμενόμενη ποιότητα των υδάτων κολύμβησης. Αυτός ο κύκλος εκθέσεων, ωστόσο εμφανίζει σοβαρά μειονεκτήματα: οι πληροφορίες που περιέχονται στην έκθεση είναι παρωχημένες δεδομένου ότι η ποιότητα των υδάτων κατά την προηγούμενη κολυμβητική περίοδο δεν είναι απαραιτήτως η ποιότητα των υδάτων που αναμένεται κατά την επόμενη - μπορεί να έχουν εκτελεστεί έργα βελτίωσης, οι καιρικές συνθήκες μπορεί να μην είναι οι ίδιες, πιθανώς να υπάρξουν νέες ή διαφορετικές εισροές. Επιπλέον, από αυτόν τον τρόπο δημοσίευσης εκθέσεων απουσιάζει παντελώς η πτυχή της πρόληψης.

Η οδηγία πρέπει να απαιτεί από τις αρμόδιες αρχές να θεσπίσουν νέες μεθόδους για ενεργητική ενημέρωση του κοινού σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, στην οποία πρέπει να συμπεριλαμβάνεται η ενημέρωση για όλους τους γνωστούς παράγοντες που ενδεχομένως επηρεάζουν την ποιότητα των υδάτων. Οι πληροφορίες πρέπει να είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμες στην περιοχή κολύμβησης. Το κοινό πρέπει επίσης να έχει εύκολη πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, στο προφίλ κάθε παραλίας και στο ιστορικό της ποιότητας των υδάτων της. Tο καλύτερο μέσο θα ήταν το Διαδίκτυο. στο οποίο είναι εύκολο να καταχωρηθούν, σε τοπικές, περιφερειακές ή και εθνικές ιστοσελίδες, στοιχεία όπως: προφίλ των περιοχών κολύμβησης, χάρτες, παρακολούθηση της ποιότητας των υδάτων, προγράμματα δράσης. Η πρόσβαση θα πρέπει να είναι ευχερής για όλους, πολίτες, ΜΚΟ, ρυθμιστικές αρχές, και επιστήμονες, μέσω ιδιωτικών προσωπικών υπολογιστών, βιβλιοθηκών ή γραφείων τουριστικών πληροφοριών. Ωστόσο, η διάδοση των πληροφοριών δεν πρέπει να περιορίζεται στη χρήση του Διαδικτύου αλλά πρέπει να χρησιμοποιούνται και τα πιο συμβατικά μέσα: τοπικές εφημερίδες, φυλλάδια σε δημόσιους χώρους, κ.λπ..

Θέτοντας στη διάθεση του κοινού αυτές τις πληροφορίες θα προκύψουν τα εξής έμμεσα οφέλη: 1) το κοινό θα μπορεί να επισημαίνει τη ρύπανση ή την υποψία ρύπανσης 2) το κοινό θα κατανοεί καλύτερα τα ζητήματα και τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι διαχειριστές ποιότητας.

Όταν είναι απαραίτητα μέτρα επανόρθωσης, ιδίως αλλά όχι αποκλειστικά όταν αυτά αφορούν μεγάλα έργα υποδομής, θα πρέπει να δίνεται στο κοινό η δυνατότητα να συμμετέχει στην κατάρτιση των απαιτούμενων προγραμμάτων δράσης.

4.9. Διαρκής αναπροσαρμογή της οδηγίας

Οι αλλαγές στους στόχους που αφορούν το περιβάλλον και την υγεία και στις κύριες διαχειριστικές προσεγγίσεις θα πρέπει να αποτελούν αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, βάσει πρότασης της Επιτροπής. Ωστόσο, η νέα οδηγία δεν θα πρέπει να παραμείνει αμετάβλητη για μια ακόμη 25ετία χωρίς καμία δυνατότητα ταχείας προσαρμογής στην επιστημονικοτεχνική πρόοδο. Για παράδειγμα, οι διεξαγόμενες έρευνες μπορεί να οδηγήσουν σε νέους δείκτες οι οποίοι, εάν συμπεριληφθούν γρήγορα, θα εξασφαλίσουν τουλάχιστον τα ίδια, εάν όχι υψηλότερα, επίπεδα προστασίας μέσω βελτιωμένης αξιοπιστίας, αλλά με μικρότερο κόστος.

Η νομοθετική πρόβλεψη παρόμοιων αλλαγών θα πρέπει να είναι δυνατή μέσω διαχειριστικής επιτροπής, όπως προβλέπεται στην απόφαση 1999/468/ΕΚ [7]. Αυτή η διαδικασία θα πρέπει να εκτελείται στο πλαίσιο των σχέσεων μεταξύ των θεσμικών οργάνων, με σεβασμό προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και με σεβασμό προς το δικαίωμα πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η διαχειριστική επιτροπή θα πρέπει να έχει ρόλο στην αλλαγή επιλεγμένων λεπτομερειών των τεχνικών και επιστημονικών διατάξεων και να βασίζεται στις καλύτερες διαθέσιμες πληροφορίες.

[7] Απόφαση του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L184, 17.7.1999, σ. 26)

5. Πεδίο εφαρμογής της νέας οδηγίας

Η νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης σαφώς δεν θα αποτελέσει μόνο οδηγία «αποτελεσμάτων», αλλά μάλλον οδηγία «προσπαθειών και αποτελεσμάτων». Θα αποβλέπει όχι μόνο στην παρακολούθηση της ποιότητας των υδάτων αλλά και στην ενεργητική αντιμετώπιση των πηγών ρύπανσης, ιδίως όσον αφορά τη διάθεση των λυμάτων και τις γεωργικές απορροές. Αυτές οι πηγές θα πρέπει επίσης να σημειωθούν και να αντιμετωπισθούν στα σχέδια διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών που προβλέπονται στην οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων.

Η υλοποίηση της νέας οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης θα αποτελέσει καλό δείκτη για την αποτελεσματικότητα της υλοποίησης της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων και της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση. Το κυριότερο, καθώς η υλοποίηση της νέας οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης θα έχει ήδη δρομολογηθεί πριν τις πρώτες καταληκτικές ημερομηνίες της οδηγίας-πλαισίου για την πολιτική υδάτων, η οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης θα παράσχει τις κατευθύνσεις όσον αφορά την κατάρτιση και εκτέλεση των σχεδίων διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών.

Βάσει των σχετικών διατάξεων της Συνθήκης και σε συντονισμό με την πρόσφατα εκδοθείσα οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων, η Επιτροπή σκοπεύει να στηρίξει την επικείμενη πρόταση για αναθεωρημένη οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης στην παράγραφο 1 του άρθρου 175 της Συνθήκης. Συνεπώς, θα ακολουθηθεί η διαδικασία έγκρισης που προβλέπεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης (διαδικασία συναπόφασης).

6. Τρόποι συμμετοχής στη συζήτηση του παρόντος εγγράφου

Εκτός από τα ευρωπαϊκά όργανα - το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή των Περιφερειών και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή - όλα τα ενδιαφερόμενα και συμμετέχοντα μέρη, όπως η τεχνική και επιστημονική κοινότητα, τα κράτη μέλη, οι περιφερειακές και τοπικές αρχές, οι χρήστες των υδάτων, ο τουριστικός κλάδος και οι ΜΚΟ που ασχολούνται με το περιβάλλον και την προστασία των καταναλωτών καλούνται να αποστείλουν στην Επιτροπή τα σχόλιά τους σχετικά με το παρόν έγγραφο. Η Επιτροπή επιζητεί την εποικοδομητική κριτική, συμπεριλαμβανόμενων υποδείξεων για βελτίωση ή διαφοροποίηση των προτεινόμενων προσεγγίσεων.

Οι απόψεις σχετικά με την παρούσα ανακοίνωση πρέπει να αποσταλούν πριν την 1η Μαρτίου 2001 στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission Directorate-General Environment Unit on Water protection, soil conservation and agriculture Avenue Beaulieu 9, office 3/133 1160 Brussels Belgium

Ενθαρρύνεται ιδιαίτερα η αποστολή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στην ακόλουθη ηλεκτρονική διεύθυνση: Env-Water@cec.eu.int

Παράρτημα I: Συναφής ευρωπαϊκή νομοθεσία και πολιτική

Υπάρχουν τρεις οδηγίες οι οποίες σχετίζονται ιδιαιτέρως με τη νέα οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης, οι εξής: οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων η οποία ασχολείται με τις προφανέστερες σημειακές πηγές ρύπανσης, η οδηγία για τη νιτρορρύπανση και η οδηγία πλαίσιο για την πολιτική υδάτων, δύο οδηγίες οι οποίες θα συνδράμουν στην ανίχνευση των διάσπαρτων πηγών ρύπανσης και την επανόρθωση.

Οι διαχειριστικά μέτρα που ορίζονται στην αναθεωρημένη οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης και αφορούν τα παράκτια ύδατα κολύμβησης πρέπει να απηχούν και την προσέγγιση που υιοθέτησε η Επιτροπή στην πρόσφατη ανακοίνωσή της για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών [8]. Σε αυτό το πλαίσιο, η υλοποίηση της οδηγίας πρέπει να είναι συντονισμένη με τους λοιπούς νόμους και κανονισμούς όπως σκιαγραφείται στην πρόταση της Επιτροπής για σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [9] σχετικά με την εφαρμογή της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών.

[8] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών: μια στρατηγική για την Ευρώπη (COM/2000/547).

[9] Πρόταση της Επιτροπής για σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών (COM/2000/545).

Η οδηγία πλαίσιο για την πολιτική υδάτων και η αναθεωρημένη οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης: συνέπεια και ενίσχυση.

Η κοινοτική πολιτική για τα ύδατα αναδιαρθρώθηκε πλήρως πρόσφατα, με την έκδοση της οδηγίας-πλαισίου για την πολιτική υδάτων [10], η οποία θέτει τους ακόλουθους κύριους στόχους:

[10] Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/160/ΕΚ για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής υδάτων, η παραπομπή στην ΕΕ δεν είναι ακόμη διαθέσιμη.

*επέκταση της προστασίας των υδάτων σε όλα τα ύδατα, υπόγεια και επιφανειακά, συμπεριλαμβανόμενων των παράκτιων υδάτων, και επίτευξη για αυτά τα ύδατα «καλής κατάστασης» εντός προθεσμίας 15 ετών, με ικανοποιητική οικολογική διάσταση,

*οργάνωση της ολοκληρωμένης διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών, υπερβαίνοντας τα διοικητικά και πολιτικά όρια, χάρη σε συντονισμένα προγράμματα μέτρων,

*έλεγχος των εκπομπών και των διαθέσεων μέσω μιας «συνδυασμένης προσέγγισης», με την οποία τίθενται οριακές τιμές για τις εκπομπές και πρότυπα ποιότητας σε συνδυασμό με την υποχρέωση για σταδιακή κατάργηση συγκεκριμένων επικίνδυνων ουσιών.

*εισαγωγή πολιτικών τιμολόγησης των υδάτων που παρέχουν κίνητρα για την αειφόρο χρήση των υδάτων και την προστασία των πόρων.

*επίτευξη μεγαλύτερης συμμετοχής των πολιτών μέσω της ενίσχυσης της συμμετοχής του κοινού.

Κατά την παρουσίαση της πρότασής της η οποία αφορούσε την οδηγία πλαίσιο για την πολιτική υδάτων, η Επιτροπή τόνισε την ξεχωριστή συνεισφορά της οδηγίας για τα ύδατα κολύμβησης στην ολοκλήρωση της περιβαλλοντικής πολιτικής και της πολιτικής για τον τουρισμό, καθώς και ότι είναι ιδιαίτερα επωφελές να έχει η οδηγία σαφή, χωριστή ταυτότητα. Ωστόσο, η οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης (όπως επίσης και άλλα στοιχεία της κοινοτικής νομοθεσίας για τα ύδατα όπως η οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων [11] και η οδηγία για τη νιτρορρύπανση [12]) θα πρέπει να είναι στενά συντονισμένη με την οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων. Αυτός ο τρόπος προσέγγισης καθίσταται λειτουργικός με τις ακόλουθες διατάξεις που προβλέπονται στην οδηγία-πλαίσιο για την πολιτική υδάτων:

[11] Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων, ΕΕ αριθ. L 135 της 30.5.1991.

[12] Οδηγία του Συμβουλίου 91/676/ΕΟΚ σχετικά με τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης, ΕΕ αριθ. L 375, της 31.12.1991.

*Γενικός στόχος για «καλή οικολογική κατάσταση» ή «καλή κατάσταση» (καλή χημική και οικολογική ποιότητα) για όλα τα ύδατα (άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο α).

*Επιπλέον, ειδικοί στόχοι για τις καλούμενες «προστατευόμενες περιοχές» όπως οι υδάτινες μάζες που προορίζονται για τη λήψη ύδατος, τα ύδατα κολύμβησης, ή οι περιοχές που έχουν χαρακτηρισθεί ως προστασίας ενδιαιτημάτων ή ειδών (άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο γ, άρθρο 6 και άρθρο 7).

*Ενσωμάτωση, με συνεπή τρόπο, των διατάξεων για την προστασία των υδάτων κολύμβησης στα σχέδια διαχείρισης των λεκανών απορροής ποταμών και στο πρόγραμμα μέτρων (άρθρα 13 και 11).

Οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων

Κύριος στόχος της οδηγίας είναι:

*Προστασία του περιβάλλοντος από τις δυσμενείς επιπτώσεις της διάθεσης αστικών λυμάτων καθώς και βιομηχανικών λυμάτων ορισμένων βιομηχανικών κλάδων με βιοαποδομήσιμα λύματα.

*Υποχρέωση συλλογής και επεξεργασίας λυμάτων σε όλες τις περιοχές όπου ο πληθυσμός ή/και η οικονομική δραστηριότητα εμφανίζουν επαρκή συγκέντρωση («οικισμοί»).

*Επεξεργασία λυμάτων σύμφωνα με καθορισμένα περιβαλλοντικά κριτήρια.

*Δευτεροβάθμια (βιολογική) επεξεργασία ως κανόνας, με υποχρεωτική την πιο προηγμένη επεξεργασία στη λεκάνη απορροής των καλούμενων «ευαίσθητων περιοχών». ευαίσθητες περιοχές είναι ευτροφικά ή εν δυνάμει ευτροφικά ύδατα, ύδατα χρησιμοποιούμενα ή προοριζόμενα για τη λήψη πόσιμου ύδατος και με υψηλή περιεκτικότητα σε νιτρικά ιόντα. και ύδατα για τα οποία απαιτείται προηγμένη επεξεργασία προκειμένου να συμμορφούνται με άλλες οδηγίες (π.χ. την οδηγία για τα ύδατα κολύμβησης). κατ'εξαίρεση, για τις διαθέσεις στα θαλάσσια ύδατα, είναι δυνατόν να εφαρμοστεί πρωτοβάθμια επεξεργασία κατά παρέκκλιση, εφόσον συμφωνήσει η Επιτροπή.

*Προθεσμίες: τέλη-1998, τέλη-2000 και τέλη-2005, αναλόγως του μεγέθους της διάθεσης και των χαρακτηριστικών των επηρεαζόμενων υδάτων.

Οδηγία για τη νιτρορρύπανση

Ο στόχος της οδηγίας για τη νιτρορρύπανση είναι απλός: μείωση της υφιστάμενης, και πρόληψη της μελλοντικής νιτρορρύπανσης γεωργικής προέλευσης. Αυτό πρακτικά σημαίνει: λιγότερος ευτροφισμός στις θάλασσες, τους ποταμούς και τις λίμνες και επίπεδο νιτρικών ιόντων όχι μεγαλύτερο από 50mg/l, χάρη στην ασφαλέστερη αποθήκευση ζωικής κόπρου και λιπασμάτων και στη βελτιωμένη προστασία των εδαφών από τη διάβρωση, με τη χρησιμοποίηση κωδίκων καλής πρακτικής και προγραμμάτων δράσης.

Η ρύπανση γεωργικής προέλευσης έχει επιπτώσεις στα ύδατα όχι μόνο επειδή αυξάνει τα επίπεδα τροφικών στοιχείων αλλά και επειδή ενδέχεται να προκαλέσει μικροβιολογική ρύπανση μέσω διαρροής ή απορροής ζωικής κόπρου. Τα προβλήματα που προκύπτουν, όταν τα καλοκαίρια είναι βροχερά, είναι ορισμένες φορές δισεπίλυτα για τις παραλίες που επηρεάζονται από ποταμούς ή από περιοχές απορροής με υψηλή πυκνότητα εκτρεφόμενων ζώων. Οι καλές γεωργικές πρακτικές, όπως προβλέπονται από την οδηγία για τη νιτρορρύπανση, μπορούν να προλάβουν ή να μειώσουν σημαντικά αυτό τον τύπο ρύπανσης.

Top