EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0643

Απόφαση 2007/643/ ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της  18ης Σεπτεμβρίου 2007 , σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και με τους κανόνες για τη σύναψη συμβάσεων και για χρηματοδοτικές συνεισφορές από τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας

OJ L 269, 12.10.2007, p. 1–38 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 18 Volume 003 P. 32 - 69

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 03/08/2016; καταργήθηκε από 32016D1353

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/643/oj

12.10.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 269/1


ΑΠΌΦΑΣΗ 2007/643/ ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Σεπτεμβρίου 2007

σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και με τους κανόνες για τη σύναψη συμβάσεων και για χρηματοδοτικές συνεισφορές από τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

την κοινή δράση 2004/551/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2004, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 13 Σεπτεμβρίου 2004, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2004/658/ΚΕΠΠΑ σχετικά με τις δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στο γενικό προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (2).

(2)

Στις 21 Νοεμβρίου 2005, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2005/821/ΚΕΠΠΑ που τροποποιεί την απόφαση 2004/658/ΚΕΠΠΑ (3), στην οποία ορίζεται ότι το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού θα πρέπει να επανεξετάσει και, ενδεχομένως, να τροποποιήσει τις εν λόγω δημοσιονομικές διατάξεις πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2006.

(3)

Στις 13 Νοεμβρίου 2006, το διοικητικό συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2006/29 (διόρθ.), με την οποία τροποποιούνται και αντικαθίστανται οι τίτλοι Ι, ΙΙ και IV των υφιστάμενων «δημοσιονομικών διατάξεων που εφαρμόζονται στο γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού» από τους «δημοσιονομικούς κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας».

(4)

Στις 14 Δεκεμβρίου 2006, το διοικητικό συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2006/34, με την οποία τροποποιείται και αντικαθίσταται ο τίτλος ΙΙΙ των υφιστάμενων «δημοσιονομικών διατάξεων που εφαρμόζονται στο γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού» από τους «κανόνες για τη σύναψη συμβάσεων και για χρηματοδοτικές συνεισφορές από τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας».

(5)

Κατά την έκδοση των προαναφερθεισών αποφάσεων, το διοικητικό συμβούλιο πρότεινε επίσης στο Συμβούλιο να το εξουσιοδοτήσει σε μόνιμη βάση να τροποποιεί αυτούς τους κανόνες.

(6)

Οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες τους οποίους υιοθέτησε το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού θα πρέπει να επιβεβαιωθούν και το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να επανεξετάζει και να τροποποιεί τους κανόνες αυτούς αναλόγως των αναγκών, εντός ορισμένων ορίων,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

1.   Οι δημοσιονομικοί κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και οι κανόνες για τη σύναψη συμβάσεων και για χρηματοδοτικές συνεισφορές από τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας παρατίθενται στο παράρτημα. Οι κανόνες αυτοί αντικαθιστούν τις διατάξεις στο παράρτημα της απόφασης 2004/658/ΚΕΠΠΑ, όπως τροποποιήθηκε από το διοικητικό συμβούλιο (4).

2.   Το διοικητικό συμβούλιο επανεξετάζει και υιοθετεί τεχνικές τροποποιήσεις αυτών των κανόνων αναλόγως των αναγκών, κυρίως με σκοπό να εξασφαλίσει τη συνοχή τους με τους σχετικούς κοινοτικούς κανόνες. Ουσιαστικές τροποποιήσεις που αφορούν το πεδίο εφαρμογής τους και το σκοπό τους, τις δημοσιονομικές αρχές και τις αρχές της οικονομικής διαχείρισης, καθώς και τις γενικές διατάξεις περί συμβάσεων, και τυχόν νέοι κανόνες με σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις, υποβάλλονται στο Συμβούλιο προς έγκριση.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία της έκδοσής της.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

R. PEREIRA


(1)  ΕΕ L 245 της 17.7.2004, σ. 17.

(2)  ΕΕ L 300 της 25.9.2004, σ. 52.

(3)  ΕΕ L 305 της 24.11.2005, σ. 43.

(4)  Απόφαση 2005/06 του διοικητικού συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 2005.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΜΥΝΑΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

 

ΤΙΤΛΟΣ Ι

ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Άρθρο 1

Ο γενικός προϋπολογισμός

Άρθρο 2

Ο επιχειρησιακός προϋπολογισμός

Άρθρο 3

Δημοσιονομικό πλαίσιο

Άρθρο 4

Έγκριση του γενικού προϋπολογισμού

Άρθρο 5

Έσοδα για ειδικό προορισμό

Άρθρο 6

Διαχείριση, από τον Οργανισμό, των δαπανών εξ ονόματος συμμετέχοντος κράτους μέλους

Άρθρο 7

Συνεισφορές

Άρθρο 8

Δημοσιονομικό πλεόνασμα

Άρθρο 9

Δημοσιονομικές αρχές

Άρθρο 10

Λογιστικές αρχές

Άρθρο 11

Μεταφορές

Άρθρο 12

Διορθωτικός προϋπολογισμός

Άρθρο 13

Αναθεωρημένος προϋπολογισμός

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Προσωπικό οικονομικών θεμάτων

Άρθρο 14

Αρχή του διαχωρισμού των καθηκόντων

Άρθρο 15

Ρόλος του διατάκτη

Άρθρο 16

Αρμοδιότητες του διατάκτη

Άρθρο 17

Διαχωρισμός των καθηκόντων έναρξης και επαλήθευσης

Άρθρο 18

Διαδικασίες διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου

Άρθρο 19

Ρόλος του υπολόγου

Άρθρο 20

Αρμοδιότητες του υπολόγου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Ευθύνη του προσωπικού οικονομικών θεμάτων

Άρθρο 21

Γενικοί κανόνες

Άρθρο 22

Κανόνες που εφαρμόζονται στους κύριους διατάκτες

Άρθρο 23

Κανόνες που εφαρμόζονται στους υπολόγους

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Έσοδα

Άρθρο 24

Διάθεση των εσόδων του Οργανισμού

Άρθρο 25

Πρόβλεψη απαιτήσεων

Άρθρο 26

Βεβαίωση απαιτήσεων

Άρθρο 27

Εντολή είσπραξης

Άρθρο 28

Είσπραξη απαιτήσεων

Άρθρο 29

Τόκοι υπερημερίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Δαπάνες

Άρθρο 30

Γενικές αρχές

Άρθρο 31

Ορισμός της δημοσιονομικής δέσμευσης

Άρθρο 32

Μηχανισμός ανάληψης υποχρεώσεων

Άρθρο 33

Έγκριση δέσμευσης

Άρθρο 34

Εκκαθάριση των δαπανών

Άρθρο 35

Εντολή πληρωμής των δαπανών

Άρθρο 36

Πληρωμή των δαπανών

Άρθρο 37

Προθεσμίες πληρωμών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Συστήματα πληροφορικής

Άρθρο 38

Λογιστικό λογισμικό

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Εσωτερικός λογιστικός έλεγχος

Άρθρο 39

Ρόλος του εσωτερικού ελεγκτή

Άρθρο 40

Αρμοδιότητες του εσωτερικού ελεγκτή

ΤΙΤΛΟΣ III

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΤΗΣΙΟΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

Άρθρο 41

Χρονοδιάγραμμα του προϋπολογισμού και της υποβολής εκθέσεων

Άρθρο 42

Τριμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις

Άρθρο 43

Σώμα ελεγκτών

Άρθρο 44

Ετήσιος λογιστικός έλεγχος

Άρθρο 45

Καταληκτικό άρθρο

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ:

Οι δημοσιονομικοί κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας υλοποιούν και συμπληρώνουν τα σχετικά άρθρα της κοινής δράσης 2004/551/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2004, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (1) («ΚΔ»), τα οποία αναφέρονται στις δημοσιονομικές πτυχές.

ΤΙΤΛΟΣ I

ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Άρθρο 1

Ο γενικός προϋπολογισμός

1.   Ο γενικός προϋπολογισμός συνίσταται από έσοδα και τις δαπάνες για ένα οικονομικό έτος.

2.   Ο γενικός προϋπολογισμός τηρεί απαρέγκλιτα τα όρια που έχουν τεθεί στο χρηματοδοτικό πλαίσιο του Οργανισμού το οποίο έχει εγκρίνει το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 3.

3.   Οι δαπάνες αφορούν το προσωπικό, τη λειτουργία και τις επιχειρησιακές και προσωρινές πιστώσεις. Τα έσοδα συνίστανται σε διάφορα έσοδα, τα οποία περιλαμβάνουν τις κρατήσεις επί των αποδοχών του προσωπικού και τους τόκους από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του Οργανισμού, καθώς και τις συνεισφορές των συμμετεχόντων κρατών μελών που συμμετέχουν στο Οργανισμό («συμμετέχοντα κράτη μέλη»).

4.   Ο λειτουργικός προϋπολογισμός είναι ο γενικός προϋπολογισμός χωρίς τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό, όπως ορίζεται στο άρθρο 2.

Άρθρο 2

Ο επιχειρησιακός προϋπολογισμός

1.   Ο επιχειρησιακός προϋπολογισμός είναι μέρος του γενικού προϋπολογισμού και συνίσταται σε πιστώσεις για την απόκτηση εξωτερικών συμβουλών, κυρίως επιχειρησιακής ανάλυσης, που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων του Οργανισμού, και για συγκεκριμένες δραστηριότητες έρευνας και τεχνολογίας προς το κοινό όφελος όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών, κυρίως τεχνικές μελέτες συγκεκριμένων περιπτώσεων και προκαταρκτικές μελέτες σκοπιμότητας.

2.   Ο γενικός διευθυντής ενημερώνει τακτικά το διοικητικό συμβούλιο για τις τρέχουσες και τις μελλοντικές δραστηριότητες στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προϋπολογισμού.

Άρθρο 3

Δημοσιονομικό πλαίσιο

Ανά τριετία, το Συμβούλιο εγκρίνει ομόφωνα χρηματοδοτικό πλαίσιο για τον Οργανισμό για την επόμενη τριετία. Το χρηματοδοτικό αυτό πλαίσιο καθορίζει συμπεφωνημένες προτεραιότητες και αποτελεί νομικά δεσμευτικό ανώτατο όριο. Το πρώτο χρηματοδοτικό πλαίσιο καλύπτει την περίοδο 2007 έως 2009.

Άρθρο 4

Έγκριση του γενικού προϋπολογισμού

1.   Ο αρχηγός του Οργανισμού παρέχει στο διοικητικό συμβούλιο συνολική εκτίμηση του σχεδίου γενικού προϋπολογισμού για το επόμενο έτος, έως την 30ή Ιουνίου εκάστου έτους, τηρουμένων απολύτως των ορίων που καθορίζονται στο χρηματοδοτικό πλαίσιο.

2.   Ο αρχηγός του Οργανισμού προτείνει το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού στο διοικητικό Συμβούλιο έως την 30ή Σεπτεμβρίου εκάστου έτους. Το σχέδιο περιλαμβάνει:

α)

τις πιστώσεις που κρίνονται αναγκαίες:

i)

για να καλυφθούν τα έξοδα λειτουργίας, προσωπικού και συνεδριάσεων του Οργανισμού,

ii)

για την αναζήτηση εξωτερικών συμβουλών, κυρίως επιχειρησιακής ανάλυσης, που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων του Οργανισμού, και για συγκεκριμένες δραστηριότητες έρευνας και τεχνολογίας προς το κοινό όφελος όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών, κυρίως τεχνικές μελέτες συγκεκριμένων περιπτώσεων και προκαταρκτικές μελέτες σκοπιμότητας·

β)

πρόβλεψη των εσόδων που απαιτούνται για την κάλυψη των δαπανών.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο επιδιώκει να διασφαλίσει ότι οι πιστώσεις της παραγράφου 2 στοιχείο α) σημείο ii), αντιπροσωπεύουν σημαντικό τμήμα των συνολικών πιστώσεων της παραγράφου 2. Οι πιστώσεις αυτές αντανακλούν πραγματικές ανάγκες και επιτρέπουν στον Οργανισμό να έχει επιχειρησιακό ρόλο.

4.   Το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού συνοδεύεται από αναλυτικό πίνακα προσωπικού και αναλυτική αιτιολόγηση.

5.   Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να αποφασίσει με ομοφωνία ότι το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού καλύπτει, επιπλέον, συγκεκριμένο σχέδιο ή πρόγραμμα, όπου αυτό είναι σαφώς προς κοινό όφελος όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών.

6.   Οι πιστώσεις ταξινομούνται, ανάλογα με τον τύπο ή το σκοπό τους, σε τίτλους και κεφάλαια, υποδιαιρούμενα, εφόσον απαιτείται, σε άρθρα.

7.   Κάθε τίτλος μπορεί να περιλαμβάνει κεφάλαιο επιγραφόμενο «προσωρινές πιστώσεις». Οι πιστώσεις αυτές εγγράφονται όταν υπάρχει, για σοβαρούς λόγους, αβεβαιότητα περί του ποσού των απαιτούμενων πιστώσεων ή περί του πεδίου εφαρμογής των εγγραφόμενων πιστώσεων.

8.   Τα έσοδα αποτελούνται από:

α)

διάφορα έσοδα·

β)

συνεισφορές που καταβάλλουν τα συμμετέχοντα στον Οργανισμό κράτη μέλη βάσει της κλείδας ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος (ΑΕΕ).

Το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού προβλέπει τη δομή που απαιτείται για την εγγραφή των εσόδων για ειδικό προορισμό καθώς και, όταν είναι δυνατόν, το ύψος τους.

9.   Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού έως την 31η εκάστου Δεκεμβρίου, εντός των ορίων του χρηματοδοτικού πλαισίου του Οργανισμού. Εν προκειμένω, το διοικητικό συμβούλιο προεδρεύεται από τον/την αρχηγό του Οργανισμού ή από αντιπρόσωπο που ορίζει ο/η αρχηγός μέσα από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ή από μέλος του διοικητικού συμβουλίου που καλείται από τον/την αρχηγό για το συγκεκριμένο καθήκον. Ο γενικός διευθυντής δηλώνει την έγκριση του προϋπολογισμού και τον κοινοποιεί στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

10.   Εάν, στην αρχή ενός οικονομικού έτους, δεν έχει εγκριθεί το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού, τα έξοδα δύνανται να πραγματοποιούνται μηνιαίως κατά κεφάλαιο ή κατ’ άλλη υποδιαίρεση εντός των ορίων του ενός δωδεκάτου των πιστώσεων του προϋπολογισμού του προηγουμένου οικονομικού έτους. Το μέτρο αυτό δεν έχει ως αποτέλεσμα να τίθενται στη διάθεση του Οργανισμού πιστώσεις που υπερβαίνουν το ένα δωδέκατο των προβλεπόμενων στο σχέδιο του υπό κατάρτιση γενικού προϋπολογισμού. Το διοικητικό συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως του γενικού διευθυντή, δύναται να εγκρίνει έξοδα που υπερβαίνουν το ένα δωδέκατο. Ο γενικός διευθυντής δύναται να αποστείλει πρόσκληση για συνεισφορές απαραίτητες για την κάλυψη των πιστώσεων που εγκρίθηκαν στα πλαίσια της παρούσας παραγράφου και καταβλητέες εντός 30 ημερών από την αποστολή της πρόσκλησης για τις συνεισφορές.

Άρθρο 5

Έσοδα για ειδικό προορισμό

1.   Στο γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού είναι δυνατόν να περιέλθουν ως έσοδα για ειδικό προορισμό χρηματοδοτικές συνεισφορές για την κάλυψη δαπανών άλλων από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i):

α)

από το γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε κατά περίπτωση βάση, με τηρουμένων απολύτως των εφαρμοστέων κανόνων, διαδικασιών και διαδικασιών λήψης αποφάσεων·

β)

από συμμετέχοντα κράτη μέλη, τρίτα κράτη ή άλλα τρίτα μέρη.

2.   Τα έσοδα αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τον ειδικό προορισμό τους.

Άρθρο 6

Διαχείριση, από τον Οργανισμό, των δαπανών εξ ονόματος συμμετέχοντος κράτους μέλους

1.   Το διοικητικό συμβούλιο δύναται, ύστερα από πρόταση του γενικού διευθυντή ή συμμετέχοντος κράτους μέλους, να αποφασίσει ότι τα συμμετέχοντα κράτη μέλη μπορούν να αναθέσουν στον Οργανισμό, επί συμβάσει, τη διοικητική και οικονομική διαχείριση ορισμένων δραστηριοτήτων της αρμοδιότητάς του.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο, με την απόφασή του, δύναται να εξουσιοδοτεί τον Οργανισμό να συνάπτει συμβάσεις εξ ονόματος ορισμένων συμμετεχόντων κρατών μελών. Δύναται δε να επιτρέπει στον Οργανισμό να συγκεντρώνει εκ των προτέρων από τα εν λόγω συμμετέχοντα κράτη μέλη τα ποσά που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των συναπτόμενων συμβάσεων.

Άρθρο 7

Συνεισφορές

1.   Καθορισμός συνεισφορών όταν εφαρμόζεται η κλείδα ακαθάριστου εθνικού προϊόντος (ΑΕΕ)

1.1.

Όταν εφαρμόζεται η κλείδα ΑΕΕ, η κατανομή των συνεισφορών μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών από τα οποία απαιτείται συνεισφορά καθορίζεται σύμφωνα με την κλείδα Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και σύμφωνα με την απόφαση 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2000, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), ή σύμφωνα με οιαδήποτε τυχόν άλλη απόφαση του Συμβουλίου που την αντικαθιστά.

1.2.

Για τον υπολογισμό κάθε συνεισφοράς, χρησιμοποιούνται τα δεδομένα της στήλης «Ίδιοι πόροι ΑΕΕ» του πίνακα «Ανακεφαλαίωση της χρηματοδότησης του γενικού προϋπολογισμού ανά κατηγορία ιδίων πόρων και ανά κράτος μέλος» που επισυνάπτεται στον πλέον πρόσφατο εγκεκριμένο προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η συνεισφορά κάθε συμμετέχοντος κράτους μέλους το οποίο οφείλει να καταβάλλει συνεισφορά, είναι ανάλογη προς το μερίδιο ΑΕΕ του εν λόγω κράτους μέλους στο συνολικό ΑΕΕ των συμμετεχόντων κρατών μελών τα οποία οφείλουν να καταβάλλουν συνεισφορά.

2.   Χρονοδιάγραμμα καταβολής των συνεισφορών

2.1.

Οι συνεισφορές που προορίζονται για χρηματοδότηση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταβάλλονται από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη σε τρεις ίσες δόσεις, έως τις 15 Φεβρουαρίου, τις 15 Ιουνίου και τις 15 Οκτωβρίου του οικείου οικονομικού έτους.

2.2.

Όταν εγκρίνεται διορθωτικός προϋπολογισμός, οι αναγκαίες συνεισφορές καταβάλλονται από τα οικεία συμμετέχοντα κράτη μέλη εντός 60 ημερών από την αποστολή της πρόσκλησης για τις συνεισφορές.

2.3.

Κάθε συμμετέχον κράτος μέλος καταβάλλει τα τραπεζικά έξοδα πληρωμής της δικής του συνεισφοράς.

Άρθρο 8

Δημοσιονομικό πλεόνασμα

Τυχόν δημοσιονομικό πλεόνασμα το οποίο προκύπτει από το οικονομικό έτος λόγω της διαφοράς μεταξύ εσόδων και δαπανών, θεωρείται ως πίστωση η οποία διατίθεται στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και επιστρέφεται σε αυτά ως μείωση από την τρίτη συνεισφορά του επόμενου οικονομικού έτους (15 Οκτωβρίου).

Άρθρο 9

Δημοσιονομικές αρχές

1.   Οι προϋπολογισμοί, εκπεφρασμένοι σε ευρώ, είναι οι πράξεις που προβλέπουν και επιτρέπουν, για κάθε οικονομικό έτος, το σύνολο των εσόδων και εξόδων που διαχειρίζεται ο Οργανισμός.

2.   Οι πιστώσεις που εγγράφονται σε προϋπολογισμό εγκρίνονται για τη διάρκεια του οικονομικού έτους που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και τελειώνει στις 31 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους.

3.   Κάθε προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες. Όλα τα έσοδα και οι δαπάνες εγγράφονται πλήρως στο σχετικό προϋπολογισμό χωρίς συμψηφισμό μεταξύ τους.

4.   Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει διαχωριζόμενες πιστώσεις, συνιστάμενες σε πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων και πιστώσεις πληρωμών, και μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.

5.   Οι πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων καλύπτουν τα συνολικά έξοδα των νομικών υποχρεώσεων που εγγράφονται κατά το τρέχον οικονομικό έτος. Ωστόσο, υπάρχει η δυνατότητα συνολικής δέσμευσης ή σε ετήσιες δόσεις. Οι δεσμεύσεις πιστώσεων καταλογίζονται βάσει των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται έως την 31η Δεκεμβρίου.

6.   Οι πιστώσεις πληρωμών καλύπτουν τις πληρωμές που απορρέουν από την εκπλήρωση των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους ή/και των προγενέστερων οικονομικών ετών. Οι πληρωμές καταλογίζονται βάσει των δημοσιονομικών δεσμεύσεων έως την 31η Δεκεμβρίου.

7.   Τα έσοδα ενός οικονομικού έτους καταλογίζονται στους λογαριασμούς του οικονομικού έτους βάσει των ποσών που εισπράττονται κατά τη διάρκειά του.

8.   Κανένα έσοδο ή δαπάνη δεν μπορεί να εκτελεσθεί εάν δεν εγγραφεί σε γραμμή του προϋπολογισμού και εντός του ορίου των εγγεγραμμένων πιστώσεων.

9.   Οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την αρχή της ορθής οικονομικής διαχείρισης, κυρίως σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας.

10.   Μεταχείριση των στοιχείων του ενεργητικού και απαξίωση: με δημοσιονομικούς όρους, όλες οι δαπάνες που αφορούν την απόκτηση στοιχείων ενεργητικού καταλογίζονται στον προϋπολογισμό ως έχουν· δεν συνυπολογίζονται έξοδα απαξίωσης.

Άρθρο 10

Λογιστικές αρχές

1.   Οι δημοσιονομικές καταστάσεις καταρτίζονται με βάση τις γενικώς παραδεκτές λογιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως:

α)

τη συνέχεια της δράσης: θεωρείται ότι ο Οργανισμός έχει συσταθεί για απεριόριστη διάρκεια·

β)

την αρχή της σύνεσης: τα στοιχεία του ενεργητικού και τα έσοδα δεν υπερεκτιμώνται, ενώ τα στοιχεία του παθητικού και τα έξοδα δεν υποτιμώνται·

γ)

την αρχή της σταθερότητας των λογιστικών μεθόδων: η διάρθρωση των στοιχείων που απαρτίζουν τις δημοσιονομικές καταστάσεις, καθώς και οι μέθοδοι λογιστικής καταχώρισης και οι κανόνες αποτίμησης δεν μπορούν να τροποποιηθούν από το ένα οικονομικό έτος στο άλλο. Ο υπόλογος δεν μπορεί να παρεκκλίνει από την αρχή της σταθερότητας των λογιστικών μεθόδων παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και ιδίως όταν η αλλαγή γίνεται για την ευκρινέστερη παρουσίαση των λογιστικών πράξεων·

δ)

την αρχή της συγκρισιμότητας των πληροφοριών: κάθε θέση των δημοσιονομικών καταστάσεων πρέπει να περιλαμβάνει ένδειξη του ποσού της αντίστοιχης θέσης του προηγούμενου έτους. Οσάκις τροποποιείται η παρουσίαση ή η κατάταξη ενός από τα στοιχεία των δημοσιονομικών καταστάσεων, τα αντίστοιχα ποσά του προηγούμενου έτους πρέπει να καθίστανται συγκρίσιμα και να ανακατατάσσονται·

ε)

την αρχή της σχετικής σημασίας: όλες οι πράξεις που είναι σημαντικές για την επιδιωκόμενη ενημέρωση λαμβάνονται υπόψη στις δημοσιονομικές καταστάσεις. Η σχετική σημασία εκτιμάται ιδίως σε σχέση με τη φύση της εκάστοτε πράξης ή του αντίστοιχου ποσού·

στ)

την αρχή του μη συμψηφισμού: κανένας συμψηφισμός δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μεταξύ απαιτήσεων και υποχρεώσεων ή μεταξύ εσόδων και εξόδων, εκτός από την περίπτωση εσόδων και εξόδων που προκύπτουν από την ίδια πράξη, από παρόμοιες πράξεις ή από πράξεις διασφάλισης έναντι κινδύνων, και εφόσον κάθε ποσό χωριστά δεν είναι σημαντικό·

ζ)

την αρχή της υπεροχής της πραγματικότητας έναντι της φαινομενικής κατάστασης: τα λογιστικά γεγονότα που περιλαμβάνονται στις δημοσιονομικές καταστάσεις παρουσιάζονται σε συνάρτηση με την οικονομική τους φύση·

η)

την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων: οι πράξεις και τα συμβάντα καταχωρίζονται κατά τη χρονική στιγμή κατά την οποία λαμβάνουν χώρα, και όχι κατά την καταβολή ή είσπραξη των ποσών·

θ)

ιχνηλασιμότητα των περιουσιακών στοιχείων και των διαγραφών: ο Οργανισμός τηρεί αρχεία στα οποία εμφαίνονται η ποσότητα και η αξία όλων των υλικών, άυλων και χρηματικών περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των διαγραφών.

2.   Εάν, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ο υπόλογος κρίνει ότι θα πρέπει να γίνει εξαίρεση στο περιεχόμενο μιας από τις λογιστικές αρχές που ορίζονται στην παράγραφο 1, η εξαίρεση αυτή πρέπει να αιτιολογείται πλήρως και να αναφέρεται.

Άρθρο 11

Μεταφορές

1.   Οι πιστώσεις που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί έως τη λήξη του οικονομικού έτους για το οποίο έχουν εγγραφεί ακυρώνονται.

2.   Ωστόσο, οι πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων που δεν έχουν δεσμευθεί ακόμη στο κλείσιμο του οικονομικού έτους, μπορούν να μεταφέρονται εφόσον πρόκειται για ποσά που αντιστοιχούν σε πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων για τις οποίες τα περισσότερα προπαρασκευαστικά στάδια της διαδικασίας ανάληψης υποχρεώσεων, κυρίως δε η επιλογή των πιθανών αναδόχων, έχουν ολοκληρωθεί στις 31 Δεκεμβρίου. Τα εν λόγω ποσά μπορούν να δεσμευθούν έως την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους.

3.   Οι πιστώσεις πληρωμών μπορούν να μεταφέρονται εφόσον πρόκειται για ποσά που είναι αναγκαία για την κάλυψη προγενεστέρων υποχρεώσεων ή που συνδέονται με μεταφερθείσες πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων, εφόσον οι πιστώσεις που προβλέπονται στις αντίστοιχες γραμμές του προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους δεν καλύπτουν τις ανάγκες. Οι ειδικές πιστώσεις μεταφέρονται άπαξ μόνον.

4.   Οι πιστώσεις που εγγράφονται σε αποθεματικό και οι πιστώσεις που αφορούν δαπάνες προσωπικού δεν μπορούν να μεταφερθούν.

5.   Τα μη χρησιμοποιηθέντα έσοδα για ειδικό προορισμό και οι πιστώσεις που είναι διαθέσιμες την 31η Δεκεμβρίου στο πλαίσιο των εσόδων για ειδικό προορισμό, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 5, μεταφέρονται αυτομάτως και μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τον ειδικό προορισμό για τον οποίο προβλέπονται. Οι διαθέσιμες πιστώσεις που αντιστοιχούν στα μεταφερθέντα έσοδα για ειδικό προορισμό πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά πρώτον.

6.   Ο γενικός διευθυντής καταθέτει στο διοικητικό συμβούλιο πρόταση σχετικά με τις μεταφορές, έως τις 15 Φεβρουαρίου. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει απόφαση έως τις 15 Μαρτίου.

Άρθρο 12

Διορθωτικός προϋπολογισμός

1.   Σε περίπτωση αναπόφευκτων, εξαιρετικών ή απρόβλεπτων περιστάσεων, ο γενικός διευθυντής μπορεί να προτείνει σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού εντός των ορίων που καθορίζονται στο χρηματοδοτικό πλαίσιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 3.

2.   Το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού καταρτίζεται, προτείνεται, εγκρίνεται και κοινοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία για το γενικό προϋπολογισμό, εντός των ορίων που καθορίζονται στο χρηματοδοτικό πλαίσιο. Το διοικητικό συμβούλιο ενεργεί λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος.

3.   Στην περίπτωση όπου τα όρια που καθορίζονται στο χρηματοδοτικό πλαίσιο θεωρούνται ανεπαρκή λόγω εξαιρετικών και απρόβλεπτων περιστάσεων, λαμβάνοντας επίσης πλήρως υπόψη τους κανόνες που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 4, το διοικητικό συμβούλιο υποβάλλει το διορθωτικό προϋπολογισμό προς έγκριση από το Συμβούλιο με ομοφωνία.

Άρθρο 13

Αναθεωρημένος προϋπολογισμός

1.   Εφόσον απαιτείται, ο γενικός διευθυντής μπορεί να υποβάλει στο διοικητικό συμβούλιο αναθεωρημένο προϋπολογισμό για το τρέχον οικονομικό έτος, με βάση τα πραγματικά δαπανηθέντα ποσά κατά τους πρώτους εννέα μήνες και την εκτίμηση των δαπανών έως το τέλος του οικονομικού έτους, εντός των ορίων του εγκριθέντος προϋπολογισμού.

2.   Ο γενικός διευθυντής μπορεί να προβαίνει σε μεταφορές πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο, εντός συνολικού ορίου 10 % των πιστώσεων του οικονομικού έτους, ή από κεφάλαιο σε κεφάλαιο ή από άρθρο σε άρθρο.

3.   Τρεις εβδομάδες πριν από τη διενέργεια των μεταφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ο/η γενικός διευθυντής ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιο σχετικά με τις προθέσεις του/της. Εάν ένα συμμετέχον κράτος μέλος επικαλεσθεί βάσιμους λόγους μέσα στην προαναφερόμενη προθεσμία, το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει απόφαση.

4.   Ο γενικός διευθυντής μπορεί να προβαίνει σε μεταφορές πιστώσεων στο εσωτερικό των άρθρων και να προτείνει άλλες μεταφορές πιστώσεων στο διοικητικό συμβούλιο.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Προσωπικό οικονομικών θεμάτων

Άρθρο 14

Αρχή του διαχωρισμού των καθηκόντων

Τα καθήκοντα του διατάκτη και του υπολόγου είναι διαχωρισμένα και ασυμβίβαστα μεταξύ τους.

Άρθρο 15

Ρόλος του διατάκτη

1.   Ο γενικός διευθυντής ασκεί καθήκοντα διατάκτη για λογαριασμό του Οργανισμού.

2.   Ο Οργανισμός καθορίζει, στους εσωτερικούς διοικητικούς κανόνες του, τους υπαλλήλους του ενδεδειγμένου επιπέδου στους οποίους ο γενικός διευθυντής μπορεί να μεταβιβάζει, υπό τους όρους που προβλέπονται στον εσωτερικό κανονισμό του Οργανισμού διατάκτη και την έκταση των μεταβιβαζόμενων αρμοδιοτήτων.

3.   Οι αρμοδιότητες του διατάκτη μεταβιβάζονται μόνο σε προσωπικό που έχει προσληφθεί απευθείας από τον Οργανισμό βάσει συμβάσεων ορισμένου χρόνου, το οποίο επιλέγεται μεταξύ υπηκόων των συμμετεχόντων κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 σημείο 3.1 της κοινής δράσης 2004/551/ΚΕΠΠΑ.

4.   Οι κύριοι διατάκτες μπορούν να ενεργούν μόνο εντός των ορίων που καθορίζονται από την πράξη μεταβίβασης αρμοδιοτήτων. Ο υπεύθυνος κύριος διατάκτης μπορεί να επικουρείται στο έργο του/της, από έναν ή περισσοτέρους υπαλλήλους στους οποίους ανατίθεται να πραγματοποιούν, υπό την ευθύνη του/της, ορισμένες πράξεις αναγκαίες για την εκτέλεση του προϋπολογισμού και την απόδοση των λογαριασμών.

Άρθρο 16

Αρμοδιότητες του διατάκτη

1.   Ο διατάκτης είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των εσόδων και των δαπανών σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων των αρχών της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας και για την τήρηση των απαιτήσεων περί της νομιμότητας και της κανονικότητάς τους.

2.   Για την εκτέλεση των δαπανών, ο κύριος διατάκτης προβαίνει σε δημοσιονομικές δεσμεύσεις και σε νομικές δεσμεύσεις, στην εκκαθάριση των δαπανών και στην έκδοση των ενταλμάτων πληρωμής και διενεργεί προκαταρκτικές πράξεις για την εκτέλεση των πιστώσεων.

3.   Η εκτέλεση των εσόδων συμπεριλαμβάνει την κατάρτιση των προβλέψεων απαιτήσεων, τη βεβαίωση των δικαιωμάτων είσπραξης και την έκδοση των ενταλμάτων είσπραξης. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, περιλαμβάνει και την παραίτηση από ήδη βεβαιωθείσες απαιτήσεις.

4.   Ο/Η κύριος διατάκτης, ακολουθώντας τους ελάχιστους κανόνες που θεσπίζει ο Οργανισμός και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που συνδέονται με το διαχειριστικό περιβάλλον και με τη φύση των χρηματοδοτούμενων ενεργειών, δημιουργεί την οργανωτική δομή καθώς και τα συστήματα και τις διαδικασίες εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που ενδείκνυνται για την άσκηση των καθηκόντων του/της, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, εκ των υστέρων επαληθεύσεων. Πριν εγκριθεί μια πράξη, οι επιχειρησιακές και δημοσιονομικές πτυχές της επαληθεύονται από υπαλλήλους διαφορετικούς από τον υπάλληλο που άρχισε την πράξη. Η έναρξη και η εκ των προτέρων και εκ των υστέρων επαλήθευση μιας πράξης αποτελούν χωριστά καθήκοντα.

5.   Κάθε υπάλληλος υπεύθυνος για τον έλεγχο της διαχείρισης των δημοσιονομικών πράξεων πρέπει να έχει τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα και να συμμορφώνεται προς τον κώδικα επαγγελματικών προτύπων του Οργανισμού.

6.   Ο/Η διατάκτης ενημερώνεται εγγράφως από οιονδήποτε υπάλληλο που συμμετέχει στη δημοσιονομική διαχείριση και στον έλεγχο των συναλλαγών, ο οποίος θεωρεί ότι μια απόφαση, την οποία η προϊσταμένη του/της αρχή του επιβάλλει να εφαρμόσει ή να αποδεχθεί, είναι παράτυπη ή αντίθετη προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή τους επαγγελματικούς κανόνες τους οποίους υποχρεούται να τηρεί· σε περίπτωση αδράνειας του διατάκτη, ο υπάλληλος ενημερώνει εγγράφως την υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3. Σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να θίξουν τα συμφέροντα του Οργανισμού, ο διατάκτης ενημερώνει τις αρχές και τις υπηρεσίες που ορίζει η ισχύουσα νομοθεσία.

7.   Ο/Η διατάκτης προβαίνει, προς το διοικητικό συμβούλιο, σε απολογισμό της άσκησης των καθηκόντων του/της, με τη μορφή ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων η οποία συνοδεύεται από δημοσιονομικές και διαχειριστικές πληροφορίες. Η εν λόγω έκθεση περιέχει στοιχεία όσον αφορά τα αποτελέσματα των πράξεων σε συσχετισμό με τους στόχους που έχουν τεθεί, τους κινδύνους που συνδέονται με τις πράξεις αυτές, τη χρησιμοποίηση των προβλεπόμενων πόρων και τη λειτουργία του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Ο εσωτερικός ελεγκτής λαμβάνει υπό σημείωση την ετήσια έκθεση πεπραγμένων καθώς και τα λοιπά διαθέσιμα πληροφοριακά στοιχεία.

Άρθρο 17

Διαχωρισμός των καθηκόντων έναρξης και επαλήθευσης

1.   Ως έναρξη μιας πράξης νοείται το σύνολο των πράξεων οι οποίες κανονικά διενεργούνται από τους υπαλλήλους που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 4 και 5 και οι οποίες προετοιμάζουν τη θέσπιση των πράξεων εκτέλεσης του προϋπολογισμού από τον αρμόδιο κύριο διατάκτη.

2.   Ως εκ των προτέρων επαλήθευση μιας πράξης νοείται το σύνολο των εκ των προτέρων ελέγχων τους οποίους δημιουργεί ο αρμόδιος κύριος διατάκτης προκειμένου να επαληθεύει τις επιχειρησιακές και δημοσιονομικές πτυχές της.

3.   Κάθε πράξη αποτελεί αντικείμενο μιας τουλάχιστον εκ των προτέρων επαλήθευσης. Σκοπός της επαλήθευσης αυτής είναι να βεβαιωθούν ότι:

α)

η κανονικότητα και η συμμόρφωση της δαπάνης και του εσόδου προς τους εφαρμοστέους κανόνες, ιδίως προς τους κανόνες του προϋπολογισμού και των οικείων κανονιστικών διατάξεων καθώς και οποιασδήποτε πράξης που έχει εκδοθεί κατ’ εφαρμογή των οικείων συνθηκών, προς την ισχύουσα νομοθεσία και, ενδεχομένως, προς τους συμβατικούς όρους·

β)

η εφαρμογή της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

4.   Οι εκ των υστέρων και, εφόσον είναι αναγκαίο, οι επιτόπου επαληθεύσεις εγγράφων, επαληθεύουν την ορθή εκτέλεση των πράξεων που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό, και ιδίως την τήρηση των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Οι εν λόγω επαληθεύσεις μπορούν να διοργανώνονται δειγματοληπτικά βάσει ανάλυσης των κινδύνων.

5.   Οι υπάλληλοι ή άλλα μέλη του προσωπικού που ευθύνονται για τις επαληθεύσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 4, είναι διαφορετικοί από αυτούς που εκτελούν τα καθήκοντα έναρξης τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1, και δεν είναι υφιστάμενοί τους.

Άρθρο 18

Διαδικασίες διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου

Τα συστήματα και οι διαδικασίες διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου αποβλέπουν:

α)

στην υλοποίηση των στόχων των πολιτικών, προγραμμάτων και ενεργειών του Οργανισμού σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

β)

στην τήρηση των κανόνων του δικαίου της ΕΕ καθώς και των προτύπων ελέγχου που θεσπίζει ο Οργανισμός·

γ)

στη διαφύλαξη των στοιχείων του ενεργητικού του Οργανισμού και των πληροφοριών·

δ)

στην πρόληψη και την ανίχνευση παρατυπιών, σφαλμάτων και απάτης·

ε)

στον εντοπισμό και την πρόληψη διαχειριστικών κινδύνων·

στ)

στην εξασφάλιση αξιόπιστης παρουσίασης των δημοσιονομικών και διαχειριστικών πληροφοριών·

ζ)

στη διατήρηση των δικαιολογητικών εγγράφων που συνδέονται με την εκτέλεση του προϋπολογισμού και τα επακόλουθά της και με τα μέτρα εκτέλεσης του προϋπολογισμού·

η)

στη διατήρηση των εγγράφων που αφορούν τις προαπαιτούμενες εγγυήσεις υπέρ του Οργανισμού και στην κατάρτιση χρονοδιαγράμματος το οποίο επιτρέπει την ενδεδειγμένη παρακολούθηση αυτών των εγγυήσεων.

Άρθρο 19

Ρόλος του υπολόγου

Ο Οργανισμός διορίζει έναν υπόλογο προερχόμενο από το προσωπικό που έχει προσληφθεί απευθείας από τον Οργανισμό βάσει συμβάσεων ορισμένου χρόνου, το οποίο επιλέγεται μεταξύ υπηκόων των συμμετεχόντων κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 σημείο 3.1 της κοινής δράσης 2004/551/ΚΕΠΠΑ. Ο/Η υπόλογος διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο με βάση τα ιδιαίτερα προσόντα του/της που πιστοποιούνται με τίτλους ή με ισοδύναμη επαγγελματική εμπειρία.

Άρθρο 20

Ευθύνη του υπολόγου

1.   Ο υπόλογος ευθύνεται, στο πλαίσιο του Οργανισμού, για τα εξής:

α)

την ορθή εκτέλεση των πληρωμών, την είσπραξη των εσόδων και την ανάκτηση των βεβαιωμένων απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων των τόκων υπερημερίας που ορίζονται στο άρθρο 29·

β)

την προετοιμασία και την υποβολή των λογαριασμών·

γ)

την τήρηση των λογαριασμών·

δ)

τη θέσπιση των λογιστικών κανόνων και μεθόδων καθώς και του λογιστικού σχεδίου·

ε)

τη δημιουργία και την επικύρωση των λογιστικών συστημάτων καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, την επικύρωση των συστημάτων που καθορίζονται από τον διατάκτη για την παροχή ή την αιτιολόγηση των λογιστικών πληροφοριών·

στ)

τη διαχείριση του ταμείου.

2.   Ο υπόλογος λαμβάνει από τους διατάκτες, οι οποίοι εγγυώνται την αξιοπιστία τους, όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την κατάρτιση λογαριασμών που να απεικονίζουν πιστά την περιουσιακή κατάσταση του Οργανισμού και την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

3.   Μόνον ο υπόλογος είναι εξουσιοδοτημένος να διαχειρίζεται μέσα πληρωμής και άλλα περιουσιακά στοιχεία. Είναι υπεύθυνος για τη διαφύλαξή τους.

4.   Ο/Η υπόλογος μπορεί, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του/της, να μεταβιβάζει ορισμένα καθήκοντα σε υφισταμένους του/της, προερχόμενους από το προσωπικό που έχει προσληφθεί απευθείας από τον Οργανισμό βάσει συμβάσεων ορισμένου χρόνου, το οποίο επιλέγεται μεταξύ υπηκόων των συμμετεχόντων κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 σημείο 3.1 της κοινής δράσης 2004/551/ΚΕΠΠΑ. Η πράξη μεταβίβασης ορίζει τα καθήκοντα που ανατίθενται στους εξουσιοδοτούμενους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Ευθύνη του προσωπικού οικονομικών θεμάτων

Άρθρο 21

Γενικοί κανόνες

1.   Με την επιφύλαξη ενδεχομένων πειθαρχικών μέτρων, είναι δυνατό η αρχή που διόρισε τους κύριους διατάκτες να τους αφαιρεί την ανάθεση της αρμοδιότητας, ανά πάσα στιγμή, προσωρινά ή οριστικά.

2.   Με την επιφύλαξη ενδεχομένων πειθαρχικών μέτρων, η αρχή που διόρισε τον/την υπόλογο μπορεί να τον/την ανακαλεί από τα καθήκοντά του/της, ανά πάσα στιγμή, προσωρινά ή οριστικά.

3.   Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου ισχύουν υπό την επιφύλαξη της ποινικής ευθύνης που είναι δυνατόν να υπέχουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, υπό τους όρους που προβλέπονται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο καθώς και από τις ισχύουσες διατάξεις σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και σχετικά με την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή υπάλληλοι των συμμετεχόντων κρατών μελών.

4.   Κάθε διατάκτης ή υπόλογος υπέχει πειθαρχική και χρηματική ευθύνη. Σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να θίξουν τα συμφέροντα του Οργανισμού, οι αρχές και υπηρεσίες που ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία επιλαμβάνονται του θέματος.

Άρθρο 22

Κανόνες που εφαρμόζονται στους κύριους διατάκτες

1.   Ο/Η διατάκτης είναι δυνατόν να υποχρεωθεί σε ολική ή μερική ανόρθωση ζημίας την οποία υπέστη ο Οργανισμός λόγω βαρέος παραπτώματός του/της κατά την άσκηση ή επ’ ευκαιρία της ασκήσεως των καθηκόντων του/της, ιδίως όταν βεβαιώνει δικαιώματα είσπραξης ή εκδίδει εντάλματα είσπραξης, αναλαμβάνει δαπάνη ή υπογράφει ένταλμα πληρωμής χωρίς να τηρεί τους παρόντες δημοσιονομικούς κανόνες. Το ίδιο ισχύει όταν, λόγω βαρέος παραπτώματός του/της, παραλείπει να καταρτίσει πράξη με την οποία βεβαιώνεται απαίτηση ή παραλείπει ή καθυστερεί αδικαιολόγητα την έκδοση εντάλματος είσπραξης ή παραλείπει ή καθυστερεί αδικαιολόγητα την έκδοση εντάλματος πληρωμής που μπορεί να δημιουργήσει αστική ευθύνη του Οργανισμού έναντι τρίτων.

2.   Όταν ο κύριος διατάκτης θεωρεί ότι του/της ζητείται να λάβει απόφαση που είναι παράτυπη ή αντιβαίνει προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, ενημερώνει εγγράφως την εξουσιοδοτούσα αρχή. Αν η εξουσιοδοτούσα αρχή δώσει εγγράφως στον κύριο διατάκτη αιτιολογημένη εντολή να λάβει την εν λόγω απόφαση, ο διατάκτης απαλλάσσεται από την ευθύνη του. Σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να θίξουν τα συμφέροντα του Οργανισμού, ο κύριος διατάκτης ενημερώνει τις αρχές και τις υπηρεσίες που ορίζει η ισχύουσα νομοθεσία.

3.   Ο Οργανισμός συστήνει ειδικευμένη υπηρεσία για τις δημοσιονομικές παρατυπίες, η οποία λειτουργεί ανεξάρτητα και προσδιορίζει κατά πόσον συντρέχει δημοσιονομική παρατυπία και τις τυχόν συνέπειές της. Βάσει της γνώμης της υπηρεσίας αυτής, ο Οργανισμός αποφασίζει κατά πόσον θα κινήσει διαδικασία συνεπαγομένη πειθαρχικά μέτρα ή καταβολή αποζημίωσης. Εάν η υπηρεσία ανακαλύψει συστημικά προβλήματα, διαβιβάζει στον διατάκτη και στον κύριο διατάκτη, εάν ο τελευταίος δεν ενέχεται, καθώς και στον εσωτερικό ελεγκτή, έκθεση συνοδευόμενη από συστάσεις.

Άρθρο 23

Κανόνες που εφαρμόζονται στους υπολόγους

Είναι δυνατό να υποχρεωθεί ο/η υπόλογος σε ολική ή μερική ανόρθωση ζημίας την οποία υπέστη ο Οργανισμός λόγω βαρέος παραπτώματός του/της κατά την άσκηση ή επ’ ευκαιρία της ασκήσεως των καθηκόντων του/της. Συνιστά, ιδίως, παράπτωμα που είναι δυνατόν να συνεπάγεται την ευθύνη του υπολόγου:

α)

η απώλεια ή φθορά μέσων πληρωμής, αξιών και εγγράφων των οποίων έχει τη φύλαξη·

β)

η αδικαιολόγητη τροποποίηση τραπεζικών λογαριασμών·

γ)

η διενέργεια εισπράξεων ή πληρωμών που δεν είναι σύμφωνες με τα αντίστοιχα εντάλματα είσπραξης ή πληρωμής·

δ)

η παράλειψη είσπραξης των οφειλόμενων εσόδων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Έσοδα

Άρθρο 24

Διάθεση των εσόδων του Οργανισμού

Πρόβλεψη των αποθεματικών από τα διάφορα έσοδα και τις συνεισφορές των συμμετεχόντων κρατών μελών εγγράφεται στο γενικό προϋπολογισμό σε ευρώ. Οι συνεισφορές των συμμετεχόντων κρατών μελών καλύπτουν το σύνολο των πιστώσεων που εγγράφονται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφού αφαιρεθούν τα διάφορα έσοδα.

Άρθρο 25

Πρόβλεψη απαιτήσεων

1.   Κάθε μέτρο ή κατάσταση που είναι σε θέση να δημιουργήσει ή να μεταβάλει ποσό οφειλόμενο στον Οργανισμό, αποτελεί το αντικείμενο πρόβλεψης απαίτησης από τον αρμόδιο διατάκτη.

2.   Τα ποσά αυτά αποτελούν το αντικείμενο ενταλμάτων είσπραξης που εκδίδονται από τον αρμόδιο διατάκτη.

Άρθρο 26

Βεβαίωση απαιτήσεων

1.   Βεβαίωση μιας απαίτησης είναι η πράξη με την οποία ο κύριος διατάκτης:

α)

επαληθεύει την ύπαρξη της οφειλής·

β)

προσδιορίζει ή επαληθεύει την πραγματική κατάσταση και το ύψος της οφειλής·

γ)

επαληθεύει τους όρους υπό τους οποίους η οφειλή καθίσταται απαιτητή.

2.   Τα έσοδα του Οργανισμού καθώς και κάθε απαίτηση που προσδιορίζεται ως εκκαθαρισμένη και απαιτητή πρέπει να βεβαιώνεται με ένταλμα είσπραξης προς τον υπόλογο, το οποίο συνοδεύεται από χρεωστικό σημείωμα προς τον οφειλέτη· τα δύο αυτά έγγραφα συντάσσονται από τον αρμόδιο διατάκτη.

3.   Τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά ανακτώνται.

Άρθρο 27

Εντολή είσπραξης

1.   Εντολή είσπραξης είναι η πράξη με την οποία ο/η υπεύθυνός/η κύριος διατάκτης παραγγέλλει στον υπόλογο, με την έκδοση εντάλματος είσπραξης, να εισπράξει απαίτηση την οποία έχει βεβαιώσει.

2.   Ο Οργανισμός μπορεί να διατυπώσει επίσημα τη βεβαίωση απαίτησης εις βάρος προσώπων, εκτός των κρατών, σε απόφαση η εκτέλεση της οποίας διέπεται από τους ισχύοντες κανόνες πολιτικής δικονομίας του κράτους στο έδαφος του οποίου διεξάγεται η εν λόγω διαδικασία.

Άρθρο 28

Είσπραξη απαιτήσεων

1.   Ο υπόλογος αναλαμβάνει την εκτέλεση των ενταλμάτων είσπραξης των απαιτήσεων που έχουν εκδοθεί κατά τα δέοντα από τον αρμόδιο κύριο διατάκτη. Επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια ώστε να διασφαλίζεται η είσπραξη των εσόδων του Οργανισμού και φροντίζει για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων του.

Ο υπόλογος εισπράττει ποσά έναντι κάθε είδους απαιτήσεων του Οργανισμού.

2.   Όταν ο αρμόδιος διατάκτης προτίθεται να παραιτηθεί από την είσπραξη εκδοθείσας απαίτησης βεβαίωσης, εξασφαλίζει, σύμφωνα με τις διαδικασίες και κατά τα κριτήρια που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής, ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της αναλογικότητας. Η απόφαση παραίτησης πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

Άρθρο 29

Τόκοι υπερημερίας

1.   Κάθε βεβαίωση απαίτησης που δεν εξοφλείται εμπρόθεσμα αποφέρει με τόκους σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3.

2.   Το επιτόκιο των βεβαιώσεων απαιτήσεων που δεν εξοφλούνται εμπρόθεσμα είναι το εφαρμοζόμενο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησης, όπως έχει δημοσιευθεί στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα εντός του οποίου καθίσταται ληξιπρόθεσμη η απαίτηση, προσαυξημένο κατά:

α)

επτά εκατοστιαίες μονάδες όταν το γενεσιουργό αίτιο της απαίτησης είναι δημόσια σύμβαση προμηθειών και υπηρεσιών·

β)

τρεισήμισι εκατοστιαίες μονάδες σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται από την ημερολογιακή ημέρα που έπεται εκείνης κατά την οποία καθίσταται ληξιπρόθεσμο το χρέος σύμφωνα με το χρεωστικό σημείωμα έως την ημερολογιακή ημέρα κατά την οποία εξοφλείται πλήρως το χρέος.

4.   Οποιαδήποτε μερική πληρωμή καλύπτει κατά πρώτο λόγο τους τόκους που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3.

5.   Στην περίπτωση των προστίμων, εφόσον ο οφειλέτης παρέχει οικονομική εγγύηση την οποία δέχεται ο υπόλογος ως προσωρινή πληρωμή, το επιτόκιο που εφαρμόζεται από την ημέρα κατά την οποία καθίσταται ληξιπρόθεσμο το χρέος είναι εκείνο που αναφέρεται στην παράγραφο 2, προσαυξημένο μόνο κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα.

6.   Για να αποφευχθούν οι τόκοι υπερημερίας στην περίπτωση των συνεισφορών των συμμετεχόντων κρατών μελών, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη λαμβάνουν από τον Οργανισμό, υπογεγραμμένες, τις πρωτότυπες επιστολές των προσκλήσεων για συνεισφορές τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από τις ημερομηνίες καταβολής των δόσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 7 σημείο 2.1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Δαπάνες

Άρθρο 30

Γενικές αρχές

1.   Κάθε δαπάνη αποτελεί το αντικείμενο ανάληψης, εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής.

2.   Της αναλήψεως δαπάνης προηγείται απόφαση χρηματοδότησης που εκδίδεται από τον Οργανισμό ή από τις αρχές τις οποίες εξουσιοδοτεί ο Οργανισμός.

Άρθρο 31

Ορισμός της δημοσιονομικής δέσμευσης

1.   Δημοσιονομική δέσμευση είναι η πράξη κράτησης των πιστώσεων που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση μεταγενέστερων πληρωμών προς εκπλήρωση νομικής δέσμευσης. Νομική δέσμευση είναι η πράξη με την οποία ο διατάκτης δημιουργεί ή διαπιστώνει υποχρέωση από την οποία προκύπτει επιβάρυνση. Η δημοσιονομική δέσμευση και η νομική δέσμευση εγκρίνονται από τον ίδιο διατάκτη, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις κατά τα προβλεπόμενα στους κανόνες εφαρμογής.

2.   Η δημοσιονομική δέσμευση είναι ατομική, εφόσον ο δικαιούχος και το ποσό της δαπάνης έχουν προσδιορισθεί. Η δημοσιονομική δέσμευση είναι συνολική, εφόσον τουλάχιστον ένα από τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τον καθορισμό της ατομικής δέσμευσης δεν έχει προσδιορισθεί. Η δημοσιονομική δέσμευση είναι προσωρινή, εφόσον προορίζεται να καλύψει τρέχουσες δαπάνες διοικητικής φύσης των οποίων είτε το ποσό είτε οι τελικοί δικαιούχοι δεν έχουν προσδιορισθεί.

3.   Οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις για την ανάληψη ενεργειών των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη μπορούν να υποδιαιρούνται, επί περισσοτέρων οικονομικών ετών, σε ετήσιες δόσεις, μόνον εφόσον τούτο προβλέπεται από τη βασική πράξη και στην περίπτωση των διοικητικών δαπανών. Εφόσον η δημοσιονομική δέσμευση υποδιαιρείται κατ’ αυτό τον τρόπο σε ετήσιες δόσεις, η νομική δέσμευση αναφέρει την υποδιαίρεση αυτή, εκτός εάν πρόκειται για δαπάνες προσωπικού.

Άρθρο 32

Μηχανισμός ανάληψης υποχρεώσεων

1.   Για κάθε μέτρο που είναι δυνατόν να προκαλέσει δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού, ο υπεύθυνος διατάκτης πρέπει να προβαίνει κατά πρώτον σε δημοσιονομική δέσμευση, πριν αναλάβει νομική δέσμευση έναντι τρίτων.

2.   Οι συνολικές δημοσιονομικές δεσμεύσεις καλύπτουν το συνολικό κόστος των αντίστοιχων ατομικών νομικών δεσμεύσεων που έχουν συναφθεί έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους n + 1.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 31 παράγραφος 3, οι ατομικές νομικές δεσμεύσεις που αφορούν ατομικές ή προσωρινές δημοσιονομικές δεσμεύσεις συνάπτονται πριν από την 31η Δεκεμβρίου του έτους n.

Κατά την εκπνοή των περιόδων που αναφέρονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο, το μη εκτελεσθέν υπόλοιπο αυτών των δημοσιονομικών δεσμεύσεων αποδεσμεύεται από τον υπεύθυνο διατάκτη.

Το ποσόν εκάστης των ατομικών νομικών δεσμεύσεων, που εγκρίνεται κατόπιν συνολικής δέσμευσης, εγγράφεται, πριν από την υπογραφή, στους λογαριασμούς του προϋπολογισμού, από τον υπεύθυνο διατάκτη, και καταλογίζεται στη συνολική δέσμευση.

3.   Οι νομικές δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί για ενέργειες οι οποίες εκτείνονται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη καθώς και οι αντίστοιχες δημοσιονομικές δεσμεύσεις περιλαμβάνουν, εκτός εάν πρόκειται για δαπάνες προσωπικού, καταληκτική ημερομηνία εκτέλεσης που καθορίζεται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Τα τμήματα αυτών των δεσμεύσεων που δεν έχουν εκτελεσθεί έξι μήνες μετά την ημερομηνία αυτή αποδεσμεύονται και οι αντίστοιχες πιστώσεις ακυρώνονται.

Όταν μια νομική δέσμευση δεν οδήγησε σε καμία πληρωμή επί διάστημα τριών ετών, ο υπεύθυνος διατάκτης προβαίνει στην αποδέσμευσή της.

Άρθρο 33

Έγκριση δέσμευσης

1.   Κατά την έγκριση μιας δημοσιονομικής δέσμευσης, ο υπεύθυνος διατάκτης βεβαιώνεται:

α)

για την ακρίβεια του καταλογισμού της δαπάνης στον προϋπολογισμό·

β)

για τη διαθεσιμότητα των πιστώσεων·

γ)

για το συμβιβάσιμο της δαπάνης προς τις διατάξεις των συνθηκών και του προϋπολογισμού, προς τις παρούσες διατάξεις και την ισχύουσα νομοθεσία·

δ)

για την τήρηση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

2.   Κατά την εγγραφή νομικής υποχρέωσης, ο διατάκτης βεβαιώνεται:

α)

για την κάλυψη της υποχρέωσης από την αντίστοιχη δημοσιονομική δέσμευση·

β)

ότι η δαπάνη είναι κανονική και συμβιβάζεται προς τις διατάξεις των συνθηκών και του προϋπολογισμού, προς τις παρούσες διατάξεις και την ισχύουσα νομοθεσία·

γ)

για την τήρηση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Άρθρο 34

Εκκαθάριση των δαπανών

Εκκαθάριση μιας δαπάνης είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος διατάκτης:

α)

επαληθεύει την ύπαρξη των δικαιωμάτων του πιστωτή·

β)

προσδιορίζει ή επαληθεύει την πραγματική κατάσταση και το ποσό της απαίτησης·

γ)

επαληθεύει τους όρους υπό τους οποίους οφείλεται η πληρωμή.

Άρθρο 35

Εντολή πληρωμής των δαπανών

Εντολή πληρωμής των δαπανών είναι η πράξη με την οποία ο υπεύθυνος διατάκτης, αφού επαληθεύσει τη διαθεσιμότητα των πιστώσεων και εκδώσει ένταλμα πληρωμής, παραγγέλλει στον υπόλογο να πληρώσει το ποσό της δαπάνης την οποία έχει εκκαθαρίσει.

Άρθρο 36

Πληρωμή των δαπανών

1.   Η πληρωμή διατάκτη καταβάλλεται με προσκόμιση της απόδειξης ότι η αντίστοιχη ενέργεια είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις της βασικής πράξης ή της σύμβασης και καλύπτει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες πράξεις:

α)

πληρωμή του συνόλου του οφειλόμενου ποσού·

β)

πληρωμή μίας ή περισσότερων ενδιάμεσων πληρωμών.

2.   Γίνεται διάκριση στους λογαριασμούς μεταξύ των διαφόρων τύπων πληρωμής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κατά το χρόνο της εκτέλεσής τους.

3.   Η πληρωμή των δαπανών πραγματοποιείται από τον υπόλογο, εντός του ορίου των διαθέσιμων πιστώσεων.

Άρθρο 37

Προθεσμίες πληρωμών

1.   Η πληρωμή των οφειλόμενων ποσών διενεργείται εντός ανώτατης προθεσμίας 45 ημερολογιακών ημερών που υπολογίζονται από την ημερομηνία καταγραφής μιας παραδεκτής αίτησης πληρωμής από την εξουσιοδοτημένη υπηρεσία του υπεύθυνου διατάκτη. Ως ημερομηνία πληρωμής, νοείται η ημερομηνία κατά την οποία χρεώνεται ο λογαριασμός του Οργανισμού.

Η αίτηση πληρωμής δεν είναι παραδεκτή όταν λείπει τουλάχιστον ένα ουσιώδες στοιχείο.

2.   Παρά την παράγραφο 1, η προθεσμία πληρωμής που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο ορίζεται σε 30 ημερολογιακές ημέρες για τις πληρωμές που συνδέονται με τις συμβάσεις υπηρεσιών ή προμηθειών, εκτός αν η σύμβαση ορίζει άλλως.

3.   Για τις συμβάσεις ή συμφωνίες στις οποίες η πληρωμή εξαρτάται από την έγκριση έκθεσης, οι αναφερόμενες στις παραγράφους 1 και 2 προθεσμίες αρχίζουν να προσμετρώνται μόνο από την έγκριση της σχετικής έκθεσης, είτε ρητά διότι ο δικαιούχος ενημερώθηκε σχετικά είτε σιωπηρά διότι έληξε η συμβατική προθεσμία έγκρισης χωρίς να ανασταλεί από επίσημο έγγραφο απευθυνόμενο στον δικαιούχο.

Η χορηγηθείσα προθεσμία έγκρισης δεν μπορεί να υπερβαίνει:

α)

τις 20 ημερολογιακές ημέρες, για τις απλές συμβάσεις που αφορούν την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών·

β)

τις 45 ημερολογιακές ημέρες, για τις λοιπές συμβάσεις και τις συμβάσεις επιδοτήσεων·

γ)

τις 60 ημερολογιακές ημέρες για τις συμβάσεις στο πλαίσιο των οποίων η αξιολόγηση των τεχνικών παροχών είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη.

4.   Ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί να αναστέλλει την προθεσμία πληρωμής ενημερώνοντας τους πιστωτές, οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ότι η αίτηση πληρωμής δεν μπορεί να γίνει δεκτή, είτε διότι δεν οφείλεται το ποσό είτε διότι δεν έχουν προσκομισθεί τα ενδεδειγμένα δικαιολογητικά. Αν περιέλθει σε γνώση του αρμόδιου διατάκτη πληροφορία που δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την επιλεξιμότητα των δαπανών που εμφαίνονται σε αίτηση πληρωμής, ο διατάκτης μπορεί να αναστέλλει την προθεσμία πληρωμής με σκοπό συμπληρωματικές επαληθεύσεις, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου επιτόπου, προκειμένου να βεβαιωθεί, πριν από την πληρωμή, για την επιλεξιμότητα των δαπανών. Ο διατάκτης ενημερώνει, το συντομότερο δυνατό, τον ενδιαφερόμενο δικαιούχο.

Η υπολειπόμενη προθεσμία πληρωμής αρχίζει πάλι να προσμετράται από την ημερομηνία κατά την οποία καταγράφεται για πρώτη φορά η ορθώς καταρτισθείσα αίτηση πληρωμής.

5.   Κατά την εκπνοή των προβλεπόμενων στις παραγράφους 1 και 2 προθεσμιών, ο πιστωτής μπορεί, εντός δύο μηνών από την παραλαβή της καθυστερημένης πληρωμής, να ζητεί τόκους σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

α)

τα επιτόκια είναι εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο·

β)

οι τόκοι οφείλονται για το διάστημα από την ημερολογιακή ημέρα που έπεται της εκπνοής της προθεσμίας πληρωμής έως την ημέρα πληρωμής.

Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζεται στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Συστήματα πληροφορικής

Άρθρο 38

Λογιστικό λογισμικό

1.   Το λογιστικό λογισμικό του Οργανισμού θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις αρχές που εκτίθενται στους παρόντες δημοσιονομικούς κανόνες.

2.   Τα έγγραφα μπορούν να υπογράφονται με ασφαλή μηχανοργανωμένη ή ηλεκτρονική διαδικασία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Εσωτερικός λογιστικός έλεγχος

Άρθρο 39

Ρόλος του εσωτερικού ελεγκτή

1.   Ο Οργανισμός ορίζει καθήκοντα εσωτερικού ελέγχου που πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τα σχετικά διεθνή πρότυπα. Ο εσωτερικός ελεγκτής, ο οποίος διορίζεται από τον Οργανισμό, υπέχει ευθύνη έναντι αυτού όσον αφορά την επαλήθευση της εύρυθμης λειτουργίας των συστημάτων και των διαδικασιών εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Ο εσωτερικός ελεγκτής δεν μπορεί να είναι ούτε διατάκτης ούτε υπόλογος.

2.   Ο Οργανισμός προβλέπει ειδικούς κανόνες που εφαρμόζονται για τον εσωτερικό ελεγκτή, οι οποίοι εξασφαλίζουν την πλήρη ανεξαρτησία του κατά την άσκηση των καθηκόντων του και θεσπίζουν την ευθύνη του.

Άρθρο 40

Αρμοδιότητες του εσωτερικού ελεγκτή

1.   Ο εσωτερικός ελεγκτής συμβουλεύει τον Οργανισμό ως προς την αντιμετώπιση των κινδύνων, διατυπώνοντας ανεξάρτητα τη γνώμη του σχετικά με την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και εκδίδοντας συστάσεις για τη βελτίωση των όρων εκτέλεσης των πράξεων και για την προώθηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Ο εσωτερικός ελεγκτής είναι ιδίως υπεύθυνος:

α)

για την εκτίμηση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης καθώς και της απόδοσης των υπηρεσιών κατά την υλοποίηση πολιτικών, προγραμμάτων και ενεργειών σε σχέση με τους αντίστοιχους κινδύνους τους·

β)

για την εκτίμηση της καταλληλότητας και της ποιότητας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου και λογιστικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

2.   Ο/Η εσωτερικός ελεγκτής ασκεί τα καθήκοντά του/της ως προς όλες τις δραστηριότητες και τις υπηρεσίες του Οργανισμού. Διαθέτει πλήρη και απεριόριστη πρόσβαση σε κάθε πληροφορία που απαιτείται για την άσκηση των καθηκόντων του/της, εν ανάγκη και επιτόπου.

3.   Ο/Η εσωτερικός ελεγκτής υποβάλλει στον Οργανισμό έκθεση σχετικά με τις διαπιστώσεις και τις συστάσεις του/της. Ο Οργανισμός εξασφαλίζει τη συνέχεια των συστάσεων που προκύπτουν από τους λογιστικούς ελέγχους. Ο εσωτερικός ελεγκτής υποβάλλει επίσης στον Οργανισμό ετήσια έκθεση επί του εσωτερικού λογιστικού ελέγχου, η οποία αναφέρει τον αριθμό και τον τύπο των διεξαχθέντων εσωτερικών λογιστικών ελέγχων, τις διατυπωθείσες συστάσεις και τη συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις αυτές.

4.   Κάθε έτος, ο γενικός διευθυντής διαβιβάζει έκθεση στο διοικητικό συμβούλιο στην οποία συνοψίζονται ο αριθμός και ο τύπος των εσωτερικών λογιστικών ελέγχων που έχουν διεξαχθεί, οι διατυπωθείσες συστάσεις και η συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις αυτές.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΤΗΣΙΟΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

Άρθρο 41

Χρονοδιάγραμμα του προϋπολογισμού και της υποβολής εκθέσεων

Ο Οργανισμός υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο τα ακόλουθα έγγραφα:

α)

έως τις 15 Φεβρουαρίου, πρόταση σχετικά με τις μεταφορές, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11·

β)

έως τις 30 Ιουνίου, συνολική εκτίμηση του σχεδίου γενικού προϋπολογισμού για το επόμενο έτος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1·

γ)

έως τις 30 Σεπτεμβρίου, σχέδιο γενικού προϋπολογισμού για το επόμενο έτος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 9·

δ)

εφόσον απαιτείται, μετά τους πρώτους εννέα μήνες του οικονομικού έτους, αναθεωρημένο προϋπολογισμό για το τρέχον οικονομικό έτος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 13·

ε)

τριμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 42·

στ)

εκθέσεις για τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2·

ζ)

την οικονομική έκθεση που έχει υποβληθεί σε λογιστικό έλεγχο και εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο την 1η Σεπτεμβρίου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 44.

Άρθρο 42

Τριμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις

Κάθε τρεις μήνες, ο γενικός διευθυντής υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο έκθεση για την εκτέλεση των εσόδων και δαπανών κατά το διαρρεύσαν τρίμηνο και από την αρχή του οικονομικού έτους.

Άρθρο 43

Σώμα ελεγκτών

1.   Μετά το τέλος κάθε οικονομικού έτους, διενεργείται εξωτερικός λογιστικός έλεγχος των δαπανών, συμπεριλαμβανομένων του λειτουργικού και του επιχειρησιακού προϋπολογισμού, καθώς και των εσόδων που διαχειρίζεται ο Οργανισμός.

2.   Το σώμα των ελεγκτών αποτελείται από τρεις ελεγκτές προερχόμενους από τρία διαφορετικά συμμετέχοντα κράτη μέλη και επικουρούμενους από προσωπικό αναλόγως των αναγκών, το οποίο τελεί υπό την ευθύνη τους.

3.   Τα μέλη του σώματος των ελεγκτών διορίζονται για διάστημα τριών διαδοχικών ελέγχων εκτός από τα αρχικά μέλη που διορίζονται για τρεις, δύο και έναν έλεγχο, αντιστοίχως. Πρέπει να διασφαλίζεται η δίκαιη εκ περιτροπής εναλλαγή των συμμετεχόντων κρατών μελών που επιθυμούν να αποστείλουν ελεγκτές.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει το σώμα των ελεγκτών επιλέγοντας μεταξύ των υποψηφίων που προτείνουν τα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Οι υποψήφιοι πρέπει να είναι κατά προτίμηση μέλη του ανώτατου εθνικού οργανισμού λογιστικών ελέγχων του συμμετέχοντος κράτους μέλους και να παρέχουν επαρκή εχέγγυα ασφάλειας και ανεξαρτησίας. Πρέπει να είναι έτοιμοι να αναλάβουν καθήκοντα για λογαριασμό του Οργανισμού, ανάλογα με τις ανάγκες. Κατά την άσκηση των καθηκόντων αυτών:

α)

τα μέλη του σώματος των ελεγκτών εξακολουθούν να πληρώνονται από τον φορέα λογιστικού ελέγχου από τον οποίον προέρχονται, ενώ από τον Οργανισμό εισπράττουν μόνον τα έξοδα αποστολής τους επί της αυτής βάσεως με εκείνη που προβλέπεται στους κανόνες που εφαρμόζονται στους ομοιόβαθμούς τους υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

β)

δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν πλην του διοικητικού συμβουλίου· στο πλαίσιο της εντολής λογιστικού ελέγχου, το σώμα των ελεγκτών και τα μέλη αυτού είναι εντελώς ανεξάρτητα και ευθύνονται μόνον για τη διενέργεια του εξωτερικού λογιστικού ελέγχου·

γ)

δίνουν αναφορά για την αποστολή τους μόνο στο διοικητικό συμβούλιο·

δ)

εξακριβώνουν εάν έχουν εκτελεσθεί τα έσοδα και οι δαπάνες που διαχειρίζεται ο Οργανισμός, τηρούμενων της ισχύουσας νομοθεσίας και των αρχών της ορθής οικονομικής διαχείρισης, και σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας.

5.   Το σώμα των ελεγκτών εκλέγει, κάθε χρόνο, τον πρόεδρό του για το επόμενο οικονομικό έτος. Θεσπίζει τους κανόνες που ισχύουν για τους λογιστικούς ελέγχους που διενεργούν τα μέλη του σύμφωνα με τα πλέον αυστηρά διεθνή πρότυπα περί λογιστικών ελέγχων. Το σώμα των ελεγκτών εγκρίνει τις εκθέσεις λογιστικού ελέγχου που συντάσσουν τα μέλη του πριν αυτές διαβιβασθούν στον γενικό διευθυντή και στο διοικητικό συμβούλιο.

6.   Οι ελεγκτές μεριμνούν για την τήρηση της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών και για την προστασία των δεδομένων που περιέρχονται εις γνώση τους κατά τη διάρκεια του λογιστικού ελέγχου, σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται για τις εν λόγω πληροφορίες και δεδομένα.

7.   Οι ελεγκτές έχουν πρόσβαση αμελλητί και χωρίς προειδοποίηση στα έγγραφα και στο περιεχόμενο οιουδήποτε υποθέματος πληροφοριών σχετικά με τα έσοδα και τις δαπάνες αυτές, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 22, καθώς και στους χώρους όπου φυλάσσονται τα εν λόγω έγγραφα και υποθέματα πληροφοριών. Μπορούν να λαμβάνουν αντίγραφα. Οι συμμετέχοντες στην εκτέλεση των εσόδων και των δαπανών του Οργανισμού παρέχουν στον γενικό διευθυντή και τους υπεύθυνους για το λογιστικό έλεγχο των δαπανών την αναγκαία βοήθεια για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Οι δαπάνες που συνδέονται με τον λογιστικό έλεγχο βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού.

8.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί, προτάσει του γενικού διευθυντή ή κράτους μέλους, να ορίζει ανά πάσα στιγμή πρόσθετους εξωτερικούς ελεγκτές, των οποίων καθορίζει την αποστολή και τους όρους απασχόλησης.

Άρθρο 44

Ετήσιος λογιστικός έλεγχος

1.   Έως τις 31 Μαρτίου που έπεται της λήξεως του οικονομικού έτους, ο γενικός διευθυντής υποβάλλει στο σώμα των ελεγκτών, προς εξέταση και γνωμοδότηση, σχέδιο της ετήσιας οικονομικής έκθεσης.

Η οικονομική έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας αποτελείται από διάφορα τμήματα, και ιδίως:

α)

την έκθεση πεπραγμένων, στην οποία περιγράφονται οι κύριες πτυχές του οικονομικού έτους·

β)

τους ετήσιους λογαριασμούς διαχείρισης στους οποίους περιλαμβάνονται, για κάθε προϋπολογισμό που διαχειρίζεται ο Οργανισμός, οι πιστώσεις, οι αναληφθείσες και πληρωθείσες δαπάνες καθώς επίσης διάφορα έσοδα και τα έσοδα που προέρχονται από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη και άλλα μέρη·

γ)

τον ισολογισμό ως έχει στο τέλος του οικονομικού έτους, στον οποίο εμφαίνονται τα στοιχεία του ενεργητικού και οι υποχρεώσεις του Οργανισμού και λαμβάνεται υπόψη η απαξίωση και η τυχόν διάθεση περιουσιακών στοιχείων.

2.   Έως τις 15 Ιουνίου που έπεται της λήξεως του οικονομικού έτους, το σώμα των ελεγκτών υποβάλλει στον γενικό διευθυντή την ετήσια έκθεσή του από τον λογιστικό έλεγχο που διεξήγαγε, στην οποία περιλαμβάνεται η γνώμη και οι παρατηρήσεις του σώματος σχετικά με το σχέδιο της ετήσιας οικονομικής έκθεσης, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.   Έως τις 15 Ιουλίου που έπεται της λήξεως του οικονομικού έτους, ο γενικός διευθυντής υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο την οικονομική έκθεση που έχει υποβληθεί σε λογιστικό έλεγχο και την έκθεση επί του λογιστικού ελέγχου, συνοδευόμενες από τις απαντήσεις του.

4.   Έως την 1η Σεπτεμβρίου που έπεται της λήξεως του οικονομικού έτους, το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει την οικονομική έκθεση που έχει υποβληθεί σε λογιστικό έλεγχο και απαλλάσσει τον γενικό διευθυντή και τον υπόλογο για το οικονομικό έτος.

5.   Αφού εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο, η δημοσίευση της οικονομικής έκθεσης που έχει υποβληθεί σε λογιστικό έλεγχο κοινοποιείται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.   Όλοι οι λογαριασμοί και οι καταστάσεις υλικού φυλάσσονται από τον υπόλογο επί μία πενταετία από την ημερομηνία χορήγησης της απαλλαγής τους.

Άρθρο 45

Τελικό άρθρο

Οι παρόντες δημοσιονομικοί κανόνες δεν θίγουν υφιστάμενα μέτρα τα οποία έχουν λάβει τα συμμετέχοντα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 296 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή δυνάμει των άρθρων 10 και 14 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (3).


(1)  ΕΕ L 245 της 17.7.2004, σ. 17.

(2)  ΕΕ L 253 της 7.10.2000, σ. 42.

(3)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/97/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 107).


ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΜΥΝΑΣ («ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ»)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί και πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 2

Αρχές ανάθεσης και συμβάσεις υποδιαιρούμενες σε μέρη

Άρθρο 3

Δημοσίευση

Άρθρο 4

Διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων

Άρθρο 5

Κατώτατα όρια και υπολογισμός της αξίας συμβάσεων

Άρθρο 6

Πρόσκληση υποβολής προσφορών

Άρθρο 7

Συμμετοχή στις διαδικασίες υποβολής προσφορών

Άρθρο 8

Συμφωνία του ΠΟΕ για τις δημόσιες συμβάσεις

Άρθρο 9

Κριτήρια αποκλεισμού

Άρθρο 10

Σύγκρουση συμφερόντων και ψευδείς δηλώσεις

Άρθρο 11

Κεντρική βάση δεδομένων

Άρθρο 12

Διοικητικές ή οικονομικές κυρώσεις

Άρθρο 13

Κριτήρια επιλογής και διαδικασίες ανάθεσης

Άρθρο 14

Γενικές αρχές για τις υποβολές προσφορών

Άρθρο 15

Επαφές μεταξύ του Οργανισμού και των υποψηφίων ή των προσφερόντων

Άρθρο 16

Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

Άρθρο 17

Ακύρωση ή εγκατάλειψη της διαδικασίας

Άρθρο 18

Εγγυήσεις

Άρθρο 19

Νόθευση της διαδικασίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 20

Συμφωνίες-πλαίσια και επιμέρους συμβάσεις

Άρθρο 21

Διαφήμιση των συμβάσεων που εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ

Άρθρο 22

Διαφήμιση των συμβάσεων που δεν εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ

Άρθρο 23

Δημοσίευση των προκηρύξεων

Άρθρο 24

Άλλες μορφές διαφήμισης

Άρθρο 25

Τυπολογία των διαδικασιών ανάθεσης

Άρθρο 26

Αριθμός υποψηφίων στις κλειστές διαδικασίες ή στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση

Άρθρο 27

Ρυθμίσεις για τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση

Άρθρο 28

Διαγωνισμοί μελετών

Άρθρο 29

Δυναμικό σύστημα αγορών

Άρθρο 30

Ανταγωνιστικός διάλογος

Άρθρο 31

Προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης

Άρθρο 32

Προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση με προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης

Άρθρο 33

Προσκλήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος

Άρθρο 34

Συμβάσεις μικρού ύψους

Άρθρο 35

Κατώτατα όρια για τις προκηρύξεις προκαταρκτικής ενημέρωσης

Άρθρο 36

Κατώτατα όρια εφαρμοστέα στις διαδικασίες δυνάμει της οδηγίας 2004/18/ΕΚ

Άρθρο 37

Έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών

Άρθρο 38

Τεχνικές προδιαγραφές

Άρθρο 39

Αναθεώρηση των τιμών

Άρθρο 40

Διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις

Άρθρο 41

Αποδεικτικά έγγραφα

Άρθρο 42

Κριτήρια επιλογής

Άρθρο 43

Οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα

Άρθρο 44

Τεχνική και επαγγελματική ικανότητα

Άρθρο 45

Τρόποι και κριτήρια ανάθεσης

Άρθρο 46

Χρήση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών

Άρθρο 47

Υπερβολικά χαμηλές προσφορές

Άρθρο 48

Προθεσμίες παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής

Άρθρο 49

Προθεσμίες πρόσβασης στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών

Άρθρο 50

Προθεσμίες σε επείγουσες περιπτώσεις

Άρθρο 51

Τρόποι υποβολής

Άρθρο 52

Αποσφράγιση των προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής

Άρθρο 53

Επιτροπή αξιολόγησης των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής

Άρθρο 54

Άρθρο 296 ΣΕΚ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ

Άρθρο 55

Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 56

Αξιολόγηση των προτάσεων

Άρθρο 57

Περιεχόμενο των προσκλήσεων υποβολής προτάσεων

Άρθρο 58

Αιτήσεις για χρηματοδοτικές συνεισφορές

Άρθρο 59

Περιεχόμενο της συμφωνίας χρηματοδοτικής συνεισφοράς

Άρθρο 60

Δικαιολογητικά που συνοδεύουν τις αιτήσεις πληρωμής

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί και πεδίο εφαρμογής

1.   Οι δημόσιες συμβάσεις είναι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτονται εγγράφως από τον Οργανισμό, ο οποίος ενεργεί ως αναθέτουσα αρχή, με σκοπό την προμήθεια κινητών ή ακινήτων αγαθών, την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών, έναντι της πληρωμής τιμήματος το οποίο καταβάλλεται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τον γενικό προϋπολογισμό.

Οι δημόσιες συμβάσεις περιλαμβάνουν:

α)

τις συμβάσεις που αφορούν την αγορά ή μίσθωση ακινήτου·

β)

τις συμβάσεις προμηθειών·

γ)

τις συμβάσεις έργων·

δ)

τις συμβάσεις υπηρεσιών.

2.

α)

Οι συμβάσεις επί ακινήτων έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη μακροχρόνια μίσθωση με εμπράγματο δικαίωμα (εμφύτευση), τη χρηματοδοτική μίσθωση, την απλή μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση, με ή χωρίς δικαίωμα προαίρεσης για αγορά, οικοπέδων, υφισταμένων κτιρίων ή άλλων ακινήτων.

β)

Οι συμβάσεις προμηθειών έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, την απλή μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση, με ή χωρίς δικαίωμα προαίρεσης για αγορά, προϊόντων. Σύμβαση η οποία έχει ως αντικείμενο την προμήθεια προϊόντων και, δευτερευόντως, τις εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης των προϊόντων αυτών, θεωρείται ως σύμβαση προμηθειών.

γ)

Οι συμβάσεις έργων έχουν ως αντικείμενο είτε την εκτέλεση είτε τη μελέτη και εκτέλεση τεχνικών εργασιών ή έργων που συνδέονται με τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (1), είτε την υλοποίηση με οποιοδήποτε μέσο ενός τεχνικού έργου ανταποκρινόμενου στις ανάγκες που έχει προσδιορίσει ο Οργανισμός. Ένα τεχνικό έργο είναι το αποτέλεσμα ενός συνόλου εργασιών, οικοδομικών ή πολιτικού μηχανικού, και προορίζεται αφ’ εαυτού για την κάλυψη μιας οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας.

δ)

Οι συμβάσεις υπηρεσιών έχουν ως αντικείμενο όλες τις περιπτώσεις παροχής πνευματικών ή μη πνευματικών υπηρεσιών που δεν καλύπτονται από τις συμβάσεις προμηθειών, έργων και ακινήτων. Οι υπηρεσίες αυτές απαριθμούνται στα παραρτήματα ΙΙΑ και ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ.

ε)

Σύμβαση που έχει ως αντικείμενο τόσο προϊόντα όσο και υπηρεσίες θεωρείται σύμβαση υπηρεσιών εφόσον η αξία των αντίστοιχων υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων που εντάσσονται στη σύμβαση αυτή.

Σύμβαση η οποία έχει ως αντικείμενο υπηρεσίες και περιλαμβάνει έργα που συνδέονται μόνο παρεμπιπτόντως με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, θεωρείται ως σύμβαση υπηρεσιών.

Σύμβαση η οποία έχει ως αντικείμενο υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙΑ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙΒ της αυτής οδηγίας θεωρείται ως καλυπτόμενη από το παράρτημα ΙΙΑ εάν η αξία των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε αυτό το παράρτημα υπερβαίνει την αξία των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙΒ.

στ)

Ο χαρακτηρισμός των διαφόρων ειδών σύμβασης βασίζεται στην ονοματολογία αναφοράς την οποία συνιστά το κοινό λεξιλόγιο των δημοσίων συμβάσεων (CPV) κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

Σε περίπτωση αποκλίσεων μεταξύ της ονοματολογίας CPV και της ονοματολογίας της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (NACE) του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, ή μεταξύ της ονοματολογίας CPV και της ονοματολογίας κεντρικής ταξινόμησης των προϊόντων (CPC προσωρινή εκδοχή) του παραρτήματος ΙΙ της εν λόγω οδηγίας, υπερισχύει, αντίστοιχα, η ονοματολογία NACE ή η ονοματολογία CPC.

ζ)

Οι όροι «εργολήπτης», «προμηθευτής» και «πάροχος υπηρεσιών» προσδιορίζουν κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή φορέα του δημοσίου, ή κοινοπραξία αυτών των προσώπων ή/και οργανισμών που προσφέρει, αντίστοιχα, την εκτέλεση έργων ή/και εργασιών, την προμήθεια αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά. Ο όρος «οικονομικός παράγων» καλύπτει ταυτόχρονα τους όρους «εργολήπτης», «προμηθευτής» και «πάροχος υπηρεσιών». Ο οικονομικός παράγων που έχει υποβάλει προσφορά, προσδιορίζεται ως «προσφέρων». Εκείνος που ζητεί να κληθεί να συμμετάσχει σε κλειστή διαδικασία, συμπεριλαμβανόμενου του ανταγωνιστικού διαλόγου, ή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, προσδιορίζεται ως «υποψήφιος».

η)

Ο όρος «επιχειρησιακός προϋπολογισμός» αναφέρεται στο άρθρο 2 των δημοσιονομικών κανόνων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και ο όρος «λειτουργικός προϋπολογισμός» στον γενικό προϋπολογισμό (όπως ορίζεται στο άρθρο 1 των δημοσιονομικών κανόνων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας), εκτός από τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό.

θ)

Ο όρος «σύμβαση σχετική με την άμυνα» αναφέρεται σε συμβάσεις που πρόκειται να συναφθούν από τον Οργανισμό σε τομείς για τους οποίους τα κράτη μέλη μπορούν να επικαλεσθούν την εξαίρεση του άρθρου 10 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ.

Άρθρο 2

Αρχές ανάθεσης και συμβάσεις υποδιαιρούμενες σε μέρη

1.   Όλες οι δημόσιες συμβάσεις που χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τον γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού τηρούν τις αρχές της διαφάνειας, της αναλογικότητας, της ίσης μεταχείρισης και της μη διάκρισης.

2.   Όλες οι δημόσιες συμβάσεις αποτελούν αντικείμενο διαγωνισμών σε όσο το δυνατόν ευρύτερη βάση, εκτός των περιπτώσεων προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ).

3.   Η εκτιμώμενη αξία μιας σύμβασης δεν μπορεί να καθορίζεται με σκοπό να παρακάμπτονται οι απαιτήσεις που ορίζονται στις παρούσες διατάξεις, ούτε επιτρέπεται η κατάτμηση μιας σύμβασης για τον σκοπό αυτό.

4.   Οσάκις το αντικείμενο μιας σύμβασης προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων υποδιαιρείται σε περισσότερα του ενός μέρη, καθένα από τα οποία αποτελεί το αντικείμενο χωριστής σύμβασης, το ποσό κάθε μέρους πρέπει να συνυπολογίζεται κατά τον συνολικό προσδιορισμό του εφαρμοστέου κατώτατου ορίου.

Οσάκις το συνολικό ποσό των μερών είναι ίσο ή ανώτερο των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 36, τότε τα άρθρα 3 και 4 εφαρμόζονται για καθένα από τα μέρη, εκτός από τα μέρη των οποίων το εκτιμώμενο ύψος είναι κατώτερο των 80 000 ευρώ, για τις συμβάσεις υπηρεσιών ή προμηθειών, ή του ενός εκατομμυρίου ευρώ, για τις συμβάσεις έργων, αρκεί το άθροισμα των ποσών των μερών αυτών να μην υπερβαίνει το 20 % του αθροίσματος των ποσών όλων των μερών της εκάστοτε σύμβασης.

5.   Οσάκις σκοπούμενη αγορά ομοιογενών προμηθειών μπορεί να οδηγήσει στην ταυτόχρονη ανάθεση χωριστών μερών, ως βάση για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου κατώτατου ορίου λαμβάνεται το εκτιμώμενο ποσό όλων μαζί των μερών.

Άρθρο 3

Δημοσίευση

1.   Εκτός από την περίπτωση μυστικών συμβάσεων και εκτός εάν ορίζεται άλλως στους παρόντες κανόνες για τις συμβάσεις τις σχετικές με την άμυνα, όλες οι συμβάσεις που υπερβαίνουν τα κατώτατα όρια που ορίζονται στην οδηγία 2004/18/ΕΚ, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι προκηρύξεις των συμβάσεων δημοσιεύονται εκ των προτέρων εκτός από τις περιπτώσεις των συμβάσεων μικρού ύψους που αναφέρονται στο άρθρο 34 και εκτός εάν ορίζεται άλλως στους παρόντες κανόνες.

Η δημοσίευση ορισμένων πληροφοριών μετά την ανάθεση της σύμβασης μπορεί να παραλείπεται στις περιπτώσεις που τούτο θα εμπόδιζε την εφαρμογή του δικαίου, θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή προς το συμφέρον του Οργανισμού ή της Ένωσης, θα έθιγε τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή θα παρέβλαπτε, ενδεχομένως, τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των εν λόγω επιχειρήσεων.

2.   Οι συμβάσεις των οποίων η αξία είναι κατώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 34, αποτελούν αντικείμενο κατάλληλης διαφήμισης, εκτός εάν ορίζεται άλλως στους παρόντες κανόνες.

Άρθρο 4

Διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων

Οι διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων λαμβάνουν μια από τις ακόλουθες μορφές:

α)

την ανοικτή διαδικασία·

β)

την κλειστή διαδικασία·

γ)

τον διαγωνισμό μελετών·

δ)

το δυναμικό σύστημα αγορών·

ε)

τον ανταγωνιστικό διάλογο·

στ)

τη διαδικασία με διαπραγμάτευση.

Άρθρο 5

Κατώτατα όρια και υπολογισμός της αξίας συμβάσεων

1.   Εκτός εάν ορίζεται άλλως, στους παρόντες κανόνες, για τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις, η οδηγία 2004/18/ΕΚ ορίζει τα κατώτατα όρια τα οποία καθορίζουν:

α)

τις ρυθμίσεις περί δημοσίευσης που αναφέρονται στο άρθρο 3·

β)

την επιλογή των διαδικασιών που αναφέρονται στο άρθρο 4·

γ)

τις αντίστοιχες προθεσμίες.

2.   Εναπόκειται στον αρμόδιο κύριο ή δευτερεύοντα διατάκτη να εκτιμήσει κατά πόσον έχουν καλυφθεί τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Κατά τον υπολογισμό του εκτιμώμενου ύψους μιας σύμβασης, ο Οργανισμός συμπεριλαμβάνει τις συνολικές εκτιμώμενες απολαβές του αναδόχου.

Οσάκις μια σύμβαση προβλέπει δικαιώματα προαίρεσης ή την πιθανότητα ανανέωσής της, ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσό, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης και της ανανέωσης.

Η εκτίμηση αυτή πραγματοποιείται κατά την αποστολή της προκήρυξης προς δημοσίευση ή, οσάκις δεν προβλέπεται δημοσίευση, κατά τη στιγμή που ο Οργανισμός ξεκινά τη διαδικασία ανάθεσης.

4.   Όσον αφορά τις συμφωνίες-πλαίσια και τα δυναμικά συστήματα αγορών, η αξία που λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη αξία όλων των συμβάσεων που προβλέπονται για όλη τη διάρκεια της συμφωνίας-πλαισίου ή του δυναμικού συστήματος αγορών.

5.   Για τις συμβάσεις υπηρεσιών, συνυπολογίζονται:

α)

για τις ασφαλίσεις, τα καταβλητέα ασφάλιστρα και οι άλλες μορφές ανταπόδοσης·

β)

για τις τραπεζικές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι αμοιβές, οι προμήθειες, οι τόκοι και οι άλλες μορφές ανταπόδοσης·

γ)

για τις συμβάσεις που συνεπάγονται μελέτη, οι αμοιβές, οι προμήθειες και οι άλλες μορφές ανταπόδοσης.

6.   Για συμβάσεις υπηρεσιών που δεν αναφέρουν συνολικό ύψος ή για συμβάσεις προμηθειών που έχουν ως αντικείμενο χρηματοδοτική μίσθωση, απλή μίσθωση ή μίσθωση-πώληση, ως βάση για τον υπολογισμό του εκτιμώμενου ύψους τους λαμβάνεται:

α)

για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου:

i)

διάρκειας ίσης ή κατώτερης των σαράντα οκτώ μηνών, για τις συμβάσεις υπηρεσιών, ή των δώδεκα μηνών για τις συμβάσεις προμηθειών: το συνολικό ποσό για όλη τη διάρκεια αυτή,

ii)

διάρκειας ανώτερης των δώδεκα μηνών, για τις συμβάσεις προμηθειών: το συνολικό ποσό, συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης υπολειμματικής αξίας·

β)

για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου ή, όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών, ανώτερου των σαράντα οκτώ μηνών, το μηνιαίο ποσό επί σαράντα οκτώ.

7.   Για τις συμβάσεις υπηρεσιών ή προμηθειών που παρουσιάζουν επαναληπτικότητα ή που πρόκειται να ανανεωθούν εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού:

α)

είτε το συνολικό πραγματικό ύψος των διαδοχικών παρεμφερών συμβάσεων που συνήφθησαν, για την ίδια κατηγορία υπηρεσιών ή προμηθειών, κατά τους προηγηθέντες δώδεκα μήνες ή το προηγηθέν οικονομικό έτος, διορθωμένο, ει δυνατόν, για να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές των ποσοτήτων ή των τιμών που τυχόν επήλθαν κατά τη διάρκεια των δώδεκα μηνών μετά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης·

β)

είτε το συνολικό εκτιμώμενο ποσό των διαδοχικών συμβάσεων που πρόκειται να συναφθούν κατά τους δώδεκα μήνες μετά την πρώτη παροχή υπηρεσιών ή παράδοση, ή κατά τη διάρκεια της σύμβασης, εφόσον αυτή υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.

8.   Για τις συμβάσεις έργων, λαμβάνεται υπόψη, πέρα από την αξία των έργων, η συνολική εκτιμώμενη αξία των προμηθειών που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των εργασιών και παραδίδονται στον εργολήπτη από τον Οργανισμό.

Άρθρο 6

Πρόσκληση υποβολής προσφορών

Το αντικείμενο της σύμβασης περιγράφεται πλήρως, σαφώς και επακριβώς στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

Άρθρο 7

Συμμετοχή στις διαδικασίες υποβολής προσφορών

1.   Η συμμετοχή στις διαδικασίες υποβολής προσφορών είναι ανοικτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των συνθηκών και σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τρίτης χώρας που έχει συνάψει με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες ειδική συμφωνία στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, υπό τους όρους που ορίζονται στη συμφωνία αυτή.

2.   Η συμμετοχή στις διαδικασίες υποβολής προσφορών για σχετικές με την άμυνα συμβάσεις είναι ανοικτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τα οποία διαθέτουν κατάλληλη για την εκάστοτε σύμβαση τεχνολογική ή/και βιομηχανική βάση στο έδαφος οιουδήποτε εκ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στο έδαφος οιασδήποτε τρίτης χώρας που έχει συνάψει διοικητική συμφωνία με τον Οργανισμό στην οποία να ορίζεται ότι τα φυσικά και νομικά πρόσωπα αυτής της χώρας μπορούν να συμμετέχουν σε διαδικασίες υποβολής προσφορών για σχετικές με την άμυνα συμβάσεις, υπό τους όρους που ορίζονται στην εν λόγω συμφωνία.

3.   Οι κοινοπραξίες οικονομικών παραγόντων επιτρέπεται να υποβάλουν προσφορές ή να είναι υποψήφιες. Ο Οργανισμός δεν μπορεί να απαιτεί από τις κοινοπραξίες να έχουν συγκεκριμένη νομική μορφή προκειμένου να μπορούν να υποβάλουν προσφορά ή να ζητήσουν να λάβουν μέρος, είναι όμως δυνατό να ζητηθεί από την επιλεγείσα κοινοπραξία να λάβει συγκεκριμένη νομική μορφή εφόσον της ανατεθεί η σύμβαση, εάν η αλλαγή αυτή είναι αναγκαία για την απρόσκοπτη εκτέλεση της σύμβασης.

Άρθρο 8

Συμφωνία του ΠΟΕ για τις δημόσιες συμβάσεις

Εκτός από τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις, στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η πολυμερής συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις η οποία συνάφθηκε στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, οι συμβάσεις είναι επίσης ανοικτές στους υπηκόους των κρατών που επικύρωσαν την εν λόγω συμφωνία, υπό τους όρους που ορίζονται στη συμφωνία αυτή.

Άρθρο 9

Κριτήρια αποκλεισμού

1.   Από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύμβασης αποκλείονται οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες:

α)

οι οποίοι τελούν υπό καθεστώς πτώχευσης, εκκαθάρισης, αναγκαστικής διαχείρισης ή πτωχευτικού συμβιβασμού, παύσης της δραστηριότητας ή κατά των οποίων έχει κινηθεί σχετική διαδικασία ή σε κάθε ανάλογη περίπτωση που απορρέει από διαδικασία της αυτής φύσεως προβλεπόμενη από τις εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις·

β)

οι οποίοι έχουν καταδικασθεί για αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική τους διαγωγή, με απόφαση η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου·

γ)

οι οποίοι έχουν υποπέσει σε σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα που έχει αποδειχθεί με οποιοδήποτε μέσο έχει στη διάθεσή του ο Οργανισμός·

δ)

οι οποίοι δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή των φόρων σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένοι ή εκείνες της χώρας του Οργανισμού ή τις διατάξεις της χώρας στην οποία πρέπει να εκτελεσθεί η σύμβαση·

ε)

κατά των οποίων έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για απάτη, δωροδοκία, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση ή οποιαδήποτε άλλη παράνομη δραστηριότητα που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων ή του Οργανισμού·

στ)

οι οποίοι, κατόπιν άλλης διαδικασίας σύμβασης που χρηματοδοτήθηκαν από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τον γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού, κρίνονται ότι διέπραξαν σοβαρή παράβαση συμβάσεως λόγω μη τήρησης των συμβατικών τους υποχρεώσεων.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 41, οι υποψήφιοι ή προσφέροντες πρέπει να πιστοποιούν ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 10

Σύγκρουση συμφερόντων και ψευδείς δηλώσεις

Δεν είναι δυνατή η ανάθεση συμβάσεων σε υποψήφιους ή προσφέροντες οι οποίοι, κατά τη διαδικασία της σύμβασης:

α)

τελούν υπό κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων·

β)

έχουν καταστεί ένοχοι ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που ζητήθηκαν από τον Οργανισμό για την συμμετοχή τους στη διαδικασία της σύμβασης ή δεν έχουν παράσχει αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 11

Κεντρική βάση δεδομένων

Ο Οργανισμός συγκροτεί κεντρική βάση δεδομένων στην οποία περιέχονται οι λεπτομέρειες που αφορούν τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, οι οποίοι ευρίσκονται σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10. Μόνος στόχος αυτής της βάσης δεδομένων είναι να εξασφαλίζεται, τηρουμένων των κοινοτικών κανόνων σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η ορθή εφαρμογή των άρθρων 9 και 10.

Άρθρο 12

Διοικητικές ή οικονομικές κυρώσεις

Ο Οργανισμός μπορεί να επιβάλλει διοικητικές ή οικονομικές κυρώσεις στους υποψήφιους ή προσφέροντες που εμπίπτουν σε μία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που προβλέπονται στα άρθρα 9 και 10, αφού τους παρασχεθεί η δυνατότητα να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους.

Οι κυρώσεις αυτές μπορούν να συνίστανται:

α)

στον αποκλεισμό του εν λόγω υποψηφίου ή προσφέροντος, για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, από τις συμβάσεις που χρηματοδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού·

β)

στην πληρωμή χρηματικών προστίμων από τον ανάδοχο, στην περίπτωση του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχείο στ), και από τον υποψήφιο ή τον προσφέροντα, στις περιπτώσεις του άρθρου 10, εφόσον αυτές είναι πραγματικά σοβαρές και εντός του ορίου της αξίας της σχετικής σύμβασης.

Οι επιβαλλόμενες κυρώσεις είναι ανάλογες με το μέγεθος της σύμβασης και τη σοβαρότητα του παραπτώματος.

Άρθρο 13

Κριτήρια επιλογής και διαδικασίες ανάθεσης

1.   Τα κριτήρια επιλογής για την αξιολόγηση των ικανοτήτων των υποψηφίων ή των προσφερόντων και τα κριτήρια ανάθεσης για την αξιολόγηση του περιεχομένου των προσφορών καθορίζονται εκ των προτέρων και διευκρινίζονται στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

2.   Οι συμβάσεις μπορούν να ανατίθενται με μειοδοτικό διαγωνισμό ή με τη διαδικασία της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς.

Άρθρο 14

Γενικές αρχές για τις υποβολές προσφορών

1.   Οι ρυθμίσεις για την υποβολή προσφορών εξασφαλίζουν την ύπαρξη γνήσιου ανταγωνισμού και ότι το περιεχόμενο των προσφορών παραμένει εμπιστευτικό μέχρις ότου αποσφραγισθούν όλες οι προσφορές ταυτοχρόνως.

2.   Ο Οργανισμός μπορεί να απαιτήσει από τους προσφέροντες να καταθέσουν προηγούμενη εγγύηση, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 18, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι υποβληθείσες προσφορές δεν πρόκειται να ανακληθούν.

3.   Εξαιρουμένων των συμβάσεων η αξία των οποίων είναι μικρότερη ή ίση προς 60 000 ευρώ, οι υποψηφιότητες ή οι προσφορές αποσφραγίζονται από την οριζόμενη προς τον σκοπό αυτό επιτροπή αποσφράγισης. Κάθε υποψηφιότητα ή προσφορά, την οποία η επιτροπή κρίνει ότι δεν πληροί τους τεθέντες όρους, απορρίπτεται.

4.   Όλες οι υποψηφιότητες ή προσφορές που κρίνονται ότι δεν πληρούν τους τεθέντες όρους από την επιτροπή αποσφράγισης, αξιολογούνται, βάσει κριτηρίων επιλογής και ανάθεσης που έχουν ορισθεί εκ των προτέρων στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, από επιτροπή οριζόμενη προς τον σκοπό αυτό προκειμένου να προτείνει σε ποιον θα πρέπει να ανατεθεί η σύμβαση.

Άρθρο 15

Επαφές μεταξύ του Οργανισμού και των υποψηφίων ή των προσφερόντων

1.   Καθ’ ον χρόνον βρίσκεται υπό εξέλιξη η διαδικασία της σύμβασης, όλες οι επαφές μεταξύ του Οργανισμού και υποψηφίων ή προσφερόντων πρέπει να πληρούν όρους που να εξασφαλίζουν τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση υπό τους όρους που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3. Οι επαφές αυτές δεν μπορούν να οδηγήσουν στη μεταβολή των όρων της σύμβασης ή των όρων της αρχικής προσφοράς.

2.   Πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των προσφορών, για τα συμπληρωματικά έγγραφα και πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 49, ο Οργανισμός μπορεί:

α)

με πρωτοβουλία των προσφερόντων, να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες με αποκλειστικό σκοπό την αποσαφήνιση της φύσης της σύμβασης· οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται ταυτόχρονα σε όλους τους προσφέροντες που έχουν ζητήσει τη συγγραφή υποχρεώσεων·

β)

με δική της πρωτοβουλία, και εφόσον διαπιστώσει σφάλμα, ανακρίβεια, παράλειψη ή οποιαδήποτε άλλη ουσιώδη ανεπάρκεια στο κείμενο της προκήρυξης του διαγωνισμού, της πρόσκλησης υποβολής προσφορών ή της συγγραφής υποχρεώσεων, να ενημερώσει τους ενδιαφερόμενους ταυτόχρονα και με όρους απολύτως ταυτόσημους με εκείνους της προκήρυξης της διαγωνιστικής διαδικασίας.

3.   Μετά την αποσφράγιση των προσφορών, και σε περίπτωση που μια προσφορά προκαλέσει αιτήματα αποσαφήνισης ή που πρόκειται να διορθωθούν προφανή ουσιώδη σφάλματα στο κείμενο της προσφοράς, ο Οργανισμός μπορεί να έλθει σε επαφή με τον προσφέροντα, χωρίς η επαφή αυτή να μπορεί να οδηγήσει σε τροποποίηση του περιεχομένου της προσφοράς.

4.   Σε όλες τις περιπτώσεις όπου πραγματοποιούνται τέτοιες επαφές, συντάσσεται «σημείωμα για τον φάκελο».

5.   Στην περίπτωση συμβάσεων για νομικές υπηρεσίες κατά την έννοια του παραρτήματος ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και στην περίπτωση συμβάσεων σχετικών με την άμυνα, ο Οργανισμός μπορεί να προβαίνει στις αναγκαίες επαφές με τους προσφέροντες προκειμένου να ελέγξει τα κριτήρια επιλογής ή/και ανάθεσης.

Άρθρο 16

Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

1.   Ο διατάκτης αποφασίζει σε ποιον θα πρέπει να ανατεθεί η σύμβαση, τηρώντας τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης που έχουν ορισθεί εκ των προτέρων στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών και τους κανόνες της σύμβασης.

2.   Ο Οργανισμός κοινοποιεί σε όλους τους υποψηφίους ή προσφέροντες των οποίων οι υποψηφιότητες ή οι προσφορές απορρίφθηκαν, τους λόγους λήψης της απόφασης, και σε όλους τους προσφέροντες, οι προσφορές των οποίων κρίθηκαν παραδεκτές και οι οποίοι υποβάλλουν εγγράφως αίτηση, τα σχετικά χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς καθώς και το όνομα του προσφέροντος στον οποίο η σύμβαση ανατίθεται. Ωστόσο, ορισμένες λεπτομέρειες δεν κοινολογούνται στις περιπτώσεις που η κοινολόγηση θα εμπόδιζε την εφαρμογή του νόμου, θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή προς το συμφέρον του Οργανισμού ή της Ένωσης, θα έθιγε τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή θα παρέβλαπτε ενδεχομένως τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των εν λόγω επιχειρήσεων.

Ο Οργανισμός ενημερώνει τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες ότι οι υποψηφιότητες ή οι προσφορές τους απορρίφθηκαν και ταυτόχρονα ενημερώνει τον επιλεγέντα για την απόφαση ανάθεσης, διευκρινίζοντας ότι η κοινοποιηθείσα απόφαση δεν συνιστά δέσμευση από την πλευρά του Οργανισμού.

Άρθρο 17

Ακύρωση ή εγκατάλειψη της διαδικασίας

Ο Οργανισμός μπορεί, έως την υπογραφή της σύμβασης, να παραιτηθεί από τη σύμβαση ή να ακυρώσει τη διαδικασία ανάθεσης, χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να δικαιούνται να διεκδικήσουν οποιαδήποτε αποζημίωση. Αυτή η απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να τίθεται υπ’ όψιν των υποψηφίων ή των προσφερόντων.

Άρθρο 18

Εγγυήσεις

1.   Ο Οργανισμός μπορεί, και σε ορισμένες περιπτώσεις που προβλέπονται στη συνέχεια, υποχρεούται να απαιτεί από τους αναδόχους την κατάθεση εκ των προτέρων εγγύησης, με σκοπό:

α)

την εξασφάλιση της πλήρους εκτέλεσης της σύμβασης·

β)

τον περιορισμό των οικονομικών κινδύνων που συνδέονται με την προπληρωμή.

2.   Ο Οργανισμός μπορεί να απαιτήσει εγγύηση προσφοράς ανερχόμενη στο 1 έως 2 % του συνολικού ύψους της σύμβασης. Η ως άνω εγγύηση ελευθερώνεται κατά την κατακύρωση της σύμβασης. Καταπίπτει δε εφόσον δεν υποβληθεί προσφορά έως την καταληκτική ημερομηνία που προβλέπεται προς τούτο, ή σε περίπτωση απόσυρσης προσφοράς που έχει ήδη υποβληθεί.

3.   Οσάκις απαιτείται από τους προμηθευτές, εργολήπτες ή παρόχους υπηρεσιών η εκ των προτέρων κατάθεση εγγύησης, αυτή πρέπει να καλύπτει ποσό και περίοδο επαρκή για να είναι δυνατή η ενεργοποίησή της. Η εγγύηση παρέχεται από τραπεζικό ή εξουσιοδοτημένο χρηματοπιστωτικό οργανισμό. Μπορεί να αντικαθίσταται από εγγύηση προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης τρίτου μέρους, αποδεκτού από τον Οργανισμό. Το ποσό της εγγύησης αναγράφεται σε ευρώ. Έχει ως αποτέλεσμα να καταστήσει την τράπεζα, τον χρηματοπιστωτικό οργανισμό ή το τρίτο μέρος ανέκκλητους και αλληλέγγυους εγγυητές, ή εγγυητές σε πρώτη ζήτηση, της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του αντισυμβαλλομένου.

4.   Μπορεί να ζητηθεί από τον διατάκτη εγγύηση καλής εκτέλεσης, σύμφωνα με τους συνήθεις εμπορικούς όρους, για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών, και σύμφωνα με τις ειδικές συγγραφές υποχρεώσεων για τις συμβάσεις έργων. Η εγγύηση αυτή είναι υποχρεωτική για συμβάσεις ύψους άνω των 345 000 ευρώ και για τις συμβάσεις έργων. Είναι δυνατόν να συσταθεί σταδιακά, με παρακράτηση επί των πραγματοποιούμενων πληρωμών, εγγύηση ίση με το 10 % του συνολικού ποσού της σύμβασης. Η ως άνω εγγύηση είναι δυνατόν να αντικαθίσταται από παρακράτηση επί της τελικής πληρωμής, με σκοπό τη σύσταση εγγύησης έως την οριστική παραλαβή των υπηρεσιών, των προμηθειών ή των έργων. Οι εγγυήσεις ελευθερώνονται υπό τους όρους που προβλέπονται στη σύμβαση, εκτός των περιπτώσεων μη εκτέλεσης, κακής εκτέλεσης ή καθυστέρησης στην εκτέλεση της σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές, καταπίπτουν κατ’ αναλογία προς τη βαρύτητα της διαπιστωθείσας ζημίας.

5.   Απαιτείται εγγύηση ως ανταπόδοση προπληρωμών που υπερβαίνουν τα 150 000 ευρώ ή στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 6.

Εντούτοις, στις περιπτώσεις που ο ανάδοχος είναι δημόσιος φορέας, ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί, αφού αξιολογήσει τον κίνδυνο, να άρει αυτή την υποχρέωση.

Η εγγύηση ελευθερώνεται σταδιακά, ανάλογα με την εκκαθάριση της προπληρωμής, με αφαίρεση των ενδιάμεσων πληρωμών ή των καταβολών υπολοίπων που πραγματοποιούνται προς τον αντισυμβαλλόμενο κατά τους όρους της σύμβασης.

Άρθρο 19

Νόθευση της διαδικασίας

1.   Όταν η διαδικασία ανάθεσης ή εκτέλεσης της σύμβασης νοθεύεται με ουσιώδη σφάλματα ή ουσιώδεις παρατυπίες ή απάτη, ο Οργανισμός αναστέλλει την εκτέλεση της εν λόγω σύμβασης. Η εκτέλεση της σύμβασης αναστέλλεται προκειμένου να επαληθευθεί η υπόσταση των εικαζόμενων ουσιωδών σφαλμάτων και παρατυπιών, ή απατών. Εάν δεν επιβεβαιωθούν οι εικασίες, η εκτέλεση της σύμβασης συνεχίζεται μόλις ολοκληρωθεί η ως άνω επαλήθευση (και ο Οργανισμός παρατείνει τις προθεσμίες της σύμβασης).

2.   Αν αυτά τα σφάλματα, οι παρατυπίες ή η απάτη καταλογίζονται στον ανάδοχο, ο Οργανισμός μπορεί επιπλέον να αρνηθεί την πληρωμή ή μπορεί να ανακτήσει τα ήδη καταβληθέντα ποσά, ανάλογα με τη σοβαρότητα των εν λόγω σφαλμάτων, παρατυπιών ή της απάτης.

3.   Συνιστά ουσιώδη παρατυπία ή ουσιώδες σφάλμα κάθε παραβίαση συμβατικής ή κανονιστικής διάταξης που απορρέει από πράξη ή παράλειψη η οποία έχει, ή θα μπορούσε να έχει, ως αποτέλεσμα ζημία του προϋπολογισμού του Οργανισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 20

Συμφωνίες-πλαίσια και επιμέρους συμβάσεις

1.   Η συμφωνία-πλαίσιο είναι μια συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ του Οργανισμού και ενός ή περισσοτέρων οικονομικών παραγόντων, η οποία αποσκοπεί στον καθορισμό των όρων που διέπουν τις συμβάσεις που πρόκειται να συναφθούν κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, ιδίως όσον αφορά τις τιμές και, ενδεχομένως, τις προβλεπόμενες ποσότητες. Όταν συνάπτεται μια συμφωνία-πλαίσιο με πλείονες οικονομικούς παράγοντες, αυτοί πρέπει να είναι τουλάχιστον τρεις, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός οικονομικών παραγόντων που πληρούν τα κριτήρια επιλογής ή/και αποδεκτές προσφορές που ανταποκρίνονται στα κριτήρια ανάθεσης.

Η συμφωνία-πλαίσιο με πλείονες οικονομικούς παράγοντες μπορεί να λαμβάνει τη μορφή συμβάσεων χωριστών μεν αλλά συναπτόμενων με πανομοιότυπους όρους.

Η διάρκεια μιας συμφωνίας-πλαισίου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων που δικαιολογούνται δεόντως, ιδίως από το αντικείμενο της συμφωνίας-πλαισίου.

Ο Οργανισμός δεν μπορεί να προσφεύγει κατά τρόπο καταχρηστικό σε συμφωνίες-πλαίσια ή κατά τρόπον ώστε να έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού.

Οι συμφωνίες-πλαίσια εξομοιώνονται με δημόσιες συμβάσεις ως προς τη διαδικασία ανάθεσης, συμπεριλαμβανομένης της διαφήμισης.

2.   Οι επιμέρους συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνίες-πλαίσια ανατίθενται σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στην εκάστοτε συμφωνία-πλαίσιο, μόνο μεταξύ του Οργανισμού και των οικονομικών παραγόντων που ήταν εξ αρχής μέρη της συμφωνίας-πλαισίου.

Κατά τη σύναψη των επιμέρους συμβάσεων, τα μέρη δεν μπορούν να επιφέρουν ουσιαστικές τροποποιήσεις στους όρους της συμφωνίας-πλαισίου, ιδίως στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

3.   Όταν συνάπτεται μια συμφωνία-πλαίσιο με έναν μόνο οικονομικό παράγοντα, οι επιμέρους συμβάσεις ανατίθενται εντός των ορίων που θέτουν οι όροι οι οποίοι ορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο.

Για τη σύναψη αυτών των επιμέρους συμβάσεων, ο Οργανισμός μπορεί να προβαίνει γραπτώς σε διαβουλεύσεις με τον οικονομικό παράγοντα που είναι μέρος στη συμφωνία-πλαίσιο, ζητώντας του να συμπληρώσει την προσφορά του, εφόσον αυτό απαιτείται.

4.   Οι επιμέρους συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνίες-πλαίσια οι οποίες έχουν συναφθεί με πολλαπλούς οικονομικούς παράγοντες, ανατίθενται σύμφωνα με τις ακόλουθες ρυθμίσεις:

α)

με εφαρμογή των όρων που καθορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο χωρίς νέο διαγωνισμό·

β)

όταν δεν έχουν καθορισθεί όλοι οι όροι στη συμφωνία-πλαίσιο, και αφού τα μέρη διαγωνισθούν εκ νέου βάσει των ιδίων και, εν ανάγκη, ακριβέστερα διατυπωμένων όρων, και, ενδεχομένως, βάσει άλλων όρων που επισημαίνονται στη συγγραφή υποχρεώσεων της συμφωνίας-πλαισίου.

Για κάθε επιμέρους σύμβαση που πρόκειται να ανατεθεί σύμφωνα με τη ρύθμιση του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου, ο Οργανισμός διαβουλεύεται γραπτώς με τους οικονομικούς παράγοντες που είναι ικανοί να εκτελέσουν τη σύμβαση, καθορίζοντας επαρκή για την υποβολή προσφορών προθεσμία. Οι προσφορές υποβάλλονται εγγράφως. Ο Οργανισμός αναθέτει κάθε επιμέρους σύμβαση στον προσφέροντα που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που έχουν καθορισθεί στη συγγραφή υποχρεώσεων της συμφωνίας-πλαισίου.

5.   Δημοσιονομική δέσμευση προηγείται μόνο των επιμέρους συμβάσεων που συνάπτονται κατ’ εφαρμογή συμφωνιών-πλαισίων.

Άρθρο 21

Διαφήμιση των συμβάσεων που εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ

1.   Στην περίπτωση συμβάσεων που εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ, η δημοσίευση περιλαμβάνει την προκήρυξη της διαδικασίας προπληροφόρησης, την προκήρυξη της σύμβασης και την προκήρυξη ανάθεσης.

2.   Η προκήρυξη της διαδικασίας προπληροφόρησης είναι η προκήρυξη με την οποία ο Οργανισμός γνωστοποιεί, ενδεικτικά, το εκτιμώμενο συνολικό ύψος των συμβάσεων, κατά κατηγορία υπηρεσιών ή κατά ομάδα προϊόντων, καθώς και τα ουσιώδη χαρακτηριστικά των συμβάσεων έργων που προτίθεται να αναθέσει κατά τη διάρκεια του δημοσιονομικού έτους. Η προκήρυξη της διαδικασίας προπληροφόρησης είναι υποχρεωτική μόνο στις περιπτώσεις που το εκτιμώμενο συνολικό ύψος των συμβάσεων είναι τουλάχιστον ίσο προς τα κατώτατα όρια που ορίζονται στο άρθρο 35 και ο Οργανισμός προτίθεται να κάνει χρήση της δυνατότητας συντόμευσης των προθεσμιών για την παραλαβή των προσφορών σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 4.

Η προκήρυξη της διαδικασίας προπληροφόρησης αποστέλλεται στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το ταχύτερο δυνατόν, και όχι αργότερα από την 31η Μαρτίου κάθε δημοσιονομικού έτους, για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών, και το ταχύτερο δυνατόν μετά την απόφαση έγκρισης του σχετικού προγράμματος, για τις συμβάσεις έργων.

Εάν ο Οργανισμός δημοσιεύσει την προκήρυξη της διαδικασίας προπληροφόρησης στο «προφίλ αγοραστή» του, αποστέλλει στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με ηλεκτρονικά μέσα και χρησιμοποιώντας τον μορφότυπο και τις διαδικασίες διαβίβασης που ορίζονται στο σημείο 3 του παραρτήματος VIII της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, γνωστοποίηση που να αναγγέλλει τη δημοσίευση προκήρυξης διαδικασίας προπληροφόρησης για «προφίλ αγοραστή».

3.   Η προκήρυξη της σύμβασης επιτρέπει στον Οργανισμό να γνωστοποιήσει την πρόθεσή του να κινήσει διαδικασία σύμβασης. Είναι υποχρεωτική για τις συμβάσεις των οποίων το εκτιμώμενο ύψος είναι ίσο ή ανώτερο των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ). Δεν είναι υποχρεωτική για τις επιμέρους συμβάσεις που ανατίθενται βάσει συμφωνίας πλαισίου.

Εάν ο Οργανισμός επιθυμεί να αναθέσει επιμέρους σύμβαση βάσει δυναμικού συστήματος αγορών, γνωστοποιεί την πρόθεσή του μέσω απλουστευμένης προκήρυξης διαγωνισμού.

Στις περιπτώσεις που υπάρχει απεριόριστη, άμεση και πλήρης πρόσβαση στην υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα, ιδίως όσον αφορά τα δυναμικά συστήματα αγορών που αναφέρονται στο άρθρο 29, στην προκήρυξη της σύμβασης εμφαίνεται η διαδικτυακή διεύθυνση στην οποία μπορεί κανείς να συμβουλευθεί αυτά τα έγγραφα.

Σε περίπτωση ανοικτής διαδικασίας, στην προκήρυξη της σύμβασης προσδιορίζεται η ημερομηνία, η ώρα και ο τόπος της συνεδρίασης της επιτροπής αποσφράγισης· η συνεδρίαση είναι ανοικτή για τους προσφέροντες, εκτός από τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις.

Ο Οργανισμός, όταν επιθυμεί να διοργανώσει διαγωνισμό μελετών, εκδίδει προκήρυξη με την οποία γνωστοποιεί την πρόθεσή του.

4.   Η προκήρυξη ανάθεσης γνωστοποιεί τα αποτελέσματα της διαδικασίας σύμβασης. Για τις συμβάσεις των οποίων το εκτιμώμενο ύψος είναι ίσο ή ανώτερο των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 36, η προκήρυξη ανάθεσης είναι υποχρεωτική. Δεν είναι υποχρεωτική για τις επιμέρους συμβάσεις που ανατίθενται βάσει συμφωνίας-πλαισίου.

Η προκήρυξη ανάθεσης αποστέλλεται στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το αργότερο σαράντα οκτώ ημερολογιακές ημέρες μετά την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης.

Ωστόσο, οι προκηρύξεις για συμβάσεις που βασίζονται σε δυναμικό σύστημα αγορών μπορούν να ομαδοποιούνται σε τριμηνιαία βάση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, αποστέλλονται στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το αργότερο σαράντα οκτώ ημερολογιακές ημέρες μετά το πέρας εκάστου τριμήνου.

Εάν ο Οργανισμός έχει διεξαγάγει διαγωνισμό μελετών, αποστέλλει στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προκήρυξη με τα αποτελέσματα του διαγωνισμού.

5.   Οι προκηρύξεις συντάσσονται σύμφωνα με τα τυποποιημένα έντυπα που καταρτίζονται από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2004/18/ΕΚ.

Άρθρο 22

Διαφήμιση των συμβάσεων που δεν εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ

1.   Οι συμβάσεις των οποίων το ύψος είναι κατώτερο των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στα άρθρα 35 και 36, καθώς και οι συμβάσεις υπηρεσιών του παραρτήματος ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και οι σχετικές με την άμυνα συμβάσεις, διαφημίζονται με τα ενδεδειγμένα μέσα, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται το άνοιγμα των συμβάσεων στον ανταγωνισμό και το αδιάβλητο των διαδικασιών ανάθεσής τους. Η διαφήμιση αυτή περιλαμβάνει:

α)

εάν δεν δημοσιευθεί η αναφερόμενη στο άρθρο 21 προκήρυξη της σύμβασης, πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τις συμβάσεις με αντικείμενο παρόμοιο και με ύψος ίσο ή ανώτερο του ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1·

β)

την ετήσια δημοσίευση καταλόγου αναδόχων, με προσδιορισμό του αντικειμένου και του ύψους των συμβάσεων που ανατίθενται για τις συμβάσεις με ύψος ίσο ή ανώτερο των 25 000 ευρώ.

Η δημοσίευση που ορίζεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου δεν είναι υποχρεωτική για επιμέρους συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο, ούτε για τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις.

2.   Ο κατάλογος των αναδόχων στους οποίους ανατίθενται συμβάσεις έργων δημοσιεύεται ετησίως· στον κατάλογο προσδιορίζεται το αντικείμενο και το ύψος των συμβάσεων που ανατίθενται. Κάθε έτος, αποστέλλεται στο διοικητικό συμβούλιο κατάλογος των αναδόχων στους οποίους ανατίθενται συμβάσεις που χαρακτηρίζονται μυστικές κατά το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο ι), όπου αναφέρονται το αντικείμενο και το ύψος των ανατεθεισών συμβάσεων.

3.   Εκτός από τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις, οι πληροφορίες για τις συμβάσεις με ύψος ίσο ή ανώτερο του ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1, διαβιβάζονται στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Οι ετήσιοι κατάλογοι των αναδόχων αποστέλλονται το αργότερο στις 31 Μαρτίου μετά τη λήξη του οικονομικού έτους.

Η εκ των προτέρων διαφήμιση και η ετήσια δημοσίευση του καταλόγου των αναδόχων για τις λοιπές συμβάσεις, εκτός των μυστικών συμβάσεων, πραγματοποιούνται στον δικτυακό τόπο του Οργανισμού· η εκ των υστέρων δημοσίευση πραγματοποιείται έως τις 31 Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους. Η δημοσίευση μπορεί να γίνεται επίσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 23

Δημοσίευση των προκηρύξεων

1.   Η Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προκηρύξεις που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 22 το αργότερο δώδεκα ημερολογιακές ημέρες μετά την αποστολή τους.

Η προθεσμία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μειώνεται σε πέντε ημέρες για τις επισπευσμένες διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 50.

2.   Ο Οργανισμός πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει την ημερομηνία αποστολής.

Άρθρο 24

Άλλες μορφές διαφήμισης

1.   Εκτός από τη διαφήμιση που προβλέπεται στα άρθρα 21, 22 και 23, οι συμβάσεις μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο κάθε άλλης μορφής διαφήμισης, κυρίως ηλεκτρονικής. Η διαφήμιση αυτή παραπέμπει στην προκήρυξη που έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 23, εφόσον υπάρχει τέτοια δημοσίευση, και δεν μπορεί να προηγείται της δημοσίευσης της εν λόγω προκήρυξης, η οποία είναι η μόνη αυθεντική.

2.   Η διαφήμιση αυτή δεν μπορεί να δημιουργεί διακρίσεις μεταξύ υποψηφίων ή προσφερόντων ούτε να περιέχει λεπτομέρειες άλλες από εκείνες που περιλαμβάνονται στην προκήρυξη της σύμβασης, εφόσον αυτή έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 25

Τυπολογία των διαδικασιών ανάθεσης

1.   Οι συμβάσεις ανατίθενται μέσω πρόσκλησης υποβολής προσφορών, με ανοικτή, ή με κλειστή διαδικασία ή με διαδικασία με διαπραγμάτευση (στην οποία περιλαμβάνεται και ο ανταγωνιστικός διάλογος) αφού προηγηθεί δημοσίευση της προκήρυξης της σύμβασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή με διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς να προηγηθεί η δημοσίευση της προκήρυξης της σύμβασης, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση ύστερα από διαγωνισμό μελετών.

2.   Η πρόσκληση για την υποβολή προσφορών χαρακτηρίζεται ανοικτή εφόσον όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί παράγοντες μπορούν να υποβάλουν προσφορά. Τούτο ισχύει και για τα δυναμικά συστήματα αγορών που αναφέρονται στο άρθρο 29. Η πρόσκληση για την υποβολή προσφορών χαρακτηρίζεται κλειστή, εφόσον όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί παράγοντες έχουν μεν δικαίωμα συμμετοχής, όμως μόνον οι υποψήφιοι που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής που προβλέπονται στο άρθρο 42 και καλούνται, ταυτόχρονα και εγγράφως, από τον Οργανισμό, μπορούν να υποβάλλουν προσφορά ή λύση στο πλαίσιο της διαδικασίας ανταγωνιστικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 30.

Η φάση της επιλογής μπορεί να επαναλαμβάνεται για κάθε μεμονωμένη σύμβαση, το ίδιο και στην περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, ή μπορεί να συνεπάγεται την κατάρτιση καταλόγου δυνητικών υποψηφίων, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 33.

3.   Σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, ο Οργανισμός διεξάγει διαβουλεύσεις με τους προσφέροντες που αυτός έχει επιλέξει με γνώμονα τα κριτήρια επιλογής που καθορίζονται στο άρθρο 42 και διαπραγματεύεται τους όρους της σύμβασης με έναν ή περισσότερους από αυτούς.

Στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση στις οποίες δημοσιεύεται προκήρυξη της σύμβασης, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 32, ο Οργανισμός καλεί ταυτόχρονα και εγγράφως τους προκριθέντες υποψηφίους σε διαπραγματεύσεις.

4.   Διαγωνισμοί μελετών είναι οι διαδικασίες που επιτρέπουν στον Οργανισμό να αποκτήσει, κατά κύριο λόγο στους τομείς της αρχιτεκτονικής, των έργων πολιτικού μηχανικού και της επεξεργασίας δεδομένων, ένα σχέδιο ή μια μελέτη, τα οποία επιλέγει κριτική επιτροπή έπειτα από προσφυγή σε διαδικασία διαγωνισμού και με ή χωρίς την απονομή βραβείων.

Άρθρο 26

Αριθμός υποψηφίων στις κλειστές διαδικασίες ή στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση

1.   Κατά την κλειστή διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας του άρθρου 33, ο αριθμός των υποψηφίων που καλούνται να υποβάλλουν προσφορά δεν μπορεί να είναι μικρότερος των πέντε, υπό τον όρο ότι υπάρχει ικανός αριθμός υποψηφίων που πληρούν τα κριτήρια επιλογής.

Ο Οργανισμός μπορεί, εξάλλου, να προβλέψει μέγιστο αριθμό είκοσι υποψηφίων, ανάλογα με το αντικείμενο της σύμβασης και βάσει αντικειμενικών και αμερόληπτων κριτηρίων επιλογής. Στην περίπτωση αυτή, τα όρια του αριθμού των υποψηφίων και τα κριτήρια επιλογής αναφέρονται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 22.

Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός των υποψηφίων που καλούνται να υποβάλλουν προσφορά πρέπει να είναι επαρκής για την εξασφάλιση γνήσιου ανταγωνισμού.

2.   Κατά τη διαδικασία με διαπραγμάτευση και κατά την κλειστή διαδικασία ύστερα από ανταγωνιστικό διάλογο, οι υποψήφιοι που καλούνται προς διαπραγμάτευση ή προς υποβολή προσφορών δεν μπορεί να είναι λιγότεροι από τρεις, υπό τον όρο ότι υπάρχει ικανός αριθμός υποψηφίων που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής.

Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός των υποψηφίων που καλούνται να υποβάλλουν προσφορά πρέπει να είναι επαρκής για την εξασφάλιση γνήσιου ανταγωνισμού.

Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο δεν εφαρμόζονται:

α)

στις συμβάσεις πολύ μικρού ύψους, κατά τα αναφερόμενο στο άρθρο 34 παράγραφος 3·

β)

στις συμβάσεις νομικών υπηρεσιών, κατά την έννοια του παραρτήματος ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ·

γ)

στις συμβάσεις που χαρακτηρίζονται μυστικές, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο ι)·

δ)

στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 31, όπου ο Οργανισμός έχει το δικαίωμα να διαπραγματεύεται με έναν μόνο προσφέροντα ή να αναθέτει τη σύμβαση σε έναν μόνο οικονομικό παράγοντα.

3.   Στην περίπτωση που ο αριθμός των υποψηφίων που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και τα ελάχιστα επίπεδα είναι μικρότερος από το ελάχιστο όριο που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, ο Οργανισμός μπορεί να συνεχίζει τη διαδικασία καλώντας τον υποψήφιο ή τους υποψήφιους που διαθέτουν τις απαιτούμενες ικανότητες. Δεν μπορεί όμως να συμπεριλάβει σε αυτούς άλλους οικονομικούς παράγοντες που δεν έχουν ζητήσει να συμμετάσχουν, ή υποψήφιους που δεν διαθέτουν τις απαιτούμενες ικανότητες.

Άρθρο 27

Ρυθμίσεις για τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση

Στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση, ο Οργανισμός διαπραγματεύεται με τους προσφέροντες τις προσφορές που αυτοί έχουν υποβάλει, προκειμένου να τις προσαρμόσει στις απαιτήσεις που περιέχονται στην προκήρυξη της σύμβασης κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 21 ή στις συγγραφές υποχρεώσεων και σε κάθε συμπληρωματικό έγγραφο, με σκοπό τον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς. Κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, ο Οργανισμός φροντίζει για την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων.

Στις περιπτώσεις που ο Οργανισμός μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 32, να αναθέτει συμβάσεις κάνοντας χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση, αφού δημοσιεύσει προκήρυξη σύμβασης, μπορεί να προβαίνει στις αναγκαίες ρυθμίσεις για την πραγματοποίηση διαδικασίας με διαπραγμάτευση κατά στάδια, ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών, εφαρμόζοντας παράλληλα τα κριτήρια ανάθεσης που περιλαμβάνονται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στη συγγραφή υποχρεώσεων. Η προσφυγή στη δυνατότητα αυτή επισημαίνεται στην προκήρυξη ή στη συγγραφή υποχρεώσεων.

Άρθρο 28

Διαγωνισμοί μελετών

1.   Οι κανόνες που διέπουν τη διοργάνωση ενός διαγωνισμού μελετών ανακοινώνονται σε όσους ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν. Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός των υποψηφίων που καλούνται να συμμετάσχουν πρέπει να είναι επαρκής για την εξασφάλιση γνήσιου ανταγωνισμού.

2.   Η κριτική επιτροπή διορίζεται από τον αρμόδιο διατάκτη. Απαρτίζεται αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν σχέση με τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό. Εφόσον απαιτείται συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό μελετών, τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών της κριτικής επιτροπής πρέπει να διαθέτει το ίδιο ή ισοδύναμο προσόν.

Η κριτική επιτροπή διαθέτει ανεξαρτησία γνώμης. Οι γνώμες της διατυπώνονται επί των μελετών, που της υποβάλλονται ανώνυμα από τους υποψηφίους, και με αποκλειστικό γνώμονα τα κριτήρια που αναφέρονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού μελετών.

3.   Η κριτική επιτροπή καταγράφει, σε πρακτικό που υπογράφεται από όλα τα μέλη της, τις προτάσεις της, οι οποίες βασίζονται στην αξία κάθε μελέτης, μαζί με τις παρατηρήσεις της. Οι υποψήφιοι παραμένουν ανώνυμοι μέχρις ότου η κριτική επιτροπή διατυπώσει τη γνώμη της. Οι υποψήφιοι είναι δυνατόν να κληθούν από την κριτική επιτροπή να απαντήσουν στα ερωτήματα που έχουν εγγραφεί στα πρακτικά με σκοπό την αποσαφήνιση ενός σχεδίου ή έργου. Συντάσσονται πλήρη πρακτικά των αντίστοιχων στιχομυθιών.

4.   Στη συνέχεια, ο Οργανισμός λαμβάνει απόφαση, στην οποία αναφέρεται η επωνυμία και η διεύθυνση του προκριθέντος υποψηφίου καθώς και οι λόγοι της επιλογής, με γνώμονα τα κριτήρια που έχουν ήδη γνωστοποιηθεί μέσω της προκήρυξης του διαγωνισμού μελετών, και τούτο ιδίως εφόσον αποκλίνει από τις προτάσεις που έχουν διατυπωθεί στη γνώμη της κριτικής επιτροπής.

Άρθρο 29

Δυναμικό σύστημα αγορών

1.   Το δυναμικό σύστημα αγορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 6 και στο άρθρο 33 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, είναι μια διαδικασία αγορών εξ ολοκλήρου ηλεκτρονική, η οποία καλύπτει την αγορά τρεχόντων ειδών και είναι ανοικτή καθ’ όλη τη διάρκειά της σε όλους τους οικονομικούς παράγοντες που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και έχουν υποβάλει ενδεικτική προσφορά σύμφωνη με τη συγγραφή υποχρεώσεων και τα ενδεχόμενα συμπληρωματικά έγγραφα. Οι ενδεικτικές προσφορές μπορούν να βελτιώνονται ανά πάσα στιγμή, υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να είναι σύμφωνες προς τη συγγραφή υποχρεώσεων.

2.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής του δυναμικού συστήματος αγορών, ο Οργανισμός δημοσιεύει προκήρυξη σύμβασης στην οποία αναφέρεται ότι χρησιμοποιείται δυναμικό σύστημα αγορών και περιλαμβάνεται παραπομπή στη διαδικτυακή διεύθυνση δια της οποίας παρέχεται ελεύθερη, άμεση και πλήρης πρόσβαση στη συγγραφή υποχρεώσεων και σε όλα τα συμπληρωματικά έγγραφα από τη δημοσίευση της προκήρυξης έως τη λήξη του συστήματος.

Στη συγγραφή υποχρεώσεων διευκρινίζεται, μεταξύ άλλων, η φύση των προβλεπόμενων αγορών βάσει αυτού του συστήματος καθώς και όλες οι απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το σύστημα αγορών, ο χρησιμοποιούμενος ηλεκτρονικός εξοπλισμός και οι τεχνικές διευθετήσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης.

3.   Ο Οργανισμός παρέχει, καθ’ όλη τη διάρκεια του δυναμικού συστήματος αγορών, τη δυνατότητα σε κάθε οικονομικό παράγοντα να υποβάλει ενδεικτική προσφορά με σκοπό να γίνει δεκτός στο σύστημα σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Ολοκληρώνει την αξιολόγηση εντός μέγιστης προθεσμίας 15 ημερών αρχομένης από την υποβολή της ενδεικτικής προσφοράς. Μπορεί, ωστόσο, να παρατείνει την περίοδο αξιολόγησης εφόσον δεν έχει παρεμβληθεί χρονικά άλλος διαγωνισμός.

Ο Οργανισμός ενημερώνει, το ταχύτερο δυνατόν, τους προσφέροντες ότι έγιναν δεκτοί στο δυναμικό σύστημα αγορών ή ότι η προσφορά τους απορρίφθηκε.

4.   Κάθε επιμέρους σύμβαση αποτελεί το αντικείμενο πρόσκλησης υποβολής προσφορών. Πριν από την πρόσκληση υποβολής προσφορών, ο Οργανισμός δημοσιεύει απλουστευμένη προκήρυξη διαγωνισμού με την οποία καλεί όλους τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς παράγοντες να υποβάλουν ενδεικτική προσφορά, εντός δεκαπενθήμερης τουλάχιστον προθεσμίας αρχομένης από την ημερομηνία αποστολής της απλουστευμένης προκήρυξης. Ο Οργανισμός διενεργεί το διαγωνισμό μόνο μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης όλων των ενδεικτικών προσφορών που έχουν υποβληθεί εμπρόθεσμα.

Ο Οργανισμός καλεί στη συνέχεια όλους τους προσφέροντες που έγιναν δεκτοί στο σύστημα να υποβάλουν προσφορά εντός εύλογης προθεσμίας. Αναθέτει τη σύμβαση στον προσφέροντα ο οποίος υπέβαλε την οικονομικά αποδοτικότερη προσφορά σύμφωνα με τα κριτήρια ανάθεσης τα οποία επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού για την έναρξη εφαρμογής του δυναμικού συστήματος αγορών. Τα κριτήρια αυτά μπορούν, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, να αποσαφηνίζονται στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

5.   Η διάρκεια ενός δυναμικού συστήματος αγορών δεν μπορεί να υπερβαίνει την τετραετία, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες.

Ο Οργανισμός δεν μπορεί να προσφεύγει σε αυτό το σύστημα κατά τρόπο ώστε να εμποδίζει, να περιορίζει ή να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό.

Οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί παράγοντες ή οι συμμετέχοντες στο σύστημα δεν μπορούν να επιβαρύνονται με έξοδα διεκπεραίωσης.

Άρθρο 30

Ανταγωνιστικός διάλογος

1.   Σε περίπτωση ιδιαίτερα πολύπλοκων συμβάσεων, όταν ο Οργανισμός κρίνει ότι η απευθείας χρήση της ανοικτής διαδικασίας ή των υφιστάμενων ρυθμίσεων που διέπουν την κλειστή διαδικασία δεν θα επιτρέψει την ανάθεση της σύμβασης στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, μπορεί να προσφεύγει στον ανταγωνιστικό διάλογο σύμφωνα με το άρθρο 29 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ.

Μια σύμβαση θεωρείται «ιδιαίτερα πολύπλοκη» εφόσον ο Οργανισμός δεν είναι αντικειμενικά σε θέση να καθορίσει τα τεχνικά μέσα τα οποία θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες ή τους στόχους του ή δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει τη νομική ή χρηματοοικονομική οργάνωση του σχεδίου.

2.   Ο Οργανισμός δημοσιεύει προκήρυξη με την οποία γνωστοποιεί τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του, τις οποίες προσδιορίζει σε αυτή την ίδια την προκήρυξη ή/και σε περιγραφικό έγγραφο.

3.   Ο Οργανισμός προβαίνει σε διάλογο με τους υποψηφίους που πληρούν τα κριτήρια επιλογής του άρθρου 42, με σκοπό τη διερεύνηση και τον προσδιορισμό των μέσων που θα εκπληρώσουν με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες του.

Κατά τη διάρκεια του διαλόγου ο Οργανισμός εξασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων και την εμπιστευτικότητα των προτεινόμενων λύσεων ή των λοιπών πληροφοριών που γνωστοποιούνται από τον υποψήφιο ο οποίος συμμετέχει στο διάλογο, εκτός εάν αυτός/ή συγκατατίθεται στην αποκάλυψή τους.

Ο Οργανισμός μπορεί να προβλέπει ότι η διαδικασία διεξάγεται σε διαδοχικά στάδια, ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς συζήτηση λύσεων κατά το στάδιο του διαλόγου με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που αναφέρονται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο, εφόσον προβλέπεται η δυνατότητα αυτή στην προκήρυξη της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο.

4.   Ο Οργανισμός, αφού ενημερώσει τους συμμετέχοντες για τη λήξη του διαλόγου, τους καλεί να υποβάλουν την τελική προσφορά τους, βάσει της λύσης ή των λύσεων που υποβλήθηκαν και προσδιορίσθηκαν κατά τη διάρκεια του διαλόγου. Οι προσφορές αυτές περιλαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα και αναγκαία στοιχεία για την εκτέλεση του σχεδίου.

Κατ’ αίτηση του Οργανισμού, οι προσφορές αυτές μπορούν να αποσαφηνίζονται, να προσδιορίζονται και να προσαρμόζονται, υπό τον όρο ότι αυτό δεν έχει ως αποτέλεσμα την τροποποίηση των βασικών στοιχείων της προσφοράς ή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, η μεταβολή των οποίων θα μπορούσε να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού ή να επιφέρει διακρίσεις.

Κατ’ αίτηση του Οργανισμού, ο προσφέρων που έχει κριθεί ότι υπέβαλε την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά μπορεί να κληθεί να διευκρινίσει πτυχές της προσφοράς του ή να επιβεβαιώσει τις δεσμεύσεις που περιέχει η προσφορά, υπό τον όρο ότι αυτό δεν έχει ως αποτέλεσμα την τροποποίηση ουσιαστικών στοιχείων της προσφοράς ή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, η μεταβολή των οποίων θα μπορούσε να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού ή να επιφέρει διακρίσεις.

5.   Ο Οργανισμός δύναται να προβλέπει την απονομή βραβείων ή την καταβολή ποσών στους συμμετέχοντες στο διάλογο.

Άρθρο 31

Προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης

1.   Ο Οργανισμός μπορεί να προσφεύγει σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς να προηγηθεί η δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης, ανεξάρτητα από το εκτιμώμενο ύψος της σύμβασης, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

οσάκις καμία προσφορά ή καμία κατάλληλη προσφορά ή καμία υποψηφιότητα δεν κατετέθη στο πλαίσιο ανοικτής ή κλειστής διαδικασίας, αφού ολοκληρώθηκε η αρχική διαδικασία και υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχικοί όροι της σύμβασης, όπως αυτοί προσδιορίζονταν στην πρόσκληση υποβολής προσφορών που αναφέρεται στο άρθρο 37, δεν μεταβάλλονται ουσιωδώς·

β)

για τις συμβάσεις οι οποίες μπορούν να ανατεθούν, για λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή απτόμενους της προστασίας δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, σε συγκεκριμένο μόνον οικονομικό παράγοντα·

γ)

στο βαθμό που τούτο είναι απολύτως αναγκαίο, οσάκις, για λόγους επιτακτικής επείγουσας ανάγκης, οφειλόμενης σε απρόβλεπτα συμβάντα μη δυνάμενα να αποδοθούν στον Οργανισμό, στην περίπτωση συμβάσεων που διέπονται από την οδηγία 2004/18, δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν οι προθεσμίες που απαιτούνται από τις άλλες διαδικασίες και προβλέπονται στα άρθρα 48, 49 και 50·

δ)

οσάκις μια σύμβαση υπηρεσιών έπεται διαγωνισμού μελετών και, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, πρέπει να ανατεθεί στον επιτυχόντα ή σε έναν από τους επιτυχόντες υποψηφίους· στην τελευταία αυτή περίπτωση, καλούνται να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις όλοι οι επιτυχόντες υποψήφιοι·

ε)

για τις πρόσθετες υπηρεσίες ή εργασίες που δεν εμφαίνονται στο αρχικά προβλεπόμενο σχέδιο ή στην αρχική σύμβαση αλλά, λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων, έχουν καταστεί αναγκαίες για την παροχή των υπηρεσιών ή την εκτέλεση του έργου, υπό τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 2·

στ)

για νέες υπηρεσίες ή έργα που συνίστανται στην επανάληψη υπηρεσιών ή έργων παρόμοιων με εκείνα που ανατέθηκαν στον οικονομικό παράγοντα ο οποίος είχε κηρυχθεί ανάδοχος της αρχικής σύμβασης από τον Οργανισμό, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω υπηρεσίες ή έργα ανταποκρίνονται σε βασικό σχέδιο και το σχέδιο αυτό αποτελούσε το αντικείμενο αρχικής σύμβασης που είχε ανατεθεί σύμφωνα με την ανοικτή ή την κλειστή διαδικασία, με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3·

ζ)

για τις συμβάσεις προμηθειών:

i)

σε περίπτωση πρόσθετων παραδόσεων με σκοπό είτε τη μερική αντικατάσταση προμηθειών ή εγκαταστάσεων σε τρέχουσα χρήση είτε την επέκταση των υφιστάμενων προμηθειών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε τον Οργανισμό να αποκτήσει υλικό με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά και ασύμβατο ή με δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες κατά τη χρήση ή τη συντήρηση· η διάρκεια των συμβάσεων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία έτη,

ii)

οσάκις τα προϊόντα παράγονται μόνο για έρευνα, πειράματα, μελέτη ή ανάπτυξη, εξαιρουμένων των δοκιμών εμπορευσιμότητας και της παραγωγής σε ποσότητες ευρείας κλίμακας που να αποσβήνουν τα έξοδα έρευνας και ανάπτυξης,

iii)

όσον αφορά προμήθειες που είναι εισηγμένες και αγοράζονται σε χρηματιστήριο πρώτων υλών,

iv)

όσον αφορά τις συμβάσεις αγοράς υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από προμηθευτή που παύει οριστικά τις εμπορικές δραστηριότητές του είτε από συνδίκους ή εκκαθαριστές πτώχευσης, δικαστικού συμβιβασμού ή άλλης ανάλογης διαδικασίας κατά το εθνικό δίκαιο·

η)

για τις συμβάσεις ακινήτων, αφού προηγηθεί διερεύνηση της τοπικής αγοράς·

θ)

για τις συμβάσεις νομικών υπηρεσιών κατά την έννοια του παραρτήματος ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, υπό τον όρο κατάλληλης δημοσίευσης των συμβάσεων αυτών·

ι)

για τις συμβάσεις που έχουν χαρακτηρισθεί μυστικές από τον Οργανισμό ή για τις συμβάσεις των οποίων η εκτέλεση πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας, σύμφωνα με τις ισχύουσες διοικητικές διατάξεις, ή όταν τούτο επιβάλλεται λόγω προστασίας των ουσιωδών συμφερόντων του Οργανισμού ή ενός ή περισσοτέρων συμμετεχόντων κρατών μελών ή της Ένωσης·

ια)

για τις συμβάσεις ύψους έως και 60 000 ευρώ·

ιβ)

για τις συμβάσεις που αφορούν υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης μη καλυπτόμενες από την οδηγία 2004/18/ΕΚ·

ιγ)

για τις συμβάσεις που δεν καλύπτονται από την οδηγία 2004/18/ΕΚ, εκτός από τις αναφερόμενες σε άλλα σημεία της παρούσας παραγράφου, εφόσον έχει δημοσιευθεί πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος·

ιδ)

οσάκις η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί σε συγκεκριμένο μόνον οικονομικό παράγοντα, για λόγους που συνδέονται με σημαντικές προκαταρκτικές επενδύσεις σχετικές με αμυντικό εξοπλισμό ή τεχνολογία ή μοναδικές ειδικές αμυντικές εγκαταστάσεις ή για λόγους ασφάλειας του εφοδιασμού σε αμυντικό εξοπλισμό ή τεχνολογία ή λόγω της ανάγκης περαιτέρω ανάπτυξης καινοτόμου αμυντικής τεχνολογίας που έχει αναπτύξει ο εν λόγω οικονομικός παράγων·

ιε)

οσάκις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή άλλος ευρωπαϊκός ή διεθνής οργανισμός ή φορέας έχει συνάψει συμφωνία με συγκεκριμένο οικονομικό παράγοντα για έρευνα στον τομέα της ασφάλειας και είναι σκόπιμο να ανατεθεί σύμβαση για έρευνα σχετική με την άμυνα στον ίδιο οικονομικό παράγοντα·

ιστ)

για συμβάσεις σχετικές με την άμυνα, που πρέπει να παραμείνουν στο πλαίσιο προγράμματος ή σχεδίου στη διαχείριση του οποίου συμμετέχει άλλος διεθνής οργανισμός.

2.   Για τις πρόσθετες υπηρεσίες ή έργα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε), ο Οργανισμός μπορεί να προσφεύγει στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς να προηγηθεί δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης, υπό τον όρο ότι η ανάθεση θα γίνει στον ανάδοχο που εκτελεί τη σύμβαση:

α)

οσάκις αυτές οι πρόσθετες συμβάσεις δεν μπορούν, από τεχνική ή οικονομική άποψη, να διαχωρισθούν από την κύρια σύμβαση χωρίς να προκύπτουν μείζονες δυσχέρειες για τον Οργανισμό·

β)

οσάκις αυτές οι υπηρεσίες ή έργα, αν και είναι δυνατόν να διαχωρισθούν από την εκτέλεση της αρχικής σύμβασης, είναι απολύτως αναγκαία για την τελειοποίησή της.

Εξαιρουμένων των συμβάσεων που συνδέονται με την άμυνα, το σωρευτικό ύψος αυτών των πρόσθετων συμβάσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % του ύψους της αρχικής σύμβασης.

3.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ), η δυνατότητα προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση πρέπει να αναφέρεται ευθύς μόλις προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την πρώτη πράξη και το προεκτιμώμενο συνολικό κόστος των μεταγενέστερων υπηρεσιών ή έργων λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 36. Η διαδικασία αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο κατά την περίοδο των τριών ετών μετά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης.

Άρθρο 32

Προσφυγή σε διαδικασία με διαπραγμάτευση με προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης της σύμβασης

1.   Ο Οργανισμός μπορεί να προσφεύγει σε διαδικασία με διαπραγμάτευση αφού δημοσιευθεί προκήρυξη της σύμβασης, ανεξάρτητα από το προεκτιμώμενο ύψος της σύμβασης, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

οσάκις υποβάλλονται προσφορές που είναι παράτυπες ή απαράδεκτες, ιδίως με γνώμονα τα κριτήρια επιλογής ή ανάθεσης, αφού προηγηθεί και ολοκληρωθεί κλειστή ή ανοικτή διαδικασία ή ανταγωνιστικός διάλογος, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχικοί όροι της σύμβασης, όπως αυτοί προσδιορίζονταν στην πρόσκληση υποβολής προσφορών που αναφέρεται στο άρθρο 37, δεν μεταβάλλονται ουσιωδώς, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της παραγράφου 2·

β)

σε εξαιρετικές περιπτώσεις που αφορούν έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες των οποίων τα χαρακτηριστικά ή τα απρόβλεπτα δεν επιτρέπουν τον εκ των προτέρων καθορισμό όλων των τιμών από τον προσφέροντα·

γ)

οσάκις, ιδίως στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και των πνευματικών υπηρεσιών, η φύση της προς παροχή υπηρεσίας είναι τέτοια που οι προδιαγραφές της σύμβασης δεν μπορούν να καθορισθούν με σαφήνεια επαρκή για να γίνει η ανάθεση της σύμβασης με επιλογή της καλύτερης προσφοράς σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κλειστή ή την ανοικτή διαδικασία·

δ)

για τις συμβάσεις έργων, οσάκις τα έργα πραγματοποιούνται μόνο για λόγους έρευνας, πειραματισμού ή ρύθμισης και όχι με σκοπό την εξασφάλιση της αποδοτικότητας ή την κάλυψη εξόδων έρευνας και ανάπτυξης·

ε)

για τις συμβάσεις υπηρεσιών που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, με την επιφύλαξη του άρθρου 31 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία θ) και ι) και του άρθρου 31 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο·

στ)

με την επιφύλαξη του άρθρου 31 παράγραφος 1, για τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις για τις οποίες δεν έχει δημοσιευθεί πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος ούτε προκήρυξη προκαταρκτικής ενημέρωσης.

2.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), ο Οργανισμός μπορεί να μη δημοσιεύσει την προκήρυξη της σύμβασης, εάν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση συμπεριλαμβάνονται όλοι οι προσφέροντες (και μόνον εκείνοι οι προσφέροντες) που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και οι οποίοι, κατά την προηγηθείσα διαδικασία, υπέβαλαν προσφορές σύμφωνα με τις επίσημες απαιτήσεις της διαδικασίας ανάθεσης.

Άρθρο 33

Προσκλήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος

1.   Η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος αποτελεί έναν τρόπο προεπιλογής των υποψηφίων που θα κληθούν να υποβάλουν προσφορά κατά τις μελλοντικές κλειστές προσκλήσεις για υποβολή προσφορών για συμβάσεις ύψους άνω των 60 000 ευρώ, με την επιφύλαξη του άρθρου 31 ή 32. Η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος χρησιμοποιείται επίσης, με την επιφύλαξη του άρθρου 31 ή 32, ως τρόπος προεπιλογής των υποψηφίων που θα κληθούν να υποβάλουν προσφορές κατά τις μελλοντικές κλειστές προσκλήσεις υποβολής προσφορών για συμβάσεις σχετικές με την άμυνα, ανεξάρτητα από το ύψος της σύμβασης και τη χρήση της κλειστής διαδικασίας ή της διαδικασίας με διαπραγμάτευση.

2.   Ο κατάλογος υποψηφίων που προκύπτει από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος ισχύει το πολύ για τρία έτη από την ημερομηνία αποστολής στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή δημοσίευσης στον ιστότοπο του Οργανισμού της προκήρυξης που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχείο α). Κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να υποβάλει αίτηση ανά πάσα στιγμή κατά την περίοδο ισχύος του καταλόγου, εξαιρουμένων των τριών τελευταίων μηνών της περιόδου αυτής. Ο κατάλογος αυτός μπορεί να διαιρείται σε υποκατηγορίες, ανάλογα με τον τύπο σύμβασης για τον οποίο ισχύει.

3.   Όταν πρόκειται να ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση, ο Οργανισμός καλεί είτε όλους τους υποψηφίους που έχουν εγγραφεί στον κατάλογο είτε ορισμένους από αυτούς να υποβάλλουν προσφορές βάσει αντικειμενικών και αμερόληπτων κριτηρίων επιλογής, τα οποία καθορίζονται για την εκάστοτε σύμβαση.

Άρθρο 34

Συμβάσεις μικρού ύψους

1.   Οι συμβάσεις ύψους έως και 60 000 ευρώ δυνάμει του λειτουργικού προϋπολογισμού και κάτω των 137 000 ευρώ δυνάμει του επιχειρησιακού προϋπολογισμού μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο διαδικασίας με διαπραγμάτευση που συνεπάγεται διαβουλεύσεις με πέντε τουλάχιστον υποψηφίους, με την επιφύλαξη των άρθρων 31 ή 32.

Εάν, μετά τις διαβουλεύσεις με τους υποψηφίους, ο Οργανισμός λάβει μία μόνο προσφορά έγκυρη από διοικητική και τεχνική άποψη, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί υπό τον όρο ότι πληρούνται τα κριτήρια ανάθεσης.

2.   Οι συμβάσεις ύψους έως και 25 000 ευρώ δυνάμει του λειτουργικού προϋπολογισμού και κάτω των 60 000 ευρώ δυνάμει του επιχειρησιακού προϋπολογισμού μπορούν να αποτελούν το αντικείμενο διαδικασίας με διαπραγμάτευση με τουλάχιστον τρεις υποψηφίους.

3.   Οι συμβάσεις ύψους έως και 3 500 ευρώ δυνάμει του λειτουργικού προϋπολογισμού και κάτω των 5 000 ευρώ δυνάμει του επιχειρησιακού προϋπολογισμού μπορούν να ανατίθενται και βάσει μιας μόνο προσφοράς.

4.   Οι πληρωμές ποσών έως και 200 ευρώ για δαπάνες μπορούν να συνίστανται απλώς σε πληρωμή βάσει τιμολογίου, χωρίς να προηγηθεί έγκριση προσφοράς.

Άρθρο 35

Κατώτατα όρια για τις προκηρύξεις προκαταρκτικής ενημέρωσης

Τα κατώτατα όρια για τη δημοσίευση προκήρυξης προκαταρκτικής ενημέρωσης καθορίζονται σε:

α)

750 000 ευρώ, για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που εκτίθενται στο παράρτημα ΙΙΑ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ·

β)

5 278 000 ευρώ, για τις συμβάσεις έργων.

Άρθρο 36

Κατώτατα όρια εφαρμοστέα στις διαδικασίες δυνάμει της οδηγίας 2004/18/ΕΚ

Τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 5 καθορίζονται σε:

α)

137 000 ευρώ, για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που εκτίθενται στο παράρτημα ΙΙΑ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, εξαιρουμένων των συμβάσεων έρευνας και ανάπτυξης που απαριθμούνται στην κατηγορία 8 του παραρτήματος αυτού·

β)

211 000 ευρώ, για τις συμβάσεις υπηρεσιών που εκτίθενται στο παράρτημα ΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΟΚ και για τις συμβάσεις υπηρεσιών έρευνας και ανάπτυξης που απαριθμούνται στην κατηγορία 8 του παραρτήματος ΙΑ της εν λόγω οδηγίας·

γ)

5 278 000 ευρώ, για τις συμβάσεις έργων.

Άρθρο 37

Έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών

1.   Τα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

πρόσκληση υποβολής προσφορών ή διαπραγμάτευσης ή συμμετοχής σε διάλογο στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 30·

β)

συγγραφή υποχρεώσεων, η οποία επισυνάπτεται στην πρόσκληση και στην οποία προσαρτάται η συγγραφή των γενικών όρων που εφαρμόζονται στις συμβάσεις ή, στην περίπτωση του ανταγωνιστικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 30, έγγραφο στο οποίο περιγράφονται οι ανάγκες και απαιτήσεις του Οργανισμού ή μνεία της διεύθυνσης του Διαδικτύου από την οποία μπορεί να συμβουλευθεί κανείς την εν λόγω συγγραφή υποχρεώσεων ή το έγγραφο·

γ)

υπόδειγμα σύμβασης.

Τα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών περιλαμβάνουν παραπομπή στα μέτρα δημοσιότητας που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή των άρθρων 21 έως 24.

2.   Η πρόσκληση υποβολής προσφοράς, διαπραγμάτευσης ή συμμετοχής στο διάλογο προσδιορίζει τουλάχιστον:

α)

τους κανόνες που διέπουν την κατάθεση και υποβολή των προσφορών, συμπεριλαμβανομένων της καταληκτικής ημερομηνίας και ώρας, της ενδεχόμενης απαίτησης συμπλήρωσης τυποποιημένου εντύπου, των εγγράφων που πρέπει να επισυναφθούν, συμπεριλαμβανόμενων των δικαιολογητικών που τεκμηριώνουν την οικονομική, χρηματοδοτική, επαγγελματική και τεχνική ικανότητα κατά το άρθρο 42, εφόσον αυτά δεν προσδιορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης, καθώς και της διεύθυνσης στην οποία πρέπει να διαβιβασθούν·

β)

ότι η υποβολή προσφοράς συνεπάγεται αποδοχή της συγγραφής υποχρεώσεων και της συγγραφής των γενικών όρων της παραγράφου 1, στις οποίες ο προσφέρων παραπέμπει, καθώς και ότι η υποβολή προσφοράς δεσμεύει τον ανάδοχο στον οποίο ανατίθεται η σύμβαση, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης·

γ)

την περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας η προσφορά παραμένει έγκυρη και δεν μπορεί να μεταβληθεί από καμία άποψη·

δ)

την απαγόρευση κάθε επαφής μεταξύ του Οργανισμού και του προσφέροντος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, εκτός, κατ’ εξαίρεση και, εφόσον προβλέπεται επιτόπια επίσκεψη, από τον προσδιορισμό των λεπτομερειών της εν λόγω επίσκεψης·

ε)

σε περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, την τιθέμενη προθεσμία και τη διεύθυνση για την έναρξη του σταδίου των διαβουλεύσεων.

3.   Η συγγραφή υποχρεώσεων προσδιορίζει τουλάχιστον:

α)

τα κριτήρια αποκλεισμού και επιλογής που ισχύουν για τη σύμβαση, εκτός από τις περιπτώσεις κλειστής διαδικασίας, μεταξύ άλλων έπειτα από ανταγωνιστικό διάλογο, και διαδικασίας με διαπραγμάτευση μετά τη δημοσίευση προκήρυξης που αναφέρονται στο άρθρο 32· στις περιπτώσεις αυτές, τα κριτήρια αναφέρονται μόνο στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος·

β)

τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και τη σχετική τους στάθμιση ή, εφόσον ενδείκνυται, τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας, εφόσον αυτή δεν εμφαίνεται στην προκήρυξη της σύμβασης·

γ)

τις τεχνικές προδιαγραφές του άρθρου 38·

δ)

τις ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να καλύπτονται από τις εναλλακτικές προσφορές, κατά τις προβλεπόμενες στο άρθρο 45 παράγραφος 2 διαδικασίες ανάθεσης, στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, εφόσον ο Οργανισμός αναφέρει στην προκήρυξη της σύμβασης ότι επιτρέπονται οι εναλλακτικές προσφορές·

ε)

ότι εφαρμόζεται η απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2004 των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι συνήλθαν στα πλαίσια του Συμβουλίου, σχετικά με τα προνόμια και τις ασυλίες που παραχωρούνται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας και στα μέλη του προσωπικού του, όπως συμπληρώθηκε με το πρόσθετο πρωτόκολλο μεταξύ του Βασιλείου του Βελγίου και του Οργανισμού·

στ)

τα αποδεικτικά στοιχεία της πρόσβασης στις συμβάσεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο 41·

ζ)

στα δυναμικά συστήματα αγορών που αναφέρονται στο άρθρο 29, τη φύση των προβλεπόμενων αγορών καθώς και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το σύστημα αγορών, το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές διευθετήσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης,

4.   Το υπόδειγμα σύμβασης προσδιορίζει ιδίως:

α)

τις κυρώσεις σε περίπτωση αθέτησης των ρητρών της σύμβασης·

β)

τα στοιχεία που πρέπει να αναγράφονται στα τιμολόγια ή στα δικαιολογητικά που τα συνοδεύουν·

γ)

το εφαρμοστέο στη σύμβαση δίκαιο και το αρμόδιο δικαστήριο σε περίπτωση διαφορών.

5.   Ο Οργανισμός μπορεί να απαιτεί πληροφορίες από τον προσφέροντα σχετικά με κάθε μέρος της σύμβασης που ο προσφέρων προτίθεται να αναθέσει σε υπεργολήπτη καθώς και σχετικά με την ταυτότητα του υπεργολήπτη.

6.   Κατά τη διαβίβαση των τεχνικών προδιαγραφών στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς παράγοντες, κατά την επιλογή των οικονομικών παραγόντων και κατά την ανάθεση των συμβάσεων, ο Οργανισμός μπορεί να επιβάλλει υποχρεώσεις προκειμένου να προστατεύσει τον εμπιστευτικό ή διαβαθμισμένο χαρακτήρα των πληροφοριών που διαβιβάζει.

7.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων που αφορούν τις υποχρεώσεις σχετικά με τη δημοσιότητα των συναπτόμενων συμβάσεων και την ενημέρωση των υποψηφίων, ο Οργανισμός δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που του έχουν διαβιβάσει οικονομικοί παράγοντες και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές· οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν ιδίως τα τεχνικά ή εμπορικά μυστικά και τις εμπιστευτικές πτυχές των προσφορών ή των αιτήσεων συμμετοχής. Οι διαβαθμισμένες πληροφορίες που ανταλλάσσονται μεταξύ του Οργανισμού και υποψηφίων ή προσφερόντων χρησιμοποιούνται, διαβιβάζονται, αποθηκεύονται, υποβάλλονται σε επεξεργασία και φυλάσσονται σύμφωνα με την απόφαση 2001/264/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2001, για την έγκριση κανονισμών ασφαλείας του Συμβουλίου (3).

Άρθρο 38

Τεχνικές προδιαγραφές

1.   Οι τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να επιτρέπουν την επί ίσοις όροις πρόσβαση των υποψηφίων και των προσφερόντων και να μην έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων προσκομμάτων στο άνοιγμα των συμβάσεων στον ανταγωνισμό. Οι προδιαγραφές καθορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχει ένα προϊόν, μια υπηρεσία, ένα υλικό ή ένα έργο, σε συνάρτηση με τη χρήση για την οποία προορίζονται από τον Οργανισμό.

2.   Στα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνονται:

α)

οι βαθμίδες ποιότητας·

β)

οι περιβαλλοντικές επιδόσεις·

γ)

οσάκις είναι δυνατόν, τα κριτήρια πρόσβασης των ατόμων με αναπηρίες ή ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες·

δ)

οι βαθμίδες και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

ε)

η καταλληλότητα προς χρήση·

στ)

η ασφάλεια και οι διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένων, για τις προμήθειες, της εμπορικής ονομασίας και των οδηγιών χρήσης, και, για όλες τις συμβάσεις, της ορολογίας, των συμβόλων, των δοκιμών και των μεθόδων δοκιμής, της συσκευασίας, της σήμανσης και της επισήμανσης, των μεθόδων και διαδικασιών παραγωγής·

ζ)

για τις συμβάσεις έργων, οι διαδικασίες διασφάλισης της ποιότητας, οι κανόνες μελέτης και κοστολόγησης, οι όροι δοκιμής, ελέγχου και παραλαβής των έργων καθώς και οι κατασκευαστικές τεχνικές και μέθοδοι κατασκευής και κάθε άλλος όρος τεχνικού χαρακτήρα που είναι σε θέση να επιβάλει ο Οργανισμός, μέσω γενικών ή ειδικών κανονιστικών διατάξεων, σχετικά με τα ολοκληρωμένα έργα καθώς και με τα υλικά ή τα στοιχεία που αποτελούν τα έργα αυτά.

3.   Οι τεχνικές προδιαγραφές ορίζονται ως εξής:

α)

με παραπομπή σε ευρωπαϊκά πρότυπα, σε ευρωπαϊκές τεχνικές εγκρίσεις, σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές, εφόσον υπάρχουν, σε διεθνή πρότυπα ή σε άλλα τεχνικά στοιχεία αναφοράς που έχουν καταρτισθεί από ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, ή, ελλείψει τέτοιων, στα ισοδύναμα εθνικά· κάθε παραπομπή συνοδεύεται από την ένδειξη «ή ισοδύναμο», ή

β)

με όρους επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων, οι οποίοι μπορούν να περιλαμβάνουν περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά και είναι επαρκώς ακριβείς για να μπορούν οι προσφέροντες να προσδιορίζουν τον σκοπό της σύμβασης και τον Οργανισμό που αναθέτει τη σύμβαση, ή

γ)

με συνδυασμό των δύο ως άνω μεθόδων.

4.   Οσάκις ο Οργανισμός κάνει χρήση της δυνατότητας να αναφέρεται στις προδιαγραφές της παραγράφου 3 στοιχείο α), δεν μπορεί να απορρίπτει προσφορά με το αιτιολογικό ότι δεν συμμορφώνεται με τις εν λόγω προδιαγραφές, εφόσον ο προσφέρων ή ο υποψήφιος αποδεικνύει, με ικανοποιητικό τρόπο για τον Οργανισμό και με κάθε πρόσφορο μέσο, ότι η προσφορά ανταποκρίνεται κατά ισοδύναμο τρόπο στις ισχύουσες απαιτήσεις.

Το πρόσφορο μέσο μπορεί να έχει τη μορφή τεχνικού φακέλου του κατασκευαστή ή έκθεσης δοκιμών από αναγνωρισμένο οργανισμό.

5.   Οσάκις ο Οργανισμός κάνει χρήση της δυνατότητας, που προβλέπεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), να θέτει προδιαγραφές με όρους επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων, δεν μπορεί να απορρίπτει προσφορά που ανταποκρίνεται σε εθνικό πρότυπο το οποίο ενσωματώνει ευρωπαϊκό πρότυπο, σε ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, σε κοινή τεχνική προδιαγραφή, σε διεθνές πρότυπο ή σε τεχνικό στοιχείο αναφοράς που έχει καταρτισθεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι προδιαγραφές αυτές αφορούν τις απαιτούμενες επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις.

Ο προσφέρων υποχρεούται να αποδεικνύει, κατά τρόπο ικανοποιητικό για τον Οργανισμό και με κάθε πρόσφορο μέσο, ότι η προσφορά ανταποκρίνεται στις επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις που ορίζει ο Οργανισμός. Το πρόσφορο μέσο μπορεί να έχει τη μορφή τεχνικού φακέλου του κατασκευαστή ή έκθεσης δοκιμών από αναγνωρισμένο οργανισμό.

6.   Όταν ο Οργανισμός ορίζει τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά με όρους επιδόσεων ή λειτουργικών απαιτήσεων, μπορεί να χρησιμοποιεί τις λεπτομερείς προδιαγραφές ή, εφόσον χρειάζεται, τμήματα των λεπτομερών προδιαγραφών, όπως καθορίζονται από τα ευρωπαϊκά, πολυεθνικά ή εθνικά οικολογικά σήματα ή από οποιοδήποτε άλλο οικολογικό σήμα, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι προδιαγραφές είναι κατάλληλες για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης·

β)

οι απαιτήσεις του σήματος βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία·

γ)

τα οικολογικά σήματα υιοθετούνται με διαδικασία στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι κυβερνητικοί οργανισμοί, οι καταναλωτές, οι κατασκευαστές, οι διανομείς και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, και

δ)

τα οικολογικά σήματα είναι προσιτά σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Ο Οργανισμός μπορεί να αναφέρει ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που φέρουν το οικολογικό σήμα τεκμαίρεται ότι πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζει η συγγραφή υποχρεώσεων. Αποδέχεται ωστόσο και κάθε άλλο πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, όπως τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή ή έκθεση δοκιμών από αναγνωρισμένο οργανισμό.

7.   Αναγνωρισμένος οργανισμός κατά την έννοια των παραγράφων 4, 5 και 6 είναι εργαστήριο δοκιμών και βαθμονόμησης ή οργανισμός ελέγχου και πιστοποίησης που ανταποκρίνεται στα ισχύοντα ευρωπαϊκά πρότυπα.

8.   Εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές προδιαγραφές δεν μπορούν να μνημονεύουν κατασκευή ή προέλευση συγκεκριμένη ή προκύπτουσα από ειδικές μεθόδους, ούτε να παραπέμπουν σε συγκεκριμένο εμπορικό σήμα, ευρεσιτεχνία, τύπο, καταγωγή ή παραγωγή, πράγμα που θα είχε ως αποτέλεσμα την ευνοϊκή αντιμετώπιση ή την απόρριψη ορισμένων προϊόντων ή οικονομικών παραγόντων. Στις περιπτώσεις που δεν είναι δυνατός ο επαρκώς σαφής και κατανοητός προσδιορισμός του αντικειμένου της σύμβασης, η μνεία ή παραπομπή κατά τα ανωτέρω συνοδεύεται από τη φράση «ή ισοδύναμο».

Άρθρο 39

Αναθεώρηση των τιμών

1.   Τα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών προσδιορίζουν αν η προσφορά πρέπει να περιλαμβάνει τιμές σταθερές και μη αναθεωρήσιμες.

2.   Σε αντίθετη περίπτωση, προσδιορίζονται στα έγγραφα οι όροι ή/και οι μαθηματικοί τύποι βάσει των οποίων οι τιμές είναι δυνατόν να αναθεωρηθούν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της σύμβασης. Στις περιπτώσεις αυτές ο Οργανισμός λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη:

α)

το αντικείμενο της διαδικασίας της σύμβασης και την οικονομική συγκυρία εντός της οποίας εκτελείται·

β)

τη φύση και τη διάρκεια των εργασιών και της σύμβασης·

γ)

τα οικονομικά του συμφέροντα.

Άρθρο 40

Διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις

1.   Με την επιφύλαξη της επιβολής συμβατικών κυρώσεων, οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες και οι εργολήπτες που κρίθηκαν ένοχοι ψευδών δηλώσεων ή για τους οποίους κρίθηκε ότι διέπραξαν σοβαρή παράλειψη κατά την εκτέλεση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, στο πλαίσιο προγενέστερης διαδικασίας σύμβασης, αποκλείονται από όλες της συμβάσεις που χρηματοδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό του Οργανισμού για χρονικό διάστημα το πολύ δύο ετών από την ημερομηνία βεβαίωσης της παράβασης, η οποία επέρχεται έπειτα από κατ’ αντιμωλία διαδικασία με τον ανάδοχο.

Το διάστημα αυτό μπορεί να αυξηθεί σε τρία έτη σε περίπτωση υποτροπής κατά τα πέντε έτη που έπονται της πρώτης παράβασης.

Εξάλλου, οι προσφέροντες ή οι υποψήφιοι που κρίθηκαν ένοχοι ψευδών δηλώσεων υφίστανται και οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες αντιστοιχούν στο 2 έως 10 % του συνολικού ύψους της σύμβασης που πρόκειται να ανατεθεί.

Οι ανάδοχοι οι οποίοι κρίθηκε ότι διέπραξαν σοβαρή παράλειψη κατά την εκτέλεση των συμβατικών τους υποχρεώσεων υφίστανται επίσης οικονομικές κυρώσεις, οι οποίες αντιστοιχούν στο 2 έως 10 % του ύψους της εκάστοτε σύμβασης.

Τα ποσοστά αυτά μπορούν να αυξάνονται σε 4 έως 20 % σε περίπτωση υποτροπής κατά τα πέντε έτη που έπονται της πρώτης παράβασης.

2.   Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ) και δ), οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες αποκλείονται από όλες τις συμβάσεις για χρονικό διάστημα το πολύ δύο ετών από την ημερομηνία βεβαίωσης της παράβασης, η οποία επέρχεται έπειτα από κατ’ αντιμωλία διαδικασία με τον ανάδοχο.

Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία β) και ε), οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες αποκλείονται από όλες τις συμβάσεις για χρονικό διάστημα το λιγότερο ενός έτους και το πολύ τεσσάρων ετών από την ημερομηνία κοινοποίησης της δικαστικής απόφασης.

Τα διαστήματα αυτά μπορούν να αυξηθούν σε πέντε έτη σε περίπτωση υποτροπής κατά τα πέντε έτη που έπονται της πρώτης παράβασης ή της πρώτης δικαστικής απόφασης.

3.   Οι περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο ε) καλύπτουν τα εξής:

α)

τις περιπτώσεις απάτης κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία καταρτίσθηκε με την πράξη του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 1995 (4)·

β)

περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 της σύμβασης περί της καταπολέμησης της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία καταρτίσθηκε με πράξη του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 1997 (5)·

γ)

τις περιπτώσεις συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της κοινής δράσης 98/733/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1998, σχετικά με το αξιόποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (6)·

δ)

τις περιπτώσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 της οδηγίας 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1991, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (7).

Άρθρο 41

Αποδεικτικά έγγραφα

1.   Ο Οργανισμός αποδέχεται ως επαρκή απόδειξη ότι υποψήφιος ή προσφέρων δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και ε), πρόσφατο απόσπασμα ποινικού μητρώου ή, ελλείψει αυτού, ισοδύναμο έγγραφο που έχει εκδοθεί πρόσφατα από δικαστική ή διοικητική αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης και από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται οι εν λόγω απαιτήσεις. Ο Οργανισμός αποδέχεται ως επαρκή απόδειξη ότι ο υποψήφιος ή ο προσφέρων δεν εμπίπτει στην περίπτωση που περιγράφεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο δ), πρόσφατο πιστοποιητικό εκδοθέν από την αρμόδια αρχή της οικείας χώρας.

Εφόσον το έγγραφο ή πιστοποιητικό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν έχει εκδοθεί από το οικείο κράτος μέλος και για τις άλλες περιπτώσεις εξαιρέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 9, μπορεί να αντικαθίσταται από ένορκη δήλωση ή, ελλείψει αυτής, υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου ενώπιον δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή εντεταλμένου επαγγελματικού οργανισμού της χώρας καταγωγής ή προέλευσης.

2.   Για τις συμβάσεις ύψους κάτω των 60 000 ευρώ δυνάμει του λειτουργικού προϋπολογισμού και ύψους κάτω των 137 000 ευρώ δυνάμει του επιχειρησιακού προϋπολογισμού, ο Οργανισμός μπορεί, ανάλογα με την ανάλυση κινδύνων στην οποία προβαίνει ο διατάκτης, να ζητήσει από τους υποψηφίους ή προσφέροντες να υποβάλουν απλώς υπεύθυνη δήλωση στην οποία να αναφέρουν ότι δεν ευρίσκονται σε καμία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10.

Σε περίπτωση κοινοπραξίας, ανεξάρτητα από το ύψος της σύμβασης, ο Οργανισμός μπορεί να δεχθεί να υποβάλει τα έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 μόνο το ηγούμενο μέλος της κοινοπραξίας, με την προϋπόθεση ότι το μέλος αυτό αναλαμβάνει να είναι υπόχρεο αλληλεγγύως και εις ακέραιο με όλα τα άλλα μέλη της κοινοπραξίας κατά τη διαδικασία ανάθεσης και κατά την εκτέλεση της ενδεχόμενης σύμβασης και ότι όλα τα άλλα μέλη της κοινοπραξίας θα υποβάλουν στον Οργανισμό υπεύθυνη δήλωση σύμφωνα με την οποία δεν ευρίσκονται σε καμία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10.

3.   Ανάλογα με την εθνική νομοθεσία της χώρας εγκατάστασης του υποψηφίου ή προσφέροντος, τα έγγραφα που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 αναφέρονται σε νομικά ή/και σε φυσικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον ο Οργανισμός το κρίνει αναγκαίο, των διευθυντών επιχειρήσεων και κάθε προσώπου εξουσιοδοτημένου να εκπροσωπεί, να λαμβάνει αποφάσεις ή να ελέγχει τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες.

4.   Εφόσον ο Οργανισμός έχει αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον οι υποψήφιοι ή προσφέροντες ευρίσκονται σε μία από τις καταστάσεις αποκλεισμού, μπορεί να απευθύνεται στις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για οποιεσδήποτε πληροφορίες κρίνει αναγκαίες σχετικά με την κατάσταση αυτή.

5.   Ο Οργανισμός μπορεί να παρεκκλίνει από την υποχρέωση του υποψηφίου ή προσφέροντος να υποβάλει τα αποδεικτικά πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφόσον τα εν λόγω πιστοποιητικά έχουν υποβληθεί ήδη για τους σκοπούς άλλης διαδικασίας ανάθεσης και με την προϋπόθεση ότι η ημερομηνία έκδοσης των πιστοποιητικών δεν είναι παλαιότερη του έτους και ότι τα πιστοποιητικά εξακολουθούν να ισχύουν.

Στην περίπτωση αυτή ο υποψήφιος ή προσφέρων δηλώνει υπευθύνως ότι τα αποδεικτικά πιστοποιητικά έχουν υποβληθεί ήδη σε προηγούμενη διαδικασία ανάθεσης και βεβαιώνει ότι η κατάσταση δεν έχει μεταβληθεί.

6.   Οι υποψήφιοι αναφέρουν το κράτος όπου έχουν την έδρα ή τον τόπο διαμονής τους, και υποβάλλουν τα αποδεικτικά που γίνονται συνήθως αποδεκτά από το δίκαιο στο οποίο υπάγονται.

Άρθρο 42

Κριτήρια επιλογής

1.   Ο Οργανισμός καθορίζει σαφή και αμερόληπτα κριτήρια επιλογής.

2.   Τα κριτήρια επιλογής εφαρμόζονται σε κάθε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης προκειμένου να εκτιμηθεί η χρηματοδοτική, οικονομική, τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του υποψηφίου ή προσφέροντος.

Ο Οργανισμός μπορεί να καθορίζει ελάχιστα επίπεδα ικανότητας κάτω των οποίων δεν είναι δυνατόν να προκρίνει υποψηφίους.

3.   Κάθε υποψήφιος ή προσφέρων μπορεί να κληθεί να αποδείξει ότι διαθέτει άδεια για την εκτέλεση της σύμβασης, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο: εγγραφή στο οικείο εμπορικό ή επαγγελματικό μητρώο, ένορκη δήλωση ή πιστοποιητικό, συμμετοχή σε συγκεκριμένο οργανισμό, ειδική άδεια, εγγραφή στο μητρώο ΦΠΑ.

4.   Στην προκήρυξη σύμβασης ή στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, ο Οργανισμός προσδιορίζει τις προκριθείσες συστάσεις για την τεκμηρίωση του καθεστώτος και της νομικής ικανότητας των υποψηφίων ή προσφερόντων.

5.   Η έκταση των ζητούμενων από τον Οργανισμό πληροφοριών για την απόδειξη της χρηματοδοτικής, οικονομικής, τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας του υποψηφίου ή προσφέροντος και των ελάχιστων επιπέδων ικανότητας που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2, δεν μπορεί να υπερβαίνει το αντικείμενο της σύμβασης και λαμβάνει υπόψη τα έννομα συμφέροντα των οικονομικών παραγόντων, ιδίως σε ό,τι αφορά την προστασία των τεχνικών και εμπορικών μυστικών της επιχείρησής τους.

6.   Για τις συμβάσεις ύψους έως και 60 000 ευρώ δυνάμει του λειτουργικού προϋπολογισμού και κάτω των 137 000 ευρώ δυνάμει του επιχειρησιακού προϋπολογισμού ο Οργανισμός μπορεί, ανάλογα με την ανάλυση κινδύνων στην οποία προβαίνει ο διατάκτης, να μη ζητήσει από τους υποψηφίους ή προσφέροντες να υποβάλουν αποδεικτικά πιστοποιητικά της χρηματοδοτικής, οικονομικής, τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητάς τους. Στην περίπτωση αυτή, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καμία προπληρωμή ή ενδιάμεση πληρωμή.

7.   Ο Οργανισμός μπορεί, λόγω των ειδικών απαιτήσεων για την καλή εκτέλεση μιας σύμβασης, να ζητήσει τις ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες όσον αφορά τους υποψηφίους ή προσφέροντες και τους ενδεχόμενους υπεργολήπτες τους: έγκυρο έλεγχο ασφαλείας φορέα στο κατάλληλο επίπεδο και άδειες ασφαλείας για τα πρόσωπα που θα συμμετάσχουν στην εκτέλεση της σύμβασης, πληροφορίες σχετικά με την τεχνολογική ή βιομηχανική βάση τους στο έδαφος οποιουδήποτε από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Οι απαιτήσεις αυτές αναφέρονται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

8.   Για τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις ο Οργανισμός μπορεί να ενθαρρύνει, σε διαφανή και αμερόληπτη βάση, τις κοινοπραξίες οικονομικών παραγόντων που πληρούν τους όρους του άρθρου 7 παράγραφος 2 και προάγουν αρχές ανάλογες με εκείνες του Κώδικα του Οργανισμού για την Ορθή Πρακτική στην Αλυσίδα Εφοδιασμού (ΚΟΠΑΕ), ώστε να ενισχυθούν ο ανταγωνισμός και οι ίσες ευκαιρίες για όλους τους προμηθευτές, συμπεριλαμβανομένων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού. Η μνεία αρχών ανάλογων με εκείνες του Κώδικα του Οργανισμού για την Ορθή Πρακτική στην Αλυσίδα Εφοδιασμού μπορεί να προβλέπεται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος ή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

Άρθρο 43

Οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα

1.   Ως τεκμήρια της οικονομικής και χρηματοδοτικής ικανότητας του υποψηφίου ή προσφέροντος μπορούν να υποβληθούν ιδίως ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα έγγραφα:

α)

κατάλληλες δηλώσεις τραπεζών ή αποδεικτικό ασφάλισης έναντι επαγγελματικών κινδύνων·

β)

ισολογισμοί ή αποσπάσματα ισολογισμών τουλάχιστον των δύο τελευταίων ετών για τα οποία οι λογαριασμοί έχουν κλείσει, στην περίπτωση όπου η δημοσίευση του ισολογισμού προβλέπεται από το εταιρικό δίκαιο της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός παράγων·

γ)

δήλωση περί του συνολικού κύκλου εργασιών και του κύκλου εργασιών σε έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες, που καλύπτονται από τη σύμβαση κατά ένα χρονικό διάστημα το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τελευταία τρία οικονομικά έτη.

2.   Εάν, για εξαιρετικό λόγο τον οποίο ο Οργανισμός κρίνει δικαιολογημένο, ο υποψήφιος ή προσφέρων δεν είναι σε θέση να παρουσιάσει τα απαιτούμενα από την αναθέτουσα αρχή δικαιολογητικά, δύναται να αποδεικνύει την οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητά του με κάθε άλλο μέσο που ο Οργανισμός κρίνει κατάλληλο.

3.   Ένας οικονομικός παράγων μπορεί, εφόσον συντρέχει περίπτωση και για συγκεκριμένη σύμβαση, να τεκμηριώσει τις ικανότητες άλλων φορέων, ανεξάρτητα από τη νομική φύση των δεσμών μεταξύ αυτού και των εκάστοτε φορέων. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αποδεικνύει στον Οργανισμό ότι θα διαθέτει τους πόρους που είναι αναγκαίοι για την εκτέλεση της σύμβασης, παραδείγματος χάριν παρουσιάζοντας τη δέσμευση των φορέων αυτών να θέσουν τους πόρους αυτούς στη διάθεσή του.

Υπό τις ίδιες συνθήκες, μια κοινοπραξία οικονομικών παραγόντων από τις αναφερόμενες στο άρθρο 7 παράγραφος 2, μπορεί να στηρίζεται στις δυνατότητες των μελών της κοινοπραξίας ή άλλων φορέων.

Άρθρο 44

Τεχνική και επαγγελματική ικανότητα

1.   Η τεχνική και επαγγελματική ικανότητα των οικονομικών παραγόντων αξιολογείται και επαληθεύεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3. Στις διαδικασίες συμβάσεων με αντικείμενο προμήθειες που απαιτούν εργασίες τοποθέτησης ή εγκατάστασης, την παροχή υπηρεσιών ή/και την εκτέλεση έργων, η ως άνω ικανότητα αξιολογείται βάσει ιδίως της τεχνογνωσίας τους, της αποτελεσματικότητάς τους, της εμπειρίας τους και της αξιοπιστίας τους.

2.   Ανάλογα με τη φύση, την ποσότητα ή την κλίμακα και τον σκοπό των προβλεπόμενων προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων, η τεχνική και επαγγελματική ικανότητα του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολήπτη μπορεί να αποδεικνύεται βάσει των ακόλουθων εγγράφων:

α)

τίτλους σπουδών και επαγγελματικούς τίτλους του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολήπτη ή/και των στελεχών τους, ιδιαίτερα του υπευθύνου ή των υπευθύνων για την παροχή των υπηρεσιών ή για την εκτέλεση των έργων·

β)

κατάλογο:

i)

των κυριότερων υπηρεσιών που παρασχέθηκαν και των προμηθειών που παραδόθηκαν κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών, με αναφορά του ποσού, της ημερομηνίας και του αποδέκτη, του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα,

ii)

των έργων που εκτελέσθηκαν κατά τη διάρκεια των πέντε τελευταίων ετών, με αναφορά του ποσού, της ημερομηνίας και του τόπου εκτέλεσης· ο κατάλογος των σημαντικότερων έργων συνοδεύεται από πιστοποιητικά καλής εκτέλεσης, όπου διευκρινίζεται αν εκτελέσθηκαν σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και ολοκληρώθηκαν κανονικά·

γ)

περιγραφή του τεχνικού εξοπλισμού, των εργαλείων και των μηχανημάτων που θα χρησιμοποιηθούν από τον πάροχο υπηρεσιών ή τον εργολήπτη για την εκτέλεση μιας σύμβασης υπηρεσιών ή έργου·

δ)

περιγραφή του τεχνικού εξοπλισμού και των μέτρων που λαμβάνονται για τη διασφάλιση της ποιότητας των προμηθειών και υπηρεσιών καθώς και περιγραφή των μέσων μελέτης και έρευνας του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολήπτη·

ε)

αναφορά του σχετικού τεχνικού προσωπικού ή τεχνικών φορέων, είτε ανήκουν άμεσα στον πάροχο υπηρεσιών ή στον εργολήπτη είτε όχι, ιδίως εκείνων που είναι υπεύθυνοι για τον ποιοτικό έλεγχο·

στ)

όσον αφορά τις προμήθειες: δείγματα, περιγραφές ή/και αυθεντικές φωτογραφίες ή/και πιστοποιητικά καταρτισθέντα από επίσημα ιδρύματα ή υπηρεσίες σχετικά με τον ποιοτικό έλεγχο και με αναγνωρισμένη αρμοδιότητα, όπου να βεβαιώνεται η συμμόρφωση των προϊόντων με τα ισχύοντα πρότυπα ή προδιαγραφές·

ζ)

δήλωση που να αναφέρει τον ετήσιο μέσον όρο του προσωπικού και τον αριθμό των στελεχών που απασχόλησε ο πάροχος ή ο εργολήπτης κατά τα τρία τελευταία έτη·

η)

αναφορά του μέρους της σύμβασης που ο πάροχος των υπηρεσιών ή ο εργολήπτης προτίθεται ενδεχομένως να αναθέσει σε υπεργολήπτη·

θ)

για τις δημόσιες συμβάσεις έργων και υπηρεσιών και μόνο στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις, αναφορά των μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης που μπορεί να εφαρμόζει ο οικονομικός παράγων κατά την εκτέλεση της σύμβασης.

Όταν ο αποδέκτης των υπηρεσιών ή προμηθειών που αναφέρονται στο στοιχείο β) σημείο i) ήταν ο Οργανισμός, η απόδειξη της εκτέλεσης πρέπει να έχει τη μορφή πιστοποιητικών εκδοθέντων ή προσυπογραφέντων από την αρμόδια αρχή.

3.   Οσάκις οι υπηρεσίες ή τα προϊόντα προς παροχή είναι περίπλοκα ή, κατ’ εξαίρεση, πρέπει να ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένο σκοπό, η τεχνική και επαγγελματική ικανότητα μπορεί να εξασφαλίζεται με έλεγχο εκ μέρους του Οργανισμού ή, εξ ονόματος του, από αρμόδιο επίσημο φορέα της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο πάροχος υπηρεσιών ή ο εργολήπτης, με την επιφύλαξη της συναίνεσης του φορέα αυτού. Ο έλεγχος αυτός αφορά την τεχνική ικανότητα του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολήπτη και την παραγωγική τους ικανότητα καθώς και, εφόσον είναι αναγκαίο, τα μέσα μελέτης και έρευνας που αυτοί διαθέτουν και τα μέτρα που λαμβάνουν για τον ποιοτικό έλεγχο.

4.   Ο Οργανισμός, εφόσον απαιτεί την προσκόμιση πιστοποιητικών εκδιδόμενων από ανεξάρτητους οργανισμούς, τα οποία να βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός παράγων τηρεί ορισμένα πρότυπα εξασφάλισης της ποιότητας, παραπέμπει σε συστήματα εξασφάλισης της ποιότητας βασιζόμενα στη σχετική σειρά ευρωπαϊκών προτύπων που πιστοποιούνται από οργανισμούς οι οποίοι εφαρμόζουν τη σειρά ευρωπαϊκών προτύπων για την πιστοποίηση.

5.   Ο Οργανισμός, εφόσον απαιτεί την προσκόμιση πιστοποιητικών εκδιδομένων από ανεξάρτητους οργανισμούς, τα οποία να βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός παράγων τηρεί ορισμένα πρότυπα όσον αφορά την περιβαλλοντική διαχείριση, παραπέμπει στο κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου (EMAS) που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) ή σε πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης βασιζόμενα σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα που πιστοποιούνται από όργανα τα οποία λειτουργούν βάσει του κοινοτικού δικαίου ή στις αντίστοιχες ευρωπαϊκές ή διεθνείς προδιαγραφές όσον αφορά την πιστοποίηση. Ο Οργανισμός αναγνωρίζει τα ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη. Επίσης, αποδέχεται και άλλα ισοδύναμα αποδεικτικά στοιχεία για μέτρα περιβαλλοντικής διαχείρισης, τα οποία προσκομίζονται από τους οικονομικούς παράγοντες.

6.   Ο πάροχος υπηρεσιών ή ο εργολήπτης μπορεί, εφόσον συντρέχει περίπτωση και για συγκεκριμένη σύμβαση, να βασίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ανεξάρτητα από τη νομική φύση των δεσμών που έχει με αυτούς. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να αποδεικνύει στον Οργανισμό ότι θα διαθέτει τους πόρους που είναι αναγκαίοι για την εκτέλεση της σύμβασης, παραδείγματος χάριν παρουσιάζοντας τη δέσμευση των φορέων αυτών να θέσουν τους πόρους αυτούς στη διάθεσή του.

Υπό τις ίδιες συνθήκες, μια κοινοπραξία οικονομικών παραγόντων από τις αναφερόμενες στο άρθρο 7 παράγραφος 2, μπορεί να στηρίζεται στις δυνατότητες των μελών της κοινοπραξίας ή άλλων φορέων.

Άρθρο 45

Τρόποι και κριτήρια ανάθεσης

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, η ανάθεση μιας σύμβασης μπορεί να γίνεται με έναν από τους εξής δύο τρόπους:

α)

με μειοδοτικό διαγωνισμό, οπότε η σύμβαση κατακυρώνεται στην προσφορά που προτείνει τη χαμηλότερη τιμή, εφόσον είναι μεταξύ των κανονικών και σύμφωνων με τους όρους προσφορών·

β)

στον προσφέροντα που υπέβαλε την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

2.   Η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά είναι εκείνη με την καλύτερη σχέση μεταξύ ποιότητας και τιμής, λαμβανομένων υπόψη κριτηρίων δικαιολογουμένων από το αντικείμενο της σύμβασης, όπως είναι η προτεινόμενη τιμή, η τεχνική αξία, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά, το κόστος χρήσης, η αποδοτικότητα, η προθεσμία εκτέλεσης ή παράδοσης, η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική υποστήριξη.

3.   Ο Οργανισμός προσδιορίζει, στην προκήρυξη της σύμβασης ή στη συγγραφή υποχρεώσεων ή στο περιγραφικό έγγραφο, τη σχετική στάθμιση που αποδίδει σε καθένα από τα κριτήρια που εφαρμόζει για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς. Η στάθμιση αυτή μπορεί να εκφράζεται με τον καθορισμό μιας ψαλίδας με κατάλληλο εύρος.

Η στάθμιση του κριτηρίου της τιμής σε σύγκριση με τα λοιπά κριτήρια δεν πρέπει να οδηγεί σε εξουδετέρωση του κριτηρίου της τιμής κατά την επιλογή του αναδόχου της σύμβασης, με την επιφύλαξη των κλιμάκων που καθορίζει ο Οργανισμός για την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, όπως είναι, π.χ., οι παρεχόμενες από εμπειρογνώμονες στο πλαίσιο αξιολόγησης.

Εάν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η στάθμιση των κριτηρίων δεν είναι τεχνικά εφικτή, ιδίως λόγω του αντικειμένου της σύμβασης, ο Οργανισμός προσδιορίζει μόνο τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας όσον αφορά την εφαρμογή των κριτηρίων.

4.   Για τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις, το βασικό κριτήριο επιλογής του αναδόχου θα είναι η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη λύση για τη συγκεκριμένη απαίτηση, λαμβανομένων ιδίως υπόψη σκέψεων όσον αφορά το κόστος (τόσο απόκτησης όσο και κύκλου ζωής), την τεχνική συμμόρφωση, την εξασφάλιση της ποιότητας και το χρονοδιάγραμμα παράδοσης καθώς και, ανάλογα με την περίπτωση, την ασφάλεια εφοδιασμού και την προσέγγιση που προτείνεται για την επιλογή πηγών εφοδιασμού βάσει των αρχών του ΚΟΠΑΕ.

Άρθρο 46

Χρήση ηλεκτρονικών πλειστηριασμών

1.   Στις ανοικτές, κλειστές ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο α), ο Οργανισμός μπορεί να αποφασίζει ότι πριν από την ανάθεση δημόσιας σύμβασης, διεξάγεται ηλεκτρονικός πλειστηριασμός, όπως προβλέπεται στο άρθρο 54 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, όταν η συγγραφή υποχρεώσεων της σύμβασης μπορεί να καθορισθεί με ακρίβεια.

Υπό τους ίδιους όρους, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να χρησιμοποιείται κατά το νέο διαγωνισμό μεταξύ των μερών μιας συμφωνίας-πλαισίου, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 20, και κατά τον διαγωνισμό για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών που προβλέπει το άρθρο 29.

Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός αφορά είτε μόνο τις τιμές, οσάκις η σύμβαση ανατίθεται με κριτήριο τη χαμηλότερη προσφορά, είτε τις τιμές ή/και την αξία των επιμέρους στοιχείων των προσφορών τα οποία αναφέρονται στη συγγραφή υποχρεώσεων, οσάκις η σύμβαση ανατίθεται με κριτήριο την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

2.   Ο Οργανισμός που αποφασίζει να κάνει χρήση ηλεκτρονικού πλειστηριασμού το αναφέρει στην προκήρυξη της σύμβασης.

Στη συγγραφή υποχρεώσεων περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα πληροφοριακά στοιχεία:

α)

τα στοιχεία των οποίων η αξία θα αποτελέσει το αντικείμενο του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, ενόσω τα στοιχεία αυτά μπορούν να προσδιορισθούν ποσοτικά είτε με αριθμούς είτε με ποσοστά·

β)

τα ενδεχόμενα όρια των αξιών που μπορούν να υποβάλλονται, όπως αυτά προκύπτουν από τα προβλεπόμενα στη συγγραφή υποχρεώσεων σχετικά με το αντικείμενο της σύμβασης·

γ)

τις πληροφορίες που τίθενται στη διάθεση των προσφερόντων κατά τη διάρκεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού και, ενδεχομένως, τη χρονική στιγμή κατά την οποία τίθενται στη διάθεσή τους·

δ)

τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού·

ε)

τους όρους υπό τους οποίους οι προσφέροντες μπορούν να υποβάλλουν τις προσφορές τους, ιδίως τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις που απαιτούνται ενδεχομένως για την υποβολή προσφορών·

στ)

τις κατάλληλες πληροφορίες για το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και για τον τρόπο και τις τεχνικές προδιαγραφές της σύνδεσης.

3.   Ο Οργανισμός, προτού προβεί στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, διενεργεί μια πρώτη πλήρη αξιολόγηση των προσφορών σύμφωνα με το επιλεγμένο κριτήριο ή τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης και με τη στάθμισή τους, όπως έχουν καθορισθεί.

Όλοι οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων να υποβάλουν νέες τιμές ή/και νέες αξίες. Η πρόσκληση περιέχει όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για τη σύνδεσή τους σε ατομική βάση με το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και προσδιορίζει την ημερομηνία και την ώρα έναρξης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να διεξάγεται σε περισσότερες από μία διαδοχικές φάσεις. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν είναι δυνατόν να αρχίζει προτού παρέλθουν δύο εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.

4.   Οσάκις η ανάθεση της σύμβασης γίνεται στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, η πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης της προσφοράς του εκάστοτε προσφέροντος, η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 45 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο.

Στην πρόσκληση αναφέρεται και ο μαθηματικός τύπος που θα χρησιμοποιηθεί κατά τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό για την αυτόματη ανακατάταξη των προσφορών σε συνάρτηση με τις νέες τιμές ή/και τις νέες αξίες που θα υποβληθούν. Ο μαθηματικός αυτός τύπος εκφράζει τη σχετική στάθμιση του κάθε κριτηρίου που έχει επιλεγεί για τον καθορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, όπως αναφέρεται η στάθμιση αυτή στην προκήρυξη της σύμβασης ή στη συγγραφή υποχρεώσεων· για τον σκοπό αυτό, πάντως, οι ενδεχόμενες ψαλίδες πρέπει να εκφράζονται εκ των προτέρων με συγκεκριμένες τιμές.

Εφόσον επιτρέπονται οι εναλλακτικές προσφορές, για κάθε εναλλακτική προσφορά πρέπει να δίδεται χωριστός μαθηματικός τύπος.

5.   Κατά τη διάρκεια κάθε σταδίου του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, ο Οργανισμός ανακοινώνει συνεχώς και αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τουλάχιστον τις πληροφορίες εκείνες που τους δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή την αντίστοιχη κατάταξή τους. Ο Οργανισμός μπορεί επίσης να ανακοινώνει και άλλα πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με άλλες προσφερόμενες τιμές ή ποσά, υπό τον όρο ότι τούτο προβλέπεται στη συγγραφή υποχρεώσεων. Μπορεί επίσης, ανά πάσα στιγμή, να ανακοινώνει τον αριθμό των συμμετεχόντων σε κάθε φάση του πλειστηριασμού. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποκαλύπτει την ταυτότητα των προσφερόντων κατά τη διεξαγωγή των διαφόρων σταδίων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

6.   Ο Οργανισμός περατώνει τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

αναφέρει στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό την προκαθορισμένη ημερομηνία και ώρα λήξης·

β)

όταν δεν λαμβάνει πλέον νέες τιμές ή νέες αξίες που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις σχετικά με τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις· στην περίπτωση αυτή, ο Οργανισμός προσδιορίζει, στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό, την προθεσμία που θα τηρήσει μετά την παραλαβή της τελευταίας υποβολής προτού περατώσει τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό·

γ)

όταν έχουν πραγματοποιηθεί όλα τα στάδια του πλειστηριασμού, όπως καθορίζονται στην πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό.

Στην περίπτωση που ο Οργανισμός αποφασίζει να περατώσει τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με το στοιχείο γ), ενδεχομένως σε συνδυασμό με τον τρόπο που αναφέρεται στο στοιχείο β), η πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό προσδιορίζει το χρονοδιάγραμμα κάθε σταδίου του πλειστηριασμού.

7.   Μετά την περάτωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, ο Οργανισμός αναθέτει τη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 45, σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

Ο Οργανισμός δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό καταχρηστικά ή κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό ή να τροποποιεί το αντικείμενο της σύμβασης, όπως αυτό έχει καθορισθεί στη δημοσίευση της προκήρυξης της σύμβασης και προσδιορισθεί στη συγγραφή υποχρεώσεων.

Άρθρο 47

Υπερβολικά χαμηλές προσφορές

1.   Εάν, για συγκεκριμένη σύμβαση, οι προσφορές φαίνονται υπερβολικά χαμηλές, ο Οργανισμός, πριν απορρίψει γι’ αυτόν και μόνο το λόγο τις προσφορές αυτές, ζητεί εγγράφως τις διευκρινίσεις που αυτός θεωρεί ενδεδειγμένες σχετικά με τα στοιχεία της προσφοράς και επαληθεύει, με την αυτοπρόσωπη παράσταση των προσφερόντων, τα στοιχεία αυτά, λαμβάνοντας υπόψη και την παρεχόμενη τεκμηρίωση. Οι εν λόγω διευκρινίσεις μπορούν να αφορούν ιδίως την τήρηση των διατάξεων σχετικά με την προστασία και τους όρους εργασίας που ισχύουν στον τόπο όπου θα εκτελεσθεί η σύμβαση.

Ο Οργανισμός μπορεί, ιδίως, να λαμβάνει υπόψη τις εξηγήσεις που αφορούν:

α)

τα οικονομικά χαρακτηριστικά της παραγωγικής διαδικασίας, της παροχής των ζητούμενων υπηρεσιών ή της κατασκευαστικής μεθόδου·

β)

τις εφαρμοζόμενες τεχνικές λύσεις και τους κατ’ εξαίρεση ευνοϊκούς όρους που ισχύουν για τον προσφέροντα·

γ)

την πρωτοτυπία της προσφοράς.

2.   Εάν ο Οργανισμός διαπιστώσει ότι μια υπερβολικά χαμηλή προσφορά προκύπτει από τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης, μπορεί να απορρίπτει, γι’ αυτόν και μόνο τον λόγο, την εν λόγω προσφορά μόνο εάν ο προσφέρων δεν μπορέσει να αποδείξει, εντός εύλογης προθεσμίας καθοριζόμενης από τον Οργανισμό, ότι αυτή η ενίσχυση έχει χορηγηθεί οριστικά και σύμφωνα με τις διαδικασίες και αποφάσεις που καθορίζονται στους κοινοτικούς κανόνες της κρατικής ενίσχυσης.

Άρθρο 48

Προθεσμίες παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής

1.   Οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, τις οποίες ο Οργανισμός καθορίζει σε ημερολογιακές ημέρες, είναι επαρκείς ώστε οι ενδιαφερόμενοι να διαθέτουν εύλογο και κατάλληλο χρονικό διάστημα για να συντάξουν και να καταθέσουν τις προσφορές τους, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της πολυπλοκότητας της σύμβασης ή της ανάγκης επιτόπιας επίσκεψης ή επιτόπιας εξέτασης των εγγράφων που προσαρτώνται στη συγγραφή υποχρεώσεων.

2.   Στις ανοικτές διαδικασίες που αφορούν συμβάσεις με ύψος ίσο ή ανώτερο των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 36, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών ανέρχεται σε πενήντα δύο ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης προς δημοσίευση.

3.   Στις κλειστές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων χρήσης του ανταγωνιστικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 30, και στις με διαπραγμάτευση διαδικασίες με δημοσίευση προκήρυξης που αφορούν συμβάσεις με ύψος ίσο ή ανώτερο των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 36, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής είναι τριάντα επτά ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

Στις κλειστές διαδικασίες που αφορούν συμβάσεις με ύψος ίσο ή ανώτερο των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 36, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών ανέρχεται σε σαράντα ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

Ωστόσο, στις κλειστές διαδικασίες και τις με διαπραγμάτευση διαδικασίες έπειτα από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 33, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών είναι είκοσι μία ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

4.   Όταν ο Οργανισμός, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2, έχει αποστείλει προς δημοσίευση προκήρυξη προκαταρκτικής ενημέρωσης ή έχει δημοσιεύσει ο ίδιος προκήρυξη προκαταρκτικής ενημέρωσης στο «προφίλ αγοραστή» του, η προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών μπορεί κατά κανόνα να μειώνεται σε τριάντα έξι ημέρες, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη των είκοσι δύο ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης ή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

Η σύντμηση της προθεσμίας που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο είναι δυνατή μόνο εφόσον η προκήρυξη προκαταρκτικής ενημέρωσης πληροί του ακόλουθους όρους:

α)

περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα στην προκήρυξη πληροφοριακά στοιχεία, ενόσω τα στοιχεία αυτά είναι διαθέσιμα κατά τη δημοσίευση της προκήρυξης αυτής·

β)

έχει αποσταλεί προς δημοσίευση μεταξύ ελάχιστου διαστήματος πενήντα δύο ημερών και μέγιστου διαστήματος δώδεκα μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης.

5.   Οι προθεσμίες για την παραλαβή των προσφορών μπορούν να συντμηθούν κατά πέντε ημέρες εάν, αμέσως μετά τη δημοσίευση της προκήρυξης ή της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, όλα τα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών διατίθενται απευθείας και ελεύθερα μέσω ηλεκτρονικών μέσων.

Άρθρο 49

Προθεσμίες πρόσβασης στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών

1.   Υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ζητηθεί εγκαίρως, εντός της προθεσμίας υποβολής των προσφορών, οι συγγραφές υποχρεώσεων και τα περιγραφικά έγγραφα, της διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 30 καθώς και τα συμπληρωματικά έγγραφα αποστέλλονται σε όλους τους οικονομικούς παράγοντες που έχουν ζητήσει τη συγγραφή υποχρεώσεων ή έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν σε διάλογο ή να υποβάλουν προσφορά, εντός των έξι ημερολογιακών ημερών που έπονται της παραλαβής της αίτησης, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4. Ο Οργανισμός δεν είναι υποχρεωμένος να απαντήσει στις αιτήσεις αποστολής που υποβάλλονται σε λιγότερο από πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των προσφορών.

2.   Οι συμπληρωματικές πληροφορίες που συνδέονται με την πρόσκληση υποβολής προσφορών ή την πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συμμετοχής, εφόσον έχουν ζητηθεί εγκαίρως, εντός της προθεσμίας υποβολής των προσφορών ή των αιτήσεων συμμετοχής, παρέχονται ταυτόχρονα σε όλους τους οικονομικούς παράγοντες που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν στη διαδικασία, το αργότερο έξι ημερολογιακές ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας για την παραλαβή των προσφορών, ή, προκειμένου για τις αιτήσεις πληροφοριών που λαμβάνονται λιγότερο από οκτώ ημερολογιακές ημέρες πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας, το ταχύτερο δυνατόν μετά την παραλαβή της αίτησης Ο Οργανισμός δεν είναι υποχρεωμένος να απαντήσει στις αιτήσεις για συμπληρωματικές πληροφορίες που υποβάλλονται κάτω των πέντε εργάσιμων ημερών πριν από τη λήξη της σχετικής προθεσμίας.

3.   Οσάκις, για οποιονδήποτε λόγο, οι συγγραφές υποχρεώσεων και τα συμπληρωματικά έγγραφα ή πληροφορίες δεν μπορούν να δοθούν εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 ή οσάκις οι προσφορές δεν μπορούν να συνταχθούν παρά μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή επιτόπια εξέταση των εγγράφων που προσαρτώνται στη συγγραφή υποχρεώσεων, οι προθεσμίες για την παραλαβή των προσφορών που καθορίζονται στο άρθρο 48 παρατείνονται, έτσι ώστε όλοι οι οικονομικοί παράγοντες να μπορούν να λαμβάνουν γνώση όλων των πληροφοριών που είναι αναγκαίες για τη σύνταξη των προσφορών. Η παράταση αυτή αποτελεί το αντικείμενο κατάλληλης δημοσίευσης, σύμφωνα με τα άρθρα 21 έως 24.

4.   Στην ανοικτή διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των δυναμικών συστημάτων αγορών που αναφέρονται στο άρθρο 29, εφόσον υπάρχει ελεύθερη και πλήρης απευθείας πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στο σύνολο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών και σε οποιαδήποτε συμπληρωματικά έγγραφα, δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 1. Η προκήρυξη σύμβασης που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3, αναφέρει τη διεύθυνση του Διαδικτύου στην οποία μπορούν να εξετασθούν τα έγγραφα αυτά.

Στις περιπτώσεις αυτές, τα ενδεχόμενα συμπληρωματικά έγγραφα και πληροφορίες διατίθενται και αυτά ελευθέρως, στο σύνολό τους και απευθείας μετά τη γνωστοποίησή τους σε όλους τους οικονομικούς παράγοντες που ζήτησαν τη συγγραφή υποχρεώσεων ή εκδήλωσαν ενδιαφέρον να υποβάλλουν προσφορά.

Άρθρο 50

Προθεσμίες σε επείγουσες περιπτώσεις

1.   Στις περιπτώσεις των οποίων ο επείγων χαρακτήρας, δεόντως αιτιολογημένος, καθιστά ανεφάρμοστες τις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 48 παράγραφος 3 για τις κλειστές διαδικασίες και τις με διαπραγμάτευση διαδικασίες με δημοσίευση προκήρυξης καθώς και για τη με διαπραγμάτευση διαδικασία χωρίς δημοσίευση για τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις, ο Οργανισμός μπορεί να καθορίζει, σε ημερολογιακές ημέρες, τις ακόλουθες προθεσμίες:

α)

για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής, προθεσμία η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη των δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης των δέκα ημερών εάν η προκήρυξη αποστέλλεται ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

β)

για την παραλαβή των προσφορών, προθεσμία η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη των δέκα ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

2.   Στις κλειστές διαδικασίες και στις επισπευσμένες διαδικασίες με διαπραγμάτευση και υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ζητηθεί εγκαίρως, οι συμπληρωματικές πληροφορίες για τις συγγραφές υποχρεώσεων γνωστοποιούνται ταυτόχρονα σε όλους τους υποψηφίους και προσφέροντες, το αργότερο τέσσερις ημερολογιακές ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας για την παραλαβή των προσφορών.

Άρθρο 51

Τρόποι υποβολής

1.   Οι λεπτομέρειες υποβολής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής καθορίζονται από τον Οργανισμό, που μπορεί να επιλέξει αποκλειστικό τρόπο υποβολής. Οι προσφορές και οι αιτήσεις συμμετοχής μπορούν να υποβάλλονται με επιστολή ή με ηλεκτρονικά μέσα. Εξάλλου, οι αιτήσεις συμμετοχής μπορούν να υποβάλλονται με τηλεομοιοτυπία (φαξ). Αιτήσεις συμμετοχής υποβαλλόμενες με φαξ ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο επιβεβαιώνονται με επιστολή που αποστέλλεται πριν από την εκπνοή των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 48.

Τα επιλεγόμενα μέσα επικοινωνίας δεν δημιουργούν διακρίσεις και δεν μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της πρόσβασης των οικονομικών παραγόντων στη διαδικασία ανάθεσης.

Τα επιλεγόμενα μέσα επικοινωνίας εγγυώνται την τήρηση των ακόλουθων όρων:

α)

κάθε υποβαλλόμενο έγγραφο περιέχει όλα τα πληροφοριακά στοιχεία που είναι αναγκαία για την αξιολόγησή του·

β)

διαφυλάσσεται η ακεραιότητα των δεδομένων·

γ)

τηρείται το απόρρητο των προσφορών και ο Οργανισμός λαμβάνει γνώση του περιεχομένου των προσφορών μόνο μετά την εκπνοή της προβλεπόμενης προθεσμίας για την υποβολή τους.

Ο Οργανισμός μπορεί να ζητήσει να συνοδεύονται οι ηλεκτρονικές προσφορές από προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή κατά την έννοια της οδηγίας 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

2.   Όταν ο Οργανισμός επιτρέπει την υποβολή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής με ηλεκτρονικά μέσα, τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους πρέπει να μη δημιουργούν διακρίσεις, να είναι ευρέως προσιτά στο κοινό και συμβατά με τις τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται γενικά. Τα πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τις αναγκαίες προδιαγραφές για την υποβολή των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησής τους, τίθενται στη διάθεση των προσφερόντων και των αιτούντων.

Εξάλλου, οι μηχανισμοί παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παραρτήματος Χ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ.

3.   Όταν η υποβολή πραγματοποιείται ταχυδρομικώς, οι υποψήφιοι ή προσφέροντες μπορούν να επιλέξουν να υποβάλουν τις αιτήσεις συμμετοχής ή τις προσφορές:

α)

με συστημένο φάκελο, οπότε λαμβάνεται υπόψη η πραγματική ημερομηνία παραλαβής (εντός ωρών εργασίας) του συστημένου φακέλου από τον Οργανισμό, ή

β)

με κατάθεση στις υπηρεσίες του Οργανισμού, απευθείας από τον υποψήφιο ή τον προσφέροντα ή μέσω εντολοδόχου του, συμπεριλαμβανομένου του αγγελιαφόρου, οπότε ο Οργανισμός προσδιορίζει την υπηρεσία στην οποία πρέπει να κατατίθενται οι αιτήσεις συμμετοχής ή οι προσφορές έναντι αποδείξεως παραλαβής με ημερομηνία και υπογραφή και ότι λαμβάνεται υπόψη η πραγματική ημερομηνία παραλαβής (εντός ωρών εργασίας) από τον Οργανισμό.

4.   Για να διαφυλάσσεται η μυστικότητα και να αποφεύγονται τυχόν δυσχέρειες κατά την αποστολή των προσφορών ταχυδρομικώς, η ακόλουθη επισήμανση περιλαμβάνεται στις προσκλήσεις υποβολής προσφορών:

«Η αποστολή πρέπει να γίνει με διπλό φάκελο. Και οι δύο φάκελοι θα είναι κλειστοί, ο δε εσωτερικός θα φέρει, πέρα από τα στοιχεία του αποδέκτη, όπως αυτά αναφέρονται στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, την ένδειξη “Πρόσκληση υποβολής προσφορών — Να μην ανοιχθεί από την υπηρεσία αλληλογραφίας”. Εάν χρησιμοποιηθούν αυτοκόλλητοι φάκελοι, πρέπει να κλεισθούν με κολλητική ταινία, η οποία πρέπει να φέρει εγκάρσια την υπογραφή του αποστολέα.».

Άρθρο 52

Αποσφράγιση των προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής

1.   Όλες οι προσφορές και αιτήσεις συμμετοχής που τήρησαν τις διατάξεις του άρθρου 51 παράγραφοι 1 και 2, αποσφραγίζονται.

2.   Για τις συμβάσεις των οποίων το ύψος υπερβαίνει τα 60 000 ευρώ, ο αρμόδιος διατάκτης διορίζει επιτροπή αποσφράγισης των προσφορών.

Η επιτροπή αποσφράγισης συγκροτείται από τρία τουλάχιστον πρόσωπα, τα οποία ανήκουν σε δύο τουλάχιστον οργανικές οντότητες του Οργανισμού χωρίς μεταξύ τους ιεραρχική σχέση, από τα οποία ένα τουλάχιστον δεν υπάγεται στον αρμόδιο διατάκτη. Τα πρόσωπα αυτά αποφεύγουν οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων.

3.   Όταν οι αιτήσεις συμμετοχής ή οι προσφορές υποβάλλονται ταχυδρομικώς ή με αγγελιοφόρο επειγόντων ή κατατίθενται απευθείας, ένα ή περισσότερα μέλη της επιτροπής αποσφράγισης μονογραφούν τα έγγραφα προς απόδειξη της ημερομηνίας και της ώρας παραλαβής κάθε προσφοράς.

Επιπλέον μονογραφούν:

α)

κάθε σελίδα κάθε προσφοράς, ή

β)

το εξώφυλλο και τις σελίδες που περιέχουν τις οικονομικές λεπτομέρειες για κάθε προσφορά, την δε ακεραιότητα της πρωτότυπης προσφοράς εγγυάται κάθε κατάλληλη τεχνική εφαρμοζόμενη από υπηρεσία ανεξάρτητη της υπηρεσίας του διατάκτη.

Σε περίπτωση ανάθεσης με μειοδοτικό διαγωνισμό, σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 1 στοιχείο α), οι τιμές που περιλαμβάνονται στις προσφορές και πληρούν τις απαιτήσεις δημοσιοποιούνται.

Τα μέλη της επιτροπής αποσφράγισης υπογράφουν το γραπτό πρακτικό αποσφράγισης των παραληφθεισών προσφορών, το οποίο προσδιορίζει τις σύμφωνες και τις μη σύμφωνες με τις απαιτήσεις προσφορές και αιτιολογεί την απόρριψη των μη σύμφωνων προσφορών με γνώμονα τις λεπτομέρειες υποβολής των προσφορών που προβλέπονται στο άρθρο 51.

Άρθρο 53

Επιτροπή αξιολόγησης των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής

1.   Όλες οι προσφορές και αιτήσεις συμμετοχής που έχουν κριθεί σύμφωνες αξιολογούνται και κατατάσσονται από επιτροπή αξιολόγησης, η οποία συγκροτείται, για καθεμία από τις δύο φάσεις, βάσει των ήδη καθορισμένων κριτηρίων αποκλεισμού και επιλογής, αφενός, και των κριτηρίων ανάθεσης, αφετέρου.

Η επιτροπή αξιολόγησης διορίζεται από τον αρμόδιο διατάκτη προκειμένου να διατυπώνει συμβουλευτικές γνώμες σχετικά με τις συμβάσεις ύψους ανωτέρου του κατώτατου ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2.

2.   Η επιτροπή αποσφράγισης συγκροτείται από τρία τουλάχιστον πρόσωπα, τα οποία ανήκουν σε δύο τουλάχιστον οργανικές οντότητες του Οργανισμού χωρίς μεταξύ τους ιεραρχική σχέση, από τα οποία ένα τουλάχιστον δεν υπάγεται στον αρμόδιο διατάκτη. Τα πρόσωπα αυτά αποφεύγουν οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων. Η σύνθεση της επιτροπής αυτής μπορεί να είναι όμοια με τη σύνθεση της επιτροπής αποσφράγισης των προσφορών.

Στην επιτροπή αυτή μπορούν να συμμετέχουν και εξωτερικοί εμπειρογνώμονες, έπειτα από σχετική απόφαση του αρμόδιου διατάκτη. Ο αρμόδιος διατάκτης μεριμνά ώστε οι εμπειρογνώμονες αυτοί να μην τελούν υπό κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων.

3.   Οι αιτήσεις συμμετοχής και οι προσφορές που δεν περιέχουν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που απαιτούνται στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών ή που δεν ανταποκρίνονται στις ειδικές απαιτήσεις που καθορίζονται σε αυτά απορρίπτονται.

Ωστόσο, η επιτροπή αξιολόγησης ή ο Οργανισμός μπορεί να καλέσει τον υποψήφιο ή τον προσφέροντα να συμπληρώσει ή να επεξηγήσει τα υποβληθέντα δικαιολογητικά που έχουν σχέση με τα κριτήρια αποκλεισμού και επιλογής, εντός προθεσμίας καθοριζόμενης από την ίδια την επιτροπή αξιολόγησης ή τον Οργανισμό.

4.   Σε περίπτωση υπερβολικά χαμηλών προσφορών κατά το άρθρο 47, η επιτροπή αξιολόγησης ζητεί τις προσήκουσες διευκρινίσεις ως προς τη σύνθεση της προσφοράς.

Άρθρο 54

Άρθρο 296 ΣΕΚ

Οι παρούσες δημοσιονομικές διατάξεις δεν θίγουν υφιστάμενα μέτρα τα οποία έχουν λάβει τα συμμετέχοντα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 296 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή δυνάμει των άρθρων 10 και 14 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ

Άρθρο 55

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο Οργανισμός δικαιούται να συνεισφέρει, από τον επιχειρησιακό προϋπολογισμό του, σε σχέδια προοριζόμενα να συμβάλουν στην επίτευξη στόχου στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος εργασιών του Οργανισμού, τα οποία έχουν αναπτυχθεί και συγχρηματοδοτούνται από ιδιωτικούς ή δημόσιους φορείς οποιουδήποτε συμμετέχοντος κράτους μέλους ή σε συνεργασία με οποιοδήποτε άλλο ευρωπαϊκό όργανο ή διεθνή οργανισμό.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει όσον αφορά τα κονδύλια του επιχειρησιακού προϋπολογισμού που θα χρησιμοποιούνται μέσω χρηματοδοτικών συνεισφορών. Για κάθε σχέδιο, μπορεί να χορηγείται μία μόνο χρηματοδοτική συνεισφορά από τον Οργανισμό.

3.   Οι χρηματοδοτικές συνεισφορές του Οργανισμού καλύπτονται από έγγραφη συμφωνία με τον δικαιούχο.

4.   Οι χρηματοδοτικές συνεισφορές χορηγούνται κατόπιν προσκλήσεων υποβολής προτάσεων, εκτός εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή άλλος ευρωπαϊκός ή διεθνής οργανισμός ή φορέας έχει συνάψει συμφωνία με συγκεκριμένο οικονομικό παράγοντα για έρευνα στον τομέα της ασφάλειας ή της άμυνας και είναι σκόπιμο να χορηγήσει ο Οργανισμός χρηματοδοτική συνεισφορά στον ίδιο οικονομικό παράγοντα.

5.   Μπορεί να χορηγηθεί χρηματοδοτική συνεισφορά για σχέδιο που εκτελείται ήδη μόνο εφόσον ο αιτών μπορεί να αποδείξει ότι επιβαλλόταν η έναρξη της εκτέλεσης πριν υπογραφεί η συμφωνία. Στις περιπτώσεις αυτές οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν επιτρέπεται να έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης χρηματοδοτικής συνεισφοράς, με εξαίρεση δεόντως αιτιολογημένες εξαιρετικές περιπτώσεις. Δεν επιτρέπεται να χορηγηθεί αναδρομικά χρηματοδοτική συνεισφορά για σχέδια που έχουν περατωθεί ήδη.

6.   Δεν επιτρέπεται η πλήρης χρηματοδότηση του κόστους του σχεδίου μέσω χρηματοδοτικών συνεισφορών. Το σχέδιο πρέπει να περιλαμβάνει συγχρηματοδότηση. Ο δικαιούχος τεκμηριώνει τη συγχρηματοδότηση, είτε μέσω ιδίων πόρων είτε με τη μορφή χρηματοοικονομικών μεταφορών εκ μέρους τρίτων. Ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί να αποδέχεται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες, συγχρηματοδοτήσεις σε είδος. Στις περιπτώσεις αυτές, το ύψος των σχετικών συνεισφορών δεν πρέπει να υπερβαίνει το πραγματικό κόστος, που τεκμηριώνεται δεόντως με λογιστικά παραστατικά.

7.   Η χρηματοδοτική συνεισφορά δεν πρέπει να αποσκοπεί ή να οδηγεί στη δημιουργία πλεονάσματος εσόδων έναντι των δαπανών του συγκεκριμένου σχεδίου κατά την υποβολή της αίτησης τελικής πληρωμής στο πλαίσιο χρηματοδοτικής συνεισφοράς για σχέδιο.

8.   Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών στη διαδικασία χορήγησης χρηματοδοτικής συνεισφοράς και υπογραφής της συμφωνίας με τον δικαιούχο: άρθρο 2 παράγραφος 1, άρθρα 7, 9, 10, 12, 15, 16, 17, 18, 19, 22, 40, 41, 42, 43, 44, 48, 50, 51, 52 και 53, όπου το καθεστώς για τις χρηματοδοτικές συνεισφορές είναι, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το καθεστώς που διέπει τις σχετικές με την άμυνα συμβάσεις.

Άρθρο 56

Αξιολόγηση των προτάσεων

1.   Οι προτάσεις αξιολογούνται, βάσει κριτηρίων επιλογής και χορήγησης που έχουν δημοσιευθεί ήδη στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων, από επιτροπή αξιολόγησης η οποία έχει συσταθεί προς τον σκοπό αυτό, ώστε να προσδιορισθεί ποιες προτάσεις επιδέχονται χρηματοδότηση.

2.   Τα κριτήρια επιλογής δημοσιεύονται στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων και επιτρέπουν την αξιολόγηση της χρηματοδοτικής και επιχειρησιακής ικανότητας του αιτούντος να φέρει σε πέρας το προτεινόμενο σχέδιο. Ο αιτών πρέπει απαραιτήτως να διαθέτει σταθερές και επαρκείς πηγές χρηματοδότησης, ώστε να είναι σε θέση να ασκεί τις δραστηριότητές του καθ’ όλη τη διάρκεια εκτέλεσης του σχεδίου ή του οικονομικού έτους για το οποίο χορηγήθηκε η χρηματοδοτική συνεισφορά και να μπορεί να συμβάλλει στη χρηματοδότηση του σχεδίου. Ο αιτών πρέπει να διαθέτει τις επαγγελματικές ικανότητες και προσόντα που απαιτούνται για να φέρει σε πέρας το προτεινόμενο σχέδιο.

3.   Τα κριτήρια χορήγησης πρέπει να επιτρέπουν τη χορήγηση χρηματοδοτικών συνεισφορών σε σχέδια που μεγιστοποιούν τη συνολική αποτελεσματικότητα του ετήσιου προγράμματος εργασιών του Οργανισμού του οποίου εξασφαλίζουν την εκτέλεση. Τα εν λόγω κριτήρια καθορίζονται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει επίσης τη χρηστή διαχείριση των κονδυλίων του Οργανισμού και τη διενέργεια μεταγενέστερης αξιολόγησης.

4.   Μετά το πέρας της αξιολόγησης, ο αρμόδιος διατάκτης επιλέγει βάσει αυτής τον δικαιούχο και καθορίζει τη χρηματοδοτική συνεισφορά.

Άρθρο 57

Περιεχόμενο των προσκλήσεων υποβολής προτάσεων

1.   Οι προσκλήσεις υποβολής προτάσεων προσδιορίζουν:

α)

τους επιδιωκόμενους στόχους·

β)

τα κριτήρια επιλεξιμότητας, επιλογής και χορήγησης καθώς και τα αντίστοιχα δικαιολογητικά·

γ)

τις λεπτομέρειες της χρηματοδότησης από τον Οργανισμό·

δ)

τις λεπτομέρειες και την καταληκτική ημερομηνία για την κατάθεση των προτάσεων, την ημερομηνία πιθανής έναρξης των σχεδίων καθώς και την προβλεπόμενη ημερομηνία περαίωσης της διαδικασίας χορήγησης.

2.   Οι προσκλήσεις υποβολής προτάσεων δημοσιεύονται στον ιστότοπο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και, ενδεχομένως, με κάθε άλλο μέσον, όπως είναι η Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ώστε να εξασφαλίζεται η ευρύτερη δυνατή δημοσιότητα μεταξύ των δυνητικών δικαιούχων.

Άρθρο 58

Αιτήσεις για χρηματοδοτικές συνεισφορές

1.   Οι αιτήσεις υποβάλλονται με τον τρόπο και σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

2.   Η αίτηση καταδεικνύει τη νομική υπόσταση και τη χρηματοοικονομική και επιχειρησιακή ικανότητα του αιτούντος να φέρει σε πέρας το προτεινόμενο σχέδιο. Προς τούτο, ο διατάκτης ζητεί υπεύθυνη δήλωση των δυνητικών δικαιούχων. Στην αίτηση επισυνάπτονται επίσης ο λογαριασμός εσόδων/δαπανών, ο ισολογισμός του τελευταίου οικονομικού έτους που έκλεισε και κάθε άλλο δικαιολογητικό που ζητείται στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων, σύμφωνα με την ανάλυση διαχειριστικών κινδύνων που πραγματοποιείται από τον αρμόδιο διατάκτη.

3.   Ο προϋπολογισμός του σχεδίου ή ο επιχειρησιακός προϋπολογισμός που επισυνάπτεται στην αίτηση πρέπει να είναι ισοσκελισμένος κατά τα έσοδα και τις δαπάνες και να εμφαίνει σαφώς τις δαπάνες που είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό του Οργανισμού.

4.   Για τις χρηματοδοτικές συνεισφορές άνω των 25 000 ευρώ, η αίτηση συνοδεύεται από έκθεση εξωτερικού λογιστικού ελέγχου από εγκεκριμένο ελεγκτή. Η εν λόγω έκθεση επικυρώνει τους λογαριασμούς του τελευταίου με διαθέσιμα στοιχεία οικονομικού έτους και παρέχει εκτίμηση της οικονομικής βιωσιμότητας του αιτούντος. Οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται μόνο για την πρώτη αίτηση που υποβάλλεται από έναν και τον αυτό δικαιούχο στον αρμόδιο διατάκτη κατά τη διάρκεια ενός και του αυτού οικονομικού έτους. Ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί, βάσει της ανάλυσης διαχειριστικών κινδύνων που πραγματοποιεί, να εξαιρεί από την ως άνω υποχρέωση τους δημόσιους οργανισμούς καθώς και τα ευρωπαϊκά όργανα ή τους διεθνείς οργανισμούς.

5.   Ο αιτών αναφέρει τις λοιπές χρηματοδοτήσεις τις οποίες έχει λάβει ή έχει ζητήσει κατά τη διάρκεια του ίδιου οικονομικού έτους, για το ίδιο ή οποιοδήποτε άλλο σχέδιο ή στο πλαίσιο των τρεχουσών δραστηριοτήτων του.

Άρθρο 59

Περιεχόμενο της συμφωνίας χρηματοδοτικής συνεισφοράς

Μια συμφωνία χρηματοδοτικής συνεισφοράς προσδιορίζει ιδίως:

α)

το αντικείμενό της·

β)

τον δικαιούχο·

γ)

τη διάρκειά της, και συγκεκριμένα:

i)

την ημερομηνία έναρξης και λήξης της ισχύος της,

ii)

την ημερομηνία έναρξης και τη διάρκεια του σχεδίου·

δ)

το μέγιστο ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς, και

ε)

λεπτομερή περιγραφή του σχεδίου·

στ)

τους γενικούς όρους που εφαρμόζονται σε όλες τις σχετικές συμφωνίες, π.χ. τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου, το αρμόδιο δικαστήριο σε περίπτωση διαφοράς και την αποδοχή από τον δικαιούχο των ελέγχων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και των ελεγκτών του καθώς και των κανόνων εκ των υστέρων δημοσιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 3·

ζ)

την εκτιμώμενη χρηματοδοτική συνεισφορά και τις λεπτομέρειες των επιλέξιμων δαπανών του σχεδίου·

η)

τον ρυθμό των πληρωμών, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών κινδύνων που συνδέονται με αυτές, της διάρκειας και της προόδου του σχεδίου καθώς και των δαπανών στις οποίες υποβάλλεται ο δικαιούχος·

θ)

τις ευθύνες του δικαιούχου, ιδίως σε θέματα χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και υποβολής των εκθέσεων δραστηριότητας και των δημοσιονομικών εκθέσεων·

ι)

τις λεπτομέρειες και τις προθεσμίες της διαδικασίας έγκρισης των εκθέσεων αυτών και της πληρωμής εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας·

ια)

διατάξεις σχετικά με την άσκηση ελέγχου, εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας και των ελεγκτών του, βάσει εγγράφων και επιτόπου, ως προς όλους τους εργολήπτες και υπεργολήπτες που έχουν χρηματοδοτηθεί από τον Οργανισμό.

Άρθρο 60

Δικαιολογητικά που συνοδεύουν τις αιτήσεις πληρωμής

1.   Για κάθε χρηματοδοτική συνεισφορά, σε περίπτωση κατάτμησης της χρηματοδότησης, κάθε νέα καταβολή υπόκειται στην απορρόφηση της προγενέστερης προχρηματοδότησης τουλάχιστον κατά το 70 % του συνολικού ποσού οποιασδήποτε προηγούμενης προχρηματοδότησης. Μαζί με την αίτησή του για νέα καταβολή, ο δικαιούχος υποβάλλει αναλυτικό λογαριασμό των δαπανών στις οποίες έχει υποβληθεί.

2.   Ο δικαιούχος δηλώνει υπεύθυνα τον πλήρη, αξιόπιστο και ειλικρινή χαρακτήρα των πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνονται σε κάθε αίτηση πληρωμής. Βεβαιώνει επίσης ότι οι δαπάνες στις οποίες έχει υποβληθεί μπορούν να θεωρηθούν επιλέξιμες κατά τη συμφωνία χρηματοδοτικής συνεισφοράς και ότι οι αιτήσεις πληρωμών δικαιολογούνται βάσει κατάλληλων δικαιολογητικών τα οποία είναι δυνατόν να ελεγχθούν.

3.   Ως δικαιολογητικό κάθε πληρωμής από τον αρμόδιο διατάκτη, βάσει της εκ μέρους του ανάλυσης των διαχειριστικών κινδύνων, είναι δυνατόν να ζητείται εξωτερικός έλεγχος των δημοσιονομικών καταστάσεων και των υποκείμενων λογαριασμών, οποίος πραγματοποιείται από εγκεκριμένο ελεγκτή. Σε περίπτωση χρηματοδοτικής συνεισφοράς για σχέδιο ή επιχειρησιακής χρηματοδοτικής συνεισφοράς, η έκθεση ελέγχου επισυνάπτεται στην αίτηση πληρωμής. Σκοπός της έκθεσης είναι να πιστοποιήσει ότι οι δαπάνες που δηλώνει ο δικαιούχος στις δημοσιονομικές καταστάσεις στις οποίες βασίζεται η αίτηση πληρωμής είναι πραγματικές, ακριβείς και επιλέξιμες κατά τη συμφωνία χρηματοδοτικής συνεισφοράς.

Ο αρμόδιος διατάκτης, σύμφωνα με την ανάλυση κινδύνων στην οποία προβαίνει, μπορεί επίσης να απαλλάσσει από την υποχρέωση εξωτερικού ελέγχου στην περίπτωση δημόσιων φορέων και άλλων ευρωπαϊκών οργάνων και διεθνών οργανισμών.

4.   Το ύψος της χρηματοδοτικής συνεισφοράς δεν οριστικοποιείται πριν αποδεχθεί το όργανο τις τελικές εκθέσεις και λογαριασμούς, με την επιφύλαξη μεταγενέστερων ελέγχων.


(1)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/97/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 107).

(2)  EE L 340 της 16.12.2002, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 101 της 11.4.2001, σ. 1. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2007/438/ΕΚ (ΕΕ L 164 της 26.6.2007, σ. 24).

(4)  EE C 316 της 27.11.1995, σ. 48.

(5)  ΕΕ C 195 της 25.6.1997, σ. 1.

(6)  EE L 351 της 29.12.1998, σ. 1.

(7)  EE L 166 της 28.6.1991, σ. 77. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 344 της 28.12.2001, σ. 76).

(8)  ΕΕ L 114 της 24.4.2001, σ. 1.

(9)  EE L 13 της 19.1.2000, σ. 12.


Top