EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0533

Απόφαση 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2007 , σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II)

OJ L 205, 7.8.2007, p. 63–84 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 19 Volume 006 P. 85 - 106

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 06/03/2023; καταργήθηκε από 32018R1862

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/533/oj

7.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 205/63


ΑΠΌΦΑΣΗ 2007/533/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουνίου 2007

σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο γ),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν («SIS»), το οποίο δημιουργήθηκε δυνάμει των διατάξεων του τίτλου IV της σύμβασης της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (2) («σύμβαση Σένγκεν»), μαζί με την εξέλιξή του, SIS 1 +, συνιστούν ουσιώδες μέσο για την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, όπως αυτό έχει ενσωματωθεί στο θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(2)

Η ανάπτυξη του συστήματος SIS δεύτερης γενιάς («SIS II») έχει ανατεθεί στην Επιτροπή δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2424/2001 του Συμβουλίου (3) και της απόφασης. 2001/886/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με την ανάπτυξη του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (4). Το SIS II θα αντικαταστήσει το σύστημα SIS όπως δημιουργήθηκε σύμφωνα με τη σύμβαση Σένγκεν.

(3)

Η παρούσα απόφαση συνιστά την αναγκαία νομοθετική βάση η οποία θα διέπει τη λειτουργία του SIS II όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (5) συνιστά την αναγκαία νομική βάση η οποία θα διέπει τη λειτουργία του SIS II όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας («συνθήκη ΕΚ»).

(4)

Το γεγονός ότι η απαιτούμενη νομική βάση για τη ρύθμιση της λειτουργίας του SIS II απαρτίζεται από ξεχωριστές πράξεις δεν επηρεάζει την αρχή σύμφωνα με την οποία το SIS II αποτελεί ενιαίο σύστημα πληροφοριών που πρέπει να λειτουργεί ως τέτοιο. Κατά συνέπεια, ορισμένες διατάξεις των εν λόγω πράξεων είναι σκόπιμο να είναι πανομοιότυπες.

(5)

Το SIS II θα πρέπει να αποτελεί μέτρο αντισταθμιστικού χαρακτήρα το οποίο συμβάλλει στη διατήρηση υψηλού επιπέδου ασφάλειας εντός του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την υποστήριξη της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των αστυνομικών αρχών και των δικαστικών αρχών σε ποινικές υποθέσεις.

(6)

Είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι στόχοι του SIS II, η τεχνική του αρχιτεκτονική και η χρηματοδότησή του και να θεσπιστούν κανόνες για τη λειτουργία και τη χρήση του και να προσδιορισθούν τα σχετικά καθήκοντα, οι κατηγορίες δεδομένων που θα εισάγονται σε αυτό, ο σκοπός για τον οποίο θα εισάγονται, οι προϋποθέσεις που θα διέπουν την εισαγωγή των δεδομένων, οι αρχές που εξουσιοδοτούνται να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα, η διασύνδεση των καταχωρίσεων και άλλοι κανόνες σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καταχωρίσεων.

(7)

Το SIS II πρόκειται να συμπεριλάβει ένα κεντρικό σύστημα (Κεντρικό SIS II) και εθνικές εφαρμογές. Η δαπάνη που απαιτείται για τη λειτουργία του κεντρικού SIS II και της επικοινωνιακής υποδομής θα πρέπει να καλύπτεται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(8)

Είναι αναγκαίο να καταρτιστεί εγχειρίδιο με λεπτομερείς κανόνες για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σε σχέση με τις ενέργειες που απαιτούνται βάσει της εκάστοτε καταχωρίσεως. Οι εθνικές αρχές κάθε κράτους μέλους οφείλουν να μεριμνούν για την ανταλλαγή των εν λόγω πληροφοριών.

(9)

Κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη για τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού SIS II και τμημάτων της επικοινωνιακής υποδομής. Ωστόσο, για να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στο SIS II, η Επιτροπή δύναται να αναθέσει το σύνολο ή μέρος των εν λόγω ευθυνών της σε δύο εθνικούς δημόσιους φορείς. Μακροπρόθεσμα και μετά από αξιολόγηση των επιπτώσεων, η οποία θα περιέχει ουσιώδη ανάλυση εναλλακτικών λύσεων από δημοσιονομικής, λειτουργικής και οργανωτικής άποψης, και των νομοθετικών προτάσεων της Επιτροπής θα πρέπει να συσταθεί διαχειριστική αρχή η οποία θα αναλάβει τα εν λόγω καθήκοντα. Η μεταβατική περίοδος δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής της παρούσας απόφασης.

(10)

Το SIS II πρόκειται να περιέχει καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα τα οποία αναζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση ή την έκδοσή τους. Εκτός από τις καταχωρίσεις, το σύστημα SIS II ενδείκνυται να περιλαμβάνει πρόσθετα δεδομένα τα οποία είναι απαραίτητα για τις διαδικασίες παράδοσης και έκδοσης. Ειδικότερα, είναι σκόπιμο να τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο του SIS II τα δεδομένα του άρθρου 8 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ κρατών μελών (6).

(11)

Θα πρέπει να είναι δυνατό να προστίθεται στο SIS II μετάφραση των πρόσθετων στοιχείων που εισάγονται με σκοπό την παράδοση βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και την έκδοση.

(12)

Το SIS II θα πρέπει να περιλαμβάνει καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα τα οποία έχουν εξαφανιστεί, χάριν της δικής τους προστασίας και για την αποτροπή απειλών, καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα τα οποία αναζητούνται στα πλαίσια ποινικής διαδικασίας, καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα και αντικείμενα με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τον ειδικό έλεγχο και καταχωρίσεις σχετικά με αντικείμενα που πρέπει να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο σε ποινική διαδικασία.

(13)

Οι καταχωρίσεις δεν μπορούν να διατηρηθούν στο SIS II για διάστημα μεγαλύτερο από το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο εισήχθησαν. Κατά κανόνα, οι καταχωρίσεις προσώπων πρέπει να απαλείφονται από το SIS II εντός τριετίας. Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα οι οποίες έχουν εισαχθεί με σκοπό το διακριτικό έλεγχο ή τον ειδικό έλεγχο θα πρέπει να διαγράφονται αυτομάτως από το SIS II μετά την πάροδο πενταετίας. Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα που έχουν εισαχθεί με σκοπό να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο σε ποινική διαδικασία θα πρέπει να διαγράφονται αυτομάτως από το SIS II μετά την πάροδο δεκαετίας. Κάθε απόφαση για τη διατήρηση καταχωρίσεων προσώπων πρέπει να βασίζεται σε συνολική και κατ’ ιδίαν αξιολόγηση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επανεξετάζουν τις καταχωρίσεις προσώπων εντός του καθορισμένου διαστήματος και να διατηρούν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των καταχωρίσεων προσώπων για τις οποίες έχει παραταθεί το διάστημα διατήρησης.

(14)

Το σύστημα SIS II θα πρέπει να επιτρέπει την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων, υποστηρίζοντας με τον τρόπο αυτό την αξιόπιστη ταυτοποίηση των ενδιαφερόμενων προσώπων. Στο ίδιο πλαίσιο, το SIS II θα πρέπει επίσης να επιτρέπει την επεξεργασία δεδομένων προσώπων τα οποία είναι θύματα πλαστοπροσωπίας, ούτως ώστε να αποφεύγονται οι αρνητικές συνέπειες της εσφαλμένης ταυτοποίησης εφόσον τηρούνται κατάλληλες ασφαλιστικές δικλείδες, όπως είναι η συναίνεση του ενδιαφερομένου και η αυστηρή οριοθέτηση των σκοπών για τους οποίους τέτοια δεδομένα μπορούν να υποβληθούν νομίμως σε επεξεργασία.

(15)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διαθέτει τη δυνατότητα να προσθέτει σε μια καταχώριση ειδική ένδειξη («flag»), η οποία σημαίνει ότι η δέουσα ενέργεια βάσει της καταχωρίσεως δεν θα τελεστεί στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους. Οσάκις εισάγεται καταχώριση με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση, ουδεμία διάταξη της παρούσας απόφασης δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως απόκλιση από τις διατάξεις της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ, ούτε να εμποδίζει την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Η απόφαση για την προσθήκη ειδικής ένδειξης σε καταχώριση θα πρέπει να στηρίζεται μόνο στους λόγους άρνησης που καθορίζονται στην εν λόγω απόφαση-πλαίσιο.

(16)

Σε περίπτωση προσθήκης ειδικής ένδειξης και γνωστοποίησης του τόπου όπου ενδέχεται να βρίσκεται πρόσωπο που αναζητείται με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση, ο τόπος θα πρέπει πάντα να κοινοποιείται στην καταχωρούσα δικαστική αρχή, η οποία μπορεί να λάβει απόφαση να διαβιβάσει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης στην αρμόδια δικαστική αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 2002/584/ΔΕΥ.

(17)

Θα πρέπει να είναι δυνατόν για τα κράτη μέλη να δημιουργούν συνδέσμους μεταξύ καταχωρίσεων στο SIS II. Η δημιουργία συνδέσμων από ένα κράτος μέλος μεταξύ δύο ή περισσότερων καταχωρίσεων δεν θα πρέπει να έχει συνέπειες ως προς τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, την περίοδο διατήρησης ή τα δικαιώματα πρόσβασης στις καταχωρίσεις.

(18)

Τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS II κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης δεν θα πρέπει να διαβιβάζονται ούτε να διατίθενται σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς. Ωστόσο, ενδείκνυται να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Interpol με την ανάπτυξη της αποτελεσματικής ανταλλαγής δεδομένων για διαβατήρια. Όταν διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από το SIS II στην Interpol, θα πρέπει να διασφαλίζεται από την Interpol επαρκής βαθμός προστασίας που θα κατοχυρώνεται βάσει συμφωνίας, με την οποία θα προβλέπονται αυστηρές διασφαλίσεις και προϋποθέσεις.

(19)

Όλα τα κράτη μέλη έχουν επικυρώσει τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης της 28ης Ιανουαρίου 1981 για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω σύμβαση επιτρέπει, εντός ορισμένων ορίων, ορισμένες εξαιρέσεις και περιορισμούς ως προς τα προβλεπόμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στα πλαίσια της εφαρμογής της παρούσας απόφασης θα πρέπει να προστατεύονται σύμφωνα με τις αρχές της σύμβασης. Οι αρχές που ορίζονται στη σύμβαση θα πρέπει να συμπληρώνονται ή να αποσαφηνίζονται στην παρούσα απόφαση όπου είναι απαραίτητο.

(20)

Οι αρχές που εμπεριέχονται στη σύσταση αριθ. R (87) 15 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη ρύθμιση της χρήσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν οι αρχές επιβολής του νόμου προβαίνουν στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(21)

Η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με απόφαση-πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, σύμφωνα με την οποία η εν λόγω απόφαση-πλαίσιο θα πρέπει να έχει εκδοθεί πριν από τα τέλη του 2006 και θα εφαρμόζεται στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία τυγχάνουν επεξεργασίας στα πλαίσια του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς καθώς και στη σχετική ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών δυνάμει της παρούσας απόφασης.

(22)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7), ιδίως δε σχετικά με την εμπιστευτικότητα και την ασφάλεια της επεξεργασίας, διέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και τους κοινοτικούς οργανισμούς κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους για τη λειτουργική διαχείριση του SIS II κατά τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων οι οποίες εμπίπτουν εν όλω ή εν μέρει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Ένα μέρος της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα πλαίσια του SIS II εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Η συνεπής και ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων που ισχύουν για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των ατόμων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προϋποθέτει τη διευκρίνιση ότι, όταν η Επιτροπή επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει της παρούσας απόφασης, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Οι αρχές που διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 θα πρέπει να συμπληρώνονται ή να αποσαφηνίζονται στην παρούσα απόφαση όπου είναι απαραίτητο.

(23)

Όσον αφορά την εμπιστευτικότητα, για τους υπαλλήλους ή το λοιπό προσωπικό που απασχολούνται και εργάζονται για το SIS II θα πρέπει να ισχύουν οι σχετικές διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στους υπαλλήλους ή στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(24)

Είναι σκόπιμο οι εθνικές εποπτικές αρχές να ελέγχουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη, ενώ ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος διορίστηκε με την απόφαση 2004/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, σχετικά με το διορισμό της ανεξάρτητης εποπτικής αρχής που προβλέπεται από το άρθρο 286 της συνθήκης ΕΚ (8) θα πρέπει να ελέγχει τις δραστηριότητες των κοινοτικών οργάνων και οργανισμών στον τομέα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, λαμβάνοντας υπόψη τα περιορισμένα καθήκοντα των κοινοτικών οργάνων και οργανισμών όσον αφορά τα δεδομένα αυτά καθαυτά.

(25)

Τόσο τα κράτη μέλη όσο και η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδιο ασφάλειας με σκοπό τη διευκόλυνση της υλοποίησης στην πράξη των υποχρεώσεων στον τομέα της ασφάλειας και να συνεργάζονται μεταξύ τους προκειμένου να αντιμετωπίζουν θέματα ασφάλειας σύμφωνα με κοινή προοπτική.

(26)

Οι διατάξεις της σύμβασης της 26ης Ιουλίου 1995 για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (9) (εφεξής «σύμβαση Ευρωπόλ») σχετικά με την προστασία δεδομένων εφαρμόζονται για την επεξεργασία των δεδομένων του SIS II από την Ευρωπόλ, περιλαμβανομένων των εξουσιών της «κοινής εποπτικής αρχής», της οποίας η σύσταση προβλέπεται στη σύμβαση Ευρωπόλ, όσον αφορά τον έλεγχο των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ και την ευθύνη για οποιαδήποτε παράνομη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ.

(27)

Οι διατάξεις περί προστασίας δεδομένων της απόφασης 2002/187/ΔΕΥ, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος (10) εφαρμόζονται για την επεξεργασία των δεδομένων του SIS II από τη Eurojust, περιλαμβανομένων των εξουσιών του «κοινού εποπτικού οργάνου», του οποίου η σύσταση προβλέπεται στην εν λόγω απόφαση, όσον αφορά τον έλεγχο των δραστηριοτήτων της Eurojust και την ευθύνη για οποιαδήποτε παράνομη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Eurojust.

(28)

Για λόγους διασφάλισης της διαφάνειας, η Επιτροπή ή, όπου έχει ήδη συσταθεί, η διαχειριστική αρχή θα πρέπει να καταρτίζει ανά διετία έκθεση σχετικά με την τεχνική λειτουργία του κεντρικού SIS II και της επικοινωνιακής υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας της εν λόγω υποδομής, καθώς και έκθεση σχετικά με την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών. Η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίζει συνολική αξιολόγηση κάθε τέσσερα έτη.

(29)

Ορισμένες παράμετροι του SIS II, όπως οι τεχνικοί κανόνες για την εισαγωγή δεδομένων, μεταξύ άλλων των δεδομένων που απαιτούνται για την εισαγωγή καταχωρίσεως, την ενημέρωση, τη διαγραφή και την αναζήτηση, οι κανόνες για τη συμβατότητα και την προτεραιότητα των καταχωρίσεων, η προσθήκη ειδικής ένδειξης, οι σύνδεσμοι μεταξύ καταχωρίσεων και η ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών δεν είναι δυνατό να ρυθμίζονται εξαντλητικά από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης λόγω του τεχνικού και ιδιαίτερα λεπτομερούς χαρακτήρα τους και της ανάγκης τακτικής ενημέρωσής τους. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τις ανωτέρω παραμέτρους. Οι τεχνικοί κανόνες για την αναζήτηση καταχωρίσεων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ομαλή λειτουργία των εθνικών εφαρμογών. Με την επιφύλαξη της αξιολόγησης των επιπτώσεων εκ μέρους της Επιτροπής θα πρέπει να αποφασιστεί κατά πόσον τα εκτελεστικά μέτρα θα μπορούσαν να περιέλθουν στην αρμοδιότητα της διαχειριστικής αρχής μόλις αυτή συσταθεί.

(30)

Στην παρούσα απόφαση θα πρέπει να καθοριστεί η διαδικασία έγκρισης των μέτρων που απαιτούνται για την εφαρμογή της. Η διαδικασία έγκρισης των εκτελεστικών μέτρων βάσει της παρούσας απόφασης και βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 θα πρέπει να είναι η ίδια.

(31)

Ενδείκνυται να οριστούν μεταβατικές διατάξεις για τις καταχωρίσεις που έχουν εισαχθεί στο SIS 1+ και πρόκειται να μεταφερθούν στο SIS II. Ορισμένες διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν είναι σκόπιμο να παραμείνουν σε ισχύ για περιορισμένο χρονικό διάστημα μέχρις ότου τα κράτη μέλη εξετάσουν τη συμβατότητα των σχετικών καταχωρίσεων με το νέο νομικό πλαίσιο. Η συμβατότητα των καταχωρίσεων που αφορούν πρόσωπα θα πρέπει να εξεταστεί κατά προτεραιότητα. Επίσης, οποιαδήποτε τροποποίηση, προσθήκη, διόρθωση ή ενημέρωση μιας καταχωρίσεως που μεταφέρεται από το SIS 1+ στο SIS II, καθώς και οποιαδήποτε θετική απάντηση (hit) για την καταχώριση αυτή θα πρέπει να συνεπάγεται την άμεση εξέταση της συμβατότητάς της με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης.

(32)

Επιβάλλεται να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις σχετικά με το μέρος του προϋπολογισμού που προορίζεται για τη λειτουργία του SIS και δεν εντάσσεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(33)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της προς ανάληψη δράσης, ήτοι η εγκατάσταση και η ρύθμιση της λειτουργίας κοινού συστήματος πληροφοριών, δεν είναι δυνατό να επιτευχθούν σε ικανοποιητικό βαθμό από τα κράτη μέλη και μπορούν, κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συμβούλιο δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 2 της συνθήκης ΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(34)

Η παρούσα απόφαση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(35)

Το Ηνωμένο Βασίλειο συμμετέχει στην παρούσα απόφαση δυνάμει του άρθρου 5 του πρωτοκόλλου για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη ΕΕ και στη συνθήκη ΕΚ και του άρθρου 8 παράγραφος 2 της απόφασης 2000/365/EΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (11).

(36)

Η Ιρλανδία συμμετέχει στην παρούσα απόφαση δυνάμει του άρθρου 5 του πρωτοκόλλου για την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη ΕΕ και στη συνθήκη ΕΚ και δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 2 της απόφασης 2002/192/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (12).

(37)

Η παρούσα απόφαση δεν θίγει τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για τη μερική συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας στο κεκτημένο του Σένγκεν, όπως ορίζεται στην απόφαση 2000/365/ΕΚ και στην απόφαση 2002/192/ΕΚ αντιστοίχως.

(38)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα απόφαση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (13) οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 στοιχείο Ζ) της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου (14) σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής αυτής της συμφωνίας.

(39)

Θα πρέπει να προβλεφθεί ρύθμιση η οποία θα επιτρέπει στους αντιπροσώπους της Ισλανδίας και της Νορβηγίας να συνδεθούν με τις εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της. Έχει εξεταστεί το ενδεχόμενο τέτοιας ρύθμισης στην ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τις επιτροπές που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της (15), η οποία προσαρτάται στην προαναφερθείσα συμφωνία.

(40)

Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα απόφαση αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που υπογράφηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν, οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 στοιχείο Ζ) της απόφασης 1999/437/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παράγραφος 1 των αποφάσεων του Συμβουλίου 2004/849/ΕΚ (16) και της απόφασης 2004/860/ΕΚ (17).

(41)

Θα πρέπει να προβλεφθεί ρύθμιση η οποία θα επιτρέπει στους αντιπροσώπους της Ελβετίας να συνδεθούν με της εργασίες των επιτροπών που επικουρούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της. Έχει εξεταστεί το ενδεχόμενο τέτοιας ρύθμισης στην ανταλλαγή επιστολών μεταξύ της Κοινότητας και της Ελβετίας η οποία προσαρτάται στην προαναφερόμενη συμφωνία.

(42)

Η παρούσα απόφαση συνιστά πράξη που βασίζεται στο κεκτημένο του Σένγκεν ή που έχει γενικότερα σχέση με αυτό, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2003 και του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2005.

(43)

Η παρούσα απόφαση θα πρέπει να εφαρμοστεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιρλανδία και την Ελβετία κατά τις ημερομηνίες που έχουν οριστεί σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στις συναφείς πράξεις όσον αφορά την εφαρμογή του κεκτημένου του Σένγκεν στα κράτη αυτά,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Εγκατάσταση και γενικός σκοπός του SIS II

1.   Εγκαθίσταται το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς («SIS II»).

2.   Το σύστημα SIS II αποσκοπεί, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, στην εξασφάλιση υψηλού επίπεδου ασφάλειας εντός του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της τήρησης της δημόσιας ασφάλειας και τάξης και της προστασίας της ασφάλειας στο έδαφος των κρατών μελών, και στην εφαρμογή των διατάξεων του τίτλου ΙV του τρίτου μέρους της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την κυκλοφορία των προσώπων στο έδαφος των κρατών μελών, με τη χρησιμοποίηση πληροφοριών που διαβιβάζονται μέσω του συστήματος αυτού.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα απόφαση καθορίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για την εισαγωγή και επεξεργασία των καταχωρίσεων στο SIS II σχετικά με πρόσωπα και αντικείμενα και την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών και πρόσθετων στοιχείων στα πλαίσια της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας επί ποινικών υποθέσεων.

2.   Η παρούσα απόφαση περιλαμβάνει επίσης διατάξεις όσον αφορά την τεχνική αρχιτεκτονική του SIS II, τις αρμοδιότητες των κρατών μελών και της διαχειριστικής αρχής του άρθρου 15, τη γενική επεξεργασία των δεδομένων, τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων προσώπων και την ευθύνη.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης νοούνται ως:

α)

«καταχώριση», ένα σύνολο δεδομένων που εισάγονται στο SIS II και επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να αναγνωρίζουν ένα πρόσωπο ή ένα αντικείμενο με σκοπό την ανάληψη συγκεκριμένης δράσης·

β)

«συμπληρωματικές πληροφορίες», οι πληροφορίες που δεν έχουν αποθηκευθεί στο SIS II, συνδέονται ωστόσο με τις καταχωρίσεις του SIS II, οι οποίες πρέπει να ανταλλάσσονται:

i)

προκειμένου τα κράτη μέλη να διαβουλεύονται μεταξύ τους ή να αλληλοενημερώνονται κατά την εισαγωγή καταχωρίσεως,

ii)

μετά από εντοπισμό καταχώρισης (hit) ώστε να είναι δυνατό να ληφθούν τα ενδεδειγμένα μέτρα,

iii)

όταν δεν μπορεί να αναληφθεί η απαιτούμενη δράση,

iv)

σε σχέση με την ποιότητα των δεδομένων του SIS II,

v)

σε σχέση με τη συμβατότητα και την προτεραιότητα των καταχωρίσεων,

vi)

σε σχέση με την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης·

γ)

«πρόσθετα δεδομένα», τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο SIS II και συνδέονται με τις καταχωρίσεις του SIS II, τα οποία είναι απευθείας διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές, σε περίπτωση ανεύρεσης ενός προσώπου για το οποίο έχουν εισαχθεί δεδομένα στο SIS II, ως αποτέλεσμα αναζήτησης στο εν λόγω σύστημα·

δ)

«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα», κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο η ταυτότητα του οποίου είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί («υποκείμενο των δεδομένων»)· η ταυτότητα ενός προσώπου θεωρείται εξακριβώσιμη όταν μπορεί να προσδιοριστεί με άμεσο ή έμμεσο τρόπο·

ε)

«επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» («επεξεργασία»), κάθε λειτουργία ή σειρά λειτουργιών που επιτελείται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η γνωστοποίηση με διαβίβαση, η διάδοση και κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η εναρμόνιση ή ο συνδυασμός, καθώς και το κλείδωμα, η διαγραφή ή η καταστροφή.

2.   Στην παρούσα απόφαση, κάθε μνεία διατάξεων της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ τεκμαίρεται ότι περιλαμβάνει τις αντίστοιχες διατάξεις των συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών βάσει των άρθρων 24 και 38 της συνθήκης ΕΕ με σκοπό την παράδοση προσώπων βάσει εντάλματος σύλληψης, που προβλέπει τη διαβίβαση του εν λόγω εντάλματος σύλληψης μέσω του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν.

Άρθρο 4

Τεχνική αρχιτεκτονική και τρόπος λειτουργίας του SIS II

1.   Το σύστημα SIS II απαρτίζεται από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ένα κεντρικό σύστημα («κεντρικό SIS II») αποτελούμενο από:

λειτουργία τεχνικής υποστήριξης («CS-SIS») που περιέχει μία βάση δεδομένων, τη «βάση δεδομένων του SIS II»,

ομοιόμορφη εθνική διεπαφή («NI-SIS»)·

β)

ένα εθνικό σύστημα («N.SIS ΙΙ») σε κάθε κράτος μέλος, το οποίο αποτελείται από τα εθνικά συστήματα δεδομένων που επικοινωνούν με το κεντρικό SIS II. Ένα N.SIS ΙΙ μπορεί να περιλαμβάνει αρχείο δεδομένων («εθνικό αντίγραφο»), το οποίο περιέχει πλήρες αντίγραφο της βάσης δεδομένων του SIS II ή τμήματος αυτής·

γ)

μια επικοινωνιακή υποδομή μεταξύ CS-SIS και NΙ-SIS («επικοινωνιακή υποδομή») που παρέχει κρυπτογραφημένο εικονικό δίκτυο χρησιμοποιούμενο μόνο για τα δεδομένα του SIS II και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των τμημάτων SIRENE, όπως εκτίθεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2.

2.   Η εισαγωγή, η ενημέρωση, η διαγραφή και η αναζήτηση των δεδομένων του SIS II πραγματοποιείται μέσω των N.SIS ΙΙ. Το εθνικό αντίγραφο χρησιμεύει για την αυτόματη αναζήτηση δεδομένων στο έδαφος κάθε κράτους μέλους που χρησιμοποιεί τέτοιο αντίγραφο. Δεν είναι δυνατή η αναζήτηση φακέλων δεδομένων οι οποίοι περιέχονται στα Ν.SIS άλλων κρατών μελών.

3.   Το CS-SIS, το οποίο παρέχει την τεχνική εποπτεία και διοίκηση, εδρεύει στο Στρασβούργο (Γαλλία), ενώ στο Sankt Johann im Pongau (Αυστρία) βρίσκεται το εφεδρικό σύστημα CS-SIS, το οποίο θα μπορεί να διενεργεί όλες τις λειτουργίες του βασικού CS-SIS σε περίπτωση που εκείνο υποστεί βλάβη.

4.   Το CS-SIS παρέχει τις υπηρεσίες που απαιτούνται για την ενημέρωση της βάσης δεδομένων του SIS II καθώς και για την πραγματοποίηση αναζητήσεων σε αυτήν. Για τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν εθνικό αντίγραφο, το CS-SIS:

α)

παρέχει απευθείας (on-line) ενημέρωση των εθνικών αντιγράφων·

β)

διασφαλίζει τον συγχρονισμό και τη συνοχή μεταξύ των εθνικών αντιγράφων και της βάσης δεδομένων του SIS II·

γ)

παρέχει λειτουργία αρχικοποίησης και αποκατάστασης των εθνικών αντιγράφων.

Άρθρο 5

Έξοδα

1.   Τα έξοδα για την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη συντήρηση του κεντρικού SIS II και της επικοινωνιακής υποδομής βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Τα έξοδα αυτά καλύπτουν μεταξύ άλλων τις εργασίες που διεξάγονται σε σχέση με το CS-SIS, το οποίο εξασφαλίζει την παροχή των υπηρεσιών του άρθρου 4 παράγραφος 4.

3.   Το κόστος της εγκατάστασης, της λειτουργίας και της συντήρησης κάθε N.SIS ΙΙ βαρύνει το οικείο κράτος μέλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

Άρθρο 6

Εθνικά συστήματα

Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη συντήρηση του εθνικού του N.SIS ΙΙ και για τη σύνδεση του εθνικού του N.SIS ΙΙ με το ΝΙ-SIS.

Άρθρο 7

Υπηρεσία Ν.SIS II και γραφείο SIRENE

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια αρχή («υπηρεσία Ν.SIS II») η οποία έχει την κεντρική ευθύνη για το οικείο N.SIS ΙΙ.

Η εν λόγω αρχή είναι υπεύθυνη για την ομαλή λειτουργία και την ασφάλεια του N.SIS ΙΙ, εξασφαλίζει την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών στο SIS ΙΙ και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας απόφασης.

Κάθε κράτος μέλος εισάγει τις καταχωρίσεις του μέσω της οικείας του υπηρεσίας Ν.SIS ΙΙ.

2.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει την αρχή η οποία εξασφαλίζει την ανταλλαγή κάθε συμπληρωματικής πληροφορίας («τμήμα SIRENE») σύμφωνα με τις διατάξεις του Εγχειριδίου SIRENE, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8.

Τα εν λόγω τμήματα συντονίζουν επίσης τον έλεγχο της ποιότητας των πληροφοριών που εισάγονται στο SIS II. Για τους σκοπούς αυτούς, έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS II.

3.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τη διαχειριστική αρχή για την οικεία υπηρεσία Ν.SIS II και το τμήμα SIRENE. Η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει σχετικό κατάλογο μαζί με τον κατάλογο του άρθρου 46 παράγραφος 8.

Άρθρο 8

Ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών

1.   Η ανταλλαγή των συμπληρωματικών πληροφοριών πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εγχειριδίου SIRENE και μέσω της επικοινωνιακής υποδομής. Σε περίπτωση που η επικοινωνιακή υποδομή δεν είναι διαθέσιμη, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν άλλα τεχνικά μέσα επαρκώς ασφαλή για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών.

2.   Οι συμπληρωματικές πληροφορίες χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό για τον οποίο παρασχέθηκαν.

3.   Οι αιτήσεις παροχής συμπληρωτικών πληροφοριών που υποβάλλουν άλλα κράτη μέλη απαντώνται το ταχύτερο δυνατό.

4.   Εκδίδονται λεπτομερείς κανόνες για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 67 υπό τη μορφή εγχειριδίου αποκαλούμενου «Εγχειρίδιο SIRENE», με την επιφύλαξη των διατάξεων της πράξης για τη σύσταση της διαχειριστικής αρχής.

Άρθρο 9

Τεχνική συμμόρφωση

1.   Για τη διασφάλιση της ταχείας και αποτελεσματικής διαβίβασης των δεδομένων, κάθε κράτος μέλος συμμορφώνεται, κατά την εγκατάσταση του οικείου N.SIS ΙΙ, με τα πρωτόκολλα και τις τεχνικές διαδικασίες που έχουν καθοριστεί με σκοπό να εξασφαλίζεται η συμβατότητα μεταξύ CS-SIS και N.SIS II. Τα εν λόγω πρωτόκολλα και τεχνικές διαδικασίες καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 67, με την επιφύλαξη των διατάξεων της πράξης για τη σύσταση της διαχειριστικής αρχής.

2.   Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν εθνικά αντίγραφα διασφαλίζουν, μέσω των υπηρεσιών που παρέχει το CS-SIS, ότι τα δεδομένα που φυλάσσονται στο εθνικό αντίγραφο είναι, μέσω αυτόματων ενημερώσεων του άρθρου 4 παράγραφος 4, πανομοιότυπα και αντίστοιχα με τη βάση δεδομένων του SIS ΙΙ και ότι η αναζήτησή τους στο εθνικό αντίγραφο παράγει αποτέλεσμα ισοδύναμο με την αναζήτηση στη βάση δεδομένων του SIS ΙΙ.

Άρθρο 10

Ασφάλεια — Κράτη μέλη

1.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει για το οικείο N.SIS ΙΙ τα απαιτούμενα μέτρα, στα οποία συμπεριλαμβάνεται σχέδιο ασφαλείας, ώστε:

α)

να προβλέπεται η φυσική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας·

β)

να απαγορεύεται η είσοδος μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εγκαταστάσεις όπου διεξάγεται η επεξεργασία των δεδομένων και ιδίως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος της εισόδου στις εγκαταστάσεις)·

γ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των μέσων αποθήκευσης δεδομένων (έλεγχος των μέσων αποθήκευσης δεδομένων)·

δ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη καταχώριση δεδομένων και ο μη εξουσιοδοτημένος έλεγχος, καθώς και η μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή των καταχωρισμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος της καταχωρίσεως σε αρχείο)·

ε)

να αποτρέπεται η χρήση των συστημάτων αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα με τη βοήθεια εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της χρήσης)·

στ)

να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για τη χρησιμοποίηση ενός συστήματος αυτόματης επεξεργασίας των δεδομένων έχουν πρόσβαση μόνο στα δεδομένα που καλύπτονται από την παρεχόμενη εξουσιοδότηση και ότι για την πρόσβαση αυτή χρησιμοποιείται μόνον ατομικός και αποκλειστικός κωδικός και εμπιστευτικός τρόπος πρόσβασης (έλεγχος της πρόσβασης σε δεδομένα)·

ζ)

να εξασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές με δικαίωμα πρόσβασης στο SIS II ή στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας των δεδομένων, καταρτίζουν καταστάσεις με τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που έχουν εξουσιοδοτηθεί να έχουν πρόσβαση στο σύστημα, να εισέρχονται σε αυτό, να ενημερώνουν, να διαγράφουν και να ερευνούν τα δεδομένα, και ότι οι προαναφερόμενες καταστάσεις είναι προσιτές στις εθνικές εποπτικές αρχές που μνημονεύονται στο άρθρο 60 χωρίς καθυστέρηση, κατόπιν σχετικής αιτήσεώς τους (χαρακτηριστικά του προσωπικού)·

η)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με τη χρήση εξοπλισμού διαβίβασης των δεδομένων (έλεγχος της διαβίβασης)·

θ)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα να ελέγχεται και να εξακριβώνεται εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εισήχθησαν στο σύστημα αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων, πότε, από ποιόν και για ποιο σκοπό (έλεγχος της εισαγωγής)·

ι)

να αποτρέπεται, ιδίως με χρήση κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης, η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή των δεδομένων, κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κατά τη μεταφορά των μέσων αποθήκευσής τους (έλεγχος της μεταφοράς)·

ια)

να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας που εκτίθενται στην παρούσα παράγραφο και να λαμβάνονται τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου για τη διενέργεια εσωτερικών ελέγχων με σκοπό τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού (αυτοέλεγχος).

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα ισοδύναμα προς τα μέτρα της παραγράφου 1 για την ασφάλεια της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

Άρθρο 11

Εμπιστευτικότητα — Κράτη μέλη

Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει τους ισχύοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας για όλα τα πρόσωπα και όλους τους φορείς που ασχολούνται με δεδομένα του SIS II και με συμπληρωματικές πληροφορίες, σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής του νομοθεσίας. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού τα αρμόδια πρόσωπα παύσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους ή να απασχολούνται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του οικείου φορέα.

Άρθρο 12

Τήρηση αρχείου σε εθνικό επίπεδο

1.   Τα κράτη μέλη που δεν χρησιμοποιούν εθνικό αντίγραφο μεριμνούν ώστε να τηρείται στο οικείο N.SIS ΙΙ αρχείο για κάθε πρόσβαση και για κάθε ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στα πλαίσια του CS-SIS, με σκοπό να ελέγχεται το παραδεκτό της αναζήτησης, καθώς και η νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων και να εξασφαλίζεται ο αυτοέλεγχος και η ορθή λειτουργία του N.SIS ΙΙ, καθώς και η ακεραιότητα και ασφάλεια των δεδομένων.

2.   Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν εθνικό αντίγραφο μεριμνούν ώστε να τηρείται αρχείο για κάθε πρόσβαση στα δεδομένα του SIS ΙΙ και για κάθε ανταλλαγή των δεδομένων αυτών οι οποίες πραγματοποιούνται για τους σκοπούς της παραγράφου 1. Αυτό δεν αφορά τις διαδικασίες του άρθρου 4 παράγραφος 4.

3.   Στο αρχείο καταγράφεται ειδικότερα το ιστορικό των καταχωρίσεων, η ημερομηνία και η ώρα διαβίβασης των δεδομένων, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διεξαγωγή ερευνών, τα διαβιβασθέντα δεδομένα και τα ονόματα της αρμόδιας αρχής και του προσώπου που είναι υπεύθυνο για την επεξεργασία των δεδομένων.

4.   Το αρχείο μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για τους σκοπούς που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 και απαλείφεται μετά την παρέλευση ενός έτους το νωρίτερο και τριών ετών το αργότερο από τη δημιουργία του. Το μητρώο το οποίο περιλαμβάνει το ιστορικό των καταχωρίσεων απαλείφεται μετά την παρέλευση ενός έως τριών ετών από τη διαγραφή των καταχωρίσεων.

5.   Το αρχείο μπορεί να διατηρείται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για διαδικασίες παρακολούθησης που έχουν ήδη αρχίσει.

6.   Οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο της νομιμότητας της αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων, τον αυτοέλεγχο, την εξασφάλιση της ορθής λειτουργίας του Ν.SIS ΙΙ, την ακεραιότητα και την ασφάλεια των δεδομένων, έχουν, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους και κατόπιν σχετικής αιτήσεως, πρόσβαση στα εν λόγω αρχεία ώστε να είναι σε θέση να ασκούν τα καθήκοντά τους.

Άρθρο 13

Αυτοέλεγχος

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε αρχή που διαθέτει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα του SIS ΙΙ να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα συμμόρφωσής της με την παρούσα απόφαση και να συνεργάζεται, όπου απαιτείται, με την εθνική εποπτική αρχή.

Άρθρο 14

Κατάρτιση του προσωπικού

Το προσωπικό των αρχών που έχει δικαίωμα πρόσβασης στο SIS ΙΙ, προτού λάβει εξουσιοδότηση για την επεξεργασία των δεδομένων του SIS ΙΙ, λαμβάνει τη δέουσα κατάρτιση για την ασφάλεια και τους κανόνες προστασίας των δεδομένων και ενημερώνεται για τις συναφείς αξιόποινες πράξεις και ποινές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ

Άρθρο 15

Λειτουργική διαχείριση

1.   Μετά από μια μεταβατική περίοδο, μια διαχειριστική αρχή («διαχειριστική αρχή»), που χρηματοδοτείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φέρει την ευθύνη για τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού SIS ΙΙ. Η διαχειριστική αρχή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, μεριμνά ώστε να χρησιμοποιούνται ανά πάσα στιγμή οι καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες για το κεντρικό SIS II βάσει ανάλυσης κόστους-οφέλους.

2.   Η διαχειριστική αρχή είναι επίσης υπεύθυνη για τα ακόλουθα καθήκοντα που σχετίζονται με την επικοινωνιακή υποδομή:

α)

εποπτεία·

β)

ασφάλεια·

γ)

συντονισμό των σχέσεων μεταξύ κρατών μελών και του προμηθευτή.

3.   Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για όλα τα λοιπά καθήκοντα που σχετίζονται με την επικοινωνιακή υποδομή, ιδίως:

α)

καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού·

β)

αγορά και ανανέωση·

γ)

συμβατικά ζητήματα.

4.   Η Επιτροπή, κατά τη μεταβατική περίοδο προτού αναλάβει τις αρμοδιότητές της η διαχειριστική αρχή, φέρει την ευθύνη για τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού SIS ΙΙ. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (18), η Επιτροπή μπορεί να αναθέσει το καθήκον αυτό καθώς και τα καθήκοντα που αφορούν την εκτέλεση του προϋπολογισμού σε εθνικούς δημόσιους φορείς σε δύο διαφορετικές χώρες.

5.   Κάθε εθνικός δημόσιος φορέας της παραγράφου 4 πληροί τα ακόλουθα κριτήρια επιλογής:

α)

έχει αποδεδειγμένη μακροχρόνια πείρα σχετική με τη λειτουργία συστήματος πληροφοριών ευρείας κλίμακας το οποίο παρέχει τις υπηρεσίες του άρθρου 4 παράγραφος 4·

β)

διαθέτει σημαντική τεχνογνωσία όσον αφορά τις υπηρεσίες και τις απαιτήσεις ασφάλειας ενός συστήματος πληροφοριών που παρέχει υπηρεσίες ανάλογες με εκείνες που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4·

γ)

διαθέτει επαρκές και πεπειραμένο προσωπικό με την κατάλληλη επαγγελματική τεχνογνωσία και τις κατάλληλες γλωσσικές δεξιότητες για να εργαστεί σε διεθνές περιβάλλον συνεργασίας όπως αυτό που απαιτείται βάσει του SIS II·

δ)

διαθέτει εγκατάσταση με ασφαλή και ειδικά προσαρμοσμένη υποδομή, ικανή να παράγει αντίγραφα ασφαλείας και να εγγυάται τη διαρκή λειτουργία ηλεκτρονικών συστημάτων μεγάλης κλίμακας, και

ε)

ασκεί δραστηριότητα σε διοικητικό περιβάλλον που να του επιτρέπει να εκτελεί τα καθήκοντά του κατά τα δέοντα και να αποφεύγει οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων.

6.   Η Επιτροπή, προτού προβεί σε οποιαδήποτε τέτοια ανάθεση σύμφωνα με την παράγραφο 4 και στη συνέχεια κατά τακτά διαστήματα, ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους όρους της εν λόγω ανάθεσης, την ακριβή έκταση της ανάθεσης καθώς και τους φορείς ανά έργο που θα τους ανατεθεί.

7.   Σε περίπτωση που μεταβιβάσει την ευθύνη κατά τη μεταβατική περίοδο βάσει των διατάξεων της παραγράφου 4, η Επιτροπή μεριμνά ώστε η μεταβίβαση αυτή να τηρεί πλήρως τα όρια του θεσμικού συστήματος όπως καθορίζονται από τη συνθήκη. Ειδικότερα μεριμνά ώστε η μεταβίβαση αυτή να μην θίγει το μηχανισμό αποτελεσματικού ελέγχου κατ’ εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, είτε αυτός ασκείται από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, είτε από το Ελεγκτικό Συνέδριο είτε από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

8.   Η λειτουργική διαχείριση του κεντρικού SIS IΙ περιλαμβάνει όλες τις εργασίες που απαιτούνται προκειμένου να παραμένει το κεντρικό SIS IΙ σε λειτουργία επί 24ώρου βάσεως και επί 7 ημέρες την εβδομάδα κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό, και ειδικότερα τις εργασίες συντήρησης και τεχνικής ανάπτυξης που είναι αναγκαίες για την απρόσκοπτη λειτουργία του συστήματος.

Άρθρο 16

Ασφάλεια

1.   Η διαχειριστική αρχή και η Επιτροπή λαμβάνουν, σε σχέση με το κεντρικό SIS II και την επικοινωνιακή υποδομή αντίστοιχα, τα απαιτούμενα μέτρα, στα οποία συμπεριλαμβάνεται σχέδιο ασφαλείας, ώστε:

α)

να προστατεύεται η φυσική υπόσταση των δεδομένων, μεταξύ άλλων μέσω της κατάρτισης εναλλακτικών σχεδίων για την προστασία της ζωτικής υποδομής·

β)

να απαγορεύεται η είσοδος μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος της εισόδου στις εγκαταστάσεις)·

γ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή απομάκρυνση των μέσων αποθήκευσης δεδομένων (έλεγχος των μέσων αποθήκευσης δεδομένων)·

δ)

να αποτρέπεται η μη εξουσιοδοτημένη καταχώριση δεδομένων καθώς επίσης και κάθε μη εξουσιοδοτημένος έλεγχος, τροποποίηση ή διαγραφή των καταχωρισμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος της καταχωρίσεως σε αρχείο)·

ε)

να αποτρέπεται η χρήση των συστημάτων αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα με τη βοήθεια εγκαταστάσεων διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της χρήσης)·

στ)

να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για τη χρησιμοποίηση ενός συστήματος αυτόματης επεξεργασίας των δεδομένων έχουν πρόσβαση μόνο στα δεδομένα που καλύπτονται από την παρεχόμενη εξουσιοδότηση και ότι χρησιμοποιούνται μόνο ατομικές και αποκλειστικές ταυτότητες χρήστη και εμπιστευτικοί τρόποι πρόσβασης (έλεγχος της πρόσβασης σε δεδομένα)·

ζ)

να καταρτίζονται περιγραφές χαρακτηριστικών όσον αφορά τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που έχουν εξουσιοδοτηθεί να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα ή στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας των δεδομένων, και οι καταστάσεις αυτές να είναι προσιτές στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων του άρθρου 61 χωρίς καθυστέρηση, κατόπιν σχετικής αιτήσεώς του (χαρακτηριστικά του προσωπικού)·

η)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα ελέγχου και εξακρίβωσης σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τις εγκαταστάσεις διαβίβασης των δεδομένων (έλεγχος της διαβίβασης)·

θ)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα ελέγχου και εξακρίβωσης εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εισήχθησαν στο σύστημα αυτόματης επεξεργασίας των δεδομένων, πότε εισήχθησαν και από ποιον (έλεγχος της εισαγωγής)·

ι)

να αποτρέπεται, ιδίως με χρήση κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης, η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή των δεδομένων, κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κατά τη μεταφορά των μέσων αποθήκευσής τους (έλεγχος της μεταφοράς)·

ια)

να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας που εκτίθενται στην παρούσα παράγραφο και να λαμβάνονται τα αναγκαία οργανωτικά μέτρα για τη διενέργεια εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παρούσας απόφασης (αυτοέλεγχος).

2.   Η διαχειριστική αρχή λαμβάνει μέτρα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 όσον αφορά την ασφάλεια κατά την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω της επικοινωνιακής υποδομής.

Άρθρο 17

Εμπιστευτικότητα — Διαχειριστική αρχή

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η διαχειριστική αρχή εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας σε όλα τα πρόσωπα που ασχολούνται με δεδομένα του SIS II βάσει προτύπων ανάλογων με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 της παρούσας αποφάσεως. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού τα αρμόδια πρόσωπα παύσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους ή να απασχολούνται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων τους.

2.   Η διαχειριστική αρχή λαμβάνει μέτρα ισοδύναμα προς τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 σχετικά με την εμπιστευτικότητα κατά την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω της επικοινωνιακής υποδομής.

Άρθρο 18

Τήρηση μητρώου σε κεντρικό επίπεδο

1.   Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει ώστε κάθε πρόσβαση και κάθε ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στα πλαίσια του CS-SIS να καταγράφεται για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 2.

2.   Τα αρχεία εμφανίζουν ειδικότερα το ιστορικό των καταχωρίσεων, την ημερομηνία και την ώρα διαβίβασης δεδομένων, τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την αναζήτηση, τα διαβιβασθέντα δεδομένα και τα στοιχεία της αρμόδιας αρχής που έχει την ευθύνη για την επεξεργασία των δεδομένων.

3.   Το αρχείο μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για τους σκοπούς που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και απαλείφεται μετά την παρέλευση ενός έτους το νωρίτερο και τριών ετών το αργότερο από τη δημιουργία του. Το αρχείο το οποίο περιλαμβάνει το ιστορικό των καταχωρίσεων απαλείφεται μετά την παρέλευση ενός έως τριών ετών από τη διαγραφή των καταχωρίσεων.

4.   Το αρχείο μπορεί να διατηρείται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για διαδικασίες ελέγχου που έχουν ήδη αρχίσει.

5.   Οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο της νομιμότητας της αναζήτησης και της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων, τον αυτοέλεγχο, την εξασφάλιση της ορθής λειτουργίας του CS-SIS, την ακεραιότητα και την ασφάλεια των δεδομένων, έχουν, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους και κατόπιν σχετικής αιτήσεως, πρόσβαση στα εν λόγω αρχεία για τον σκοπό της εκπλήρωσης των καθηκόντων τους.

Άρθρο 19

Ενημερωτική εκστρατεία

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τις εθνικές εποπτικές αρχές και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, διεξάγει ταυτόχρονα με την έναρξη της λειτουργίας του SIS II ενημερωτική εκστρατεία για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με το σκοπό του SIS II, τα καταχωρούμενα δεδομένα, τις αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης και τα ατομικά δικαιώματα. Μετά τη σύστασή της, η διαχειριστική αρχή, σε συνεργασία με τις εθνικές εποπτικές αρχές και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, επαναλαμβάνει τέτοιες ενημερωτικές εκστρατείες σε τακτά διαστήματα. Τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με τις εθνικές εποπτικές τους αρχές, σχεδιάζουν και εφαρμόζουν τις πολιτικές που είναι απαραίτητες προκειμένου να ενημερώνουν τους πολίτες τους γενικά για το SIS II.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Κατηγορίες δεδομένων

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 1 ή των διατάξεων της παρούσας απόφασης σχετικά με την αποθήκευση πρόσθετων δεδομένων, το SIS II περιέχει αποκλειστικά τις κατηγορίες δεδομένων που παρέχονται από κάθε κράτος μέλος και είναι αναγκαία για τους σκοπούς που προβλέπονται στα άρθρα 26, 32, 34, 36 και 38.

2.   Οι κατηγορίες των δεδομένων είναι οι ακόλουθες:

α)

πρόσωπα για τα οποία έχει εισαχθεί καταχώριση·

β)

αντικείμενα που απαριθμούνται στα άρθρα 36 και 38.

3.   Τα στοιχεία σχετικά με τα πρόσωπα για τα οποία έχει εισαχθεί καταχώριση περιορίζονται στα ακόλουθα:

α)

επώνυμο ή επώνυμα και όνομα ή ονόματα, το ονοματεπώνυμο του προσώπου κατά τη γέννηση, τυχόν ονοματεπώνυμα που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν και τυχόν ψευδώνυμα, τα οποία μπορούν να εισάγονται χωριστά·

β)

τυχόν ιδιαίτερα, αντικειμενικά και αναλλοίωτα φυσικά χαρακτηριστικά·

γ)

ημερομηνία και τόπος γέννησης·

δ)

φύλο·

ε)

φωτογραφίες·

στ)

δακτυλικά αποτυπώματα·

ζ)

ιθαγένεια ή ιθαγένειες·

η)

ένδειξη ότι το πρόσωπο οπλοφορεί, είναι βίαιο ή έχει αποδράσει·

θ)

λόγος της καταχωρίσεως·

ι)

αρχή που εισάγει την καταχώριση·

ια)

μνεία της απόφασης βάσει της οποίας εισάγεται η καταχώριση·

ιβ)

ακολουθητέα τακτική·

ιγ)

σύνδεσμος ή σύνδεσμοι με άλλες καταχωρίσεις που έχουν εισαχθεί στο SIS II δυνάμει του άρθρου 52·

ιδ)

είδος του αδικήματος.

4.   Οι απαιτούμενοι τεχνικοί κανόνες για την εισαγωγή, την ενημέρωση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων των παραγράφων 2 και 3 θα οριστούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 67, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του νομοθετήματος για τη σύσταση της διαχειριστικής αρχής.

5.   Οι απαιτούμενοι τεχνικοί κανόνες για την αναζήτηση δεδομένων της παραγράφου 3 είναι παρεμφερείς με τις αναζητήσεις στο CS-SIS και στα εθνικά και τα τεχνικά αντίγραφα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 21

Αναλογικότητα

Πριν εισαγάγουν μια καταχώριση, τα κράτη μέλη αποφασίζουν αν η καταλληλότητα, η συνάφεια και η σπουδαιότητα της συγκεκριμένης περίπτωσης δικαιολογεί την καταχώριση στο SIS II.

Άρθρο 22

Ειδικοί κανόνες για τις φωτογραφίες και τα δακτυλικά αποτυπώματα

Η χρήση φωτογραφιών και δακτυλικών αποτυπωμάτων κατά το άρθρο 20 παράγραφος 3 στοιχεία ε) και στ) υπόκειται στις ακόλουθες διατάξεις:

α)

οι φωτογραφίες και τα δακτυλικά αποτυπώματα εισάγονται μόνον κατόπιν ειδικού ελέγχου της ποιότητας ώστε να διαπιστώνεται κατά πόσον πληρούνται οι ελάχιστες προδιαγραφές για την ποιότητα των δεδομένων. Οι προδιαγραφές του ειδικού ελέγχου ποιότητας ορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 67, με την επιφύλαξη των διατάξεων της πράξης για τη σύσταση της διαχειριστικής αρχής·

β)

οι φωτογραφίες και τα δακτυλικά αποτυπώματα χρησιμοποιούνται μόνο για την επαλήθευση της ταυτότητας προσώπου που ανευρέθη μετά από αναζήτηση στο SIS II με βάση αλφαριθμητικά δεδομένα·

γ)

αμέσως μόλις καταστεί εφικτό από τεχνικής απόψεως, τα δακτυλικά αποτυπώματα μπορούν να χρησιμοποιούνται και για την ταυτοποίηση προσώπου βάσει των βιομετρικών αναγνωριστικών του στοιχείων. Προτού εφαρμοστεί στο SIS II η λειτουργική αυτή δυνατότητα, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για το κατά πόσον είναι διαθέσιμη και έτοιμη η απαιτούμενη τεχνολογία, ενώ ζητείται σχετικά η γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Άρθρο 23

Απαίτηση εισαγωγής καταχωρίσεως

1.   Δεν μπορεί να εισαχθεί καταχώριση χωρίς τα δεδομένα του άρθρου 20 παράγραφος 3 στοιχεία α), δ), ιβ) και, κατά περίπτωση, ια).

2.   Εάν υφίστανται, εισάγονται επίσης και όλα τα άλλα δεδομένα που απαριθμούνται στο άρθρο 20 παράγραφος 3.

Άρθρο 24

Γενικές διατάξεις για την προσθήκη ειδικής ένδειξης

1.   Εφόσον ένα κράτος μέλος εκτιμά ότι η εκτέλεση μιας καταχωρίσεως που έχει εισαχθεί δυνάμει των άρθρων 26, 32 ή 36 αντίκειται στην εθνική του νομοθεσία, τις διεθνείς του υποχρεώσεις ή τα ουσιώδη εθνικά του συμφέροντα, μπορεί να ζητεί εκ των υστέρων την προσθήκη ειδικής ένδειξης στην καταχώριση, ώστε το ληπτέο μέτρο που ορίζεται στη συγκεκριμένη καταχώριση να μην εκτελεστεί στο έδαφός του. Την ειδική ένδειξη αποθέτει το τμήμα SIRENE του καταχωρούντος κράτους μέλους.

2.   Για να είναι σε θέση κάθε κράτος μέλος να ζητήσει την απόθεση της ειδικής ένδειξης σε καταχώριση σύμφωνα με το άρθρο 26, όλα τα κράτη μέλη ειδοποιούνται αυτομάτως για κάθε νέα καταχώριση της κατηγορίας αυτής μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

3.   Εάν το καταχωρούν κράτος μέλος ζητήσει, σε κατεπείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις, την εκτέλεση του επιβαλλόμενου μέτρου, το κράτος μέλος εκτέλεσης εξετάζει τη δυνατότητα να αποσύρει την ειδική ένδειξη που αποτέθηκε κατ’ εντολή του. Σε περίπτωση που το κράτος μέλος εκτέλεσης είναι πράγματι σε θέση να αποσύρει την ειδική ένδειξη, προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για την άμεση εκτέλεση του επιβαλλόμενου μέτρου.

Άρθρο 25

Προσθήκη ειδικής ένδειξης για καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση

1.   Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ, η προσθήκη ειδικής ένδειξης για απαγόρευση σύλληψης σε καταχώριση με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση είναι δυνατή μόνον εφόσον η αρμόδια δικαστική αρχή για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας έχει αρνηθεί την εκτέλεσή του βάσει ενός των λόγων μη εκτέλεσης, οπότε έχει καταστεί αναγκαία η προσθήκη ειδικής ένδειξης.

2.   Ωστόσο, κατόπιν εντολής της αρμόδιας δικαστικής αρχής βάσει του εθνικού δικαίου, είτε πρόκειται για γενική εντολή είτε για συγκεκριμένη περίπτωση, η προσθήκη ειδικής ένδειξης σε καταχώριση με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση είναι επίσης δυνατή εάν είναι προφανές ότι η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα πρέπει να απορριφθεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΑΝΑΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Ή ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥΣ

Άρθρο 26

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Οι πληροφορίες για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και έκδοσή τους, εισάγονται κατόπιν αιτήσεως της δικαστικής αρχής του καταχωρούντος κράτους μέλους.

2.   Δεδομένα για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση εισάγονται επίσης βάσει ενταλμάτων σύλληψης εκδοθέντων δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών βάσει των άρθρων 24 και 38 της συνθήκης ΕΕ για την παράδοση προσώπων βάσει εντάλματος σύλληψης, οι οποίες προβλέπουν τη διαβίβαση του εν λόγω εντάλματος σύλληψης διά του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν.

Άρθρο 27

Πρόσθετα στοιχεία για πρόσωπα που αναζητούνται για σύλληψη και παράδοση

1.   Στην περίπτωση προσώπου που αναζητείται με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, το καταχωρούν κράτος μέλος εισάγει στο SIS II αντίγραφο του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

2.   Το καταχωρούν κράτος μέλος δύναται να εισαγάγει αντίγραφο της μετάφρασης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης σε μια ή περισσότερες από τις άλλες επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 28

Συμπληρωματικές πληροφορίες για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση

Το κράτος μέλος που εισήγαγε την καταχώριση στο SIS II με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση κοινοποιεί σε όλα τα κράτη μέλη τις πληροφορίες του άρθρου 8 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

Άρθρο 29

Συμπληρωματικές πληροφορίες για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό την έκδοση

1.   Τα κράτη μέλη που εισάγουν καταχώριση στο SIS II με σκοπό την έκδοση ανακοινώνουν σε όλα τα κράτη μέλη τα ακόλουθα δεδομένα μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών:

α)

την αρχή από την οποία προέρχεται η αίτηση συλλήψεως·

β)

την ύπαρξη εντάλματος συλλήψεως ή πράξεως ανάλογης ισχύος ή καταδικαστικής αποφάσεως·

γ)

τη φύση και τον νομικό χαρακτηρισμό της αξιόποινης πράξεως·

δ)

την περιγραφή των περιστάσεων τελέσεως της αξιόποινης πράξεως, συμπεριλαμβανομένων του χρόνου, του τόπου και του βαθμού συμμετοχής στην πράξη αυτή του καταχωρισμένου προσώπου·

ε)

κατά το μέτρο του δυνατού, τις συνέπειες της αξιόποινης πράξεως·

στ)

οποιαδήποτε άλλη πληροφορία, η οποία είναι χρήσιμη ή αναγκαία για την εκτέλεση της καταχωρίσεως.

2.   Τα δεδομένα της παραγράφου 1 δεν ανακοινώνονται εάν οι πληροφορίες των άρθρων 27 ή 28 έχουν ήδη διαβιβασθεί και θεωρούνται επαρκείς για την εκτέλεση της καταχωρίσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου κράτους μέλους.

Άρθρο 30

Μετατροπή καταχωρίσεων για πρόσωπα που αναζητούνται με σκοπό την παράδοση ή την έκδοση

Εάν δεν είναι εφικτή η σύλληψη είτε λόγω άρνησης εκ μέρους του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σύμφωνα με τη διαδικασία για την προσθήκη ειδικής ένδειξης του άρθρου 24 ή του άρθρου 25 είτε λόγω μη ολοκλήρωσης μιας έρευνας στην περίπτωση καταχωρίσεως για σύλληψη με σκοπό την έκδοση, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση οφείλει να θεωρεί ως σκοπό της καταχωρίσεως τη γνωστοποίηση του τόπου όπου ενδέχεται να βρίσκεται το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Άρθρο 31

Εκτέλεση δράσης βάσει καταχωρίσεως που αφορά πρόσωπο το οποίο αναζητείται με σκοπό την παράδοση ή την έκδοση

1.   Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ, καταχώριση που εισάγεται στο SIS II σύμφωνα με το άρθρο 26, σε συνδυασμό με τα πρόσθετα δεδομένα του άρθρου 27, συνιστά ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση-πλαίσιο και παράγει τα ίδια αποτελέσματα.

2.   Στις περιπτώσεις που δεν εφαρμόζεται η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ, μια καταχώριση που έχει εισαχθεί στο SIS II σύμφωνα με τα άρθρα 26 και 29 παράγει τα ίδια αποτελέσματα με αίτηση προσωρινής συλλήψεως υπό την έννοια του άρθρου 16 της ευρωπαϊκής συμβάσεως εκδόσεως της 13ης Δεκεμβρίου 1957 ή του άρθρου 15 της συνθήκης Μπενελούξ για την έκδοση και τη δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις της 27ης Ιουνίου 1962.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ

ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΘΕΝΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Άρθρο 32

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Δεδομένα σχετικά με πρόσωπα που έχουν εξαφανισθεί τα οποία πρέπει να τεθούν υπό προστασία ή/και για τα οποία χρήζει εξακρίβωσης ο τόπος στον οποίο βρίσκονται, καταχωρίζονται στο SIS II κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής του καταχωρούντος κράτους μέλους.

2.   Δύνανται να εισαχθούν οι ακόλουθες κατηγορίες εξαφανισθέντων προσώπων:

α)

πρόσωπα που έχουν εξαφανισθεί και τα οποία πρέπει να τεθούν υπό προστασία:

i)

για δική τους προστασία,

ii)

για την αποτροπή απειλών·

β)

πρόσωπα που έχουν εξαφανισθεί τα οποία δεν χρειάζεται να τεθούν υπό προστασία.

3.   Η παράγραφος 2 στοιχείο α) εφαρμόζεται αποκλειστικά στα πρόσωπα τα οποία πρέπει να εγκλεισθούν σε ίδρυμα κατόπιν αποφάσεως της αρμόδιας αρχής.

4.   Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 εφαρμόζονται ειδικότερα για ανηλίκους.

5.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα δεδομένα που καταχωρούνται στο SIS II να αναφέρουν σε ποια από τις κατηγορίες της παραγράφου 2 εμπίπτει ο εξαφανισθείς.

Άρθρο 33

Εκτέλεση δράσης βάσει καταχωρίσεως

1.   Στην περίπτωση εντοπισμού προσώπου περί του οποίου το άρθρο 32, οι αρμόδιες αρχές γνωστοποιούν στο καταχωρούν κράτος μέλος, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τον τόπο στον οποίο βρίσκεται το εν λόγω πρόσωπο. Για τις περιπτώσεις του άρθρου 32 παράγραφος 2 στοιχείο α), οι αρχές μπορούν να μεταφέρουν το εν λόγω πρόσωπο σε ασφαλή χώρο με σκοπό να το εμποδίζουν να συνεχίσει το ταξίδι του, εφόσον το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο.

2.   Η ανακοίνωση, πέραν της μεταξύ των αρμόδιων αρχών, δεδομένων που αφορούν εξαφανισθέν πρόσωπο που έχει εντοπισθεί προϋποθέτει τη συναίνεση του εν λόγω προσώπου, εφόσον πρόκειται για ενήλικο. Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να γνωστοποιούν προς τον ενδιαφερόμενο τρίτο που δήλωσε την εξαφάνιση του εν λόγω προσώπου ότι η καταχώριση έχει διαγραφεί λόγω εντοπισμού του προσώπου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙ

ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΑΝΑΖΗΤΟΥΝΤΑΙ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Άρθρο 34

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

Με σκοπό τη γνωστοποίηση του τόπου διαμονής ή κατοικίας, τα κράτη μέλη καταχωρίζουν, με αίτηση της εκάστοτε αρμόδιας αρχής, στο SIS II δεδομένα σχετικά με:

α)

μάρτυρες·

β)

πρόσωπα που καλούνται ή πρόσωπα αναζητούμενα τα οποία καλούνται να εμφανισθούν ενώπιον των δικαστικών αρχών στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας για να καταθέσουν σχετικά με πράξεις για τις οποίες διώκονται·

γ)

πρόσωπα στα οποία πρέπει να επιδοθεί καταδικαστική απόφαση ή άλλα έγγραφα στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας για να καταθέσουν σχετικά με πράξεις για τις οποίες διώκονται·

δ)

πρόσωπα προς τα οποία πρέπει να επιδοθεί κλήση να εμφανιστούν για να εκτίσουν στερητική της ελευθερίας ποινή.

Άρθρο 35

Εκτέλεση δράσης βάσει καταχωρίσεως

Οι ζητούμενες πληροφορίες κοινοποιούνται στο αιτούν κράτος μέλος μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIΙI

ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ Ή ΤΟΝ ΕΙΔΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ

Άρθρο 36

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Δεδομένα σχετικά με πρόσωπα ή με οχήματα, πλοία, αεροσκάφη και εμπορευματοκιβώτια εισάγονται, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους που εισάγει την καταχώριση, με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τον ειδικό έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 4.

2.   Μια τέτοια καταχώριση μπορεί να εισάγεται με σκοπό τη δίωξη για αδικήματα και την αποτροπή απειλών κατά της δημόσιας ασφάλειας:

α)

όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι το εν λόγω πρόσωπο σκοπεύει να διαπράξει ή διαπράττει σοβαρές αξιόποινες πράξεις, όπως οι αξιόποινες πράξεις του άρθρου 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ, ή

β)

όταν η συνολική εκτίμηση για το συγκεκριμένο άτομο, ιδίως βάσει αξιόποινων πράξεων τις οποίες έχει τελέσει κατά το παρελθόν, επιτρέπει να υποτεθεί ότι το πρόσωπο αυτό θα διαπράξει και στο μέλλον σοβαρές αξιόποινες πράξεις, όπως οι αξιόποινες πράξεις του άρθρου 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ.

3.   Επιπλέον, μπορεί να εισάγεται καταχώριση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, μετά από αίτηση των αρμοδίων για την κρατική ασφάλεια αρχών, στις περιπτώσεις ύπαρξης συγκεκριμένων ενδείξεων ότι οι πληροφορίες του άρθρου 37 παράγραφος 1, είναι απαραίτητες για την αποτροπή σοβαρής απειλής, προερχόμενης από το εν λόγω πρόσωπο, ή άλλων σοβαρών απειλών κατά της εσωτερικής και εξωτερικής ασφαλείας. Το καταχωρούν κράτος μέλος, δυνάμει της παρούσας παραγράφου, ενημερώνει σχετικά τα λοιπά κράτη μέλη. Κάθε κράτος μέλος καθορίζει σε ποιες αρχές διαβιβάζονται οι εν λόγω πληροφορίες.

4.   Καταχωρίσεις για οχήματα, σκάφη, αεροσκάφη και εμπορευματοκιβώτια μπορούν να εισάγονται όταν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι συνδέονται με σοβαρές αξιόποινες πράξεις σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή με σοβαρές απειλές σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 37

Εκτέλεση δράσης βάσει καταχωρίσεως

1.   Για τους σκοπούς διακριτικής παρακολούθησης ή ειδικού ελέγχου, όλες ή ορισμένες από τις ακόλουθες πληροφορίες είναι δυνατό να συλλέγονται και να κοινοποιούνται στην καταχωρούσα αρχή όταν διενεργούνται συνοριακοί έλεγχοι ή άλλοι αστυνομικοί και τελωνειακοί έλεγχοι στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους:

α)

το γεγονός ότι βρέθηκε το καταχωρισμένο πρόσωπο ή όχημα, πλοίο, αεροσκάφος ή εμπορευματοκιβώτιο·

β)

ο τόπος, χρόνος ή λόγος του ελέγχου·

γ)

το δρομολόγιο και ο προορισμός του ταξιδίου·

δ)

τα πρόσωπα που συνοδεύουν τους ενδιαφερομένους ή τους επιβαίνοντες στο όχημα, πλοίο ή αεροσκάφος για τα οποία μπορεί ευλόγως να πιστεύεται ότι συνδέονται με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα·

ε)

το χρησιμοποιούμενο σκάφος, αεροσκάφος ή εμπορευματοκιβώτιο·

στ)

τα μεταφερόμενα αντικείμενα·

ζ)

τις περιστάσεις υπό τις οποίες εντοπίστηκε το πρόσωπο ή το όχημα, πλοίο, αεροσκάφος ή εμπορευματοκιβώτιο.

2.   Οι πληροφορίες της παραγράφου 1 κοινοποιούνται με την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών.

3.   Για τη συγκέντρωση των πληροφοριών της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διαφυλαχθεί η διακριτικότητα της παρακολούθησης.

4.   Κατά τους ειδικούς ελέγχους επιτρέπεται να υποβληθούν σε έρευνα πρόσωπα, οχήματα, πλοία, αεροσκάφη, εμπορευματοκιβώτια και μεταφερόμενα αντικείμενα σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου για τους σκοπούς του άρθρου 36. Εάν η νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους δεν επιτρέπει τη διενέργεια ειδικών ελέγχων, το εν λόγω μέτρο μετατρέπεται αυτομάτως στο εν λόγω κράτος μέλος σε διακριτική παρακολούθηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ

ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΧΕΘΟΥΝ Ή ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΩΣ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Άρθρο 38

Στόχοι και προϋποθέσεις εισαγωγής καταχωρίσεων

1.   Στο SIS II εισάγονται δεδομένα σχετικά με αντικείμενα που αναζητούνται προκειμένου να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία.

2.   Καταχωρίζονται οι ακόλουθες εύκολα αναγνωρίσιμες κατηγορίες αντικειμένων:

α)

οχήματα κυλινδρισμού κινητήρα άνω των 50 κυβικών εκατοστών, πλοία και αεροσκάφη·

β)

ρυμούλκες βάρους, χωρίς φορτίο, άνω των 750 χιλιογράμμων, τροχόσπιτα, βιομηχανικός εξοπλισμός, εξωλέμβιες μηχανές και εμπορευματοκιβώτια·

γ)

πυροβόλα όπλα·

δ)

ασυμπλήρωτα επίσημα έγγραφα που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απολεσθεί·

ε)

εκδοθέντα έγγραφα ταυτότητας, όπως διαβατήρια, δελτία ταυτότητας, άδειες οδήγησης, τίτλοι παραμονής και ταξιδιωτικά έγγραφα που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί·

στ)

άδειες κυκλοφορίας οχημάτων και πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί·

ζ)

τραπεζογραμμάτια (προσημειωμένα χαρτονομίσματα)·

η)

χρεόγραφα και μέσα πληρωμής, όπως επιταγές, πιστωτικές κάρτες, ομολογίες και μετοχές που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί.

3.   Οι απαιτούμενοι τεχνικοί κανόνες για την εισαγωγή, την ενημέρωση, τη διαγραφή και την αναζήτηση των δεδομένων της παραγράφου 2 ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 67, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του νομοθετήματος για τη σύσταση της διαχειριστικής αρχής.

Άρθρο 39

Εκτέλεση δράσης βάσει καταχωρίσεως

1.   Εάν από αναζήτηση διαπιστωθεί ότι υπάρχει καταχώριση για αντικείμενο το οποίο έχει εντοπισθεί, η αρχή η οποία συνδύασε τα δύο δεδομένα επικοινωνεί με την αρχή που εισήγαγε την καταχώριση, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία για τα αναγκαία μέτρα. Για τον σκοπό αυτό, μπορούν να διαβιβάζονται και δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

2.   Οι πληροφορίες της παραγράφου 1 κοινοποιούνται μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

3.   Το κράτος μέλος που εντόπισε το αντικείμενο λαμβάνει μέτρα σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χ

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΩΝ

Άρθρο 40

Αρχές με δικαίωμα πρόσβασης στις καταχωρίσεις

1.   Η πρόσβαση στα δεδομένα που εισάγονται στο SIS II και το δικαίωμα αναζήτησης, είτε απευθείας στα δεδομένα αυτά είτε σε αντίγραφο δεδομένων του SIS II, επιφυλάσσεται αποκλειστικά στις αρχές που είναι αρμόδιες για:

α)

τους συνοριακούς ελέγχους, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (19) ·

β)

άλλους αστυνομικούς και τελωνειακούς ελέγχους που διενεργούνται στο εσωτερικό του οικείου κράτους μέλους, τον συντονισμό των ελέγχων αυτών από τις εντεταλμένες αρχές.

2.   Ωστόσο, το δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα που έχουν καταχωριστεί στο SIS ΙΙ και το δικαίωμα απευθείας αναζήτησής τους επιτρέπεται επίσης στις εθνικές δικαστικές αρχές, μεταξύ άλλων εκείνες που είναι αρμόδιες για την άσκηση ποινικής δίωξης στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας και τη διενέργεια δικαστικής ανάκρισης πριν από την απαγγελία κατηγορίας, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία, καθώς και στις αρχές που έχουν συντονιστικές αρμοδιότητες.

3.   Οι αρχές που μνημονεύονται στο παρόν άρθρο περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 46 παράγραφος 8.

Άρθρο 41

Πρόσβαση της Ευρωπόλ σε δεδομένα του SIS II

1.   Η Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (Ευρωπόλ), στα πλαίσια της εντολής της, έχει δικαίωμα απευθείας πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα που έχουν εισαχθεί στο SIS II, σύμφωνα με τα άρθρα 26, 36 και 38.

2.   Όταν, έπειτα από αναζήτηση που διενεργεί η Ευρωπόλ, εντοπίζεται η ύπαρξη καταχωρίσεως στο SIS II, η Ευρωπόλ ενημερώνει σχετικά το καταχωρούν κράτος μέλος διά των διαύλων που καθορίζει η σύμβαση Ευρωπόλ.

3.   Για τη χρήση των πληροφοριών που λαμβάνονται έπειτα από αναζήτηση στο SIS II απαιτείται η συγκατάθεση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Εάν το κράτος μέλος επιτρέπει τη χρήση των πληροφοριών αυτών, η εξέτασή τους ρυθμίζεται από τη σύμβαση Ευρωπόλ. Η Ευρωπόλ μπορεί να ανακοινώνει τις πληροφορίες αυτές σε τρίτα κράτη και τρίτους οργανισμούς μόνο με τη συγκατάθεση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

4.   Η Ευρωπόλ μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος την παροχή περισσότερων πληροφοριών, σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται στη σύμβαση Ευρωπόλ.

5.   Η Ευρωπόλ:

α)

καταγράφει κάθε πρόσβαση και αναζήτηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12·

β)

με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4, δεν συνδέει μέρη ούτε μεταφέρει δεδομένα του SIS II στα οποία έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε ηλεκτρονικό σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζεται η Ευρωπόλ ή λειτουργεί σε αυτήν, δεν μεταφορτώνει ούτε αντιγράφει μέρη του SIS II σε άλλα αρχεία δεδομένων·

γ)

περιορίζει την πρόσβαση στα δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί στο SIS II στο ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Ευρωπόλ·

δ)

λαμβάνει και εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 10 και 11·

ε)

επιτρέπει στην κοινή εποπτική αρχή, η οποία συνεστήθη δυνάμει του άρθρου 24 της σύμβασης Ευρωπόλ, να επιβλέπει τις δραστηριότητες της Ευρωπόλ κατά την άσκηση του δικαιώματός της για πρόσβαση και αναζήτηση σε δεδομένα που έχουν εισαχθεί στο SIS II.

Άρθρο 42

Πρόσβαση της Eurojust σε δεδομένα του SIS II

1.   Τα εθνικά μέλη της Eurojust και οι βοηθοί τους, στα πλαίσια της εντολής που τους ανατίθεται, έχουν δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα δεδομένα που έχουν εισαχθεί στο SIS II, σύμφωνα με τα άρθρα 26, 32, 34 και 38.

2.   Όταν, έπειτα από αναζήτηση που διενεργεί εθνικό μέλος της Eurojust, εντοπίζεται η ύπαρξη καταχωρίσεως στο SIS II, το εν λόγω μέλος ενημερώνει το καταχωρούν κράτος μέλος. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από την αναζήτηση αυτή δύνανται να διαβιβάζονται προς τρίτες χώρες και τρίτους οργανισμούς μόνο με τη συγκατάθεση του καταχωρούντος κράτους μέλους.

3.   Το παρόν άρθρο ουδόλως μπορεί να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι θίγει τις διατάξεις της απόφασης 2002/187/ΔΕΥ όσον αφορά την προστασία των δεδομένων και την ευθύνη σχετικά με οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη ή εσφαλμένη επεξεργασία των δεδομένων αυτών από τα εθνικά μέλη της Eurojust ή τους βοηθούς τους ή ότι θίγει τις αρμοδιότητες του κοινού εποπτικού οργάνου το οποίο δημιουργείται δυνάμει της εν λόγω απόφασης.

4.   Κάθε πρόσβαση και αναζήτηση που διενεργεί εθνικό μέλος της Eurojust ή βοηθός του εγγράφεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12, καταγράφεται δε κάθε χρήση που πραγματοποίησε το πρόσωπο αυτό σε δεδομένα στα οποία είχε πρόσβαση.

5.   Κανένα μέρος του SIS II δεν συνδέεται με ηλεκτρονικό σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζεται η Eurojust ή λειτουργεί σε αυτήν ούτε μεταφέρονται σε τέτοιο σύστημα τα περιεχόμενα στο SIS II δεδομένα στα οποία έχουν πρόσβαση τα εθνικά μέλη ή οι βοηθοί τους και κανένα μέρος του SIS II δεν μεταφορτώνεται σε άλλα αρχεία δεδομένων.

6.   Η πρόσβαση σε δεδομένα που εισάγονται στο SIS II επιτρέπεται μόνο στα εθνικά μέλη και στους βοηθούς τους και δεν επεκτείνεται στο προσωπικό της Eurojust.

7.   Λαμβάνονται και εφαρμόζονται μέτρα των άρθρων 10 και 11 για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της εμπιστευτικότητας.

Άρθρο 43

Περιεχόμενο της πρόσβασης

Οι χρήστες, καθώς και η Ευρωπόλ, τα εθνικά μέλη της Eurojust και οι βοηθοί τους, δύνανται να έχουν πρόσβαση μόνον στα δεδομένα που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 44

Χρόνος διατήρησης των καταχωρίσεων σχετικά με πρόσωπα

1.   Οι καταχωρίσεις προσώπων που εισάγονται στο SIS II σύμφωνα με την παρούσα απόφαση διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο εισήχθησαν.

2.   Εντός τριετίας από την εισαγωγή μιας τέτοιας καταχωρίσεως στο SIS II, η σκοπιμότητα της διατήρησης της καταχωρίσεως επανεξετάζεται από το κράτος μέλος που την εισήγαγε. Το διάστημα αυτό είναι ενός έτους για την περίπτωση των καταχωρίσεων σχετικά με πρόσωπα κατά το άρθρο 36.

3.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μικρότερες περιόδους επανεξέτασης όπου αυτό ενδείκνυται βάσει του εθνικού του δικαίου.

4.   Το καταχωρούν κράτος μέλος μπορεί, εντός του ορισθέντος διαστήματος επανεξέτασης, να αποφασίζει, κατόπιν συνολικής και κατ’ ιδίαν αξιολόγησης η οποία καταγράφεται, τη διατήρηση της καταχωρίσεως εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους εισήχθη. Στην περίπτωση αυτή η παράγραφος 2 διέπει επίσης τη διατήρηση της καταχώρισης. Η παράταση της διατήρησης της καταχωρίσεως κοινοποιείται στο CS-SIS.

5.   Οι καταχωρίσεις διαγράφονται αυτομάτως μετά την παρέλευση της περιόδου επανεξέτασης της παραγράφου 2. Η ανωτέρω διάταξη δεν ισχύει σε περίπτωση που το κράτος μέλος που εισήγαγε την καταχώριση κοινοποίησε στο CS-SIS την παράταση διατήρησής της σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4. Το CS-SIS ενημερώνει αυτομάτως τα κράτη μέλη για την προγραμματισμένη διαγραφή δεδομένων από το σύστημα τέσσερις μήνες πριν από την εκτέλεσή της.

6.   Τα κράτη μέλη συγκεντρώνουν στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό καταχωρίσεων των οποίων η περίοδος διατήρησης έχει παραταθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Άρθρο 45

Περίοδος διατήρησης καταχωρίσεων σχετικά με αντικείμενα

1.   Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα που εισάγονται στο SIS II σύμφωνα με την παρούσα απόφαση διατηρούνται μόνον για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο εισήχθησαν.

2.   Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα που εισάγονται σύμφωνα με το άρθρο 36 διατηρούνται επί πέντε έτη κατ’ ανώτατο όριο.

3.   Οι καταχωρίσεις για αντικείμενα που εισάγονται σύμφωνα με το άρθρο 38 διατηρούνται επί δέκα έτη κατ’ ανώτατο όριο.

4.   Οι περίοδοι διατήρησης που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 δύναται να παραταθούν εάν αυτό κριθεί απαραίτητο για τους σκοπούς για τους οποίους εκδόθηκε η καταχώριση. Στην περίπτωση αυτή, οι παράγραφοι 2 και 3 διέπουν επίσης τη διατήρηση της καταχωρίσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XΙ

ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 46

Επεξεργασία των δεδομένων του SIS II

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν σε επεξεργασία τα δεδομένα που προβλέπονται στα άρθρα 20, 26, 32, 34, 36 και 38 μόνο για τους σκοπούς που καθορίζονται για κάθε κατηγορία καταχωρίσεων σύμφωνα με τα άρθρα αυτά.

2.   Τα δεδομένα μπορούν να αναπαράγονται μόνο για τεχνικούς σκοπούς, υπό τον όρον ότι η αναπαραγωγή αυτή είναι αναγκαία για την απευθείας αναζήτηση από τις αρχές του άρθρου 40. Οι διατάξεις της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται στα εν λόγω αντίγραφα. Οι καταχωρίσεις που εισάγουν άλλα κράτη μέλη δεν επιτρέπεται να αντιγράφονται από το N. SIS II σε άλλα εθνικά αρχεία δεδομένων.

3.   Τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 τεχνικά αντίγραφα που συνεπάγονται τη λειτουργία βάσεων δεδομένων εκτός γραμμής (off-line) μπορεί να διατηρούνται μόνον για ανώτατη περίοδο 48 ωρών. Η διάρκεια αυτή είναι δυνατό να παρατείνεται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, έως ότου τερματισθεί η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

Τα κράτη μέλη τηρούν ενημερωμένη κατάσταση των εν λόγω αντιγράφων, την οποία θέτουν στη διάθεση της εθνικής εποπτικής τους αρχής και μεριμνούν για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας απόφασης για τα εν λόγω αντίγραφα, ιδίως των διατάξεων του άρθρου 10.

4.   Η πρόσβαση σε δεδομένα του SIS II επιτρέπεται μόνο εντός των ορίων της αρμοδιότητας της εθνικής αρχής του άρθρου 40 και σε δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό.

5.   Όσον αφορά τις καταχωρίσεις που προβλέπονται στα άρθρα 26, 32, 34, 36 και 38 της παρούσας απόφασης, η επεξεργασία πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αυτές για σκοπούς διαφορετικούς από τους λόγους της εισαγωγής τους στο SIS II πρέπει να συνδέεται με συγκεκριμένη υπόθεση και να δικαιολογείται από την ανάγκη αποτροπής επικείμενης και σοβαρής απειλής κατά του δημόσιου συμφέροντος και της δημόσιας ασφάλειας, ένεκα σοβαρών λόγων εθνικής ασφάλειας ή για να αποτραπεί η διάπραξη σοβαρής αξιόποινης πράξης. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να εξασφαλίζεται εκ των προτέρων η έγκριση του κράτους μέλους που εισήγαγε την καταχώριση.

6.   Τα δεδομένα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διοικητικούς σκοπούς.

7.   Κάθε χρήση δεδομένων αντίθετη προς τις παραγράφους 1 έως 6 θεωρείται παρέκκλιση του επιδιωκόμενου σκοπού σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κάθε κράτους μέλους.

8.   Κάθε κράτος μέλος αποστέλλει στη διαχειριστική αρχή κατάλογο των αρμόδιων αρχών που εξουσιοδοτούνται να πραγματοποιούν απευθείας αναζήτηση στα δεδομένα του SIS II σύμφωνα με την παρούσα απόφαση καθώς και οποιεσδήποτε τροποποιήσεις του καταλόγου αυτού. Στον κατάλογο αυτό προσδιορίζονται τα δεδομένα τα οποία κάθε αρχή μπορεί να αναζητεί και τους σκοπούς της αναζήτησης αυτής. Η διαχειριστική αρχή μεριμνά για την ετήσια δημοσίευση του καταλόγου αυτού στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

9.   Εφόσον δεν ορισθούν ειδικές διατάξεις από το κοινοτικό δίκαιο, το δίκαιο κάθε κράτους μέλους εφαρμόζεται στα δεδομένα που καταχωρίζονται στο N.SIS ΙΙ του.

Άρθρο 47

Δεδομένα του SIS II και εθνικά αρχεία

1.   Το άρθρο 46 παράγραφος 2 δεν θίγει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατηρεί στα εθνικά του αρχεία δεδομένα του SIS II σε σχέση με τα οποία έχει αναληφθεί δράση στο έδαφός του. Τα δεδομένα αυτά διατηρούνται στα εθνικά αρχεία για χρονικό διάστημα τριών ετών κατ’ ανώτατο όριο, εκτός εάν ειδικές διατάξεις του εθνικού δικαίου προβλέπουν μεγαλύτερο διάστημα διατήρησης.

2.   Το άρθρο 46 παράγραφος 2 δεν θίγει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατηρεί στα εθνικά του αρχεία δεδομένα που περιέχονται σε συγκεκριμένη καταχώριση που το ίδιο έχει εισαγάγει στο SIS II.

Άρθρο 48

Ενημέρωση σε περίπτωση μη εκτέλεσης καταχωρίσεως

Αν δεν είναι δυνατή η εκτέλεση της ζητούμενης δράσης, το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το καταχωρούν κράτος μέλος.

Άρθρο 49

Ποιότητα των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS ΙΙ

1.   Το καταχωρούν κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την ακρίβεια και την ενημερότητα των δεδομένων, καθώς και τη νομότυπη εισαγωγή τους στο SIS II.

2.   Μόνο το καταχωρούν κράτος μέλος επιτρέπεται να τροποποιεί, να συμπληρώνει, να διορθώνει, να ενημερώνει ή να διαγράφει τα δεδομένα που έχει εισαγάγει.

3.   Εάν ένα κράτος μέλος που δεν είναι το καταχωρούν κράτος μέλος διαθέτει ενδείξεις ότι ένα στοιχείο περιέχει νομικό ή πραγματικό σφάλμα, ειδοποιεί το καταχωρούν κράτος μέλος με την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός δεκαημέρου από την ημέρα που περιήλθαν στη γνώση του οι εν λόγω ενδείξεις. Το καταχωρούν κράτος μέλος επαληθεύει την πληροφορία και διορθώνει ή διαγράφει χωρίς καθυστέρηση το στοιχείο εφόσον παραστεί ανάγκη.

4.   Εάν τα κράτη μέλη δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία εντός διμήνου, το κράτος μέλος που δεν εισήγαγε την καταχώριση υποβάλλει τη συγκεκριμένη περίπτωση για γνωμοδότηση στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος ενεργεί ως διαμεσολαβητής από κοινού με τις οικείες εποπτικές αρχές.

5.   Τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν συμπληρωματικές πληροφορίες σε περίπτωση που κάποιος ισχυρίζεται ότι δεν είναι το πρόσωπο που αναζητείται βάσει καταχωρίσεως. Εφόσον μετά από έλεγχο διαπιστωθεί ότι πρόκειται στην ουσία για δύο διαφορετικά πρόσωπα, ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται σχετικά με τις διατάξεις του άρθρου 51.

6.   Όταν ένα πρόσωπο έχει ήδη καταχωρισθεί στο SIS II, το κράτος μέλος που εισάγει νέα καταχώριση καταλήγει σε συμφωνία με το κράτος μέλος που εισήγαγε την αρχική καταχώριση ως προς το περιεχόμενο της καταχωρίσεως. Η συμφωνία επιτυγχάνεται βάσει της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

Άρθρο 50

Διάκριση μεταξύ προσώπων με παρεμφερή χαρακτηριστικά

Όταν κατά την εισαγωγή μιας νέας καταχωρίσεως διαπιστωθεί η ύπαρξη στο SIS ΙΙ προσώπου με τα ίδια χαρακτηριστικά ταυτότητας, ακολουθείται η εξής διαδικασία:

α)

το τμήμα SIRENE έρχεται σε επαφή με την αιτούσα υπηρεσία για να διευκρινιστεί κατά πόσον πρόκειται για καταχώριση που αφορά το ίδιο πρόσωπο·

β)

εάν μετά από διασταυρούμενο έλεγχο διαπιστωθεί ότι το υποκείμενο της νέας καταχωρίσεως και το πρόσωπο που βρίσκεται ήδη στο SIS ΙΙ είναι πράγματι το ίδιο και το αυτό, το τμήμα SIRENE εφαρμόζει τη διαδικασία του άρθρου 49 παράγραφος 6, για την εισαγωγή πολλαπλών καταχωρίσεων. Εάν από τον έλεγχο προκύψει ότι πρόκειται για δύο διαφορετικά πρόσωπα, το τμήμα SIRENE επιβεβαιώνει την αίτηση για την εισαγωγή της δεύτερης καταχωρίσεως, στην οποία προστίθενται τα αναγκαία στοιχεία προς αποφυγή τυχόν εσφαλμένης ταυτοποίησης.

Άρθρο 51

Πρόσθετα δεδομένα για την αντιμετώπιση περιπτώσεων πλαστοπροσωπίας

1.   Εάν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ του προσώπου για το οποίο έχει πράγματι εισαχθεί καταχώριση και ενός προσώπου το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας, το κράτος μέλος που εισήγαγε την καταχώριση, με την επιφύλαξη της ρητής συγκατάθεσης του θύματος της πλαστοπροσωπίας, προσθέτει στην καταχώριση δεδομένα για το τελευταίο αυτό πρόσωπο, ώστε να αποτραπούν οι αρνητικές συνέπειες της πλαστοπροσωπίας.

2.   Τα δεδομένα που αφορούν πρόσωπο το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

για να είναι σε θέση η αρμόδια αρχή να διακρίνει μεταξύ του προσώπου το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας και του προσώπου που πράγματι αφορά η καταχώριση·

β)

για να μπορεί το πρόσωπο το οποίο είναι θύμα πλαστοπροσωπίας να αποδείξει, αφενός, την ταυτότητά του και, αφετέρου, την πλαστοπροσωπία.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται να καταχωρούνται και να υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία στο SIS II μόνο τα ακόλουθα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα:

α)

το επώνυμο ή επώνυμα και όνομα ή ονόματα, το ονοματεπώνυμο του προσώπου κατά τη γέννηση και τυχόν ονοματεπώνυμα που έχουν χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν και τυχόν ψευδώνυμα, τα οποία μπορούν να εισάγονται χωριστά·

β)

τυχόν ιδιαίτερα, αντικειμενικά και αναλλοίωτα φυσικά χαρακτηριστικά·

γ)

ημερομηνία και τόπος γέννησης·

δ)

φύλο·

ε)

φωτογραφίες·

στ)

δακτυλικά αποτυπώματα·

ζ)

ιθαγένεια ή ιθαγένειες·

η)

αριθμός εγγράφου ή εγγράφων ταυτότητας και ημερομηνία έκδοσης.

4.   Οι απαιτούμενοι τεχνικοί κανόνες για την εισαγωγή και την περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων της παραγράφου 3 θα οριστούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 67, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις της πράξης για τη σύσταση της διαχειριστικής αρχής.

5.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 διαγράφονται ταυτόχρονα με την αντίστοιχη καταχώριση ή και νωρίτερα κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου.

6.   Μόνον οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στη σχετική καταχώριση νομιμοποιούνται να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα της παραγράφου 3. Μπορούν να προβούν στην ενέργεια αυτή με αποκλειστικό σκοπό την αποτροπή εσφαλμένης ταυτοποίησης.

Άρθρο 52

Σύνδεσμοι μεταξύ καταχωρίσεων

1.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να δημιουργήσει σύνδεσμο μεταξύ των καταχωρίσεων που εισάγει στο SIS II. Ένας τέτοιος σύνδεσμος έχει σκοπό την επισήμανση της σχέσης που υπάρχει μεταξύ δύο ή περισσοτέρων καταχωρίσεων.

2.   Η δημιουργία συνδέσμου δεν επηρεάζει τα συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν βάσει της κάθε καταχωρίσεως για την οποία έχει δημιουργηθεί σύνδεσμος ούτε τον χρόνο διατήρησης κάθε τέτοιας καταχωρίσεως.

3.   Η δημιουργία συνδέσμου δεν θίγει τα δικαιώματα πρόσβασης που προβλέπει η παρούσα απόφαση. Οι αρχές που δεν διαθέτουν δικαίωμα πρόσβασης σε ορισμένες κατηγορίες καταχωρίσεων δεν είναι σε θέση να διαπιστώσουν την ύπαρξη τέτοιου συνδέσμου σε καταχώριση ούτε έχουν πρόσβαση σε αυτόν.

4.   Τα κράτη μέλη δημιουργούν σύνδεσμο μεταξύ καταχωρίσεων μόνον εφόσον συντρέχει συγκεκριμένος λόγος επιχειρησιακής φύσεως.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να δημιουργούν συνδέσμους σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία τηρουμένων των αρχών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

6.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι η δημιουργία συνδέσμου μεταξύ καταχωρίσεων από ένα άλλο κράτος μέλος είναι ασυμβίβαστη με τη δική του εθνική νομοθεσία ή τις διεθνείς του υποχρεώσεις, δύναται να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζει ότι δεν είναι δυνατή η πρόσβαση στο σύνδεσμο από το εθνικό του έδαφος ή από τις οικείες αρχές που βρίσκονται εκτός του εδάφους του.

7.   Οι τεχνικοί κανόνες για τη σύνδεση καταχωρίσεων εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 67, με την επιφύλαξη των διατάξεων της πράξης για τη σύσταση της διαχειριστικής επιτροπής.

Άρθρο 53

Σκοπός και διατήρηση συμπληρωματικών πληροφοριών

1.   Τα κράτη μέλη φυλάσσουν στα τμήματα SIRENE τα στοιχεία των αποφάσεων βάσει των οποίων εισάγεται καταχώριση με σκοπό την υποστήριξη της ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών.

2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διατηρούνται σε αρχεία από τα τμήματα SIRENE ως απόρροια της ανταλλαγής πληροφοριών φυλάσσονται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο παρασχέθηκαν. Σε κάθε περίπτωση, διαγράφονται ένα χρόνο το αργότερο από τη διαγραφή της συναφούς καταχωρίσεως από το SIS II.

3.   Η παράγραφος 2 δεν θίγει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατηρεί στα εθνικά του αρχεία δεδομένα που αφορούν συγκεκριμένη καταχώριση την οποία έχει εισαγάγει το ίδιο ή που αφορούν καταχώριση σε συνάρτηση με την οποία έχει αναληφθεί δράση στο έδαφός του. Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο τα δεδομένα αυτά μπορούν να διατηρούνται στα εν λόγω αρχεία διέπεται από το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 54

Μεταβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτους

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο SIS II σύμφωνα με την παρούσα απόφαση δεν μεταβιβάζονται ούτε παρέχονται σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς.

Άρθρο 55

Ανταλλαγή δεδομένων με την Ιντερπόλ για διαβατήρια που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 54, επιτρέπεται η ανταλλαγή του αριθμού διαβατηρίου, της χώρας έκδοσης και του τύπου εγγράφου των διαβατηρίων που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί ή ακυρωθεί και έχουν καταχωρηθεί στο SIS II, με μέλη της Ιντερπόλ μέσω σύνδεσης μεταξύ του SIS II και της βάσης δεδομένων της Ιντερπόλ για τα κλαπέντα ή απολεσθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα, υπό την επιφύλαξη της σύναψης συμφωνίας Ιντερπόλ-Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη συμφωνία προβλέπεται ότι η διαβίβαση των δεδομένων που έχει εισαγάγει ένα κράτος μέλος διαβιβάζονται, εφόσον το εν λόγω κράτος συμφωνεί να διαβιβαστούν.

2.   Η συμφωνία της παραγράφου 1 προβλέπει ότι τα ανταλλασσόμενα δεδομένα έχουν πρόσβαση μόνον τα μέλη της Ιντερπόλ των χωρών που εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Πριν από τη σύναψη της εν λόγω συμφωνίας, το Συμβούλιο ζητά τη γνώμη της Επιτροπής σχετικά με την επάρκεια του επιπέδου προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών όσον αφορά την αυτόματη επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ιντερπόλ και από τις χώρες οι οποίες έχουν εντεταλμένα μέλη στην Ιντερπόλ.

3.   Η συμφωνία της παραγράφου 1 δύναται επίσης να προβλέπει τη μέσω του SIS II πρόσβαση των κρατών μελών στα δεδομένα της βάσης δεδομένων της Ιντερπόλ για τα κλαπέντα ή απολεσθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας απόφασης οι οποίες διέπουν τις καταχωρίσεις διαβατηρίων που έχουν κλαπεί, υπεξαιρεθεί, απολεσθεί και ακυρωθεί και έχουν καταχωρισθεί στο SIS II.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XΙΙ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 56

Επεξεργασία ευαίσθητων κατηγοριών δεδομένων

Απαγορεύεται η επεξεργασία των κατηγοριών δεδομένων που απαριθμούνται στην πρώτη φράση του άρθρου 6 της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης της 28ης Ιανουαρίου 1981 για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 57

Εφαρμογή της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των δεδομένων

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης απολαύουν προστασίας δυνάμει της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης της 28ης Ιανουαρίου 1981 για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα και των επακόλουθων τροποποιήσεών της.

Άρθρο 58

Δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης εσφαλμένων δεδομένων και διαγραφή δεδομένων που δεν έχουν εισαχθεί νομότυπα

1.   Το δικαίωμα των προσώπων να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που τα αφορούν κα τα οποία καταχωρίζονται στο SIS II σύμφωνα με την παρούσα απόφαση ασκείται σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους έναντι του οποίου τα πρόσωπα επικαλούνται το δικαίωμα αυτό.

2.   Εφόσον προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, η εθνική εποπτική αρχή αποφασίζει εάν και με ποια διαδικασία ανακοινώνονται οι πληροφορίες.

3.   Ένα κράτος μέλος το οποίο δεν έχει εισαγάγει την καταχώριση μπορεί να ανακοινώσει πληροφορίες σχετικές με αυτά τα δεδομένα μόνον εάν παρέσχε προηγουμένως στο καταχωρούν κράτος μέλος τη δυνατότητα να διατυπώσει τη θέση του. Η διαδικασία αυτή διεξάγεται μέσω της ανταλλαγής συμπληρωματικών δεδομένων.

4.   Δεν ανακοινώνονται οι πληροφορίες προς το πρόσωπο το οποίο αφορούν τα δεδομένα εάν τούτο είναι αναγκαίο για την εκτέλεση εντεταλμένου νόμιμου έργου σε συνάρτηση με την καταχώριση ή για λόγους προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων.

5.   Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να ζητήσει τη διόρθωση ή τη διαγραφή δεδομένων που το αφορούν και περιέχουν πραγματικό ή νομικό σφάλμα.

6.   Ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται το ταχύτερο δυνατό και πάντως 60 ημέρες το αργότερο από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του για πρόσβαση, ή νωρίτερα, εφόσον το εθνικό δίκαιο προβλέπει σχετικά.

7.   Ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται για τη συνέχεια που δίδεται στην άσκηση του δικαιώματός του για διόρθωση ή διαγραφή το συντομότερο δυνατόν και πάντως τρεις μήνες το αργότερο από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του για διόρθωση ή διαγραφή, ή νωρίτερα, εφόσον το εθνικό δίκαιο προβλέπει σχετικά.

Άρθρο 59

Ένδικα βοηθήματα

1.   Κάθε πρόσωπο μπορεί να προσφύγει ενώπιον της δικαστικής ή άλλης αρχής που είναι αρμόδια δυνάμει του εθνικού δικαίου κάθε κράτους μέλους για να ζητήσει τη διόρθωση, διαγραφή, ενημέρωση καταχωρίσεως ή την καταβολή αποζημίωσης εξαιτίας καταχωρίσεως που το αφορά.

2.   Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν την αμοιβαία υποχρέωση να εκτελούν τις οριστικές αποφάσεις που λαμβάνονται από τις δικαστικές ή άλλες αρχές της παραγράφου 1, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 64.

3.   Οι διατάξεις για τα ένδικα βοηθήματα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο αξιολογούνται από την Επιτροπή έως τις 23 Αυγούστου 2009.

Άρθρο 60

Εποπτεία του Ν.SIS II

1.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε ανεξάρτητη αρχή (εφεξής «εθνική εποπτική αρχή») να ασκεί ανεξάρτητο έλεγχο ως προς τη νομιμότητα της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων του SIS II στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγονται και τη διαβίβασή τους από το έδαφος αυτό, καθώς και ως προς την ανταλλαγή και περαιτέρω επεξεργασία συμπληρωματικών πληροφοριών.

2.   Η εθνική εποπτική αρχή μεριμνά ώστε να διενεργείται τουλάχιστον ανά τετραετία έλεγχος των λειτουργιών επεξεργασίας δεδομένων που επιτελούνται στο N.SIS II σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχονται στις εθνικές εποπτικές τους αρχές επαρκείς πόροι για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί δυνάμει της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 61

Εποπτεία της διαχειριστικής αρχής

1.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων ελέγχει εάν οι δραστηριότητες επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εκ μέρους της διαχειριστικής αρχής διεξάγονται σύμφωνα με την παρούσα απόφαση. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στα άρθρα 46 και 47 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζονται αναλόγως.

2.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται τουλάχιστον ανά τετραετία έλεγχος των δραστηριοτήτων επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων της διαχειριστικής αρχής σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Η έκθεση του ελέγχου διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, τη διαχειριστική αρχή, την Επιτροπή και τις εθνικές εποπτικές αρχές Η διαχειριστική αρχή δύναται να διατυπώσει παρατηρήσεις σχετικά με την έκθεση προτού αυτή εγκριθεί.

Άρθρο 62

Συνεργασία μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.   Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, έκαστος στο πεδίο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται στενά στα πλαίσια των ευθυνών τους και εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του SIS II.

2.   Οι ανωτέρω αρχές, στα πλαίσια των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια κοινών ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες κατά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας απόφασης, διερευνούν προβλήματα που μπορεί να τεθούν κατά την άσκηση ανεξάρτητου ελέγχου ή κατά την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης ενός προσώπου στα δεδομένα που το αφορούν, συντάσσουν ομοιόμορφες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα και προάγουν κατά τον δέοντα τρόπο την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία των δεδομένων.

3.   Οι εθνικές εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συνεδριάζουν για τον σκοπό αυτό τουλάχιστον δις ετησίως. Τα έξοδα των συνεδριάσεων αυτών και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατά τη διεξαγωγή τους αναλαμβάνονται από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, μπορούν να αναπτύσσονται πρόσθετες μέθοδοι εργασίας. Κοινή έκθεση δραστηριοτήτων διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τη διαχειριστική αρχή ανά διετία.

Άρθρο 63

Προστασία των δεδομένων κατά τη μεταβατική περίοδο

Σε περίπτωση που η Επιτροπή αναθέσει τις αρμοδιότητές της σε άλλο φορέα κατά τη μεταβατική περίοδο, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 4, εξασφαλίζεται ότι ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων έχει το δικαίωμα και είναι σε θέση να εκτελεί πλήρως τα καθήκοντά του, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας διεξαγωγής επιτόπιων ελέγχων καθώς και να ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που του έχει ανατεθεί δυνάμει του άρθρου 47 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIΙΙ

ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 64

Ευθύνη

1.   Κάθε κράτος μέλος ευθύνεται σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία για οποιαδήποτε ζημία που προκλήθηκε σε πρόσωπο εξαιτίας της χρήσης του N.SIS ΙΙ. Το αυτό ισχύει όταν η ζημία προκλήθηκε από το κράτος μέλος το οποίο εισήγαγε την καταχώριση, εφόσον τα σχετικά δεδομένα περιέχουν πραγματικό ή νομικό σφάλμα.

2.   Εάν το κράτος μέλος κατά του οποίου στρέφεται η σχετική αγωγή δεν είναι το καταχωρούν κράτος μέλος, το τελευταίο αυτό υποχρεούται, κατόπιν αιτήσεως, να αποδώσει το ποσό που καταβλήθηκε ως αποζημίωση, εκτός εάν τα δεδομένα χρησιμοποιήθηκαν από το κράτος μέλος που ζητεί να του αποδοθεί το ποσό της αποζημίωσης κατά παράβαση της παρούσας απόφασης.

3.   Εάν η μη τήρηση από ένα κράτος μέλος των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση προκαλέσει ζημία στο SIS II, το κράτος μέλος αυτό θεωρείται υπεύθυνο για τη ζημία, εκτός εάν και στο μέτρο που η διαχειριστική αρχή ή άλλο κράτος μέλος ή κράτη μέλη που μετέχουν στο SIS II δεν έλαβαν εύλογα μέτρα για την αποτροπή της ζημίας ή την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεών της.

Άρθρο 65

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε κατάχρηση δεδομένων που έχουν εισαχθεί στο SIS II ή κάθε ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών που αντίκειται στην παρούσα απόφαση να υπόκειται σε αποτελεσματικές, ανάλογες με την παράβαση και αποτρεπτικές κυρώσεις σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 66

Έλεγχος και στατιστικές

1.   Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει την ύπαρξη διαδικασιών για τον έλεγχο της λειτουργίας του SIS II σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους σχετικά με την απόδοση, τη σχέση κόστους-απόδοσης, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών.

2.   Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών, η διαχειριστική αρχή διαθέτει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες οι οποίες σχετίζονται με πράξεις επεξεργασίας στο κεντρικό SIS II.

3.   Η διαχειριστική αρχή δημοσιεύει ετησίως στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό εισαγωγών ανά κατηγορία καταχωρίσεων, τον αριθμό θετικών απαντήσεων ανά κατηγορία καταχωρίσεων και τη συχνότητα πρόσβασης στο SIS II, συνολικά και για κάθε κράτος μέλος.

4.   Δύο έτη από την έναρξη λειτουργίας του SIS II και ανά διετία στη συνέχεια, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την τεχνική λειτουργία του κεντρικού SIS II και της επικοινωνιακής υποδομής, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειάς της, για τη διμερή και πολυμερή ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών.

5.   Τρία έτη από την έναρξη λειτουργίας του SIS II και ανά τετραετία στη συνέχεια, η Επιτροπή υποβάλλει συνολική αξιολόγηση του κεντρικού SIS II και της διμερούς και πολυμερούς ανταλλαγής συμπληρωματικών πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Στην εν λόγω συνολική αξιολόγηση περιλαμβάνεται η εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους στόχους, η εκτίμηση κατά πόσον εξακολουθεί να ισχύει η λογική που διαπνέει το σύστημα, η εφαρμογή της παρούσας απόφασης όσον αφορά το κεντρικό SIS II, η ασφάλεια του κεντρικού SIS II και οι τυχόν επιπτώσεις μελλοντικών ενεργειών. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στη διαχειριστική αρχή και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 3, 4 και 5.

7.   Η διαχειριστική αρχή παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που χρειάζεται για τις συνολικές αξιολογήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5.

Άρθρο 67

Κανονιστική επιτροπή

1.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή επικουρείται από κανονιστική επιτροπή, την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της επί του σχεδίου αυτού εντός προθεσμίας που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με το επείγον του θέματος. Η γνώμη δίδεται με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 205 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ στην περίπτωση αποφάσεων τις οποίες καλείται να εγκρίνει το Συμβούλιο μετά από πρόταση της Επιτροπής. Οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών στην επιτροπή σταθμίζονται με τον τρόπο που ορίζεται στο άρθρο εκείνο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

2.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό μετά από πρόταση του προέδρου της, με βάση πρότυπους διαδικαστικούς κανόνες που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Η Επιτροπή εγκρίνει τα σχεδιαζόμενα μέτρα εφόσον είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής. Εάν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κανονιστικής επιτροπής ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει αμελλητί στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα ληπτέα μέτρα.

4.   Το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία για την πρόταση εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία υποβολής στο Συμβούλιο. Εάν εντός αυτής της προθεσμίας το Συμβούλιο δηλώσει με ειδική πλειοψηφία ότι διαφωνεί με την πρόταση, η Επιτροπή την επανεξετάζει και μπορεί να υποβάλει στο Συμβούλιο τροποποιημένη πρόταση, να υποβάλει εκ νέου την πρότασή της ή να υποβάλει νομοθετική πρόταση. Εάν κατά τη λήξη της προθεσμίας το Συμβούλιο δεν έχει εγκρίνει την προτεινόμενη εκτελεστική πράξη ή δεν έχει εκδηλώσει τη διαφωνία του με τα προτεινόμενα εκτελεστικά μέτρα, η προτεινόμενη εκτελεστική πράξη εγκρίνεται από την Επιτροπή.

5.   Η επιτροπή της παραγράφου 1 ασκεί τα καθήκοντά της από τις 23 Αυγούστου 2007.

Άρθρο 68

Τροποποίηση των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν

1.   Για τα θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης ΕΕ, η παρούσα απόφαση αντικαθιστά, από της ημερομηνίας που ορίζεται στο άρθρο 71 παράγραφος 2, τις διατάξεις των άρθρων 92 έως 119 της σύμβασης του Σένγκεν, με εξαίρεση το άρθρο 102 Α της εν λόγω σύμβασης.

2.   Για τα ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης ΕΕ, η παρούσα απόφαση αντικαθιστά επίσης, από της ημερομηνίας που ορίζεται στο άρθρο 71 παράγραφος 2, τις ακόλουθες διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν για την εφαρμογή των προαναφερθέντων άρθρων (20):

α)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 14ης Δεκεμβρίου 1993 σχετικά με τον οικονομικό κανονισμό για τα έξοδα εγκατάστασης και λειτουργίας του C. SIS (SCH/Com-ex (93) 16)

β)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 7ης Οκτωβρίου 1997 σχετικά με την ανάπτυξη του SIS (SCH/Com-ex (97) 24)

γ)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με την τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού που αφορά το C. SIS (SCH/Com-ex (97) 35)

δ)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 21ης Απριλίου 1998 σχετικά με τo C. SIS με 15/18 συνδέσεις (SCH/Com-ex (98) 11)

ε)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 25ης Απριλίου 1997 σχετικά με την κατακύρωση της προκαταρκτικής μελέτης του SIS ΙΙ (SCH/Com-ex (97) 2 rev. 2)

στ)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 28ης Απριλίου 1999 σχετικά με τις δαπάνες εγκατάστασης του C. SIS (SCH/Com-ex (99) 4)

ζ)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 28ης Απριλίου 1999 σχετικά με το Εγχειρίδιο SIRENE (SCH/Com-ex (99) 5)

η)

Δήλωση της εκτελεστικής επιτροπής της 18ης Απριλίου 1996 σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «αλλοδαπός» (SCH/Com-ex (96) δηλ. 5)

θ)

Δήλωση της εκτελεστικής επιτροπής της 28ης Απριλίου 1999 σχετικά με τη διάρθρωση του SIS (SCH/Com-ex (99) δηλ. 2 αναθ.)

ι)

Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 7ης Οκτωβρίου 1997 σχετικά με τη συμμετοχή της Νορβηγίας και της Ισλανδίας στα έξοδα εγκατάστασης και λειτουργίας του C. SIS (SCH/Com-ex (97) 18).

3.   Για τα ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συνθήκης ΕΕ, οι παραπομπές στα αντικατασταθέντα άρθρα της σύμβασης Σένγκεν και στις συναφείς διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν για την εφαρμογή των εν λόγω άρθρων νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 69

Κατάργηση

Οι αποφάσεις 2004/201/ΔΕΥ, 2005/211/ΔΕΥ, 2005/719/ΔΕΥ, 2005/727/ΔΕΥ, 2006/228/ΔΕΥ, 2006/229/ΔΕΥ και 2006/631/ΔΕΥ καταργούνται από την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 71 παράγραφος 2.

Άρθρο 70

Μεταβατική περίοδος και προϋπολογισμός

1.   Οι καταχωρίσεις μεταφέρονται από το SIS 1+ στο SIS II. Τα κράτη μέλη, το ταχύτερο δυνατό και πάντως εντός τριετίας το αργότερο από την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 71 παράγραφος 2, μεριμνούν ώστε το περιεχόμενο των καταχωρίσεων που μεταφέρονται από το SIS 1+ στο SIS II να συνάδει με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, ενώ δίδουν προτεραιότητα στις καταχωρίσεις που αφορούν πρόσωπα. Κατά τη μεταβατική περίοδο, τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις των άρθρων 94, 95, 97, 98, 99, 100 της σύμβασης Σένγκεν στο περιεχόμενο των καταχωρίσεων που μεταφέρονται από το σύστημα SIS 1+ στο SIS II, σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

α)

σε περίπτωση τροποποίησης, προσθήκης, διόρθωσης ή ενημέρωσης του περιεχομένου καταχωρίσεως που έχει μεταφερθεί από το SIS 1+ στο SIS II, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η καταχώριση να πληροί τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, από τη στιγμή που επέρχεται η εν λόγω τροποποίηση, προσθήκη, διόρθωση ή ενημέρωση·

β)

σε περίπτωση θετικής απάντησης για καταχώριση που έχει μεταφερθεί από το SIS 1+ στο SIS II, τα κράτη μέλη εξετάζουν αμελλητί κατά πόσον συνάδει η καταχώριση αυτή με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, χωρίς ωστόσο να καθυστερεί η εκτέλεση των μέτρων που πρέπει να ληφθούν βάσει της εν λόγω καταχωρίσεως.

2.   Το υπόλοιπο του προϋπολογισμού κατά την ημερομηνία η οποία καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 2, που έχει εγκριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 119 της σύμβασης Σένγκεν, επιστρέφεται στα κράτη μέλη. Τα επιστρεπτέα ποσά υπολογίζονται με βάση τις συνεισφορές των κρατών μελών όπως αυτές καθορίζονται στην απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 14ης Δεκεμβρίου 1993 σχετικά με τον οικονομικό κανονισμό για τα έξοδα εγκατάστασης και λειτουργίας του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν.

3.   Κατά τη μεταβατική περίοδο του άρθρου 15 παράγραφος 4, οι παραπομπές της παρούσας απόφασης στη διαχειριστική αρχή νοούνται ως παραπομπές στην Επιτροπή.

Άρθρο 71

Έναρξη ισχύος, εφαρμογή και μεταφορά

1.   Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Εφαρμόζεται στα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο SIS I+ από την ημερομηνία που θα καθορίσει το Συμβούλιο, με ομόφωνη απόφαση των μελών του που αντιπροσωπεύουν τις κυβερνήσεις των κρατών μελών τα οποία συμμετέχουν στο SIS I+.

3.   Η ημερομηνία της παραγράφου 2 καθορίζεται έπειτα από:

α)

τη θέσπιση των αναγκαίων εκτελεστικών μέτρων·

β)

τη γνωστοποίηση από το σύνολο των κρατών μελών που συμμετέχουν πλήρως στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν της πρώτης γενιάς (SIS I+) προς την Επιτροπή ότι έχουν προβεί στις αναγκαίες τεχνικές και νομικές ρυθμίσεις για την επεξεργασία δεδομένων του SIS II και την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών·

γ)

τη διαπίστωση από την Επιτροπή ότι ολοκληρώθηκε επιτυχώς η συνολική δοκιμή του SIS II, η οποία θα διεξαχθεί από την Επιτροπή από κοινού με τα κράτη μέλη και εφόσον τα προπαρασκευαστικά όργανα του Συμβουλίου επικυρώσουν τα προτεινόμενα αποτελέσματα των δοκιμών και θα επιβεβαιώνει ότι το επίπεδο των επιδόσεων του SIS II είναι τουλάχιστον εφάμιλλο του επιπέδου του SIS 1+·

δ)

την υλοποίηση από μέρους της Επιτροπής των απαραίτητων τεχνικών ρυθμίσεων ούτως ώστε να είναι δυνατή η σύνδεση του κεντρικού SIS II με το Ν.SIS II κάθε κράτους μέλους.

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα των δοκιμών που θα διεξαχθούν σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ).

5.   Οι αποφάσεις που λαμβάνει το Συμβούλιο σύμφωνα με την παράγραφο 2 δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λουξεμβούργο, 12 Ιουνίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

W. SCHÄUBLE


(1)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2006 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19. Σύμβαση όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1160/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 191 της 22.7.2005, σ. 18).

(3)  ΕΕ L 328 της 13.12.2001, σ. 4.

(4)  ΕΕ L 328 της 13.12.2001, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4.

(6)  ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 12 της 17.1.2004, σ. 47.

(9)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 2.

(10)  ΕΕ L 63 της 6.3.2002, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(12)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(13)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(14)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(15)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 53

(16)  Απόφαση 2004/849/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2004, για την υπογραφή εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την προσωρινή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 368 της 15.12.2004, σ. 26).

(17)  Απόφαση 2004/860/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2004, για την υπογραφή εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και την προσωρινή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 370 της 17.12.2004, σ. 78).

(18)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(19)  ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 1.

(20)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 439.


Top