EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31989R1576

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών

OJ L 160, 12.6.1989, p. 1–17 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)
Special edition in Finnish: Chapter 03 Volume 029 P. 124 - 140
Special edition in Swedish: Chapter 03 Volume 029 P. 124 - 140
Special edition in Czech: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Estonian: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Latvian: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Lithuanian: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Hungarian Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Maltese: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Polish: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Slovak: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Slovene: Chapter 03 Volume 009 P. 59 - 75
Special edition in Bulgarian: Chapter 03 Volume 007 P. 76 - 93
Special edition in Romanian: Chapter 03 Volume 007 P. 76 - 93

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 19/05/2008; καταργήθηκε από 32008R0110

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1989/1576/oj

31989R1576

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1989 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 160 της 12/06/1989 σ. 0001 - 0017
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 29 σ. 0124
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 29 σ. 0124


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 29ης Μαΐου 1989 για τη θέσπιση των γενικών κανόνων σχετικά με τον ορισμό, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΟΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

ιΕχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 43 και 100 Α,

την πρόταση της Επιτροπής^(1),

Σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο^(2),

ιΕχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής^(3),

Εκτιμώντας:

ότι επί του παρόντος καμία ειδική κοινοτική διάταξη δεν αναφέρεται στα αλκοολούχα ποτά, ιδίως όσον αφορά τον ορισμό αυτών των προϊόντων και τις προδιαγραφές σχετικά με το χαρακτηρισμό και την παρουσίασή τους ότι, λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής σημασίας αυτών των προϊόντων, επιβάλλεται η θέσπιση κοινών διατάξεων σ' αυτόν τον τομέα για την καλύτερη λειτουργία της κοινής αγοράς

ότι τα αλκοολούχα ποτά αποτελούν σημαντική διέξοδο για την κοινοτική γεωργία ότι αυτή η διέξοδος οφείλεται, κατά μέγα μέρος, στην καλή φήμη που απέκτησαν αυτά τα προϊόντα μέσα στην Κοινότητα και στην παγκόσμια αγορά ότι αυτή η φήμη είναι συνδεδεμένη με το ποιοτικό επίπεδο των παραδοσιακών προϊόντων ότι θα πρέπει, επομένως, για να διατηρηθεί αυτή η διέξοδος, να διατηρηθεί ένα ορισμένο ποιοτικό επίπεδο για τα εν λόγω προϊόντα ότι ο κατάλληλος τρόπος για τη διατήρηση αυτού του ποιοτικού επιπέδου είναι να προβλεφθούν ορισμοί των προϊόντων λαμβάνοντας υπόψη τις παραδοσιακές συνήθειες που αποτελούν τη βάση αυτής της φήμης ότι, εξάλλου, θα πρέπει να επιφυλαχθεί η χρησιμοποίηση των επωνυμιών που θα καθορισθούν μ' αυτόν τον τρόπο, για προϊόντα των οποίων το ποιοτικό επίπεδο αντιστοιχεί στο επίπεδο των παραδοσιακών προϊόντων, προκειμένου να αποφευχθεί η υποβάθμιση αυτών των επωνυμιών

ότι το κοινοτικό δίκαιο πρέπει να επιφυλάξει σε ορισμένες περιοχές, στις οποίες κατ' εξαίρεση μπορούν να περιλαμβάνονται ορισμένες χώρες, τη χρήση γεωγραφικών επωνυμιών που να αναφέρονται σ' αυτές, στο μέτρο που, από τα στάδια της διαδικασίας παραγωγής, εκείνο της παραγωγής του τελικού προϊόντος, κατά τη διάρκεια του οποίου αυτό αποκτά το χαρακτήρα και τις οριστικές ιδιότητές του, έχει πραγματοποιηθεί στην εν λόγω γεωγραφική ζώνη ότι αναγνωρίζοντας με αυτό τον τρόπο στους σχετικούς παραγωγούς αποκλειστικά δικαιώματα, οι κοινοτικές διατάξεις θα διατηρήσουν για τις εν λόγω επωνυμίες το χαρακτήρα ένδειξης της προέλευσης αποκλείοντας τη δυνατότητα, εφ' όσον περιέρχονται σε κοινή χρήση, να καταστούν γενικές επωνυμίες ότι οι εν λόγω επωνυμίες έχουν επίσης ως σκοπό να εξασφαλίσουν την ενημέρωση του καταναλωτή όσον αφορά την προέλευση ενός προϊόντος που χαρακτηρίζεται από τις χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες, ή από τις ιδιαίτερες διαδικασίες της παρασκευής του

ότι το κανονικό και συνηθισμένο μέσο για την πληροφόρηση του καταναλωτή είναι να αναγράφονται στην ετικέτα ορισμένες ενδείξεις ότι τα αλκοολούχα ποτά υπόκεινται, όσον αφορά το ετικετάρισμά τους, στους γενικούς κανόνες που θεσπίστηκαν από την οδηγία 79/112/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1978 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση των τροφίμων^(4), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 86/197/ΕΟΚ^(5) ότι, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των εν λόγω προϊόντων, θα πρέπει να θεσπισθούν, για την καλύτερη ενημέρωση του καταναλωτή, ειδικές διατάξεις που θα συμπληρώνουν αυτούς τους γενικούς κανόνες και ιδίως να περιληφθούν στον ορισμό των προϊόντων έννοιες για την παλαίωση και τον ελάχιστο αλκοολικό τίτλο για τη διάθεση για ανθρώπινη κατανάλωση

ότι η οδηγία 79/112/ΕΟΚ καθιστά μεν υποχρεωτικές ορισμένες ενδείξεις στην ετικέτα, αλλά είναι σχετικά αόριστη όσον αφορά τον τόπο παρασκευής ότι η έννοια αυτή στον τομέα των εν λόγω ποτών έχει όλως ιδιαίτερη σημασία, λόγω του συνειρμού που γίνεται συχνά από τον καταναλωτή μεταξύ του εν λόγω ποτού και του τόπου παρασκευής ότι η απουσία μιας τέτοιας ένδειξης στον τομέα αυτό υπάρχει κίνδυνος να δώσει στον καταναλωτή την εντύπωση μιας λανθασμένης καταγωγής ότι θα πρέπει, κάτω από αυτές τις συνθήκες, να

αποφευχθεί αυτός ο κίνδυνος, καθιστώντας υποχρεωτική,

σ' ορισμένες περιπτώσεις, την αναγραφή του τόπου παρασκευής στην ετικέτα

ότι πρέπει, εξάλλου, να ορισθούν σε ορισμένες περιπτώσεις συμπληρωματικές διατάξεις ότι, ιδίως, όταν χρησιμοποιείται αιθυλική αλκοόλη, θα πρέπει να επιβάλλεται η χρησιμοποίηση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, όπως συνηθίζεται ήδη στην Κοινότητα, ώστε να εξακολουθήσει να εξασφαλίζεται μια σημαντική δυνατότητα διεξόδου των γεωργικών προϊόντων βάσεως

ότι η οδηγία 80/778/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1980 περί της ποιότητας του πόσιμου νερού^(1) και η οδηγία 80/777/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1980 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την εκμετάλλευση και τη διάθεση στο εμπόριο των φυσικών μεταλλικών νερών^(2), όπως τροποποιήθηκαν τελευταία από την πράξη προσχώρησης της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, καθορίζουν τις χαρακτηριστικές ιδιότητες των υδάτων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πόσιμα ότι πρέπει να γίνει αναφορά σ' αυτά

ότι η οδηγία 88/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1988 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών στον τομέα των αρωμάτων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα και των βασικών υλών από τα οποία παρασκευάζονται^(3) περιέχει ορισμούς διαφόρων όρων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση αρωμάτισης ότι θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί, στον παρόντα κανονισμό, η ίδια ορολογία

ότι θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικές διατάξεις περιγραφής και παρουσίασης για τα εισαγόμενα αλκοολούχα ποτά, λαμβάνοντας υπόψη τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η Κοινότητα έναντι των τρίτων χωρών

ότι για να διασφαλιστεί η φήμη των κοινοτικών προϊόντων στην παγκόσμια αγορά θα πρέπει οι ίδιοι κανόνες να επεκταθούν, εκτός αντιθέτων διατάξεων, και στα εξαγόμενα προϊόντα λαμβάνοντας υπόψη τις παραδοσιακές συνήθειες και πρακτικές

ότι για την ομοιόμορφη και ταυτόχρονη εφαρμογή των προταθέντων μέτρων είναι προτιμότερο να θεσπισθούν με κανονισμό

ότι για να απλοποιηθεί και επιταχυνθεί η διαδικασία, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η θέσπιση μέτρων εφαρμογής τεχνικού χαρακτήρα ότι για να γίνει αυτό θα πρέπει να προβλεφθεί μια κατάλληλη διαδικασία που να καθιερώνει στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στα πλαίσια μιας επιτροπής εφαρμογής

ότι κρίνονται απαραίτητα μεταβατικά μέτρα προκειμένου να διευκολυνθεί η μετάβαση στο καθεστώς που καθορίζεται με τον παρόντα κανονισμό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους γενικούς κανόνες για τον ορισμό, την περιγραφή και την παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών.

2. Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, νοείται ως αλκοολούχο ποτό το αλκοολικό υγρό που:

- προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση,

- έχει ιδιαίτερους οργανοληπτικούς χαρακτήρες και, εκτός από την περίπτωση των προϊόντων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙΙ, αριθμός 1) ελάχιστο αλκοολικό τίτλο 15 % vol και

- λαμβάνεται:

- ^είτε απευθείας με απόσταξη, παρουσία ή μη αρωματικών υλών, φυσικών ζυμωθέντων προϊόντων ή/και με διαβροχή φυτικών ουσιών ή/και με προσθήκη αρωμάτων, σακχάρων ή άλλων γλυκαντικών προϊόντων που απαριθμούνται στην παράγραφο 3 στοιχείο α) ή/και άλλων γεωργικών προϊόντων σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή/και σε προϊόν απόσταξης (distillat) γεωργικής προέλευσης ή/και σε απόσταγμα, όπως αυτά ορίζονται στον παρόντα κανονισμό,

- ^είτε με ανάμειξη αλκοολούχου ποτού με:

- ^ένα ή περισσότερα άλλα αλκοολούχα ποτά,

- ^αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, προϊόν απόσταξης (destillat) γεωργικής προέλευσης ή απόσταγμα (eau-de-vie),

- ^ένα ή περισσότερα αλκοολικά ποτά,

- ^ένα ή περισσότερα ποτά.

Εν τούτοις, δεν θεωρούνται ως αλκοολούχα τα ποτά που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ^2203^00, 2204, 2205, 2206^00 και 2207.

3. Προκαταρκτικοί ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοείται ως:

α)

γλύκανση:

Η εργασία που συνίσταται στη χρησιμοποίηση, κατά την παρασκευή αλκοολούχων ποτών, ενός ή περισσοτέρων από τα ακόλουθα προϊόντα:

- ημίλευκη ζάχαρη, λευκή ζάχαρη, ραφιναρισμένη λευκή ζάχαρη, δεξτρόζη, φρουκτόζη, σιρόπι γλυκόζης, υγρή ζάχαρη, ιμβερτοποιημένη υγρή ζάχαρη, σιρόπι ιμβερτοποιημένης ζάχαρης, ανακαθαρισμένο συμπυκνωμένο γλεύκος σταφυλής, συμπυκνωμένο γλεύκος σταφυλής, νωπό γλεύκος σταφυλής, καραμελοποιημένη ζάχαρη (burned sugar), μέλι, σιρόπι από ξυλοκέρατα, καθώς και άλλων φυσικών γλυκαντικών που έχουν ανάλογο αποτέλεσμα με εκείνο των ανωτέρω προϊόντων,

- ως καραμελοποιημένη ζάχαρη νοείται το προϊόν που λαμβάνεται αποκλειστικά με ελεγχόμενη θέρμανση της σακχαρόζης, χωρίς προσθήκη ανόργανων βάσεων ή οξέων, ή άλλου χημικού προσθέτου

β)

ανάμειξη:

Η εργασία κατά οποία αναμειγνύονται δύο ή περισσότερα διαφορετικά ποτά προκειμένου να αποτελέσουν νέο ποτό

γ)

προσθήκη αλκοόλης:

Η εργασία η οποία συνίσταται στην προσθήκη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης σε αλκοολούχα ποτά

δ)

σύμμειξη:

Η εργασία κατά την οποία αναμειγνύονται δύο ή περισσότερα αλκοολούχα ποτά που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και δεν εμφανίζουν μεταξύ τους ουσιώδεις διαφορές ως προς τη σύνθεση, παρά μόνο διαφορές οφειλόμενες σε ένα ή περισσότερους από τους ακόλουθους παράγοντες:

- μέθοδοι παρασκευής,

- χρησιμοποιούμενες συσκευές απόσταξης,

- διάρκεια ωρίμανσης ή παλαίωσης,

- γεωγραφική ζώνη παραγωγής.

Το λαμβανόμενο αλκοολούχο ποτό ανήκει στην ίδια κατηγορία, στην οποία ανήκαν τα αρχικά αλκοολούχα ποτά πριν από τη σύμμειξή τους

ε)

ωρίμανση ή παλαίωση:

Η εργασία, κατά την οποία αφήνονται να αναπτυχθούν φυσικά, σε κατάλληλα δοχεία, ορισμένες αντιδράσεις που προσδίδουν στο συγκεκριμένο αλκοολούχο ποτό οργανοληπτικές ιδιότητες τις οποίες δεν είχε προηγουμένως

στ)

αρωμάτιση:

Η εργασία που συνίσταται στη χρήση, κατά την παρασκευή αλκοολούχων ποτών, ενός ή περισσοτέρων αρωμάτων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 σημείο α) της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ

ζ)

χρωματισμός:

Η εργασία που συνίσταται στη χρήση, κατά την παρασκευή αλκοολούχων ποτών, μιας ή περισσοτέρων χρωστικών ουσιών

η)

αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης:

Η αιθυλική αλκοόλη, η οποία έχει τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού και η οποία λαμβάνεται με απόσταξη, ύστερα από αλκοολική ζύμωση γεωργικών προϊόντων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ της συνθήκης, εκτός από τα αλκοολούχα ποτά, όπως ορίζονται στην παράγραφο 2. ιΟταν αναφέρεται η πρώτη ύλη που χρησιμοποιήθηκε, η αλκοόλη πρέπει να προέρχεται αποκλειστικά από αυτή την πρώτη ύλη

θ)

προϊόν απόσταξης (distillat) γεωργικής προέλευσης:

Το αλκοολικό υγρό που λαμβάνεται με απόσταξη, ύστερα από αλκοολική ζύμωση, των γεωργικών προϊόντων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ της συνθήκης και που δεν παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της αιθυλικής αλκοόλης όπως ορίζεται στο στοιχείο η) ούτε τα χαρακτηριστικά αλκοολούχου ποτού, αλλά που έχει διατηρήσει άρωμα και γεύση που προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες. ιΟταν αναφέρεται η πρώτη ύλη που χρησιμοποιήθηκε, το προϊόν απόσταξης πρέπει να προέρχεται αποκλειστικά από αυτή την πρώτη ύλη

ι)

κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος:

Ο λόγος του όγκου της καθαρής αλκοόλης, σε θερμοκρασία 20γ^C, που περιέχεται στο συγκεκριμένο προϊόν και του ολικού του προϊόντος αυτού στην ίδια θερμοκρασία

ια)

περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες:

Η περιεκτικότητα ενός αλκοολούχου ποτού που προέρχεται αποκλειστικά από απόσταξη, σε πτητικές ουσίες πλην αιθυλικής και μεθυλικής αλκοόλης, η οποία οφείλεται αποκλειστικά στην απόσταξη ή στην επαναπόσταξη των πρώτων υλών που χρησιμοποιήθηκαν

ιβ)

τόπος παρασκευής:

Η τοποθεσία ή η περιοχή όπου πραγματοποιήθηκε η φάση εκείνη της παρασκευής του τελικού προϊόντος, η οποία προσέδωσε στο αλκοολούχο ποτό το χαρακτήρα και τις ουσιώδεις τελικές του ιδιότητες

ιγ)

κατηγορία αλκοολούχων ποτών:

ιΟλα τα αλκοολούχα ποτά που ανταποκρίνονται στον ίδιο ορισμό.

4. Ορισμός των διαφόρων κατηγοριών αλκοολούχων ποτών:

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοείται ως:

α)

Ρούμι

1. ^Το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται αποκλειστικά με αλκοολική ζύμωση και απόσταξη, είτε μελάσσας ή σιροπιών που προέρχονται από την παρασκευή της ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο, είτε του ίδιου του χυμού του ζαχαροκάλαμου, και αποστάζεται σε 96^%^vol το πολύ, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το προϊόν της απόσταξης να παρουσιάζει αισθητά τα ειδικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ρούμι.

2. ^Το απόσταγμα που προκύπτει αποκλειστικά από αλκοολική ζύμωση και απόσταξη του χυμού του ζαχαροκάλαμου, το οποίο εμφανίζει τα ιδιαίτερα αρωματικά χαρακτηριστικά του ρούμι και έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες ανώτερη ή ίση με 225^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol. Αυτό το απόσταγμα μπορεί να διατεθεί στο εμπόριο με την ένδειξη «γεωργικό», ως συμπλήρωμα της ονομασίας «ρούμι», σε συνδυασμό με μια από τις γεωγραφικές επωνυμίες των υπερποντίων γαλλικών διαμερισμάτων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ

β)

Whisky/whiskey

Το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται με απόσταξη γλεύκους σιτηρών

- που σακχαροποιείται από τη διάσταση της βύνης που περιέχει, με ή χωρίς άλλα φυσικά ένζυμα,

- που ζυμώνεται υπό την επίδραση ζύμης (μαγιάς),

- που αποστάζεται σε λιγότερο από 94,8 %^vol, έτσι ώστε το προϊόν της απόσταξης να έχει άρωμα και γεύση που προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες,

και παλαιώνει επί τρία τουλάχιστον έτη σε ξύλινα βα-

ρέλια χωρητικότητας μικρότερης ή ίσης με 700^λίτρα

γ)

αλκοολούχο ποτό σιτηρών:

1. ^Το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται με απόσταξη γλεύκους σιτηρών που έχει υποστεί ζύμωση, και το οποίο παρουσιάζει οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες.

Η επωνυμία «αλκοολούχο ποτό σιτηρών» μπορεί να αντικαθίσταται από τις επωνυμίες Korn ή Kornbrand όταν πρόκειται για το ποτό που παράγεται στη Γερμανία και στις περιοχές της Κοινότητας όπου η γερμανική γλώσσα είναι μια από τις επίσημες γλώσσες, υπό την προϋπόθεση ότι η παραγωγή του ποτού αυτού στις εν λόγω περιοχές είναι παραδοσιακή και εφόσον το αλκοολούχο ποτό σιτηρών λαμβάνεται χωρίς κανένα πρόσθετο:

- είτε με αποκλειστική απόσταξη του ζυμωμένου γλεύκους από πλήρεις σπόρους σιταριού, κριθαριού, βρώμης, σίκαλης ή πολυγόνου με όλα τα συστατικά τους,

- είτε με επαναπόσταξη προϊόντος απόσταξης που έχει ληφθεί σύμφωνα με την πρώτη περίπτωση.

2. ^Για να μπορεί ένα αλκοολούχο ποτό σιτηρών να ονομαστεί «απόσταγμα σιτηρών», θα πρέπει να προέρχεται από απόσταξη, σε λιγότερο από 95 %^vol, γλεύκους σιτηρών που έχει υποστεί ζύμωση και το οποίο παρουσιάζει οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που προέρχονται από τις χρησιμοποιηθείσες πρώτες ύλες

δ)

απόσταγμα οίνου (eau-de-vie):

Το αλκοολούχο ποτό:

- που λαμβάνεται αποκλειστικά με απόσταξη σε λιγότερο από 86 %^vol, οίνου ή αλκοολωμένου οίνου ή με επαναπόσταξη, σε λιγότερο από 86 %^vol, προϊόντος απόσταξης οίνου,

- που έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες ίση ή μεγαλύτερη από 125^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol και

- που έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη 200^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol.

Το ποτό αυτό, όταν παλαιωθεί, μπορεί να συνεχίσει να διατίθεται στο εμπόριο με την ονομασία «απόσταγμα οίνου», εφ' όσον η διάρκεια παλαίωσής του είναι ίση ή μεγαλύτερη της διάρκειας που προβλέπεται για το προϊόν του στοιχείου ε)

ε)

Brandy ή Weinbrand:

Το αλκοολούχο ποτό το οποίο:

- έχει ληφθεί από αποστάγματα οίνου, αναμεμειγμένα ή όχι με προϊόν απόσταξης οίνου που έχει αποσταχθεί σε λιγότερο από 94,8 %^vol, υπό τον όρο ότι αυτό το προϊόν απόσταξης δεν υπερβαίνει κατ' ανώτατο όριο το 50 % του αλκοολικού τίτλου του τελικού προϊόντος,

- έχει υποστεί παλαίωση σε δρύινα δοχεία επί ένα τουλάχιστον έτος, ή επί έξι τουλάχιστον μήνες εάν τα δρύινα βαρέλια έχουν χωρητικότητα μικρότερη από 1^000 λίτρα,

- έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες ίση ή μεγαλύτερη από 125^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol και προέρχεται αποκλειστικά από την απόσταξη ή επαναπόσταξη των πρώτων υλών που έχουν χρησιμοποιηθεί,

- έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη 200^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol

στ)

απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής:

1. ^α) ^το αλκοολούχο ποτό:

- που λαμβάνεται με ζύμωση και απόσταξη στεμφύλων σταφυλής είτε απευθείας με υδρατμούς είτε μετά από προσθήκη νερού, στα οποία μπορεί να έχει προστεθεί οινολάσπη σε αναλογία που θα καθοριστεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15 η απόσταξη γίνεται παρουσία στεμφύλων σε λιγότερο από 86 %^vol. Η επαναπόσταξη στον ίδιο αλκοολικό τίτλο επιτρέπεται,

- που έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες, ίση ή ανώτερη των 140^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol και μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη 1^000^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol

β) ^ωστόσο, κατά τη μεταβατική περίοδο που προβλέπεται για την Πορτογαλία στην πράξη προσχώρησης του 1985, το στοιχείο α) δεν παρεμποδίζει την εμπορία στην Πορτογαλία αποσταγμάτων στεμφύλων σταφυλής που παράγονται στην εν λόγω χώρα και έχουν μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη 1^500^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol.

2. ^Η επωνυμία «απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής» μπορεί να αντικαθίσταται από την επωνυμία grappa μόνο για τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται στην Ιταλία

ζ)

απόσταγμα στεμφύλων φρούτων:

Το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται με ζύμωση και απόσταξη στεμφύλων φρούτων. Οι συνθήκες απόσταξης, τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και οι άλλες διατάξεις ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15

η)

απόσταγμα σταφίδας ή raisin brandy:

Το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται με απόσταξη του προϊόντος που λαμβάνεται με αλκοολική ζύμωση του εκχυλίσματος σταφίδων των ποικιλιών «μαύρη κορινθιακή» ή «μοσχάτο Μάλαγας», και αποστάζεται σε λιγότερο από 94,5 %^vol, κατά τέτοιο τρόπο ώστε το προϊόν της απόσταξης να έχει άρωμα και γεύση που να προέρχονται από τη χρησιμοποιούμενη πρώτη ύλη

θ)

απόσταγμα φρούτων:

1.^ α) ^Το αλκοολούχο ποτό που:

- λαμβάνεται αποκλειστικά με αλκοολική ζύμωση και απόσταξη ενός σαρκώδους καρπού ή γλεύκους του καρπού αυτού παρουσία ή απουσία των πυρήνων του,

- αποστάζεται σε λιγότερο από 86 %^vol κατά τέτοιο τρόπο ώστε το προϊόν της απόσταξης να έχει άρωμα και γεύση που προέρχονται από τον καρπό,

- έχει περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες ίση

ή ανώτερη των 200^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol,

- έχει μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη 1^000^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol και

- του οποίου η περιεκτικότητα σε υδροκυάνιο, όταν πρόκειται για αποστάγματα πυρηνόκαρπων φρούτων, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 10^g/hl αλκοόλης σε 100 %^vol

β) ^παρεκκλίσεις από τις διατάξεις της τρίτης, τέταρτης και πέμπτης περίπτωσης του στοιχείου α) μπορούν να αποφασισθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 15, ιδίως όσον αφορά τα παραδοσιακά προϊόντα των οποίων η παρασκευή και πώληση αποτελούν βασικό στοιχείο του εισοδήματος ορισμένων φρουτοπαραγωγών της Κοινότητας

γ) ^το κατ' αυτόν τον τρόπο οριζόμενο ποτό ονομάζεται «απόσταγμα» («eau-de-vie de»), με την προσθήκη του ονόματος του φρούτου: απόσταγμα κερασιών ή kirsch, δαμασκήνων ή slivovic, κορόμηλων, ροδακίνων, μήλων, αχλαδιών, βερυκόκων, σύκων, εσπεριδοειδών, σταφυλιών ή άλλων φρούτων. Μπορεί επίσης, να ονομάζεται wasser, σε συνδυασμό με το όνομα του φρούτου.

Η ονομασία Williams χρησιμοποιείται μόνο

για το απόσταγμα αχλαδιών που παράγεται

αποκλειστικά από αχλάδια της ποικιλίας

«Williams».

ιΟταν δύο ή περισσότερα είδη φρούτων αποστάζονται μαζί, το προϊόν ονομάζεται «απόσταγμα φρούτων». Η ένδειξη αυτή μπορεί να συμπληρωθεί με το όνομα κάθε φρούτου σε φθίνουσα τάξη, ανάλογα με τις ποσότητες που έχουν χρησιμοποιηθεί

δ) ^οι περιπτώσεις και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες το όνομα του φρούτου μπορεί να αντικαταστήσει την ονομασία «απόσταγμα» («eau-de-vie de») ακολουθούμενη από το όνομα του εν λόγω φρούτου, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15.

2)^ Μπορούν επίσης να ονομάζονται «αποστάγματα» με την προσθήκη του ονόματος του φρούτου, τα προϊόντα που λαμβάνονται με απόσταξη έπειτα από διαβροχή, σε ελάχιστη αναλογία 100^kg φρούτων για 20 λίτρα αλκοόλης σε 100 %^vol, ορισμένων ραγών και άλλων φρούτων μερικώς ή ουδόλως ζυμωθέντων, όπως τα σμέουρα, τα μούρα και οι μύρτιλλοι, σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή σε απόσταγμα ή σε προϊόν απόσταξης όπως αυτά ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Οι προϋποθέσεις για τη χρησιμοποίηση της ονομασίας «απόσταγμα» με την προσθήκη του ονόματος του φρούτου, έτσι ώστε να αποφεύγεται η σύγχυση με τα αποστάγματα φρούτων που αναφέρονται στον αριθμό 1), και τα συγκεκριμένα φρούτα καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15.

3)^ Τα αλκοολούχα ποτά που λαμβάνονται με διαβροχή ολόκληρων μη ζυμωμένων φρούτων, όπως αυτά αναφέρονται στην παράγραφο 2 σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης και στη συνέχεια απόσταξη, μπορούν να ονομάζονται geist σε συνδυασμό με το όνομα του φρούτου

ι)

απόσταγμα μηλίτη ή απίτη:

Το αλκοολούχο ποτό που:

- προέρχεται από την αποκλειστική απόσταξη μηλίτη ή απίτη, και

- ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που προβλέπονται για τα αποστάγματα φρούτων στο άρθρο 8 παράγραφος 1 σημείο α) δεύτερη, τρίτη και τέταρτη περίπτωση

ια)

απόσταγμα γεντιανής:

Το αλκοολούχο ποτό που παρασκευάζεται από προϊόν απόσταξης γεντιανής, το οποίο λαμβάνεται με ζύμωση ριζών γεντιανής, με ή χωρίς προσθήκη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης

ιβ)

αλκοολούχο ποτό φρούτων:

1. ^Το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται με διαβροχή ενός φρούτου σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης ή/και σε προϊόν απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή/και σε απόσταγμα, όπως αυτά ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, και με ελάχιστη αναλογία που θα καθοριστεί με τη διαδικασία του άρθρου 15.

Η αρωμάτιση αυτού του αλκοολούχου ποτού μπορεί να συμπληρωθεί με αρωματικές ουσίες ή/και αρωματικά παρασκευάσματα άλλα από εκείνα που προέρχονται από το χρησιμοποιούμενο φρούτο. Αυτές οι αρωματικές ουσίες και αυτά τα αρωματικά παρασκευάσματα ορίζονται στο άρθρο 1 στοιχείο β), σημείο ι) και στήν παράγραφο 2 στοιχείο γ)

της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ, αντιστοίχως. Ωστόσο η χαρακτηριστική γεύση του αλκοολούχου ποτού καθώς και το χρώμα του πρέπει να προέρχονται αποκλειστικά από το χρησιμοποιούμενο φρούτο.

2. ^Το ποτό που ορίζεται κατ' αυτόν τον τρόπο φέρει την ονομασία «αλκοολούχο ποτό^.^.^.» ή «αλκοολούχο^.^.^.» την οποία ακολουθεί το όνομα του φρούτου. Οι περιπτώσεις και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες το όνομα του φρούτου μπορεί να αντικαθιστά τις ονομασίες αυτές καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 15.

Ωστόσο, μπορεί να ονομάζεται Pacharan μόνον το «αλκοολούχο ποτό φρούτου» που παράγεται στην Ισπανία και λαμβάνεται με διαβροχή καρπών τσαπουρνιάς (prunus espinosa), σε ελάχιστη αναλογία 250 g φρούτων ανά λίτρο καθαρής αλκοόλης

ιγ)

αλκοολούχο ποτό με άρκευθο:

1. ^α) ^το αλκοολούχο ποτό που λαμβάνεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή/και αποστάγματος σιτηρών ή/και προϊόντος απόσταξης σιτηρών με καρπούς αρκεύθου (Juniperus Communis).

Είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά και άλλες αρωματικές ουσίες φυσικές ή/και όμοιες με τις φυσικές όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημεία i) και ii) της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ ή/και αρωματικά παρασκευάσματα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της ίδιας οδηγίας ή/και αρωματικά φυτά ή τμήματα αρωματικών φυτών, αρκεί τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά της αρκεύθου να είναι αισθητά, ακόμη και αν είναι μερικές φορές εξασθενημένα

β) ^το ποτό που λαμβάνεται μπορεί να ονομάζεται Wacholder, ginebra, ή genebra. Η χρησιμοποίηση των επωνυμιών αυτών αποφασίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15

γ) ^οι αλκοόλες που χρησιμοποιούνται για τα αλκοολούχα ποτά που ονομάζονται geniθvre, jenever, genever, ή peket πρέπει να έχουν τα απαιτούμενα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά για την παρασκευή των εν λόγω προϊόντων, καθώς και μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθυλική αλκοόλη 5 g/hl αλκοόλης σε 100 % vol και μέγιστη περιεκτικότητα σε αλδεΰδες εκφρασμένες σε ακεταλδεΰδη 0,2 g/hl αλκοόλης σε 100 % vol. Για τα εν λόγω προϊόντα, μπορεί να μην είναι αισθητή η γεύση των καρπών αρκεύθου.

2. ^α) ^το ποτό μπορεί να ονομάζεται gin εφόσον παρασκευάζεται με την αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, η οποία έχει τα απαιτούμενα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, με αρωματικές ουσίες φυσικές ή/και όμοιες με τις φυσικές, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημεία i) και ii) της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ ή/και αρωματικά παρασκευάσματα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της ίδιας οδηγίας, ούτως ώστε να υπερισχύει η γεύση της αρκεύθου

β) ^το ποτό μπορεί να φέρει την ονομασία «αποσταγμένο gin» αν παρασκευάζεται αποκλειστικά με επαναπόσταξη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης κατάλληλης ποιότητας που παρουσιάζει τα επιθυμητά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και έχει αρχικό αλκοολικό τίτλο τουλάχιστον 96 % vol, μέσα σε άμβυκες που χρησιμοποιούνται κατά παράδοση για το gin, παρουσία καρπών αρκεύθου και άλλων φυσικών φυτικών προϊόντων, εφόσον υπερισχύει η γεύση της αρκεύθου. Την επωνυμία «αποσταγμένο gin» μπορεί να φέρει και μείγμα του προϊόντος της απόσταξης αυτής με αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης με την ίδια σύνθεση, καθαρότητα και αλκοολικό τίτλο. Για την αρωμάτιση του «αποσταγμένου gin» μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν, συμπληρωματικά, αρωματικές ουσίες φυσικές η/και όμοιες με τις φυσικές ή/και αρωματικά παρασκευάσματα όπως αυτά που διευκρινίζονται στο στοιχείο α) το London Gin έιναι ένας τύπος αποσταγμένου gin

το gin που λαμβάνεται με απλή προσθήκη αιθέριων ελαίων ή αρωμάτων σε αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης δεν επιτρέπεται να φέρει την επωνυμία αποσταγμένο gin

ιδ)

αλκοολούχο ποτό με κύμινο:

1. ^Το αλκοολούχο ποτό το οποίο παρασκευάζεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με κύμινο (carum carvi L., κάρος ο κυζμινοειδής).

Και άλλες αρωματικές ουσίες φυσικές ή και όμοιες με τις φυσικές, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημεία i) και ii) της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ, ή και αρωματικά παρασκευάσματα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της ίδιας οδηγίας, μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά, αλλά η γεύση του κύμινου πρέπει να υπερισχύει.

2. ^α) ^το αλκοολούχο ποτό που ορίζεται στο μέρος 1) μπορεί να ονομάζεται και akvavit ή aquavit, εφόσον η αρωμάτιση γίνεται με προϊόν απόσταξης αρωματικών χόρτων ή μπαχαρικών.

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά και άλλες αρωματικές ουσίες που διευκρινίζονται στον αριθμό 1 εδάφιο β), αλλά το άρωμα των ποτών αυτών οφείλεται κατά μέγα μέρος στα προϊόντα απόσταξης σπόρων κύμινου ή/και σπόρων ανήθου (Anethum graveolens L.). Η χρήση αιθερίων ελαίων απαγορεύεται

β) ^οι πικρές ουσίες δεν πρέπει να υπερισχύουν αισθητά στη γεύση. Η περιεκτικότητα σε στερεό υπόλειμμα δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1,5 g/

100 ml

ιδ)

αλκοολούχο ποτό με άνισο:

1. ^Το αλκοολούχο ποτό που παρασκευάζεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με προσθήκη φυσικού εκχυλίσματος του ανίσου του αστεροειδούς (illicium verum), του ανίσου του κοινού (κοινώς γλυκανίσου) (pimpinella anissum), του μάραθου (foeniculum vulgare), ή οποιουδήποτε άλλου φυτού που περιέχει το ίδιο βασικό αρωματικό συστατικό, με μια από τις εξής μεθόδους:

- διαβροχή ή/και απόσταξη,

- επαναπόσταξη της αλκοόλης παρουσία των σπόρων ή άλλων μερών των φυτών αυτών,

- προσθήκη φυσικού αποσταγμένου εκχυλίσματος αυτών των φυτών,

- συνδυασμένη χρήση των προηγούμενων τριών μεθόδων.

Συμπληρωματικά, μπορούν να χρησιμοποιούνται και άλλα φυσικά εκχυλίσματα φυτών ή αρωματικοί σπόροι, αλλά πρέπει να επικρατεί το άρωμα του ανίσου.

2. ^Για να μπορεί το αλκοολούχο ποτό με άνισο να ονομάζεται pastis πρέπει να περιέχει επίσης φυσικά εκχυλίσματα γλυκόρριζας (glycyrrhiza glabra), πράγμα που συνεπάγεται την παρουσία χρωστικών ουσιών που αποκαλούνται «χαλκόνες», καθώς και γλυκκυρριζικού οξέος σε ελάχιστη περιεκτικότητα 0,05 και μέγιστη 0,5 g/l.

Το pastis έχει περιεκτικότητα σε ζάχαρη μικρότερη από 100 γραμμάρια ανά λίτρο, ελάχιστη περιεκτικότητα σε ανηθόλη 1,5 και μέγιστη 2 g/l.

3. ^Για να μπορεί το αλκοολούχο ποτό με άνισο να ονομάζεται ούζο, πρέπει:

- να παρασκευάζεται αποκλειστικά στην Ελλάδα,

3) ^- να λαμβάνεται με σύμμειξη αλκοολών που έχουν αρωματιστεί, με απόσταξη η διαβροχή, με σπόρους ανίσου και ενδεχόμενα μαράθου, μαστίχα από το ιθαγενές μαστιχόδενδρο της Χίου (pistacia lentiscus Chia ή Latifolia) και άλλους αρωματικούς σπόρους, φυτά και καρπούς. Η αλκοόλη που έχει αρωματιστεί με απόσταξη πρέπει να αντιπροσωπεύει το 20 % τουλάχιστον του αλκοολικού τίτλου του ούζου.

Το εν λόγω προϊόν απόσταξης πρέπει:

- να λαμβάνεται με απόσταξη μέσα σε χάλκινους παραδοσιακούς άμβυκες, ασυνεχούς λειτουργίας, χωρητικότητας μέχρι και 1^000 λίτρων,

- να έχει αλκοολικό τίτλο από 55 % μέχρι και

0 % vol.

Το ούζο πρέπει να είναι άχρωμο και η περιεκτικότητά του σε ζάχαρη να μην υπερβαίνει τα 50 g/l.

4. ^Για να μπορεί το αλκοολούχο ποτό με άνισο να ονομάζεται anis, πρέπει το χαρακτηριστικό του άρωμα να προέρχεται αποκλειστικά και μόνο από άνισο κοινό (γλυκάνισο) (pimpinella anisum) ή/και άνισο αστεροειδή (illicium verum) ή/και μάραθο

(foeniculum vulgare). Η ονομασία «αποσταγμένο anis» μπορεί να χρησιμοποιείται εάν το ποτό περιέχει αλκοόλη που αποστάχθηκε παρουσία των σπόρων αυτών, σε αναλογία 20 % τουλάχιστον του αλκοολικού του τίτλου

ιστ)

πικρό αλκοολούχο ποτό ή bitter:

Το αλκοολούχο ποτό με δεσπόζουσα πικρή γεύση, που λαμβάνεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης με αρωματικές ουσίες φυσικές ή/καιόμοιες με τις φυσικές όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημεία i) και ii) της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ ή/και αρωματικά παρασκευάσματα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της ίδιας οδηγίας.

Το ποτό αυτό μπορεί, επίσης, να διατίθεται στο εμπόριο με την επωνυμία «πικρό» («amer») ή bitter που θα ακολουθείται ή όχι από έναν άλλο όρο.

Η παρούσα διάταξη δεν θίγει τη δυνατότητα να χρησιμοποιούνται οι όροι «πικρό» «αμερ» ή bitter για τα προϊόντα που δεν περιλαμβάνονται στο παρόν άρθρο

ιζ)

Βότκα:

- Το αλκοολούχο ποτό το οποίο λαμβάνεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης είτε με ανακαθαρισμό δι' αποστάξεως είτε με διήθηση δια μέσου ενεργού άνθρακα και στη συνέχεια ενδεχομένως με απλή απόσταξη ή με άλλη ισοδύναμη μέθοδο, με σκοπό την επιλεκτική εξασθένιση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών που συνδέονται με τις χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες. Η αρωμάτιση προσδίδει στο προϊόν ιδιαίτερους οργανοληπτικούς χαρακτήρες και ιδίως μια ελαφρά γλυκίζουσα γεύση

ιη)

λικέρ (ηδύποτο):

1.^ Το αλκοολούχο ποτό:

- το οποίο έχει ελάχιστη περιεκτικότητα σε σάκχαρα 100^g/l ανά λίτρο, εκφρασμένη σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη, με την επιφύλαξη διαφορετικής απόφασης που λαμβάνεται με τη διαδικασία του άρθρου^15,

- το οποίο λαμβάνεται με αρωμάτιση αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης ή προϊόντος απόσταξης γεωργικής προέλευσης ή ενός ή περισσοτέρων αλκοολούχων ποτών, όπως αυτά ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, ή μείγματος των προαναφερόμενων προϊόντων, τα οποία έχουν υποστεί γλύκανση ή στα οποία έχουν ενδεχομένως, προστεθεί προϊόντα γεωργικής προέλευσης, όπως η κρέμα, το γάλα ή άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, φρούτα, οίνος καθώς και αρωματισμένος οίνος.

2.^ Η επωνυμία «κρέμα^.^.^.» («crθme de . . .») ακολουθούμενη από το όνομα του φρούτου ή της πρώτης ύλης που χρησιμοποιήθηκε, εκτός από τα γαλακτοκομικά προϊόντα, χρησιμοποιείται μόνο για τα λικέρ που περιέχουν τουλάχιστον 250^g σακχάρου ανά λίτρο, εκφρασμένου σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη.

Ωστόσο, η επωνυμία «crθme de cassis» χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τα λικέρ από μαύρα φραγκοστάφυλα που περιέχουν τουλάχιστον 400^g σακχάρων ανά λίτρο, εκφρασμένα ως ιμβερτοποιημένη ζάχαρη

ιθ)

λικέρ με βάση αυγά/advocaat/avocat/Advokat:

Το αλκοολούχο ποτό, αρωματισμένο ή όχι, το οποίο λαμβάνεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης και του οποίου τα συστατικά είναι ο κρόκος αυγού καλής ποιότητας, το ασπράδι και η ζάχαρη ή το μέλι. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή μέλι είναι

150^g/l. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε κρόκο αυγού είναι 140^g/l τελικού προϊόντος

κ)

λικέρ με αυγά:

Το αλκοολούχο ποτό, αρωματισμένο ή όχι, το οποίο λαμβάνεται από αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης και του οποίου τα συστατικά είναι ο κρόκος αυγού καλής ποιότητας, το ασπράδι αυγού και η ζάχαρη ή το μέλι. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή μέλι είναι 150^g/l. Η ελάχιστη περιεκτικότητα σε κρόκο αυγού είναι 70^g/l τελικού προϊόντος.

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη των άρθρων 3, 4 και 12, για να μπορεί να διατίθεται στο εμπόριο για ανθρώπινη κατανάλωση με μια από τις επωνυμίες που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4, ένα αλκοολούχο ποτό πρέπει να ανταποκρίνεται στον ορισμό και τις προδιαγραφές της κατηγορίας στην οποία ανήκει.

Άρθρο 3

1. Με εξαίρεση ορισμένα αλκοολούχα ποτά με άρκευθο, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχείο ιγ) αριθμός 1, για να μπορούν να διατίθενται προς ανθρώ-

πινη κατανάλωση μέσα στην Κοινότητα με μια από τις επωνυμίες που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 τα αλκοολούχα ποτά που απαριθμούνται κατωτέρω πρέπει να έχουν τον ακόλουθο ελάχιστο κατ' όγκο αλκοολικό τίτλο, εκτός από ορισμένα συγκεκριμένα προϊόντα, των οποίων ο αλκοολικός τίτλος αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΙ:

- 40 %

whisky/whiskey

pastis

- 37,5 %

ρούμι

Rum-Verschnitt

απόσταγμα οίνου

απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής

απόσταγμα στεμφύλων φρούτων

απόσταγμα σταφίδας

απόσταγμα φρούτων

απόσταγμα μηλίτη ή απίτη

απόσταγμα γεντιανής

gin/απεσταγμένο gin

akvavit/aquavit

βότκα

grappa

ούζο

Kornbrand

- 36 %

brandy/Weinbrand

- 35 %

αλκοολούχο ποτό σιτηρών/απόσταγμα

σιτηρών

anis

- 32 %

Korn

- 30 %

αλκοολούχο ποτό με κύμινο (εκτός του akvavit/aquavit)

- 25 %

αλκοολούχο ποτό φρούτων

- 15 %

αλκοολούχο ποτό με άνισο (εκτός από ούζο, pastis, anis)

Τα υπόλοιπα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 και δεν αναφέρονται ανωτέρω.

2. Οι εθνικές διατάξεις μπορούν να καθορίζουν τον ελάχιστο κατ' όγκο αλκοολικό τίτλο σε επίπεδο ανώτερο από τις τιμές της παραγράφου 1 για τα αλκοολούχα ποτά που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν αυτούς τους αλκοολικούς τίτλους στην Επιτροπή, εντός τριών μηνών:

- από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τις υπάρχουσες διατάξεις,

- από τη θέσπιση των διατάξεων που ενδεχομένως θα θεσπιστούν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη δημοσίευσή τους στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σειρά C.

3. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να ορίζει ελάχιστους κατ' όγκο αλκοολικούς τίτλους για κατηγορίες ποτών διαφορετικών από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4. Πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1992, το Συμβούλιο επανεξετάζει τον ελάχιστο αλκοολικό τίτλο του whisky/whiskey βάσει μίας μελέτης της αγοράς που πραγματοποιείται από την Επιτροπή.

Άρθρο 4

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή των παραγράφων 2 έως 5, η προσθήκη οποιασδήποτε άλλης ουσίας, εκτός από τις επιτρεπόμενες από την κοινοτική νομοθεσία, ή, ελλείψει αυτής, από την εθνική νομοθεσία, έχει ως συνέπεια να χάνει το εν λόγω αλκοολούχο ποτό το δικαίωμα να φέρει την επιφυλασσομένη γι' αυτό επωνυμία.

2. Ο κατάλογος των επιτρεπόμενων προσθέτων, ο τρόπος χρήσης τους, καθώς και τα αλκοολούχα ποτά, στα οποία επιτρέπεται η χρήση προσθέτων, καθορίζονται με τη διαδικασία που προβλέπεται από την οδηγία 89/107/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1988 σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τα πρόσθετα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα που προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή^(1).

3. Ο κατάλογος των επιτρεπόμενων τεχνολογικών βοηθητικών ουσιών, ο τρόπος χρήσης τους, καθώς και τα αλκοολούχα ποτά στα οποία επιτρέπεται η χρήση τους, μπορούν να καθορίζονται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο

άρθρο 15.

4. Με την επιφύλαξη πιο περιοριστικών διατάξεων που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4, ο χρωματισμός των αλκοολούχων ποτών επιτρέπεται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την οδηγία του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 1962 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις χρωστικές ύλες που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα που προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή^(2), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης της Ισπανίας και της Πορτογαλίας.

5. Για την παρασκευή των αλκοολούχων ποτών που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4, εκτός από εκείνα που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχεία ιγ), ιδ) και ιστ), μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο οι φυσικές αρωματικές ουσίες και τα παρασκευάσματα που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β), σημεία i) και γ) της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ.

Ωστόσο, οι αρωματικές ουσίες που είναι όμοιες με τις φυσικές ουσίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii) της οδηγίας 88/388/ΕΟΚ, μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται κατά την παρασκευή των λικέρ, εκτός από εκείνα που αναφέρονται κατωτέρω:

α) ^λικέρ (ή κρέμες) φρούτων:

- ανανά,

- μαύρων φραγκοστάφυλων (cassis),

- κερασιών και βύσσινων,

- σμέουρων,

- μούρων,

- μυρτίλλων,

- εσπεριδοειδών

β) ^λικέρ φυτών:

- μέντας,

- γεντιανής,

- άνισου,

- αψίνθου των ορέων (gιnιpi),

- σπαθόχορτου (ανθυλλίδος).

6. Για την παρασκευή των αλκοολούχων ποτών, η προσθήκη νερού, ενδεχομένως μετά από απόσταξη ή απιονισμό, επιτρέπεται, εφόσον η ποιότητα του είναι σύμφωνη με τις εθνικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί κατ' εφαρμογή των οδηγιών 80/777/ΕΟΚ και 80/778/ΕΟΚ και εφόσον η προσθήκη τους δεν αλλοιώνει τη φύση του προϊόντος.

7. ^α) ^για την παρασκευή των αλκοολούχων ποτών, η αιθυλική αλκοόλη που χρησιμοποιείται μπορεί να είναι μόνο γεωργικής προέλευσης

β) ^όταν χρησιμοποιείται αιθυλική αλκοόλη για την αραίωση ή τη διάλυση των χρωστικών υλών, των αρωμάτων ή κάθε άλλου επιτρεπόμενου πρόσθετου, τα οποία χρησιμοποιούνται κατά την παρασκευή των αλκοολούχων ποτών, η αιθυλική αυτή αλκοόλη πρέπει να είναι μόνο γεωργικής προέλευσης

γ) ^με την επιφύλαξη πιο περιοριστικών διατάξεων που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχείο ιγ), αριθμός 1, η ποιότητα της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης πρέπει να ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές που αναφέρονται στο παράρτημα^Ι.

8. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής και ιδίως οι μέθοδοι ανάλυσης των αλκοολούχων ποτών, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14.

Οι κατάλογοι των λικέρ που προβλέπονται στην παράγραφο 5 δεύτερο εδάφιο, μπορούν ενδεχομένως να συμπληρωθούν από το Συμβούλιο με απόφαση που θα ληφθεί με ειδική πλειοψηφία κατόπιν πρότασης της Επιτροπής.

Άρθρο 5

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 6, οι επωνυμίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 χρησιμοποιούνται μόνο για τα αλκοολούχα ποτά που ορίζονται στο εν λόγω άρθρο, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 2, 3, 4 και 12. Αυτές οι επωνυμίες πρέπει να χρησιμοποιούνται για το χαρακτηρισμό τους.

Τα αλκοολούχα ποτά που δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές των προϊόντων που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 δεν μπορούν να φέρουν τις επωνυμίες που προβλέπονται εκεί, αλλά πρέπει να ονομάζονται «αλκοολούχα ποτά» ή «αλκοολούχα».

2. Με την επιφύλαξη μη παραπλάνησης του καταναλωτή, οι επωνυμίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να συμπληρώνονται με γεωγραφικές ενδείξεις, άλλες από αυτές της παραγράφου 3.

3. ^α) ^οι γεωγραφικές επωνυμίες που απαριθμούνται στον κατάλογο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ μπορούν να αντικαθιστούν τις επωνυμίες της παραγράφου 1 ή να τις συμπληρώνουν, σχηματίζοντας σύνθετες επωνυμίες. Αυτές οι σύνθετες ή μη επωνυμίες μπορούν ενδεχομένως να συνοδεύονται από συμπληρωματικές ενδείξεις, με την προϋπόθεση ότι η χρήση τους ρυθμίζεται από το κράτος μέλος παραγωγής.

Κατά παρέκκλιση του πρώτου εδαφίου, η ένδειξη marque nationale luxembourgeoise αντικαθιστά τη

γεωγραφική επωνυμία και μπορεί να συμπληρώνει τις επωνυμίες των αποσταγμάτων που παρασκευάζονται στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου και τα οποία περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ

β) ^αυτές οι γεωγραφικές επωνυμίες χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τα αλκοολούχα ποτά, των οποίων το στάδιο παραγωγής, κατά το οποίο τα ποτά αποκτούν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα και τις οριστικές τους ιδιότητες, πραγματοποιείται στην αναφερόμενη

γεωγραφική ζώνη

γ) ^τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν ειδικούς εθνικούς κανόνες σχετικούς με την παραγωγή, την εσωτερική κυκλοφορία, το χαρακτηρισμό και την παρουσίαση των προϊόντων που παρασκευάζονται στο έδαφός τους, εφόσον οι κανόνες αυτοί συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο. Στα πλαίσια εφαρμογής μιας πολιτικής ποιότητας, οι κανόνες αυτοί μπορούν να περιορίζουν την παραγωγή, εντός συγκεκριμένης γεωγραφικής ζώνης, μόνο για προϊόντα

ποιότητας που ανταποκρίνονται στους συγκεκρι-

μένους αυτούς κανόνες.

Άρθρο 6

1. Ειδικές διατάξεις μπορούν να ρυθμίζουν τις ενδείξεις που προστίθενται στην επωνυμία πώλησης, και συγκεκριμένα:

- τη χρησιμοποίηση ορισμένων όρων, συντομογραφιών ή σημείων,

- τη χρησιμοποίηση ορισμένων σύνθετων όρων που περιλαμβάνουν μια γενική επωνυμία από αυτές που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 4.

2. Ιδιαίτερες διατάξεις μπορούν να ρυθμίζουν την επωνυμία των μειγμάτων αλκοολούχων ποτών και την επωνυμία των μειγμάτων ενός ποτού και ενός αλκοολούχου ποτού.

3. Οι διατάξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 θεσπίζονται με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 15. Σκοπός των διατάξεων αυτών είναι ιδίως να αποφευχθεί η δημιουργία σύγχυσης εξαιτίας των επωνυμιών που αναφέρονται στις παραγράφους αυτές, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των προϊόντων που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 7

1. Εκτός από τους εθνικούς κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με την οδηγία 79/112/ΕΟΚ, η επισήμανση και η παρουσίαση των αλκοολούχων ποτών που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 και προορίζονται για τον τελικό καταναλωτή, καθώς και η σχετική διαφήμιση, πρέπει να συμφωνούν με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2. ^α) ^η επωνυμία πώλησης των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 4, είναι μια από τις επωνυμίες που προβλέπονται αποκλειστικά γι' αυτά δυνάμει του άρθρου 5 και του άρθρου 6 παράγραφος^2

β) ^όταν στην ετικέτα αναφέρεται η πρώτη ύλη που χρησιμοποιήθηκε για την παρασκευή της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης, κάθε χρησιμοποιούμενη αλκοόλη γεωργικής προέλευσης πρέπει να αναφέρεται κατά φθίνουσα τάξη, ανάλογα με τις ποσότητες που χρησιμοποιήθηκαν

γ) ^η επωνυμία πώλησης των αλκοολούχων ποτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να συμπληρώνεται με την ένδειξη «σύμμειξη», αν το αλκοολούχο ποτό προέρχεται πράγματι από σύμμειξη

δ) ^εκτός εξαιρέσεως, η διάρκεια ωρίμανσης αναφέρεται μόνον όταν αφορά το νεώτερο από τα αλκοολικά συστατικά και με την προϋπόθεση ότι το προϊόν έχει υποστεί παλαίωση υπό φορολογικό έλεγχο ή υπό έλεγχο, ο οποίος παρέχει ανάλογες εγγυήσεις.

3. Για τα προϊόντα που αναφέρονται στο αρθρο 1 παράγραφος 4, μπορούν να προσδιορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 14:

α) ^οι συνθήκες, σύμφωνα με τις οποίες είναι δυνατό να αναφέρονται στην ετικέτα η διάρκεια παλαίωσης, καθώς και οι σχετικές με τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν

β) ^οι προϋποθέσεις χρησιμοποίησης επωνυμιών πώλησης που υποδηλώνουν παλαίωση, καθώς και οι ενδεχόμενες εξαιρέσεις και οι συνθήκες που εξασφαλίζουν ισοδύναμο έλεγχο

γ) ^οι ειδικές διατάξεις που πρέπει να διέπουν τη χρησιμοποίηση όρων που αναφέρονται σε μια ορισμένη ιδιότητα του προϊόντος, όπως το ιστορικό του ή ο τρόπος παρασκευής του

δ) ^οι κανόνες για την επισήμανση των προϊόντων σε δοχεία που δεν προορίζονται για τον τελικό καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων παρεκκλίσεων από τους κανόνες αυτούς προκειμένου να ληφθούν υπόψη, ιδίως, η εναποθήκευση και η μεταφορά.

4. Οι ενδείξεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό αναγράφονται σε μια ή περισσότερες επίσημες γλώσσες της Κοινότητας κατά τέτοιο τρόπο που να μπορεί ο τελικός καταναλωτής να καταλαβαίνει εύκολα κάθε μια από τις ενδείξεις αυτές, εκτός αν η πληροφόρηση του αγοραστή εξασφαλίζεται με άλλα μέσα.

5. Οι γεωγραφικές επωνυμίες που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ, καθώς και οι επωνυμίες που αναγράφονται με πλάγια γράμματα στο άρθρο 1 παράγραφος 4 καθώς και η επωνυμία Rum-verschnitt, δεν επιτρέπεται να μεταφράζονται.

Ωστόσο, ύστερα από αίτηση ενός κράτους μέλους κατανάλωσης, μπορεί να αποφασιστεί, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14, να συμπληρωθούν οι εν λόγω επωνυμίες με πλάγια γράμματα και ειδικότερα η επωνυμία raisin brandy με αντίστοιχες, επωνυμίες ώστε να μην παραπλανώνται οι καταναλωτές αυτού του κράτους.

6. ιΟσον αφορά τα προϊόντα καταγωγής τρίτων χωρών, επιτρέπεται η χρησιμοποίηση μιας επίσημης γλώσσας της τρίτης χώρας, στην οποία έγινε η παρασκευή του προϊόντος, υπό τον όρο ότι οι ενδείξεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό θα αναγράφονται και σε μια επίσημη γλώσσα της Κοινότητας κατά τρόπο που να μπορεί ο τελικός καταναλωτής να καταλαβαίνει εύκολα μια από τις ενδείξεις αυτές.

7. Με την επιφύλαξη του άρθρου 12, για τα προϊόντα καταγωγής της Κοινότητας που προορίζονται για εξαγωγή, οι ενδείξεις που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, εκτός από τις επωνυμίες που αναφέρονται στην παρά-

γραφο 5, μπορούν να επαναλαμβάνονται σε κάποια άλλη γλώσσα.

8. Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14, μπορεί να προσδιορίζει τις περιπτώσεις ή και τα αλκοολούχα ποτά, για τα οποία είναι υποχρεωτική η μνεία του τόπου παρασκευής ή και καταγωγής ή και προέλευσης, καθώς και τις λεπτομέρειες για τον τρόπο, με τον οποίο θα γίνεται η μνεία αυτή.

Άρθρο 8

Για να μπορούν τα αλκοολούχα ποτά που παράγονται στην Κοινότητα να διατίθενται στο εμπόριο για ανθρώπινη κατανάλωση, η περιγραφή τους δεν μπορεί να γίνεται συνδυάζοντας λέξεις ή εκφράσεις όπως «είδος», «τύπος», «τρόπος», «στυλ», «μάρκα», «γεύση» ή άλλες ανάλογες ενδείξεις, με μια από τις επωνυμίες που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 9

1. ^Τα αλκοολούχα ποτά που απαριθμούνται κατωτέρω:

- ρούμι

- whisky και whiskey

- αλκοολούχο ποτό σιτηρών/απόσταγμα σιτηρών

- απόσταγμα οίνου και brandy

- απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής

- απόσταγμα σταφίδας

- απόσταγμα φρούτων, εξαιρουμένων των προϊόντων που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 στοιχείο θ) αριθμός^2

- απόσταγμα μηλίτη και απίτη

όταν έχουν υποστεί προσθήκη αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης δεν επιτρέπεται να φέρουν στη συσκευασία τους, υπό οποιαδήποτε μορφή, τη γενική επωνυμία που επιφυλάσσεται για τα προαναφερόμενα ποτά.

2. Εντούτοις, η παράγραφος 1 δεν εμποδίζει την εμπορία, για ανθρώπινη κατανάλωση στην Κοινότητα, ενός προϊόντος που παράγεται στη Γερμανία από ανάμειξη ρούμι και αλκοόλης. Μία ελάχιστη αναλογία 5 % αλκοόλης που περιέχεται στο τελικό προϊόν, το οποίο ονομάζεται Rum-Verschnitt πρέπει να προέρχεται από το ρούμι. Σε περίπτωση πώλησης εκτός της γερμανικής αγοράς, η αλκοολική σύνθεση αυτού του προϊόντος πρέπει να αναγράφεται στην ετικέτα.

ιΟσον αφορά την επισήμανση και την παρουσίαση του προϊόντος που ονομάζεται Rum-Verschnitt, ο όρος Verschnitt πρέπει να αναφέρεται στη συσκευασία (στο μπουκάλι ή την εξωτερική συσκευασία) με χαρακτήρες είδους, διαστάσεων και χρώματος ίδιους με εκείνους που χρησιμοποιούνται για τη λέξη Rum, στην ίδια γραμμή μ' αυτήν και, στα μπουκάλια, πρέπει να αναφέρεται στην εμπρόσθια ετικέτα.

Άρθρο 10

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των κοινοτικών διατάξεων στον

τομέα των αλκοολούχων ποτών. Τα κράτη μέλη ορίζουν μια ή περισσότερες αρχές, στις οποίες αναθέτουν τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων αυτών.

Για τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ, είναι δυνατόν να αποφασίζεται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 14, ότι ο έλεγχος και η προστασία αυτή εξασφαλίζονται, κατά την ενδοκοινοτική κυκλοφορία, με εμπορικά έγγραφα ελεγχόμενα από τη διοίκηση καθώς και με την τήρηση των κατάλληλων μητρώων.

2. Για τα αλκοολούχα ποτά που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ και προορίζονται για εξαγωγή το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής, καθορίζει ένα σύστημα εγγράφων πιστοποίησης της αυθεντικότητας, ώστε να αποφεύγονται οι απάτες και οι απομιμήσεις. Το σύστημα αυτό πρόκειται να αντικαταστήσει τα υπάρχοντα εθνικά συστήματα. Πρέπει να παρέχει τις ίδιες τουλάχιστον εγγυήσεις με τα τελευταία, τηρώντας παράλληλα τους κοινοτικούς κανόνες και ιδίως αυτούς που αφορούν τον ανταγωνισμό.

Μέχρις ότου ισχύσει το σύστημα που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, τα κράτη μπορούν να διατηρήσουν τα δικά τους συστήματα πιστοποίησης της αυθεντικότητας, αρκεί αυτά να είναι σύμφωνα προς τους κοινοτικούς κανόνες.

3. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία βάσει προτάσεως της Επιτροπής, θεσπίζει τα απαραίτητα μέτρα για την ενιαία εφαρμογή των κοινοτικών διατάξεων στον τομέα των αλκοολούχων ποτών, ιδίως όσον αφορά τον έλεγχο και τις σχέσεις μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

4. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή κοινοποιούν αμοιβαία τα απαραίτητα στοιχεία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι λεπτομέρειες της κοινοποίησης και της κυκλοφορίας των στοιχείων καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 14.

Άρθρο 11

1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα εισαγόμενα προς διάθεση στο εμπόριο εντός της Κοινότητας, για ανθρώπινη κατανάλωση, αλκοολούχα ποτά που περιγράφονται με τη βοήθεια γεωγραφικής ένδειξης ή με επωνυμία άλλη από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4, μπορούν να τυγχάνουν, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας,

του ελέγχου και της προστασίας που αναφέρονται στο

άρθρο 10.

Το πρώτο εδάφιο τίθεται σε εφαρμογή μέσω συμφωνιών με τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες, οι οποίες θα συναφθούν κατόπιν διαπραγματεύσεων σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 113 της συνθήκης.

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής, καθώς και ο κατάλογος των προϊόντων που αναφέρονται στο εδάφιο 1 θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15.

2. Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει την εισαγωγή και εμπορία, για ανθρώπινη κατανάλωση, στην Κοινότητα, με την επωνυμία καταγωγής τους, ειδικών αλκοολούχων ποτών καταγωγής τρίτων χωρών, για τα οποία έχουν γίνει δασμο-

λογικές παραχωρήσεις εκ μέρους της Κοινότητας, ή στα πλαίσια της GATT ή με διμερείς συμφωνίες, και των οποίων οι όροι εισαγωγής έχουν καθοριστεί από κοινοτικούς κανονισμούς.

Άρθρο 12

1. Τα αλκοολούχα ποτά που προορίζονται για εξαγωγή πρέπει να πληρούν τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

2. Ωστόσο, είναι δυνατόν να αποφασιστούν παρεκκλίσεις από τα κράτη μέλη όσον αφορά τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφοι 2, 3, 4 και 6, εξαιρουμένων των αλκοολούχων ποτών που περιλαμβάνονται στο παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ, καθώς και των αλκοολούχων ποτών με αποκλειστικές επωνυμίες.

3. Είναι δυνατόν επίσης να αποφασιστούν παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του άρθρου 3 που αναφέρονται στον αλκοολικό τίτλο εμπορίας για ανθρώπινη κατανάλωση:

- των αλκοολούχων ποτών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 4,

- των αλκοολούχων ποτών που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ, ιδίως όταν το απαιτεί η νομοθεσία της τρίτης χώρας εισαγωγής,

έπειτα από αίτηση του κράτους μέλους παραγωγής σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14.

4. Παρεκκλίσεις από τους κανόνες περιγραφής και παρουσίασης, εκτός από τις επωνυμίες που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 4 και στα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ, και με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 8 και 9, μπορούν να επιτρέπονται από τα κράτη μέλη:

- εφόσον αυτό επιβάλλεται από την ισχύουσα νομοθεσία της τρίτης χώρας εισαγωγής,

- στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από την πρώτη περίπτωση, με εξαίρεση ορισμένες ενδείξεις που πρέπει να αποφασίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14.

5. Οι παρεκκλίσεις που επιτρέπονται από τα κράτη μέλη κοινοποιούνται στις υπηρεσίες της Επιτροπής και στα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 13

1. Συνιστάται επιτροπή εφαρμογής για τα αλκοολούχα ποτά, αποκαλούμενη στο εξής «επιτροπή», η οποία αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από αντιπρόσωπο της Επιτροπής.

2. Στην επιτροπή αυτή οι ψήφοι των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης. Ο πρόεδρος δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία.

Άρθρο 14

1. Στην περίπτωση κατά την οποία γίνεται αναφορά στη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της είτε με δική του πρωτοβουλία

είτε ύστερα από αίτηση του αντιπροσώπου ενός κράτους

μέλους.

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για τα μέτρα αυτά εντός προθεσμίας, την οποία μπορεί να καθορίζει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα των υπό εξέταση ζητημάτων. Αποφασίζει με πλειοψηφία 54 ψήφων.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα, τα οποία εφαρμόζονται αμέσως. Εντούτοις, αν δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη που διατύπωσε η επιτροπή, τα μέτρα αυτά κοινοποιούνται αμέσως από την Επιτροπή στο Συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να αναβάλλει κατά ένα μήνα την εφαρμογή των μέτρων αυτών.

Το Συμβούλιο μπορεί να λάβει, με ειδική πλειοψηφία, διαφορετική απόφαση μέσα σε προθεσμία ενός μηνός.

Άρθρο 15

1. Σε περίπτωση αναφοράς στη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της, είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε με αίτηση αντιπροσώπου ενός κράτους μέλους.

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Αποφασίζει με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

3. ^α) ^η Επιτροπή λαμβάνει τα προτεινόμενα μέτρα εφόσον αυτά είναι σύμφωνα με την γνώμη της επιτροπής

β) ^εφόσον τα προτεινόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Αν κατά τη λήξη της προθεσμίας τριών μηνών από την υποβολή της πρότασης το Συμβούλιο δεν έχει αποφανθεί, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή.

Άρθρο 16

Η επιτροπή μπορεί να εξετάζει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα θέτει ο πρόεδρός της, είτε με δική του πρωτοβουλία,

είτε ύστερα από αίτηση του αντιπροσώπου ενός κράτους

μέλους.

Άρθρο 17

1. Για να διευκολυνθεί η μετάβαση από το ισχύον καθεστώς στο καθεστώς που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνονται μεταβατικά μέτρα σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14.

2. Τα μεταβατικά αυτά μέτρα δεν μπορούν να διαρκέσουν περισσότερο από δύο έτη κατ' ανώτατο όριο από την ημερομηνία θέσεως σε εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 18

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται από τις 15 Δεκεμβρίου 1989, εκτός των άρθρων 13 έως 16 που εφαρμόζονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Μαΐου 1989.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. ROMERO HERRERA

(1) ΕΕ αριθ. C 189 της 23.^7.^1982, σ. 7 και ΕΕ αριθ. C 269 της 25.^10.^1986, σ. 4.

(2) Γνώμη που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ αριθ. C 127 της 14.^5.^1984,

σ. 175 και απόφαση της 24.^5.^1989 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3) ΕΕ αριθ. C 124 της 9.^5.^1983, σ. 16.

(4) ΕΕ αριθ. L 33 της 8.^2.^1979, σ. 1.

(5) ΕΕ αριθ. L 144 της 29.^5.^1986, σ. 38.

(1) ΕΕ αριθ. L 229 της 30.^8.^1980, σ. 11.

(2) ΕΕ αριθ. L 229 της 30.^8.^1980, σ. 1.

(3) ΕΕ αριθ. L 184 της 15. 7. 1988, σ. 61.

(1) ΕΕ αριθ. L 40 της 11. 2. 1989, σ. 27.

(2) ΕΕ αριθ. 115 της 11. 11. 1962, σ. 2645/62.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Χαρακτηριστικά της αιθυλικής αλκοόλης γεωργικής προέλευσης που αναφέρεται στο άρθρο^1 παράγραφος^3 στοιχείο^η)

1. Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά

Καμία ανιχνεύσιμη γεύση ξένη προς την πρώτη ύλη

2. Ελάχιστος κατ' όγκο αλκοολικός τίτλος

96,0 % vol

3. Μέγιστες τιμές σε υπολειμματικά στοιχεία

- ολική οξύτητα εκφρασμένη σε οξικό οξύ g/hl αλκοόλης 100 %^vol

1,5

- Εστέρες εκφρασμένοι σε αιθυλεστέρα g/hl αλκοόλης 100 %^vol

1,3

- Αλδεΰδες σε ακεταλδεΰδη g/hl αλκοόλης 100 %^vol

0,5

- Ανώτερες αλκοόλες εκφρασμένες σε 2-μεθυλοπροπανόλη-1 g/hl αλκοόλης 100 %^vol

0,5

- Μεθανόλη g/hl αλκοόλης 100 %^vol

50

- Στερεό υπόλειμμα g/hl αλκοόλης 100 %^vol

1,5

- Πτητικές αζωτούχες βάσεις εκφρασμένες σε άζωτο g/hl αλκοόλης 100 %^vol

0,1

- Φουρφουράλη

μη ανιχνεύσιμη

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ

Γεωγραφικές επωνυμίες που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος^3

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Εξαιρέσεις από τους γενικούς κανόνες του:

1. ^ιΑρθρου 1 παράγραφος 2

λικέρ με βάση αυγά/advocaat/avocat/Advokat: ελάχιστος αλκοολικός τίτλος: 14 % vol.

2. ^ιΑρθρου 5, παράγραφος 3 (μη σύμφωνες γεωγραφικές επωνυμίες)

Κ νιγσβεργερ Β ρενφανγ,

Οστπρεθίισψηερ Β ρενφανγ.

Top